Σλιμ Γουίτμαν

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Σλιμ Γουίτμαν
Ότις «Σλιμ» Γούιτμαν
Πληροφορίες
Όνομα γέννησηςΌτις Ντιούι Γουίτμαν
Γέννηση20  Ιανουαρίου 1923[1][2][3]
Τάμπα[3]
Θάνατος19  Ιουνίου 2013[4][5][6]
Orange Park[3]
ΚαταγωγήΗνωμένες Πολιτείες Αμερικής
EίδοςΚάντρι, φολκ
ΙδιότητεςΤραγουδιστής, συνθέτης
Παρουσία1948 - 2010

Ο Ότις Ντιούι Γουίτμαν (Ottis Dewey Whitman Jr., 20 Ιανουαρίου 192319 Ιουνίου 2013), γνωστός περισσότερο ως Σλιμ Γουίτμαν, ήταν Αμερικανός μουσικός της κάντρι, τραγουδιστής και συνθέτης. Σημαντικές θεωρούνται οι πρώτες επιτυχίες του, κατά τη δεκαετία του 1950, όπως τα τραγούδια India Love Call, Love Song of the Waterfall, Rose Marie και Singing Hills. Είχε χαρακτηριστεί ως ο αγαπημένος φολκ τραγουδιστής της Αμερικής, ωστόσο στη διάρκεια της καριέρας του απέκτησε μεγαλύτερη φήμη στην Ευρώπη και ειδικότερα στην Αγγλία[7]. Ως συνθέτης και ερμηνευτής χαρακτηρίζεται για το γλυκό και ρομαντικό ύφος του. Με το χαρακτηριστικό φαλτσέτο και την έκταση που διέθετε, καθώς και τους λαρυγγισμούς του, αποτελεί μια από τις πιο χαρακτηριστικές και ασυνήθεις φωνές της κάντρι και ποπ μουσικής[8].

Ξεκίνησε τη μουσική του σταδιοδρομία στα τέλη της δεκαετίας του 1940, όταν τον ανακάλυψε ο Τομ Πάρκερ, μάνατζερ του Έντι Άρνολντ και αργότερα του Έλβις Πρίσλεϊ. Το πρώτο του σινγκλ, I’ m Casting My Lasso Towards the Sky, κυκλοφόρησε το 1949 υιοθετώντας το όνομα Σλιμ Γουίτμαν μετά από παρότρυνση της δισκογραφικής του εταιρείας. Έγινε περισσότερο γνωστός με τη διασκευή του τραγουδιού Love Song of the Waterfall (σύνθεση του Μπομπ Νόλαν) και αργότερα με τα σινγκλς, Indian Love Call (1952) και Secret Love (1953), τα οποία έφτασαν μέχρι τη δεύτερη θέση του καταλόγου Billboard για την κάντρι. Συνέχισε να ηχογραφεί και να περιοδεύει μέχρι τη δεκαετία του 2000.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. «The Guardian». (Αγγλικά) The Guardian. Guardian Media Group. Ηνωμένο Βασίλειο. Ανακτήθηκε στις 12  Απριλίου 2023.
  2. Legacy.com. www.legacy.com/obituaries/legacy/obituary.aspx?n=slim-whitman&pid=165413468. Ανακτήθηκε στις 12  Απριλίου 2023.
  3. 3,0 3,1 3,2 «The New York Times». (Αγγλικά) The New York Times. The New York Times Company, A. G. Sulzberger. Μανχάταν, Νέα Υόρκη. Ανακτήθηκε στις 12  Απριλίου 2023.
  4. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 12  Μαΐου 2014.
  5. «Encyclopædia Britannica» (Αγγλικά) biography/Slim-Whitman. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  6. (Αγγλικά) SNAC. w6sn0r3z. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  7. Bogdanov, Woodstra, Erlewine, (2003), σελ. 819
  8. Wolf (2000), σελ. 156

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Vladimir Bogdanov, Chris Woodstra, Stephen Thomas Erlewine (2003), All Music Guide to Country, Backbeat Books
  • Kurt Wolff (2000), Country Music: The Rough Guide, Rough Guides