4η Συμφωνία (Μπετόβεν)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Πορτρέτο του Μπετόβεν το 1804, δηλαδή τρία χρόνια πριν την πρώτη εκτέλεση της συμφωνίας.

Η 4η Συμφωνία σε Σι ύφεση μείζονα, Op. 60 (γερμανικά: 4. Sinfonie in B-Dur Op. 60) είναι μία συμφωνία του Λούντβιχ βαν Μπετόβεν, αποτελούμενη από τέσσερα μέρη και γραμμένη το καλοκαίρι του 1806.[1] Για πρώτη φορά παρουσιάστηκε ένα χρόνο αργότερα σε προσωπικό κονσέρτο στο σπίτι του πρίγκιπα Φραντς Γιόζεφ φον Λόμπκοβιτς.[2] Η πρώτη δημόσια παράσταση ήταν στο Μπούργκτεατερ της Βιέννης τον Απρίλιο του 1808.

Υπόβαθρο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το έργο αφιερώθηκε στον Κόντε Φραντς φον Όπερσντορφ, έναν συγγενή του Πρίγκιπα Λιχνόβσκι. Ο Κόντες είχε συναντήσει τον Μπετόβεν, όταν ταξίδεψε στην καλοκαιρινή οικεία του Λιχνόβσκι, όπου διέμενε ο Μπετόβεν. Ο Όπερσντορφ άκουσε εκεί τη 2η Συμφωνία σε Ρε μείζονα και του άρεσε τόσο πολύ, ώστε του προσέφερε ένα μεγάλο χρηματικό ποσό για να γράψει για αυτόν τη νέα του συμφωνία. Ο Μπετόβεν ανέλαβε το έργο αυτό το καλοκαίρι του 1806 και το ολοκλήρωσε σχεδόν μέσα σε ένα μήνα, ενώ παράλληλα δούλευε στο Κονσέρτο για πιάνο No. 4 και αναθεωρούσε την όπερά του Φιντέλιο, η οποία έως τότε ήταν γνωστή ως Leonore. Η αφιέρωση έγραφε: «Στον Σιλέσια Ευγενή Κόντε Φραντς φον Όπερσαντορφ».[3]

Ο Εκτόρ Μπερλιόζ είχε τόσο συγκλονιστεί από το δεύτερο μέρος της συμφωνίας, ώστε υποστήριξε ότι αυτή η δουλειά ανήκε στον Αρχάγγελο Μιχαήλ, και ότι είναι αδύνατο να το δημιούργησε κάποιο ανθρώπινο ον.[4] Ο Ρόμπερτ Σούμαν, αποκάλεσε αυτό το σπουδαίο έργο του Μπετόβεν «μία καλλίγραμμη Ελληνίδα κυρά, ανάμεσα σε δύο Σκανδιναβούς γίγαντες» (παραλληλίζοντας ως Ελληνίδα κυρά τούτη τη Συμφωνία και ως γίγαντες την και την ).[5][6]

Ενορχήστρωση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Δομή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η συμφωνία αποτελείται από τέσσερα μέρη:

  1. AdagioAllegro vivace, 2/2 - Σι ύφεση ελάσσονα – Σι ύφεση μείζονα
  2. Adagio, 3/4 - Μι ύφεση μείζονα
  3. Allegro vivace, 3/4 - Σι ύφεση μείζονα
  4. Allegro ma non troppo, 2/4 Σι ύφεση μείζονα

Μία τυπική εκτέλεση της συμφωνίας διαρκεί περίπου 33 λεπτά.

Γενικά η συμφωνία είναι ευχάριστη και διασκεδαστική, με ενορχήστρωση που θυμίζει τους τρόπους του Γιόζεφ Χάυντν, με τον οποίο ο Μπετόβεν μελετούσε μία δεκαετία πριν. Η τέταρτη συμφωνία έρχεσαι σε αντιπαράθεση με τις αλλαγές που έγιναν στον τρόπο σύνθεσης του στην Ηρωική Συμφωνία, ενώ πολλές φορές επισκιάζεται από τον διάδοχό της, την 5η Συμφωνία, την οποία την είχε αφήσει έως ότου ολοκληρωνόταν η 4η.

Παρόλο που η συμφωνία αυτή ταιριάζει πιο πολύ με τον τρόπο σύνθεσης των πρώτων δύο συμφωνιών, στην Τέταρτη διαφαίνεται η αυξημένη δυναμικότητα του συνθέτη, περισσότερο στο πρώτο μέρος, το οποίο ο Λέοναρντ Μπέρνσταϊν το είχε περιγράψει ως «μία μυστηριώδης εισαγωγή, η οποία τριγυρνά ανάμεσα από ελάσσονες κλίμακες, άσχετες με τον οπλισμό, και απρόθυμες να καταλήξουν στη Σι ύφεση μείζονα».[7]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Symphony No. 6 in F Major, Op. 68 Pastorale (Schott Music), επιμ. Max Unger, σελ. vi
  2. Steinberg, Michael: The Symphony: A Listeners Guide. σσ. 19-24. Oxford University Press, 1995.
  3. Paul Netl (1976) Beethoven Handbook. New York: Frederick Ungar Publishing Co., σελ. 262
  4. Thompson, Oscar (1935). How to Understand Music. New York: The Dial Press, Inc. σελ. 172. 
  5. Lockwood, Lewis (2015). «4». Beethoven's Symphonies: An Artistic Vision (ebook). New York: W.W. Norton. ISBN 9780393076448. Ανακτήθηκε στις 17 Ιανουαρίου 2016. 
  6. Grove, George (1896). Beethoven and His Nine Symphonies. London: Novello. σελ. 98. Ανακτήθηκε στις 17 Ιανουαρίου 2016. 
  7. https://www.youtube.com/watch?v=DAVt299d6kY&list=PL94868467DC29BAAD&index=4

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]