Αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής είναι μια θέση στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, που συνήθως καταλαμβάνεται από περισσότερα από ένα μέλη της Επιτροπής.

Από τη Συνθήκη της Λισαβόνας, το 2009, τέθηκε σε ισχύ, ένα από αυτά είναι ex officio του Ύπατου Εκπροσώπου της Ένωσης για Θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφαλείας, με τα υπόλοιπα μέλη να διορίζονται κατά τη διακριτική ευχέρεια του Προέδρου της Επιτροπής.

Ρόλος - Οφέλη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κάθε Αντιπρόεδρος που καταλαμβάνει αυτή τη θέση, εκτός από το συνηθισμένο χαρτοφυλάκιο του ως Επίτροπος, έχει λίγη επιπλέον δύναμη. Μάλιστα, θεωρείται ως σημαντική θέση για διορισμούς στην Επιτροπή.

Οι μισθοί της Επιτροπής καθορίζονται ως κορυφαίοι των δημοσίων υπηρεσιών. Οι Αντιπρόεδροι λαμβάνουν το 125% (€ 22,122.10 μηνιαίως), σε σύγκριση με το 112,5% (€ 19,909.89) για τους κανονικούς Επιτρόπους και 138% (€ 24,422.80) για τον Πρόεδρο της Επιτροπής.

Ο πρώτος αντιπρόεδρος, εφόσον είναι και Ύπατος ή Ύπατη Εκπρόσωπος, λαμβάνει ποσοστό 130% (€ 23,006.98).

Πρώτος Αντιπρόεδρος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Πρώτος Αντιπρόεδρος παίρνει συνήθως τον κεντρικό ρόλο αντιπροέδρου, συγκεντρώνοντας τις δραστηριότητες του Προέδρου σε περίπτωση απουσίας του. Σήμερα Πρώτος αντιπρόεδρος είναι ο Φρανς Τίμερμανς.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]