Wie schön leuchtet der Morgenstern, BWV 1

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Χειρόγραφο αντίγραφο του μέρους του βιολιού από την καντάτα Wie schön leuchtet der Morgenstern

Η καντάτα Wie schön leuchtet der Morgenstern (Πόσο όμορφα λάμπει το αστέρι της αυγής), με αριθμό BWV 1, είναι το πρώτο σε αρίθμηση έργο του Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ, σύμφωνα με τον συγκεκριμένο κατάλογο τον οποίο επινόησε ο Γερμανός μουσικολόγος Βόλφγκανγκ Σμίντερ (Wolfgang Schmieder, 1901 – 1990) και χρησιμοποιείται ευρύτατα σήμερα. Το έργο ανήκει στις εκκλησιαστικές και, μάλιστα, χορωδιακές -ή κοράλ- καντάτες του μεγάλου κάντορα και συνετέθη κατά την παραμονή του στην Λειψία, το 1725. Παρουσιάστηκε στις 25 Μαρτίου του ιδίου έτους, την Κυριακή των Βαΐων που, συμπτωματικά, συνέπεσε εκείνη τη χρονιά με την γιορτή του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου στην οποία είχε αφιερωθεί η καντάτα (Festo annunciationis Mariae).

Αρίθμηση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η καντάτα Wie schön leuchtet der Morgenstern επιλέχθηκε από την Bach-Gesellschaft, δηλαδή την Εταιρεία που σχηματίστηκε το 1850 με σκοπό την δημοσίευση των Απάντων του Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ, χωρίς συντακτικές προσθήκες, για να ξεκινήσει τον πρώτο τόμο το 1850, έναν αιώνα μετά το θάνατο του Μπαχ.[1] Αργότερα αναφέρεται ως BWV 1 στον Κατάλογο Werke-Verzeichnis.

Κείμενο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο ύμνος πάνω στον οποίο βασίζεται η καντάτα- ανήκει στον Γερμανό λουθηρανό πάστορα, ποιητή και υμνογράφο Φ. Νικολάι (Philipp Nicolai, 1556 – 1608)[2] και γράφηκε το 1599. Το κείμενο, ωστόσο, ανήκει σε μεταγενέστερο άγνωστο ποιητή, ο οποίος διατήρησε -όπως και σε άλλες κοράλ καντάτες- του δεύτερου κύκλου καντατών του Μπαχ, την πρώτη και την τελευταία στροφές του ύμνου αμετάβλητες, αλλά παράφρασε τα θέματα των εσωτερικών στροφών με σειρές από εναλλασσόμενα ρετσιτατίβα και άριες. Ο ύμνος, σε επτά στροφές, σχετίζεται τόσο με τα Θεοφάνια όσο και με τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου.[3][4] Συγκεκριμένα, ο άγνωστος ποιητής/στιχουργός διατήρησε την πρώτη και την τελευταία στροφή του ύμνου χρησιμοποιώντας την στροφή 2 για το πρώτο ρετσιτατίβο, την στροφή 3 για την πρώτη άρια, την στροφή 4 και μέρος της στροφής 5 για το δεύτερο ρετσιτατίβο και την στροφή 6 για την δεύτερη άρια. Ο ύμνος, εκφράζοντας την επιθυμία για την άφιξη του Σωτήρος, μπορεί να συνδεθεί με τη γέννηση του Ιησού που ανακοινώθηκε στην Παναγία (Ευαγγελισμός). Το θέμα της άφιξης είναι, επίσης, πρέπον για την Κυριακή των Βαΐων, οπότε γιορτάζεται η άφιξη του Ιησού στην Ιερουσαλήμ. Ο μελετητής του Μπαχ, Alfred Dürr, σημειώνει: «Ο λιμπρετίστας θα πρέπει να πιστωθεί με την ενσυναίσθηση που δείχνει για την θέρμη που χαρακτηρίζει το ποίημα του Νικολάι και που έχει κάνει τους ύμνους (του) ένα διαρκές απόκτημα της προτεσταντικής Εκκλησίας».[3]

Αν και το όνομα του λιμπρετίστα, ενός «ποιητικά και θεολογικά αρμόδιου και ειδικού», δεν είναι γνωστό, όπως προαναφέρθηκε, οι μελετητές υποθέτουν ότι ήταν ο Α. Στούμπελ (Andreas Stubel, 1653-1725), ένας πρώην διευθυντής της φημισμένης Σχολής του Αγίου Θωμά της Λειψίας (Thomasschule).[5]

Ιστορικό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η πρώτη έκδοση του βιβλίου του Νικολάι (1599), που συμπεριελάμβανε τον κεντρικό ύμνο της καντάτας.

Ο Μπαχ ήταν στην τρίτη χρονιά του ως κάντορας στην εκκλησία του Αγίου Θωμά στη Λειψία, και η γιορτή του Ευαγγελισμού ήταν η μόνη περίπτωση κατά τη διάρκεια της Σαρακοστής, που επιτρεπόταν η εκτέλεση εορταστικής μουσικής. Το θέμα του ύμνου ταιριάζει τόσο για τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου όσο και για την Κυριακή των Βαΐων, στο πνεύμα της προσδοκίας για την Θεία άφιξη.

Το Wie schön leuchtet der Morgenstern αποδείχθηκε ότι ήταν η τελευταία χορωδιακή καντάτα του Μπαχ στον δεύτερο κύκλο καντατών του. Εάν ο Στούμπελ ήταν όντως ο λιμπρετίστας/στιχουργός, ο θάνατός του, τον Γενάρη του 1725, δικαιολογεί την συγκεκριμένη απόφαση του Μπαχ, δεδομένου ότι είχε στερηθεί συνεργάτη στην απόδοση κειμένου των ύμνων (λιμπρετίστα). Ο συνθέτης στράφηκε σε άλλα κείμενα για το υπόλοιπο τελετουργικό χρόνο του Πάσχα, της Πεντηκοστής και της Αγίας Τριάδας.

Οργανοθεσία και δομή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η καντάτα είναι γραμμένη στην Φα Μείζονα και έχει 6 μέρη. Ο Μπαχ την συνέθεσε για τρεις σολίστες φωνής (S, T, B), τετράφωνη χορωδία και μπαρόκ ενόργανο σύνολο από δύο κόρνα, δύο όμποε da Caccia, δύο σόλο βιολιά concertante, δύο βιολιά ripieno, βιόλα και μπάσο κοντίνουο. Όλα τα όργανα (tutti) παίζουν στην εορταστική χορωδιακή εισαγωγή, ενώ η σοπράνο (S) τραγουδάει την μελωδία -ύμνο- με τις χαμηλότερες φωνές να απαντούν αντιστικτικά στα θέματα των οργάνων. Το όμποε da Caccia οδηγεί την πρώτη άρια, τα σόλο βιολιά και τα έγχορδα συνοδεύουν στη δεύτερη άρια, και ένα ανεξάρτητο μέρος από κόρνα την χορωδία του φινάλε.

Η συγκεκριμένη οργανοθεσία (scoring) με τα χάλκινα πνευστά, γινόταν συνήθως στις εορταστικές εκτελέσεις.[6] Το έργο διαρκεί γύρω στα 25 λεπτά της ώρας.[3]

Μέρος Τίτλος Κείμενο Φόρμα Σολίστ Οργανοθεσία Τονικότητα Μέτρο
1 Wie schön leuchtet der Morgenstern Νικολάι Κοράλ φαντασία SATB 2 Κόρνα, 2 Όμποε da caccia, 2 Βιολιά concertante, 2 Βιολιά ripieno, 1 Βιόλα Φα Μείζων 12/8
2 Du wahrer Gottes und Marien Sohn Ανώνυμος Ρετσιτατίβο Τ Ρε Ελάσσων 4/4
3 Erfüllet, ihr himmlischen göttlichen Flammen Ανώνυμος Άρια S 1 Όμποε da caccia Σιb Μείζων 4/4
4 Ein irdscher Glanz, ein leiblich Licht Ανώνυμος Ρετσιτατίβο Β Σολ Ελάσσων 4/4
5 Unser Mund und Ton der Saiten Ανώνυμος Άρια Τ 2 Βιολιά concertante, 2 Βιολιά ripieno, 1 Βιόλα Φα Μείζων 3/8
6 Wie bin ich doch so herzlich froh Νικολάι Κοράλ SATB 2 Κόρνα, 2 Όμποε da caccia, 2 Βιολιά, 1 Βιόλα Φα Μείζων 4/4

(S: Σοπράνο, A: Άλτο, T: Τενόρος, B: Μπάσος)

  • Η τονικότητα στα ρετσιτατίβα αναφέρεται μόνον για τα πρώτα μέτρα, ενώ μπορεί να αλλάζει δραματικά στην τελική πτώση.
  • Το μπάσο κοντίνουο δεν αναφέρεται διότι παίζει σε όλα τα μέρη.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • «Λεξικό Μουσικής και Μουσικών» (Dictionary of Music and Musicians) του George Grove, D.C.L. (Oxford, 1880)
  • Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Λαρούς Μπριτάνικα, έκδοση 1991.
  • Enciclopedia Bompiani-Musica, Milano (εκδόσεις ΑΛΚΥΩΝ, 1985)