Αντιγόνη (νήσος)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Συντεταγμένες: 40°52′51″N 29°3′35″E / 40.88083°N 29.05972°E / 40.88083; 29.05972

Η Αντιγόνη (αριστερά), η Πίτα και η Χάλκη

Η Αντιγόνη (τούρκικα: Burgazada) είναι ένα από τα Πριγκηπόννησα. Το όνομά της το οφείλει στο Δημήτριο τον Πολιορκητή, ο οποίος έκτισε εκεί ένα κάστρο και έδωσε στο νησί το όνομα του πατέρα του, Αντίγονου του Μονόφθαλμου. Σήμερα ονομάζεται Burgazada, που σημαίνει το νησί του κάστρου.

Βρίσκεται ανάμεσα στην Πρώτη και στη Χάλκη. Έχει ωραίες επαύλεις και περίπου 800 μόνιμους κατοίκους, οι οποίοι πολλαπλασιάζονται το καλοκαίρι. Στο νησί ζουν πολλοί Εβραίοι και Έλληνες.

Το όνομα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι πληροφορίες από τις πηγές δεν είναι ξεκάθαρες για την προέλευση του ονόματος του νησιού. Οι εκδοχές που υπάρχουν οφείλονται στις εκτιμήσεις διαφόρων λογίων του παρελθόντος. Κατά τον Ζωναρά, στην αρχαιότητα ήταν ευρύτερα γνωστή ως "Πάνορμος", εξαιτίας του κλειστού όρμου που διαθέτει, το άνοιγμα του οποίου στα ΒΑ καλύπτεται από την ερημη νησίδα Πίτα κι αποτελεί πολύ καλό λιμάνι. Ο Alexandre Timoni υποστήριξε ότι η ονομασία "Αντιγόνου νήσος" ή "Αντιγόνεια" δόθηκε το 311 π.Χ. από το Δημήτριο Πολιορκητή, προς τιμή του πατέρα του, Αντίγονου, στη διάρκεια της εκστρατείας του Δημητρίου στη Θράκη κατά του Λυσίμαχου και του Κάσσανδρου. Τέλος, μια τρίτη εκδοχή που υιοθέτησαν ο Σκαρλάτος Βυζάντιος και ο Χουρμούζιος, είναι πως η ονομασία "Πάνορμος" διατηρήθηκε ως τον 9ο αιώνα μ.Χ. Τότε το νησί αποτέλεσε κτήμα και προάστειο του Αντίγονου, γιου του καίσαρα και κουροπαλάτη Βάρδα, με αποτέλεσμα να ονομαστεί "Αντιγόνου νήσος" ή "Αντιγόνεια" και σταδιακά Αντιγόνη.

Κατά το 16ο αιώνα οι Έλληνες την αποκαλούσαν "Αντίγονον", σύμφωνα με το Γάλλο περιηγητή Pierre Gylli, που πέρασε από εκεί το 1545. Ασφαλώς, η ονομασία υπήρχε τουλάχιστον από τη βυζαντινή εποχή. Οι περιηγητές τη σημειώνουν στους χάρτες τους με το όνομα "Burgo", δηλαδή "Κάστρο" από τα ερείπια της μονής Θεοκορυφώτου που δέσποζε στην κορυφή του νησιού κι από μακριά έμοιαζαν με πύργο. Συχνά σημειώνουν το κάστρο σε συνδυασμό με την αρχαία ονομασία: "Panormum Castrum" (Κάστρο της Πανόρμου). Οι Οθωμανοί την αποκαλούσαν κατά καιρούς: "Burgazle ada" (Καστρονησίδα) και "Bogaz adase" ή "Boga azle ada" (Νησί των καναλιών: από τα στενά κανάλια που υπάρχουν μεταξύ της Αντιγόνης και των κοντινών νησιών). Τελικά, επικράτησε το "Burgas ada" (Νησί του Κάστρου), ονομασία που παραμένει μέχρι σήμερα.

Ιστορικά στοιχεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Άποψη της νήσου από το λιμάνι της

Το ιστορικό παρελθόν του νησιού ουσιαστικά καλύπτεται από την ιστορία της Μονής Θεοκορυφώτου, που λειτουργούσε από τον 9ο ως τον 17ο αιώνα. Για τους υπόλοιπους κατοίκους του νησιού οι πληροφορίες είναι λιγοστές. Ο μοναδικός οικισμός της Αντιγόνης, η Χώρα, ήταν ανέκαθεν κτισμένη στην ανατολική πλευρά του νησιού. Στον ασφαλή όρμο που υπάρχει εκεί από τα βυζαντινά χρόνια είχαν φτιαχτεί δυο μόλοι δημιουργώντας ασφαλές αραξοβόλι, τον λεγόμενο "Μέσα Λιμένα". Το 19ο αιώνα στο βόρειο μόλο προστέθηκαν κρηπίδωμα και σκάλα για τα βαπόρια, ενώ ο νότιος μόλος καταλήφθηκε από τον τοπικό ναυτικό όμιλο.

Το 1545 και το 1641 περιηγητές περιγράφουν τον όμορφο παραθαλάσσιο οικισμό του νησιού, με τα γραφικά σπιτάκια, τα γύρω αμπέλια, περιβόλια και πηγάδια. Τον κατοικούσαν εύποροι Ρωμιοί ρεΐζηδες και καραβοκύρηδες. Επίσης, αναφέρεται η ύπαρξη μιας εκκλησίας, που δεν είναι άλλη από το ναό του Αγ. Ιωάννου Προδρόμου, χτίσμα της τελευταίας περιόδου της βυζαντινής αυτοκρατορίας. Την περίοδο αυτή (αρχές 17ου αιώνα) ο ναός ανακαινίζεται από Χιώτες εμπόρους και ναυτικούς που είχαν εγκατασταθεί στο νησί.

Το 19ο αιώνα η Αντιγόνη γνώρισε μεγάλη ανάπτυξη αφού εξελίχθηκε σε θέρετρο διακοπών των εύπορων Ρωμιών της Κωνσταντινούπολης. Είχαν το ναό, το μοναστήρι του Αγ. Γεωργίου Καρύπη και σχολεία αρρένων και θηλέων. Ο σεισμός του 1894 ανέκοψε κάπως τους ρυθμούς αλλά σύντομα ξανακτίστηκε και συνέχισε να προσελκύει παραθεριστές. Μεγάλα αρχοντικά δημιουργήθηκαν και πολλά εμπορικά μαγαζιά.

Η παρουσία των Ρωμιών άρχισε να λιγοστεύει από τη δεκαετία 1960-70, ύστερα από τις ανασφαλείς συνθήκες που επικράτησαν για τον ελληνισμό της Τουρκίας. Το 1965 άνοιξε το πρώτο τουρκικό μαγαζί στην αγορά του νησιού. Το 1978 έκλεισε και το τελευταίο ρωμαίικο μαγαζί που λειτουργούσε ακόμα, το μπακάλικο του Χαράλαμπου Σπυρόπολου. Σήμερα στο νησί ζουν μόνο δεκαπέντε μόνιμοι Έλληνες κάτοικοι.

Μονή Θεοκορυφώτου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στο κέντρο του νησιού υπάρχει οροπέδιο ύψους 170 μ., στο οποίο παλιότερα ορθωνόταν η εντυπωσιακή Μονή Θεοκορυφώτου, κτισμένη τον 9ο αιώνα στα χρόνια της βασιλείας του βυζαντινού αυτοκράτορα Βασιλείου Α΄ Μακεδόνα. Τη μονή ανήγειρε ο ίδιος ο Βασίλειος ως μονή Μεταμορφώσεως του Σωτήρος πάνω σε ερείπια αρχαίου ναού, πιθανόν του Διός. Μετονομάστηκε σε μονή Θεοκορυφώτου από μεταγενέστερους μοναχούς. Ο περίβολος της μονής καταλάμβανε σχεδόν όλο το οροπέδιο. Το μεγαλύτερο μέρος του νησιού (δάση, βουνά κλπ) αποτελούσε ιδιοκτησία της, πλην των κήπων και των αμπελώνων γύρω από τη Χώρα, το μοναδικό οικισμό της Αντιγόνης. Επίσης, κατείχε εκτάσεις στην απέναντι ασιατική ακτή.

Το 921 στη μονή Θεοκορυφώτου εκτοπίστηκε ο Μάγιστρος Στέφανος από τον αυτοκράτορα Ρωμανό Α΄ Λεκαπηνό. Η μονή συνέχισε να λειτουργεί και μετά την Άλωση, ως το 1630. Τη χρονιά εκείνη κατά την περίοδο του Ραμαζανιού, φάνηκαν από την Κωνσταντινούπολη τα φώτα της περιφοράς του επιταφίου της μονής. Ο σουλτάνος εκνευρίστηκε και διέταξε να την βομβαρδίσουν, με αποτέλεσμα να μετατραπεί σε ερείπια. Το μεγαλύτερο μέρος των υλικών από το καθολικό της χρησιμοποιήθηκαν από τους κατοίκους του νησιού στην ανέγερση του ναού του Αγίου Ιωάννου. Τα μάρμαρα και άλλα υλικά της ερειπωμένης μονής μεταφέρθηκαν αργότερα στο μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου Καρύπη, το οποίο κτίστηκε κυρίως από τα κατάλοιπα της μονής Θεοκορυφώτου. Τέλος, το 1869 ο Χουρμούζιος Τριανταφύλλου έκτισε από τα απομεινάρια της μονής και στη θέση του παλιού καθολικού της, το μικρό ναό του Σωτήρος που υπάρχει μέχρι σήμερα.

Μονή Αγ. Γεωργίου "Καρύπη"[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εκτός από την ιστορική μονή Θεοκορυφώτου, στο νησί υπάρχει και δεύτερο μοναστήρι του Αγ. Γεωργίου "Καρύπη", χτισμένο σε ειδυλλιακή τοποθεσία, σε μια έυφορη πλαγιά, απέναντι από τη νήσο Πρώτη. Το σημερινό βαρύ πέτρινο κτίριο της μονής είναι κτίσμα του 19ου αιώνα. Πότε κτίστηκε η μονή αυτή δεν είναι γνωστό με ακρίβεια. Πάντως, δεν είναι παλιότερη του 17ου αιώνα, αφού δεν αναφέρεται από κανέναν παλιότερο περιηγητή. Πρώτος ο Μελέτιος μιλά για ένα μοναστήρι στο νησί το 1728, χωρίς να το κατονομάζει. Το 1774 μετά το τέλος των ρωσοτουρκικού πολέμου στη μονή Αγ. Γεωργίου Καρύπη εγκαταστάθηκαν πρόσφυγες από την Τένεδο. Τότε έχουμε την πρώτη σαφή αναφορά στη μονή.

Μετέπειτα είναι γνωστό ότι η μονή αποτελούσε μετόχι της μονής Μεγάλου Σπηλαίου των Καλαβρύτων. Μάλιστα, στα χρόνια της επανάστασης του εικοσιένα στη μονή έγιναν πολλές συγκεντρώσεις Φιλικών. Το 1894 το καθολικό της μονής έπαθε μεγάλες ζημιές από σεισμό. Είναι χαρακτηριστικό, πως οι ρωγμές έφτασαν ως τα θεμέλια. Την εκ νέου ανέγερση του ναού ανέλαβε ο Συμεωνάκης Σινιόσογλου, ο οποίος ανακηρύχτηκε μέγας ευεργέτης της μονής. Η μονή υπάρχει ακόμα και στο καθολικό της συγκεντρώνονται πλήθος προσκυνητές, όχι μόνο χριστιανοί αλλά και μουσουλμάνοι.

Σήμερα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σήμερα στην Αντιγόνη ύπαρχει μια μικρή ελληνική κοινότητα,με ποικιλη δράση,που όμως πολλάπλασιάζεται το καλοκαίρι. Οι μόνιμοι Έλληνες κάτοικοι φτάνουν τους 120 συντηρώντας δύο εκκλησίες:

  • Τον Καθεδρικό ναό(η μόνη εκκλησία στο νησί με ενορία)του Αγίου Ιωάννου Προδρόμου με 60 ενορίτες,σε άριστη κατάσταση
  • Τον Κοιμητηριακό Ναό του Προφήτη Ηλία

Στο νησί δεν υπάρχει ελληνικό εκπαιδευτήριο

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Ακύλα Μήλλα, Πριγκηπόνησα, εκδ. ΤΑ ΝΕΑ, 2008.