Ανάκτορο του Φονταινεμπλώ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Ανάκτορο Φονταινεμπλώ)
Ανάκτορο του Φονταινεμπλώ
Χάρτης
ΤοποθεσίαΦονταινεμπλώ, Σεν-ε-Μαρν, Γαλλία
Συντεταγμένες48°24′08″N 2°42′02″E / 48.40222°N 2.70056°E / 48.40222; 2.70056Συντεταγμένες: 48°24′08″N 2°42′02″E / 48.40222°N 2.70056°E / 48.40222; 2.70056
Επίσημη ονομασία: Ανάκτορο και Πάρκο του Φονταινεμπλώ
ΕίδοςΠολιτισμικό
Κριτήριαii, vi
Ορισμός1981 (5η συνεδρίαση)
Διακριτικός κώδικας160
Περιοχή UNESCOΕυρώπη και Βόρεια Αμερική
Χάρτης

Το Ανάκτορο του Φονταινεμπλώ, γαλλ.: Château de Fontainebleau, βρίσκεται στην πόλη Φονταινεμπλώ της Γαλλίας και είναι οικοδόμημα, στο οποίο κατοίκησε για ένα διάστημα και ο Ναπολέων Α΄ Βοναπάρτης. Είναι γνωστό κυρίως για τον εσωτερικό του διάκοσμο από την εποχή της Αναγέννησης και τα πολυάριθμα έργα τέχνης. Ανακηρύχθηκε το 1981 από την UNESCO Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς.

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κτίστηκε από τον Φραγκίσκο Α΄ και τον Ερρίκο Β΄ στο σημείο που παλαιότερα βρίσκονταν μια κυνηγετική έπαυλη την περίοδο της Γαλλικής Αναγέννησης. Οι οικοδομικές εργασίες ξεκίνησαν το 1528. Είναι το πρώτο αναγεννησιακό κτίριο στη Γαλλία. Διαθέτει πέντε εσωτερικές αυλές, ένα παρεκκλήσι, πολυτελείς αίθουσες, και είναι διακοσμημένο με νωπογραφίες στους τοίχους και με γύψινα αρχιτεκτονικά διακοσμητικά ανάγλυφα. Ο διάκοσμος είναι έργο Ιταλών καλλιτεχνών, σε στυλ ιταλικού μανιερισμού, που από το 1530 συγκρότησαν την καλλιτεχνική Σχολή του Φονταινεμπλώ. Ο Λουδοβίκος ΙΔ΄ το συμπλήρωσε με κήπους και παρτέρια σε στυλ μπαρόκ, ένα ποταμάκι και ένα πάρκο αναψυχής.

Το αναγεννησιακό κάστρο του Φραγκίσκου Α΄ (1528-1547)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τον 15ο αι. έγιναν ορισμένες τροποποιήσεις και διακοσμήσεις στο κάστρο από την Ισαβέλλα της Βαυαρίας, σύζυγο τού Καρόλου ΣΤ΄, αλλά η μεσαιωνική δομή παρέμεινε ουσιαστικά ανέπαφη ως τη βασιλεία τού Φραγκίσκου Α΄ (1494-1547). Αυτός ανέθεσε στον αρχιτέκτονα Ζιλ Λε Μπρετόν να κτίσει ένα ανάκτορο στον νέο αναγεννησιακό ρυθμό, που είχε εισαχθεί πρόσφατα από την Ιταλία. Ο Λε Μπρετόν διατήρησε τον παλαιό μεσαιωνικό κεντρικό πύργο (donjon), όπου βρισκόταν τα διαμερίσματα τού βασιλιά και έφτιαξε μία αναγεννησιακού τύπου οβάλ αυλή (cour ovale), στα θεμέλια τού παλαιού κάστρου. Αυτή περιελάμβανε νότια τη Χρυσή Πύλη (Porte Dorée) και μία μνημειώδη αναγεννησιακή σκάλα (Portique de Serlio) για να δώσει πρόσβαση στα βασιλικά διαμερίσματα στν βόρεια πλευρά.

Ξεκινώντας περί το 1528, ο Φραγκίσκος Α΄ κατασκεύασε τη στοά-πινακοθήκη που φέρει το όνομά του (Gelerie de François I), που του επέτρεπε να περνά απευθείας από τα διαμερίσματά του στο περεκκλήσιο των Τριαδιστών (Trinitaires). Έφερε από την Ιταλία τον αρχιτέκτονα Σεμπαστιάνο Σέρλιο και από τη Φλωρεντία τον ζωγράφο Τζιοβάννι-Μπατίστα ντι Τζάκοπο (γνωστό ως Ρόσο Φιορεντίνο) για να διακοσμήσουν τη νέα στοά. Μεταξύ τβν ετών 1533 και 1539 ο Ρόσο Φιορεντίνο γέμισε τη στοά με τοιχογραφίες που δοξάζουν τον βασιλιά, πλαισιωμένες με γύψινα ανάγλυφα και ξύλινες επενδύσεις (lambris) σκαλισμένα από τον επιπλοποιό Φραντσέσκο Σκρίμπεκ ντα Κάπρι. Αργότερα ένας άλλος ιταλός ζωγράφος, ο Φραντσέσκο Πριματίτσιο (γαλλ.: Πριματίσε) από το Μπολόνια, συμμετείχε στη διακόσμηση του ανακτόρου. Το στυλ διακόσμησής τους έγινε μετά γνωστό ως Σχολή του Φονταινεμπλώ. Αυτή ήταν η πρώτη μεγάλη διακοσμημένη στοά-πινακοθήκη που φτιάχτηκε στη Γαλλία. Σε γενικές γραμμές η Αναγέννηση εισήχθη στη Γαλλία από το Φονταινεπλώ.

Περί το 1540 ο Φραγκίσκος Α΄ ξεκίνησε μία άλλη σημαντική προσθήκη στο κάστρο. Χρησιμοποιώντας γη στην ανατολική πλευρά του πύργου, που αγόρασε από το τάγμα των Τριαδιστών, άρχιζε να κτίζει γύρω από μία τετράγωνη αυλή. Βόρεια ήταν η πτέρυγα των Υπουργών, ανατολικά η πτέρυγα της Φερράρας, και νότια η πτέρυγα που περιείχε τη νέα στοά του Οδυσσέα. Το κάστρο περιβλήθηκε από ένα νέο πάρκο στο στυλ του ιταλικού αναγεννησιακού κήπου με περίπτερο και ένα σπήλαιο, το πρώτο στη Γαλλία. Ο Πριματίτσιο δημιούργησε πιο μνημειώσεις τοιχογραφίες για τη στοά του Οδυσσέα.

Το κάστρο του Ερρίκου Β΄ και της Αικατερίνης των Μεδίκων (1547-1570)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά το τέλος του Φραγκίσκου Α΄ ο βασιλιάς Ερρίκος Β΄ αποφάσισε να συνεχίσει επεκτείνοντας το κάστρο. μαζί με τη σύζυγό του Αικατερίνη επέλεξαν τους αρχιτέκτονες Φιλιμπέρ ντε λ'Ορμ και Ζαν Μπυλάν για το έργο. Επέκτειναν την ανατολική πτέρυγα της κάτω αυλής και τη διακόσμησαν με μία σκάλα σε σχήμα πετάλου, την πρώτη του είδους της. Στην οβάλ αυλή μετέτρεψαν τη στοά (loggia) σε αίθουσα εορτών (χορού) με οροφή από φατνώματα. Απέναντι από την αυλή με το αναβρυτήριο και τη λίμνη με τα ψάρια, σχεδίασαν ένα νέο κτίριο, το περίπτερο με τις σόμπες (pavillon de poêles), τώρα κατεστραμμένο, για να περιέχει τα διαμερίσματα του βασιλιά. Η διακόσμηση της νέας αίθουσας χορού και της στοάς-πινακοθήκης του Οδυσσέα συνεχίστηκε με τοιχογραφίες του Φραντσέσκο Πριματίτσιο και γλυπτά γύψινα, υπό τη διεύθυνση των μανιεριστών ζωγράφων Πριματίτσιο και Νικολό ντελ'Αμπάτε. Κατόπιν εντολής του Ερρίκου Β΄, η Νύμφη του Φονταινεμπλώ τοποθετήθηκε στην είσοδο της πύλης του Σατώ ντ'Ανέ, της κύριας κατοικίας της ερωμένης του Ερρίκου Β΄, Ντιάν ντε Πουατιέ (το αυθεντικό χάλκινο γλυπτό βρίσκεται τώρα στο Λούβρο, ενώ ένα αντίγραφο βρίσκεται στη θέση του). Επίσης ήταν ο τόπος γέννησης του Φραγκίσκου Β΄, του πρωτότοκου γιου του Ερρίκου Β΄.

Μετά το τέλος το Ερρίκου Β΄ από ένα ατύχημα σε κονταρομαχία, η χήρα του Αικατερίνη των Μεδίκων συνέχισε την κατασκευή και διακόσμηση του κάστρου. Όρισε τον Πριματίτσιο ως νέο επιθεωρητή των βασιλικών δημοσίων έργων. Σχεδίασε το τμήμα που είναι σήμερα γνωστό ως η πτέρυγα των Ωραίων Καμινάδων (Belle Cheminée), η οποία φημίζεται για τις περίτεχνες καμινάδες της, και τις δύο αντίθετες σκάλες του κάστρου. Το 1565, ως μέτρο ασφάλειας λόγω των Θρησκευτικών Πολέμων, είχε επίσης σκάψει τάφρο γύρω από το κάστρο, για να το προστατεύσει από επίθεση.

Το κάστρο του Ερρίκου Γ΄ (1570-1610)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ερρίκος Δ΄ έκανε περισσότερες προσθήκες στο κάστρο από οποιονδήποτε βασιλιά από τον Φραγκίσκο Α΄. Επέκτεινε την οβάλ αυλή πρς τα δυτικά, κτίζοντας δύο περίπτερα, που ονομάζονταν Τίβερης και Λουξεμβούργο. Το διάστημα 1601-1606 ανακατασκεύασε όλες τις προσόψεις γύρω από τη αυλή, συμπεριλαμβανομένης αυτής του παρεκκλησίου του Σαιν-Σατουρνέν για να δώσει στο αρχιτεκτόνημα μεγαλύτερη αρμονία. Στην ανατολική πλευρά έκτισε μία νέα μνημειακή πύλη με θόλο, την Πύλη του Βαπτιστηρίου (Porte de Baptistère). Τα έτη 1606-1609 έκτισε μία νέα αυλή, αυτή των Αξιωματούχων ή Περιοχή Ερρίκου Β΄ (Quartier Henry IV) για να έχει ένα μέρος για τις κουζίνες και για τις κατοικίες των αυλικών αξιωματούχων. Δύο νέες στοές-πινακοθήκες, της Ντιάν ντε Πουατιέ και των ελαφιών κτίστηκαν για να περικλείσουν τον παλαιό κήπο της Ντιάν. Πρόσθεσε επίσης ένα μεγάλο κλειστό γήπεδο τένις (jeu de paume), το μεγαλύτερο που υπάρχει στον κόσμο.

Mία Δεύτερη Σχολή του Φονταινεμπλώ ζωγράφων και διακοσμητών πήγε να εργαστεί στους εσωτερικούς χώρους. Ο αρχιτέκτονας Μαρτέν Φρεμινέ δημιούργησε το παρεκκλήσιο της Τριάδας, ενώ οι ζωγράφοι Αμπρουάζ Ντυμπουά και |Τουσαίν Ντυμπρέιλ δημιούργησαν μία σειρά ηρωικών πινακων για τα σαλόνια. Μία νέα πτέρυγα, που πήρε το όνομά της από το κεντιρκό κτίριο, Η Ωραία Καμινάδα, κτίστηκε δίπλα στη λίμνη με τα ψάρια.

Ο Ερρίκος Δ΄ έδωσε επίσης μεγάλη προσοχή στο πάρκο και τους κήπους γύρω από το κάστρο. Στη βόρεια πλευρά του ανακτόρου βρισκόταν ο κήπος της βασίλισσας ή κήπος της Ντιάν, που δημιούργησε η Αικατερίνη των ΜΕδίκων με το αναβρυτήριο της Ντιάν στο κέντρο. Ο κηπουρός του Ερρίκος Β΄, Κλωντ Μογιέ που εκπαιδεύτηκε στο Σατώ ντ'Ανέ, δημιούργησε έναν μεγάλο κήπο από παρτέρια, διακοσμημένα με αρχαία αγάλματα και χωρισμένα από μονοπάτια σε μεγάλα τετράγωνα. Το αναβρυτήριο της Νιτάν και το σπήλαιο κατασκευάστηκαν από τον Τομάζο Φραντσίνι, ο οποίος μπορεί να επίσης να σχεδίασε το αναβρυτήριο τηων ΜΕδίκων στον κήπου του Λουξεμβούργου για τη Μαρία των Μεδίκων. Στη νότια πλευρά, ο Ερρίκος δημιούργησε ένα πάρκο που το φύτευσε με πεύκα, φτελιές και οπωροφόρα δένδρα και δημιούργησε ένα μεγάλο κανάλι μήκους 1200 μ., 60 έτη πριν ο Λουδοβίκος ΙΔ΄ κατασκευάσει το δικό του μεγάλο κανάλι στις Βερσαλλίες.

Το κάστρο από τον Λουδοβίκο ΙΓ΄ ως τον Λουδοβίκο ΙΣΤ΄[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Λουδοβίκος ΙΓ΄ γεννήθηκε και βαπτίστηκε στο κάστρο και συνέχισε τα έργα, που είχε ξεκινήσει ο πατέρας του. Ολοκλήρωσε τη διακόσμηση του παρεκκλησίου της Τριάδας και ανέθεσε στον αρχιτέκτονα της αυλής Ζαν Αντρουέ ντυ Σερσώ να ανακατασκευάσει την πεταλοειδή σκάλα, που είχε σχεδιάσει νωρίτερα ο Φιλιμπέρ Ντελόρμ στην αυλή, που είχε γίνει γνωστή ως αυλή του Λευκού Αλόγου (Cour de Cheval Blanc). Μετά το τέλος του, η χήρα του Άννα της Αυστρίας διακόσμησε την πτέρυγα των Βασιλομητέρων (Aile des Reines Mères) δίπλα στην αυλή του Αναβρυτηρίου, σχεδιασμένης από τον Πριμαρίτσε.

Ο Λουδοβίκος ΙΔ΄ πέρασε περισσότερες ημέρες στο Φονταινεμπλώ πιο πολύ από οποιονδήποτε άλλον μονάρχη. Του άρεσε να κυνηγά εκεί κάθε χρόνο στο τέλος του καλοκαιριού και στις αρχές του φθινοπώρου. Έκανε ελάχιστες αλλαγές στο εξωτερικό οτ υκάστρου, αλλά έκτισε ένα νέο διαμέρισμα για τη σύντροφό του Μαντάμ ντ εΜαιντενόν, επιπλωμένο με μερικά σημαντικά έργα του Αντρέ-Σαρλ Μπουλ και κατεδάφισε τα παλαιά διαμερίσματα των λουτρών κάτω από τη στοά-πινακοθήκη του Φραγκίσκου Α΄. Δημιούργησε νέα διαμερίσματα για τους βασιλικούς πρίγκιπες του έκανε κάποιες τροποποιήσεις στα διαμερίσματα του βασιλιά. Ο αρχιτέκτονας Ζυλ Αρντουέν-Μανσάρ έκτισε μία νέα πτέρυγα καταμήκος της στοάς των Ελαφιών και της στοάς της Ντιάν για να παράσχει περισσότερο χώρο διαβίωσης για την Αυλή. Έκανε σημαντικές αλλαγές στο πάρκο και τους κήπους. Ανέθεσε στον Αντρέ Λε Νοτρ και τον Λουί Λε Βω να επαναχεσιάσουν το μεγάλο παρτέρι σε έναν γαλλικό επίσημο κήπο. Αφαίρεσε τον κρεμαστό κήπο, που είχε φτιάξει ο Ερρίκος Δ΄ δίπλα στη λίμνη με τα ψάρια, και αντ' αυτού έκτισε ένα περίπτερο σχεδιασμένο από τον Λε Βω, σε ένα μικρό νησί στο κέντρο της λίμνης.

Ο Λουδοβίκος ΙΔ΄ υποδέχθηκε πολλούς ξένους καλεσμένους εκεί, συμπεριλαμβανομένης της βασίλισσας Χριστίνας της Σουηδίας, η οποία μόλις είχε παραιτηθεί από το στέμμα της. Ενώ ήταν φιλοξενούμενη στο κάστρο στις 10 Δεκεμβρίου 1657, υποψιάστηκε τον Κύριο των Ίππων και φημισμένο εραστή της, τον μαρκήσιο Τζιάν-Ρινάλντο Μοναλντέσκι ότι προδίδει τα μυστικά της στους εχθρούς της. Οι υπηρέτες της τον κυνήγησαν στις αίθουσες του κάστρου και τον μαχαίρωσαν θανάσιμα. Ο Λουδοβίκος ΙΔ΄ ήρθε να την δει στο κάστρο, δεν ανέφερε τη δολοφονία και της επέτρεψε να συνεχίσει το ταξίδι της. Ο Λουδοβίκος ΙΔ΄ υπέγραψε το διάταγμα του Φονταινεμπλώ στο κάστρο στις 22 Οκτωβρίου 1685, ανακαλώντας την πολιτική ανεκτικότητας στους Προτεστάντες, που είχε ξεκινήσει ο Ερρίκος Δ΄.

Στις 19-20 Μαΐου 1717, κατά τη διάρκεια της αντιβασιλείας μετά το τέλος του Λουδοβίκου ΙΔ΄, ο τσάρος Πέτρος Α΄ της Ρωσίας ήταν φιλοξενούμενος στο Φονταινεμπλώ. Του οργανώθηκε κυνήγι ελαφιών και συμπόσιο. Επισήμως η επίσκεψη είχε μεγάλη επιτυχία, αλλά στα απομνημονεύματα που δημοσιεύθηκαν αργότερα από μέλη της αντιπροσωπείας, φαίνεται ότι ο Πέτρος Α΄ αντιπαθούσε το γαλλικό στυλ κυνηγίου και ότι βρήκε το κάστρο πολύ μικρό σε σύγκριση με άλλες βασιλικές κατοικίας στη Γαλλία. Επίσης η ρουτίνα του Φοντεναιμπλώ δεν ταίριαζε στο γούστο του· προτιμούσε την μπύρα από το κρασί (και είχε φέρει μαζί του τη δική του προμήθεια)· και του άρεσε να σηκώνεται νωρίς,μ σε αντίθεση με τη Γαλλική Αυλή.

Τα έργα ανακαίνισης του Λουδοβίκου ΙΕ΄ ήταν πιο φιλόδοξα από αυτά του Λουδοβίκου ΙΔ΄. Για να δημιουργήσει περισσότερα καταλύματα για τον τεράστιο αριθμό των αυλικών του, το 1737–38 ο βασιλιάς έκτισε μία νέα αυλή, που ονομάζεται αυλή του Θυρωρού ή των Πριγκίπων (Cour de la Conciergerie ή Cour des Princes), στα ανατολικά της στοάς των Ελαφιών. Στην αυλή του Λευκού Ίππου, η πτέρυγα της στοάς του Οδυσσέα γκρεμίστηκε, και σταδιακά αντικαταστάθηκε από ένα νέο κτίριο από τούβλα και πέτρα, που κτίστηκε σταδιακά το 1738-1741 και 1773-74, εκτεινόμενο δυτικά προς το περίπτερο και το σπήλαιο των πεύκων.

Μεταξύ 1750 και 1754, ο βασιλιάς ανέθεσε στον αρχιτέκτονα Aνζ-Ζακ Γκαμπριέλ να κτίσει μία νέα πτέρυγα κατά μήκος της αυλής του Αναβρυτηρίου και της λίμνης με ψάρια. Το παλαιό περίπτερο των Σομπών κατεδαφίστηκε, και αντικαταστάθηκε από το Μεγάλο Περίπτερο (Gros Pavilion), κτισμένο από κρεμ πέτρα. Μέσα σε αυτό το κτίριο δημιουργήθηκαν πολυτελή νέα διαμερίσματα για τον βασιλιά και τη βασίλισσα. Η νέα αίθουσα συνεδριάσεων για το Βασιλικό Συμβούλιο διακοσμήθηκε από τους κορυφαίους ζωγράφους της εποχής, συμπεριλαμβανομένων των Φρανσουά Μπουσέ, Κάρλ Βάνλοου, Ζαν-Μπατίστ ΜΑρί Πιέρ και Aλεξίς Πεϋρότ. Ένα υπέροχο μικρό θέατρο δημιουργήθηκε στον πρώτο όροφο της πτέρυγας της Ωραίας Καμινάδας.

Ο βασιλιάς Λουδοβίκος ΙΣΤ΄ έκανε επίσης προσθήκες στο κάστρο, για να δημιουργήσει περισσότερο χώρο για τους αυλικούς του. Ένα νέο κτίριο κατασκευάστηκε παράλληλα με τη στοά-πινακοθήκη του Φραγκίσκου Α'· δημιούργησε ένα μεγάλο νέο διαμέρισμα στον πρώτο όροφο, και μία σειρά από μικρά διαμερίσματα στο ισόγειο, αλλά επίσης έφραξε τα παράθυρα στη βόρεια πλευρά της στοάς-πινακοθήκης του Φραγκίσκου Α΄. Τα διαμερίσματα της βασίλισσας Μαρίας-Αντουανέτας ανακαινίστηκαν, ένα τουρκικού στυλ σαλόνι δημιουργήθηκε γι' αυτήν το 1777, μία αίθουσα παιχνιδιών το 1786–1787, και ένα μπουντουάρ με αραβουργήματα. Ο Λουδοβίκος ΙΣΤ΄ και η Μαρία-Αντουανέτα έκαναν την τελευταία τους επίσκεψη στο Φονταινεμπλώ το 1786, την παραμονή της Γαλλικής Επανάστασης.

Το κάστρο κατά τη διάρκεια της Επανάστασης και της A΄ Αυτοκρατορίας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κατά τη διάρκεια της Γαλλικής Επανάστασης το κάστρο δεν υπέστη σημαντικές ζημιές, αλλά όλα τα έπιπλα πωλήθηκαν σε δημοπρασία. Τα κτίρια καταλήφθηκαν από την Κεντρική Σχολή του Τμήματος Σεν-ε-Μαρν (Seine-et-Marne), μέχρι το 1803, όταν ο Ναπολέων Α΄ εγκατέστησε εκεί μία στρατιωτική σχολή. Καθώς ετοιμαζόταν να γίνει αυτοκράτορας, ο Ναπολέων ήθελε να διατηρήσει όσο το δυνατόν περισσότερο τα ανάκτορα και το πρωτόκολλο του Παλαιού Καθεστώτος. Επέλεξε το Φονταινεμπλώ ως τόπο της ιστορικής συνάντησής του το 1804 με τον πάπα Πίο Ζ', ο οποίος είχε ταξιδέψει από τη Ρώμη για να στέψει τον Ναπολέοντα ως αυτοκράτορα. Ο Ναπολέων είχε μία σουίτα από δωμάτια διακοσμημένα για τον πάπα, και είχε επιπλώσει και διακοσμήσει ολόκληρο το κάστρο. Το υπνοδωμάτια των βασιλέων μετατράπηκε σε δωμάτιο θρόνου για τον Ναπολέοντα. Τα διαμερίσματα επιπλώθηκαν και διακοσμήθηκαν για τον αυτοκράτορα και την αυτοκράτειρα στο νέο στυλ Αμπίρ (Empire). Η Αυλή του Λευκού Αλόγου (Cour du Cheval Blanc) μετονομάστηκε σε Αυλή της Τιμής (Cour d'Honneur). Η μία πτέρυγα που έβλεπε στην αυλή, η Πτέρυγα της Φερράρας (Aile de Ferrare), γκρεμίστηκε και αντικαταστάθηκε με ένα διακοσμητικό σιδερένιο φράχτη και πύλη, κάνοντας ορατή την πρόσοψη του Ανακτόρου. Οι κήποι της Νταϊάν και οι κήποι των Πεύκων ξαναφυτεύτηκαν και μετατράπηκαν σε αγγλικό κήπο τοπίου από τον σχεδιαστή τοπίου Μαξιμιλιάν-Ζοζέφ Υρτώ (Hurtault).

Οι επισκέψεις του Ναπολέοντα στο Φονταινεμπλώ δεν ήταν συχνές, διότι απασχολούσαν πολύ τον χρόνο του οι στρατιωτικές εκστρατείες. Μεταξύ 1812 και 1814, το κάστρο χρησίμευσε ως μια πολύ κομψή φυλακή για τον πάπα Πίο Ζ'. Στις 5 Νοεμβρίου 1810, το παρεκκλήσιο του κάστρου χρησιμοποιήθηκε για τη βάπτιση τού ανιψιού τού Ναπολέοντα, του μελλοντικού Ναπολέοντα Γ΄, με τον Ναπολέοντα να υπηρετεί ως ανάδοχός του και την αυτοκράτειρα Μαρίά-Λουίζα ως ανάδοχή του.

Ο Ναπολέων πέρασε τις τελευταίες ημέρες της βασιλείας του στο Φονταινεμπλώ, πριν παραιτηθεί εκεί στις 4 Απριλίου 1814, υπό την πίεση των στραταρχών του, Νε (Ney), Μπερτιέ (Berthier) και Λεφέβρ (Lefebvre). Στις 20 Απριλίου, αφού απέτυχε στην απόπειρα αυτοκτονίας, έδωσε ένα συγκινητικό αντίο στους στρατιώτες της Παλαιάς Φρουράς, που συγκεντρώθηκαν στην Αυλή της Τιμής. Αργότερα, κατά τη διάρκεια των Εκατό Ημερών, σταμάτησε εκεί στις 20 Μαρτίου 1815.

Στα απομνημονεύματά του, που έγραψε ενώ ήταν εξόριστος στην Αγία Ελένη, θυμήθηκε την εποχή του στο Φονταινεμπλώ. «...η αληθινή κατοικία των βασιλέων, ο οίκος των αιώνων. Ίσως δεν ήταν ένα αυστηρά αρχιτεκτονικό ανάκτορο, αλλά ήταν σίγουρα ένας τόπος διαμονής καλά μελετημένος και απόλυτα κατάλληλος. Ήταν σίγουρα το πιο άνετο και σε ευχάριστη τοποθεσία ανάκτορο στην Ευρώπη.»

Το κάστρο κατά την Αποκατάσταση και τη βασιλεία του Λουδοβίκου-Φιλίππου (1815–1848)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά την Αποκατάσταση της μοναρχίας, οι βασιλείς Λουδοβίκος ΙΗ΄ και Κάρολος Ι΄ έμειναν στο Φονταινεμπλώ, αλλά κανένας από τους δύο δεν έκανε σημαντικές αλλαγές στο ανάκτορο. Ο Λουδοβίκος-Φίλιππος ήταν πιο δραστήριος, ανακαινίζοντας ορισμένα δωμάτια και διακοσμώντας άλλα με το στυλ της περιόδου του. Η Αίθουσα των Φρουρών και η Πινακοθήκη των Πλακών διακοσμήθηκαν εκ νέου σε νεοαναγεννησιακό στυλ, ενώ η Αίθουσα των Στηλών, κάτω από την αίθουσα χορού, ανακατασκευάστηκε σε νεοκλασικό στυλ. Πρόσθεσε νέα παράθυρα με υαλογραφήματα, κατασκευασμένα από το βασιλικό εργοστάσιο των Σεβρών.

Το Κάστρο κατά τη διάρκεια της Β΄ Αυτοκρατορίας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο αυτοκράτορας Ναπολέων Γ', ο οποίος είχε βαπτιστεί στο Φονταινεμπλώ, επανέλαβε το έθιμο της μακροχρόνιας παραμονής στο Φονταινεμπλώ, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού. Πολλά από τα ιστορικά δωμάτια, όπως η Στοά των Ελαφιών (Galerie des Cerfs), ανακαινίστηκαν σε κάτι σαν την αρχική τους εμφάνιση, ενώ τα ιδιωτικά διαμερίσματα ανακαινίστηκαν για να ταιριάζουν στα γούστα τού αυτοκράτορα και της αυτοκράτειρας. Πολυάριθμα διαμερίσματα φιλοξενήθηκαν στριμωγμένα σε αχρησιμοποίητους χώρους των κτιρίων. Το παλαιό θέατρο τού ανακτόρου, που κτίστηκε τον 18ο αι., καταστράφηκε από πυρκαγιά στην πτέρυγα της Ωραίας Καμινάδας (Belle Cheminée) το 1856. Μεταξύ 1854 και 1857 ο αρχιτέκτονας Εκτόρ Λεφυέλ (Lefuel) έκτισε ένα νέο θέατρο στο στυλ τού Λουδοβίκου ΙΣΤ΄.

Στο ισόγειο του Μεγάλου Περιπτέρου (Gros Pavilion), η αυτοκράτειρα Eυγενία έκτισε ένα μικρό αλλά πλούσιο μουσείο, που περιείχε δώρα από τον βασιλιά του Σιάμ το 1861, και έργα τέχνης που ελήφθησαν κατά τη λεηλασία του Θερινού Ανακτόρου στο Πεκίνο. Περιείχε επίσης πίνακες σύγχρονων καλλιτεχνών, όπως τού Φραντς-Ξάβερ Γουίντεραλτερ και τού γλύπτη Τσαρλς-Ανρί-Ζοζέφ Κορντιέ (Cordier). Κοντά, στην πτέρυγα του Λουδοβίκου Ιε΄, ο αυτοκράτορας ίδρυσε το γραφείο του και η αυτοκράτειρα έκανε το Σαλόνι της Λάκας. Αυτά ήταν τα τελευταία δωμάτια που δημιούργησαν οι βασιλικοί κάτοικοι του Φονταινεμπλώ. Το 1870, κατά τη διάρκεια τού Γαλλο-Πρωσικού Πολέμου, η Δεύτερη Αυτοκρατορία έπεσε και το κάστρο έκλεισε.

Το κάστρο από την Γ΄ Δημοκρατία μέχρι σήμερα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κατά τη διάρκεια του Γαλλο-Πρωσικού πολέμου, το ανάκτορο καταλήφθηκε από τους Πρώσους στις 17 Σεπτεμβρίου 1870 και χρησιμοποιήθηκε για λίγο ως αρχηγείο στρατού από τον Φρειδερίκο-Κάρολο της Πρωσίας από τον Μάρτιο του 1871. Μετά τον πόλεμο, δύο από τα κτίρια έγιναν το σπίτι της Σχολής Εφαρμοσμένου Πυροβολικού, η οποία είχε αναγκαστεί να εγκαταλείψει την Αλσατία όταν η επαρχία προσαρτήθηκε στη Γερμανία. Περιστασιακά χρησιμοποιήθηκε ως κατοικία από τους Προέδρους της Γ΄ Δημοκρατίας και για να υποδεχτεί κρατικούς επισκέπτες, όπως τον βασιλιά Αλέξανδρο Α' της Σερβίας (1891), τον βασιλιάς Γεώργιο Α' της Ελλάδας (1892), τον Λεοπόλδο Β' του Βελγίου (1895) και τον βασιλιάς Aλφόνσο ΙΓ΄ της Ισπανίας (1913). Δέχτηκε επίσης επίσκεψη από την τελευταία επιζήσασα των βασιλικών κατοίκων της, την αυτοκράτειρα Ευγενία, στις 26 Ιουνίου 1920.

Οι προσόψεις των μεγάλων κτιρίων έλαβαν την πρώτη τους προστασία με την ταξινόμησή τους ως ιστορικών μνημείων στις 20 Αυγούστου 1913. Το 1923, μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, έγινε το σπίτι των Εκόλ ντ'Αρτ Αμερικαίν (Écoles d'Art Américaines), σχολών τέχνης και μουσικής, που υπάρχουν ακόμη και σήμερα. Το 1927 έγινε εθνικό μουσείο. Μεταξύ των πολέμων, οι επάνω όροφοι της πτέρυγας της Ωραίας Καμινάδας, που κάηκε το 1856, ξαναχτίστηκαν με επιχορήγηση από το Ίδρυμα Ροκφέλερ.

Κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, καταλήφθηκε από τους Γερμανούς στις 16 Ιουνίου 1940 μέχρι τις 10 Νοεμβρίου, και ξανά από τις 15 Μαΐου έως τα τέλη Οκτωβρίου 1941. Μετά τον πόλεμο, μέρος του κάστρου έγινε αρχηγείο της Δυτικής Ένωσης και αργότερα των Συμμαχικών Δυνάμεων του ΝΑΤΟ Κεντρικής Ευρώπης / Ανώτατο Στρατηγείο Συμμαχικών Δυνάμεων Ευρώπης, μέχρι το 1966.

Η γενική αποκατάσταση του κάστρου πραγματοποιήθηκε μεταξύ 1964 και 1968 υπό τον Πρόεδρο Σαρλ ντε Γκωλ και τον Υπουργό Πολιτισμού του, Αντρέ Μαλρώ. Κατατάχθηκε ως Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO το 1981. Το 2006 το Υπουργείο Πολιτισμού αγόρασε τους βασιλικούς στάβλους και ξεκίνησε την αναστήλωσή τους.

Ξεκινώντας το 2007, ξεκίνησε η αποκατάσταση τού θεάτρου τού κάστρου, που είχε δημιουργηθεί από τον Ναπολέοντα Γ' κατά τη διάρκεια της Β΄ Αυτοκρατορίας. Το έργο χρηματοδοτήθηκε από την κυβέρνηση τού Άμπου-Ντάμπι και σε αντάλλαγμα το θέατρο μετονομάστηκε σε σεΐχη Χαλίφα μπιν Ζαγιέντ Αλ Ναχιάν. Τα εγκαίνιά του έγιναν στις 30 Απριλίου 2014.

Την 1η Μαρτίου 2015, επαγγελματίες κλέφτες έκλεψαν το Κινεζικό Μουσείο του κάστρου. Εισέβαλαν περίπου στις έξι το πρωί και, παρά τους συναγερμούς και τις βιντεοκάμερες, σε επτά λεπτά έκλεψαν περίπου δεκαπέντε από τα πιο πολύτιμα αντικείμενα της συλλογής, συμπεριλαμβανομένου τού αντιγράφου τού στέμματος τού Σιάμ που είχε δοθεί από την κυβέρνηση τού Σιάμ στον Ναπολέοντα Γ', μία θιβετιανή μάνταλα, και μία χίμαιρα από σμάλτο από τη βασιλεία του αυτοκράτορα Κιανλόνγκ (1736–1795).

Μεγάλα διαμερίσματα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πινακοθήκη του Φραγκίσκου Α΄[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Στοά-Πινακοθήκη (Gallerie) του Φραγκίσκου Α΄ είναι ένα από τα πρώτα και ωραιότερα δείγματα αναγεννησιακής διακόσμησης στη Γαλλία. Αρχικά κατασκευάστηκε το 1528 ως πέρασμα, μεταξύ των διαμερισμάτων του Βασιλιά και της οβάλ αυλής και του μεγάλου παρεκκλησίου του μοναστηριού της Αγ. Τριάδος. Ωστόσο το 1531 ο Φραγκίσκος Α΄ το έκανε μέρος των βασιλικών του διαμερισμάτων, και μεταξύ 1533 και 1539 ήταν διακοσμημένο από καλλιτέχνες και τεχνίτες Ιταλούς, υπό τη διεύθυνση του ζωγράφου Ρόσο Φιορεντίνo, ή του Φρ. Πριματίτσο, στο νέο αναγεννησιακό στυλ. Οι κάτω τοίχοι του περάσματος ήταν έργο του αριστούχου Ιταλού επιπλοποιού Φραντσέσκο Στσίμπεκ ντα Κάρπι: είναι διακοσμημένοι με το οικόσημο της Γαλλίας και τη σαλαμάνδρα, το έμβλημα του Βασιλιά. Οι επάνω τοίχοι καλύπτονται από τοιχογραφίες, πλαισιωμένες σε πλούσια γλυπτά στόκου. Οι τοιχογραφίες απεικόνιζαν μυθολογικές σκηνές, για να απεικονίσουν τις αρετές του Βασιλιά.

Στην πλευρά της Στοάς-Πινακοθήκης με τα παράθυρα, οι τοιχογραφίες αναπαριστούν την Eκδίωξη της Άγνοιας, την Ενότητα του κράτους, τον Κλέοβι με τον Βίτωνα, τη Δανάη, το Τέλος του Άδωνι, την Απώλεια της Αιώνιας Νεότητας και τη Μάχη των Κενταύρων με τους Λαπίθες.

Στην πλευρά της Στοάς-Πινακοθήκης που βλέπει στα παράθυρα, οι τοιχογραφίες αναπαριστούν: μία Θυσία, τον Βασιλικό Ελέφαντα, την Πυρκαιά της Κατάνης, τη Νύμφη του Φονταινεμπλώ (ζωγραφίστηκε το 1860–61 από τον Ζ. Αλώ για να καλύψει μια προηγούμενη είσοδο στην Στοά-Πινακοθήκη), τη Απογοήτευση του Αίαντα, την εκπαίδευση του Αχιλλέα και την Αποστροφή της Αφροδίτης.

Αίθουσα χορού[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Αίθουσα Χορού ξεκίνησε αρχικά ως ανοιχτό πέρασμα, ή στοά (loggia), από τον Φραγκίσκο Α΄. Περί το 1552 ο βασιλιάς Ερρίκος Β' (Henri II)την έκλεισε με υψηλά παράθυρα και μία περίτεχνη οροφή με φατνώματα, και τη μεταμόρφωσε σε δωμάτιο για εορτές και χορούς. Το «H», το αρχικό του Βασιλιά, είναι εμφανές στη διακόσμηση, καθώς και το μισοφέγγαρο της Άρτεμης, το σύμβολο της ερωμένης του Ερρίκου, Ντιάν (Άρτεμη) ντε Πουατιέ.

Στο δυτικό άκρο υπάρχει ένα μνημειακό τζάκι διακοσμημένο με χάλκινα αγάλματα, που αντιγράφηκαν αρχικά από κλασικά αγάλματα της Ρώμης. Στο ανατολικό άκρο της αίθουσας υπάρχει μία στοά, όπου οι μουσικοί έπαιζαν κατά τη διάρκεια χορών. Η διακόσμηση αντικαταστάθηκε πολλές φορές με τα χρόνια. Το δάπεδο, που αντικατοπτρίζει το σχέδιο της οροφής, κατασκευάστηκε από τον Λουδοβίκο-Φίλιππο της Γαλλίας το πρώτο μισό του 19ου αι.

Οι τοιχογραφίες στους τοίχους και τους πυλώνες ζωγραφίστηκαν ξεκινώντας το 1552 από τον Νικολό ντελ' Αμπάτο, ακολουθώντας σχέδια του Πριματίτσο. Στην πλευρά τού κήπου της Αίθουσας Χορού, οι τοιχογραφίες είναι: Ο Θερισμός, Ο Ήφαιστος σφυρηλατεί όπλα για την Αγάπη κατόπιν αιτήματος της Αφροδίτης, Ο Φαέθων παρακαλεί τον Ήλιο να τον αφήσει να οδηγήσει το άρμα του και Ο Δίας και ο Ερμής στο σπίτι του Φιλήμονα και της Βαυχίδας.

Οι τοιχογραφίες στην πλευρά της Οβάλ Αυλής είναι: ΄΄Η εορτή του Βάκχου΄΄, Ο Απόλλωνας και οι Μούσες στον Παρνασσό, Οι Τρεις Χάριτες που χορεύουν μπροστά στους θεούς και Η γαμήλια εορτή της Θέτιδας και του Πηλέα.

Παρεκκλήσια του Αγ. Σατουρνίνου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πίσω από την αίθουσα χορού, υπάρχει το παρεκκλήσιο του Αγ. Σατουρνίνου. Το κάτω παρεκκλήσιο κτίστηκε αρχικά τον 12ο αι., αλλά καταστράφηκε και ξανακτίστηκε πλήρως από τον Φραγκίσκο Α΄. Τα παράθυρα που κατασκευάστηκαν στις Σέβρες τοποθετήθηκαν κατά την περίοδο του Λουδοβίκου Φιλίππου και σχεδιάστηκαν από την κόρη του Μαρία, που ήταν καλλιτέχνιδα η ίδια. Το επάνω παρεκκλήσιο ήταν το βασιλικό παρεκκλήσιο, διακοσμημένο από τον Φιλιμπέρ ντε λ'Ορμ. Η οροφή, κατασκευασμένη στην ίδια τεχνοτροπία με την αίθουσα χορού, κορυφώνεται με έναν τρούλο.

Αίθουσα των Φρουρών[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Δίπλα στα βασιλικά υπνοδωμάτια βρισκόταν πάντα μία Αίθουσα για τους φρουρούς. Η Salle des Gardes κτίστηκε κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Καρόλου Θ'. Μερικά ίχνη της αρχικής διακόσμησης παραμένουν από τη δεκαετία του 1570, συμπεριλαμβανομένης της θολωτής οροφής, και μιας ζωφόρου στρατιωτικών τροπαίων που αποδίδονται στον Ρουτζιέρο ντε Ρουτζιέρι. Τον 19ο αι. ο Λουδοβίκος Φίλιππος μετέτρεψε το δωμάτιο σε σαλόνι και το διακόσμησε με ένα νέο παρκέ δάπεδο από εξωτικά ξύλα που απηχούν το σχέδιο της οροφής, και ένα μνημειακό τζάκι (1836), το οποίο ενσωματώνει κομμάτια στολισμού από κατεδαφισμένα δωμάτια από τον 15ο και τις αρχές του 16ου αι. Η προτομή του Ερρίκου Δ', που αποδίδεται στον Mατιέ Ζακέ, είναι εκείνης της περιόδου, όπως και οι δύο φιγούρες εκατέρωθεν του τζακιού. Το γλυπτό πλαίσιο γύρω από την προτομή, του Πιέρ Μποντάν, ήταν αρχικά στο υπνοδωμάτιο του Ερρίκου Β'. Τα διακοσμητικά που προστέθηκαν από τον Λουδοβίκο Φίλιππο, περιλαμβάνουν ένα μεγάλο αγγείο διακοσμημένο με αναγεννησιακά θέματα, κατασκευασμένο από το εργοστάσιο πορσελάνης Σεβρών το 1832. Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Ναπολέοντα Γ΄ η αίθουσα χρησιμοποιήθηκε ως τραπεζαρία.

Σκάλα του βασιλιά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η σκάλα του Βασιλιά εγκαταστάθηκε το 1748 και το 1749, στον χώρο που καταλάμβανε κατά τη βασιλεία τού Φραγκίσκου Α' το υπνοδωμάτιο της Άννας ντε Πισελέ, της Δούκισσας του Ετάμπ, της ευνοουμένης του Βασιλιά. Σχεδιάστηκε από τον αρχιτέκτονα Aνζ-Ζακ-Γκαμπριέλ, ο οποίος χρησιμοποίησε πολλά διακοσμητικά στοιχεία από το προηγούμενο δωμάτιο, το οποίο αρχικά είχε διακοσμηθεί από τον Πριματίτσο. Το επάνω μέρος των τοίχων χωρίζεται σε πάνελ, οβάλ και ορθογώνια, με σκηνές που αναπαριστούν την ερωτική ζωή του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Οι πίνακες πλαισιώνονται από μεγάλα αγάλματα γυναικών του Πριματίτσο. Ο ανατολικός τοίχος του δωματίου καταστράφηκε κατά την ανοικοδόμηση, και αντικαταστάθηκε κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Λουδοβίκου Φιλίππου τον 19ο αι. με πίνακες του Άμπελ ντε Πουζόλ.

Υπνοδωμάτιο της βασίλισσας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Όλες οι Βασίλισσες και οι Αυτοκράτειρες της Γαλλίας, από τη Μαρία των Μεδίκων έως την Αυτοκράτειρα Ευγενία, κοιμήθηκαν στο υπνοδωμάτιο της Βασίλισσας. Η περίτεχνη οροφή επάνω από το κρεβάτι κατασκευάστηκε το 1644 από τον επιπλοποιό Γκυγιώμ Νουαγιέ για τη βασίλισσα Άννα της Αυστρίας, τη μητέρα του Λουδοβίκου ΙΔ΄, και φέρει τα αρχικά της. Το δωμάτιο επαναδιακοσμήθηκε από τη Μαρία Λεστσίνσκυ, τη σύζυγο τού Λουδοβίκου ΙΕ΄ το 1746-1747. Η οροφή της κόγχης, η διακόσμηση γύρω από τα παράθυρα και η ξύλινη επένδυση, φτιάχτηκαν από τους Ζακ Βερέρκτ και Aντουάν Μανιοναί στο στυλ ροκοκό της εποχής. Στην ίδια περίοδο χρονολογείται και η διακόσμηση του τζακιού.

Οι πόρτες έχουν αραβικό σχέδιο και κατασκευάστηκαν για τη Μαρία-Αντουανέττα, όπως και τα γλυπτά πάνελ επάνω από τις πόρτες, που τοποθετήθηκαν το 1787. Το κρεβάτι φτιάχτηκε επίσης ειδικά για τη Μαρία Αντουανέττα, αλλά έφτασε μόλις το 1797, μετά την Επανάσταση και την εκτέλεσή της, και έτσι ξέφυγε από τις πωλήσεις που είχαν ήδη γίνει νωρίτερα τη δεκαετία. Αντ' αυτού χρησιμοποιήθηκε από τις συζύγους του Ναπολέοντα Α΄, την αυτοκράτειρα Ιωσηφίνα και τη Μαρία-Λουίζα της Αυστρίας.

Οι τοίχοι έλαβαν το διακοσμητικό υφασμάτινο κάλυμμά τους, με σχέδιο από λουλούδια και πουλιά, το 1805. Αποκαταστάθηκε το 1968–1986 χρησιμοποιώντας το αρχικό ύφασμα ως μοντέλο. Τα έπιπλα στο δωμάτιο χρονολογούνται από την Α΄ Αυτοκρατορία. Το κιγκλίδωμα γύρω από το κρεβάτι κατασκευάστηκε αρχικά για την αίθουσα του θρόνου του ανακτόρου του Κεραμεικού (Tuileries) το 1804. Οι πολυθρόνες με σχέδιο σφίγγας, οι κονσόλες και το παραβάν και οι δύο συρταριέρες τοποθετήθηκαν στο δωμάτιο το 1806.

Iδιαίτερο δωμάτιο (boudoir) της Μαρίας-Αντουανέττας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το μπουντουάρ δίπλα στην κρεβατοκάμαρα της Βασίλισσας δημιουργήθηκε για τη βασίλισσα Μαρία-Αντουανέττα το 1786 και επέτρεψε στη βασίλισσα να έχει μία ιδιωτικότητα. Το δωμάτιο είναι το καλύτερο σωζόμενο παράδειγμα διακοσμητικού ρυθμού λίγο πριν τη Γαλλική Επανάσταση, εμπνευσμένο από αρχαία ρωμαϊκά μοντέλα, με λεπτεπίλεπτα ζωγραφισμένα αραβουργήματα, καμέο, βάζα, παλιές μορφές και γιρλάντες από λουλούδια σε ασημένιο φόντο, πλαισιωμένα από επιχρυσωμένα ξυλόγλυπτα.

Το δωμάτιο φτιάχτηκε για τη Βασίλισσα από την ίδια ομάδα καλλιτεχνών και τεχνιτών, που έφτιαξαν και την αίθουσα παιχνιδιών. Το σχέδιο ήταν του αρχιτέκτονα Πιέρ Ρουσώ (1751-1829). Η ξύλινη επένδυση φιλοτεχνήθηκε από τον Λαπλάς και ζωγραφίστηκε από τον Μισέλ-Υμπέρ Μπουρζουά και τον Λουί-Φρανσουά Τουζέ. Οκτώ μορφές των Μουσών έγιναν σε γύψο από τον Ρολάν. Ο περίτεχνος μανδύας του τζακιού κατασκευάστηκε από τον Ζακ-Φρανσουά Ντροπσύ και διακοσμήθηκε με επίχρυσα μπρούτζινα έργα του Κλωντ-Ζαν Πιτουάν. Το παρκέ δάπεδο από μαόνι, διακοσμημένο με τα εμβλήματα της Βασίλισσας, κατασκευάστηκε από τον Μπερνάρ Μολιτόρ και ολοκληρώθηκε το 1787. Η ζωγραφισμένη οροφή, του Ζαν-Σιμόν Μπερτελεμύ, δείχνει την Aυγή με μία ομάδα αγγέλων.

Τα έπιπλα σχεδιάστηκαν για το δωμάτιο από τον Ζαν-Ανρί Ριζενέρ, χρησιμοποιώντας τα καλύτερα διαθέσιμα υλικά: φίλντισι, επιχρυσωμένο μπρούτζο, ορείχαλκο, σατέν και έβενο. Μερικά από τα αρχικά έπιπλα παραμένουν, συμπεριλαμβανομένου του κυλινδρικού γραφείου (σεκρετέρ) και του τραπεζιού, που κατασκευάστηκαν μεταξύ 1784 και 1789. Οι δύο πολυθρόνες είναι αντίγραφα των πρωτοτύπων του Ζορζ Ζακόμπ, που βρίσκονται τώρα στο Μουσείο Γκουλμπεκιάν στη Λισαβόνα, ενώ το υποπόδιο είναι το αυθεντικό.

Δωμάτιο του θρόνου του Νασπολέοντα (πρώην υπνοδωμάτιο του βασιλιά)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Δωμάτιο του Συμβουλίου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Διαμέρισμα του πάπα και των βασιλομητόρων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στοά-Πινακοθήκη της Νταϊάν[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Διαμερίσματα του Ναπολέοντα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1804 ο Ναπολέων Α΄ αποφάσισε ότι ήθελε τη δική του ιδιωτική σουίτα διαμερισμάτων μέσα στο ανάκτορο, ξεχωριστά από τα παλαιά κρατικά διαμερίσματα. Κατέλαβε μία σουίτα έξι δωματίων, που είχε δημιουργηθεί το 1786 για τον Λουδοβίκο ΙΣΤ΄, δίπλα στη Στοά-Πινακοθήκη του Φραγκίσκου Α', και ζήτησε να διακοσμηθεί εκ νέου σε στυλ Αυτοκρατορίας.

Το παλαιό διαμέρισμα περιλάμβανε ιματιοθήκη, δωμάτιο μελέτης, βιβλιοθήκη και μπάνιο.

Υπνοδωμάτιο του αυτοκράτορα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Θέατρο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κινεζικό Μουσείο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παρεκκλήασιο της Αγ. Τριάδος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κήποι και το πάρκο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Από την εποχή του Φραγκίσκου Α', το ανάκτορο περιβαλλόταν από επίσημους κήπους, που αντιπροσώπευαν τα σημαντικότερα στυλ τοπίων της περιόδου τους: ο κήπος της Γαλλικής Αναγέννησης, εμπνευσμένος από τους Ιταλικούς κήπους της Αναγέννησης, επίσης ο γαλλικός επίσημος κήπος, το αγαπημένο στυλ του Λουδοβίκου ΙΔ΄, και ακόμη τον 18ο και 19ο αι. ο γαλλικός κήπος τοπίων, εμπνευσμένος από τον αγγλικό κήπο τοπίων.

Κήπος της Νταϊάν[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Λίμνη των κυπρίνων, Αγγλικός κήπος, σπήλαιο και πηγή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παρτέρι και κανάλι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τέχνη και διακόσμηση: η Σχολή του Φονταινεμπλώ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κατά τη διάρκεια της ύστερης Γαλλικής Αναγέννησης, η διακόσμηση τού ανακτόρου τού Φονταινεμπλώ προσέλαβε μερικούς από τους καλύτερους καλλιτέχνες και τεχνίτες από την Ιταλία και τη Γαλλία. Το στυλ ζωγραφικής και διακόσμησης που δημιούργησαν, έγινε γνωστό ως Σχολή του Φονταινεμπλώ και κάλυψε μία περίοδο από το 1530 περίπου μέχρι το 1610 περίπου. Βοήθησε να σχηματιστεί η γαλλική εκδοχή του βόρειου μανιερισμού.

Το 1531, ο Φλωρεντινός καλλιτέχνης Ρόσο Φιορεντίνo, έχοντας χάσει τα περισσότερα από τα υπάρχοντά του στην Λεηλασία της Ρώμης τού 1527, προσκλήθηκε από τον Φραγκίσκο Α΄ να εργαστεί στο εσωτερικό τού ανακτόρου. Το 1532 ενώθηκε με έναν άλλο Ιταλό καλλιτέχνη, τον Φρντσέσκο Πριμαρίτσo (από τη Μπολόνια). Ο Ρόσo απεβίωσε στη Γαλλία το 1540. Κατόπιν συμβουλής τού Πριμαρίτσo, ο Nικολό ντελ'Αμπάτε (από τη Μόντενα) προσκλήθηκε στη Γαλλία το 1552 από τον γιο του Φραγκίσκου, Ερρίκο Β'. Άλλοι αξιόλογοι καλλιτέχνες είναι:

  • Ζυστ ντε Ζυστ (π. 1505–1559), Γαλλοϊταλός γλύπτης και χαράκτης
  • Λούκα Πέννι (π. 1500/1504–1556), Ιταλός ζωγράφος
  • Φραντσέσκο Σίμπεκ ντα Κάρπι (απεβ. γύρω στο 1557), Ιταλός κατασκευαστής επίπλων
  • Μπενβενούτο Τσελίνι (1500–1570), Ιταλός γλύπτης, χρυσοχόος, αργυροχόος.

Τα έργα αυτής της «πρώτης σχολής του Φοντενμπλό» χαρακτηρίζονται από την εκτεταμένη χρήση γυψομαρμάρων (εκμαγεία και κορνίζες) και τοιχογραφίες, καθώς και από ένα περίτεχνο (και συχνά μυστηριώδες) σύστημα αλληγοριών και μυθολογικής εικονογραφίας. Τα αναγεννησιακά διακοσμητικά μοτίβα, όπως τα γκροτέσκα, οι διακοσμητικές ταινίες και τα putti είναι κοινά, καθώς και ένας ορισμένος βαθμός ερωτισμού. Οι φιγούρες είναι κομψές και δείχνουν την επίδραση των τεχνικών του ιταλικού μανιερισμού του Μιχαήλ-Aγγ;eλου, του Ραφαήλ και ιδιαίτερα του Παρμιτζιανίνο. Ο Πριματίτσιo έλαβε επίσης οδηγίες να κάνει αντίγραφα παλαιών ρωμαϊκών αγαλμάτων για τον βασιλιά, διαδίδοντας έτσι την επιρροή των κλασικών αγαλμάτων. Πολλά από τα έργα των Ρόσo, Πριματίτσιo και ντελ'Αμπάτε δεν έχουν διασωθεί, καθώς μέρη τού κάστρου ανακαινίστηκαν σε διάφορες ημερομηνίες. Οι πίνακες της ομάδας αναπαράχθηκαν σε εκτυπώσεις, κυρίως χαρακτικά, τα οποία προφανώς παρήχθησαν αρχικά στο ίδιο το Φονταινεμπλώ και αργότερα στο Παρίσι. Αυτά διέδωσαν το στυλ στη Γαλλία και όχι μόνο, και επίσης καταγράφουν αρκετούς πίνακες που δεν έχουν διασωθεί.

Από το 1584 έως το 1594, κατά τη διάρκεια των Θρησκευτικών Πολέμων, οι εργασίες στο εσωτερικό τού ανακτόρου εγκαταλείφθηκαν. Με την άνοδό του στο θρόνο, ο Ερρίκος Δ' ανέλαβε την ανακαίνιση των κτιρίων του Φονταινεμπλώ χρησιμοποιώντας μία ομάδα καλλιτεχνών: τον Φλαμανδό Aμπουάζ Ντυμπουά (από την Αμβέρσα) και τους Παριζιάνους Toυσαίν Ντυμπρέιγ και Mαρτίν Φρεμινέ. Μερικές φορές αναφέρονται ως η «δεύτερη σχολή τού Φονταινεμπλώ». Τα όψιμα μανιεριστικά έργα τους, πολλά από τα οποία έχουν χαθεί, συνεχίζουν να χρησιμοποιούν επιμήκεις και κυματιστές φόρμες και πολυσύχναστες συνθέσεις. Πολλά από τα θέματά τους περιλαμβάνουν μυθολογικές σκηνές και σκηνές από έργα μυθοπλασίας του Ιταλού Τορκουάτο Τάσο και του αρχαίου Έλληνα μυθιστοριογράφου Ηλιόδωρου της Έμεσας. Έτσι στη δεύτερη Σχολή του Φοντενεμπλό (από το 1594) οι σημαντικοί καλλιτέχνες του δεύτερου σχολείου ήταν:

  • Aμπουάζ Ντυμπουά (π. 1542–1614) (γεννημένος Φλαμανδός)
  • Toυσαίν Ντυμπρέιγ (π. 1561–1602)
  • Mαρτίν Φρεμινέ (1567–1619)

Το μανιεριστικό στυλ της σχολής τού Φονταινεμπλώ επηρέασε Γάλλους καλλιτέχνες (με τους οποίους συνεργάστηκαν οι Ιταλοί), όπως ο ζωγράφος Ζαν Κουζέν ο Πρεσβύτερος, οι γλύπτες Ζαν Γκουζόν και Ζερμαίν Πιλόν και, σε μικρότερο βαθμό, ο ζωγράφος και προσωπογράφος Φρανσουά Κλουέ, ο γιος του Ζαν Κλουέ. Το στυλ Φονταινεμπλώ συνδύαζε αλληγορικούς πίνακες σε καλουπωμένο γύψο, όπου το πλαίσιο αντιμετωπιζόταν σαν να ήταν δέρμα ή χαρτί, κοβόταν και έστριβε σε ειλητάρια και συνδυάστηκε με αραβουργήματα και γκροτέσκα. Τα ιδανικά τού Φονταινμπλώ για τη γυναικεία ομορφιά είναι τα μανιεριστικά: ένα μικρό κεφάλι επάνω σε μακρύ λαιμό, υπερβολικά μακρύς κορμός και άκρα, μικρό ψηλό στήθος - σχεδόν μία επιστροφή στις όψιμες γοτθικές ομορφιές. Τα νέα έργα στο Φονταινεμπλώ αντιγράφτηκαν σε εκλεπτυσμένα και λεπτομερή χαρακτικά, που κυκλοφόρησαν ανάμεσα σε γνώστες και καλλιτέχνες. Μέσα από τα χαρακτικά της «Σχολής τού Φοντενεμπλό» αυτό το νέο στυλ μεταδόθηκε και σε άλλα βόρεια ευρωπαϊκά κέντρα, στην Αμβέρσα ιδιαίτερα, στη Γερμανία, και τελικά στο Λονδίνο.

Αν και ο Λουδοβίκος ΙΔ' πέρασε περισσότερο χρόνο στο Φονταινεμπλώ από οποιονδήποτε άλλο μονάρχη, έκανε τις περισσότερες από τις τροποποιήσεις του στους κήπους, παρά στους εσωτερικούς χώρους και τη διακόσμηση. Τον 18ο αι. οι εσωτερικοί χώροι υπέστησαν σημαντικές αλλαγές στο στυλ. Μεταξύ 1750 και 1754, ο αρχιτέκτονας Aνζ-Ζακ Γκαμπριέλ έκτισε μία νέα πτέρυγα κατοικιών και νέα διαμερίσματα για τον Λουδοβίκο ΙΕ΄ και τη βασίλισσα. Στους πιο διάσημους καλλιτέχνες της περιόδου, συμπεριλαμβάνονατι οι Φρανσουά Μπυσέ, Σαρλ βαν Λου, Αλεξίς Περότ και Ζαν-Μπατίστ Μαρί Πιέρ, ανατέθηκε να ζωγραφίσουν έργα για την αίθουσα του Συμβουλίου. Ο Λουδοβίκος ΙΣΤ΄ συνέχισε τις εργασίες διακόσμησης, ιδιαίτερα στο τουρκικό δωμάτιο-γραφείο (1777) και την αίθουσα παιχνιδιών και το μπουντουάρ της βασίλισσας, σε αραβικό στυλ. (1786–1787), μέχρι τις παραμονές της Επανάστασης. Το Φονταινεμπλώ προσφέρει πολλά από τα καλύτερα παραδείγματα εσωτερικής διακόσμησης στο τέλος του Παλαιού Καθεστώτος.

Ο Ναπολέων Α' επιθυμούσε να συνεχίσει την παραδοσιακή μεγαλοπρέπεια της μοναρχίας, και είχε το ανάκτορο πλήρως ανακαινισμένο. Δημιούργησε μία νέα σουίτα δωματίων με τα σύμβολα και το στυλ της Αυτοκρατορίας και μετέτρεψε το υπνοδωμάτιο τού πρώην βασιλιά σε δωμάτιο τού θρόνου του. Είναι η μόνη αίθουσα θρόνου στη Γαλλία, που είναι ακόμη στην αρχική της κατάσταση με τα αυθεντικά της έπιπλα. Τα δωμάτια που χρησιμοποιούσε ο Nαπολέων στο Φονταινεμπλώ είναι από τα καλύτερα υπάρχοντα παραδείγματα τού στυλ της Αυτοκρατορίας.

Μουσείο του Ναπολέοντα Α΄[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το Μουσείο του Ναπολέοντα Α' δημιουργήθηκε το 1986 στην πτέρυγα στη δεξιά πλευρά της Αυλής της Τιμής, όπου βρίσκονταν τα διαμερίσματα των πριγκίπων της Α΄ Αυτοκρατορίας. Περιλαμβάνει μία στοά-πινακοθήκη με πορτρέτα μελών της οικογένειας τού Ναπολέοντα, μετάλλια και διακρίσεις, διάφορα κοστούμια που φορέθηκαν κατά τη στέψη του Ναπολέοντα ως αυτοκράτορα και ένα φύλλο χρυσού, από το στέμμα που φορούσε κατά τη στέψη, μία μεγάλη συλλογή από πορσελάνινα και διακοσμητικά αντικείμενα από την αυτοκρατορική τραπεζαρία και μία κούνια, παιχνίδια και άλλα αναμνηστικά από τον γιο του αυτοκράτορα, τον Νασπολέοντα Β΄ βασιλιά της Ρώμης. Διαθέτει επίσης μία συλλογή αναμνηστικών από τις στρατιωτικές του εκστρατείες, συμπεριλαμβανομένης της ανακατασκευασμένης σκηνής του και των επίπλων της, και καθημερινών αντικειμένων που έπαιρνε μαζί του στις εκστρατείες του.

Διαμερίσματα του Ναπολέοντα Α΄[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1804 ο Ναπολέων Α΄ αποφάσισε πως ήθελε το δικό του ιδιαίτερο διαμέρισμα μέσα στο ανάκτορο, χωριστά από τα παλαιά κρατικά διαμερίσματα. Πήρε ένα σύνολο 6 δωματίων, που είχαν δημιουργηθεί από τον Λουδοβίκο ΙΣΤ΄ το 1786, δίπλα στη στοά του Φραγκίσκου Α΄ και τα διακόσμησε εκ νέου σε ρυθμό Αυτοκρατορίας. Το παλαιό διαμέρισμα περιλάμβανε δωμάτιο για την ένδυση (cabinet de toilette), γραφείο, βιβλιοθήκη και λουτρό.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Manfred Esser, Lionel Walker: Fontainebleau – Regards. PRV-Communications, Saint-Fargeau-Ponthierry 1993
  • Maurice Toesca: Les grandes heures de Fontainebleau. Albin Michel, Paris 1984

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]