Σιδηροπυρίτης

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Ο σιδηροπυρίτης (αγγλ. pyrite) είναι θειούχο ορυκτό του σιδήρου.

Σιδηροπυρίτης
Σιδηροπυρίτης
Γενικά
ΚατηγορίαΣουλφίδια
Χημικός τύποςFeS2
Ορυκτολογικά χαρακτηριστικά
Πυκνότητα5,1 gr/cm3
ΧρώμαΚίτρινο του μπρούντζου
Σύστημα κρυστάλλωσηςΚυβικό
ΚρύσταλλοιΚύβοι, οκτάεδρα ή πενταγωνικά δωδεκάεδρα
ΥφήΣυμπαγής, κοκκώδης, σπανιότερα βοτρυοειδής ή σταλακτιτοειδής
ΔιδυμίαΚατά {110}, συνδιαβλαστάνουσα, σπανιότερα διεισδύσεως
Σκληρότητα6 - 6,5
ΣχισμόςΑτελής
ΘραύσηΚογχοειδής
ΛάμψηΜεταλλική
Γραμμή κόνεωςΠρασινομέλαινα
ΔιαφάνειαΑδιαφανής

Γενικά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η ονομασία του προέρχεται από τις ελληνικές λέξεις «σίδηρος» και «πυρ», επειδή πιστευόταν ότι γεννά πυρ (φωτιά), καθώς παρήγαγε σπίθες, όταν τριβόταν σε σκληρές μεταλλικές επιφάνειες. Ο όρος παρέμεινε και διεθνοποιήθηκε, αν και παλαιότερα αναφερόταν σχεδόν σε όλα τα μικτά θειούχα. Παλαιότερα ονομαζόταν και ψευδοχρυσός (αγγλ. "fools gold"), λόγω του χρώματός του, που μοιάζει με αυτό του αυτοφυούς χρυσού, από τον οποίο, ωστόσο, διακρίνεται εύκολα λόγω της πολύ μεγαλύτερης σκληρότητάς του (6,5 έναντι 2,5 του χρυσού) και της μέλαινας γραμμής κόνεως (η του χρυσού είναι κίτρινη).

Ανευρίσκεται σε όλα τα γεωλογικά περιβάλλοντα: Αποτελεί επουσιώδες ορυκτό σε πυριγενή πετρώματα, ανευρίσκεται σε υδροθερμικές φλέβες συνδεόμενος με τα υπόλοιπα μικτά θειούχα (γαληνίτη, σφαλερίτη, μαρκασίτη, χαλκοπυρίτη, αρσενοπυρίτη) και σε κοιτάσματα προερχόμενα από μεταμορφώσεις επαφής, καθώς και σε ιζηματογενείς αποθέσεις.

Μολονότι κρυσταλλώνεται στο κυβικό σύστημα, εμφανίζει ατελή συμμετρία, επειδή οι κρυσταλλικές έδρες (ιδιαίτερα των κυβικών κρυστάλλων) εμφανίζουν ραβδώσεις. Η πολυμορφική παραλλαγή του ονομάζεται μαρκασίτης και κρυσταλλώνεται στο ορθορομβικό σύστημα.

Απαντά σε πολλά μέρη του κόσμου μαζί με άλλα μικτά θειούχα. Από τα σημαντικότερα κοιτάσματά του είναι αυτά στη Βολιβία, στις ΗΠΑ, στο Περού στην Ισπανία και στη νήσο Έλβα. Κοιτάσματά του απαντούν επίσης στη Ναμίμπια, στην Γκάνα, στη Ζάμπια και στη Δημοκρατία της Νότιας Αφρικής. Στην Ελλάδα υπάρχει στον Μαδέμ Λάκκο (Στρατώνι Χαλκιδικής), στη νήσο Σέριφο, κ.α.

Χρήσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μολονότι περιέχει σημαντική ποσότητα σιδήρου, χρησιμοποιείται κυρίως στη βιομηχανία παρασκευής του θειικού οξέος: Ο σιδηροπυρίτης, ύστερα από μηχανικό καθαρισμό, φρύσσεται, οπότε παράγεται διοξείδιο του θείου:

4FeS2 + 11O2 → 2Fe2O3 + 8SO2

Το παραγόμενο διοξείδιο του θείου υφίσταται καταλυτική οξείδωση σε τριοξείδιο του θείου (με καταλύτη πεντοξείδιο του βαναδίου, V2O5), το οποίο, διαλυόμενο στο νερό, παρέχει θειικό οξύ (H2SO4).

Χρησιμοποιείται, επίσης, στην παρασκευή θειικών αλάτων του σιδήρου, τα οποία έχουν ευρύτατη εφαρμογή στην παρασκευή μελανιών, χρωμάτων και βαφών συντήρησης, καθώς και απολυμαντικών.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Frederick H. Pough, Roger Tory Peterson, Jeffrey (PHT) Scovil, A Field Guide to Rocks and Minerals, Houghton Mifflin Harcourt, 1988 ISBN 0-395-91096-X
  • Walter Schumann, R. Bradshaw, K.A.G. Mills, Handbook of Rocks, Minerals and Gemstones, Houghton Mifflin Harcourt, 1993 ISBN 0-395-51137-2
  • S. S. Augustithis, Atlas of the textural patterns of ore minerals and metallogenic proccesses, Walter de Gruyter, ISBN 3-11-013639-2