Δημήτριος Μάξιμος

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Δημήτριος Μάξιμος
Ο Δημήτριος Μάξιμος
Πρωθυπουργός της Ελλάδας
Περίοδος
24 Ιανουαρίου 1947 – 29 Αυγούστου 1947
ΠρωθυπουργόςΚυβέρνηση Δημητρίου Μαξίμου 1947
Υπουργός Εξωτερικών
Περίοδος
10 Μαρτίου 1933 – 2 Μαρτίου 1935
ΠρωθυπουργόςΚυβέρνηση Παναγή Τσαλδάρη 1933
Γερουσιαστής (αριστίνδην)
Περίοδος
31 Μαρτίου 1933 – 1η Απριλίου 1935
Διοικητής Εθνικής Τράπεζας
Περίοδος
1921 – 1923
Προσωπικά στοιχεία
Γέννηση1873
Θάνατος16 Οκτωβρίου 1955 (82 ετών)
Αθήνα
ΕθνότηταΕλληνική
ΥπηκοότηταΕλλάδα
Πολιτικό κόμμαΛαϊκό Κόμμα
Παιδιάάτεκνος
ΣπουδέςΕθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών
Πανεπιστήμιο του Παρισιού
Β΄ Γυμνάσιο Πατρών
ΕπάγγελμαΤραπεζίτης
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Δημήτριος Μάξιμος (1873 - 16 Οκτωβρίου 1955) ήταν Έλληνας οικονομολόγος, τραπεζίτης και πολιτικός, περισσότερο γνωστός για το σπίτι του, το οποίο αργότερα έγινε πρωθυπουργική κατοικία.

Βιογραφικά στοιχεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γεννήθηκε στην Πάτρα το 1873 και ήταν γιος του Επαμεινώνδα Μάξιμου, εμπόρου, και της Ασπασίας Λόντου. Από την πλευρά του πατέρα του καταγόταν από παλαιά οικογένεια της Χίου, ενώ από την πλευρά της μητέρας του καταγόταν από την οικογένεια Λόντου και ήταν εγγονός του Ανδρέα Χ. Λόντου, δημάρχου Πατρέων και προέδρου της Βουλής.[1] Ήταν πρώτος εξάδελφος των Δημητρίου Λόντου, βουλευτή και υπουργού, και Γεωργίου Στρέιτ, νομομαθή και υπουργού. Τελείωσε τις γυμνασιακές σπουδές του στο Β' Γυμνάσιο Πατρών και στη συνέχεια σπούδασε νομικά και οικονομικές επιστήμες στην Αθήνα και το Παρίσι. Από το 1891, σε πολύ νεαρή ηλικία, ξεκίνησε τραπεζική σταδιοδρομία. Το 1903 ανέλαβε τη διεύθυνση του υποκαταστήματος της Εθνικής Τράπεζας Πατρών και κατόπιν προήχθη στη θέση του διευθυντή του Κεντρικού Καταστήματος Αθηνών. Το 1914 έγινε υποδιοικητής της Τράπεζας, ενώ διετέλεσε διοικητής της την περίοδο 1921-1922. Στα τέλη του 1922, μετά την επανάσταση Πλαστήρα - Γονατά, παραιτήθηκε και έφυγε με τη σύζυγό του στη Φλωρεντία, φοβούμενος αντίποινα από τους βενιζελικούς.

Επέστρεψε στην Ελλάδα το 1927 και ανέλαβε οικονομικός σύμβουλος του Λαϊκού Κόμματος του Παναγή Τσαλδάρη. Το 1933 εξελέγη βουλευτής του ίδιου κόμματος και αμέσως μετά αριστίνδην γερουσιαστής. Διετέλεσε υπουργός Εξωτερικών την περίοδο 1933-1935. Επί υπουργίας του υπεγράφη το Σύμφωνο της Διαβαλκανικής Συμφωνίας μεταξύ Ελλάδας, Τουρκίας, Γιουγκοσλαβίας και Ρουμανίας.

Κατά τη δίκη των δωσιλόγων κατέθεσε για τους κατηγορούμενους:

«Κατ' αρχάς ενόμιζον ότι δεν έπρεπε να σχηματισθή Κυβέρνησις Κατοχής, όταν όμως είδον ότι οι Γερμανοί επέπεσαν ως όρνεα εις την Ελλάδα, επείσθην ότι εάν δεν εσχηματίζετο Κυβέρνησις, θα αφιέμεθα εις ουχί ισχυράς χείρας, διότι επρόκειτο να ανατεθή η διοίκησις εις υπαλληλίσκους, καθ' όσον οι ανώτεροι υπάλληλοι δεν θα εδέχοντο να αναλάβουν την Διοίκησιν και είπα τότε εις τον κ. Ράλλην ότι καλόν θα ήτο να δεχθή τον σχηματισμόν Κυβερνήσεως. Όλοι οι αποτελούντες τας Κυβερνήσεως κατέβαλον εξαιρετικάς προσπάθειας να εξυπηρετήσουν τον Λαόν και να βοηθήσουν τους συμπολίτας των» και περαιτέρω «επαναλαμβάνω ότι όλοι επί Κατοχής εκυβέρνησαν τον τόπο από λόγους πατριωτικούς». [2]

Το 1947 ανέλαβε εξωκοινοβουλευτικός πρωθυπουργός σε κυβέρνηση συνασπισμού από 24 Ιανουαρίου έως 29 Αυγούστου. Κατόπιν αποσύρθηκε και έζησε ως απλός ιδιώτης. Το 1952 το ελληνικό Δημόσιο ζήτησε να αγοράσει την κατοικία του Δημητρίου Μαξίμου, η οποία βρισκόταν επί της οδού Ηρώδου Αττικού 19. Συνεστήθη επιτροπή, η οποία εκτίμησε την αξία του Μεγάρου Μαξίμου σε 11 δισεκατομμύρια δραχμές. Ο ίδιος δήλωσε ότι αποδέχεται να πουλήσει την οικία του στο Δημόσιο στο μισό περίπου της εκτίμησης της επιτροπής, στα 5,75 δισεκατομμύρια δραχμές. Επι­πλέον δε, προσέφερε στο Κράτος όλη την επίπλωση της κατοικίας του, καθώς και τους πίνακες που βρίσκονταν σε αυτή, προκειμένου να χρησιμοποιηθεί ως «Κυβερνητικόν Μέγαρον» και για τη φιλο­ξενία ξένων υψηλών προσώπων. Από το 1982 το «Μέγαρο Μαξίμου» χρησιμοποιείται ως επίσημη κατοικία και γραφείο του εκάστοτε πρωθυπουργού.[3]

Απεβίωσε το 1955. Ανιψιός του ήταν ο μετέπειτα υπουργός Γεώργιος Οικονομόπουλος.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Αντώνης Μακρυδημήτρης, Οι υπουργοί των εξωτερικών της Ελλάδας 1829-2000, εκδ.Καστανιώτης, Αθήνα, 2000, σελ.87

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]