Γουδί και γουδοχέρι

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Γουδοχέρι)
Για άλλες χρήσεις, δείτε: Γουδί.
Γουδί και γουδοχέρι
Γουδί και γουδοχέρι από κράμα μπρούντζου, Ελλάδα.
Απεικόνιση ενός γουδιού και γουδοχεριού φαρμακοποιού, εμφανίζεται το σύμβολο , το οποίο προέρχεται από τη λατινική λέξη recipe, προστακτική ενικού του ρήματος recipere που σημαίνει "λάβε". Είναι συνήθως μέρος της επιγραφής (τίτλος) της ιατρικής συνταγής προς το ασθενή προκειμένου να προμηθευτεί το συνταγογραφούμενο φάρμακο από[1]
Άλλες ονομασίες Σκεύος λείανσης κονιάματος
Χρήσεις Λείανση, μίξη
Συναφή αντικείμενα Μύλος
Υλικά κατασκευής Ξύλο, πορσελάνη, γυαλί, μέταλλο, πέτρα, μάρμαρο, γρανίτης, βασάλτης κ.ά.

Το γουδί και γουδοχέρι, είναι μαγειρικό σκεύος το οποίο χρησιμοποιείται από την αρχαιότητα, για την παρασκευή συστατικών ή ουσιών με τη σύνθλιψη και την άλεσή τους, σε μια λεπτή πάστα ή σκόνη. Το γουδί είναι το κοίλο σκεύος, κατασκευασμένο συνήθως από ξύλο (σκληρό), μέταλλο, μάρμαρο,[2][3] κεραμικό, γυαλί, πέτρα κ.ά. με το οποίο κανείς κοπανίζει το περιεχόμενο διάφορων συνήθως σκληρών ουσιών ενός γουδιού και το κάνει σκόνη ή πολτό. Το γουδοχέρι είναι ένα βαρύ και αμβλύ σε σχήμα μακρουλό κυλινδρικό όργανο, το άκρο του οποίου χρησιμοποιείται για τη θραύση και άλεση. Η ουσία που πρόκειται να τριφτεί, τοποθετείται στο γουδί και τρίβεται, θρυμματίζεται ή αναμιγνύεται, χρησιμοποιώντας το γουδοχέρι.

Γουδιά και γουδοχέρια, χρησιμοποιούνται στη μαγειρική μέχρι και σήμερα· είναι επίσης συχνά συνδεδεμένα, με το επάγγελμα του φαρμακοποιού, λόγω της ιστορικής τους χρήσης, στην παρασκευή φαρμάκων. Μπορούν επίσης να χρησιμοποιηθούν στην τοιχοποιία καθώς και σε άλλα είδη κατασκευών.

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι επιστήμονες έχουν βρει γουδιά και γουδοχέρια, τα οποία χρονολογούνται περίπου από το 35.000 π.Χ.[4]

Ιατρικά τεχνουργήματα που ανακτήθηκαν από το ναυάγιο «Queen Anne's Revenge» του Μαυρογένη (Blackbeard), περιλαμβάνουν και ένα ορειχάλκινο εκμαγείο γουδιού με το γουδοχέρι,[5] το οποίο χρησιμοποιείτο στην παρασκευή φαρμάκων.[6]

Εκφράσεις - Συνώνυμα - Ετυμολογία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

«Ο φρικτός χορός του τυμπανόξυλου» (εικονογράφηση του βιβλίου «Côte occidentale d'Afrique» του Συνταγματάρχη Frey, 1890.)

Στην Ελληνική η παροιμία: «το γουδί το γουδοχέρι (και τον κόπανο στο χέρι)», αναφέρεται για την επιμονή σε κάτι παράλογο ή για την ταυτολογία (για κάτι το επαναλαμβανόμενο).

Στην αρχαιότητα, το γουδί, ονομαζόταν (το) ἰγδίον[7] < ἴγδις + κατάληξη υποκοριστικού -ίον (ιγδίον-γδί-γουδί)[2][8] και τα σύγχρονα συνώνυμά του είναι: (η) καυκιά και (το) χαβάνι, ενώ, τα συνώνυμα για το γουδοχέρι είναι: (το) γουδόχερο και (ο) κόπανος.

Ο Ρωμαίος ποιητής Γιουβενάλης, εφήρμοσε τόσο το mortarium όσο και το pistillum σε άρθρα, που χρησιμοποιούνται για την παρασκευή των φαρμάκων, αντανακλώντας την πρώιμη χρήση τους, στο γουδί και γουδοχέρι ως σύμβολα του φαρμακοποιού ή του φαρμακείου.[9]

Η Αγγλική λέξη mortar, προέρχεται από την κλασική Λατινική λέξη mortarium, που σημαίνει, ανάμεσα αρκετών άλλων χρήσεων, "υποδοχέας για σφυροκόπημα" και "προϊόν λείανσης ή σφυροκοπήματος". Η κλασική Λατινική λέξη pistillum, που σημαίνει "κοπανιστής", οδήγησε στο Αγγλικό pestle.

Η παλαιότητα αυτών των εργαλείων, είναι καλά τεκμηριωμένη στα αρχαία γραπτά, όπως στον Αιγυπτιακό Ebers Papyrus του ~1550 π.Χ. (το παλαιότερο διατηρημένο κομμάτι της ιατρικής βιβλιογραφίας) και την Παλαιά Διαθήκη (Αριθμοί 11:8[Σημ. 1] και Παροιμίαι 27:22[Σημ. 2]).[10]

Χρήσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ιατρική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Άλλο ένα από τα σύμβολα της φαρμακολογίας πέρα από το στο γουδί και γουδοχέρι: η κρεμαστή σφαίρα φαρμακείου (show globe).

Γουδιά και γουδοχέρια χρησιμοποιούνταν παραδοσιακά στα φαρμακεία, για να συντρίψουν διάφορα συστατικά πριν από την προετοιμασία μιας πρόχειρης συνταγής. Το γουδί και το γουδοχέρι με τη ράβδο του Ασκληπιού, τον πορτοκαλί Σταυρό και άλλα, είναι ένα από τα πιο ευρέως διαδεδομένα σύμβολα της φαρμακολογίας,[11] μαζί με τη σφαίρα φαρμακείου (show globe).[Σημ. 3]

Για φαρμακευτική χρήση, το γουδί και η κεφαλή από το γουδοχέρι, συνήθως γίνονται από πορσελάνη, ενώ το χερούλι από το γουδοχέρι γίνεται από ξύλο. Είναι γνωστό ως το γουδί και γουδοχέρι του «Wedgwood»[Σημ. 4] και χρονολογείται από το 1759. Σήμερα, η πράξη της ανάμειξης των συστατικών ή τη μείωση του μεγέθους των σωματιδίων είναι γνωστή ως κονιορτοποίηση.

Γουδιά και γουδοχέρια χρησιμοποιούνται επίσης ως drug paraphernalia[Σημ. 5] για να αλέθουν τα χάπια για την επιτάχυνση της απορρόφησης όταν καταποθούν ή στο πλαίσιο της προετοιμασίας για εμφύσηση.

Προετοιμασία φαγητού[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

(video) Φρέσκο mochi, σφυροκοπούμενο.

Γουδιά χρησιμοποιούνται επίσης στη μαγειρική για την παρασκευή συστατικών όπως γουακαμόλε, γκασπάτσο και πέστο (το οποίο αντλεί την ονομασία του από το σφυροκόπημα του γουδοχεριού),[Σημ. 6] καθώς και την άλεση μπαχαρικών σε σκόνη. Το molcajete,[Σημ. 7] η έκδοση που χρησιμοποιείτο από τους προ-Ισπανόφωνους Μεσοαμερικανικούς πολιτισμούς, συμπεριλαμβανομένων των Αζτέκων και Μάγια, το οποίο εκτείνεται πίσω αρκετές χιλιάδες χρόνια, είναι κατασκευασμένο από βασάλτη και χρησιμοποιείται ευρέως στο Μεξικάνικο μαγείρεμα. Άλλα εγγενή Αμερικανικά έθνη, χρησιμοποιούν γουδιά λαξευμένα στο βραχώδες υπόστρωμα, για να αλέσουν βελανίδια και άλλους ξηρούς καρπούς. Πολλά τέτοια εργαλεία πίεσης, μπορούν να βρεθούν στα εδάφη τους.

Δύο φαρμακοποιοί από το Ferndale, την ώρα που κρεμούν σ'ένα φαρμακείο στο Μίσιγκαν κρεμαστές σφαίρες φαρμακείου (show globes), ενώ στον πάγκο βρίσκεται ένα μεγάλο γουδί με το γουδοχέρι του (1954).

Στην Ιαπωνία χρησιμοποιούνται πολύ μεγάλα γουδιά, με ξύλινες mallets,[Σημ. 8] για να προετοιμάσουν το μότσι.[Σημ. 9] Τα κανονικού μεγέθους ιαπωνικά γουδί και γουδοχέρι, ονομάζονται σουριμπάτσι και σουρικόγκι αντίστοιχα. Γουδιά και γουδοχέρια από γρανίτη, χρησιμοποιούνται από την Νοτιοανατολική Ασία, καθώς επίσης στο Πακιστάν και την Ινδία. Στην Ινδία, χρησιμοποιείται ευρέως για να κάνει μείγματα μπαχαρικών για διάφορες νοστιμιές, καθώς και πιάτα ημέρας. Με την έλευση των μηχανοκίνητων μηχανημάτων άλεσης, έχει μειωθεί η χρήση για το γουδί και γουδοχέρι. Είναι παράδοση σε διάφορες Ινδουιστικές τελετές (όπως γάμους και της upanayanam),[Σημ. 10] το άλεσμα της κιτρινόριζας σε τέτοια γουδιά.

Στα Μαλαισιανά είναι γνωστό ως batu lesung. Μεγάλα πέτρινα γουδιά, με μακρυά 0,61-0,91 μ. (2–3 ποδών) ξύλινα γουδοχέρια, χρησιμοποιούνταν στη Δυτική Ασία για το άλεσμα κρέατος, σε ένα είδος ρολό (meatloaf) ή kibbeh,[Σημ. 11] καθώς επίσης και η ποικιλία χούμους γνωστού ως masabcha.[Σημ. 12]

Στην Ινδονησία και την Ολλανδία το γουδί είναι γνωστό ως Cobek ή Tjobek και το γουδοχέρι αντιστοίχως ως Ulekan ή Oelekan. Και χρησιμοποιείται συχνά για να κάνει το φρέσκο sambal,[Σημ. 13] ένα καυτερό καρύκευμα τσίλι, ως εκ τούτου, το sambal ulek/oelek υποδηλώνει διαδικασία η οποία χρησιμοποιεί το γουδοχέρι. Χρησιμοποιείται επίσης με το άλεσμα φιστικιών και άλλων συστατικών, για να γίνει σάλτσα φιστικιού gado-gado.[Σημ. 14]

Αποκελύφωση και αποφλοίωση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα μεγάλα γουδιά και γουδοχέρια χρησιμοποιούνται συνήθως στις αναπτυσσόμενες χώρες για την αποκελύφωση και αποφλοίωση σιτηρών. Αυτά είναι συνήθως κατασκευασμένα από ξύλο και λειτουργούν από ένα ή περισσότερα άτομα.

Υλικό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Bangkang Pangpinawa (γουδί και γουδοχέρι στα αρχαία Φιλιππινέζικα).

Τα καλά υλικά κατασκευής για το γουδί και το γουδοχέρι πρέπει να είναι αρκετά σκληρά, για να συντρίψουν την ουσία και όχι να φθαρούν από αυτήν. Δεν μπορούν να είναι ούτε πάρα πολύ εύθραυστα, διαφορετικά θα σπάσουν κατά τη διάρκεια του σφυροκοπήματος και του αλέσματος. Το υλικό θα πρέπει επίσης να είναι συνεκτικό, έτσι ώστε τα μικρά κομμάτια του γουδιού ή του γουδοχεριού, να μην αναμειγνύονται με τα συστατικά. Επιλέγονται λεία και μη πορώδη υλικά, τα οποία δεν απορροφούν ή παγιδεύουν τις ουσίες που αλέθονται.

Στην παρασκευή φαγητού ένα τραχύ ή απορροφητικό υλικό, μπορεί να προκαλέσει την έντονη γεύση του προηγούμενου συστατικού, ώστε να γευτεί μετέπειτα στην παρασκευαζόμενη τροφή. Επίσης, τα σωματίδια τροφής που απομένουν στο γουδί και το γουδοχέρι είναι δυνατό να ενισχύσουν την ανάπτυξη μικροοργανισμών. Όταν ασχολούμεθα με φάρμακα, το προηγουμένως παρασκευασμένο φάρμακο, ενδέχεται να αλληλεπιδράσει ή να αναμειχθεί, μολύνοντας τα προσφάτως χρησιμοποιούμενα συστατικά.

Ακατέργαστα κεραμικά σύνολα γουδιών και γουδοχεριών μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη ελάττωση των ουσιών σε πολύ λεπτές σκόνες, αλλά λεκιάζουν εύκολα και είναι εύθραυστα. Τα γουδιά πορσελάνης μερικές φορές προϋποθέτουν την χρήση άλεσης λίγης άμμου ώστε να τους δώσει μια πιο τραχιά επιφάνεια, η οποία συμβάλλει στη μείωση του μεγέθους των σωματιδίων. Τα γουδιά και γουδοχέρια από γυαλί, είναι εύθραυστα, αλλά ανθεκτικά στους λεκέδες και είναι κατάλληλα για χρήση με υγρά. Ωστόσο, δεν αλέθουν τόσο λεπτά όσο τα κεραμικού τύπου.

Ο χαρακτήρας Μπάμπα Γιάγκα πετά, ενώ στέκεται μέσα σε ένα γουδί κρατώντας ένα γουδοχέρι, σε αυτό το έργο τέχνης από τον Ιβάν Μπιλίμπιν.

Άλλα χρησιμοποιούμενα υλικά περιλαμβάνουν μάρμαρο, πέτρα, ξύλο (εξαιρετικά απορροφητικό), μπαμπού, σίδηρο, χάλυβα, ορειχάλκινα και βασάλτη. Σύνολα από γουδιά και γουδοχέρια, τα οποία γίνονται από το ξύλο παλαιών αμπελιών, έχουν αποδειχθεί αξιόπιστα, για το άλεσμα του αλατοπίπερου κατά την ώρα του φαγητού. Ορισμένες φορές, για τον καθαρισμό τους, αλέθεται άψητο ρύζι στα γουδιά. Αυτή η διαδικασία πρέπει να επαναληφθεί έως ότου το ρύζι βγει εντελώς λευκό. Κάποιες πέτρες, όπως ο βασάλτης (molcajete), για πρώτη φορά πριν τη χρήση, χρειάζεται να αλέσουν καρυκεύματα. Τα μεταλλικά γουδιά διατηρούνται ελαφρώς λαδωμένα.

Αυτόματο αλεστικό μηχάνημα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εφόσον τα αποτελέσματα που λαμβάνονται με την χειροποίητη άλεση, δεν είναι ούτε αναπαραγόμενα, ούτε αξιόπιστα, τα περισσότερα εργαστήρια λειτουργούν με αυτόματους λειαντήρες. Ο χρόνος λείανσης και η πίεση του γουδιού, μπορούν να ρυθμιστούν και να καθορισθούν, εξοικονομώντας χρόνο και μόχθο.

Το πρώτο αυτόματο αλεστικό μηχάνημα, εφευρέθηκε το 1923, από τον F. Kurt Retsch: το "Retschmill" (το επώνυμο το εφευρέτη (Retsch) + mill).[12]

Λαογραφική παράδοση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στα Ρωσικά παραμύθια, η Μπάμπα Γιάγκα, ρωσ. Баба Яга παρουσιάζεται ως μια ρυτιδιασμένη μάγισσα, η οποία πετά στον αέρα μέσα σε ένα γουδί, χρησιμοποιώντας το γουδοχέρι ως πηδάλιο.

Εικόνες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. «Ο λαός διασκορπιζόταν και το μάζευε, το άλεθε στις μυλόπετρες ή το κοπάνιζε στο γουδί, και το έβραζε στη χύτρα ή το έκανε πίτες· η γεύση του ήταν σαν της τηγανίτας.»
  2. «Αν κοπανούσες τον ανόητο μες στο γουδί ανάμεσα σε σπόρους με το γουδοχέρι, η ανοησία του δεν θ' αποχωριζόταν απ' αυτόν.»
  3. Μια σφαίρα φαρμακείου (show globe) είναι ένα γυάλινο δοχείο διαφόρων σχημάτων και μεγεθών το οποίο περιέχει ένα πολύχρωμο υγρό. Είναι σύμβολο των φαρμακείων από τον 17ο αιώνα, στην Αγγλία και από τις αρχές του 20ού αιώνα στις Ηνωμένες Πολιτείες. Σηματοδοτούσε το φαρμακείο ή τον φαρμακοποιό, με τον ίδιο τρόπο όπως και ο πόλος του κουρέα, σε ορισμένες χώρες, σημείωνε τις κουρευτικές εγκαταστάσεις. Οι άνθρωποι που ήταν αναλφάβητοι χρειάζονταν τέτοια σύμβολα, για να εντοπίζουν αυτούς οι οποίοι εξασκούσαν την ιατρική.
  4. Η «Ιωσίας Wedgwood και Υιοί» («Josiah Wedgwood and Sons»), κοινώς γνωστή ως «Wedgwood», είναι μια εταιρεία λεπτής κινεζικής πορσελάνης και πολυτελών αξεσουάρ, η οποία ιδρύθηκε από τον Josiah Wedgwood, την 1η. Μαΐου του 1759.[Παρ. Σημ. 1]
  5. "Σύνεργα ναρκωτικών" ("Drug paraphernalia") είναι ένας όρος, συχνά με ελαφρώς αρνητική χροιά λόγω της χρήσης του ποινικού δικαίου (π.χ. "κατοχή σύνεργων χρήσης ναρκωτικών"), για να υποδηλώσει οποιοδήποτε εξοπλισμό, το προϊόν ή το υλικό που έχει τροποποιηθεί για την κατασκευή, τη χρήση ή την απόκρυψη των ναρκωτικών, συνήθως για λόγους ψυχαγωγικούς.
  6. Βλέπε παραπάνω, ετυμολογία Αγγλικής λέξης.
  7. Το molcajete (mo̞lkaˈxe̞te̞ ή mol-cah-hay’-tay· Μεξικάνικα Ισπανικά, από τα Ναχουάτλ mulcazitl), είναι ένα πέτρινο εργαλείο, η παραδοσιακή Μεξικανική εκδοχή για το γουδί και γουδοχέρι, είναι παρόμοιο με το batan της Νότιας Αμερικής, που χρησιμοποιείται για την άλεση διαφόρων διατροφικών προϊόντων.[Παρ. Σημ. 2]
  8. Η ματσόλα (mallet), είναι ένα είδος σφυριού, συχνά κατασκευασμένου από ελαστικό ή μερικές φορές ξύλο, το οποίο είναι μικρότερο από ένα κόπανο ή βαριά ξύλινη σφύρα και συνήθως έχει σχετικά μεγάλη κεφαλή.
  9. Το mochi (餅, もち·), είναι Ιαπωνικό κέικ ρυζιού το οποίο παρασκευάζεται από το mochigome, ένα κοντό-κόκκο ρύζι japonica glutinous. Το ρύζι σφυροκοπείται σε πάστα και χυτεύεται στο επιθυμητό σχήμα. Στην Ιαπωνία, παραδοσιακά παράγεται, σε μια τελετή που ονομάζεται mochitsuki.[Παρ. Σημ. 3]
  10. Η upanayana είναι μία από τις παραδοσιακές samskaras (τελετουργίες διάβασης), που σηματοδοτούσε την αποδοχή ενός μαθητή από ένα γκουρού (δάσκαλο) και την είσοδο του ατόμου σε ένα σχολείο στον Ινδουισμό. Η παράδοση έχει συζητηθεί ευρέως στα αρχαία Σανσκριτικά κείμενα της Ινδίας και ποικίλλει σε περιφερειακό επίπεδο. Συνήθως, αυτό το τελετουργικό ήταν για 8 ετών στην αρχαία Ινδία, αλλά την 1η χιλιετία μ.Χ., έγινε ανοικτό σε όλες τις ηλικίες. [Παρ. Σημ. 4][Παρ. Σημ. 5]
  11. Το kibbeh, kibbe, kebbah (επίσης kubbeh, kubbah, kubbi) (η προφορά της λέξης ποικίλλει ανάλογα με την περιοχή) (Αραβικά: كبة), είναι ένα Λεβαντίνικο πιάτο από πλιγούρι ψιλοκομμένο κρεμμύδι, ψιλοκομμένο αλεσμένο άπαχο βοδινό, αρνίσιο ή κρέας καμήλας, με μπαχαρικά (κανέλα, μοσχοκάρυδο, γαρύφαλο, μπαχάρι), από τη Μέση Ανατολή. Η πιο γνωστή ποικιλία, είναι η σχήματος τορπίλης τηγανητή κροκέτα, γεμιστή με μαγειρεμένο κιμά βόειου ή αρνίσιου κρέατος, με σοταρισμένα κρεμμύδια και κουκουνάρι.
  12. Msabbaha (Αραβικά مسبحة), επίσης εκρωμαϊσμένο musabbaha, κυριολ. σημαίνει «κολύμβηση»), είναι μια παραλλαγή του χούμους δημοφιλές στο Λεβάντες. Στην Γαλιλαία είναι επίσης γνωστό ως mashausha. Η κύρια διαφορά μεταξύ msabbaha και χούμους είναι η υφή. Σε αντίθεση με το χούμους, τα ρεβίθια εδώ παραμένουν ολόκληρα. Όπως το χούμους, τρώγεται με φρέσκο ψωμί πίτας.[Παρ. Σημ. 6] [Παρ. Σημ. 7][Παρ. Σημ. 8]
  13. Το sambal, είναι μια καυτερή σάλτσα, συνήθως, από μια ποικιλία μείγματος από πιπεριές τσίλι με δευτερεύοντα συστατικά, όπως πάστα γαρίδας, σάλτσα ψαριού, σκόρδο, πιπερόριζα, μικρό κρεμμύδι (shallot), μακρύλαιμο φρέσκο κρεμμυδάκι (scallion), ζάχαρη φοίνικα, χυμό μοσχολέμονου και ξύδι ρυζιού ή άλλα ξύδια. Το sambal είναι μια Ινδονησιακή δάνειο-λέξη, προέλευσης Ιάβας (sambel).[Παρ. Σημ. 9]
  14. Το gado-gado (Iνδονησιακά ή Betawi), επίσης γνωστό ως lotek (Σουνδανέζικα και Ιάβας), είναι μια Iνδονησιακή σαλάτα με ελαφρώς βρασμένα, ζεματισμένα ή λαχανικά στον ατμό και βραστά αυγά, τηγανητό tofu (τυρόπηγμα φτιαγμένο από πουρέ σπόρων σόγιας) και tempeh (Ινδονησιακό πιάτο φτιαγμένο από βαθιά-τηγανισμένους σπόρους σόγιας, οι οποίοι έχουν υποστεί ζύμωση) και lontong (ρύζι τυλιγμένο σε μπανανόφυλλο), σερβίρεται με μια σάλτσα φιστικιού. [Παρ. Σημ. 10][Παρ. Σημ. 11][Παρ. Σημ. 12]
Παραπομπές σημειώσεων
  1. «Pottery firm marks 250th birthday». BBC. 2005-05-01. http://news.bbc.co.uk/1/hi/england/staffordshire/8028276.stm. Ανακτήθηκε στις 2009-05-01. 
  2. Simmons, Marie (2008). Things Cooks Love: Implements, Ingredients, Recipes. Missouri: Andrews McMeel Publishing. σελ. 75. ISBN 0740769766. 
  3. «Mochitsuki: A New Year's Tradition». Japanese American National Museum. 
  4. Harold Coward· Philip Cook (1997). Religious Dimensions of Child and Family Life. Wilfrid Laurier University Press. σελ. 67. ISBN 978-1550581041. 
  5. PV Kane, Samskara, Chapter VII, History of Dharmasastras, Vol II, Part I, Bhandarkar Oriental Research Institute, pages 268-287.
  6. Sufian Mustafa (Ιούνιος 2003). «Sons of Hummus» (PDF). This Week in Palestine: σελ. 43. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2012-04-26. https://web.archive.org/web/20120426002101/http://thisweekinpalestine.com/i62/pdfs/June%202003.pdf. Ανακτήθηκε στις 2014-08-29. 
  7. Gil Marks (2010). Encyclopedia of Jewish Food. Wiley. ISBN 9780470943540. 
  8. Shooky Galili (2007-05-31). «Land of hummus and pita (a hummus glossary. Ynetnews.. http://www.ynet.co.il/english/articles/0,7340,L-3401347,00.html. Ανακτήθηκε στις 2008-03-07. 
  9. Sri Nardiati et al.. (1993.) Kamus bahasa Jawa-bahasa Indonesia, Pusat Pembinaan dan Pengembangan Bahasa, Departemen Pendidikan dan Kebudayaan, Jakarta, Indonesia. 979459380X; 9794593818.
  10. Luh De Suriyani (2013-12-05). «‘Gado-gado’ Ayu Minantri». Bali Daily. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2015-06-15. https://web.archive.org/web/20150615015458/http://www.thebalidaily.com/2013-12-05/gado-gado-ayu-minantri.html. Ανακτήθηκε στις 2015-05-12. 
  11. «gado-gado». Dictionary.com. 
  12. No Money, No Honey: A study of street traders and prostitutes in Jakarta by Alison Murray. Oxford University Press, 1992. Glossary page xii

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Teichman PG; Caffee AE (2002). «Prescription writing to maximize patient safety» (PDF). Family Practice Management 9 (7): 27–30. PMID 12221761. http://www.aafp.org/fpm/2002/0700/p27.pdf. Ανακτήθηκε στις 2010-01-22. 
  2. 2,0 2,1 Πάπυρος - Λαρούς τόμος 5 έκδοση (1964) σ. 241.
  3. Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν "Ήλιου" τόμος Ε' τεύχος 1ο σ. 616.
  4. K. Wright (1991). The Origins and development of ground stone assemblages in Late Pleistocene Southwest Asia. 17/1. Paleorient. Ανακτήθηκε στις 17 Σεπτεμβρίου 2019. 
  5. «Queen Anne's Revenge Blackbeard Apothecary Mortar». YouTube. Ανακτήθηκε στις 14 Απριλίου 2016. 
  6. Jarus, Owen. «Blackbeard's Booty: Pirate Ship Yields Medical Supplies». livescience.com. Ανακτήθηκε στις 14 Απριλίου 2016. 
  7. Εμμ. Κριαράς (1995). «γουδί». Νέο Ελληνικό Λεξικό, Λεξικό της σύγχρονης Ελληνικής Δημοτικής γλώσσας. Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών. σελ. 312. ISBN 960-213-326-0. 
  8. Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν "Ήλιου" τόμος Ε' τεύχος 1ο σ. 616.
  9. Satire VII line 170: et quae iam ueteres sanant mortaria caecos. (and the mortars that cure old blind men)
  10. «www.usip.edu The mortar and pestle from the renaissance to the present» (PDF). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 19 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 12 Απριλίου 2016. 
  11. «Pharmaceutical Symbols» (PDF). Museum of the Royal Pharmaceutical Society of Great Britain. σελ. 2. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 4 Φεβρουαρίου 2004. Ανακτήθηκε στις 21 Οκτωβρίου 2009. 
  12. «Size reduction with mortar grinders and disc mills» (PDF). Rose Scientific Ltd. Ανακτήθηκε στις 21 Οκτωβρίου 2009. [νεκρός σύνδεσμος]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]