Έρικ Κλάπτον

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Έρικ Κλάπτον
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Eric Clapton (Αγγλικά)
ΨευδώνυμοSlowhand
Γέννηση30  Μαρτίου 1945[1][2][3]
Ρίπλεϊ[4]
Χώρα πολιτογράφησηςΗνωμένο Βασίλειο
Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής[5]
ΣπουδέςKingston University και The Hollyfield School and Sixth Form Centre
Ιδιότητακιθαρίστας, τραγουδιστής-τραγουδοποιός, αυτοβιογράφος[6], συνθέτης[7], μουσικός της τζαζ, τραγουδιστής και μουσικός ηχογραφήσεων
ΣύζυγοςΠάτι Μπόιντ (1979–1983) και Melia McEnery (από 2002)
ΤέκναConor Clapton
Όργανακιθάρα[8], φωνή[8] και Ηλεκτρική κιθάρα[9]
Είδος τέχνηςροκ, μπλουζ, μπλουζ ροκ, Ψυχεδελικό ροκ, jazz fusion[10] και χαρντ ροκ
ΒραβεύσειςRock and Roll Hall of Fame (2000)[11], Διοικητής του Τάγματος της Βρετανικής Αυτοκρατορίας (2004), Βραβείο Grammy Συνολικής Προσφοράς (2006) και Silver Clef Award
ΙστοσελίδαΕπίσημος ιστότοπος
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Έρικ Πάτρικ Κλάπτον (αγγλικά: Eric Patrick Clapton‎‎, 30 Μαρτίου 1945) είναι Άγγλος κιθαρίστας, συνθέτης και τραγουδιστής της ροκ και της μπλουζ. Γεννήθηκε στο Ρίπλεϊ (Ripley) της κομητείας του Σάρεϊ στο σπίτι των γονέων της ανύπαντρης μητέρας του, Πατρίσια Μόλλυ Κλάπτον (Patricia Molly Clapton). Πατέρας του ήταν ο Έντουαρντ Ουόλτερ Φράιερ (Edward Walter Fryer), Καναδός στρατιώτης ο οποίος τελικά παντρεύτηκε την Πατρίσια και μετακόμισαν στον Καναδά και αργότερα στη Γερμανία.

Βιογραφικό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πρώτα χρόνια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μεγάλωσε με τους γονείς της μητέρας του Ρόουζ και Τζακ Κλαπ, οι οποίοι όμως δεν τον υιοθέτησαν ποτέ επισήμως. Εκείνοι ήταν και αυτοί που αγόρασαν την πρώτη του κιθάρα στα 13α γενέθλιά του. Στην αρχή δυσκολεύτηκε και την παράτησε για δύο χρόνια. Μετά από 3 χρόνια, στα 16 του ξεκίνησε τη συνεχή ενασχόλησή του με την κιθάρα και την μπλουζ μουσική της εποχής που τον είχε έντονα επηρεάσει [12]. Αγαπημένοι του καλλιτέχνες ήταν ο B.B. King, ο Ρόμπερτ Τζόνσον και ο Μάντι Γουότερς.

Πρώτα βήματα στη μουσική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σόλο περιοδεία στην Βαρκελώνη (Ισπανία) το 1974

Αφού τελείωσε το σχολείο έπαιξε για λίγο ως πλανόδιος μουσικός. Το 1963 εντάχθηκε στο πρώτο του συγκρότημα, στους Roosters μαζί με τον Τομ Μακ Γκίνες οι οποίοι έπαιζαν κυρίως μουσική rhythm and blues. Αργότερα έπαιξε στους Yardbirds μαζί με τον Τζίμι Πέιτζ και τον Τζεφ Μπεκ όπου έμεινε μέχρι και για το τραγούδι τους "For your Love" για να προσχωρήσει στη συνέχεια στους Bluesbreakers του Τζων Μάγιαλ τον Απρίλιο του 1965.

Ο Έρικ Κλάπτον σε συναυλία στο Ρότερνταμ τον Ιούνιο του 2006

Ο ανήσυχος κιθαρίστας αποφάσισε αμέσως μετά να κάνει πράξη το μεγάλο όνειρο για ένα ταξίδι περιπλάνησης στην Ανατολή. Έτσι, ο δρόμος τον έφερε το καλοκαίρι του 1965 στην Ελλάδα. Την ίδια στιγμή που βρετανικά περιοδικά του απέδιδαν τον τίτλο του καλύτερου κιθαρίστα στον κόσμο, ο Κλάπτον φιλοξενούνταν στο σπίτι του μουσικού Δημήτρη Πολύτιμου των MGC. Σύντομα, ο απένταρος Έρικ θα αναζητούσε δουλειά στα μπαράκια της Αθήνας. Η ιστορία για πολλά χρόνια φάνταζε σαν ένας σύγχρονος αστικός μύθος. Η δημοσιογραφική έρευνα όμως συνέθεσε το προσωπικό πάζλ του Κλάπτον και επιβεβαίωσε ότι τον Οκτώβριο του 1965 έπαιξε σε ελληνικό συγκρότημα! Μετά από ένα τραγικό αυτοκινητιστικό δυστύχημα που κόστισε τη ζωή στον μπασίστα Θάνο Σογιούλ και τον τραυματισμό του κιθαρίστα Αλέκου Καρακαντά, μέλη και οι δύο του αθηναϊκού γκρουπ «Τζούνιορς», ο Κλάπτον προσκλήθηκε και έπαιξε κιθάρα με τα εναπομείναντα μέλη στην Κυψέλη και αλλού....


Τον Ιούλιο του 1966 αποχωρεί από τους Bluesbreakers και ιδρύει τους Cream με τον ντράμερ Τζίντζερ Μπέικερ και τον μπασίστα Τζακ Μπρους. Το 1968 οι Cream διαλύονται για να επανενωθούν μετέπειτα το 1993 και το 2005 δίνοντας συναυλίες στο Royal Albert Hall του Λονδίνου και το Madison Square Garden της Νέας Υόρκης. Το συγκρότημα διαλύεται οριστικά το 2006.

Θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους κιθαρίστες όλων των εποχών και ο μόνος καλλιτέχνης που απέσπασε τρία βραβεία Grammy το 1993 για την συνεισφορά του στην ροκ ως μέλος των Yardbirds και των Cream και το 2000 για την προσωπική του δουλειά.

Είναι Ηγέτης (Commander) της Βρετανικής Αυτοκρατορίας (CBE) από το 2004 και ιππότης του τάγματος (OBE) από το 1994 για την προσφορά του στη μουσική.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 9  Απριλίου 2014.
  2. (Αγγλικά) SNAC. w6h82h8s. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  3. (Αγγλικά) Internet Broadway Database. 84072. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  4. (Αγγλικά) Carnegie Hall linked open data. Ιουνίου 2017. 8719. Ανακτήθηκε στις 2  Μαΐου 2022.
  5. LIBRIS. 26  Μαρτίου 2018. libris.kb.se/katalogisering/42gjlxgn4fkg8tz. Ανακτήθηκε στις 24  Αυγούστου 2018.
  6. «Who's who» (Βρετανικά αγγλικά, Αγγλικά) A & C Black. U44445.
  7. (Γαλλικά, Ολλανδικά, Αγγλικά, Γερμανικά, Ιταλικά, Ισπανικά) Musicalics. 97682. Ανακτήθηκε στις 5  Απριλίου 2022.
  8. 8,0 8,1 Montreux Jazz Festival Database. 880. Ανακτήθηκε στις 24  Σεπτεμβρίου 2020.
  9. Montreux Jazz Festival Database. 1218. Ανακτήθηκε στις 24  Σεπτεμβρίου 2020.
  10. Montreux Jazz Festival Database. Ανακτήθηκε στις 24  Σεπτεμβρίου 2020.
  11. eric-clapton.
  12. «Αρχειοθετημένο αντίγραφο». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 23 Δεκεμβρίου 2017. Ανακτήθηκε στις 13 Δεκεμβρίου 2012. 

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Rock Εγκυκλοπαίδεια, Εκδόσεις ΔΟΛ: Λήμμα Eric Clapton