Πραξικόπημα της 21ης Απριλίου

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Ως Πραξικόπημα της 21ης Απριλίου είναι γνωστή η ένοπλη ανατροπή της Κυβέρνησης Παναγιώτη Κανελλόπουλου την 21η Απριλίου του 1967 από ομάδα αξιωματικών υπό την ηγεσία του συνταγματάρχη Πυροβολικού Γεωργίου Παπαδόπουλου, του ταξίαρχου Τεθωρακισμένων Στυλιανού Παττακού και του συνταγματάρχη Πυροβολικού Νικόλαου Μακαρέζου, με τη συμμετοχή στρατιωτικών μονάδων της Αττικής. Με το πραξικόπημα καταλύθηκε στην Ελλάδα το δημοκρατικό πολίτευμα και επιβλήθηκε στρατιωτική δικατατορία, που διάρκεσε με εναλλαγή διαφόρων κυβερνήσεων ως τις 24 Ιουλίου 1974.

Πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967
Ο στρατιώτης μπροστά από τον αναδυόμενο φοίνικα, έμβλημα του καθεστώτος
Χρονολογία21 Απριλίου 1967
ΤόποςΕλλάδα
ΑίτιαΠολιτική αστάθεια
ΜέθοδοιΚατάληψη δημοσίων κτιρίων και οργανισμών από τις ΕΔ
ΈκβασηΑνατροπή της κυβερνήσεως Κανελλόπουλου
Κήρυξη στρατιωτικού νόμου
Εγκαθίδρυση στρατιωτικού καθεστώτος
Αντιμαχόμενοι
Ηγετικά πρόσωπα

Στις 20 Ιουλίου του 1974, η εισβολή της Τουρκίας στην Κύπρο προκάλεσε την κατάρρευση της τελευταίας δικτατορικής κυβέρνησης, της Κυβέρνησης Ανδρουτσόπουλου, και την ορκωμοσία στις 24 Ιουλίου της Κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας υπό τον Κωνσταντίνο Γ. Καραμανλή, η οποία επανέφερε τους δημοκρατικούς θεσμούς. Η Ε΄ Αναθεωρητική Βουλή των Ελλήνων, με το Δ΄ ψήφισμα στις 8 Ιανουαρίου 1975, χαρακτήρισε την κίνηση της 21ης Απριλίου 1967 ως πραξικόπημα. Οι τρεις πρωταίτιοι καταδικάστηκαν σε θάνατο ως στασιαστές, ποινή που μετατράπηκε σε ισόβια με απόφαση της Κυβέρνησης Καραμανλή.

Προηγούμενο γενικό πολιτικό πλαίσιο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά τον Εμφύλιο Πόλεμο του 1946-49 και την ήττα του ελεγχόμενου από το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας Δημοκρατικού Στρατού, εγκαθιδρύθηκε στη χώρα ένα πλέγμα εξουσίας με ισχυρούς πόλους του τη Δεξιά ως κυρίαρχη ανάμεσα στους νικητές του Εμφυλίου, τη Βασιλεία, τις Ένοπλες Δυνάμεις, το μεγάλο Κεφάλαιο (επιχειρηματικοί όμιλοι Ανδρεάδη, Νιάρχου, Ωνάση, Πάππας) και τους Αμερικανούς.[1] Πολιτικό δόγμα του πλέγματος αυτού μέσα στο κλίμα του Ψυχρού Πολέμου ήταν η καταπολέμηση του Κομμουνισμού και της σοβιετικής επιρροής στην Ελλάδα, και η διατήρηση της χώρας οικονομικά, πολιτικά και στρατιωτικά στον Δυτικό Κόσμο και ειδικότερα στο ΝΑΤΟ. Οι κυβερνήσεις λάμβαναν μέτρα όπως η απαγόρευση του ΚΚΕ, ποικίλες διώξεις και εκτόπιση αντιφρονούντων με διοικητικές αποφάσεις, ο έλεγχος της ενημέρωσης κ.λπ. Οι πιο ακραίοι εκπρόσωποι αυτού του πλέγματος στον στρατό, στην αστυνομία, στη χωροφυλακή, στην ΚΥΠ και στην CIA θεωρούσαν ότι οι πολιτικοί δε λάμβαναν επαρκή μέτρα κατά του Κομμουνισμού και είχαν ουσιαστικά αυτονομήσει τη δράση τους, δημιουργώντας το λεγόμενο «παρακράτος». Δημιουργήθηκαν ομάδες αξιωματικών, οι οποίες συνέρχονταν και αποφάσιζαν κοινή δράση χωρίς να λογοδοτούν ή να ελέγχονται από την πολιτική ηγεσία. Ταυτόχρονα με ψευδείς εκθέσεις ή με προβοκάτσιες προσπαθούσαν να πείσουν ότι η αριστερά είχε οργανωμένη δράση για την κατάληψη της εξουσίας. Οι κυβερνήσεις της εποχής κατά τις δεκαετίες '50 και '60 δε στάθηκε δυνατόν να ελέγξουν αυτούς τους παρακρατικούς μηχανισμούς είτε διότι δεν αντιλαμβάνονταν τη σοβαρότητα του κινδύνου για τη δημοκρατία, είτε διότι πολλές φορές τα ανάκτορα παρενέβαιναν υπέρ τους, νομίζοντας ότι οι παρακρατικοί είναι ως επί το πλείστον ορκισμένοι φιλομοναρχικοί. Δείγματα της δράσης των παρακρατικών ήταν το σχέδιο «Περικλής», ως ένα βαθμό η «βία και νοθεία» στις εκλογές του 1961 και η δολοφονία του βουλευτή της Ενιαίας Δημοκρατικής Αριστεράς Γρηγόρη Λαμπράκη το 1963.

Ο Γεώργιος Παπανδρέου

Η δράση των αντιδημοκρατικών ακροδεξιών ομάδων αυτών εντάθηκε μετά τη νίκη στις εκλογές του 1963 της Ενώσεως Κέντρου με αρχηγό τον Γεώργιο Παπανδρέου, ο οποίος ήταν μεν αντικομμουνιστής, πίστευε όμως ότι η πολιτική διώξεων κατά των κομμουνιστών μάλλον τους ενίσχυε παρά τους αποδυνάμωνε. Οι πραξικοπηματίες φοβούνταν την πιθανότητα νέας νίκης της Ενώσεως Κέντρου στις προσεχείς εκλογές. Μια νίκη της θα σήμαινε ενίσχυση της πτέρυγας του Ανδρέα Παπανδρέου και πιθανή κάθαρση του στρατεύματος από τα υπερδεξιά στοιχεία. Μια τέτοια κάθαρση αναμφισβήτητα θα περιλάμβανε πολλά από τα ηγετικά στελέχη του κινήματος. Η προηγούμενη προσπάθεια ελέγχου του στρατεύματος από την κυβέρνηση είχε καταλήξει σε σύγκρουση με τα ανάκτορα και την Αποστασία του 1965. Αν η Ένωση Κέντρου επανεκλεγόταν, η παρέμβαση των ανακτόρων θα ήταν πολύ πιο δύσκολη.

Ο Ανδρέας Παπανδρέου το 1968

Την ίδια στιγμή οι αντιαμερικανικές δηλώσεις του Ανδρέα Παπανδρέου, η χείρα φιλίας που έτεινε προς την ΕΔΑ και οι προτροπές του για ενίσχυση της φιλίας με τις χώρες του Συμφώνου της Βαρσοβίας είχαν θορυβήσει όλους τους δεξιούς θεσμικούς και εξωθεσμικούς παράγοντες, περιλαμβανομένων και των Αμερικανών. Λόγω της προχωρημένης ηλικίας του Γ. Παπανδρέου ο Α. Παπανδρέου διαφαινόταν ως ο διάδοχός του σε περίπτωση νίκης στις επερχόμενες εκλογές.

Το χρονικό του πραξικοπήματος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι συνωμότες διστάζουν[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

(από αριστερά προς δεξιά) Οι ηγέτες του πραξικοπήματος:Στυλιανός Παττακός, Γεώργιος Παπαδόπουλος και Νικόλαος Μακαρέζος.

Ο συνταγματάρχης Γεώργιος Παπαδόπουλος, ο ταξίαρχος Στυλιανός Παττακός και ο συνταγματάρχης Νικόλαος Μακαρέζος συναντήθηκαν στο αρχηγείο των τεθωρακισμένων στο Γουδί, στις 11.30΄ της Πέμπτης 20ης Απριλίου. Ο Παπαδόπουλος δεν είχε λάβει ακόμα κάποιες πληροφορίες και πρότεινε να αναβάλουν το πραξικόπημα κατά είκοσι τέσσερις ώρες. Ο Παττακός αρνήθηκε κι η διαφωνία τους κράτησε αρκετή ώρα. Τελικά ο Παττακός ανακοίνωσε στους άλλους συνωμότες ότι εκείνος θα ξεκινούσε το κίνημα είτε τον ακολουθούσαν, είτε όχι [2] και τότε συμφώνησαν κι οι υπόλοιποι. Ωστόσο, το πραξικόπημα είχε ήδη καθυστερήσει κατά μία ώρα και οι πρώτες μετακινήσεις μονάδων άρχισαν μετά τη 1 π.μ. Ο λόγος που δίσταζε ο Παπαδόπουλος ήταν γιατί το μεσημέρι της ίδιας μέρας κάποιος είχε τηλεφωνήσει ανώνυμα στη γυναίκα του συνταγματάρχη Λάζαρη και της είχε πει ότι η πολιτική ηγεσία ήξερε για τη βραδινή κίνηση.[εκκρεμεί παραπομπή]

Την ίδια μέρα, ο αρχηγός Στρατού Γρηγόριος Σπαντιδάκης κάλεσε σε σύσκεψη 6 αντιστράτηγους, τους πιο έμπιστους, και τους τόνισε ότι έφτασε η ώρα για επέμβαση του στρατού. Όλοι συμφώνησαν μαζί του και τον εξουσιοδότησαν να συναντηθεί με τον Κωνσταντίνο και να του ζητήσει εκ μέρους όλων να δώσει την εντολή εκτέλεσης του σχεδίου "Ιέραξ ΙΙ" για τη διενέργεια του πραξικοπήματος. Κανόνισαν νέα σύσκεψη έπειτα από ένα τετραήμερο, για τη Δευτέρα 24 Απριλίου, αν μέχρι τότε ο βασιλιάς δεν είχε διατάξει να γίνει το πραξικόπημα. Η CIA ήταν πλήρως ενημερωμένη για το περιεχόμενο της σύσκεψης των στρατηγών.

Σύμφωνα με αμφιλεγόμενης αξιοπιστίας μαρτυρίες από τον κύκλο των πραξικοπηματιών και δη του Στυλιανού Παττακού, ο οποίος είχε τη μικρότερη γνώση των πραγματικών παρασκηνίων της συνωμοσίας, ο αντιστράτηγος Ζωιτάκης ενημέρωσε τον Νικόλαο Μακαρέζο για την απόφαση των στρατηγών να στείλουν τον Σπαντιδάκη στον Κωνσταντίνο κι έτσι οι συνταγματάρχες αποφάσισαν να κάνουν το δικό τους πραξικόπημα την ίδια κιόλας νύχτα, για να προλάβουν το πραξικόπημα των στρατηγών.

Έλεγχος τηλεπικοινωνιών[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πρώτα κινήθηκαν τα τμήματα των καταδρομέων (ΛΟΚ). Αποτελούσαν τον ακρογωνιαίο λίθο της επιτυχίας του κινήματος, που θα είχε πιθανότητες επικράτησης μόνο αν οι μονάδες αυτές κατόρθωναν να καταλάβουν όλα τα τηλεπικοινωνιακά κέντρα χωρίς να δοθεί το σήμα συναγερμού. Δεν έπρεπε να ειδοποιηθούν και να κινητοποιηθούν ο βασιλιάς, οι στρατηγοί και η κυβέρνηση πριν ολοκληρωθούν οι βασικοί στόχοι του κινήματος. Οι τηλεπικοινωνίες –κτίριο της ΕΡΤ (τότε ΕΙΡ), τηλεόραση, ραδιοφωνικοί σταθμοί, τηλεφωνικό κέντρο και στρατιωτικές εγκαταστάσεις ασυρμάτου- κατελήφθησαν μεταξύ 1 και 1.30΄ π.μ. χωρίς να δοθεί το σήμα του συναγερμού. Στους δρόμους επικρατούσε ησυχία, αφού δεν είχαν ακόμα κινηθεί τα τανκς και δεν κυκλοφορούσαν ομαδικά διάφορα στρατιωτικά καμιόνια. Οι στρατιώτες μετακινούνταν γρήγορα και αθόρυβα, κατά μικρές ομάδες, στους προκαθορισμένους στόχους δίχως να κινούν την προσοχή ή την περιέργεια. Ένα τζιπ γεμάτο στρατιώτες δεν ήταν κάτι το ασυνήθιστο στους αθηναϊκούς δρόμους. Μέσα σε ελάχιστα λεπτά οι στρατιώτες της χούντας είχαν θέσει υπό το λειτουργικό έλεγχό τους όλα τα τηλεπικοινωνιακά κέντρα.

Πλαστογράφηση – Σχέδιο Προμηθεύς[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Παπαδόπουλος είχε ετοιμάσει μια γραπτή διαταγή που όριζε τις μετακινήσεις των αναγκαίων στρατιωτικών μονάδων, πλαστογραφώντας το όνομα του βασιλιά. Οι συνωμότες απευθύνθηκαν στους αγουροξυπνημένους στρατιώτες διαβάζοντας τη, δήθεν υπογεγραμμένη από τον βασιλιά, διαταγή και τους ανέπτυξαν το σχέδιο μάχης, στο όνομα του βασιλιά. Στη συνέχεια, ο Παπαδόπουλος έστειλε το κωδικό σήμα για την ενεργοποίηση του Σχεδίου Προμηθεύς, σχέδιο έκτακτης ανάγκης του ΝΑΤΟ. Το συγκεκριμένο σχέδιο προορίζονταν για την αναγκαστική ανάληψη εξουσίας από τον στρατό με σκοπό την εξουδετέρωση κομμουνιστικής εξέγερσης, σε περίπτωση που εισέβαλαν στην Ελλάδα δυνάμεις του σοβιετικού στρατού[3]. Βασικό στοιχείο του σχεδίου ήταν ότι έθετε όλες τις στρατιωτικές μονάδες υπό την άμεση ηγεσία του υπουργού Άμυνας ή του αρχηγού ΓΕΣ, στρατηγού Σπαντιδάκη ή του βασιλιά, απαγορεύοντας ρητά την υπακοή τους σε οποιαδήποτε άλλη διαταγή.

Ο έμπιστος του βασιλιά αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Στρατού, στρατηγός Γ. Σπαντιδάκης, αντικαταστάθηκε από τον Οδυσσέα Αγγελή. Ο Αγγελής κάνοντας χρήση του νέου του αξιώματος έδωσε εντολή στο Γ' Σώμα Στρατού στη Θεσσαλονίκη να εφαρμόσει το Σχέδιο Προμηθεύς σε όλη τη χώρα.

Συλλήψεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Έχοντας πια στη διάθεσή τους τηλέφωνα και ασυρμάτους, οι κινηματίες ήταν έτοιμοι να προχωρήσουν στην επόμενη φάση του σχεδίου τους, στις συλλήψεις. Υπό τη διεύθυνση του Ιωάννη Λαδά εξόρμησαν πολυάριθμα μικρά αποσπάσματα της ΕΣΑ και διαφόρων στρατιωτικών σχηματισμών, τα οποία άρχισαν, σύμφωνα με σχέδιο λεπτομερώς καταρτισμένο, τις συλλήψεις πολιτικών και στρατιωτικών προσωπικοτήτων που κατείχαν καίριες θέσεις στον μηχανισμό του κράτους. Τον πρωθυπουργό Παναγιώτη Κανελλόπουλο τον συνέλαβαν γύρω στις 02.15 στο σπίτι του, στην οδό Ξενοκράτους 15, χωρίς να έχει αντιληφθεί προηγουμένως τις ύποπτες κινήσεις στην Αθήνα ή να έχει ειδοποιηθεί γι' αυτές. Ο Γεώργιος Παπανδρέου συνελήφθη από αξιωματικούς στις 2.45΄ λέγοντάς τους, ενώ είχαν τα όπλα τους στραμμένα προς αυτόν: «Είναι η πέμπτη φορά που μου συμβαίνει!».

Την ίδια ώρα κατελήφθη το συγκρότημα του Πενταγώνου με συνδυασμένη επιχείρηση από μέσα και απ' έξω, υπό τη γενική διεύθυνση του διοικητή της ΕΣΑ συνταγματάρχη Ιωάννη Λαδά. Ο Παπαδόπουλος έφτασε στο Πεντάγωνο, όπου τον περίμεναν ο συνταγματάρχης Ιωάννης Λαδάς και ο αντισυνταγματάρχης Κωνσταντίνος Ασλανίδης. Οι στασιαστές όρμησαν μέσα και κατέλαβαν το κτίριο, χωρίς πάλι να δοθεί το σήμα του συναγερμού. Δώδεκα τανκς κι οκτώ θωρακισμένα οχήματα μεταφοράς προσωπικού κύκλωσαν το Πεντάγωνο, ενώ άλλα τανκς βρέθηκαν μπροστά στα κτίρια της τηλεόρασης, των ραδιοφωνικών σταθμών και των τηλεφωνικών κέντρων, ώστε να αποκρουστεί κάθε απόπειρα ανακατάληψής τους. Κι αφού είχαν δρομολογηθεί οι συλλήψεις, διάφορες μονάδες, με μυημένους αξιωματικούς, κινήθηκαν και κατέλαβαν στρατηγικά σημεία της Αθήνας, στην πλατεία Συντάγματος, μπροστά από μεγάλα ξενοδοχεία (Χίλτον) και τανκς σφράγιζαν τους δρόμους που οδηγούσαν από την επαρχία στην Αθήνα. Αποκλείστηκε και το αεροδρόμιο του Ελληνικού, ενώ στο στρατόπεδο Διονύσου ο διοικητής των ΛΟΚ συνταγματάρχης Κ. Ασλανίδης παρέμενε με τον όγκο της δύναμής του ως γενική εφεδρεία.

Ο Λεωνίδας Κύρκος και ο Μανώλης Γλέζος ήταν από τα πρώτα μέλη της Αριστεράς που συνελήφθησαν. Τέλος, μια σημαντική δύναμη ελαφρών αρμάτων με επικεφαλής τον συνταγματάρχη Κωνσταντίνο Παπαδόπουλο, κύκλωσε τα ανάκτορα Τατοΐου, το ομώνυμο γειτονικό αεροδρόμιο και την έπαυλη όπου έμενε η Φρειδερίκη με τις κόρες της.

Πριν η ώρα πάει 3.00 π.μ., οι πραξικοπηματίες είχαν θέσει υπό τον απόλυτο έλεγχό τους την Αθήνα. Είχαν εγκλείσει τους σημαντικότερους κρατούμενούς τους στους θαλάμους των υποψηφίων εφέδρων αξιωματικών, στον δεύτερο όροφο της Σχολής Τεθωρακισμένων στο Γουδί, εκτός από τον Κανελλόπουλο, που μεταφέρθηκε στο Πεντάγωνο, όπου είχαν μεταφερθεί και οι στρατιωτικές προσωπικότητες. Πλήθος αριστερών πολιτών συσσωρεύτηκε στον Ιππόδρομο, στο γήπεδο της Α.Ε.Κ., στο Φαληρικό Δέλτα, στο γήπεδο Καραϊσκάκη στο Νέο Φάληρο και στο γήπεδο του Παναθηναϊκού στη λεωφόρο Αλεξάνδρας. Ο Ανδρέας Παπανδρέου μεταφέρθηκε κι αυτός στο Γουδί, τραυματισμένος στο πόδι από πτώση κατά τη σύλληψή του, καθώς προσπάθησε να διαφύγει.

Στις 4.30 τα χαράματα ο Αμερικανός στρατιωτικός ακόλουθος Γουίλιαμς τηλεφώνησε στα θερινά ανάκτορα στο Τατόι, όπου βρισκόταν ο Κωνσταντίνος, ο οποίος ήταν πανικόβλητος: "Έχουν περικυκλώσει το σπίτι του αρχηγού Ενόπλων Δυνάμεων ναύαρχου Αυγέρη και ίσως να έχουν ήδη συλλάβει τον στρατηγό Σπαντιδάκη, αν και δεν είμαι βέβαιος. Έρχονται τώρα προς τα εδώ. Ειδοποιήστε τον Έκτο Στόλο, ενημερώστε την Ουάσινγκτον και πείτε τους να στείλουν τον στρατό σας!".

Στάση του βασιλιά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η πρώτη ειδοποίηση που πήρε ο βασιλιάς Κωνσταντίνος για όσα συνέβαιναν ήταν από τον υπασπιστή του, ταγματάρχη Μιχάλη Αρναούτη, όταν είδε ομάδα στρατιωτών να εισβάλλει στην κατοικία του στο Παλαιό Ψυχικό. Το τηλέφωνό του όμως νεκρώθηκε και τελικώς συνελήφθη και οδηγήθηκε στο Πεντάγωνο. Από τους ήχους των πυροβολισμών, ξύπνησε και η Μαργαρίτα Παπανδρέου,[4] καθώς η κατοικία του Ανδρέα Παπανδρέου ήταν γειτονική του Μιχάλη Αρναούτη. Ένας λοχαγός και τέσσερις κομάντος εισέβαλαν στην οικία και μετά από επεισοδιακή καταδίωξη συνέλαβαν τον Ανδρέα Παπανδρέου.

Η δεύτερη ειδοποίηση ότι βρισκόταν σε εξέλιξη πραξικόπημα ήρθε στις 1.50΄ το πρωί, όταν ο αρχηγός της αστυνομίας Αρχοντουλάκης τηλεφώνησε στον υπουργό Δημοσίας Τάξης Γεώργιο Ράλλη, στο σπίτι του στην Πολιτεία, λέγοντάς του ότι βλέπει «περίεργες κινήσεις στην πολη» και ότι εκείνη τη στιγμή παραβίαζαν την πόρτα του.[5] Ο Ράλλης κατευθύνθηκε στο τμήμα Αμέσου Δράσεως της Χωροφυλακής στο Μαρούσι, από όπου κατόρθωσε μέσω ασυρμάτου Motorola να συνδεθεί με τον βασιλιά.[6] Ο βασιλιάς έδωσε εντολή στον Ράλλη να επικοινωνήσει με τους αξιωματικούς υπηρεσίας των Σωμάτων Στρατού στη Θεσσαλονίκη, την Καβάλα και σε άλλες πόλεις, να τους θέσει σε κατάσταση συναγερμού και να κινηθούν προς την Αθήνα. Ο Ράλλης έστειλε σήμα στον επιτελάρχη του Γ΄ Σώματος Στρατού, ταξίαρχο Ορέστη Βιδάλη, για να κινητοποιήσει τις δυνάμεις στη Θεσσαλονίκη, να διαβιβάσει αντίστοιχες εντολές στο Α΄ και Β΄ Σώμα Στρατού, να κινηθούν τάχιστα προς την Αθήνα και να εξουδετερώσουν κάθε αντίσταση από στατιαστές.[7] Το σχέδιο Προμηθεύς όμως είχε ήδη τεθεί σε εφαρμογή με αποτέλεσμα ο ταξίαρχος Βιδάλης να σπεύσει να ζητήσει οδηγίες από το ΓΕΣ. Ο στρατηγός Σπαντιδάκης τον διαβεβαίωσε, ψευδώς στο τηλέφωνο ότι ο βασιλιάς ήταν σύμφωνος με ό,τι είχε γίνει και ότι έπρεπε να ανγνοήσει τη διαταγή Ράλλη[8].

Η σύζυγος του Κανελλόπουλου πρόλαβε επίσης κατά τη σύλληψη του συζύγου της να ειδοποιήσει τηλεφωνικά τον ανιψιό της Διονύση Λιβανό. Με ενέργειες του Λιβανού και της συζύγου του ειδοποιήθηκε ο πρέσβυς των Η.Π.Α. στην Αθήνα και ο διευθυντής του πολιτικού γραφείου του Πρωθυπουργού, ναύαρχος ε.α. Αθανάσιος Σπανίδης, ο οποίος με τη σειρά του ειδοποίησε τον Ναύσταθμο, έπεισε τους αξιωματικούς του να τεθούν σε συναγερμό και εισηγήθηκε στον Κωνσταντίνο να μεταβεί με τον στόλο στην Κρήτη για να σχηματίσει εκεί νόμιμη κυβέρνηση.[9] Οι αξιωματικοί του Ναυστάθμου διατάχθηκαν όμως από τον βασιλιά να παραμείνουν σε αναμονή περαιτέρω διαταγών, τις οποίες ποτέ δεν έλαβαν.[10]

Στις 5.30΄ το πρωί, ο Ράλλης τηλεφώνησε πάλι στον βασιλιά, του ανέφερε τις προσπάθειές του να επικοινωνήσει με τα Σώματα και του συνέστησε: «Παθητική αντίσταση Μεγαλειότατε, και ίσως αργότερα κάτι μπορέσετε να κάμετε».[11]

Στις 6.30΄ το πρωί της 21ης Απριλίου, ο ραδιοφωνικός σταθμός των ενόπλων δυνάμεων άρχισε να μεταδίδει την ανακοίνωση: "Λόγω της δημιουργηθείσης εκρύθμου καταστάσεως, από του μεσονυκτίου ο στρατός ανέλαβε τη διακυβέρνησιν της χώρας. Ακολούθησε η ανάγνωση υποτιθέμενου βασιλικού διατάγματος:

"Κωνσταντίνος Βασιλεύς των Ελλήνων.
Έχοντες υπ' όψιν το άρθρον 91 του Συντάγματος και κατόπιν εισηγήσεως της Κυβερνήσεως, αναστέλλομεν τας διατάξεις των άρθρων 5, 6, 8, 10, 11, 12, 14, 18, 20, 95 και 97 του εν ισχύι Συντάγματος καθ' όλον το Κράτος λόγω εκδήλου απειλής κατά της δημοσίας τάξεως και ασφαλείας της χώρας εξ εσωτερικών κινδύνων. Ο ημέτερος επί των Εσωτερικών Υπουργός δημοσιεύσει και εκτελέσει το διάταγμα τούτο.

Εν Αθήναις τη 21η Απριλίου 1967
Κωνσταντίνος Βασιλεύς των Ελλήνων
Το υπουργικόν Συμβούλιον
Ο Πρόεδρος, τα μέλη..."

Αυτό σήμαινε ότι δεν ίσχυαν πια οι διατάξεις που προέβλεπαν:

  • Ότι κανένας δε συλλαμβάνεται χωρίς δικαστικό ένταλμα,
  • Το δικαίωμα της ελεύθερης συγκέντρωσης προσώπων,
  • Το δικαίωμα της ίδρυσης και συμμετοχής σε σωματεία,
  • Το δικαίωμα της ελευθερίας του λόγου,
  • Το απαραβίαστο της αλληλογραφίας.
  • Το άρθρο 18 απαγόρευε την επιβολή θανατικής ποινής σε πολιτικά εγκλήματα και έτσι μπορούσαν πλέον να συσταθούν και να λειτουργήσουν, χωρίς ειδικό νόμο, έκτακτα στρατοδικεία.

Στη συνέχεια επήλθε η πειθαρχημένη διαβίωση:
"Μέχρι νεωτέρας διαταγής απαγορεύεται η κυκλοφορία εις τας οδούς της πόλεως πάσης φύσεως οχημάτων και πεζών
Μέχρι νεωτέρας διαταγής απαγορεύεται η ανάληψις καταθέσεων εκ των τραπεζών και των ταμιευτηρίων
Μέχρι νεωτέρας διαταγής απαγορεύεται η αγορά χρυσών λιρών και γενικώς ξένου συναλλάγματος
Μέχρι νεωτέρας διαταγής διακόπτονται τα μαθήματα των σχολείων...".

Στις 8.00΄ το πρωί οι κινηματίες ζήτησαν συνάντηση με τον βασιλιά στο περικυκλωμένο από τανκς Τατόι. Αφού παρέδωσαν τα όπλα τους στο φυλάκιο εισόδου συνάντησαν τον Κωνσταντίνο από τον οποίο και ζήτησαν να υπογράψει διακηρύξεις, οι οποίες θα επέτρεπαν τον σχηματισμό κυβέρνησης[12]. Επικαλέσθηκαν τον κομμουνιστικό κίνδυνο και την προστασία του θρόνου και, στις αρνήσεις του Κωνσταντίνου, ο Παττακός του δήλωσε: "Οι Επαναστάτες δεν συζητούν, απαιτούν!"[13]. Τελικά, ο Κωνσταντίνος δέχθηκε να μεταβεί στο Πεντάγωνο για μια τελική συνάντηση. Εκεί είχαν μεταφερθεί και κορυφαίοι πολιτικοί ηγέτες καθώς και ο πρωθυπουργός Παναγιώτης Κανελλόπουλος. Πριν μεταβεί στο Πεντάγωνο, ο Κωνσταντίνος πέρασε από την κατοικία της μητέρας του, Φρειδερίκης στο Παλαιό Ψυχικό, μάλλον για να τη συμβουλευτεί. Στο Πεντάγωνο επικρατούσε χαώδης κατάσταση. Καθώς οι ώρες περνούσαν και δεν διαφαινόταν κάποια λύση, κατώτεροι αξιωματικοί απειλούσαν ανοιχτά, κραυγάζοντας, τους ανωτέρους τους. Ο Κωνσταντίνος μπόρεσε και συνάντησε τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο για λίγα λεπτά. Ο Π. Κανελλόπουλος εισηγήθηκε στον βασιλιά να αντιταχθεί στο πραξικόπημα, ο βασιλιάς, όμως, απάντησε ότι δεν έλεγχε κανέναν από αυτούς που οπλοφορούσαν και ότι θα είχαν αιματοχυσία.[14]

Ο βασιλιάς υποχωρεί, η χούντα νομιμοποιείται[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αργά το μεσημέρι οι δύο πλευρές κατέληξαν σε συμφωνία. Ο βασιλιάς δέχτηκε να αναλάβουν υπουργεία στρατιωτικοί και οι πραξικοπηματίες δέχτηκαν να γίνει πρωθυπουργός μη στρατιωτικός. Ο Κωνσταντίνος πρότεινε τον Κωνσταντίνο Κόλλια, εισαγγελέα του Αρείου Πάγου[15]. Η επιλογή προκάλεσε γενική έκπληξη, ο δε Παπαδόπουλος αναγκάστηκε να ρωτήσει ποιος ήταν αυτός ο Κόλλιας. Ο Γρηγόριος Σπαντιδάκης ανέλαβε υπουργός Άμυνας με υφυπουργό τον στρατηγό Γεώργιο Ζωιτάκη και οι συνωμότες Γ. Παπαδόπουλος υπουργός Προεδρίας, Στυλ. Παττακός υπουργός Εσωτερικών και Νικ. Μακαρέζος υπουργός Συντονισμού.

Στις 8.30 το βράδυ μεταδόθηκε νέα ανακοίνωση:
"Την 7ην εσπερινήν ώραν της σήμερον ωρκίσθη ενώπιον της Αυτού Μεγαλειότητος του Βασιλέως εις τα Ανάκτορα Αθηνών υπό του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος η νέα Εθνική Κυβέρνησις υπό τον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου κ. Κόλλιαν Κωνσταντίνον, η σύνθεσις της οποίας έχει ως ακολούθως:
Πρόεδρος κυβερνήσεως ο εισαγγελεύς του Αρείου Πάγου κ. Κόλλιας Κωνσταντίνος.
Αντιπρόεδρος κυβερνήσεως και υπουργός Εθνικής Αμύνης ο αρχηγός του ΓΕΣ αντιστράτηγος κ. Σπαντιδάκης Γρηγόριος.
Υπουργός Συντονισμού ο συνταγματάρχης Πυροβολικού κ. Μακαρέζος Νικόλαος.
Υπουργός Εσωτερικών ο ταξίαρχος κ. Παττακός Στυλιανός.
Υπουργός Προεδρίας της Κυβερνήσεως ο συνταγματάρχης Πυροβολικού κ. Παπαδόπουλος Γεώργιος.
Μετά την ορκωμοσίαν της κυβερνήσεως συνήλθε το υπουργικόν συμβούλιον εις πρώτην συνεδρίασιν. Τα ονόματα ετέρων μελών της Εθνικής Κυβερνήσεως θα ανακοινωθούν εις νεώτερα δελτία μας".

Σύμφωνα με τον Αμερικανό πρεσβευτή Φίλιπς Τάλμποτ, ο οποίος επισκέφθηκε τον βασιλιά Κωνσταντίνο στα ανάκτορα της οδού Ηρώδου Αττικού λίγο μετά την ορκωμοσία, ο βασιλιάς Κωνσταντίνος του αποκάλυψε ότι δεν έλεγχε πλέον το στράτευμα και πως «Ορισμένοι απίστευτα βλάκες ακροδεξιοί μπάσταρδοι, που είχαν τον έλεγχο των τανκς, οδήγησαν την Ελλάδα στην καταστροφή». Ο βασιλιάς ισχυρίστηκε ότι σκέφθηκε προς στιγμή να εκτελέσει τους πραξικοπηματίες, όταν έφτασαν στα ανάκτορα για να ορκιστούν. Σκέφθηκε, όμως, ότι η κίνησή του δεν θα είχε καμία αξία, μιας και τα ανάκτορα ήταν περικυκλωμένα από τανκς επανδρωμένα από αξιωματικούς που τους ήταν πιστοί. Ο Κωνσταντίνος δεν ήταν καθόλου βέβαιος για τις επόμενες κινήσεις του και σκεπτόταν σοβαρά αν θα ήταν καλύτερα να μείνει ή να φύγει από τη χώρα. Ρώτησε τον Τάλμποτ πόσος χρόνος θα χρειαζόταν για να φτάσουν στο Τατόι αμερικανικά ελικόπτερα, προκειμένου να μεταφέρουν τον ίδιο και την οικογένειά του εκτός Ελλάδας και αν υπήρχε περίπτωση να αποβιβαστούν Αμερικανοί πεζοναύτες στην Ελλάδα για να τον βοηθήσουν να ανακτήσει τον έλεγχο των ενόπλων δυνάμεων [16].

Στην Ουάσινγκτον ο Ουόλτερ Ραστόου, σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας του προέδρου Λίντον Τζόνσον, του έστειλε σημείωμα στο οποίο τόνιζε μεταξύ άλλων: "Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ υποστηρίζει ότι θα πρέπει να αποφύγουμε οποιοδήποτε σχόλιο σήμερα το πρωί για να μην ενθαρρύνουμε βίαιες ενέργειες εναντίον της κυβέρνησης των πραξικοπηματιών... Έχουν δώσει διαβεβαιώσεις για την πίστη τους στο ΝΑΤΟ... Σε κάποια στιγμή, σχετικά σύντομα, πιστεύω ότι θα πρέπει να εκφράσουμε -έστω και απαλά- τη λύπη μας για την παραβίαση των δημοκρατικών διαδικασιών".

Ο υπουργός Εξωτερικών των Η.Π.Α. Ντιν Ρασκ έδωσε εντολή να μη γίνει καμία απολύτως δήλωση εναντίον του πραξικοπήματος. Ήταν προφανές ότι η Ουάσινγκτον δεν ήθελε να επιδράσει αρνητικά με κανέναν τρόπο ούτε με δηλώσεις σκοπιμότητας, στην πορεία σταθεροποίησης της εξουσίας των πραξικοπηματιών.

Στις 23 Απριλίου ο πρεσβευτής Φίλιπς Τάλμποτ έγραψε σε απόρρητη αναφορά του προς το Στέιτ Ντιπάρτμεντ: "Αν το πραξικόπημα αποτύγχανε, αφού έχει εκδηλωθεί, η καταστροφή θα ήταν ακόμη μεγαλύτερη... Η Ελλάδα θα είχε οδεύσει σίγουρα στον δρόμο που οι δεξιοί φοβούνται ότι θα την είχε βάλει ο Ανδρέας Παπανδρέου... Αν και είναι νωρίς να αποφασίσει κανείς ποια ήταν τα αίτια που οδήγησαν στο πραξικόπημα, η προσωπικότητα και η πολιτική του Ανδρέα είναι ίσως ο κύριος λόγος που στην Ελλάδα επικρατεί σήμερα δικτατορία", υπογράμμιζε ο Αμερικανός πρεσβευτής.

Την επομένη, 24 Απριλίου, ο Τάλμποτ επιχειρηματολόγησε, σε απόρρητο τηλεγράφημά του προς το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, εναντίον της ενθάρρυνσης του Κωνσταντίνου να αντισταθεί στη χούντα γιατί θα έπρεπε να ηγηθεί στρατιωτικών μονάδων εναντίον των πραξικοπηματιών, οπότε θα αναγκαζόταν να ζητήσει τη βοήθεια και της Αριστεράς για να κινητοποιήσει τον λαό υπέρ του, οπότε, κατά την αναφορά του Αμερικανού πρέσβη, ένα πραξικόπημα θα καθιστούσε τον Κωνσταντίνο "αιχμάλωτο των κομμουνιστών".

Δεν είχε περάσει ούτε μία εβδομάδα από το πραξικόπημα και την Τετάρτη 26 Απριλίου ο Κωνσταντίνος πήρε μέρος στην πρώτη πανηγυρική συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου της χούντας όπου δήλωσε μεταξύ άλλων: "Πράγματι η Ελλάς κατά τον τελευταίον καιρόν εδοκιμάσθη σκληρότατα. Οι δημοκρατικοί θεσμοί του πολιτεύματος είχον υποσκαφθή. Το Έθνος, η Βασιλεά, αι Ένοπλαι Δυνάμεις, η Δικαιοσύνη εθίγοντο συνεχώς... Και η δική μου διακαής επιθυμία είναι η ταχυτέρα δυνατή επάνοδος της χώρας εις τον κοινοβουλευτισμόν".

Ο πρωθυπουργός Κόλλιας στην προσφώνησή του εξήγησε γιατί έγινε το πραξικόπημα: "Μεγαλειότατε, από μακρού χρόνου χάριν ευτελών κομματικών σκοπών προετοιμάζετο σατανικώς υπό των εχθρών της Ελλάδος και από τινος χρόνου εξελίσσετο μεθοδικώς μία επανάστασις" αλλά "ευτυχώς ο διά την εσωτερικήν και εξωτερικήν ασφάλειαν της χώρας τεταγμένος στρατός, διά κεραυνοβόλου και αριστοτεχνικής και αναιμάκτου αντεπαναστατικής επεμβάσεως εματαίωσε την τελευταίαν στιγμήν τον αφανισμόν της Ελλάδος". "Τιμή και δόξα εις τον ελληνικόν στρατόν. Και πρέπει, μεγαλειότατε, να είσθε υπερήφανος διότι ηγείσθε τοιούτου γενναίου στρατού", υπογράμμισε ο Κ. Κόλλιας.

Συνέντευξη Παπαδόπουλου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι πραξικοπηματίες ανέφεραν πως η κίνηση τους ήταν «απαραίτητη προκειμένου να αποφευχθεί αναρχία την οποία σχεδίαζαν κεντροαριστερές ομάδες»,[17] υποστηρίζοντας ότι είχαν «τρανταχτές» αποδείξεις. Κατά την περίοδο της δικτατορίας, το πραξικόπημα αναφερόταν προπαγανδιστικά ως Εθνοσωτήρια Επανάσταση. Στις 27 Απριλίου ο Γεώργιος Παπαδόπουλος, με την ιδιότητα του υπουργού Προεδρίας, έδωσε συνέντευξη τύπου σε Έλληνες και ξένους δημοσιογράφους[18]. Δικαιολόγησε το πραξικόπημα λέγοντας πως η επέμβαση του στρατού ήταν επιβεβλημένη εξαιτίας της πορείας της χώρας προς τον κομμουνισμό. Ως αιτίες αυτής της πορείας παρουσίασε την αδυναμία συνεννόησης των πολιτικών μεταξύ τους και με τον βασιλιά, καθώς και μια σχεδόν καθολική αντίληψη αναρχίας στην ελληνική κοινωνία. Κατά τον Παπαδόπουλο ο στρατός ήταν η μόνη πολιτικά ουδέτερη δύναμη ικανή να αποτρέψει την καταστροφή.

Ισχυρίστηκε πως το πραξικόπημα ήταν αναίμακτο. Προσδιόρισε τους πολιτικούς που είχαν τεθεί υπό περιορισμό σε περίπου 25 και είπε πως σύντομα θα ήταν ελεύθεροι. Επίσης ανέφερε πως είχαν συλληφθεί περίπου 5.000 επικίνδυνοι κομμουνιστές, η τύχη των οποίων θα κρινόταν από επιτροπές ασφαλείας. Υποστήριξε πως είχε βρεθεί υλικό, για τη συγκέντρωση του οποίου απαιτήθηκαν 70 φορτηγά, που αποδείκνυε ότι προετοιμαζόταν κομμουνιστικό πραξικόπημα.

Ως πρωταρχικό στόχο του νέου καθεστώτος παρουσίασε την ανάπλαση της κοινωνίας ώστε να αποβληθεί η αναρχική αντίληψη. Για την τύχη της Αριστεράς είπε πως θα δημιουργούνταν συνθήκες τέτοιες που θα έκαναν τον κομμουνισμό ακίνδυνο, όπως στις μεγάλες χώρες της δυτικής Ευρώπης. Όταν ρωτήθηκε αν υπήρχε πρόθεση να κληθεί ο Κωνσταντίνος Καραμανλής όταν θα γινόταν μετάβαση από τη στρατιωτική διακυβέρνηση σε πολιτική, το διέψευσε[19]. Για να δικαιολογήσει τα κατασταλτικά μέτρα χρησιμοποίησε το παράδειγμα του ασθενούς που πρόσκαιρα ακινητοποιείται πάνω στο χειρουργικό τραπέζι προκειμένου να αποκατασταθεί η υγεία του. Σε ερώτηση δημοσιογράφου αν η ασθένεια ήταν το ενδεχόμενο αποτέλεσμα των προκηρυχθεισών εκλογών το αρνήθηκε. Είπε πως στόχος ήταν να αποτραπεί η πορεία προς τον κομμουνισμό μέσω του κοινοβουλίου, κατά το παράδειγμα της Τσεχοσλοβακίας. Ο Παπαδόπουλος αναφερόταν στο Κομμουνιστικό Κόμμα Τσεχοσλοβακίας το οποίο το 1946 είχε κερδίσει τις ελεύθερες πολυκομματικές εκλογές, είχε σχηματίσει κυβέρνηση και δύο χρόνια αργότερα, από θέση ισχύος, ανέτρεψε το αστικό καθεστώς της χώρας και ίδρυσε λαϊκή δημοκρατία.

Την ίδια μέρα που έδωσε τη συνέντευξη ο Γεώργιος Παπαδόπουλος, ο Νταν Μπρούστερ, υπεύθυνος στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ για τις ελληνικές υποθέσεις, ανησυχούσε από την υπερβολική δημόσια ταύτιση της χούντας με την αμερικανική κυβέρνηση και πίεσε με απόρρητη αναφορά του για κάποια δήλωση που να σώζει τουλάχιστον τα προσχήματα[20].

Ο υπουργός Εξωτερικών Ντιν Ρασκ, όμως, ο οποίος γνώριζε περισσότερα για το πραξικόπημα, αρνήθηκε κατηγορηματικά να συμπεριλάβει στη δήλωση που έκανε στις 28 Απριλίου οποιαδήποτε επίκριση κατά της χούντας[21][22].

Στις πρώτες σελίδες του αθηναϊκού Τύπου εμφανίστηκε εντολή του αρχηγού του ΓΕΣ για τις "Υποχρεώσεις των πολιτών":

"Απεφασίσαμεν και διατάσσομεν
Απαγορεύομεν
-Τας εν υπαίθρω συγκεντρώσεις άνω των πέντε ατόμων.
-Τας εν κλειστώ χώρω συγκεντρώσεις πλην των δημοσίων θεαμάτων.
-Την καθ' οιονδήποτε τρόπον άσκησιν αντεθνικής προπαγάνδας.
-Την προσωρινήν περίθαλψιν κατ' οίκον προσώπων μην ενοικούντων μετά της οικογενείας ήτις παρέχει την περίθαλψιν, εάν τούτο δεν δηλωθή εντός δύο ωρών εις την οικείαν Αστυνομικήν Αρχήν.
-Την κατοχήν, εγκατάστασιν και λειτουργίαν ερασιτεχνικών ραδιοφωνικών σταθμών και παντός μέσου ανταποκρίσεων και διαβιβάσεων...
Οι παραβάται της παρούσης θα παραπέμπτωνται εις το Έκτακτον Στρατοδικείον.
Αγγελής Οδυσσεύς
Αντιστράτηγος - Αρχηγός ΓΕΣ"

Ο ελληνικός λαός δέχθηκε το πραξικόπημα με απάθεια. Η σύλληψη δεκάδων χιλιάδων ατόμων, ιδίως πολιτικών και συνδικαλιστικών στελεχών, σε πρώτη γραμμή της Αριστεράς, είχε ως αποτέλεσμα να μην εκδηλωθεί κανενός είδους μαζική αντίσταση στο δικτατορικό καθεστώς ούτε καν με τη μορφή απλής διαδήλωσης. Όλες οι ρητορικές εξάρσεις και οι κορόνες περί "εξεγέρσεων", "απεργιών" ή ακόμη και "εμφυλίου πολέμου" σε περίπτωση πραξικοπήματος αποδείχθηκαν εντελώς αβάσιμες μεγαλοστομίες άνευ αντικρίσματος. Είναι άλλωστε χαρακτηριστικό ότι εκτός από τα έντυπα της Αριστεράς που έκλεισε η χούντα, μόνο η Ελένη Βλάχου είχε το ψυχικό σθένος να κλείσει οικειοθελώς τις εφημερίδες της Καθημερινή και Μεσημβρινή σε ένδειξη διαμαρτυρίας για το πραξικόπημα και τη λογοκρισία, παρά τις πιέσεις που δέχθηκε προσωπικά από τον Παπαδόπουλο και τον Παττακό για να μη σταματήσει την κυκλοφορία τους[23].

Επιβολή δικτατορίας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το καθεστώς που επιβλήθηκε στην Ελλάδα από τον Απρίλιο του 1967 έως τον Ιούλιο του 1974 έμεινε γνωστό ως «Δικτατορία των Συνταγματαρχών» ή «Χούντα των Συνταγματαρχών» ή «επταετία». Οι υποστηρικτές του το αποκαλούν «Επανάσταση της 21ης Απριλίου».[24] Το νέο καθεστώς προχώρησε από τις πρώτες ώρες σε κήρυξη στρατιωτικού νόμου για αόριστο χρονικό διάστημα, απαγόρευση κάθε πολιτικής δραστηριότητας και καθιέρωση αυστηρής λογοκρισίας. Όσοι εξέφραζαν την αντίθεσή τους παραπέμπονταν σε έκτακτα στρατοδικεία. Πολλοί συλλαμβάνονταν χωρίς δικαστικό ένταλμα, κρατούνταν χωρίς την απαγγελία κατηγοριών και αντιμετώπιζαν βασανιστήρια. Παρά τις εξαγγελίες τους, οι δικτάτορες προετοίμαζαν το έδαφος για μακρόχρονη παραμονή τους στην εξουσία, προβαίνοντας σε μαζικές εκκαθαρίσεις αντιφρονούντων ή υπόπτων σε πολλούς τομείς, στη δημόσια διοίκηση, στην παιδεία, σε οργανισμούς και κυρίως στις ένοπλες δυνάμεις.[25]

Η πρώτη κυβέρνηση μετά την επικράτηση του κινήματος περιλάμβανε δικαστικούς, τεχνοκράτες και ελάχιστους στρατιωτικούς. Ωστόσο, η ουσιαστική εξουσία ανήκε στους γενικούς γραμματείς των υπουργείων οι οποίοι προέρχονταν από το περιβάλλον των πραξικοπηματιών. Σύμφωνα με τον αρχικό σχεδιασμό η 14μελής «Επαναστατική Επιτροπή», την οποία αποτελούσαν οι συνταγματάρχες πρωτεργάτες του πραξικοπήματος, ασκούσε τον έλεγχο της κυβέρνησης και έπαιρνε τις βασικές αποφάσεις. Το «Επαναστατικό Συμβούλιο» με 41 μέλη, που αποτελούνταν από αξιωματικούς από τον βαθμό του λοχαγού έως τον βαθμό του συνταγματάρχη λειτουργούσε ως ένα είδος στρατιωτικής βουλής. Τα δύο αυτά όργανα λειτούργησαν ελάχιστα, καθώς ο Παπαδόπουλος σταδιακά εξουδετέρωσε όλα τα κορυφαία στελέχη της χούντας πυροδοτώντας συνεχώς έριδες μεταξύ των ομάδων που έλεγχε ο καθένας από αυτούς. Μέχρι τα τέλη του 1968 η συλλογική διακυβέρνηση είχε μετατραπεί σε δικτατορία του ενός ανδρός, του Παπαδόπουλου.[26] Τον Δεκέμβριο του 1967 ο βασιλιάς Κωνσταντίνος επιχείρησε ανεπιτυχώς να τους ανατρέψει, αρνήθηκε να συνεχίσει να συνεργάζεται μαζί τους και αυτοεξορίστηκε στην Ιταλία.

Τον Νοέμβριο του 1973, ομάδα σκληροπυρηνικών αξιωματικών με επικεφαλής τον Δημήτριο Ιωαννίδη, οι οποίοι ήταν αντίθετοι με την απόπειρα φιλελευθεροποίησης του καθεστώτος, ανέτρεψαν και έθεσαν σε κατ' οίκον περιορισμό τον Παπαδόπουλο. Στις 15 Ιουλίου 1974 ανέτρεψαν τον Πρόεδρο της Κύπρου. Η ενέργεια αυτή έδωσε την αφορμή στην Τουρκία, πέντε μέρες αργότερα, να επέμβει στρατιωτικά στην Κύπρο προβάλλοντας ως δικαιολογία την προστασία της τουρκοκυπριακής μειονότητας. Μπροστά στο βάρος των ευθυνών τους και στο ορατό ενδεχόμενο ελληνοτουρκικού πολέμου οι αρχηγοί των ενόπλων δυνάμεων κάλεσαν πολιτικά πρόσωπα της προ-δικτατορικής περιόδου για να σχηματίσουν κυβέρνηση. Η πράξη αυτή σηματοδότησε την οριστική απόσυρση του στρατού από την πολιτική στην Ελλάδα. Μέσα στους επόμενους μήνες οι πολιτικές εξελίξεις οδήγησαν στην επαναφορά της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, την κατάργηση, μετά από δημοψήφισμα, της μοναρχίας και την ψήφιση νέου συντάγματος.

Δικαστική διερεύνηση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας το καλοκαίρι του 1974, ξεκίνησε δικαστική διερεύνηση που αφορούσε τα γεγονότα του πραξικοπήματος της 21ης Απριλίου 1967. Οι ποινικές διώξεις κατά των πρωταιτίων της δικτατορίας δεν έγιναν αυτεπάγγελτα από κάποια δικαστική αρχή ή κυβερνητική πρωτοβουλία αλλά ύστερα από μηνύσεις ιδιωτών. Ωστόσο, για να φτάσουν οι υποθέσεις αυτές στην αίθουσα του δικαστηρίου χρειάστηκε να εκδοθούν από την κυβέρνηση μία σειρά από διατάγματα και συντακτικές πράξεις. Αυτοί οι νόμοι ακύρωναν την αμνηστία που είχαν χορηγήσει στον εαυτό τους οι δικτάτορες κατά τη διάρκεια της επταετίας ενώ ταυτόχρονα εξαιρούσαν τις πράξεις τους από την αμνήστευση των υπόλοιπων πολιτικών εγκλημάτων του παρελθόντος. Η κυριότερη δίκη ήταν αυτή των επικεφαλής πραξικοπηματιών η οποία έλαβε χώρα στο πενταμελές εφετείο Αθηνών το καλοκαίρι του 1975. Άλλες δίκες αφορούσαν τους φόνους της Μαρίας Καλαβρού, του Βασίλη Πεσλή και του Παναγιώτη Ελή.

Ένα από τα πρώτα μελήματα της νέας κυβέρνησης εθνικής ενότητας ήταν να αφήσει ελεύθερους τους πολιτικούς κρατούμενους της δικτατορίας και αντιστασιακούς. Στις 26 Ιουλίου 1974, τρεις ημέρες μετά την πτώση της δικτατορίας, εξέδωσε προεδρικό διάταγμα για την αμνήστευση των πολιτικών κρατούμενων. Το διάταγμα όριζε την αμνήστευση όσων είχαν καταδικαστεί ως μέλη του κομμουνιστικού κόμματος, για απόπειρα ανατροπής του καθεστώτος ή για αντιστασιακή δράση την περίοδο της δικτατορίας. Όριζε επίσης ότι εκκρεμείς υποθέσεις θέτονταν στο αρχείο. Ερμηνεύοντας το διάταγμα πολλοί Έλληνες πολίτες, αφού δεν έγινε ρητή εξαίρεση, θεώρησαν ότι αμνηστεύτηκαν και οι πραξικοπηματίες για την προπαρασκευή και την επιβολή της δικτατορίας και όσοι έλαβαν μέρος στην άσκηση της εξουσίας κατά τη διάρκεια της δικτατορικής περιόδου.[27]

Η ασάφεια αυτή εξέλιπε στις αρχές Οκτωβρίου του 1974, όταν η ελληνική κυβέρνηση εξέδωσε συντακτική πράξη, η οποία διευκρίνιζε ότι οι πρωταίτιοι της προπαρασκευής και εκτέλεσης του πραξικοπήματος δεν καλύπτονταν από τη χορηγούμενη αμνηστία.[28] Με αυτόν τον τρόπο άνοιξε ο δρόμος για να εξεταστούν οι πρώτες μηνύσεις για εσχάτη προδοσία και για την κατάλυση της δημοκρατίας. Στις 18 Ιανουαρίου 1975 η Βουλή που προέκυψε από τις εκλογές της 17ης Νοεμβρίου 1974 υιοθέτησε το Δ΄ Ψήφισμα. Ο νόμος αυτός χαρακτήριζε πραξικόπημα και όχι επανάσταση την επέμβαση του στρατού στις 21 Απριλίου 1967 και τις κυβερνήσεις που προήλθαν από αυτή κυβερνήσεις βίας. Επίσης, ακύρωνε νομοθετικό διάταγμα των χουντικών με το οποίο αμνήστευαν τους εαυτούς τους για όποιες αξιόποινες πράξεις, όριζε το Πενταμελές Εφετείο Αθηνών ως αρμόδιο για να τους δικάσει και καθόριζε περίοδο τριών μηνών για την υποβολή μηνύσεων από τα θύματα της δικτατορίας.[29]

Στις 2 Ιουλίου 1975, η ολομέλεια του Αρείου Πάγου, με βούλευμά της, χαρακτήρισε «στιγμιαίο» το έγκλημα της εσχάτης προδοσίας των πραξικοπηματιών. Το ανώτατο δικαστήριο δέχτηκε ότι το αδίκημα της εσχάτης προδοσίας ολοκληρώθηκε με την αποστέρηση του βασιλιά από τις συνταγματικές εξουσίες του και η κατάσταση που προέκυψε μετά ήταν απλή συνέπεια και όχι παράταση της εγκληματικής πράξης. Έτσι έπαυσε οριστικά η δίωξη των προσώπων που είχαν υπηρετήσει σε πολιτικές θέσεις, μέλη της κυβέρνησης, γενικοί γραμματείς, νομάρχες, δήμαρχοι, και είχαν διωχθεί ως συνεργοί γιατί στήριξαν το καθεστώς της δικτατορίας.[28][30]

Δίκη των πραξικοπηματιών[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου, η μετατροπή της ποινής και οι αντιδράσεις της αντιπολίτευσης

Στις 9 Σεπτεμβρίου 1974 υποβλήθηκε στον αρμόδιο Εισαγγελέα η πρώτη μήνυση για το πραξικόπημα από τον δικηγόρο Αλέξανδρο Λυκουρέζο κατά 15 ατόμων. Η κατηγορία εναντίον τους ήταν εσχάτη προδοσία, κατά παράβαση των άρθρων 134, 8α και 8β του Ποινικού Κώδικα. Η μήνυση αυτή, δυο μέρες αργότερα, διαβιβάστηκε από την Εισαγγελία Αθήνας στη Στρατιωτική Δικαιοσύνη, επειδή οι μηνυθέντες όταν τέλεσαν τα αδικήματα ήταν στρατιωτικοί.[31]

Το καλοκαίρι του 1975 οι πρωταίτιοι του πραξικοπήματος της 21ης Απριλίου δικάστηκαν ενώπιον του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών, με τις κατηγορίες της στάσης και της εσχάτης προδοσίας, αδικήματα που ενέπιπταν στα άρθρα 134 και 135 του Ποινικού Κώδικα και 63 του Στρατιωτικού Ποινικού Κώδικα.

Η σύνθεση του δικαστηρίου ήταν η ακόλουθη: Ιωάννης Ντεγιάννης, πρόεδρος, μέλη: Παναγιώτης Λογοθέτης, Παναγιώτης Κωνσταντινόπουλος, Ιωάννης Γρίβας και Γεώργιος Πλαγιανάκος, αναπληρωματικά μέλη: Ηλίας Γιαννόπουλος και Δημήτριος Τζούμας, εισαγγελείς: Κωνσταντίνος Σταμάτης και Σπύρος Κανίνιας.[32] Μετά από ακροαματική διαδικασία που διήρκεσε περίπου ένα μήνα (28 Ιουλίου - 23 Αυγούστου 1975) το δικαστήριο επέβαλε τις ακόλουθες ποινές στους κατηγορούμενους ανώτερους και ανώτατους αξιωματικούς:

Όνομα Στρατιωτικός βαθμός

(προ της δίκης)

Πολιτική ιδιότητα Ποινή
Στυλιανός Παττακός Ταξίαρχος ε.α. Υπουργός Εσωτερικών Θάνατος για στάση, ισόβια κάθειρξη για εσχάτη προδοσία και καθαίρεση.
Γεώργιος Παπαδόπουλος Ταξίαρχος ε.α. Αντιβασιλέας

Πρόεδρος της Δημοκρατίας Υπουργός Προεδρίας της Κυβερνήσεως

Νικόλαος Μακαρέζος Ταξίαρχος ε.α. Υπουργός Συντονισμού
Δημήτριος Ιωαννίδης Ταξίαρχος ε.α. Δικτάτορας Ισόβια κάθειρξη για εσχάτη προδοσία, 10 κάθειρξη για στάση
και 5 χρόνια στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων.
Γρηγόριος Σπαντιδάκης Αντιστράτηγος ε.α. Αντιπρόεδρος της κυβερνήσεως Κόλλια & Υπουργός Εθνικής Αμύνας
Γεώργιος Ζωιτάκης Αντιστράτηγος ε.α. Αντιβασιλέας της Ελλάδας
Ιωάννης Λαδάς Συνταγματάρχης ε.α. Υφυπουργός Εσωτερικών
Μιχαήλ Ρουφογάλης Υποστράτηγος ε.α Διοικητής της Κ.Υ.Π.
Κωνσταντίνος Παπαδόπουλος Ταγματάρχης ε.α. Υπουργός παρά τω πρωθυπουργώ.
Αντώνιος Λέκκας Συνταγματάρχης ε.α. Υφυπουργός & Περιφερειακός διοικητής Πελοποννήσου και Δυτικής Στερεάς
Μιχαήλ Μπαλόπουλος Συνταγματάρχης ε.α. Υφυπουργός Εθνικής Οικονομίας
Οδυσσέας Αγγελής Στρατηγός ε.α. Αντιπρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας 20 χρόνια κάθειρξη κατά συγχώνευση για στάση και εσχάτη προδοσία και 5 χρόνια στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων
Νικόλαος Ντερτιλής Ταξίαρχος ε.α.
Νικόλαος Γκαντώνας Ταξίαρχος ε.α. Υπουργός Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων 15 χρόνια κάθειρξη κατά συγχώνευση για στάση και εσχάτη προδοσία και 5 χρόνια στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων
Στέφανος Καραμπέρης Συνταγματάρχης ε.α. – ?
Γεώργιος Κωνσταντόπουλος Συνταγματάρχης ε.α. – ? 12 χρόνια κάθειρξη κατά συγχώνευση για στάση και εσχάτη προδοσία και 5 χρόνια στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων
Ευάγγελος Τσάκας Αντισυνταγματάρχης ε.α. – ? 8 χρόνια κάθειρξη κατά συγχώνευση για στάση και εσχάτη προδοσία και 5 χρόνια στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων
Δημήτριος Σταματελόπουλος Συνταγματάρχης ε.α. – ? 5 χρόνια κάθειρξη κατά συγχώνευση για στάση και εσχάτη προδοσία και έκπτωση
Αλέξανδρος Χατζηπέτρος Αντιστράτηγος ε.α. Υφυπουργός Εξωτερικών‎ Αθώοι λόγω αμφιβολιών
Κωνσταντίνος Καρύδας Συνταγματάρχης ε.α. Υφυπουργός Συντονισμού

Το δικαστήριο απέρριψε τον ισχυρισμό περί άρσης του άδικου χαρακτήρα της πράξης, το ελαφρυντικό του πρότερου έντιμου βίου, καθώς και ότι ωθήθηκαν στην πράξη τους από μη ταπεινά αίτια. Για τους Γεώργιο Παπαδόπουλο, Στυλιανό Παττακό και Νικόλαο Μακαρέζο το δικαστήριο δέχτηκε ότι υπήρξαν υποκινητές και επικεφαλής της στάσης, γι' αυτό και τους επεβλήθη η εσχάτη των ποινών, η θανατική ποινή.

Μετά από απόφαση της κυβέρνησης Καραμανλή, η θανατική ποινή για τους τρεις καταδικασθέντες μετατράπηκε σε ισόβια κάθειρξη. Στον ίδιο τον Κωνσταντίνο Καραμανλή αποδίδεται η ιστορική φράση «Και όταν λέμε ισόβια, εννοούμε ισόβια». Η πράξη επιείκειας αντιμετωπίσθηκε με σφοδρότητα από το σύνολο της αντιπολίτευσης, κυρίως για το γεγονός της κυβερνητικής παρέμβασης σε αποφάσεις της δικαιοσύνης.

Οι 18 καταδικασθέντες αξιωματικοί για το πραξικόπημα της 21 Απριλίου καθαιρέθηκαν με προεδρικό διάταγμα και υποβιβάστηκαν οριστικά στον βαθμό του στρατιώτη μετά την επικύρωση από τον Άρειο Πάγο της απόφασης του Πενταμελούς Εφετείου, στις 21 Ιουνίου 1976. Διαγράφτηκαν επίσης από τους καταλόγους των στελεχών της εφεδρείας και οι οικογένειές τους θα έπαιρναν μειωμένες συντάξεις.[33]

Ο Δημήτριος Σταματελόπουλος ήταν ο μόνος από τους καταδικασθέντες, που του αναγνωρίστηκαν τα ελαφρυντικά του προηγουμένου εντίμου βίου του και ότι έδειξε αληθινά μεταμέλεια για τις πράξεις του και για πολύ καιρό μετά τις πράξεις η συμπεριφορά του ήταν καλή. Παρότι πρωταίτιος, διαφώνησε σύντομα μετά την 21η Απριλίου 1967 με τον Γεώργιο Παπαδόπουλο και ανέπτυξε αντιστασιακή δράση. Έγινε ευρύτερα γνωστός από τα άρθρα του στη Βραδυνή, στα οποία ασκούσε έντονη κριτική στο δικτατορικό καθεστώς και τα οποία είχαν μεγάλη απήχηση στο αστικό κοινό, οδηγώντας την εφημερίδα Βραδυνή σε ρεκόρ κυκλοφορίας. Ο Σταματελόπουλος βοήθησε την αντίσταση. Η προσφορά του καταχωρήθηκε στο ενεργητικό του και γι' αυτό του αναγνωρίστηκαν ελαφρυντικά, σημαντικά ελαφρυντικά.[34] Αποφυλακίστηκε με χάρη τον Απρίλιο του 1977.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Λιάκος 2019, σελ. 372-391.
  2. Συνέντευξη Στυλ. Παττακού στον Αλέξη Παπαχελά, Οι Φάκελοι, Μega Τηλεόραση, Απρίλιος 2002
  3. Καράγιωργας 2003
  4. Εφιάλτης στην Αθήνα (Nightmare in Athens), Μαργαρίτα Παπανδρέου, Εκδόσεις Prentice-Hall (1970), ISBN 0-13-622423-7
  5. Ράλλης 1990, σελ. 104.
  6. Κανελλόπουλος (1997) [1975], σελ. 199-200.
  7. Ράλλης 1990, σελ. 105.
  8. Ράλλης 1990, σελ. 106.
  9. Μπογδανίδης, Κώστας (12/12/2006). «Ο μαύρος Δεκέμβρης για τον Κωνσταντίνo: Τι έκανε ο Γλύξμπουργκ το 1967». Πατρίς. https://archive.patris.gr/articles/99773. Ανακτήθηκε στις 19/1/2024. 
  10. Κανελλόπουλος (1997) [1975], σελ. 194, 197-199.
  11. Πολιτικές Εκμυστηρεύσεις (1950-1989), Γεώργιος Ι. Ράλλης, σελ. 106
  12. Τη σκηνή της παρουσίασης των αρχηγών του πραξικοπήματος στον βασιλιά, περιγράφει ως εξής ο ίδιος ο Στυλιανός Παττακός:
    "Προχωρούντες εις το εσωτερικόν του κήπου των Ανακτόρων, εφθάσαμεν εις έτερον φυλακείον, ο σκοπός του οποίου ήνοιξε την πύλην άνευ καθυστερήσεως. Προφανώς, είχε λάβει εντολήν παρά του υπασπιστού Υπηρεσίας. Από εκεί μας παρέλαβαν αξιωματικός Χωροφυλακής, ο οποίος μας ωδήγησεν εις τον υπασπιστήν υπηρεσίας, ο οποίος παρεκάλεσε να αφήσωμεν εις το γραφείον του τα περίστροφά μας. Το πράγμα μάς εφάνη αστείον, αφού κοντά μας ευρίσκοντο επαναστατημέναι δυνάμεις, πάνοπλοι με πάσης φύσεως και διαμετρήματος οπλισμόν, τυχόν δε προσπάθεια εξουδετερώσεώς μας θα είχεν ως συνέπειαν την, άνευ ημετέρας επεμβάσεως, δυναμικήν επέμβασιν αυτών, ικανών και αποφασισμένων να συντρίψουν πάσαν αντίδρασιν. Αφήσαμε τα περίστροφα και ωδηγήθημεν πεζή εις τον Βασιλέα. Μας υπεδέχθη με ύφος βασιλικόν, αγέρωχον, αυστηρόν, αινιγματικόν, διερευνητικόν, θα ηδυνάμην να το χαρακτηρίσω βλοσυρόν ή και αλαζονικόν, περιέχον την έννοιαν της αποστροφής. Ελάβομεν θέσιν ενώπιόν του, εν προσοχή παρατεταγμένοι, εις το μέσον εγώ, δεξιά μου ο Παπαδόπουλος, αριστερά μου ο Μακαρέζος. Ως κατά βαθμόν ανώτερος έλαβον πρώτος τον λόγον, αλλά μου τον αφήρεσεν ο Βασιλεύς, επιβλητικός και απειλητικός:
    - Γιατί ξεσηκώσατε τις Ένοπλες Δυνάμεις, γιατί διεκόψατε τις τηλεπικοινωνίες μου, γιατί βάλατε στρατεύματα στις πόρτες μου, γιατί μου στερείτε το δικαίωμά μου να επικοινωνήσω με τον πρωθυπουργόν μου....
    Θα συνέχιζε τας ητιολογημένας -δι' άλλιν περίπτωσιν- ερωτήσεις του εάν δεν τον διέκοπτα, παραδίδων την επιστολήν του Α/ΓΕΣ:
    - Μεγαλειότατε, σας υποβάλλω αυτήν την επιστολήν του κ. Α/ΓΕΣ εις την οποίαν περιέχονται αι απαντήσεις εις τας ερωτήσεις σας...
    Παρέλαβεν την επιστολήν, ήρχισε την ανάγνωσιν, δεν νομίζω ότι έφθασεν εις το τέλος. Ήτο επιτεθικός...".
  13. Συνέντευξη Στυλ. Παττακού στον Αλέξη Παπαχελά, Οι Φάκελοι, Mega Τηλεόραση, Απρίλιος 2002
  14. Κανελλόπουλος (1997) [1975], σελ. 197.
  15. Ο Κωνσταντίνος σε συνέντευξή του στον Αμερικανό δημοσιογράφο Σ. Σουλτσμπέργκερ, αφηγήθηκε αργότερα:
    "Δύο ώρες πάλευα για να αναγκάσω τους τρεις να δεχθούν μια κυβέρνηση από μη στρατιωτικούς. Ήθελαν πρωθυπουργό τον Σπαντιδάκη. Είπα:
    - Πρέπει να είσαστε εντελώς τρελοί. Αρκετά άσχημα είναι τα πράγματα με το στρατιωτικό πραξικόπημα, και τώρα θέλετε έναν στρατιωτικό επικεφαλής της κυβερνήσεως.
    Εκείνοι μου είπαν ότι ο στρατός πρέπει να διευθύνει και ότι οι Αμερικανοί είναι με το μέρος τους. Είπα ότι το καλύτερο θα ήταν ίσως να μπουν ορισμένοι μη στρατιωτικοί στην κυβέρνηση για να κερδίσουμε χρόνο και σκέφθηκα τον Κόλλια, συντηρητικό, που έχει την εμπιστοσύνη του στρατού".
  16. Αλέξης Παπαχελάς, Ο βιασμός της Ελληνικής Δημοκρατίας, Εκδόσεις Εστία, σελ. 325, ISBN 960-05-0748-1
  17. Εφημερίδα "Έθνος", πρωτοσέλιδο άρθρο της [νεκρός σύνδεσμος]24 Απριλίου 1967, με τίτλο: "Σχέδιον μαχητικής εκδηλώσεως της Κεντροαριστεράς προεκάλεσε την ανάληψιν της Αρχής υπό του Στρατού"
  18. «Μακεδονία 28/4/1967». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 5 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 31 Οκτωβρίου 2012. 
  19. Ζαούσης, σελ. 442.
  20. "Είναι συμφέρον για μας να ενισχύσουμε την εντύπωση πως δεν είχαμε ενημερωθεί προηγουμένως για το πραξικόπημα, ότι δεν το εγκρίναμε όταν υλοποιήθηκε και ότι έπειτα από πολλούς δισταγμούς αποφασίσαμε να συνεργαστούμε με την κυβέρνηση, αφού πρώτα πειστήκαμε ότι οι ηγέτες της σκοπεύουν να κινηθούν στη γενική κατεύθυνση της συνταγματικής δημοκρατίας", τόνιζε στο υπόμνημά του ο Αμερικανός αξιωματούχος.
  21. Αντιθέτως, ουσιαστικά τη στήριξε δηλώνοντας: "Βρίσκω ενθαρρυντική την πρώτη δημόσια δήλωση του βασιλιά Κωνσταντίνου, με την οποία ζητεί σύντομη επιστροφή σε κοινοβουλευτική κυβέρνηση. Αναμένουμε τώρα απτές αποδείξεις πως η νέα κυβέρνηση θα καταβάλει κάθε προσπάθεια για την επαναφορά των δημοκρατικών θεσμών, που υπήρξαν αναπόσπαστο μέρος της ελληνικής πολιτικής ζωής. Νιώθω ικανοποίηση διότι η Ελλάδα θα συνεχίσει τη σταθερή υποστήριξή της προς το ΝΑΤΟ. Σημειώνω επίσης πως ο υπουργός Παπαδόπουλος είπε στη χθεσινή του συνέντευξη προς τον Τύπο ότι πρόσωπα της πολιτικής ηγεσίας της Ελλάδας που τελούν υπό κράτηση θα αφεθούν ελεύθερα εντός των ημερών. Πιστεύω πως η υπόσχεση αυτή θα τηρηθεί".
  22. Ο Ανδρέας Παπανδρέου ερμήνευσε από τη δική του σκοπιά τη στάση των Η.Π.Α. απέναντι στη χούντα των συνταγματαρχών, γράφοντας στο βιβλίο του "Η Δημοκρατία στο απόσπασμα":
    "Οι υπεύθυνοι για την αμερικανική πολιτική στην Ελλάδα αποφάσισαν πως η Ελλάδα θα μπορούσε να περισωθεί για το ΝΑΤΟ μόνο με δικτατορία. Αφού απέτυχε ο Τάλμποτ να μαγειρέψει πολιτική λύση, είχε έλθει η ώρα να πάρει τα πράγματα στα χέρια του ο κλάδος Σχεδίων και Επιχειρήσεων της CIA. Αλλά γιατί δεν διάλεξαν τον βασιλιά και τους στρατηγούς σαν συνενόχους τους;... Ο Παπαδόπουλος και οι συνεργάτες του στην ΚΥΠ ήταν κυριολεκτικά άνθρωποι της CIA και θα μπορούσε να τους εμπιστευθεί η CIA την εκτέλεση διαταγών... Ο βασιλιάς και οι στρατηγοί δεν είχαν καμία ελπίδα να εξουδετερώσουν τη λαϊκή αντίδραση και να δημιουργήσουν λαϊκή βάση. Είχαν συνταυτισθεί με ένα διεφθαρμένο κατεστημένο... Οι συνταγματάρχες δεν κατάφεραν ποτέ να δημιουργήσουν λαϊκή βάση... Ένας λόγος βέβαια ήταν το γεγονός πως ο λαός αντιλήφθηκε πως ήταν εγκάθετοι της CIA και του Πενταγώνου και σαν τέτοιοι δεν θα μπορούσαν να ελπίζουν πως θα συγκινούσαν την ψυχή του ελληνικού λαού".
  23. Το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου, σελ. 44-51, Ιστορικό Λεύκωμα 1967, Καθημερινή (1997)
  24. Δείτε «Γεώργιος Παπαδόπουλος. Ο θεμελιωτής της νεωτέρας Ελλάδος». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 1 Αυγούστου 2015. Ανακτήθηκε στις 26 Ιουνίου 2014. , ιστοχώρος αφιερωμένος στο Γ. Παπαδόπουλο, καθώς και τις μαρτυρίες των Ν. Μακαρέζου (2010), Σ. Παττακού (1996), Κ. Κόλλια (1984), Σ. Καραμπέρη (2011).
  25. Ζαούσης, σελ. 464.
  26. Κάτρης, σελίδες 300–304.
  27. Κρεμμυδάς, σελίδες 27–28.
  28. 28,0 28,1 Σακελλαρόπουλος, Σπύρος (Απρίλιος-Ιούνιος 2011). «Στρατός και καθεστώς της 21ης Απριλίου». Θέσεις (Εκδόσεις Νήσος) (Τεύχος 115). http://www.theseis.com/index.php?option=com_content&task=view&id=1145. Ανακτήθηκε στις 26 Απριλίου 2014. 
  29. Κρεμμυδάς, σελ. 8.
  30. Κρεμμυδάς, σελ. 75.
  31. Κρεμμυδάς, σελ. 32.
  32. Κασιμάτης, σελ. 40.
  33. Κρεμμυδάς, σελ. 127.
  34. Ντεγιάννης, Γιάννης (1990). Η Δίκη. Αθήνα: Εκδόσεις "Γνώση". σελ. 159, 194. 

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Βουρνάς, Τάσος (2007) [1986]. Ιστορία της νεότερης και σύγχρονης Ελλάδας. τ.ΣΤʹ (8η έκδοση). Πατάκης. ISBN 978-960-600-529-9. 
  • Ζαούσης, Αλέξανδρος Λ. (1997). Ο εμπαιγμός. τ.Αʹ. Παπαζήσης. ISBN 978-960-02-1208-2. 
  • Κακαουνάκης, Νίκος (1976). 2650 μερόνυχτα συνωμοσίας. τ.Αʹ (12η έκδοση). Παπαζήσης. ISBN 978-960-02-2513-6. 
  • Κανελλόπουλος, Παναγιώτης (1997) [1975]. Ιστορικά δοκίμια. Αθήνα: Βιβλιοπωλείον της Εστίας.
  • Καραμπέρης, Στέφανος (2011). Η επανάστασις της 21ης Απριλίου 1967 και τα κινήματα βασιλέως και Ιωαννίδη. Πελασγός. ISBN 978-960-522-283-3. 
  • Κασιμάτης, Γεώργιος Ι. (2005). Η μετάβαση στη δημοκρατία και το σύνταγμα του 1975. Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων. ISBN 978-960-88397-4-8. 
  • Κάτρης, Γιάννης (1974). Η γέννηση του νεοφασισμού στην Ελλάδα. Παπαζήσης. 
  • Κόλλιας, Κωνσταντίνος (1984). Βασιλεύς και επανάστασις. Ιδιωτική έκδοση.  Unknown parameter |τόπος= ignored (βοήθεια)
  • Κοντογιαννίδης, Τάσος (1997). Η άγνωστη νύχτα της 21ης Απριλίου 1967. Ρήσος. ISBN 978-960-522-054-9. 
  • Κρεμμυδάς, Γιώργης Θ. (1984). Οι άνθρωποι της χούντας μετά τη Δικτατορία. Εξάντας. 
  • Λιάκος, Αντώνης (2019). Ο ελληνικός 20ος αιώνας. Αθήνα: Πόλις.
  • Μακαρέζος, Νικόλαος Ι. (2010). Πως οδηγηθήκαμε στην 21η Απριλίου 1967. Ίρις - Α.Σ. Φιλιππότης. ISBN 978-960-7422-18-7. 
  • Παττακός, Στυλιανός Γ. (1996) [1992]. 21η Απριλίου 1967: Διατί; Ποιοι; Πώς; (3η έκδοση). Βιοβίβλ. ISBN 960-85323-3-7. 
  • Πικραμένος, Πάνος & Μπεντρουβάκης, Εμμανουήλ (Μαΐος 2006). «21η Απριλίου 1967. Το πραξικόπημα. Ο σχεδιασμός και η επιχείρηση». Πολεμικές Μονογραφίες (Τεύχος 59). 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]