Χρήστος Καρούζος

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Χρίστος Καρούζος
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Χρήστος Καρούζος (Ελληνικά)
Γέννηση14ιουλ. / 27  Ιανουαρίου 1900γρηγ.[1]
Άμφισσα Φωκίδας
Θάνατος30  Ιουλίου 1967[1]
Αθήνα
Χώρα πολιτογράφησηςΕλλάδα
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςνέα ελληνική γλώσσα
ΣπουδέςΕθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότητααρχαιολόγος
ιστορικός της τέχνης
Οικογένεια
ΣύζυγοςΣέμνη Καρούζου
Αξιώματα και βραβεύσεις
Αξίωμαμέλος της Ακαδημίας Αθηνών (από 1955)
ΒραβεύσειςΤαξιάρχης του Τάγματος του Φοίνικα

Ο Χρήστος Καρούζος (Άμφισσα , 14 Μαρτίου 1900[2]- Αθήνα, 30 Μαρτίου[3] 1967) ήταν Έλληνας αρχαιολόγος και ακαδημαϊκός. Υπήρξε διευθυντής του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου. Το 1955 εξελέγη μέλος της Ακαδημίας Αθηνών.

Προσωπική ζωή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο πατέρας του ονομαζόταν Ιωάννης Καρούζος και η μητέρα του Βιολέτα Στασινού. Τα παιδικά του χρόνια τα πέρασε στην Άμφισσα, όπου και τελείωσε το γυμνάσιο σε ηλικία 16 χρονών. Τότε εγγράφεται στην Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών (1916), ενώ θα προσχωρήσει και στον Εκπαιδευτικό Όμιλο. Σπούδασε κλασσική φιλολογία και αρχαιολογία. Το 1919 προσλαμβάνεται στην Αρχαιολογική Υπηρεσία, ως επιμελητής, ενώ παίρνει το πτυχίο του το 1921. Μεταξύ 1928 και 1930 συνεχίζει με σπουδές στο Μόναχο και στο Βερολίνο. Το 1931 παντρεύτηκε τη Σέμνη Παπασπυρίδη.

Σταδιοδρομία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1925 γίνεται έφορος αρχαιοτήτων και αργότερα προάγεται σε γενικό έφορο. Υπήρξε έφορος στην Στερεά Ελλάδα και αργότερα στις εφορείες Αττικής, Θεσσαλίας, Σπάρτης και Κυκλάδων. Το 1930 εκδίδει την πρώτη του μελέτη με τίτλο «Ο Ποσειδών του Αρτεμισίου», για το ομώνυμο άγαλμα. Η μελέτη αυτή θα τον κάνει γνωστό διεθνώς. Νωρίτερα, είχε ασχοληθεί με μεταφράσεις διαφόρων μαρξιστικών έργων όπως το Μαρξισμός και φιλοσοφία του Καρλ Κορς και το πρώτο κεφάλαιο από το «Αντί-Ντύρινγκ» του Ένγκελς, που κυκλοφόρησε με τίτλο Η φιλοσοφία, χρησιμοποιώντας το ψευδώνυμο Χρήστος Καστρίτης. Συνεργάστηκε με τον Δημήτρη Γληνό, αρθρογραφώντας στο περιοδικό του Αναγέννηση. Στην κατοχή (1942) αναλαμβάνει τη διεύθυνση του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου της Αθήνας. Την περίοδο αυτή θα βοηθήσει στη διάσωση των αρχαίων ευρήματων[4][5], ενώ μετά τον πόλεμο θα εκδόσει μια έκθεση σχετικά με τις καταστροφές και τις απώλειες αρχαίων αντικειμένων που έγιναν κατά την διάρκεια του πολέμου.[6] Το 1945 ξεκίνησε εργασίες επανέκθεσης των αρχαίων, κάτι που τελικά ολοκληρώθηκε το 1964. Στο έργο αυτό βοήθησε και η γυναίκα του, Σέμνη. Πραγματοποίησε ανασκαφές σε διάφορα μέρη και με τις απόψεις του έδωσε λύσεις σε διάφορα αρχαιολογικά ζητήματα. Υπήρξε ιδρυτικό στέλεχος του Ελληνικού Τμήματος της Διεθνούς Ένωσης Κριτικών Τέχνης.[7] Τα τεχνοκριτικά του άρθρα χαρακτηρίζονταν «φωτισμένα και καθόλου επηρεασμένα από τη σχολαστική αρχαιολογία».[8] Μαζί με άλλους διανοούμενους της εποχής, υπερασπίστηκαν το 1931 την έκθεση του Γεράσιμου Στέρη, που είχε προκαλέσει την αρνητική κριτική του τότε διευθυντή της Εθνικής Πινακοθήκης, Ζαχαρία Παπαντωνίου. Τα κείμενα αυτά (ανάμεσα και το κείμενο του Παπαντωνίου, αλλά και ένα κείμενο του Στέρη[9]), γνωστά ως «18 κριτικά άρθρα γύρω από μια έκθεση», θα αποτελέσουν και «το μανιφέστο του εικαστικού μοντερνισμού στην Ελλάδα».[10]

Τιμητικές Διακρίσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Καρούζος υπήρξε μια από της μορφές που επηρέασαν την πνευματική ζωή του τόπου.[11] Για την προσφορά του έλαβε διάφορες τιμητικές διακρίσεις. Ανακηρύχθηκε Επίτιμος Διδάκτωρ του Πανεπιστημίου της Βασιλείας (Ελβετία). Το 1955 εξελέγεται μέλος της Βαυαρικής Ακαδημίας Επιστημών και της Ακαδημίας Αθηνών, με την οποία όμως διαφώνησε στο θέμα της μεταρρύθμισης στην παιδεία.[12] Του απονεμήθηκε ο Ταξιάρχης του Φοίνικα, ενώ υπήρξε και μέλος των Αρχαιολογικών Ινστιτούτων του Βερολίνου και της Βιέννης.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά, Αγγλικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 4  Μαΐου 2014.
  2. Αρχαιολογική εφημερίς, 1989.
  3. εφημερίδα Ελευθερία, 31/3/1967, σελίδα 2. Χρήστος Καρούζος: Ο κορυφαίος αρχαιολόγος που πέθανε χθες.
  4. Απόσπασμα του Καρούζου από το περιοδικό ΜΕΝΤΩΡ, 16 Ιουνίου 1945, στο Ελληνική Αρχαιολογική Κληρονομιά - Την καταλήστευσε ο γερμανικός φασισμός,[νεκρός σύνδεσμος]Ριζοσπάστης, 29 Ιανουαρίου 2006
  5. Συκκά, Γιώτα (23 Οκτωβρίου 2021). «Οι κρυψώνες των αρχαιοτήτων στην Κατοχή | Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ». www.kathimerini.gr. Ανακτήθηκε στις 12 Ιουνίου 2022. Οπως δήλωσε αργότερα ο Χρήστος Καρούζος, «η επίμονη αντίσταση της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας γλίτωσε τα σπουδαιότερα μουσεία μας από την καταστροφή και τη λεηλασία». 
  6. Λεηλάτησαν και τα αρχαία μας Αρχειοθετήθηκε 2011-04-09 στο Wayback Machine., του Γιάννη Διακογιάννη, Τα Νέα, 7-11-1998
  7. Ιστορικό - Σκοποί - Μέλη Αρχειοθετήθηκε 2013-06-01 στο Wayback Machine., Διεθνής Ένωση Κριτικών Τέχνης
  8. «7 Ημέρες - Σωματία Τεχνοκριτών στην Ελλάδα» - Συνέντευξη Αλέξανδρου Ξύδη στο Δημήτρη Παυλόπουλο, Καθημερινή, 8 Μαρτίου 1998.
  9. "Μεταξύ παράδοσης και μοντερνισμού" του Γεράσιμου Στέρη, Ριζοσπάστης, 20-8-2008
  10. Εθνική Πινακοθήκη[νεκρός σύνδεσμος]
  11. «Αρχαιολογία, έθνος και ταυτότητα» Αρχειοθετήθηκε 2012-04-30 στο Wayback Machine., του Αθανασίου Σιδέρη, Το Βήμα, 24/08/2008
  12. Τη «λύση» ήρθε να δώσει η πολιτική[νεκρός σύνδεσμος], Τα Νέα - ΒΙΒΛΙΟΔΡΟΜΙΟ, 05/05/2007

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Βασίλειος Πετράκος. Η περιπέτεια της ελληνικής αρχαιολογίας στο βίο του Χρήστου Καρούζου. Εν Αθήναις Αρχαιολογική Εταιρεία, Μάιος 1995.
  • Χρήστος Ι. Καρούζος. Δελφοί. Ερμής, Μάρτιος 2004.
  • Χρήστος Ι. Καρούζος.Μικρά Κείμενα. Εν Αθήναις Αρχαιολογική Εταιρεία, Δεκέμβριος 1995.

Εξωτερικοί Σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]