Παπαρουνόσπορος

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Σπόρος παπαρούνας)
Μαύροι σπόροι παπαρούνας.
Σπόρος παπαρούνας (σε μεγέθυνση).

Ο παπαρουνόσπορος (αγγλικά: poppy seed) είναι ένας ελαιούχος σπόρος, ο οποίος προέρχεται από την οπιούχα παπαρούνα (Μήκων η υπνοφόρος (Papaver somniferum)). Οι μικροσκοπικοί σπόροι σχήματος νεφρού, έχουν συγκομισθεί από τους αποξηραμένους λοβούς του σπόρου, από διάφορους πολιτισμούς, εδώ και χιλιάδες έτη. Οι σπόροι χρησιμοποιούνται είτε ολόκληροι είτε αλεσμένοι, ως συστατικό πολλών τροφίμων και πιέζονται για να αποδώσουν το έλαιο παπαρουνόσπορου.

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παπαρουνόσποροι· κλίμαξ 1 χιλ.

Ο σπόρος παπαρούνας, αναφέρεται στα αρχαία ιατρικά κείμενα, πολλών πολιτισμών. Για παράδειγμα, ο Αιγυπτιακός πάπυρος ονόματι Ebers Papyrus, ο οποίος γράφηκε περί το 1550 π.Χ., απαριθμεί τους σπόρους παπαρούνας ως ηρεμιστικό.[1] Ο Μινωικός πολιτισμός (κατά προσέγγιση το 2700 με 1450 π.Χ.), ένας πολιτισμός της Εποχής του Χαλκού, ο οποίος γεννήθηκε στο νησί της Κρήτης, που καλλιεργούσαν παπαρούνες για τους σπόρους τους. Οι Σουμέριοι αποτελούν άλλον ένα πολιτισμό, ο οποίος ανάπτυξε σπόρους παπαρούνας.[2] Οι σπόροι της παπαρούνας, έχουν από καιρό χρησιμοποιηθεί ως μια λαϊκή θεραπεία για τη βοήθεια στον ύπνο, την προώθηση της γονιμότητας και του πλούτου, ακόμη και για την παροχή δήθεν μαγικών δυνάμεων στην αορατότητα.[3]

Φυσική ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μια τομή πράσινου λοβού σπόρων με φρέσκο λατέξ (latex).[Σημ. 1]
Ξηροί λοβοί παπαρουνόσπορου, οι οποίοι περιέχουν ώριμους σπόρους παπαρούνας.

Οι σπόροι παπαρούνας έχουν μήκος μικρότερο του 1 χιλιοστού, σχήματος νεφρού και σκαμμένης (pitted) επιφανείας.[4] Χρειάζονται περί τους 3.300 σπόροι παπαρούνας για 1 γραμμάριο.[2] Η κύρια αρωματική ένωση είναι η 2-Pentylfuran.[5]

Έως ένα βαθμό, η συγκομιδή των σπόρων της παπαρούνας, έρχεται σε σύγκρουση με τη συγκομιδή του οπίου. Οι ανώτερης ποιότητας σπόροι παπαρούνας, συλλέγονται όταν είναι ώριμοι, αφού έχει στεγνώσει ο λοβός σπόρου. Παραδοσιακά, το όπιο συγκομίζεται, ενώ οι λοβοί σπόρου είναι πράσινοι και το λατέξ τους είναι άφθονο, αλλά όταν οι σπόροι μόλις έχουν αρχίσει να αναπτύσσονται.

Οι σπόροι των άλλων τύπων παπαρούνας δεν τρώγονται, αλλά καλλιεργούνται για τα άνθη που παράγουν. Ετήσιες και διετείς παπαρούνες, θεωρούνται μια καλή επιλογή για να καλλιεργηθούν από σπόρο, δεδομένου ότι δεν είναι δύσκολο να μεταδοθούν με αυτή τη μέθοδο και μπορεί κατά τον Ιανουάριο, να τεθούν άμεσα στο έδαφος.[6] Για παράδειγμα, η παπαρούνα της Καλιφόρνια (California poppy (Eschscholzia californica)), είναι ένα εντυπωσιακό πορτοκαλί αγριολούλουδο, που αναπτύσσεται στις Δυτικές και Βορειοδυτικές Ηνωμένες Πολιτείες.

Παγκόσμια παραγωγή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αποξηραμένοι λοβοί παπαρουνόσπορου δίπλα σε γυάλινα βάζα των μπλε, γκρι και λευκών σπόρων παπαρούνας, που χρησιμοποιούνται για αρτοσκευάσματα στη Γερμανία.
Κοντινή λήψη λευκών σπόρων παπαρούνας.
Αποξηραμένοι λοβοί παπαρουνόσπορου, άχυρο (πιάτο) και σπόροι (κύπελλο).
Παραγωγή σπόρου παπαρούνας σε τόνους (2012).
Πηγή: FAOSTAT[7]
 Τσεχία 12.814
 Ισπανία 7.000
 Ουγγαρία 4.698
 Τουρκία 3.844
 Γερμανία 3.200
Γαλλία 3.000
Κράτος της Παλαιστίνης Κράτος της Παλαιστίνης 2.600
 Ρουμανία 2.350
Κροατία Κροατία 1.509
Αυστρία Αυστρία 1.098
Σερβία 1.000
Ολλανδία 400
 Σλοβακία 296
 Βόρεια Μακεδονία 91

Η συγκομιδή παπαρουνόσπορου, μπορεί να είναι ένα υποπροϊόν της καλλιέργειας της οπιούχου παπαρούνας, άχυρου παπαρούνας ή και των δύο οπίου και άχυρου παπαρούνας. Αντιστρόφως, η άχυρο παπαρούνα μπορεί να είναι ένα υποπροϊόν της καλλιέργειας των σπόρων παπαρούνας. Σε σύγκριση με το λοβό σπόρων και το άχυρο, οι σπόροι περιέχουν πολύ χαμηλά επίπεδα των οπιούχων.[8] Οι σπόροι μπορούν να πλυθούν, για να ληφθεί τσάι παπαρούνας, αλλά απαιτείται μία μεγάλη ποσότητα, περί τα 300-400 γρ. αναλόγως των επιπέδων των οπιούχων.

Σύμφωνα με το «The Joy of Cooking», "οι πλέον επιθυμητοί, προέρχονται από την Ολλανδία και είναι μπλε-σχιστόλιθου χρώματος."[9] Το χρώμα των σπόρων παπαρούνας, σε ορισμένες χρήσεις, είναι σημαντικό. Όταν σε ορισμένα πιάτα, χρησιμοποιείται ως πυκνωτικό, προτιμώνται οι λευκοί σπόρου παπαρούνας, έχοντας λιγότερο αντίκτυπο στο χρώμα της τροφής. Σε άλλα πιάτα, για το μέγιστο αντίκτυπο, προτιμώνται οι μαύροι παπαρουνόσποροι.

Δεδομένου ότι οι σπόροι της παπαρούνας είναι σχετικά δαπανηροί, ορισμένες φορές, αναμειγνύονται με τους σπόρους του Amaranthus paniculatus, οι οποίοι ομοιάζουν πολύ με τους σπόρους παπαρούνας.[10]

Διατροφική αξία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παπαρουνόσπορος
(Διατροφική δήλωση ανά 100 γραμμάρια)
Ενέργεια 525 kcal
Νερό 5,95 g.
Μακροθρεπτικά Συστατικά
Λιπαρά 41,56 g.
Κορεσμένα 4,517 g
Μονοακόρεστα 5,982 g
Πολυακόρεστα 28,569 g
ω-3 {{{ω-3}}} g
ω-6 {{{ω-6}}} g
Υδατάνθρακες 28,13 g.
Σάκχαρα {{{σάκχαρα}}} g
Πρωτεΐνες 21,22 g.
Βιταμίνες
Βιταμίνη Α ~ I.U.
Βιταμίνη D ~ I.U.
Βιταμίνη Ε 1,77 mg.
Βιταμίνη Κ 0,0 mg.
Βιταμίνη Β1 0,854 mg.
Βιταμίνη Β2 0,100 mg.
Βιταμίνη Β3 0,896 mg.
Bιταμίνη Β5 (παντοθενικό οξύ) ~ mg.
Bιταμίνη Β6 0,247 mg.
Bιταμίνη Β7 (βιοτίνη) ~ mg.
Φυλλικό οξύ 82 mg.
Βιταμίνη Β12 (κυανοκοβαλαμίνη) ~ mg.
Βιταμίνη C ~ mg.
Ιχνοστοιχεία: Μέταλλα
Ασβέστιο 1438 mg.
Σίδηρος 9,76 mg.
Μαγνήσιο 347 mg.
Κάλιο 719 mg.
Νάτριο 26 mg.
Ψευδάργυρος 7,0 mg.
Χαλκός ~ mg.
Μαγγάνιο 2,285 mg.
Φώσφορος ~ mg.
Άλλα
Καφεΐνη ~ mg.
Θεοβρωμίνη ~ mg.
Τέφρα ~ g.
*με το σύμβολο ~ δηλώνεται έλλειψη στοιχείων στην εγκυκλοπαίδεια
πηγή άντλησης πληροφοριών: Link to USDA Database entry

Οι σπόροι παπαρούνας είναι θρεπτικά πυκνό μπαχαρικό, με υψηλά επίπεδα βασικών μετάλλων ασβεστίου, σιδήρου, μαγνησίου, φωσφόρου και κάλιου.

Χρήση στα τρόφιμα και το μαγείρεμα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ανέπαφοι σπόροι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Χειροκίνητος (του 1925) μύλος άλεσης σπόρων παπαρούνας (από τις ΗΠΑ).

Ολόκληροι σπόροι παπαρούνας, χρησιμοποιούνται ευρέως ως καρύκευμα και στη διακόσμηση, μέσα και επάνω από πολλά προϊόντα φούρνου. Στη Βόρεια Αμερική, χρησιμοποιούνται εντός και επί πολλών ειδών διατροφής, όπως μάφιν σπόρων παπαρούνας,[Σημ. 2] παξιμάδια,[Σημ. 3] bagels[Σημ. 4] (όπως τα bagel στυλ-Μοντρεάλ), bialys[Σημ. 5] και κέικ, όπως το σπογγώδες παντεσπάνι (sponge cake).[Σημ. 6] Κατά μήκος της Ευρώπης, buns[Σημ. 7] και τα μαλακά λευκά αρτοσκευάσματα του ψωμιού, συχνά ψεκάζονται στην κορυφή με μαύρους και λευκούς σπόρους παπαρούνας (για παράδειγμα το Cozonac,[Σημ. 8] Kalach,[Σημ. 9] Kolache[Σημ. 10] και Kołacz).[Σημ. 11]

Οι παπαρουνόσποροι χρησιμοποιούνται σε διάφορα Γερμανικά ψωμιά και γλυκά καθώς επίσης και στην Πολωνική κουζίνα. Όπως και οι σπόροι σουσαμιού, οι σπόροι παπαρούνας προστίθενται συνήθως στα ψωμάκια των χάμπουργκερ. Η «Le Snak» είναι ένα διατροφικό προϊόν κατασκευασμένο από την «Uncle Toby» της Νέας Ζηλανδίας, αποτελούμενο από τρία κράκερ παπαρουνόσπορου και μιας μερίδας ημίσκληρου τυριού.

Πολτός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Χειροκίνητος μύλος άλεσης σπόρων παπαρούνας. Προσέξατε: Το διάφραγμα, που φαίνεται καθαρά (στο πλαϊνό άνοιγμα του μύλου).

Οι γεμίσεις στα γλυκά, μερικές φορές γίνονται με λεπτοαλεσμένους σπόρους παπαρούνας, αναμεμειγμένους με βούτυρο ή γάλα και ζάχαρη. Η αλεσμένη γέμιση χρησιμοποιείται σε ρολά σπόρων παπαρούνας και μερικά κρουασάν και μπορεί να αρωματιστούν με ξύσμα λεμονιού ή πορτοκαλιού, ρούμι και βανίλια με σταφίδες, κρέμα γάλακτος, κανέλα και ψιλοκομμένα ζεματισμένα αμύγδαλα ή προστίθενται καρύδια. Μερικές φορές για τα γλυκά ψημένα αγαθά, αντί για τη ζάχαρη, αντικαθίσταται όπως το σιρόπι μια κουταλιά της σούπας μαρμελάδα ή άλλος γλυκός συνδετικός παράγοντας. Ο σπόρος της παπαρούνας για γεμίσεις, είναι καλύτερος όταν είναι λεπτός και φρεσκοτριμμένος, γιατί αυτό θα κάνει μεγάλη διαφορά, στην υφή και τη γεύση της ζαχαροπλαστικής γέμισής του. Μερικές συνταγές για τους σπόρους Mohnstriezel, χρησιμοποιούν σπόρους παπαρούνας, μουλιασμένες για δύο ώρες σε νερό[11] ή βρασμένες σε γάλα. Μια συνταγή για τα Ουκρανικά κέικ σπόρου παπαρούνας, συνιστά την προετοιμασία των σπόρων, με την εμβάπτισή τους σε βραστό νερό, στραγγίζοντας και εμποτίζοντάς τους σε γάλα για όλη τη νύχτα.[12]

Οι σπόροι παπαρούνας μπορούν να αλεσθούν χρησιμοποιώντας ένα γενικό εργαλείο, όπως ένα γουδί με το γουδοχέρι του ή ένα μικρό εγχωρίου τύπου ηλεκτρικής λεπίδας μύλο ή ένα ειδικού σκοπού μύλο σπόρων παπαρούνας. Ο αλεστής (μύλος) σπόρων παπαρούνας, είναι τύπος αλεστού αγριάδας, με ένα πρωτύτερα τοποθετημένο διάφραγμα, το οποίο είναι πολύ στενό για το περάσουν από μέσα ανέπαφοι οι σπόροι παπαρούνας. Ο αλεστής αγριάδας, παράγει μια πιο ομοιόμορφη και λιγότερο λιπαρή πάστα από αυτά τα άλλα εργαλεία.

Η πάστα από σπόρους παπαρούνας, διατίθεται στο εμπόριο, μέσα σε κονσέρβες. Οι σπόροι της παπαρούνας έχουν πολλή υψηλή περιεκτικότητα σε λάδι, συνεπώς, η πάστα που διατίθεται στο εμπόριο, περιέχει ζάχαρη, νερό και ένα γαλακτωματοποιητή, όπως είναι η λεκιθίνη σόγιας, για να συγκρατήσει την πάστα, από το να διαχωριστεί. Επίσης, οι εμπορικά πωλούμενες πάστες, περιέχουν συντηρητικά τροφίμων, προκειμένου να τις αποτρέψουν από το τάγγισμα.

Στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι πωλούμενες στο εμπόριο πάστες, διατίθενται με εμπορικές ονομασίες όπως «Solo» και «American Almond». Κάθε μερίδα των 30 γραμμαρίων από σπόρους παπαρούνας της «American Almond», περιέχει: 120 θερμίδες, 4,5 γραμμάρια λίπος και 2 γραμμάρια πρωτεΐνης.

Όπως και με το σουσάμι, έτσι και οι σπόροι παπαρούνας μπορούν να γίνουν μπάρες ζαχαρωτού. Οι μπάρες γίνονται με βρασμένους σπόρους, αναμεμειγμένους με ζάχαρη ή μέλι. Αυτό είναι ιδιαιτέρως κοινό στα Βαλκάνια, την Ελλάδα ακόμη και στις κουζίνες των Αυστρο-ουγγρικών χωρών.

Χρήσεις στην κουζίνα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τουρκικό κέικ παπαρουνόσπορου.

Οι σπόροι παπαρούνας, χρησιμοποιούνται από ποικίλες κουζίνες, σε ολόκληρο τον κόσμο.

Στις Ινδία, Ιράν και Τουρκία, οι σπόροι παπαρούνας είναι γνωστοί ως khashkhaash ή haşhaş και θεωρούνται ιδιαιτέρως θρεπτικοί, ως επί το πλείστον προστίθεται στη ζύμη, κατά το ψήσιμο του ψωμιού και συνιστάται για τις έγκυες γυναίκες και τις νέες μητέρες.

Ευρωπαϊκή κουζίνα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γερμανικό Mohnstollen.

Οι σπόροι, από την οπιούχα παπαρούνα (Μήκων η υπνοφόρος (Papaver somniferum)), καταναλώνονται ευρέως σε πολλά μέρη της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης. Οι ζαχαρωμένοι ώριμοι σπόροι τρώγονται με ζυμαρικά ή βράζονται με γάλα και χρησιμοποιούνται ως κάλυμμα σε ποικίλα είδη γλυκών ζαχαροπλαστικής. Το άλεσμα των ώριμων σπόρων πραγματοποιείται είτε βιομηχανικά είτε στην οικία, όπου γενικά γίνεται με χειροκίνητο μύλο άλεσης σπόρων παπαρούνας.

Οι παπαρουνόσποροι χρησιμοποιούνται ευρέως στις κουζίνες της Αυστρίας, Κροατίας, Τσεχίας, Γερμανίας, Ουγγαρίας, Λιθουανίας, Πολωνίας, Ρουμανίας, Ρωσίας, Σλοβακίας, Τουρκίας και Ουκρανίας.

Τα κράτη της πρώην Γιουγκοσλαβίας (ιδιαιτέρως της Βόρειας Μακεδονίας και Σερβίας, αλλά επίσης και της Κροατίας και Βοσνίας) έχουν μακρά παράδοση προετοιμασίας πολτού από παπαρουνόσπορο (στρούντελ, μπακλαβά, pajgle) και πιάτα (μακαρόνια με παπαρουνόσπορο).

Το Πολωνικό γλυκό ζαχαροπλαστικής makowiec, το Σλοβακικό makovník ένα ρολό με γέμιση πολτό παπαρουνόσπορο.

Στις Σιλεσία, Λιθουανία, Ανατολική Σλοβακία και άλλες περιοχές εμπνευσμένες από την Εβραϊκή κουζίνα, ένα παραδοσιακό επιδόρπιο ετοιμάζεται για το δείπνο Kūčios (της Παραμονής των Χριστουγέννων), από σπόρους παπαρούνας. Έχουν αλεστεί και αναμιγνύονται με νερό ή γάλα· τα στρογγυλά μπισκότα μαγιάς (kūčiukai· bobalky στη Σλοβακία), εμποτίζονται με τους προκύπτοντες σπόρους «γάλα» παπαρούνας (γάλα παπαρούνας) και σερβίρονται κρύα.

Στην Κεντρική Ευρώπη, τα στρούντελ παπαρούνας είναι πολύ δημοφιλή, ιδιαιτέρως κατά τα Χριστούγεννα. Στη Γερμανία, Πολωνία και τις χώρες οι οποίες ανήκαν στην πρώην Αυστρο-ουγγρική Αυτοκρατορία, οι πάστες από παπαρουνόσπορο ονομάζονται Mohnkuchen και συνήθως τρώγονται κατά την περίοδο των Χριστουγέννων.[13]

Εβραϊκή κουζίνα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στην Εβραϊκή κουζίνα της Ανατολικής Ευρώπης, πάστες με γέμιση μαύρου παπαρουνόσπορου σ' ένα ζαχαρώδη πολτό, είναι παραδοσιακές κατά τη διάρκεια του Purim,[Σημ. 12] το οποίο λαμβάνει χώρα ακριβώς ένα μήνα πριν το Passover[Σημ. 13] και περίπου ένα μήνα πριν το Πάσχα. Τα παραδοσιακά γλυκίσματα ζαχαροπλαστικής, που περιέχουν παπαρουνόσπορο τα kalács και hamantashen, αμφότερα γνωστά και ως beigli (γράφεται και bejgli). Το hamantashen παπαρουνόσπορου ήταν το κυρίως παραδοσιακό φαγητό των Ασκεναζιτών κατά το Purim, έως ότου η γέμιση άλλαξε από άλλα φρούτα και ξηρούς καρπούς. Τα γλυκίσματα ζαχαροπλαστικής, που περιέχουν παπαρουνόσπορο είναι πολύ διαδεδομένα στα Εβραϊκά αρτοποιία και ντελικατέσεν, σε ολόκληρες τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Ινδική κουζίνα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στην Ινδική κουζίνα, οι λευκοί παπαρουνόσποροι προστίθενται για το πάχος, την υφή και επίσης δίνουν πρόσθετο άρωμα στη συνταγή. Συνήθως χρησιμοποιούμενο για την παρασκευή του korma,[Σημ. 14] αλεσμένοι σπόροι παπαρούνας, μαζί με την καρύδα και άλλα μπαχαρικά, συνδυάζονται ως το masala που πρέπει να προστεθεί στο τέλος του σταδίου μαγειρέματος. Είναι αρκετά σκληροί για να αλεθούν όταν είναι ακατέργαστοι, οπότε, συνήθως τηγανίζονται ξηροί και στη συνέχεια αναμιγνύονται με λίγο νερό για να πάρει η πάστα τη σωστή της συνοχή.

Λέξεις, για την πάστα σπόρων παπαρούνας περιλαμβάνουν: Ασσαμικά (Assamese)Aafu guti (আফু গুতি), Χίντι/ΜαράτιKhas Khas (खस खस), Ορίυα (Oriya)Posta, ΜπενγκάλιPosto, ΚανάνταGasagase (ಗಸಗಸೆ) ή Τελούγκου gasagasa (గసగసాలు) ή gasagasaalu ή Ταμίλ Kasa kasaa (கசகசா) ή Μαλαγιάλαμ – (കസ് കസ്).

Οι σπόροι παπαρούνας χρησιμοποιούνται ευρέως στις κουζίνες του Μαχαράστρα, Γκουτζαράτ, Άντρα Πραντές, Μπιχάρ, Βεγγάλη, Ορίσα και Μαλαμπάρ (Βορείου Κεράλα).

Στη Μαχαράστρα, οι σπόροι παπαρούνας (ονομάζονται खस खस στα Μαράτι) χρησιμοποιούνται για γαρνιτούρα στην anarsa (अनारसा),[Σημ. 15]

Στο Γκουτζαράτ, οι σπόροι παπαρούνας, συνήθως χρησιμοποιούνται στα γλυκίσματα. Η πιο συχνή χρήση τους είναι σαν γαρνιτούρα στο παραδοσιακό γλυκό του Γκουτζαράτ το laddoo.[Σημ. 16]

Ένα chaunk, tarka ή phoron, (το οποίο περιέχει ελαιόλαδο, σπόρους μάραθου, κύμινο, σπόρους τριγωνέλλας και τεμαχισμένες αποξηραμένες κόκκινες πιπεριές τσίλι) σε μια κατσαρόλα, στο στάδιο της προετοιμασίας.

Στη Βεγγάλη (Δυτική Βεγγάλη και το Μπανγκλαντές), οι λευκοί σπόροι παπαρούνας, ονομάζονται posto পোস্তো). Είναι πολύ δημοφιλείς και χρησιμοποιούνται ως το κύριο συστατικό σε μια ποικιλία πιάτων. Ένα από τα πιο δημοφιλή πιάτα είναι το aloo posto (πατάτα και σπόροι παπαρούνας), το οποίο αποτελείται από μία μεγάλη ποσότητα αλεσμένων σπόρων παπαρούνας που μαγειρεύονται μαζί με πατάτες για να γίνουν ένα ομαλό, πλούσιο προϊόν, το οποίο μερικές φορές τρώγεται με ρύζι.[14][15] Υπάρχουν πολλές παραλλαγές σε αυτό το βασικό πιάτο, αντικαθιστώντας ή συμπληρώνοντας τις πατάτες με τέτοιου είδους συστατικά όπως τα κρεμμύδια (pnyaj posto), ridged luffa (jhinge posto),[Σημ. 17] κοτόπουλο (murgi posto) και ενδεχομένως, το πιο δημοφιλές γαρίδες (chingri posto). Ορισμένες φορές, οι μαγειρεμένοι παπαρουνόσποροι, σερβίρονται σκέτοι, χωρίς συνοδευτικά συστατικά. Η συνοχή του πιάτου μπορεί να διαφέρει ανάλογα με τις τοπικές ή οικιακές παραδόσεις. Υπάρχει πληθώρα άλλων πιάτων posto. Το chadachadi[Σημ. 18][Υποσημ. 1] είναι πιάτο της Βεγγαλικής κουζίνας και περιλαμβάνει μακριές λωρίδες λαχανικών, μερικές φορές με τα στελέχη των πράσινων φυλλωδών λαχανικών, όλα ελαφρώς καρυκευμένα με μπαχαρικά, όπως μουστάρδα ή σπόροι παπαρούνας και αρωματισμένα με phoron.[Σημ. 19] Ένα πιάτο περιλαμβάνει το ψήσιμο στη σχάρα μπουρεκιών κατασκευασμένων από posto, μερικές φορές τηγανίζοντας τα (posto-r bora). Άλλο πιάτο περιλαμβάνει, απλή ανάμειξη άψητων αλεσμένων σπόρων παπαρούνας (kancha posto) με έλαιο μουστάρδας, ψιλοκομμένες πράσινες πιπεριές τσίλι, φρέσκα κρεμμυδάκια και ρύζι.

Στην κουζίνα της Καρνάτακα, το Gasagase Payasa (Κανάντα: ಗಸಗಸೆ ಪಾಯಸ) είναι πολύ δημοφιλές στο νότιο τμήμα του Νοτίου Ινδικού κρατιδίου της Καρνάτακα. Είναι ένα υγρό επιδόρπιο αποτελούμενο από λευκούς παπαρουνόσπορους, jaggery,[Σημ. 20][Υποσημ. 2] καρύδα και γάλα. Λευκό παπαρουνόσπορο χρησιμοποιούν επίσης, στις διάφορες συνταγές της Τελούγκου και στην κουζίνα της Άντρα Πραντές, ονόματι Gasaalu (గసాలు).

Οι ίδιοι οι σπόροι, δεν περιέχουν σημαντικές ποσότητες οπιούχων. Αλλά το τσάι παπαρούνας, το οποίο καταναλώνεται σε ορισμένες περιοχές και συχνά αναφέρεται ως doda, έχει υπάρξει αμφιλεγόμενο για να περιεχόμενο αλεσμένων φυτών παπαρούνας οπίου, ειδικά τη σποροκεφαλή και περιέχει σημαντικά επίπεδα οπιούχων.[16] Δημοφιλές σε ορισμένες κοινότητες της Νότιας Ασίας, το doda δημιουργείται από την άλεση των αποξηραμένων ακατέργαστων φλοιών παπαρούνας ή σπόρων παπαρούνας, σε μια λεπτή σκόνη και εν συνεχεία τη λήψη του μείγματος με ζεστό νερό ή τσάι. Στον Καναδά, το doda παρασκευάζεται από φυτά τα οποία αφίχθησαν από το Αφγανιστάν και την Αριζόνα με το πρόσχημα των νόμιμων σκοπών, όπως συνθέσεις λουλουδιών, αλλά πωλείται παρανόμως από ορισμένες αγορές κρέατος.[17]

Άλλες χρήσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στην παραδοσιακή Ινδική ιατρική (Αγιουρβέντα), μουσκεμένοι σπόροι παπαρούνας, αλέθονται μαζί με γάλα, σε μια λεπτή πάστα και εφαρμόζονται στο δέρμα ως ενυδατικό.[18]

Οι παπαρουνόσποροι συμπιέζονται, προκειμένου να παραχθεί το έλαιο παπαρουνόσπορου, ένα πολύτιμο εμπορικό έλαιο το οποίο έχει πολλαπλές μαγειρικές, βιομηχανικές και φαρμακευτικές χρήσεις.

Ολόκληροι σπόροι παπαρούνας, επίσης, έχουν φαρμακευτική χρήση: σε ένα απλό, ακριβές και ανέξοδο τεστ για τη μη κανονική σύνδεση ιστού (vesicointestinal fistula).[Σημ. 21]

Χρησιμοποιούνται συνήθως στη διατροφή των πτηνών ως κανναβούρι, ιδιαιτέρως χρήσιμο όταν τα πτηνά πτερορρέουν.[19]

Επιπτώσεις στην υγεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι παπαρουνόσποροι είναι ιδιαίτερα θρεπτικοί,[20] και λιγότερο αλλεργιογόνοι από ό,τι πολλοί άλλοι σπόροι και ξηροί καρποί. Αλλεργία (υπερευαισθησία τύπου 1) στους σπόρους παπαρούνας είναι σπανιότατη, αλλά έχει αναφερθεί[21][22] και δύνανται να προκαλέσουν αναφυλαξία.[22]

Συνιστάται από πολλούς γιατρούς, στους πάσχοντες από εκκολπωμάτωση, η αποφυγή των σπόρων παπαρούνας, λόγω του κινδύνου οι φλοιοί των σπόρων να ερεθίζουν το εκκόλπωμα, με αποτέλεσμα την πλήρως εμφυσημένη εκκολπωματίτιδα, ωστόσο, υπάρχει κάποια διαμάχη για τον κίνδυνο.[23]

Οι παπαρουνόσποροι είναι μια πιθανή πηγή των αντικαρκινικών φαρμάκων.[24]

Ψευδείς θετικές δοκιμές φαρμάκων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αν και το ναρκωτικό όπιο παράγεται με το "άρμεγμα" του λατέξ από τους άγουρους καρπούς ("λοβούς σπόρου") παρά από τους σπόρους, όλα τα μέρη του φυτού μπορούν να περιέχουν ή να φέρουν τα αλκαλοειδή του οπίου, ιδίως μορφίνη και κωδεΐνη. Αυτό σημαίνει ότι η κατανάλωση τροφών (π.χ., μάφιν) τα οποία περιέχουν σπόρους παπαρούνας μπορεί να οδηγήσει σε μια δοκιμή φαρμάκων, σε ψευδώς θετικά για οπιούχα. Ωστόσο, τα αποτελέσματα που παρέχονται δεν θα είναι τα ίδια, για κάποιον που χρησιμοποιεί οπιούχα.[25]

Τα επίπεδα μορφίνης σε σπόρους παπαρούνας κυμαίνονται μεταξύ 4–200 mg/kg. Σύμφωνα με άρθρο που δημοσιεύθηκε στη «Medical Science Law Journal», μετά την κατάποση «ενός γεύματος κάρυ ή δύο, που περιείχαν διάφορες ποσότητες σπόρων οι οποίοι εκπλύθηκαν», όπου τα συνολικά επίπεδα μορφίνης ήταν στην κλίμακα 58,4 έως 62,2 µg/g σπόρων, τα ουρικά επίπεδα μορφίνης βρέθηκαν να κυμαίνονται τόσο υψηλά όσο 1,27 µg/mL (1.270 ng/mL) ούρων.[26] Άλλο άρθρο στο «Journal of Forensic Science» αναφέρει ότι η συγκέντρωση της μορφίνης σε ορισμένες παρτίδες σπόρων, μπορεί να είναι τόσο υψηλές όσο 251 µg/g.[27] Σε αμφότερες τις μελέτες, η κωδεΐνη ήταν επίσης παρούσα στους σπόρους, σε μικρότερες συγκεντρώσεις. Ως εκ τούτου, είναι δυνατόν να ξεπεράσει το τρέχον πρότυπο 2.000 ng/mL όριο ανίχνευσης, ανάλογα με την ισχύ και την ποσότητα κατάποσης των σπόρων. Κάποια εργαστήρια τοξικολογίας εξακολουθούν να χρησιμοποιούν ως ένα επίπεδο αποκοπής τα 300 ng/mL.[28]

Στο επεισόδιο "Τεστ ανίχνευσης του Παπαρουνόσπορου" ("Poppy Seed Drug Test")[29] της σειράς των MythBusters του Discovery Channel, απέδειξαν ότι η κατανάλωση τόσο σπόρων παπαρούνας στο ψωμί, όσο και σπόρων παπαρούνας στα bagel, οδήγησε 30 λεπτά αργότερα, αμφότερους τους οικοδεσπότες της τηλεοπτικής εκπομπής, θετικούς στη χρήση οπιούχων.

Ένα φανταστικό παράδειγμα ενός τέτοιου ψευδούς θετικού τεστ στη λαϊκή κουλτούρα, ήταν στο επεισόδιο «Seinfeld» «Η κεφαλή του Ντους» ("The Shower Head"), όπου στον χαρακτήρα της Elaine Benes, δεν της επιτράπηκε να επισκεφθεί μαζί με τον J. Peterman, τους Βουσμάνους στην έρημο Καλαχάρι, αφού από την κατανάλωση των σπόρων παπαρούνας στα μάφιν, βρέθηκε θετική στο όπιο.

Απαγορεύσεις για τους σπόρους παπαρούνας και άλλα μπαχαρικά σχετιζόμενα με την παπαρούνα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η πώληση των σπόρων παπαρούνας από τη Μήκων την υπνοφόρο (Papaver somniferum), έχει απαγορευτεί στη Σιγκαπούρη λόγω της περιεκτικότητάς της στη μορφίνη. Οι παπαρουνόσποροι, επίσης απαγορεύονται στην Ταϊβάν, πρωτίστως, λόγω του κινδύνου ότι θα πωλούνται και θα χρησιμοποιούνται βιώσιμοι σπόροι, για την καλλιέργεια της οπιούχου παπαρούνας.[30] Η Κίνα απογορεύει μείγματα μπαχαρικών από παπαρουνόσπορο καθώς και λοβών σπόρου παπαρούνας, λόγω των οπιούχων ιχνών σε αυτές και έχει τουλάχιστον από το 2005.[31][32] Παρά την παρούσα χρήση τους στην Αραβική κουζίνα ως καρύκευμα ψωμιού, οι παπαρουνόσποροι είναι επίσης απαγορευμένοι στη Σαουδική Αραβία για διάφορους θρησκευτικούς και λόγους ελέγχου των ναρκωτικών.[33] Σε μια ακραία περίπτωση στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, σπόροι παπαρούνας που βρέθηκαν στα ρούχα ενός ταξιδιώτη, είχαν σαν αποτέλεσμα τη φυλάκισή του.[34][35]

Διεθνείς ταξιδιώτες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ως σπόροι παπαρούνας προκαλούν ψευδή θετικά αποτελέσματα στις δοκιμές ανίχνευσης, συνιστάται στα αεροδρόμια της Ινδίας να μην μεταφέρουν τέτοια είδη σε άλλες χώρες, όπου αυτό μπορεί να οδηγήσει σε ποινές βασιζόμενες σε ψευδή θετικά αποτελέσματα. Ταξιδιώτες προς τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα είναι ιδιαιτέρως επιρρεπείς σε δυσχέρειες και σοβαρές ποινές.[36][37]

Στη Σιγκαπούρη, οι σπόροι παπαρούνας κατατάσσονται από την «Κεντρική Υπηρεσία Ναρκωτικών» («Central Narcotics Bureau» (CNB)), ως "απαγορευμένα αγαθά".[38]

Σημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Λατέξ (latex), ένα γαλακτώδες υγρό που αποπνέουν τα φυτά, όπως οι ευφορβίες, οι συκιές και οι πικραλίδες.
  2. Τα μάφιν (muffin) σπόρων παπαρούνας (ή μάφιν παπαρουνόσπορου), είναι μάφιν τα οποία συνήθως γίνονται με αλεύρι σίτου, βούτυρο, ζάχαρη και σπόρους παπαρούνας και συχνά άλλα συστατικά (συμπεριλαμβανομένου λεμονιού, κανέλας, βανίλιας ή βατόμουρα). Συχνά τρώγονται σαν σνακ ή επιδόρπιο, αλλά επίσης συνήθως τρώγονται και ως πρωινό.[Παρ. Σημ. 1][Παρ. Σημ. 2]
  3. Το παξιμάδι (rusk), είναι ένα σκληρό, ξηρό μπισκότο ή το δύο φορές-ψημένο ψωμί. Μερικές φορές χρησιμοποιείται ως τρόφιμο μωρών ευρισκομένων στην οδοντοφυΐα. Ο όρος παξιμάδι στα Ελληνικά, καλύπτει διάφορες μορφές του Ελληνικού παξιμαδιού, συνήθως γίνεται από κριθάρι ή αλεύρι ρεβιθιού και μαλακώνει πριν από το φαγητό, με κρασί, νερό ή λάδι. Το παξιμάδι αποτελεί τη βάση του Κρητικού ντάκου σνακ.
  4. Το bagel (Γίντις: בייגל beygl· Πολωνικά: bajgiel), γραμμένο επίσης και ως beigel, αποτελεί προϊόν άρτου με καταγωγή την Πολωνία, παραδοσιακά διαμορφώνεται χειρωνακτικά στη μορφή ενός δακτυλίου από προζυμωμένο σιτάρι, περίπου στο μέγεθος του ενός χεριού, το οποίο πρώτα βράζεται σε νερό, για βραχύ χρονικό διάστημα και εν συνεχεία ψήνεται.[Παρ. Σημ. 3]
  5. Bialy (Γίντις: ביאלי), μια σύντομη λέξη των γίντις για το bialystoker Kuchen (Γίντις: ביאליסטאקער קוכען), από την Μπιάλιστοκ, μια πόλη στην Πολωνία, είναι ένα μικρό ρολό, το οποίο αποτελεί παραδοσιακό πιάτο στην Πολωνική και την Πολωνική-Ασκενάζι κουζίνα.
  6. Το σπογγώδες παντεσπάνι (sponge cake), είναι μια τούρτα με βάση το αλεύρι (συνήθως σιτάλευρο), ζάχαρη, αυγά και ορισμένες φορές με προζύμι από το μπέικιν πάουντερ. Έχει μια σταθερή, αλλά καλά αεριζόμενη δομή, παρόμοια με αυτή ενός σπόγγου θαλάσσης.[Παρ. Σημ. 4]
  7. Το bun είναι ένα μικρό, μερικές φορές γλυκό, ψωμί ή ψωμάκι. Αν και έρχεται σε πολλά σχήματα και μεγέθη, συνηθέστερα είναι στο μέγεθος του χεριού ή μικρότερο με στρογγυλή κορυφή και επίπεδο το κάτω μέρος.
  8. Το κοζονάκ (Ρουμανική προφορά: [kozoˈnak]) ή kozunak (Βουλγαρικά: козунак, Βουλγαρική προφορά: [kozuˈnak]), είναι ένα παραδοσιακό Ρουμανικό και Βουλγαρικό γλυκό ψωμί, το οποίο είναι ένα είδος Stollen. Στη Βουλγαρία, συνήθως προετοιμάζεται για το Πάσχα και ως επί το πλείστον στη Ρουμανία και τη Μολδαβία, για κάθε μεγάλη αργία (Χριστούγεννα, Πάσχα, Πρωτοχρονιά, Πεντηκοστή).
  9. Το kalach, kolach ή colac (Ουκρανικά: калач ή колач· Ρωσικά: калач· Ρουμανικά: colac· Σερβικά: колач / kolač), είναι ένα παραδοσιακό ψωμί της Ανατολικής Σλαβίας, το οποίο συνήθως σερβίρεται κατά τη διάρκεια διαφόρων τελετουργικών γευμάτων. Η ονομασία προέρχεται από την παλαιά Σλαβική λέξη kolo (коло) που σημαίνει "κύκλος", "τροχός".[Παρ. Σημ. 5]
  10. Το kolach (πληθυντικός kolache, επίσης γράφεται kolace ή kolacky / kəˈlɑːtʃi, -tʃki /, από τον Τσεχικό και Σλοβακικό πληθυντικό koláče, ενικός koláč), είναι ένα είδος ζύμης που περιέχει ένα κομμάτι φρούτου, περιβεβλημένου από ένα αφράτο μαξιλάρι εύπλαστης ζύμης.[Παρ. Σημ. 6]
  11. Το kołacz (Πολωνική προφορά: [ˈkɔwat͡ʂ]) που σημαίνει κέικ, κέικ τροχού ή κέικ καφέ (ποικιλοτρόπως μεταφρασμένο ως kolach, kolachky, kolacky, kolachy, από το Πολωνικό: koło: "δίσκος") είναι μια παραδοσιακή Πολωνική ζύμη, αρχικά ως γαμήλια τούρτα που χρονολογείται στις αρχές του 13ου αιώνα και που έχει βρει τον δρόμο του, στα Αμερικανικά σπίτια, κατά την περίοδο των διακοπών των Χριστουγέννων και του Πάσχα.[Παρ. Σημ. 7]
  12. Το Purim (Πουρίμ) (/ pʊərɪmΕβραϊκά: פּוּרִים Πουρίμ «παρτίδες» (τεμάχια γης), από τη λέξη פור pur, που σχετίζεται με την Ακκαδική: Puru) είναι μια Εβραϊκή γιορτή που τιμά τη σωτηρία του Εβραϊκού λαού από τον Αμάν, ο οποίος σχεδίαζε να σκοτώσει όλους τους Εβραίους. Αυτό έλαβε χώρα στην αρχαία Περσική Αυτοκρατορία. Η ιστορία καταγράφεται, στο Βιβλικό βιβλίο της Εσθήρ (Megillat Ester מגילת אסתר στα Εβραϊκά).[Παρ. Σημ. 8]
  13. Το Πάσχα ή Πέσαχ (Passover ή Pesach) (/ pɛsɑːx, peɪsɑːx /· από τα Εβραϊκά פֶּסַח Pesah, Pesakh, Ασσυριακά· ܦܸܨܚܵܐ "piskha"), είναι μια σημαντική, βιβλικά προερχόμενη Εβραϊκή γιορτή. Ο Εβραϊκός λαός γιορτάζει το Πάσχα σε ανάμνηση της απελευθέρωσής του από τον Θεό, από τη δουλεία στην Αίγυπτο και την ελευθερία του ως έθνος υπό την ηγεσία του Μωυσή. Τιμά την ιστορία της Εξόδου, όπως περιγράφεται στην Εβραϊκή Βίβλο, ιδίως στο Βιβλίο της Εξόδου, στο οποίο οι Ισραηλίτες είχαν απελευθερωθεί από τη σκλαβιά στην Αίγυπτο. Συμφώνως προς την πρότυπο βιβλική χρονολογία, η εκδήλωση αυτή θα έλαβε χώρα περίπου στα 1300 π.Χ (ΑΜ 2450).[Παρ. Σημ. 9][Παρ. Σημ. 10]
  14. Το korma (από το Τουρκικό kavurma), γράφεται επίσης και kormaa, qorma, khorma, kurma ή qovurma, είναι πιάτο με καταγωγή στη Νότια Ασία, αποτελούμενο από κρέας ή λαχανικά κοκκινιστό σε σάλτσα με καρυκεύματα που γίνεται με γιαούρτι, κρέμα γάλακτος, καρύδι ή πάστα σπόρων.[Παρ. Σημ. 11]
  15. Η anarsa, είναι αρτοσκεύασμα που μοιάζει με σνακ, το οποίο συνήθως συνδέεται με το Ινδουιστικό φεστιβάλ Diwali.[Παρ. Σημ. 12]
  16. Τα laddu ή laddoo, είναι γλυκίσματα σφαιρικού σχήματος, δημοφιλή στην Ινδική υποήπειρο. Τα laddu παρασκευάζονται από αλεύρι, αλεσμένη ζύμη και ζάχαρη με άλλα συστατικά που διαφέρουν ανάλογα με τη συνταγή. Συνήθως σερβίρονται σε εορταστικές ή θρησκευτικές εκδηλώσεις.[Παρ. Σημ. 13][Παρ. Σημ. 14]
  17. Η Ελλύφη η οξύπλευρος (luffa acutangula), καλλιεργείται εμπορικά ως λαχανικό, για τα άγουρα φρούτα της. Τα ώριμα φρούτα, χρησιμοποιούνται ως σφουγγάρια φυσικού καθαρισμού. Ο καρπός της μοιάζει ελαφρώς σαν αγγούρι ή κολοκυθάκι με κορυφογραμμές. Εκτείνεται από την κεντρική και την ανατολική Ασία προς τη νοτιοανατολική Ασία. Επίσης, σε περιοχές με ψυχρότερα κλίματα, καλλιεργείται ως φυτό εσωτερικού χώρου.
  18. Το chorchori (Οντία (Odia): ଚଡ଼ଚଡ଼ି, Μπενγκάλι: চচ্চড়ি), είναι ένα μοναδικό char-γεύσης πιάτο λαχανικών από το Μπανγκλαντές και την Ινδία, βρίσκεται κυρίως στην κουζίνα της Βεγγάλης. Για να μαγειρευτεί ένα πιάτο Chadachadi, παρασκευάζεται ένα chaunk, με το τηγάνισμα των μπαχαρικών όπως μαύροι σπόροι μουστάρδας και αλεσμένη ρίζα τζίντζερ σε λάδι ή γκι (ghee).
  19. Το chaunk ή το phoron, συχνά μεταφραζόμενο ως "μαλάκωμα", είναι μια τεχνική μαγειρέματος και γαρνιρίσματος που χρησιμοποιείται στις κουζίνες της Ινδίας, του Μπανγκλαντές και του Πακιστάν, στις οποίες ολόκληρα μπαχαρικά (και μερικές φορές επίσης άλλα συστατικά, όπως αλεσμένη ρίζα τζίντζερ ή ζάχαρη) τηγανίζονται εν συντομία σε λάδι ή γκι για να απελευθερώσουν τα αιθέρια έλαιά τους από τα κύτταρα και επομένως να βελτιωθεί η γεύση τους, πριν να χυθεί, μαζί με το λάδι, εντός του πιάτου.
  20. Μια χοντρή σκούρα καφέ ζάχαρη που γίνεται στην Ινδία, από την εξάτμιση του χυμού (sap) των φοινικόδεντρων.
  21. Ένα τεστ για τη μη κανονική σύνδεση ιστού (vesicointestinal fistula), vesicointestinal συρίγγιο (ή intestinovesical συρίγγιο) είναι μια μορφή συριγγίου μεταξύ της ουροδόχου κύστης και του εντέρου.
Παραπομπές σημειώσεων
  1. «Lemon Poppy Seed Muffins». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 15 Ιανουαρίου 2014. Ανακτήθηκε στις 8 Απριλίου 2013. 
  2. «Poppy Seed Muffins». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 22 Μαρτίου 2014. Ανακτήθηκε στις 8 Απριλίου 2013. 
  3. Definition: Beigel, retrieved from Dictionary.com website July 11, 2011 «Definition:Beigel» Check |url= value (βοήθεια). 
  4. «Sponge cake». http://www.bbc.co.uk/.  Εξωτερικός σύνδεσμος στο |website= (βοήθεια)
  5. Nokony, Vkka A. (1989). «The Ukrainian Museum of Canada». Material History Bulletin (Spring). http://scholar.googleusercontent.com/scholar?q=cache:r2xAmK-2OuMJ:scholar.google.com/+kalach+bread&hl=en&as_sdt=0,5. 
  6. «Czech, Please: 2000s Archive : gourmet.com». Prod.gourmet.com. 1 Αυγούστου 2011. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 17 Μαρτίου 2012. Ανακτήθηκε στις 20 Φεβρουαρίου 2012. 
  7. «Polish Wedding Customs & Traditions». σελ. 126. Ανακτήθηκε στις 19 Ιανουαρίου 2015. 
  8. Esther 9:24, 27.
  9. "Pesach". Random House Webster's Unabridged Dictionary.
  10. The Seder Olam Rabbah calculates the lifespan of Moses as 1391–1271 BCE, which would correspond to a date of the Exodus of forty years before 1271, i.e. 1311 BCE.
  11. Amjum Anand (2007), My Chicken Korma (Times Online)
  12. «दीवाली पर बनती है ये स्पेशल मिठाई». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 6 Απριλίου 2016. 
  13. «Sweet shops make hay in Diwali shine». The New Indian Express. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 21 Απριλίου 2016. Ανακτήθηκε στις 6 Απριλίου 2016. 
  14. Sangeetha Devi Dundoo. «As good as home». The Hindu. 

Υποσημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Το γκι (ghee), είναι ένα ημί-υγρο βούτυρο, το οποίο προηγουμένως έχει λιώσει, προκειμένου να διαχωριστούν και να αφαιρεθούν οι ακαθαρσίες του και η διαφορά του από το συνηθισμένο βούτυρο είναι ότι δεν περιέχει καθόλου νερό το οποίο εξατμίζεται κατά τη διαδικασία παρασκευής του. Το βούτυρο θερμαίνεται σε χαμηλή θερμοκρασία για να εξατμιστεί το νερό που περιέχει και ταυτόχρονα να διαχωριστούν τα λευκώματα και η λακτόζη που περιέχει, χωρίς όμως να υπερθερμανθούν και να καούν. Στο τέλος της διαδικασίας οι πρωτεΐνες και τα σάκχαρα αφαιρούνται με φιλτράρισμα. Όταν το γκι αποκτήσει θερμοκρασία δωματίου γίνεται παχύρρευστο ως πηχτό με χρυσαφί χρώμα, αδιαφανές, και με πολύ έντονη μυρωδιά βουτύρου. Διατηρείται σε θερμοκρασία δωματίου πολύ περισσότερο από ό,τι το συνηθισμένο βούτυρο και ενδείκνυται για τηγάνισμα σε υψηλές θερμοκρασίες χωρίς να αλλοιώνεται χάρη στο ψηλό σημείο καπνού 205 °C.[Παρ. Υποσημ. 1][Παρ. Υποσημ. 2]
  2. Ο χυμός (Αγγλ. sap), είναι αυστηρός όρος της επιστήμης της Γενικής Βοτανικής που χρησιμοποιείται αποκλειστικά στη Φυσιολογία Φυτών και όχι οπουδήποτε. Συγκεκριμένα, είναι ΜΟΝΟΝ το πρωταρχικό υδατικό διάλυμα που κινείται στα αγγεία του φυτού με πολύπλοκες φυσικοχημικές διεργασίες (ώσμωση, τριχοειδικά φαινόμενα κ.ά.) και χρησιμεύει στη θρέψη του. Οποιοδήποτε υγρό παράγει το φυτό ΜΕΤΑΓΕΝΕΣΤΕΡΑ και σε οποιοδήποτε σημείο του (βλαστό, φύλλα, άνθη, κ.ο.κ), ακόμη και αν προέρχεται από αυτό το διάλυμα, δεν είναι χυμός, με την ΑΥΣΤΗΡΗ βοτανική έννοια (sensu stricto). Επίσης, ο χυμός, δεν πρέπει να συγχέεται με το λατέξ, τη ρητίνη ή το κενοτόπιο (vacuole). [Παρ. Υποσημ. 3]
Παραπομπές υποσημειώσεων
  1. Shilpa (14 Μαΐου 2007). «How to make Ghee». Aayi's Recipes. Ανακτήθηκε στις 24 Ιουνίου 2016. 
  2. Landis, Denise (2003). All About Ghee New York Times - Food Chain
  3. Aslam Khan (1 Ιανουαρίου 2001). Plant Anatomy And Physiology. Gyan Publishing House. ISBN 978-81-7835-049-3. Ανακτήθηκε στις 6 Απριλίου 2013. 

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Raghavan, Susheela (2006). Handbook of spices, seasonings, and flavorings. CRC Press. σελ. 158. ISBN 978-0-8493-2842-8. 
  2. 2,0 2,1 McGee, Harold (2004). On Food and Cooking: The Science and Lore of the Kitchen. Simon and Schuster. σελ. 513. ISBN 978-0-684-80001-1. 
  3. Scott Cunningham (2004). Cunningham's Encyclopedia of Magical Herbs. Llewellyn. σελ. 211. ISBN 978-0-87542-122-3. 
  4. Yearbook of Agriculture. United States Government Printing Office. 1896. σελ. 203. 
  5. Yiu H. Hui, Handbook of Food Science, Technology, and Engineering. CRC Press 2006. ISBN 0-8493-9848-7
  6. "Poppy, chamomile and larkspur seeds are planted outside in January." Day, Molly (2009-01-14). «Gardening: Work to get seeds started in January». Muskogee Phoenix. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2012-09-04. https://archive.today/20120904204910/http://www.muskogeephoenix.com/features/local_story_014182513.html. Ανακτήθηκε στις 2009-01-24. 
  7. Faostat. Faostat.fao.org (2014-10-23). Retrieved on 2015-04-24.
  8. "Poppy law" on Erowid.org
  9. Irma S. Rombauer· Marion Rombauer Becker· Ethan Becker (2006). The Joy of Cooking. New York: Scribner. σελ. 1011. ISBN 978-0-7432-4626-2. 
  10. Singhal, Rekha S.· Pushpa R. Kulkarni· Dinanath V. Rege (1997). Handbook of Indices of Food Quality and Authenticity. Woodhead. σελ. 414. ISBN 978-1-85573-299-5. 
  11. Mohnstriezel-Poppy-Seed-Cake[νεκρός σύνδεσμος]. Recipezaar.com. Retrieved on 2015-04-24.
  12. Walter, Joyce (2009-01-10). «Ukrainian community in midst of celebrations». The Moose Jaw Times Herald (Saskatchewan). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2009-03-02. https://web.archive.org/web/20090302231252/http://mjtimes.sk.ca/index.cfm?sid=209232&sc=8. Ανακτήθηκε στις 2009-01-24. 
  13. "Poppy Seed Moon Cake or Makosbeigli," in Meyer, June (1998). June Meyer's Authentic Hungarian Heirloom Recipes. Meyer & Assoc. ISBN 978-0-9665062-0-4. 
  14. «Aloo Posto Recipe - Potato preparation cooked with poppy seeds». www.sanjeevkapoor.com. Sanjeev Kapoor. Ανακτήθηκε στις 15 Φεβρουαρίου 2016. 
  15. «Potatoes fried in a thick coating of poppy seeds is a signature dish from Bengal». food.ndtv.com. Aditya Bal. Ανακτήθηκε στις 15 Φεβρουαρίου 2016. 
  16. «Ont. shop owner charged with selling addictive poppy derivative». CBC News. 2008-12-23. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2009-03-03. https://web.archive.org/web/20090303095104/http://www.cbc.ca/canada/toronto/story/2008/12/23/doda-charge.html?ref=rss. Ανακτήθηκε στις 2016-04-06. 
  17. Roberts, Rob (2009-01-08). «Peel region’s doda problem». National Post (Toronto). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2009-01-17. https://web.archive.org/web/20090117121639/http://network.nationalpost.com/np/blogs/toronto/archive/2009/01/08/peel-region-s-doda-problem.aspx. Ανακτήθηκε στις 2009-01-24. 
  18. «Poppy face pack». ammas.com. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 18 Απριλίου 2009. Ανακτήθηκε στις 13 Μαΐου 2009. 
  19. Ward, Artemas (1911). The Grocer's Encyclopedia (1st έκδοση). New York, New York: James Kemster Printing Co. σελίδες 492–495. Ανακτήθηκε στις 5 Ιουλίου 2014. 
  20. «Poppy Seeds Nutrition Facts». Buzzle.com. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 23 Αυγούστου 2010. Ανακτήθηκε στις 18 Φεβρουαρίου 2011. 
  21. Keskin O, Sekerel BE; Sekerel (2006). «Poppy Seed Allergy: A case report and review of the literature». Allergy and Asthma Proceedings 27 (4): 396–8. doi:10.2500/aap.2006.27.2881. PMID 16948357. 
  22. 22,0 22,1 Panasoff J (2008). «Poppy seed anaphylaxis». Journal of Investigational Allergology and Clinical Immunology 18 (3): 224–5. PMID 18564637. 
  23. «Αρχειοθετημένο αντίγραφο» (PDF). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 10 Μαΐου 2017. Ανακτήθηκε στις 6 Απριλίου 2016. 
  24. Aruna K, Sivaramakrishnan VM; Sivaramakrishnan (November 1992). «Anticarcinogenic effects of some Indian plant products». Food and Chemical Toxicology 30 (11): 953–6. doi:10.1016/0278-6915(92)90180-s. PMID 1473788. https://archive.org/details/sim_food-and-chemical-toxicology_1992-11_30_11/page/953. 
  25. O'Connor, Anahad (2005-01-11). «The Claim: Eating Poppy Seeds Can Make You Fail a Drug Test». The New York Times. http://www.nytimes.com/2005/01/11/health/11real.html?_r=0. 
  26. Opiated curry Αρχειοθετήθηκε 2016-03-04 στο Wayback Machine.. Opioids.com. Retrieved on 2015-04-24.
  27. Poppy-seeds: codeine, morphine and urinanalysis Αρχειοθετήθηκε 2021-09-15 στο Wayback Machine.. Opioids.com. Retrieved on 2015-04-24.
  28. Detection of Opiates in Urine – Toxicology Laboratories – HealthWorld Online. Healthy.net. Retrieved on 2015-04-24.
  29. Poppy Seed Drug Test MiniMyth | MythBusters | Discovery. Dsc.discovery.com (2011-02-11). Retrieved on 2015-04-24.
  30. http://www.taipeitimes.com/News/front/archives/2001/05/04/0000084299
  31. «Αρχειοθετημένο αντίγραφο». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 11 Μαΐου 2017. Ανακτήθηκε στις 6 Απριλίου 2016. 
  32. http://www.latimes.com/world/la-fg-china-poppy-20131021-story.html
  33. Ignorance Is No Excuse for Breaking Law. Arabnews.com (2006-01-10). Retrieved on 2015-04-24.
  34. Tourists warned of UAE drug laws. BBC News (2008-02-08). Retrieved on 2015-04-24.
  35. [ttp://www.fairtrials.org/press/list-of-controlled-pharmaceutical-substances-in-uae/ «List Of Controlled Pharmaceutical Substances In UAE»]. Fair Trials International. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 18 Οκτωβρίου 2014. 
  36. Travel Warning – Khas Khas (Poppy Seed) Imprisonment in UAE Αρχειοθετήθηκε 2017-06-19 στο Wayback Machine.. Hoax-slayer.com. Retrieved on 2015-04-24.
  37. «Indian in UAE denies using poppy seeds as drugs». IANS. Yahoo News India. July 10, 2014. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2016-03-05. https://web.archive.org/web/20160305134049/https://in.news.yahoo.com/indian-uae-denies-using-poppy-seeds-drugs-142015955.html. Ανακτήθηκε στις July 17, 2014. 
  38. «I would like to know if I am allowed to bring poppy seeds into Singapore for my baking business». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 19 Απριλίου 2016. Ανακτήθηκε στις 31 Αυγούστου 2015. 

Πρόσθετη ανάγνωση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]