Βασίλειο της Βοημίας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Βασίλειο της Βοημίας
11981918

Σημαία

Έμβλημα
ΧώραLands of the Bohemian Crown (1348–1526), Δυναστεία των Αψβούργων, Αυστριακή Αυτοκρατορία και Αυστροουγγαρία
Διοικητική υπαγωγήΕδάφη του Βοημικού Στέμματος και Κισλεϊθανία
ΠρωτεύουσαΠράγα
ΓλώσσεςΤσεχικά
ΘρησκείαΚαθολικισμός, Προτεσταντισμός και Ιουδαϊσμός
Πολίτευμαμοναρχία
Το έμβλημα του Βασιλείου της Βοημίας

Το Βασίλειο της Βοημίας (στα τσέχικα: České království, στα γερμανικά: Königreich Böhmen και στα λατινικά: Regnum Bohemiae) ήταν ένα βασίλειο που βρισκόταν στην περιοχή της Βοημίας στην κεντρική Ευρώπη, του οποίου το μεγαλύτερο μέρος των εδαφών του βρισκόνταν στην Τσεχία. Το Βασίλειο αποτέλεσε τμήμα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας μέχρι τη διάσπασή του το 1806, ημερομηνία κατά την οποία έγινε τμήμα της Αυστριακής Αυτοκρατορίας, και στη συνέχεια της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας το 1867. Μετά την ήττα των κεντρικών δυνάμεων μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και τη Συνθήκη των Βερσαλλιών, η Αυστρο-Ουγγρική Αυτοκρατορία διαλύθηκε και η Βοημία συμπεριλήφθηκε στα εδάφη της νεοσύστατης Δημοκρατίας της Τσεχοσλοβακίας.

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πλαίσιο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αν και ορισμένοι παλαιοί βασιλείς της Βοημίας κατείχαν τον βασιλικό τίτλο μέσω της διαδοχής στη διάρκεια του 11ου και του 12ου αιώνα, οι αντιπαραθέσεις και αντιπαλότητες των δουκών για την κατάληψη της εξουσίας της Βοημίας ήταν ιδιαίτερα βίαιες, και ιδιαίτερα κατά τη διαδοχή του Βράτισλαβ Β' της Βοημίας, κυρίως μεταξύ του Βλάδισλαβ Β' της Βοημίας και του Σόμπεσλαβ Α' της Βοημίας. Τελικώς, το βασίλειο ιδρύθηκε και επίσημα το 1198, από τον Ότακαρ Α΄ της Βοημίας, ο οποίος είχε αναγνωριστεί από τον Αυτοκράτορα Ερρίκο ΣΤ' ως απόλυτος κύριος της Βοημίας το 1192, αλλά σύντομα εκδιώχτηκε από τον θρόνο, εξαιτίας μιας δολοπλοκίας διάφορων ευγενών του κράτους.

Αναγνώριση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το βασίλειο της Βοημίας υπό τον Ότακαρ Α’

Το 1197, ο Ότακαρ Α΄ υπέγραψε με τον αδελφό του Βλάντισλαβ Γίντριτς μια συμφωνία με την οποία ο τελευταίος αρκούνταν στο Μαργκραβιάτο της Μοραβίας. Εκμεταλλευόμενος τις διαμάχες για τη διαδοχή στον αυτοκρατορικό θρόνο ανάμεσα στους οπαδούς των Χοενστάουφεν και των Γουέλφων που υποστήριζαν τον Όθωνα Δ’, αυτοανακηρύχθηκε Βασιλιάς της Βοημίας το 1198. Σε αυτή του την πράξη είχε τη στήριξη του Φιλίππου της Σουαβίας, ο οποίος είχε την ανάγκη στήριξης και συμμαχιών, για την άνοδό του στον θρόνο και την εκλογή του ως Βασιλιά των Ρωμαίων, το ίδιο έτος, με την αναγνώριση του Πάπα Ινοκέντιου Γ΄.

Το 1204, ο άρχοντας Όθωνας Δ’ της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας αναγνώρισε την εξουσία του Ότακαρ Α’ επί του Βασιλείου της Βοημίας, ενώ μια Ποντιφική Βούλα, η Χρυσή Βούλα της Σικελίας, η οποία του παρεδόθη από τον Φρειδερίκο Β’ της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας επιβεβαίωνε την αναβάθμιση του Δουκάτου της Βοημίας σε Βασίλειο με το επίσημο βασιλικό καταστατικό.

Με τη δολοφονία του βασιλιά Βέντσεσλας Γ’ των Πρεμυσλίδων το 1306, η δυναστεία αυτή των Βασιλέων της Βοημίας πήρε τέλος, χωρίς όμως να επηρεαστεί από αυτό το ίδιο το κράτος.

Η Χρυσή Εποχή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το Βασίλειο της Βοημίας τον 15ο αιώνα.

Το Βασίλειο της Βοημίας αποτελούσε τότε τμήμα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, με τον Βασιλιά της Βοημίας να αποτελεί έναν από τους επτά Πρίγκιπες-Εκλέκτορες.

Το 1310, η Ελισάβετ της Βοημίας, κόρη του βασιλιά Βέντσεσλας Β’, και διάδοχος του θρόνου της Βοημίας, παντρεύτηκε τον Ιωάννη του Λουξεμβούργου. Ο γιος τους Κάρολος έγινε βασιλιάς της Βοημίας το 1346 και αυτοκράτορας της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας το 1355, ημερομηνία η οποία σηματοδότησε την απαρχή μιας χρυσής εποχής για τη Βοημία. Το Πανεπιστήμιο της Πράγας (Universitas Pragensis στα λατινικά), το πρώτο πανεπιστήμιο της Κεντρικής Ευρώπης, ιδρύθηκε το 1347. Η Πράγα έγινε η νέα πρωτεύουσα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας με τον Κάρολο Δ’ να αναλαμβάνει τον καλοπισμό της : η Γέφυρα του Καρόλου, χτισμένη από πέτρα, πήρε τη θέση μιας ξύλινης γέφυρας, η οποία συνέδεε τη Μάλα Στράνα με την Παλιά Πόλη της Πράγας, ενώ, το ίδιο χρονικό διάστημα, η δημιουργία της Νέας Πόλης διπλασίασε την έκταση της πόλης, με το Κάστρο της Πράγας να κοσμείται με την ανέγερση νέων κτισμάτων με, μεταξύ άλλων, τον Καθεδρικό του Αγίου Βίτου, την κατασκευή του οποίου ανέλαβε ο Γάλλος αρχιτέκτονας Ματθαίος του Αρρά. Στα νότια της Πράγας, ο Κάρολος έχτισε το κάστρο του Κάρλσταϊν, κόσμημα της γοτθικής αρχιτεκτονικής των κάστρων. Με τους 40.000 κατοίκους της, η Πράγα αποτελούσε, εκείνη την εποχή, μία από τις σημαντικότερες πόλεις της Ευρώπης.

Η εξέγερση των Χουσιτών[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο ιεροκήρυκας και μεταρυθμιστής Γιαν Χους.

Ο βασιλιάς της Βοημίας Κάρολος Δ’ της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, βασίλευε, εκείνη την περίοδο, σε ένα κράτος, γνωστό και με την ονομασία "του Στέμματος της Βοημίας", το οποίο περιελάμβανε: τη Βοημία, τη Μοραβία, τη Λουσατία, καθώς και τη Σιλεσία. Η Πράγα αποτελούσε την ακμάζουσα πρωτεύουσα αυτού του κράτους, αριθμώντας, εκείνη την εποχή, περίπου πενήντα χιλιάδες κατοίκους. Ο Βασιλιάς κυβερνούσε σε αρμονία με την ανώτατη αριστοκρατική και εκκλησιαστική τάξη, ενώ στην αυλή του συνέρρεε μεγάλος αριθμός Ιταλών, Γερμανών και Γάλλων καλλιτεχνών. Το Βασίλειο της Βοημίας, αποτελούνταν τότε κυρίως από τσέχικους και γερμανικούς πληθυσμούς.

Ο Κάρολος πέθανε το 1378, με τον Βέντσεσλας Α’, τον διάδοχό του να αποδεικνύεται ανίκανος να συνεχίσει το έργο του προκατόχου του. Ταυτόχρονα, η πανούκλα έκανε την εμφάνισή της στην περιοχή, με δραματικές συνέπειες, κατά το 1380. Ξεκίνησε τότε μία περίοδος παρακμής και αβεβαιότητας για το κράτος.

Ιεροκύρηκας από το 1402, στο Παρεκκλήσι της Βηθλεέμ της Πράγας, ο Γιαν Χους κήρυττε, μαζί με άλλους ιεραποστόλους, μία επιστροφή στην αποστολική Εκκλησία, πνευματική και φτωχική. Πίστευε πως η Εκκλησιαστική μεταρρύθμιση όφειλε να περάσει από τη λαϊκή εξουσία. Αυτά τα λόγια βρήκαν απήχηση στις υψηλές τάξεις της αριστοκρατίας, η οποία τα βρήκε ως μια ιδανική ευκαιρία, προκειμένου να καταχραστεί τα εκκλησιαστικά πλούτη.

Οι Χουσίτες ήταν χωρισμένοι σε δύο ιδεολογικές "ομάδες" : τους Ουλτρακιστές της Πράγας και τους ριζοσπάστες Ταμπορίτες. Η Βοημία, τότε, διασπάστηκε : η πλειονότητα της πέρασε υπό τον έλεγχο των Χουσιτών, με ορισμένες πόλεις, όμως, να παραμένουν καθολικές (το Πίλζεν και οι μοραβικές πόλεις του Μπρνο και του Όλομουτς, όπως και η Σιλεσία και η Λουσατία).

Στις 30 Ιουλίου 1419, μια λιτανεία στη Νέα Πόλη της Πράγας, της οποίας ηγούνταν ο Γιάν Ζελίφσκι, ιεροκήρυκας στην εκκλησία της Παναγίας των Χιονιών, δέχτηκε λιθοβολισμό. Τότε, ξέσπασαν ταραχές, με τους Χουσίτες να καταλαμβάνουν το δημαρχείο της πόλης, εκπαραθυρώνοντας τους δημοτικούς συμβούλους. Τον επόμενο μήνα, ο θάνατος του Βέντσεσλας Α’ προκάλεσε ταραχές που στιγματίστηκαν από εικονομαχικές βεβηλώσεις.

Η άρνηση του αυτοκράτορα Σιγισμόνδου Α’ να δεχτεί τα Άρθρα της Πράγας προκάλεσε τους χουσίτικους πολέμους, οι οποίοι μάστισαν τη χώρα από το 1419 μέχρι και το 1436. Οδηγούμενοι από τον Γιαν Ζίζκα (πεθαμένος το 1424) και στη συνέχεια από τον Προκόπιο τον Μέγα, οι Χουσίτες κέρδισαν αρκετές μάχες, κάτι που άνοιξε τη διαπραγματευτική οδό, η οποία κατέληξε σε έναν συμβιβασμό, τα Compacta (1433), σύμφωνα με τις χουσίτικες απαιτήσεις.

Οι Ταμπορίτες (η αριστερή πτέρυγα, όπως θα μπορούσαμε να πούμε, του χουσιτικού κινήματος) εξεγέρθηκαν και πάλι, ηττώμενοι, όμως, στη Μάχη του Λιπάνυ το 1434, από τους μετριοπαθείς Χουσίτες και τους Καθολικούς συμμάχους τους. Στη συνέχεια, η δίαιτα του Ίνγκλαου (σημερινή Γίχλαβα) επιβεβαίωσε για μια ακόμη φορά τα Compacta (1436). Το 1458, οι Χουσίτες και οι Καθολικοί συμφώνησαν στην εκλογή του Γεωργίου του Ποντέμπραντι, ο οποίος εκπροσωπούσε τα χουσιτικά συμφέροντα, στο θρόνο της Βοημίας. Η δίαιτα του Βασιλείου της Βοημίας, η οποία συνήλθε στην Κούτνα Χόρα το 1485, επιβεβαίωσε για μία ακόμη φορά τα Compacta, τα οποία παρέμειναν εφαρμόσιμα στο Βασίλειο της Βοημίας μέχρι και το 1567.

Υποτέλεια και τέλος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1526, το Βασίλειο της Βοημίας αφομοιώθηκε από τον Οίκο των Αψβούργων εντός της Μοναρχίας των Αψβούργων.

Το Κάστρο της Πράγας, εντός του οποίου φυλάσσονται τα κειμήλια του Στέμματος της Βοημίας.

Ο αυτοκράτορας Ματθαίος Α' της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, ταυτόχρονα βασιλιάς της Βοημίας, δεν διέθετε απογόνους κι έτσι τέθηκε το ζήτημα της διαδοχής του και της διατήρησης του αυτοκρατορικού τίτλου από τους Αψβούργους. Ο Ματθαίος Α' της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, επιθυμούσε να μεταβιβαστεί ο τίτλος στον δευτεροξάδερφό του, Φερνινάνδο της Στυρίας. Όμως, ο βασιλιάς της Βοημίας (αιρετός τίτλος από νομικής άποψης, ο οποίος, όμως, συνήθως, καταλαμβανόταν από έναν Αψβούργο) ήταν και ένας από τους Πρίγκηπες-Εκλέκτορες: ο Ματθαίος εγκατέλειψε τον τίτλο του βασιλιά της Βοημίας το 1617, με τον Φερνινάνδο των Αψβούργων να τον διαδέχεται, με την προοπτική να καταφέρει ο τελευταίος με αυτόν τρόπο να ανέλθει στον αυτοκρατορικό θρόνο με το θάνατο του Ματθαίου[1]. Οι Τσέχοι έλαβαν από τον Ροδόλφο Β', μέσω αυτοκρατορικού διατάγματος του 1609, προνόμια, τα οποία τους εξασφάλιζαν μια σχετική αυτονομία, καθώς και εγγυήσεις αναφορικά με τη θρησκευτική ελευθερία.

Ο Τριακονταετής Πόλεμος προξένησε μεγάλες ζημιές στη Βοημία στη διάρκεια του 17ου αιώνα. Σε αυτόν, οι γαλλο-σουηδικές δυνάμεις θα ταχθούν με το μέρος της Βοημίας.

Το 1918, μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, η Αυστροουγγρική Αυτοκρατορία διαλύθηκε, ενώ ο τελευταίος Βασιλιάς της Βοημίας, Κάρολος Α' της Αυστρίας, παραιτήθηκε του αξιώματός του. Ως συνέπεια, η περιοχή της Βοημίας προσαρτήθηκε από τη νεοσυσταθείσα Δημοκρατία της Τσεχοσλοβακίας.

Το Κάστρο της Πράγας φιλοξενεί τα κειμήλια του Στέμματος του Βασιλείου της Βοημίας.

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]


Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Y. Krumenacker, pages 54-55.

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]