Αμφιάραος

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Αμφιάραος
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Ἀμφιάραος (Αρχαία Ελληνικά)
Τόπος ταφήςHeroon of Amphiaraus son of Oecles[1]
Πληροφορίες ασχολίας
Οικογένεια
ΣύζυγοςΕριφύλη
ΤέκναΔημώνασσα του Θέρσανδρου
Αλκμαίων[2]
Αμφίλοχος[3]
Catillus
Αλεξίδα
Ευρυδίκη
ΓονείςΟικλής και Απόλλων και Υπερμήστρα
Στρατιωτική σταδιοδρομία
Πόλεμοι/μάχεςπόλεμος των Επτά επί Θήβας
Αξιώματα και βραβεύσεις
Αξίωμαβασιλιάς του Άργους
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Στην Αρχαία ελληνική μυθολογία ο Αμφιάραος ήταν γιος του Οικλή, διάσημος μάντης και ένας από τους ηγέτες στην εκστρατεία Επτά επί Θήβας.[4][5] Αρνήθηκε να ακολουθήσει τον Άδραστο στην εκστρατεία στην Θήβα καθώς είχε προβλέψει ως μάντης τον θάνατο όλων των στρατιωτικών αρχηγών της εκστρατείας. Η σύζυγος του Εριφύλη ωστόσο αδελφή του Αδράστου τον πίεσε έντονα και τον έπεισε να πάει.[6]

Ο Αμφιάραος ανήκε σε μια από τις ισχυρότερες οικογένειες στο Άργος που ήταν χειριστές της μαντικής, ο προπάππος του Μελάμποδας ήταν επίσης διάσημος μάντης.[7][8] Ο διάσημος μυθογράφος Γάιος Ιούλιος Υγίνος γράφει ότι η μητέρα του Αμφιάραου ήταν η Υπερμνήστρα, κόρη του Θεστίου.[9] Η αδελφή της μητέρας του ήταν η Λήδα βασίλισσα στην Αρχαία Σπάρτη, τα παιδιά της Λήδας ήταν η Ωραία Ελένη, η Κλυταιμνήστρα και οι Διόσκουροι.[10] Ο Γάιος Ιούλιος Υγίνος αναφέρει τέλος ότι μερικοί συγγραφείς καταγράφουν ως πατέρα του Αμφιάραου τον θεό Απόλλωνα.[11] Ο Αμφιάραος παντρεύτηκε την Εριφύλη κόρη του εξαδέλφου του Αδράστου του εγγονού του Βία αδελφού του Μελάμποδα, μαζί της απέκτησε δύο γιους : τον Αλκμαίονα και τον Αμφίλοχο.[12] Ο γεωγράφος Παυσανίας γράφει ότι είχαν αποκτήσει και 3 κόρες : την Ευρυδίκη, την Δημώνασσα και την Αλκμήνη. Ο Αμφιάραος εμφανίζεται στο αέτωμα του Κυψέλου στην Ολυμπία, όπου παριστάνεται η αναχώρηση του Αμφιάραου για την Θήβα. Ο Παυσανίας αναγνωρίζει σε άλλα σημεία της σκηνής τον ινφάντη Αμφίλοχο, την Εριφύλλη, τις κόρες του Ευρυδίκη και Δημώνασσα και τον γυμνό Αλκμαίονα.[13] Ο ποιητής Άσιος καταγράφει άλλη μια κόρη του Αμφιάραου την Αλκμήνη.[14] Ο Πλούταρχος γράφει τέλος ότι και η Αλεξίδα ήταν κόρη του Αμφιάραου και της Εριφύλης.[15] Οι "Κλυτίδιαι" μια ομάδα από μάντεις της Ολυμπίας ισχυρίζονται ότι κατάγονταν από τον Κλυτίο, τον γιο του Αλκμαίονος, γιου του Αμφιάραου.[16] Σύμφωνα με τους Ρωμαικούς θρύλους ο ιδρυτής της πόλης Τίβολι κοντά στην Ρώμη ήταν γιος του Αμφιάραου.[17] Ο Αμφιάραος ήταν διάσημος μάντης και γνώρισε μεγάλες τιμές στην εποχή του, οι θεοί Ζεύς και Απόλλων του είχαν χορηγήσει ισχυρές προφητικές ικανότητες, έζησε μια γενιά πριν ξεσπάσει ο Τρωικός Πόλεμος και συμμετείχε στο Κυνήγι του Καλυδωνίου Κάπρου.[18]


Η εκστρατεία Επτά επί Θήβας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το υλικό της εκστρατείας Επτά επί Θήβας εξετάζεται σαν ένα από τα τρία μεγαλύτερα τραγικά Ελληνικά ποιήματα. Με την άφιξη του καταδιωγμένου από τη Αρχαία Θήβα Πολυνείκη στο Άργος και τις επίμονες παρακλήσεις του να τον βοηθήσει να ξαναγυρίσει στην πατρίδα του ως βασιλιάς, ο Άδραστος αποφάσισε να στηρίξει τη δίκαιη αξίωσή του. Σε αυτή την απόφαση ο Αμφιάραος εναντιώθηκε από την πρώτη στιγμή και αρνήθηκε να συμμετάσχει στην εκστρατεία, καθώς ως γνώστης της μαντικής ήξερε ότι από όσους θα λάβαιναν μέρος στην εκστρατεία εκείνη μόνο ο Άδραστος θα επέστρεφε ζωντανός.[19] Ο Πολυνείκης δωροδόκησε την Εριφύλλη με το πέπλο και το περιδέραιο της Αρμονίας από τους Δελφούς με αντάλλαγμα να πείσει τον σύζυγο της να συμμετέχει στην εκστρατεία. Ο Αμφιάραος και ο Άδραστος συμφώνησαν να ορίσουν την Εριφύλλη σαν διαιτητή στην διαφωνία, δέχθηκε την άποψη του αδελφού της και παρότρυνε τον σύζυγό της να εκστρατεύσει μαζί με τους υπόλοιπους, για να αποκτήσει δόξα και τιμή. Ο Αμφιάραος αναγκάσθηκε τότε χωρίς τη θέλησή του να ακολουθήσει τους άλλους στην εκστρατεία που έγινε γνωστή ως οι «Επτά επί Θήβας». Η Εριφύλη όμως είχε πάρει το μέρος του αδελφού της όχι από αντικειμενική κρίση, αλλά επειδή είχε δωροδοκηθεί. Τόσο το περιδέραιο αυτό όσο και ο πέπλος ήταν πολύτιμα δώρα που είχαν δωρίσει οι θεοί στην Αρμονία κατά τους γάμους της και τα είχε κληρονομήσει από τη μητέρα του ο Πολυνείκης.

Γνωρίζοντας τα πάντα ο Αμφιάραος ως μάντης, άφησε φεύγοντας για τον μοιραίο πόλεμο σκληρή εντολή στα παιδιά του: όταν μεγαλώσουν να σκοτώσουν τη μητέρα τους γιατί τον είχε στείλει σε βέβαιο θάνατο επειδή είχε θαμπωθεί από ύποπτα δώρα.[20] Ο Απολλόδωρος πάντως (Γ 7, 2 και 5) ισχυρίζεται ότι ο Αλκμέωνας και ο Αμφίλοχος σκότωσαν τη μητέρα τους μετά από σχετική εντολή του θεού Απόλλων. Σύμφωνα με άλλη εκδοχή, ο Αμφιάραος είχε κρυφτεί αλλά η Εριφύλη τον πρόδωσε στον Άδραστο, οπότε αυτός υποχρεώθηκε να τον ακολουθήσει. Στον δρόμο για την μάχη ο Αμφιάραος προειδοποίησε τους υπόλοιπους αρχηγούς ότι η επιχείρηση θα κατέληγε σε αποτυχία και θα έβρισκαν όλοι τον θάνατο, ο Τυδέας κατηγορήθηκε σαν οργανωτής της αποτυχημένης εκστρατείας.[21] Για αυτόν τον λόγο ο Αμφιάραος απέτρεψε την Αθηνά να κάνει αθάνατο τον Τυδέα, του έδωσε το κομμένο κεφάλι του εχθρού του Μελάνιππου και τον έβαλε να του ρουφήξει τα μυαλά αποτρέποντας του την αθανασία. Φθάνοντας στη Θήβα, οι επτά παρατάχθηκαν με τις δυνάμεις τους μπροστά στις ισάριθμες πύλες της πόλεως. Ο Αμφιάραος παρατάχθηκε και πολεμούσε μπροστά από τις Ομολωίδες ή Προιτίδες πύλες. Παρόλη την ορμή και τη γενναιότητά τους, οι πολιορκητές δεν μπόρεσαν να κυριεύσουν την πόλη, γιατί αυτή ήταν η απόφαση του Δία ύστερα από την αυθόρμητη θυσία του Μενοικέως στον Άρη και τις καυχησιολογίες του Καπανέως.

Ο θάνατος του Αμφιάραου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στο τέλος λοιπόν, αφού σκοτώθηκαν σε μονομαχία τα δύο αδέλφια Ετεοκλής και Πολυνείκης, οι πολιορκητές τράπηκαν σε φυγή, αφού σκοτώθηκαν στη μάχη όλοι οι επικεφαλής εκτός από τον Άδραστο. Ο Αμφιάραος κατά την υποχώρησή του μετά την ήττα καταδιωκόταν από τον Θηβαίο Περικλύμενο, γιο του θεού Ποσειδώνα, που θα τον σκότωνε ή θα τον πλήγωνε, πράγμα λυπηρό και υποτιμητικό για μια ηρωική φυσιογνωμία όπως τον Αμφιάραο.[22] Ο Δίας λοιπόν πάλι, θέλοντας να αποτρέψει αυτό το πεπρωμένο, έριξε κεραυνό που άνοιξε στη γη ένα μεγάλο χάσμα. Το χάσμα αυτό κατάπιε τον Αμφιάραο, τον ηνίοχό του Βάτωνα, το άρμα τους και το άλογό τους. Στη συνέχεια ο Δίας έκανε τον ήρωα αθάνατο, και οι αρχαίοι Έλληνες τον λάτρευαν από τότε ως θεό. Το χάσμα που τον κατάπιε το τοποθετούσαν αρχικώς μεν κοντά στον ποταμό της Θήβας Ισμηνό, αργότερα δε, όταν διαδόθηκε η λατρεία του Αμφιαράου, σε πολλά άλλα μέρη, τα οποία διεκδικούσαν την τιμή αυτή.[23] Λεγόταν ότι στον τόπο που ανοίχθηκε το χάσμα κτίσθηκε αργότερα ένας περίβολος με κολώνες στις οποίες ποτέ δεν πήγαιναν να καθίσουν πουλιά και τα ζώα απέφευγαν να βοσκήσουν εκεί. Ο Άδραστος θρήνησε απαρηγόρητα τον χαμό του γαμβρού του, όπως υμνεί ο Πίνδαρος (Ολυμπιόν. VI 34). Αλλά και όλοι οι άλλοι αρχαίοι ποιητές που εμπνεύσθηκαν από τον μύθο αυτό, ανέφεραν με πολλή εκτίμηση και σεβασμό το όνομα του Αμφιαράου. Σώζεται η παράδοση ότι, κάποτε που ο Αισχύλος υμνούσε τον Αμφιάραο σε μια τραγωδία του, όλοι ανεξαιρέτως οι θεατές έστρεψαν αυθόρμητα το βλέμμα τους στον παριστάμενο Αριστείδη τον Δίκαιο.

Η δολοφονία της συζύγου του[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Αλκμαίων δολοφόνησε την μητέρα του μετά τον θάνατο του πατέρα του όπως του είχε υποσχεθεί. Μετά την μητροκτονία άρχισαν να τον κυνηγούν οι Ερινύες και καταδιωκόμενος κατέληξε στην Ψωφίς της Αρκαδίας. Εκεί ο βασιλιάς Φηγέας τον εξάγνισε και τον πάντρεψε με την κόρη του Αρσινόη (ή Αλφεσίβοια σύμφωνα με τον Παυσανία). Ο Αλκμαίων μετά τον γάμο προσέφερε στην Αρσινόη το περιδέραιο και το πέπλο της Αρμονίας που είχε πάρει από την μητέρα του.[24] Σύμφωνα με τον Απολλόδωρο η παρουσία του Αλκμαίωνα στην Ψωφίδα συνοδεύτηκε από αγονία της γης. Ο Αλκμαίων που θεώρησε πως αιτία για την αγονία ήταν η παρουσία του στην πόλη, πήγε στους Δελφούς για να συμβουλευτεί το μαντείο. Το μαντείο τον συμβούλεψε πως θα απαλλαγεί από τις Ερινύες μόνο όταν καταφύγει σε μία χώρα που ο ήλιος δεν έλαμπε όταν έκανε το έγκλημα αλλά έλαμψε μετά .[24][25] Αναζητώντας αυτή την χώρα ο Αλκμαίων κατέληξε στο Δέλτα του Αχελώου. Εκεί ο ποτάμιος θεός Αχελώος τον εξάγνισε για το έγκλημα και του έδωσε για γυναίκα του την κόρη του Καλλιρρόη. Η Καλλιρρόη θέλησε να αποκτήσει το πέπλο και το περιδέραιο της Αρμονίας που είχαν χρησιμοποιηθεί για την δωροδοκία της Εριφύλης. Αυτά όμως ο Αλκμαίωνας τα είχε χαρίσει στην πρώτη του γυναίκα την Αρσινόη. Έτσι αποφάσισε να γυρίσει στην Ψωφίδα και να τα πάρει. Με την δικαιολογία πως τα ήθελε για να τα εξαγνίσει τα απέσπασε από τον Φηγέα. Οι δύο γιοι του Φηγέα όμως, ο Πρόνοος και ο Αγήνωρ (σύμφωνα με τον Παυσανία ο Τήμενος και ο Αξίωνας), ανακάλυψαν την αλήθεια και σκότωσαν τον Αλκμαίωνα. [26] Όπως αναφέρει ο Παυσανίας, ο τάφος του Αλκμαίωνα βρίσκόταν στην Ψωφίδα.

Θρύλοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μαρμάρινο ανάγλυφο άρμα από το ιερό του Αμφιάρειου στον Ωρωπό (4ος αι. π.Χ.)

Σε ένα ιερό του στο Αμφιαράειο Ωρωπού στην βορειοανατολική Αττική ο Αμφιάραιος λατρευόταν ως Αρχαίος Έλληνας ήρωας, έχει μαντικές και θεραπευτικές ικανότητες, αναφερόταν ως «δεύτερος Ασκληπιός». Η μεγάλη μαντική του ικανότητα προερχόταν από την καταγωγή του ως απόγονος του Μελάμπους. Ο ικέτης στο ιερό αφού κάνει την προσφορά του όπως νομίσματα ή θυσιάσει ένα κριάρι κοιμάται και βλέπει σε όνειρο την λύση του προβλήματος του.[27] Στην Ετρουσκική παράδοση που κληρονομήθηκε από την Ρώμη αναφέρεται ότι ένας γιος του Αμφιάραου δραπέτευσε από πεδίο της μάχης στην Ιταλία, όπου ίδρυσε αποικία που πήρε το όνομα "Τιμπούρ" σημερινό Τίβολι από τον μεγαλύτερο γιο του Τιμπουρτούς. Στο πρώτο βιβλίο της Πυρρωνικής αίρεσης "Πύθων" ο συγγραφέας του βιβλίου Τίμων ο Φλιάσιος συναντά τον Πύρρων στο Αμφιαράειο, ο Πύρρων ήταν Ηλείος μάντης στον Ναό του Δία στην Ολυμπία. Η ίδρυση του ναού χρεώνεται στον Κλυτίο, εγγονό του Αμφιάραου.[28] Μετά τη θεοποίηση του Αμφιαράου, πολλές πόλεις διεκδικούσαν την καταγωγή του, υπερίσχυσε ωστόσο τελικώς η Θήβα. Ο Αμφιάραος είχε πολλά ιερά, με τα γνωστότερα να φιλοξενούνται εκτός από τον Ωρωπό και την Θήβα στο Άργος, στη Αρχαία Σπάρτη και στο Βυζάντιο. Σε μεταγενέστερους μύθους, ο ήρωας εμφανίζεται να παίρνει μέρος και στην Αργοναυτική εκστρατεία (Απολλόδωρος, Ι 9, 16) ή στο κυνήγι του Καλυδωνίου Κάπρου (Παυσανίας Θ΄ 45, 7). Τέλος, ως ένας από τους συμμετέχοντες στα «άθλα επί Πελία» (βλ. Πελίας). Η φήμη του ως μάντη είχε υπερβεί τα όρια της Ελλάδας και έφθανε μέχρι τη Λυδία, αφού ο Ηρόδοτος αναφέρει (Α 46) πως είχαν καταφύγει στο χρηστήριό του οι πρέσβεις του βασιλιά των Λυδών Κροίσου για να τον συμβουλευθούν αν έπρεπε ο Κροίσος να εκστρατεύσει κατά των Περσών.

Ο Αμφιάραος στη λογοτεχνία και την τέχνη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πολλοί ποιητές και καλλιτέχνες εμπνεύσθηκαν από τον μύθο του Αμφιαράου. Πρώτος ο Όμηρος εμπνεύσθηκε το αποδιδόμενο σε αυτόν έπος «Αμφιαράου εξελασίη», δηλαδή η Εκστρατεία του Αμφιαράου. Επίσης, το έπος «Θηβαΐς», όχι του Ομήρου, είναι σχετικά με τον πόλεμο των Επτά επί Θήβας. Ο Ησίοδος εμπνεύσθηκε τη «Μελαμποδία», με υπόθεση τον μύθο για τον παππού του Μελάμποδα, αλλά και τον ίδιο τον Αμφιάραο. Ο Σοφοκλής έγραψε σατυρικό δράμα με τίτλο «Αμφιάραος», ενώ ύμνους για τον ήρωα συνέθεσαν οι Πίνδαρος, Αισχύλος, Αριστοφάνης και άλλοι. Πολλά υπήρξαν και τα σχετικά καλλιτεχνήματα της ελληνικής και της ρωμαϊκής εποχής, με τη Λάρνακα του Κυψέλου να ξεχωρίζει, όπως και οι παραστάσεις πολλών ρωμαϊκών αναγλύφων και αγγείων.

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Ο αστεροειδής 10247 Αμφιάραος (10247 Amphiaraos), που ανακαλύφθηκε το 1960, πήρε το όνομά του από τον μυθικό αυτό μάντη.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 Παυσανίας: (αρχαία ελληνικά) Ελλάδος περιήγησις.
  2. «Alcmaeo» (Ρωσικά)
  3. «Amphilochus» (Αγγλικά)
  4. Κλασικό λεξικό της Οξφόρδης s.v. Amphiaraus
  5. Parada, s.v. Amphiaraus; Hyginus, Fabulae 70, 73. Amphiaraus as the son of Oicles is attested as early as Homer, Odyssey, 15.243, see also Bacchylides, 9.10–24; Pindar, Pindar, Nemean, 9.13–17, 10.7–9 , Olympian 6.13–17, Pythian 8.39–55; Apollodorus, 3.6.3. For genealog
  6. Κλασικό λεξικό της Οξφόρδης s.v. Amphiaraus, Parada, s.v. Amphiaraus
  7. Hard, σσ. 429–430
  8. Hard, σσ. 332–335
  9. Hyginus, Fabulae 70
  10. Hard, σ. 413
  11. Hyginus, Fabulae 70. As H. J. Rose, Oxford Classical Dictionary s.v. Amphiaraus
  12. Apollodorus, 1.9.13, 3.6.2 (Eriphyle as wife), 3.7.2 (father of Alcmaeon and Amphilochus)
  13. Gantz, p. 508; Frazer, pp. 608–610; Pausanias, 5.17.7
  14. Pausanias, 5.17.8
  15. Plutarch, Quaestiones Graecae 23
  16. Hard, σ. 430
  17. Smith 1854, s.v. Tibur; Smith 1873, s.v. Amphiaraus; Grimal, s.v. Amphiaraus; Gaius Julius Solinus, Polyhistor 2.8–9; Pliny the Elder, Natural History, 16.87
  18. Pseudo-Apollodorus, Bibliotheca 1.8.2:
  19. Pseudo-Apollodorus, Bibliotheca 3.8.2
  20. Roman, L., & Roman, M. (2010). Encyclopedia of Greek and Roman mythology., σ. 57
  21. Pseudo-Apollodorus, Bibliotheca 3.6.2
  22. The Heroes of the Greeks, 1959, σ. 300
  23. Pindar, Nemean Odes 9
  24. 24,0 24,1 Απολλόδωρος Γ.7.5
  25. Θουκυδίδης 2.102.5
  26. Απολλόδωρος Γ.7.6
  27. https://en.wikipedia.org/wiki/Incubation_(ritual)
  28. Dee L. Clayman, Timon of Phlius: Pyrrhonism into Poetry ISBN 3110220806 2009 σ. 51

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Emmy Patsi-Garin: Επίτομο λεξικό Ελληνικής Μυθολογίας, εκδ. οίκος «Χάρη Πάτση», Αθήνα 1969
  • Apollodorus, The Library with an English Translation by Sir James George Frazer, F.B.A., F.R.S. in 2 Volumes, Cambridge, MA, Harvard University Press; London, William Heinemann Ltd. 1921.
  • Apps, Arwen Elizabeth, Gaius Iulius Solinus and His Polyhistor, Macquarie University (PhD dissertation), 2011.
  • Bacchylides, Odes, translated by Diane Arnson Svarlien. 1991. Online version at the Perseus Digital Library.
  • Diodorus Siculus, Diodorus Siculus: The Library of History. Translated by C. H. Oldfather. Twelve volumes. Loeb Classical Library. Cambridge, Massachusetts: Harvard University Press; London: William Heinemann, Ltd. 1989. Online version by Bill Thayer.
  • Frazer, J. G., Pausanias's Description of Greece. Translated with a Commentary by J. G. Frazer. Vol III. Commentary on Books II-V, Macmillan, 1898. Internet Archive.
  • Gantz, Timothy, Early Greek Myth: A Guide to Literary and Artistic Sources, Johns Hopkins University Press, 1996.
  • Grimal, Pierre, The Dictionary of Classical Mythology, Wiley-Blackwell, 1996.
  • Hard, Robin, The Routledge Handbook of Greek Mythology: Based on H.J. Rose's "Handbook of Greek Mythology", Psychology Press, 2004.
  • Homer, The Iliad with an English Translation by A.T. Murray, Ph.D. in two volumes. Cambridge, Massachusetts, Harvard University Press; London, William Heinemann, Ltd. 1924. Online version at the Perseus Digital Library.
  • Homer, The Odyssey with an English Translation by A.T. Murray, PH.D. in two volumes. Cambridge, Massachusetts, Harvard University Press; London, William Heinemann, Ltd. 1919. Online version at the Perseus Digital Library.
  • Horace. Odes and Epodes. Edited and translated by Niall Rudd. Loeb Classical Library No. 33. Cambridge, Massachusetts: Harvard University Press, 2004. Online version at Harvard University Press.
  • Hyginus, Gaius Julius, Fabulae in Apollodorus' Library and Hyginus' Fabulae: Two Handbooks of Greek Mythology, Translated, with Introductions by R. Scott Smith and Stephen M. Trzaskoma, Hackett Publishing Company, 2007.
  • The Oxford Classical Dictionary, second edition, Hammond, N.G.L. and Howard Hayes Scullard (editors), Oxford University Press, 1992. ISBN 0-19-869117-3.
  • Parada, Carlos, Genealogical Guide to Greek Mythology, Jonsered, Paul Astroms Forlag, 1993. ISBN 978-91-7081-062-6.
  • Pausanias, Description of Greece with an English Translation by W.H.S. Jones, Litt.D., and H.A. Ormerod, M.A., in 4 Volumes. Cambridge, MA, Harvard University Press; London, William Heinemann Ltd. 1918. ISBN 0-674-99328-4. Online version at the Perseus Digital Library
  • Pausanias, Graeciae Descriptio. 3 vols. Leipzig, Teubner. 1903. Greek text available at the Perseus Digital Library.
  • Plutarch, Quaestiones Graecae in Moralia, Volume IV: Roman Questions. Greek Questions. Greek and Roman Parallel Stories. On the Fortune of the Romans. On the Fortune or the Virtue of Alexander. Were the Athenians More Famous in War or in Wisdom?. Translated by Frank Cole Babbitt. Loeb Classical Library No. 305. Cambridge, Massachusetts: Harvard University Press, 1936.
  • Race, William H. (1997a), Pindar: Nemean Odes. Isthmian Odes. Fragments, Edited and translated by William H. Race. Loeb Classical Library No. 485. Cambridge, Massachusetts: Harvard University Press, 1997.
  • Race, William H. (1997b), Pindar: Olympian Odes. Pythian Odes. Edited and translated by William H. Race. Loeb Classical Library No. 56. Cambridge, Massachusetts: Harvard University Press, 1997. ISBN 978-0-674-99564-2. Online version at Harvard University Press.
  • Smith, William (1854), Dictionary of Greek and Roman Geography, London (1854). Online version at the Perseus Digital Library.
  • Smith, William (1873), Dictionary of Greek and Roman Biography and Mythology, London (1873). Online version at the Perseus Digital Library.
  • Virgil, Aeneid [books 7–12], in Aeneid: Books 7-12. Appendix Vergiliana, translated by H. Rushton Fairclough, revised by G. P. Goold, Loeb Classical Library No. 64, Cambridge, Massachusetts, Harvard University Press, 2000.
  • West, M. L., Greek Epic Fragments: From the Seventh to the Fifth Centuries BC, edited and translated by Martin L. West, Loeb Classical Library No. 497, Cambridge, Massachusetts, Harvard University Press, 2003.