Σφήκες (κωμωδία)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Σφήκες


Ο χορός αποτελείται από ηλικιωμένους που μοιάζουν στην συμπεριφορά με σφήκες

Ποιητής Αριστοφάνης
Χορός Ηλικιωμένοι δικαστές

Αγόρια

Πρόσωπα Σωσίας
Ξανθίας

Βδελυκλέων
Φιλοκλέων

Βουβά Χαιρεφών
Χώρος Αθήνα

Οι Σφήκες είναι η τέταρτη χρονολογικά από τις γνωστές κωμωδίες του Αριστοφάνη. Παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στα Λήναια το 422 π.Χ. και πραγματεύεται τη δικομανία των Αθηναίων, ενώ παράλληλα ασκεί κριτική στον Κλέωνα. Έτσι, αυτή τη φορά το θέμα της ειρήνης περνάει σε δεύτερο πλάνο, ενώ στόχος γίνεται η λειτουργία της αθηναϊκής δημοκρατίας.

Ιστορικό πλαίσιο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Περικλής είχε θεσμοθετήσει μια ημερήσια αποζημίωση, ώστε να έχουν οι πολίτες κίνητρο για να συμμετέχουν ως δικαστές στα λαϊκά δικαστήρια. Το 425 π.Χ. όμως, 3 χρόνια πριν από τη διδασκαλία (ανέβασμα) των Σφηκών, ο Κλέων αύξησε το ποσό της αποζημίωσης στους 3 οβολούς. Οι γηραιότεροι πολίτες, ελεύθεροι υποχρεώσεων, προσέρχονταν έτσι καθημερινά στην Ηλιαία. Κατέληξαν, λοιπόν, «επαγγελματίες» μισθωτοί δικαστές, με αμφίβολη μάλιστα δικαστική προσφορά.

Υπόθεση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Βδελυκλέων έχει φυλακίσει τον ηλιαστή δικαστή πατέρα του Φιλοκλέωνα στο σπίτι, για να τον εμποδίσει να παρευρίσκεται στο δικαστήριο και έτσι να τον θεραπεύσει από τη δικομανία του. Όταν όμως οι συνάδελφοί του ηλιαστές -ένας χορός από σφήκες- περνάνε από το σπίτι για να τον πάρουν, ο Φιλοκλέων προσπαθεί να δραπετεύσει. Ο γιος του όμως την τελευταία στιγμή τον εμποδίζει. Έτσι, επιδίδονται σε έναν αγώνα λόγων με κριτή τον χορό, προκειμένου να αποφασιστεί αν ο Φιλοκλέων θα πάει στο δικαστήριο. Τελικά, ο Βδελυκλέων πείθει τον πατέρα του να μείνει στο σπίτι και να δικάζει τα «οικιακά» αδικήματα τα οποία διαπράττουν οι δούλοι του σπιτιού (περιλαμβανομένων και των σκύλων).

Έτσι δικάζει τον σκύλο Αιξωνέα γιατί έκλεψε ένα κομμάτι τυρί από τον σκύλο Κυδαθηναιέα (αναφορά σε πρόσφατη δίκη κατά την οποία ο Κλέων είχε κατηγορήσει τον στρατηγό Λάχητα ότι είχε δωροδοκηθεί από τους Σικελούς, εχθρούς των Αθηναίων). Παρά την πρόθεσή του να καταδικάσει τον Αιξωνέα, ο Φιλοκλέων ξεγελιέται από τον γιο του και αθωώνει - προφανώς για πρώτη φορά στη ζωή του- τον κατηγορούμενο.

Στο τέλος, ο Φιλοκλέων συνηθίζει στην καινούρια του ζωή και επιδίδεται σε γλέντια, μεθύσια και κάθε λογής καλοπέραση. Έχει πλέον οριστικά γιατρευτεί από το πάθος της δικομανίας.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]