Ψυχιατρική

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Η ψυχιατρική είναι η ιατρική ειδικότητα που αφορά τη μελέτη, τη διάγνωση, τη θεραπεία και την πρόληψη των ψυχικών διαταραχών. Αυτές περιλαμβάνουν ποικίλες ανωμαλίες που σχετίζονται με το συναίσθημα, τη συμπεριφορά, τη διανόηση και την αντίληψη.

Η αρχική ψυχιατρική εκτίμηση ενός ατόμου τυπικά ξεκινάει με τη λήψη ιστορικού του ασθενούς και την εξέταση της νοητικής του κατάστασης. Ψυχολογικά τεστ και σωματικές εξετάσεις μπορεί να διεξαχθούν και περιλαμβάνουν σε μερικές περιπτώσεις τη χρήση τεχνικών νευροαπεικόνισης ή άλλων νευροφυσιολογικών τεχνικών. Η διάγνωση των ψυχικών διαταραχών, συνήθως, πραγματοποιείται σύμφωνα με κριτήρια που έχουν απαριθμηθεί σε εγχειρίδια όπως το ευρέως γνωστό "Diagnostic and Statistical Manual of Mental Disorders (DSM)" (Διαγνωστικό και Στατιστικό Εγχειρίδιο των Ψυχικών Διαταραχών), που έχει εκδοθεί από τον Αμερικανικό Ψυχιατρικό Σύλλογο (American Psychiatric Association) και την "International Classification of Diseases] (ICD)" (Διεθνής ταξινόμηση των Ασθενειών), που έχει επιμεληθεί και χρησιμοποιηθεί από τον Παγκόσμιο οργανισμό Υγείας. Η πέμπτη έκδοση του DSM εκδόθηκε το 2013 και η εξέλιξή του αναμενόταν να παρουσιάζει σημαντικό ενδιαφέρον σε πολλά ιατρικά πεδία.[1]

Η πρακτική της συνδυασμένης θεραπείας της ψυχιατρικής φαρμακευτικής αγωγής με την ψυχοθεραπεία έχει γίνει ο πιο συνηθισμένος τρόπος αντιμετώπισης ψυχικών ασθενειών στη σημερινή εποχή, σύμφωνα με το ψυχοκοινωνικό μοντέλο που προτάσσει η κλινική Ψυχολογία.[2] Αλλά η σύγχρονη πρακτική συμπεριλαμβάνει, επίσης, μια μεγάλη ποικιλία από άλλες μεθόδους, όπως για παράδειγμα επιθετική κοινοτική θεραπεία (assertive community treatment), συλλογική ενίσχυση (community reinforcement]) και υποστηρικτική εργασία (supported employment). Η θεραπεία μπορεί να γίνεται σε ασθενείς που είτε νοσηλεύονται ή βρίσκονται εκτός νοσοκομείου, ανάλογα με τη σοβαρότητα της λειτουργικής αναπηρίας ή άλλες πλευρές των εν λόγω διαταραχών.Η έρευνα και η αντιμετώπιση στην ψυχιατρική συνολικά διεξάγεται σε διεπιστημονική βάση, στην οποία συμμετέχουν, μεταξύ άλλων, ψυχολόγοι, νοσοκόμες, κοινωνικοί λειτουργοί, ραδιολόγοι, επιδημιολόγοι ή ειδικοί δημόσιας υγείας.

Ετυμολογία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο όρος "ψυχιατρική" επινοήθηκε πρώτα από τον Γερμανό γιατρό Γιόχαν Κρίστιαν Ράιλ (Johann Christian Reil) το 1808 και κυριολεκτικά σημαίνει την "ιατρική θεραπεία της ψυχής" (<ψυχή+ ιατρός, γιατρεύει την ψυχή). Ο ιατρός που ειδικεύεται στην ψυχιατρική είναι ψυχίατρος.

Θεωρία και επίκεντρο της ψυχιατρικής[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

"Psychiatry, more than any other branch of medicine, forces its practitioners to wrestle with the nature of evidence, the validity of introspection, problems in communication, and other long-standing philosophical issues" (Guze, 1992, p.4).

Η ψυχιατρική αφορά πεδία της ιατρικής που εστιάζονται ειδικά στο μυαλό, στοχεύοντας στη μελέτη, την αποτροπή και την αντιμετώπιση πνευματικών διαταραχών σε ανθρώπους.[3][4][5] Έχει χαρακτηριστεί ως μια διαμεσολάβηση μεταξύ της προοπτικής του κόσμου από ένα ευρύτερο κοινωνικό σύνολο και αυτής των ατόμων που είναι ψυχικά ασθενείς.[6]:7

Οι άνθρωποι που εξειδικεύονται στην ψυχιατρική, συχνά διαφοροποιούνται από τους περισσότερους επαγγελματίες της πνευματικής υγείας και τους ιατρούς, μιας και οφείλουν να εξοικειωθούν τόσο με τις κοινωνικές όσο και με τις βιολογικές επιστήμες.[4] Ο τομέας της ψυχιατρικής μελετά τις λειτουργίες των διαφορετικών οργάνων και συστημάτων του σώματος όπως προκύπτουν από τις υποκειμενικές εμπειρίες και την αντικειμενική φυσιολογία του ασθενούς.[7] Η ψυχιατρική αντιμετωπίζει ψυχικές διαταραχές, οι οποίες, συμβατικά, διαχωρίζονται σε τρεις πολύ γενικές κατηγορίες: ψυχικές ασθένειες, σοβαρές μαθησιακές δυσλειτουργίες και διαταραχές προσωπικότητας.[6]: 113  Ενώ το επίκεντρο της ψυχιατρικής έχει αλλάξει ελάχιστα με τον καιρό, οι διαγνωστικές και θεραπευτικές διαδικασίες έχουν εξελιχθεί δραματικά και συνεχίζουν να αναπτύσσονται. Από τα τέλη του εικοστού αιώνα το πεδίο της ψυχιατρικής συνεχίζει να γίνεται περισσότερο βιολογικό και λιγότερο ιδεολογικά απομονωμένο από τα άλλα πεδία της ιατρικής.[6]: 113 

Πεδίο εφαρμογής της πρακτικής[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Disability-adjusted life year for neuropsychiatric conditions per 100,000 inhabitants in 2002.
  no data
  less than 10
  10-20
  20-30
  30-40
  40-50
  50-60
  60-80
  80-100
  100-120
  120-140
  140-150
  more than 150

Αν και η ιατρική ειδικότητα της ψυχιατρικής χρησιμοποιεί έρευνες στα πεδία της νευροεπιστήμης, της ψυχολογίας, της ιατρικής, της βιολογίας, της βιοχημείας και της φαρμακολογίας,[8] γενικά θεωρείται ένα ενδιάμεσο πεδίο μεταξύ της νευρολογίας και της ψυχολογίας. Αντίθετα με τους υπόλοιπους ιατρούς και νευρολόγους, οι ψυχίατροι ειδικεύονται στη σχέση ιατρού-ασθενή και έχουν εκπαιδευτεί σε διάφορες εκτάσεις στη χρήση της ψυχοθεραπείας και σε άλλες θεραπευτικές επικοινωνιακές τεχνικές. Οι ψυχίατροι, επίσης, διαφέρουν από τους ψυχολόγους καθώς είναι ιατροί και έχουν κάνει μεταπτυχιακή εκπαίδευση, που ονομάζεται ειδικότητα στην ψυχιατρική, που διαρκεί, συνήθως, 4 με 5 χρόνια. Το πτυχίο της ιατρικής τους εκπαίδευσης είναι το ίδιο με όλους τους υπόλοιπους ιατρούς.[9] Οι ψυχίατροι, επομένως, μπορούν να συμβουλεύουν τους ασθενείς, να συνταγογραφούν, να ζητούν εργαστηριακές εξετάσεις, νευροαπεικονίσεις και να πραγματοποιούν σωματικές εξετάσεις.[10]

Ηθική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Όπως και άλλοι προστάτες της επαγγελματικής δεοντολογίας, η Παγκόσμια Ψυχιατρική Ένωση (World Psychiatric Association) εκδίδει έναν ηθικό κώδικα ώστε να ελέγχει τη δεοντολογία των ψυχιάτρων.Ο ηθικός κώδικας των ψυχιάτρων που ξεκίνησε πρώτα από τη Διακήρυξη της Χαβάης, το 1977, έχει επεκταθεί το 1983 στην αναβάθμιση της Βιέννης και, το 1996, στη διευρυμένη Διακήρυξη της Μαδρίτης. Ο κώδικας έχει αναθεωρηθεί περαιτέρω κατά τη διάρκεια οργάνωσης γενικών συγκεντρώσεων το 1999, το 2002, το 2005 και το 2011.[11] Ο κώδικας της Παγκόσμιας Ψυχιατρικής Ένωσης καλύπτει θέματα όπως η εκτίμηση του ασθενούς,η ενημερωμένη γνώση, η ανθρώπινη αξιοπρέπεια των νοητικά αδύναμων ασθενών, την εμπιστοσύνη, τη δεοντολογία της έρευνας, την επιλογή φύλου, την ευθανασία,[12] τη μεταμόσχευση οργάνων, τα βασανιστήρια,[13][14] τη θανατική ποινή, τις σχέσεις με τα ΜΜΕ, τη γενετική, εθνική ή την πολιτιστική διάκριση.[11]

Στην εγκαθίδρυση τέτοιων ηθικών νόμων, το επάγγελμα έχει να απαντήσει σε έναν αριθμό αντιπαραθέσεων σχετικά με την πρακτική εφαρμογή της ψυχιατρικής, όπως για παράδειγμα τη χρήση της λοβοτομής και της ηλεκτροσπασμοθεραπείας. Υπήρχαν ψυχίατροι που αμφισβήτησαν των κώδικα και λειτούργησαν έξω από τους κανόνες της ιατρικής ηθικής συμπεριλαμβανομένων τους Harry Bailey, Donald Ewen Cameron, Samuel A. Cartwright, Henry Cotton, και Andrei Snezhnevsky.[15][Χρειάζεται σελίδα]

Προσεγγίσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι ψυχιατρικές ασθένειες μπορούν να αντιληφθούν με πολλούς διαφορετικούς τρόπους. η βιοϊατρική προσέγγιση εξετάζει σημάδια και συμπτώματα και τα συγκρίνει με διαγνωστικά κριτήρια. Οι πνευματικές ασθένειες μπορούν να αντιληφθούν, αντιθέτως, μέσω μιας διήγησης η οποία προσπαθεί να ενσωματώσει τα συμπτώματα σε μία σημαντική ιστορία της ζωής και να τα πλαισιώσει ως απαντήσεις σε εξωτερικές συνθήκες. Και οι δύο προσεγγίσεις είναι σημαντικές στο πεδίο της ψυχιατρικής,[16] αλλά δεν συμφωνούν επαρκώς ώστε να διευθετήσουν την αντιπαράθεση πάνω στην ιδεολογική δομή της ψυχιατρικής ή του προσδιορισμού της ψυχοπαθολογίας. Η αντίληψη του "βιοψυχοκοινωνικού μοντέλου" συχνά χρησιμοποιείται για να υπογραμμίσει την πολυπαραγοντική φύση της κλινικής αναπηρίας.[17][18][19] Ωστόσο, σε αυτή την αντίληψη η λέξη "μοντέλο" δε χρησιμοποιείται με αυστηρά επιστημονικό τρόπο.[17] Εναλλακτικά, ένα "βιονοητικό μοντέλο" αναγνωρίζει τη φυσιολογική βάση για την ύπαρξη του μυαλού, αλλά αναγνωρίζει τη νόηση ως ένα τομέα ανεξάρτητο και αναλλοίωτο, στον οποίο μπορεί να προκύψει μία διαταραχή.[17][18][19] Η βιονοητική προσέγγιση περιλαμβάνει μια διανοητική αιτιολογία και παρέχει μία φυσική διιστική (δηλ. μη-πνευματική) διασκευή της βιοψυχοκοινωνικής οπτικής, που αντανακλά τις προσπάθειες του αυστραλιανού ψυχίατρου Niall McLaren να φέρει τον κλάδο σε μια επιστημονική ωριμότητα σε συμφωνία με τα παραδειγματικά πρότυπα του φιλοσόφου Thomas Kuhn.[17][18][19]

Όταν ένας ιατρός κάνει διάγνωση σε έναν ασθενή, υπάρχουν διάφοροι τρόποι που μπορούν να διαλέξουν ώστε να αντιμετωπίσουν την ασθένεια. Συχνά οι ψυχίατροι αναπτύσσουν μία θεραπευτική στρατηγική η οποία συνδυάζει διαφορετικές πτυχές από διαφορετικές προσεγγίσεις σε μία. Τα φάρμακα συνταγογραφούνται πολύ συχνά ώστε να πειθαρχήσουν τους ασθενείς μαζί με όποια θεραπεία ακολουθούν. Υπάρχουν τρεις κύριοι πυλώνες της ψυχοθεραπείας απ' όπου προέρχονται αρκετά συχνά οι θεραπευτικές στρατηγικές. Η ανθρωπιστική ψυχολογία προσπαθεί να τοποθετήσει το "σύνολο" του ασθενή στην προοπτική! Επίσης εστιάζει στην αυτο-ανακάλυψη.[20] Η θεωρία της συμπεριφοράς είναι μία θεραπευτική σχολή της σκέψης, η οποία επιλέγει να επικεντρωθεί μόνο σε πραγματικά και παρατηρήσιμα γεγονότα, παρά να εξορύξουν δεδομένα του υποσυνειδήτου. Η ψυχανάλυση, από την άλλη, συγκεντρώνεται σε ότι αφορά τη νεαρή ηλικία, τις παράλογες ενέργειες, το υποσυνείδητο και τις συγκρούσεις μεταξύ συνειδητού και υποσυνείδητου.[21]

Υποειδικότητες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το πεδίο της ψυχιατρικής έχει πολλές υποειδικότητες (επίσης γνωστές και ως υποτροφίες) που απαιτούν επιπρόσθετη εκπαίδευση η οποία πιστοποιείται από το Αμερικανικό Συμβούλιο Ψυχιατρικής και Νευρολογίας (American Board of Psychiatry and Neurology (ABPN)) και απαιτούν τη συντήρηση του προγράμματος πιστοποίησης[ Maintenance of Certification Program (MOC) για να συνεχίσεις. Σ'αυτές περιλαμβάνονται οι παρακάτω:[22]

  • Κλινική νευροφυσιολογία
  • Εγκληματολογική ψυχιατρική
  • Ψυχιατρική στον τομέα του εθισμού
  • Παιδική και εφηβική ψυχιατρική
  • Γηριατρική ψυχιατρική
  • Διασυνδετική ψυχιατρική
  • Διαχείριση πόνου
  • Ψυχοσωματική ιατρική (γνωστή και ως συμβουλευτική ψυχιατρική)
  • Ιατρική του ύπνου
  • Ιατρική εγκεφαλικής βλάβης

Επίσης, άλλες υποειδικότητες που υπάρχουν είναι οι εξής:[23]

  • Διαπολιτισμική ιατρική
  • Έκτακτη ψυχιατρική
  • Μαθησιακές δυσκολίες
  • Νευροαναπτυξιακές διαταραχές
  • Νοητικές ασθένειες, όπως σε ποικίλες μορφές της άνοιας
  • Βιολογική ψυχιατρική
  • Κοινωτική ψυχιατρική
  • Διεθνής ψυχική υγεία
  • Στρατιωτική ψυχιατρική
  • Κοινωνική ψυχιατρική
  • Αθλητική ψυχιατρική

Η ψυχιατρική στον τομέα του εθισμού επικεντρώνεται στην αξιολόγηση και τη θεραπεία των ατόμων που αντιμετωπίζουν προβλήματα με το αλκοόλ, τα ναρκωτικά, ή άλλες διαταραχές που σχετίζονται με ουσίες και με άτομα που έχουν διπλή διάγνωση ασθένειας που σχετίζεται με ουσίες σε συνδυασμό με κάποια άλλη ψυχιατρική διαταραχή. Η βιολογική ψυχιατρική: μία προσέγγιση της ψυχιατρικής που σκοπεύει στην κατανόηση των πνευματικών διαταραχών στο πλαίσιο της βιολογικής λειτουργίας του νευρικού συστήματος. Η παιδική και εφηβική ψυχιατρική: ο τομέας της ψυχιατρικής που εξειδικεύεται στη δουλειά με παιδιά, εφήβους και τις οικογένειές τουςof psychiatry. Η κοινωνική ψυχιατρική είναι μια προσέγγιση που αντανακλά μία αποκλειστική προοπτική της δημόσιας υγείας και βρίσκει εφαρμογή σε κοινοτικές υπηρεσίες ψυχικής υγείας.[24] Πολυπολιτισμική ψυχιατρική: ένας τομέας της ψυχιατρικής που αφορά το πολιτισμικό και εθνικό περιεχόμενο των πνευματικών διαταραχών και των υπηρεσιών της ψυχιατρικής. Έκτακτη ψυχιατρική:η κλινική εφαρμογή της ψυχιατρικής σε περιβάλλον έκτακτης ανάγκης. Εγκληματολογική ψυχιατρική: η σύνδεση μεταξύ του νόμου και της ψυχιατρικής. Γηριατρική ψυχιατρική:ο τομέας της ψυχιατρικής που ασχολείται με τη μελέτη, την παρεμπόδιση και την αντιμετώπιση των πνευματικών διαταραχών σε άτομα μεγαλύτερης ηλικίας. Παγκόσμια Πνευματική Υγεία:η περιοχή της μελέτης, έρευνας και εφαρμογής η οποία βάζει ως προτεραιότητα τη βελτίωση τς πνευματικής υγείας και την επίτευξη της ισότητας στην πνευματική υγείας σε όλους τους ανθρώπους παγκοσμίως.[25]Διασυνδετική ψυχιατρική: ο τομέας της ψυχιατρικής που εξειδικεύεται στην αλληλεπίδραση της ψυχιατρικής με άλλες ιατρικές ειδικότητες.Στρατιωτική ψυχιατρική:καλύπτει ειδικές πλευρές της ψυχιατρικής και πνευματικές διαταραχές μέσα στο πλαίσιο του στρατού.Νευροψυχιατρική:τομέας της ιατρικής που ασχολείται με πνευματικές διαταραχές που μπορούν να αποδοθούν σε ασθένειες του νευρικού συστήματος.Κοινωνική ψυχιατρική: ο τομέας της ψυχιατρικής που επικεντρώνεται στο διαπροσωπικό και πολιτισμικό περιεχόμενο των πνευματικών ασθενειών και τις ψυχικής υγείας.

Σε μεγαλύτερους οργανισμούς υγείας, τόσο δημόσιους όσο και ιδιωτικούς, οι ψυχίατροι συχνά, αναλαμβάνουν μεγαλύτερους ρόλους στη διαχείριση, καθώς είναι υπεύθυνοι για την ικανοποιητική και αποτελεσματική προσφορά των υπηρεσιών ψυχικής υγείας στους ανθρώπους του οργανισμού. Για παράδειγμα, ο διευθυντής των υπηρεσιών πνευματικής υγείας στα περισσότερα κέντρα είναι, συνήθως, ένας ψυχίατρος , αν και περιστασιακά, επιλέγονται και ψυχολόγοι για αυτή τη θέση.[εκκρεμεί παραπομπή]

Στις Η.Π.Α. η ψυχιατρική είναι μία από τις λίγες ειδικότητες η οποία προσφέρεται για περαιτέρω εκπαίδευση και πιστοποίηση όσον αφορά τα παυσίπονα, την παρηγορητική ιατρική και την ιατρική του ύπνου.

Κλάδος και πανεπιστημιακή κοινότητα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Επαγγελματίες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Όλοι οι ιατροί μπορούν να διαγνώσουν ψυχικές διαταραχές και να χορηγήσουν θεραπείες χρησιμοποιώντας της αρχές της ψυχιατρικής.Οι ψυχίατροι είναι είτε: 1) κλινικοί ιατροί που εξειδικεύονται στην ψυχιατρική και έχουν πιστοποίηση στο να αντιμετωπίζουν ψυχικές ασθένειες.[26] ή 2) επαγγελματίες στο ακαδημαϊκό πεδίο της ψυχιατρικής που έχουν χαρακτηριστεί ως ερευνητές ιατροί σ'αυτόν το τομέα. Οι ψυχίατροι μπορούν επίσης ,μέσω σημαντικής εκπαίδευσης να διεξάγουν ψυχοθεραπεία, ψυχανάλυση και γνωσιακή συμπεριφορική θεραπεία, αλλά είναι η εκπαίδευσή τους ως ιατροί που τους διαφοροποιεί από τους υπόλοιπους επαγγελματίες ψυχικής υγείας.[26] Υπάρχει μια σημαντική έλλειψη ψυχιάτρων στις Η.Π.Α. και σε άλλες περιοχές, που τους οδηγεί στην προσπάθεια περαιτέρω επέκτασης των υπηρεσιών τους χρησιμοποιώντας τεχνολογίες τηλεϊατρικής και άλλες μεθόδους.[27]

Έρευνα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η ψυχιατρική έρευνα είναι, από τη φύση της, διεπιστημονική: συνδυάζει κοινωνικές, βιολογικές και ψυχολογικές προοπτικές στην προσπάθεια να καταλάβει τη φύση και την αντιμετώπιση των ψυχικών διαταραχών.[28] Οι κλινικοί και ερευνητές ψυχίατροι μελετούν βασικά και κλινικά θέματα στα διερευνητικά ιδρύματα και δημοσιεύουν άρθρα σε περιοδικά.[8][29][30][31] Κάτω από την επίβλεψη των θεσμικών συμβουλίων αξιολόγησης (institutional review boards), οι ψυχίατροι που είναι κλινικοί ερευνητές κοιτούν σε θέματα όπως η νευροαπεικόνιση, η γενετική και η ψυχοφαρμακολογία ώστε να βελτιώσουν τη διαγνωστική εγκυρότητα και αξιοπιστία, να ανακαλύψουν νέες θεραπευτικές μεθόδους και να ταξινομήσουν νέες ψυχικές διαταραχές.[32]

Κλινική εφαρμογή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Διαγνωστικά συστήματα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η ψυχιατρική διάγνωση λαμβάνει χώρα σε ένα πολύ ευρύ περιβάλλον και εκτελείται από πολλούς διαφορετικούς επαγγελματίες υγείας.Επομένως, η διαγνωστική διαδικασία μπορεί να βασιστεί σε πολύ μεγάλο βαθμό πάνω σε αυτούς τους παράγοντες, Τυπικά, ωστόσο, ένας ψυχίατρος κάνει διάγνωση χρησιμοποιώντας μια διαφορική διαγνωστική διαδικασία στη οποία διεξάγονται μία εξέταση πνευματικής κατάστασης και μια σωματική εξέταση, με απόκτηση παθολογικού, ψυχοπαθολογικού ή ψυχοκοινωνικού ιστορικού και ,μερικές φορές, γίνονται μετρήσεις νευροαπεικόνισης ή άλλες νευροφυσιολογικές μετρήσεις, ή πραγματοποιούνται τεστ προσωπικότητας ή διανοητικά τεστ.[33][34][35][36] Σε μερικές περιπτώσεις, μία τομογραφία εγκεφάλου μπορεί να χρησιμοποιηθεί ώστε να αποκλείσει άλλες ψυχικές ασθένειες, αλλά αυτή την εποχή, το να βασίζεσαι αποκλειστικά σε τομογραφία του εγκεφάλου δεν μπορεί να διαγνώσει με ακρίβεια μια ψυχική ασθένεια ή να φανερώσει το ρίσκο απόκτησης μιας ψυχικής ασθένειας στο μέλλον.[37] Ορισμένοι ψυχίατροι ξεκινούν να χρησιμοποιούν τη γενετική κατά τη διάρκεια της διαγνωστικής διαδικασίας αλλά στο σύνολό της αυτή η πρακτική παραμένει ένα πεδίο έρευνας.[38][39][40]

Διαγνωστικά εγχειρίδια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σήμερα βρίσκονται σε χρήση τρία κύρια διαγνωστικά εγχειρίδια που ταξινομούν τις παθήσεις της ψυχικής υγείας. Το ICD-10 έχει δημιουργηθεί και εκδοθεί από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, περιλαμβάνει ένα τμήμα των ψυχιατρικών παθήσεων και χρησιμοποιείται παγκοσμίως.[41] Το Διαγνωστικό και Στατιστικό εγχειρίδιο των Ψυχικών Διαταραχών (Diagnostic and Statistical Manual of Mental Disorders),έχει δημιουργηθεί και εκδοθεί από τον Αμερικάνικο Ψυχιατρικό Σύλλογο (American Psychiatric Association),είναι επικεντρωμένο στις ψυχικές παθήσεις και είναι το κύριο όργανο ταξινόμησης που χρησιμοποιείται στις Η.Π.Α..[42] Είναι, πλέον, στην πέμπτη αναθεωρημένη έκδοση και, επίσης, χρησιμοποιείται παγκοσμίως.[42] Η Κινέζικη Κοινωνία των Ψυχιάτρων (Chinese Society of Psychiatry) έχει, επίσης, δημιουργήσει ένα διαγνωστικό εγχειρίδιο, το "Κινέζικη Ταξινόμηση των Ψυχικών Διαταραχών" (Chinese Classification of Mental Disorders).[43]

Η δηλωμένη πρόθεση των διαγνωστικών εγχειριδίων είναι ,τυπικά, να αναπτύξουν αναπαραγόμενες οι κλινικά χρήσιμες κατηγορίες και κριτήρια, ώστε να διευκολυνθεί η πλειοψηφία και να συμφωνήσει πάνω σε ορισμένες προδιαγραφές, ενώ υπάρχουν θεωρητικά όσον αφορά την αιτιολογία.[42][44] Οι κατηγορίες, ωστόσο, βασίζονται σε συγκεκριμένες ψυχιατρικές θεωρίες και δεδομένα. Είναι διευρυμένα και συχνά περιγράφονται με πολυάριθμους πιθανούς συνδυασμούς των συμπτωμάτων και πολλές απ' τις κατηγορίες αλληλοκαλύπτονται στη συμπτωματολογία ή τυπικά προκύπτουν μαζί.[45] Ενώ αρχικά σκόπευαν να είναι οδηγοί για έμπειρους ιατρούς, εκπαιδευμένους στη χρήση τους, η ορολογία χρησιμοποιείται ευρέως από ιατρούς, διευθυντές και ασφαλιστικές εταιρίες σε πολλές χώρες.[46]

Το DSM έχει προσελκύσει εγκώμια για την τυποποίηση των ψυχιατρικών διαγνωστικών κατηγοριών και κριτηρίων. Επίσης έχει προσελκύσει αντιπαραθέσεις και κριτική. Μερικοί κριτικοί υποστηρίζουν οτι το DSM αντιπροσωπεύει ένα μη επιστημονικό σύστημα που περιλαμβάνει τις απόψεις ορισμένων ισχυρών ψυχιάτρων. Υπάρχουν συνεχή θέματα που αφορούν την εγκυρότητα και την αξιοπιστία των διαγνωστικών κατηγοριών. Η πίστη σε επιφανειακά συμπτώματα, η χρήση τεχνικών διαχωριστικών γραμμών μεταξύ κατηγοριών και από την 'ομαλότητα', πιθανές πολιτισμικές προκαταλήψεις, η ιατρικοποίηση της ανθρώπινης δυσφορίας και οικονομικές διαμάχες του ενδιαφέροντος, που συμπεριλαμβάνουν την πρακτική των ψυχιάτρων με τη φαρμακευτική βιομηχανία. Οι πολιτικές διαμάχες σχετικά με την ενσωμάτωση ή τον αποκλεισμό των διαγνώσεων από το εγχειρίδιο, γενικά ή όσον αφορά συγκεκριμένα θέματα και η εμπειρία αυτών που έχουν επηρεαστεί άμεσα από το εγχειρίδιο με το να έχουν διαγνωστεί, συμπεριλαμβανομένου και του κινήματος των επιζώντων/καταναλωτών (consumer/survivor movement).[47][48][49][50] Η δημοσίευση του DSM, με πολύ προσεκτικά πνευματικά δικαιώματα, έχει κέρδη πάνω από 5 εκατομύρια δολάρια το χρόνο, με ιστορικά αθροιστικά κέρδη πάνω από 100 εκατομύρια δολάρια.[51]

Θεραπεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γενικές Σκέψεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εθνικό Ινστιτούτο Ψυχικής Υγείας. Δωμάτιο της ομοσπονδιακής υπηρεσίας ασθενών για ψυχιατρική έρευνα στο Μέριλαντ, ΗΠΑ.

Τα άτομα με θέματα ψυχικής υγείας συχνά αναφέρονται ως ασθενείς αλλά μπορεί και να χαρακτηριστούν πελάτες, καταναλωτές ή αποδέκτες υπηρεσιών. Μπορεί να βρεθούν υπό τη φροντίδα ενός ψυχιάτρου από πολλά μονοπάτια, τα δύο πιο συνηθισμένα είναι η αυτοπαραπομπή ή η παραπομπή από κάποιον ιατρό πρωτοβάθμιας φροντίδας. Εναλλακτικά, ένα άτομο μπορεί να παραπεμφθεί από νοσοκομειακούς υπαλλήλους, από δικαστική εντολή,με ακούσια δέσμευση ή στο Ηνωμένο Βασίλειο και την Αυστραλία, λόγω παράβασης του νόμου ψυχικής υγείας (mental health law).

Τα άτομα που υποβάλλονται σε μία ψυχιατρική εκτίμηση αξιολογούνται από έναν ψυχίατρο για την ψυχική και σωματική τους υγεία. Αυτό, συνήθως, περιλαμβάνει τη συνέντευξη με αυτό το άτομο και συχνά την πρόσληψη πληροφοριών από άλλες πηγές όπως άλλοι επαγγελματίες ψυχικής και κοινωνικής υγείας,συγγενείς,συναναστροφές,προσωπικό επιβολής του νόμου, προσωπικό έκτακτης ιατρικής και ψυχιατρικές κλίμακες αξιολόγησης. Πραγματοποιείται μία εξέταση ψυχικής κατάστασης και μια σωματική εξέταση ώστε να επιβεβαιώσει ή να αποκλείσει ασθένεια που μπορεί να συνεισφέρει σε ένα πιθανό ψυχιατρικό πρόβλημα.Μία σωματική εξέταση μπορεί επίσης να εξυπηρετήσει στην αναγνώριση για σημάδια αυτοτραυματισμού.Αυτή η εξέταση συχνά πραγματοποιείται από κάποιον άλλον και όχι από ψυχίατρο, ειδικά εάν περιλαμβάνουν εξετάσεις αίματος και ιατρικές απεικονίσεις.

Όπως οι περισσότερες φαρμακευτικές αγωγές, έτσι και τα φάρμακα που χορηγούνται από ψυχιάτρους μπορεί να έχουν δυσμενείς επιπτώσεις στους ασθενείς, και μερικά απ'αυτά απαιτούν συνεχή έλεγχο των θεραπευτικών ουσιών, όπως για παράδειγμα εξετάσεις αίματος που μετρούν τα επίπεδα των φαρμάκων στον ορό, νεφρική λειτουργία, ηπατική λειτουργία και/ή λειτουργία του θυρεοειδούς. Η ηλεκτροσπασμοθεραπεία (Electroconvulsive therapy - ECT) γίνεται μερικές φορές σε σοβαρές περιπτώσεις, όπως σε αυτές που δεν ανταποκρίνονται στην αγωγή.Η αποτελεσματικότητα[52][53] και οι δυσμενείς επιπτώσεις των ψυχιατρικών φαρμάκων μπορεί να ποικίλλουν από ασθενή σε ασθενή.

Για πολλά χρόνια, η αντιπαράθεση συμπεριελάμβανε τη χρήση της ακούσιας θεραπείας και τη χρήση του όρου "έλλειψη διορατικότητας" για το χαρακτηρισμό των ασθενών. Οι νόμοι των ψυχικών ασθενειών ποικίλλουν σημαντικά μεταξύ των δικαιοδοσιών, αλλά σε πολλές περιπτώσεις, η ακούσια ψυχιατρική θεραπεία επιτρέπεται όταν κρίνεται οτι υπάρχει ρίσκο για τον ασθενή ή άλλους εξαιτίας της ασθένειάς του.Η ακούσια θεραπεία αναφέρεται στη θεραπεία που χορηγείται βάση των συστάσεων του θεράποντος ψυχιάτρου χωρίς να απαιτεί τη συγκατάθεση του ασθενούς.[54]

Τα θέματα ψυχικής υγείας όπως οι διαταραχές της διάθεσης, η σχιζοφρένεια και άλλες ψυχωτικές διαταραχές ήταν οι πιο κοινές αρχικές διαγνώσεις για το Medicaid στις Η.Π.Α. το 2012.[55]

Εσωτερικοί ασθενείς[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι ψυχιατρικές θεραπείες έχουν αλλάξει πολύ τις τελευταίες δεκαετίες. Στο παρελθόν, οι ψυχιατρικοί ασθενείς συχνά, νοσηλεύονταν για έξι μήνες ή παραπάνω, ενώ μερικές περιπτώσεις περιελάμβαναν τη νοσηλεία για πολλά χρόνια. Σήμερα, οι άνθρωποι που λαμβάνουν ψυχιατρική θεραπεία είναι πιθανόν να αντιμετωπιστούν ως ασθενείς εκτός νοσοκομείου. Εάν η νοσηλεία είναι απαραίτητη, η παραμονή σε ένα μέσο νοσοκομείο είναι περίπου δύο εβδομάδες, με ένα μικρό αριθμό να απαιτεί μακροχρόνια νοσηλεία.

Οι εσωτερικοί ασθενείς στην ψυχιατρική είναι άνθρωποι που εισάγονται σε ένα νοσοκομείο ή σε μία κλινική ώστε να λάβουν ψυχιατρική φροντίδα. Μερικοί που εισάγονται χωρίς τη θέλησή τους, ίσως εσωκλείονται σε ένα ασφαλές νοσοκομείο ή σε μερικές περιπτώσεις σε κάποια εγκατάσταση μέσα σε ένα σωφρονιστικό σύστημα.Σε πολλές χώρες, συμπεριλαμβανομένων των Η.Π.Α. και του Καναδά, τα κριτήρια για την εισαγωγή χωρίς τη θέληση του ασθενούς ποικίλλουν και αφορούν την τοπική δικαιοδοσία. Μπορεί να είναι τόσο ελεύθεροι εάν έχουν μία ψυχική διαταραχή, ή περιορισμένοι εάν αποτελούν άμεσο κίνδυνο για τους εαυτούς ή/και άλλους. Η διαθεσιμότητα των κρεβατιών είναι συχνά ο κύριος λόγος για την απόφαση εισαγωγής ενός ασθενούς σε πιεσμένες δημόσιες εγκαταστάσεις. Η ευρωπαϊκή νομοθεσία για τα ανθρώπινα δικαιώματα περιορίζει την κράτηση σε πιστοποιημένες ιατρικά υποθέσεις ψυχικής διαταραχής και προσθέτει το δικαίωμα του έγκαιρου δικαστικού ελέγχου της κράτησης.

Οι άνθρωποι μπορούν να εισαχθούν εθελοντικά αν ο θεράπων ιατρός θεωρεί ότι η ασφάλεια δεν διακινδυνεύεται από αυτήν τη λιγότερο περιοριστική επιλογή. Οι θάλαμοι των εσωτερικών ασθενών της ψυχιατρικής μπορεί να είναι ασφαλείς( για αυτούς που φέρεται να έχουν ένα συγκεκριμένο ρίσκο βίας ή αυτοτραυματισμού) ή ξεκλείδωτο/ανοιχτό.Μερικοί θάλαμοι είναι μεικτοί ενώ οι θάλαμοι ίδιου φύλου είναι ολοένα και πιο ευνοημένες για την προστασία των γυναικών που είναι εσωτερικοί ασθενείς.Μέσα στη φροντίδα του νοσοκομείου, τα άτομα αξιολογούνται, ελέγχονται και συχνά τους χορηγείται αγωγή και φροντίδα από μία πολυεπιστημονική ομάδα, η οποία μπορεί να περιλαμβάνει ιατρούς, φαρμακοποιούς, ψυχιατρικές νοσοκόμες, κλινικοί ψυχολόγοι,ψυχοθεραπευτές, κοινωνικοί λειτουργοί και εργοθεραπευτές.Εάν ένα άτομο που λαμβάνει θεραπεία σε ένα ψυχιατρικό νοσοκομείο θεωρηθεί ότι παρουσιάζει κάποιο ρίσκο να βλάψει τον εαυτό του ή άλλους, τότε μπορεί να μπει σε συνεχή ή διακοπτόμενη επίβλεψη ένας προς έναν και μπορεί να είναι σωματικά περιορισμένος ή φαρμακευτικά. Τα άτομα σε εσωτερικούς θαλάμους μπορεί να επιτρέπεται να φεύγουν για κάποιες περιόδους, είτε με συνοδεία ή μόνοι τους.[56]

Σε πολλές αναπτυγμένες χώρες, υπάρχει μια μαζική μείωση των ψυχιατρικών κρεβατιών από μέσα του εικοστού αιώνα, με την ανάπτυξη της κοινοτικής φροντίδας.Οι προδιαγραφές της εσωτερικής φροντίδας ασθενών παραμένει πρόκληση σε μερικά δημόσια και ιδιωτικά ιδρύματα, εξαιτίας του επιπέδου της χρηματοδότησης και οι εγκαταστάσεις στις αναπτυσσόμενες χώρες είναι τυπικά υπερβολικά ακατάλληλα εξαιτίας του ίδιου λόγου.Ακόμα και στις αναπτυγμένες χώρες, τα προγράμματα σε δημόσια νοσοκομεία ποικίλλουν. Μερικά μπορεί να προσφέρουν δομημένες δραστηριότητες και θεραπείες που προσφέρονται από πολλές προοπτικές , ενώ άλλα μπορεί να έχουν χρηματοδότηση μόνο για χορήγηση φαρμάκων και έλεγχο των ασθενών.Αυτό μπορεί να είναι προβληματικό αφού το μέγιστο επίπεδο της θεραπευτικής εργασίας δεν λαμβάνει χώρα στο περιβάλλον του νοσοκομείου.Αυτό εξηγεί γιατί να νοσοκομεία χρησιμοποιούνται σε περιορισμένες περιπτώσεις και στιγμές κρίσεων στις οποίες οι ασθενείς αποτελούν άμεση απειλή για τους εαυτούς τους ή τους άλλους.Εναλλακτικές στα ψυχιατρικά ιδρύματα που μπορούν να προσφέρουν ενεργά περισσότερες θεραπευτικές προσεγγίσεις αποτελούν τα κέντρα αποτοξίνωσης.

Θεραπεία εκτός νοσοκομείου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι θεραπείες εκτός νοσοκομείου περιλαμβάνουν περιοδικές επισκέψεις σε ψυχίατρο για συμβουλές στο γραφείο του/της, ή στην κοινοτική κλινική. Οι αρχικές συνεδρίες, στις οποίες ο ψυχίατρος αξιολογεί τον ασθενή διαρκεί 45 με 75 λεπτά. Οι επόμενες συνεδρίες έχουν λιγότερη διάρκεια, δηλ. 15 με 30 λεπτά, ενώ ο ιατρός επικεντρώνεται σε ρύθμιση της αγωγής, στον έλεγχο πιθανών αντιδράσεων στα φάρμακα, στην πιθανή επίδραση άλλων ψυχικών διαταραχών στη νοητική και συναισθηματική λειτουργία του ασθενή και στο να τον συμβουλεύουν σχετικά με αλλαγές που θα χρειαστεί να κάνουν ώστε να διευκολύνουν τη θεραπεία και να μειώσουν την εμφάνιση συμπτωμάτων. (π.χ. άσκηση, τεχνικές νοητικής θεραπείας, υγιεινή του ύπνου και πολλά άλλα).Η συχνότητα με την οποία ένας ψυχίατρος παρακολουθεί έναν ασθενή ποικίλλει ευρέως, από μία φορά το μήνα μέχρι δύο φορές το χρόνο, και εξαρτάται από τον τύπο , τη σοβαρότητα και τη σταθερότητα της κατάστασης κάθε ατόμου και επίσης στο τι θα αποφασίσει ο ιατρός με τον ασθενή οτι θα ήταν το καλύτερο.

Με αυξανόμενο ρυθμό, οι ψυχίατροι περιορίζουν τις πρακτικές τους στην ψυχοφαρμακολογία (συνταγογράφηση), το οποίο αντιτίθεται σε προηγούμενες μεθόδους στις οποίες ο ψυχίατρος παρέχει παραδοσιακά 50λεπτες συνεδρίες, όπου η ψυχοφαρμακολογία αποτελεί ένα μέρος, αλλά το μεγαλύτερο μέρος της συμβουλευτικής καταλάμβανε η "λογο-θεραπεία" Αυτή η αλλαγή άρχισε στις αρχές του 1980 και επιταχύνθηκε το 1999 και το 2000.[57] 'Ενας κύριος λόγος για αυτή την αλλαγή ήταν ο ερχομός της διαχείρισης των ασφαλιστικών προγραμμάτων φροντίδας, τα οποία άρχισαν να περιορίζουν την αποζημίωση των ψυχοθεραπευτικών συνεδριών που παρέχονταν απ'τους ψυχιάτρους.Η βασική παραδοχή ήταν ότι η ψυχοφαρμακολογία ήταν τουλάχιστον τόσο αποτελεσματική όσο η ψυχοθεραπεία, και θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί πιο αποτελεσματικά εφόσον χρειαζόταν λιγότερος χρόνος για το ραντεβού.[58][59][60][61][62][63] Για παράδειγμα, οι περισσότεροι ψυχίατροι προγραμματίζουν τρία ή τέσσερα συνεχόμενα ραντεβού την ώρα, το οποίο αντιτίθεται στην παρακολούθηση ενός ασθενή ανά ώρα στο παραδοσιακό ψυχοθεραπευτικό μοντέλο. Εξαιτίας αυτής της αλλαγής στα μοντέλα τις πρακτικής, οι ψυχίατροι συχνά παραπέμπουν τους ασθενείς, για τους οποίους πιστεύουν ότι θα επωφεληθούν απ'την ψυχοθεραπεία σε άλλους επαγγελματίες ψυχικής υγείας, όπως κοινωνικοί λειτουργοί και ψυχολόγοι.[64]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Kupfer DJ, Regier DA (2010). «Why all of medicine should care about DSM-5». JAMA 303 (19): 1974–1975. doi:10.1001/jama.2010.646. PMID 20483976. 
  2. Gabbard GO (2007). «Psychotherapy in psychiatry». International Review of Psychiatry 19 (1): 5–12. doi:10.1080/09540260601080813. PMID 17365154. 
  3. Guze 1992, σελ. 4.
  4. 4,0 4,1 Storrow, H.A. (1969). Outline of Clinical Psychiatry. New York:Appleton-Century-Crofts, p 1. ISBN 978-0-390-85075-1
  5. Lyness, Jeffrey M. (1997). Psychiatric Pearls. F.A. Davis Company. σελ. 3. ISBN 9780803602809. 
  6. 6,0 6,1 6,2 Gask, Linda (2004). A Short Introduction to Psychiatry. SAGE Publications. ISBN 978-0761971399. 
  7. Guze, Samuel B. (1992). Why psychiatry is a branch of medicine. New York, NY: Oxford Univ. Pr. σελίδες 131. ISBN 978-0195074208. 
  8. 8,0 8,1 Pietrini P (2003). «Toward a Biochemistry of Mind?». American Journal of Psychiatry 160 (11): 1907–1908. doi:10.1176/appi.ajp.160.11.1907. PMID 14594732. https://archive.org/details/sim_american-journal-of-psychiatry_2003-11_160_11/page/1907. 
  9. Hauser, Mark J. «Student Information». Psychiatry.com. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 23 Οκτωβρίου 2010. Ανακτήθηκε στις 21 Σεπτεμβρίου 2007. 
  10. National Institute of Mental Health. (2006, January 31). Information about Mental Illness and the Brain. Retrieved April 19, 2007, from http://science-education.nih.gov/supplements/nih5/Mental/guide/info-mental-c.htm Αρχειοθετήθηκε 2007-10-12 στο Wayback Machine.
  11. 11,0 11,1 «Madrid Declaration on Ethical Standards for Psychiatric Practice». World Psychiatric Association. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 3 Νοεμβρίου 2014. 
  12. López-Muñoz F, Alamo C, Dudley M, Rubio G, García-García P, Molina JD, Okasha A (2006-12-07). Cecilio Alamoa, Michael Dudleyb, Gabriel Rubioc, Pilar García-Garcíaa, Juan D. Molinad and Ahmed Okasha. «Progress in Neuro-Psychopharmacology and Biological Psychiatry: Psychiatry and political–institutional abuse from the historical perspective: The ethical lessons of the Nuremberg Trial on their 60th anniversary». Progress in Neuro-Psychopharmacology and Biological Psychiatry (Science Direct) 31 (4): 791–806. doi:10.1016/j.pnpbp.2006.12.007. PMID 17223241. «These practices, in which racial hygiene constituted one of the fundamental principles and euthanasia programmes were the most obvious consequence, violated the majority of known bioethical principles. Psychiatry played a central role in these programmes, and the mentally ill were the principal victims.». 
  13. Gluzman SF (1991). «Abuse of psychiatry: analysis of the guilt of medical personnel». J Med Ethics 17 (Suppl): 19–20. doi:10.1136/jme.17.Suppl.19. PMID 1795363. «Based on the generally accepted definition, we correctly term the utilisation of psychiatry for the punishment of political dissidents as torture.». 
  14. Debreu, Gerard (1988). «Part 1: Torture, Psychiatric Abuse, and the Ethics of Medicine». Στο: Corillon, Carol. Science and Human Rights. National Academy of Sciences. Ανακτήθηκε στις 4 Οκτωβρίου 2007. Over the past two decades the systematic use of torture and psychiatric abuse have been sanctioned or condoned by more than one-third of the nations in the United Nations, about half of mankind. 
  15. Kirk, Stuart A. (2013). Mad Science: Psychiatric Coercion, Diagnosis, and Drugs. Transaction Publishers. 
  16. Verhulst J, Tucker G (May 1995). «Medical and narrative approaches in psychiatry». Psychiatr Serv 46 (5): 513–514. PMID 7627683. http://ps.psychiatryonline.org/cgi/pmidlookup?view=long&pmid=7627683. 
  17. 17,0 17,1 17,2 17,3 McLaren N (February 1998). «A critical review of the biopsychosocial model». The Australian and New Zealand Journal of Psychiatry 32 (1): 86–92; discussion 93–6. doi:10.1046/j.1440-1614.1998.00343.x. PMID 9565189. 
  18. 18,0 18,1 18,2 McLaren, Niall (2007). Humanizing Madness. Ann Arbor, MI: Loving Healing Press. ISBN 1-932690-39-5. [Χρειάζεται σελίδα]
  19. 19,0 19,1 19,2 McLaren, Niall (2009). Humanizing Psychiatry. Ann Arbor, MI: Loving Healing Press. ISBN 1-61599-011-9. [Χρειάζεται σελίδα]
  20. "Humanistic Therapy." CRC Health Group. Web. 29 Mar. 2015. http://www.crchealth.com/types-of-therapy/what-is-humanistic-therapy Αρχειοθετήθηκε 2019-06-02 στο Wayback Machine.
  21. Psychoanalysis | Simply Psychology. (n.d.). Retrieved March 29, 2015, from http://www.simplypsychology.org/psychoanalysis.html
  22. http://www.abpn.com/become-certified/taking-a-subspecialty-exam/
  23. The Royal College of Psychiatrists. (2005). Careers info for School leavers. Retrieved March 25, 2007, from http://www.rcpsych.ac.uk/training/careersinpsychiatry/careerbooklet.aspx
  24. American Association of Community Psychiatrists About AACP Αρχειοθετήθηκε 2009-09-06 στο Wayback Machine. Retrieved on Aug-05-2008
  25. Patel V., Prince M. (2010). «Global mental health - a new global health field comes of age». JAMA 303 (19): 1976–1977. doi:10.1001/jama.2010.616. PMID 20483977. 
  26. 26,0 26,1 About:Psychology. (Unknown last update) Difference Between Psychologists and Psychiatrists. Retrieved March 25, 2007, from http://psychology.about.com/od/psychotherapy/f/psychvspsych.htm Αρχειοθετήθηκε 2016-01-29 στο Wayback Machine.
  27. Thiele JS, Doarn CR, Shore JH (March 2015). «Locum Tenens and Telepsychiatry: Trends in Psychiatric Care». Telemedicine and e-Health. doi:10.1089/tmj.2014.0159. http://online.liebertpub.com/doi/abs/10.1089/tmj.2014.0159. 
  28. University of Manchester. (Unknown last update). Research in Psychiatry. Retrieved October 13, 2007, from http://www.manchester.ac.uk/research/areas/subareas/?a=s&id=44694
  29. New York State Psychiatric Institute. (2007, March 15). Psychiatric Research Institute New York State. Retrieved October 13, 2007, from http://nyspi.org/
  30. Canadian Psychiatric Research Foundation. (2007, July 27). Canadian Psychiatric Research Foundation. Retrieved October 13, 2007, from http://www.cprf.ca/ Αρχειοθετήθηκε 2007-10-10 στο Wayback Machine.
  31. Elsevier. (2007, October 08). Journal of Psychiatric Research. Retrieved October 13, 2007, from http://www.elsevier.com/wps/find/journaldescription.cws_home/241/description
  32. Mitchell, J.E.; Crosby, R.D.; Wonderlich, S.A.; Adson, D.E. (2000). Elements of Clinical Research in Psychiatry. Washington D.C.: American Psychiatric Press. ISBN 978-0-88048-802-0.
  33. Meyendorf R (1980). «Diagnosis and differential diagnosis in psychiatry and the question of situation referred prognostic diagnosis». Schweizer Archiv Neurol Neurochir Psychiatry für Neurologie, Neurochirurgie et de psychiatrie 126: 121–134. 
  34. Leigh, H (1983), Psychiatry in the practice of medicine, Menlo Park: Addison-Wesley, σελ. 15, 17, 67, ISBN 978-0-201-05456-9 
  35. Hampel H, Teipel SJ, Kötter HU, Horwitz B, Pfluger T, Mager T, Möller HJ, Müller-Spahn F (1997). «Structural magnetic resonance imaging in diagnosis and research of Alzheimer's disease». Nervenarzt 68 (5): 365–378. PMID 9280846. 
  36. Townsend B.A., Petrella J.R., Doraiswamy P.M. (2002). «The role of neuroimaging in geriatric psychiatry». Current Opinion in Psychiatry 15 (4): 427–432. doi:10.1097/00001504-200207000-00014. 
  37. «NIMH publications (2009) Neuroimaging and Mental Illness». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 1 Ιουνίου 2013. Ανακτήθηκε στις 26 Νοεμβρίου 2015. 
  38. Krebs MO (2005). «Future contributions on genetics». World Journal of Biological Psychiatry 6: 49–55. doi:10.1080/15622970510030072. PMID 16166024. 
  39. Hensch T, Herold U, Brocke B; Herold, U; Brocke, B (2007). «An electrophysiological endophenotype of hypomanic and hyperthymic personality». Journal of Affective Disorders 101 (1–3): 13–26. doi:10.1016/j.jad.2006.11.018. PMID 17207536. 
  40. Vonk R, van der Schot AC, Kahn RS, Nolen WA, Drexhage HA (2007). «Is autoimmune thyroiditis part of the genetic vulnerability (or an endophenotype) for bipolar disorder?». Biological Psychiatry 62 (2): 135–140. doi:10.1016/j.biopsych.2006.08.041. PMID 17141745. 
  41. World Health Organisation. (1992). The ICD-10 Classification of Mental and Behavioural Disorders: Clinical Descriptions and Diagnostic Guidelines. Geneva: World Health Organisation. ISBN 978-92-4-154422-1
  42. 42,0 42,1 42,2 American Psychiatric Association. (2000). Diagnostic and Statistical Manual of Mental Disorders (4th Edition). Washington D.C.: American Psychiatric Publishing, Inc. ISBN 978-0-89042-025-6
  43. Chen YF (2002). «Chinese classification of mental disorders (CCMD-3) towards integration in international classification». Psychopathology 35 (2–3): 171–175. doi:10.1159/000065140. PMID 12145505. 
  44. Essen-Moller E (1971). «On classification of mental disorders». Acta Psychiatrica Scandinavica 37: 119–126. 
  45. Mezzich JE (1979). «Patterns and issues in multiaxial psychiatric diagnosis». Psychological Medicine 9 (1): 125–137. doi:10.1017/S0033291700021632. PMID 370861. https://archive.org/details/sim_psychological-medicine_1979-02_9_1/page/125. 
  46. Guze SB (1970). «The need for toughmindedness in psychiatric thinking». Southern Medical Journal 63 (6): 662–671. doi:10.1097/00007611-197006000-00012. PMID 5446229. https://archive.org/details/sim_southern-medical-journal_1970-06_63_6/page/662. 
  47. Dalal PK, Sivakumar T. (2009) Moving towards ICD-11 and DSM-5: Concept and evolution of psychiatric classification. Indian Journal of Psychiatry, Volume 51, Issue 4, Page 310-319.
  48. Kendell, Robert; Jablensky, Assen (January 2003). «Distinguishing Between the Validity and Utility of Psychiatric Diagnoses». American Journal of Psychiatry 160 (1): 4–12. doi:10.1176/appi.ajp.160.1.4. PMID 12505793. http://ajp.psychiatryonline.org/doi/full/10.1176/appi.ajp.160.1.4. 
  49. «Diagnostic stability of psychiatric disorders in clinical practice». The British Journal of Psychiatry 190 (3): 210–6. March 2007. doi:10.1192/bjp.bp.106.024026. PMID 17329740. 
  50. «Clinical Significance" and DSM-IV». Arch Gen Psychiatry 55 (12): 1145; author reply 1147–8. 1998. doi:10.1001/archpsyc.55.12.1145. PMID 9862559. http://archpsyc.jamanetwork.com/article.aspx?articleid=204490.  (απαιτείται συνδρομή)
  51. Greenberg, Gary (January 29, 2012). «The D.S.M.'s Troubled Revision». The New York Times. http://www.nytimes.com/2012/01/30/opinion/the-dsms-troubled-revision.html. 
  52. Moncrieff, J; Wessely, S; Hardy, R (2004). «Active placebos versus antidepressants for depression». Cochrane Database Syst Rev (1): CD003012. doi:10.1002/14651858.CD003012.pub2. PMID 14974002. 
  53. Hopper K, Wanderling J (2000). «Revisiting the developed versus developing country distinction in course and outcome in schizophrenia: results from ISoS, the WHO collaborative follow-up project. International Study of Schizophrenia». Schizophrenia Bulletin 26 (4): 835–46. doi:10.1093/oxfordjournals.schbul.a033498. PMID 11087016. https://archive.org/details/sim_schizophrenia-bulletin_2000_26_4/page/835. 
  54. Unzicker, Rae E.· Wolters, Kate P.· Robinson, Debra (20 Ιανουαρίου 2000). «From Privileges to Rights: People Labeled with Psychiatric Disabilities Speak for Themselves». National Council on Disability. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 28 Δεκεμβρίου 2010. 
  55. Jiang HJ, Barrett ML, Sheng M (Νοεμβρίου 2014). «Characteristics of Hospital Stays for Nonelderly Medicaid Super-Utilizers, 2012». HCUP Statistical Brief #184. Rockville, MD: Agency for Healthcare Research and Quality. CS1 maint: Πολλαπλές ονομασίες: authors list (link)
  56. Treatment Protocol Project (2003). Acute inpatient psychiatric care: A source book. Darlinghurst, Australia: World Health Organisation. ISBN 0-9578073-1-7. OCLC 223935527. 
  57. Mojtabai R, Olfson M (Aug 2008). «National trends in psychotherapy by office-based psychiatrists.». Arch Gen Psychiatry 65 (8): 962–70. doi:10.1001/archpsyc.65.8.962. PMID 18678801. 
  58. Clemens NA (Mar 2010). «New parity, same old attitude towards psychotherapy?». J Psychiatr Pract 16 (2): 115–9. doi:10.1097/01.pra.0000369972.10650.5a. PMID 20511735. 
  59. Mellman LA (2006). «How endangered is dynamic psychiatry in residency training?». J Am Acad Psychoanal Dyn Psychiatry 34 (1): 127–33. doi:10.1521/jaap.2006.34.1.127. PMID 16548751. 
  60. Stone AA (Jul 2001). «Psychotherapy in the managed care health market.». J Psychiatr Pract 7 (4): 238–43. PMID 15990529. 
  61. Pasnau RO (Mar 2000). «Can the patient-physician relationship survive in the era of managed care?». J Psychiatr Pract 6 (2): 91–6. doi:10.1097/00131746-200003000-00004. PMID 15990478. 
  62. Mojtabai R, Olfson M (2010). «National trends in psychotropic medication polypharmacy in office-based psychiatry». Arch. Gen. Psychiatry 67 (1): 26–36. doi:10.1001/archgenpsychiatry.2009.175. PMID 20048220. 
  63. Olfson M, Marcus SC, Druss B, Elinson L, Tanielian T, Pincus HA (2002). «National trends in the outpatient treatment of depression». JAMA 287 (2): 203–9. doi:10.1001/jama.287.2.203. PMID 11779262. 
  64. Harris, Gardiner (March 5, 2011). «Talk Doesn’t Pay, So Psychiatry Turns to Drug Therapy». The New York Times. http://www.nytimes.com/2011/03/06/health/policy/06doctors.html. Ανακτήθηκε στις March 6, 2011. 

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Περαιτέρω ανάγνωση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]