Αμαρτία

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Αγαλματίδια περί του 1510-1515, τα οποία απεικονίζουν την Εύα να δίνει το μήλο στον Αδάμ.

Στο πλαίσιο της θρησκείας, η αμαρτία είναι η παράβαση του θείου νόμου[1]. Η αμαρτία μπορεί επίσης να ειδωθεί ως κάθε σκέψη ή πράξη η οποία θέτει σε κίνδυνο την ιδανική σχέση μεταξύ ενός ατόμου και του Θεού, ή ως κάθε απόκλιση από την αντιλαμβανόμενη ιδανική τάξη της ζωής του ανθρώπου.

Θρησκείες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Βουδισμός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Βουδισμός πιστεύει στην αρχή του κάρμα, όπου το να υποφέρει κανείς είναι η αναπόφευκτη συνέπεια της απληστίας, του θυμού και της πλάνης (γνωστά ως τα τρία δηλητήρια)[2]. Αν και δεν υπάρχει καθαρή αντιστοίχηση της Αβρααμικής έννοιας της αμαρτίας στον βουδισμό, το να κάνει κάποιος κακές πράξεις αναγνωρίζεται στον βουδισμό. Η βουδιστική ηθικολογία είναι στην φύση της συνεπειοκρατική και δεν βασίζεται σε καθήκον απέναντι σε οποιαδήποτε θεότητα.

Το κάρμα σημαίνει δράση, και στο Βουδιστικό πλαίσιο αναφοράς, το κίνητρο είναι η πιο σημαντική πλευρά της δράσης. Αν το κάρμα που γίνεται με το μυαλό, σώμα και / ή λόγο μπορεί να χαρακτηριστεί καλό ή καλό, εξαρτάται από αν θα επιφέρει ευχάριστα ή δυσάρεστα αποτελέσματα στο άτομο που κάνει την πράξη. Πρέπει κάποιος να εξαγνίσει το αρνητικό κάρμα για να απελευθερωθεί από τα εμπόδια για την απελευθέρωση από το φαύλο κύκλο της αναγέννησης. Ο εξαγνισμός μειώνει αυτό που υποφέρει κανείς και στο τέλος φτάνει στη νιρβάνα, την ανώτερη κατάσταση εξαγνισμού.

Ινδουισμός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στον Ινδουισμό, ο όρος αμαρτία (pāpa στα σανσκριτικά) χρησιμοποιείται συχνά για πράξεις που δημιουργούν αρνητικό κάρμα, παραβαίνοντας ηθικούς κανόνες, κάτι το οποίο επιφέρει αυτόματα αρνητικές συνέπειες. Αυτό είναι κατά κάποιο τρόπο παρόμοιο με την Αβρααμική έννοια της αμαρτίας, με την έννοια ότι η pāpa θεωρείται έγκλημα κατά των νόμων του Θεού, που είναι γνωστοί ως Ντάρμα , ή ηθική τάξη, και εναντίον του ίδιου του εαυτού. Για βαρύτερα παραπτώματα χρησιμοποιείται ο όρος aparadha. Με την κυριολεκτική έννοια της λέξης, ο όρος papa δεν ισοδυναμεί με το αμαρτία. Αυτό συμβαίνει γιατί στον Ινδουισμό δεν υπάρχει ομοφωνία για την φύση της τελικής πραγματικότητας του Θεού.

Ιουδαϊσμός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το κύριο ρεύμα του Ιουδαϊσμού θεωρεί την παράβαση οποιασδήποτε από τις 613 εντολές του Μωσαϊκού νόμου για τους Εβραίους, ή των Επτά νόμων του Νώε για τους Εθνικούς ως αμαρτία[3] Judaism teaches that all humans are inclined to sin from birth.[4]. Η αμαρτία έχει πολλές κατηγοριοποιήσεις και βαθμούς. Κάποιες αμαρτίες τιμωρούνται με θάνατο από δικαστήριο, άλλες με θάνατο από τα ουράνια, άλλες με μαστίγωμα, και άλλες χωρίς τέτοιες ποινές, αλλά καμία αμαρτία η οποία γίνεται από πρόθεση δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς συνέπειες. Μη ηθελημένες παραβιάσεις των 613 εντολών δεν λογίζονται ως αμαρτίες. Οι "κατά λάθος αμαρτίες" θεωρούνται λιγότερο σοβαρές αμαρτίες. Όταν ακόμα υπήρχε ο Ναός της Ιερουσαλήμ, οι άνθρωποι προσφέρανε θυσίες για τα παραπτώματά τους. Η άφεση μέσω της θυσίας περιγράφεται πολύ συγκεκριμένα. Κατά κύριο λόγο, η θυσία παρέχει άφεση μόνο για τις "κατά λάθος αμαρτίες", δηλαδή αμαρτίες οι διαπράχθηκαν επειδή το άτομο ξέχασε ή δεν γνώριζε ότι συγκεκριμένη πράξη είναι αμαρτία. Σε κάποιες περιστάσεις όμως, η έλλειψη γνώσης θεωρείται κοντά στην ηθελημένη πρόθεση. Δεν απαιτείται εξιλέωση για παραβιάσεις που έγιναν υπό απειλή, και κατά κύριο λόγο, η θυσία δεν μπορεί να εξιλεώσει ηθελημένη αμαρτία. Παραπέρα, η θυσία δεν έχει κανένα αποτέλεσμα άφεσης αν το άτομο που κάνει την προσφορά δεν μετανοήσει ειλικρινώς για τις πράξεις του πριν κάνει την προσφορά, και αποκαταστήσει τη βλάβη σε όποιο πρόσωπο πιθανόν υπέστη βλάβη από αυτές τις πράξεις[5][6].

Ο Ιουδαϊσμός διδάσκει ότι κάθε ηθελημένη αμαρτία έχει συνέπειες. Οι εντελώς δίκαιοι υποφέρουν για τις αμαρτίες του (εξαθλίωση, φτώχια, και δεινά που στέλνει σε αυτούς ο Θεός) σε αυτόν τον κόσμο και λαμβάνουν την ανταμοιβή τους στον άλλο κόσμο. Αυτοί σε ενδιάμεση κατάσταση (όχι εντελώς δίκαιοι αλλά και όχι εντελώς κακοί), υποφέρουν και μετανοούν για τις αμαρτίες τους μετά θάνατον και τότε μόνο ενώνονται με τους δίκαιους. Οι εντελώς κακοί δεν μετανοούν ούτε στις πύλες της κολάσεως. Τέτοιοι άνθρωποι ευημερούν σε αυτόν τον κόσμο και λαμβάνουν την ανταμοιβή τους για κάθε καλή πράξη, αλλά δεν μπορούν να εξαγνιστούν και έτσι δεν μπορούν να αποφύγουν την Γέεννα, γιατί δεν μετανοούν ή δεν μπορούν να μετανοήσουν. Αυτός ο κόσμος συνεπώς μπορεί να φαίνεται άδικος, όπου οι δίκαιοι υποφέρουν και η κακοί ευημερούν[6][7].

Ισλάμ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στην Ισλαμική ηθικολογία, οι Μουσουλμάνοι βλέπουν ως αμαρτία καθετί εναντιώνεται στις εντολές του Αλλάχ, παραβίαση των νόμων και κανονισμών που έχουν τεθεί από τη θρησκεία}}[8] [9]. Οι ισλαμικοί όροι για την αμαρτία περιλαμβάνουν τα dhanb και khaṭīʾa, οι οποίοι είναι συνώνυμοι και αναφέρονται στις εκούσιες αμαρτίες. Ο όροςkhiṭʾ, που απλά σημαίνει αμαρτία, και ithm, που αναφέρεται σε βαρύτερες αμαρτίες[10]. Υπάρχει διάκριση μεταξύ «θανάσιμων» αμαρτιών, και μικρότερων, με τις πρώτες να οδηγούν στην αιώνια καταδίκη και την Κόλαση, και τις δεύτερες σε συγχώρεση μετά από μεταμέλεια και επιστροφή στον δρόμο του Αλλάχ, ειδικά αν έγινε απερίσκεπτα[8].

Μπαχάι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στην Μπαχάι Πίστη, οι άνθρωποι θεωρούνται καλή (τέλειοι) από τη δύση τους, κατά βάση πνευματικά όντα. Οι άνθρωποι δημιουργήθηκαν εξαιτίας της αμέτρητης αγάπης του Θεού. Όμως, η διδασκαλίες της Πίστης Μπαχάι συγκρίνουν την ανθρώπινη καρδιά με καθρέπτη, ο οποίος αν στραφεί μακριά από το φως του ήλιου (δηλαδή του Θεού), δεν είναι ικανή να δεχτεί την αγάπη του Θεού.

Η έννοια του Θεού σύμφωνα με την Μπαχάι Πίστη είναι αυτή του δίκαιου και του ελεήμονα. Ο Θεός θεωρείται ότι είναι "Αυτός που συγχωρεί ακόμα και τις πιο βαριές αμαρτίες."[11]. Η πιστοί της Μπαχάι πρέπει να μην επικεντρώνονται στις αμαρτίες των άλλων[12]. Επίσης, δεν επιτρέπεται να εξομολογούνται τις αμαρτίες τους σε άλλους με σκοπό τη συγχώρεση τους. Η άφεση είναι μεταξύ του ατόμου και του Θεού μόνο, και έτσι είναι ένα πολύ προσωπικό ζήτημα.

Αν κάποιος πληγεί από αμαρτία, πρέπει να μετανοήσει και να επιστρέψει στον Κύριό του. Εκείνος, πραγματικά, παρέχει συγχώρεση σε όποιος Εκείνος θέλει, και κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει εκείνο που βούλεται Εκείνος να υποδείξει. Είναι, αλήθεια, ο Φιλεύσπλαχνος, ο Παντοδύναμος, ο Πολυδόξαστος. — Μπαχαολλά[13]

Σιντοϊσμός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η κακές πράξεις στον Σιντοϊσμό κατηγοριοποιούνται σε δύο κατηγορίες, amatsu tsumi, "τα πιο ολέθρια εγκλήματα από όλα", και and kunitsu tsumi, "κοινώς αποκαλούμενα παραπτώμα"[14].

Τζαϊνισμός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στον Τζαϊνισμό, η λέξη για την αμαρτία είναι η σανσκριτική पाप (paap), η οποία είναι το αντίθετο της पुण्य (punya) που σημαίνει καλό. Ένα ον αποκτάει αμαρτία με βάση το κάρμα του, αν βλάψει κάποιον, γίνει η αιτία να βλαπτεί κάποιος, ή επιδοκιμάζει με σκέψη, λόγο ή πράξη το να βλαπτεί κάποιος.

Αν ένα ον δεν εγκαταλείψει την αμαρτία, το κάρμα του θα συνεχίζει να συσσωρεύεται και καμία αμαρτία δεν μπορεί να συγχωρεθεί χωρίς να δεχτεί κάποιος τις συνέπειές της και να μετανοήσει. Έτσι, ένα τέτοιο ον είναι δεσμευμένο να παραμείνει στο επίγειο κόσμο της μετενσάρκωσης.

Για την απόλυτη απελευθέρωση, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η Τζαϊνιστές πιστεύουν ότι δεν πρέπει να αποδιωχτεί μόνο το "αμαρτωλό κάρμα αλλά ακόμα και το "αξιέπαινο κάρμα". Αυτό σημαίνει ότι ένα ον μπορεί να επιτύχει πραγματικά το moksha (πλήρη απελευθέρωση της ψυχής από τον επίγειο κόσμο), μόνο αν η ψυχή είναι εντελώς και απολύτως αγνή και άδεια από κάθε είδους συσσώρευση κάρμα.

Χριστιανισμός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στην Παλαιά Διαθήκη, κάποιες αμαρτίες τιμωρούνταν με θάνατο, ενώ οι περισσότερες συγχωρούνταν με προσφορά θυσίας.

Στην Καινή Διαθήκη, η συγχώρεση των αμαρτιών γίνεται μέσω της πίστης και της μετάνοιας. Η αμαρτία συγχωρείται όταν ο αμαρτωλός αναγνωρίζει, εξομολογείται, και μετανοεί για τις αμαρτίες του ως μέρος της πίστης του στον Χριστό[15]. Ο αμαρτωλός πρέπει να εξομολογηθεί τις αμαρτίες του στον Θεό στα πλαίσια μιας διαρκούς σχέσης μαζί του, το οποίο επίσης περιλαμβάνει και την ευχαριστία προς τον Θεό. Το αμαρτωλό άτομο δεν είχε ποτέ ευάρεστη σχέση με τον Θεό. Όταν, ως μέρος της πορείας προς τη σωτηρία, ένα άτομο συγχωρείται, έρχεται σε σχέση με τον Χριστό η οποία διαρκεί για πάντα.[16] Στην Προς Ρωμαίους Επιστολή αναφέρεται ότι αν κάποιος μετανοήσει για τις αμαρτίες του, θα κληρονομήσει τη σωτηρία[17]

Σύμφωνα με την έννοια του Προπατορικού αμαρτήματος, η αμαρτία μπήκε στον κόσμο με την αμαρτία του Αδάμ και της Εύας στον Κήπο της Εδέμ και ότι από τότε οι άνθρωποι ζουν με τις συνέπειες εκείνης της πρώτης αμαρτίας.[18]

Στον Καθολικό Χριστιανισμό οι αμαρτίες ταξινομούνται σε σοβαρές αμαρτίες που ονομάζονται θανάσιμες αμαρτίες, και λιγότερο σοβαρές αμαρτίες που ονομάζονται συγχωρητέες αμαρτίες. Οι πρώτες έχουν σαν αποτέλεσμα να χαθεί η σωτηρία, εκτός αν ο αμαρτωλός μετανοήσει, και οι δεύτερες χρειάζονται κάποιου είδους πράξη ποινής (κανόνας) στη Γη ή στο Καθαρτήριο.[19]

Σύμφωνα με τον Χριστιανισμό, ο Ιησούς εξαγόρασε με τη θυσία του τις αμαρτίες του κόσμου. Επίσης, είναι ο Αμνός του Θεού, ο μόνος αναμάρτητος.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. «sin». Oxford University Press. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Ιουλίου 2017. Ανακτήθηκε στις 28 Αυγούστου 2017. 
  2. Soka Gakkai Dictionary of Buddhism, Soka Gakkai, "Three Poisons": "Greed, anger, and foolishness. The fundamental evils inherent in life that give rise to human suffering."
  3. «The Seven Noachide Laws - Jewish Virtual Library». Jewishvirtuallibrary.org. Ανακτήθηκε στις 14 Ιουνίου 2015. 
  4. Rosenberg, A. J.· Rashi (1969). The Book of Genesis (Genesis 8:21 with Rashi's commentary). New York: The Judaica Press. ISBN 1880582082. 
  5. «Sacrifices and Offerings (Karbanot)». Jewish Virtual Library. Ανακτήθηκε στις 1 Μαρτίου 2015. 
  6. 6,0 6,1 Rabbi Michael Skobac. «Leviticus 17:11». Jews for Judaism. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 30 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 1 Μαρτίου 2015. 
  7. «Reward and Punishment». Jewish Virtual Library. Ανακτήθηκε στις 1 Μαρτίου 2015. 
  8. 8,0 8,1 Αμαρτία και Συγχώρεση στον Χριστιανισμό και το Ισλάμ, σελ. 23-29
  9. «Oxford Islamic Studies Online». Sin. Oxford University Press. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 16 Ιανουαρίου 2018. Ανακτήθηκε στις 13 Ιουλίου 2018. 
  10. Wensinck, A. J. (2012). «K̲h̲aṭīʾa». Στο: P. Bearman, Th. Bianquis, C.E. Bosworth, E. van Donzel, W.P. Heinrichs, επιμ. Encyclopaedia of Islam (2nd έκδοση). Brill. https://dx.doi.org/10.1163/2214-871X_ei1_SIM_4141. 
  11. [1]
  12. Bahá'í Reference Library - Directives from the Guardian, Pages 41-42
  13. Bahá'í Reference Library - The Kitáb-i-Aqdas, Pages 34-49
  14. The Essence of Shinto: The Spiritual Heart of Japan by Motohisa Yamakage
  15. Schmaus, Michael (1975). Dogma: The Church as Sacrament. Rowman & Littlefield Publishers, Inc. σελ. 220,222. ISBN 0-7425-3203-8. Ανακτήθηκε στις 11 Απριλίου 2015. 
  16. Willmington, H.L. (1981). Willmington's Guide to the Bible. Tyndale House Publishers, Inc. σελ. 725. ISBN 0-8423-8804-4. 
  17. Προς Ρωμαίους 6:23 Αρχειοθετήθηκε 2018-07-11 στο Wayback Machine. «τὰ γὰρ ὀψώνια τῆς ἁμαρτίας θάνατος, τὸ δὲ χάρισμα τοῦ Θεοῦ ζωὴ αἰώνιος ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν.»
  18. «Original Sin». Catholic Encyclopedia. 1 Φεβρουαρίου 1911. Ανακτήθηκε στις 1 Μαρτίου 2015. 
  19. Catechism of the Catholic Church No. 1472. The Vatican. 

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]