Ασεξουαλικότητα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Σημαία της ασεξουαλικής υπερηφάνειας

Ασεξουαλικότητα ή μη σεξουαλικότητα ή αφυλοφιλία (Αγγλ. Asexuality) είναι η έλλειψη ερωτικής έλξης από κάποιο άτομο οποιουδήποτε φύλου, ή το ανύπαρκτο ή χαμηλό ενδιαφέρον για σεξουαλική δραστηριότητα.[1][2][3] Σε ορισμένες περιπτώσεις, άτομα που αυτοπροσδιορίζονται ως ασεξουαλικά, υποστηρίζουν ότι το σεξ, εγγενώς, δεν το αναζητούν ή ότι δεν τους ενδιαφέρει το σεξ ή ότι δεν το θέλουν ή δεν το απολαμβάνουν ή ότι δεν θέλουν να κάνουν το σεξ, κομμάτι των σχέσεών τους. Η ασεξουαλικότητα μπορεί να θεωρηθεί ως έλλειψη σεξουαλικού προσανατολισμού ή μία μορφή τέταρτου σεξουαλικού προσανατολισμού, ανάμεσα στην ετεροφυλοφιλία, την ομοφυλοφιλία και την αμφιφυλοφιλία.[4][5][6] Είναι ίσως ένας όρος-ομπρέλα, με τον οποίο κατηγοριοποιείται ένα ευρύτερο φάσμα από διάφορες ασεξουαλικές υποταυτότητες. Μία μελέτη, που πραγματοποιήθηκε το 2004, τοποθέτησε την ασεξουαλικότητα στο 1% του πληθυσμού της Βρετανίας.[4][7]

Η ασεξουαλικότητα δεν είναι κάποιο κόμπλεξ ή αρρώστια. Δεν είναι το αποτέλεσμα κάποιας σεξουαλικής κακοποίησης. Δεν είναι σημάδι μίσους σε οποιοδήποτε φύλο ή σεξουαλικό προσανατολισμό. Δεν είναι κάτι παροδικό, μία τάση ή ένα είδος επανάστασης ενάντια στο σεξ. Δεν είναι αποτυχία εύρεσης κατάλληλου συντρόφου. Η ασεξουαλικότητα είναι κάτι διαφορετικό από την αποχή από τη σεξουαλική επαφή και την αγαμία,[8][9] τα οποία αποτελούν συμπεριφορές που τις προκαλούν παράγοντες, όπως προσωπικές ή θρησκευτικές πεποιθήσεις. Ο σεξουαλικός προσανατολισμός, σε αντίθεση με τη σεξουαλική συμπεριφορά, θεωρείται διαρκής. Κάποια ασεξουαλικά άτομα προχωρούν σε σεξουαλική συνεύρεση ανεξάρτητα από το αν έχουν έλλειψη διάθεσης για σεξ ή σεξουαλική έλξη, για διάφορους λόγους όπως η επιθυμία να ευχαριστήσουν τον εαυτό τους ή τον σύντροφό τους, ή την επιθυμία να κάνουν παιδιά.

Η αποδοχή της ασεξουαλικότητας ως σεξουαλικός προσανατολισμός και πεδίο επιστημονικής έρευνας είναι ακόμα σχετικά νέα, καθώς ένα διευρυμένο αντικείμενο έρευνας από κοινωνιολογικό και ψυχολογικό πρίσμα έχει αρχίσει να αναπτύσσεται. Ενώ κάποιοι ερευνητές θεωρούν την ασεξουαλικότητα σεξουαλικό προσανατολισμό, άλλοι ερευνητές διαφωνούν. Με την έλευση του διαδικτύου και των κοινωνικών δικτύων, πολλές κοινότητες ασεξουαλικότητας έχουν αρχίσει να δημιουργούνται. Η γνωστότερη και γονιμότερη κοινότητα είναι το Asexual Visibility and Education Network (AVEN) (Δίκτυο Ορατότητας και Εκπαίδευσης για την Ασεξουαλικότητα), που ιδρύθηκε το 2001 από τον David Jay.

Τα ασεξουαλικά άτομα δεν αποφεύγουν στο σύνολό τους, τις στενές ρομαντικές ή συναισθηματικές σχέσεις. Δεν ορίζονται από ανώμαλη βιολογία ή μη λειτουργικά γεννητικά όργανα. Δεν είναι ψυχικά ασθενείς, άτομα με αυτισμό ή αναπηρίες. Δεν είναι εξ' ορισμού, μοναχικά ή αντικοινωνικά άτομα. Δεν είναι εξ' ορισμού ανώριμα ή ανίκανα. Δεν είναι, σαν ομάδα, αισθητικά πιο όμορφα ή πιο άσχημα, από άτομα των υπολοίπων σεξουαλικών προσανατολισμών. Αντίθετα, κάποια από τα άτομα που ανήκουν στο φάσμα της ασεξουαλικότητας θέλουν ρομαντισμό, ενώ κάποια άλλα δεν τον αναζητούν. Κάποια προτίθενται να κάνουν σεξ. Κάποια ασεξουαλικά άτομα είναι παρθένοι, ενώ κάποια προβαίνουν στην πράξη του αυνανισμού.

Όσον αφορά συγκεκριμένα τη σεξουαλική δραστηριότητα, η ανάγκη ή επιθυμία για αυνανισμό, αναφέρεται συνήθως ως λίμπιντο και την διαχωρίζουν από την σεξουαλική έλξη και την σεξουαλικότητα. Τα ασεξουαλικά άτομα που αυνανίζονται, γενικά θεωρούν την πράξη του αυνανισμού ως ένα φυσικό αποτέλεσμα του ανθρώπινου οργανισμού και όχι ως ένα σημάδι υποβόσκουσας σεξουαλικότητας, το οποίο ίσως δεν βρίσκουν καν ευχάριστο. Κάποιοι ασεξουαλικοί άντρες δεν έχουν καθόλου στύση, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτη η σεξουαλική πράξη. Τα ασεξουαλικά άτομα επίσης διαφέρουν ως προς τα αισθήματά τους απέναντι στο σεξ. Κάποια είναι αδιάφορα και συναινούν στο σεξ, αποκλειστικά για την ευχαρίστηση του συντρόφου τους, ενώ κάποια άλλα είναι κάθετα αντίθετα σε αυτή την ιδέα, χωρίς κάτι τέτοιο να σημαίνει ότι νιώθουν απέχθεια για τα άτομα που κάνουν σεξ.

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Bogaert, Anthony F (2006). «Toward a conceptual understanding of asexuality». Review of General Psychology 10 (3): 241–250. doi:10.1037/1089-2680.10.3.241. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2012-01-14. https://web.archive.org/web/20120114191419/http://cat.inist.fr/?aModele=afficheN&cpsidt=18172400. Ανακτήθηκε στις 2016-03-21. 
  2. Kelly, Gary F. (2004). «Chapter 12». Sexuality Today: The Human Perspective (7 έκδοση). McGraw-Hill. σελ. 401. ISBN 978-0-07-255835-7  Asexuality is a condition characterized by a low interest in sex. 
  3. Prause, Nicole; Cynthia A. Graham (August 2004). «Asexuality: Classification and Characterization» (PDF). Archives of Sexual Behavior 36 (3): 341–356. doi:10.1007/s10508-006-9142-3. PMID 17345167. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 27 September 2007. https://web.archive.org/web/20070927014407/http://www.kinseyinstitute.org/publications/PDF/PrauseGrahamPDF.pdf. Ανακτήθηκε στις 31 August 2007. 
  4. 4,0 4,1 Bogaert, Anthony F. (2004). «Asexuality: prevalence and associated factors in a national probability sample». Journal of Sex Research 41 (3): 279–87. doi:10.1080/00224490409552235. PMID 15497056. https://archive.org/details/sim_journal-of-sex-research_2004-08_41_3/page/279. 
  5. Melby, Todd (November 2005). «Asexuality gets more attention, but is it a sexual orientation?». Contemporary Sexuality 39 (11): 1, 4–5. ISSN 1094-5725. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 6 November 2015. https://web.archive.org/web/20151106135903/http://www.apositive.org/wordpress_backup/?page_id=222. Ανακτήθηκε στις 6 February 2016  The journal currently does not have a website 
  6. Marshall Cavendish, επιμ. (2010). «Asexuality». Sex and Society. 2. Marshall Cavendish. σελίδες 82–83. ISBN 978-0-7614-7906-2. Ανακτήθηκε στις 27 Ιουλίου 2013. 
  7. «Study: One in 100 adults asexual». CNN. 15 October 2004. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 27 October 2007. https://web.archive.org/web/20071027081628/http://www.cnn.com/2004/TECH/science/10/14/asexual.study/index.html. Ανακτήθηκε στις 11 November 2007. 
  8. Margaret Jordan Halter, Elizabeth M. Varcarolis (2013). Varcarolis' Foundations of Psychiatric Mental Health Nursing. Elsevier Health Sciences. σελ. 382. ISBN 1-4557-5358-0. Ανακτήθηκε στις 7 Μαΐου 2014. CS1 maint: Uses authors parameter (link)
  9. DePaulo, Bella (26 Σεπτεμβρίου 2011). «ASEXUALS: Who Are They and Why Are They Important?». Psychology Today. Ανακτήθηκε στις 13 Δεκεμβρίου 2011. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]