Πέτρος Γαρουφαλιάς

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Πέτρος Γαρουφαλιάς
Υπουργός Εθνικής Άμυνας
Περίοδος
19 Φεβρουαρίου 1964 – 15 Ιουλίου 1965
ΠρωθυπουργόςΓεώργιος Παπανδρέου
ΠροκάτοχοςΔημήτριος Παπανικολόπουλος
ΔιάδοχοςΣταύρος Κωστόπουλος
Υπουργός Εσωτερικών
Περίοδος
5 Ιουλίου 1950 – 21 Αυγούστου 1950
ΠρωθυπουργόςΝικόλαος Πλαστήρας
ΠροκάτοχοςΓεώργιος Παπανδρέου
ΔιάδοχοςΣοφοκλής Βενιζέλος
Υπουργός Δημοσίας Τάξεως
Περίοδος
15 Απριλίου 1950 – 5 Ιουλίου 1950
ΠρωθυπουργόςΝικόλαος Πλαστήρας
ΠροκάτοχοςΑθανάσιος Βαχλιώτης
ΔιάδοχοςΓεώργιος Παπανδρέου
Προσωπικά στοιχεία
Γέννηση1901, Άρτα
Θάνατος17 Σεπτεμβρίου 1984
Αθήνα
ΕθνότηταΕλληνική
ΥπηκοότηταΕλληνική
Πολιτικό κόμμαΕθνική Δημοκρατική Ένωσις
Ένωσις Κέντρου
Δημοκρατικόν Σοσιαλιστικόν Κόμμα
Αγροτικόν Δημοκρατικόν Κόμμα
Αγροτικόν Κόμμα Ελλάδος
ΣπουδέςΕθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών
ΕπάγγελμαΔικηγόρος
Υπογραφή

Ο Πέτρος Γαρουφαλιάς (1901 - 17 Σεπτεμβρίου 1984) ήταν Έλληνας πολιτικός, βιομήχανος, διπλωμάτης και συγγραφέας, που διατέλεσε βουλευτής, υπουργός και αρχηγός πολιτικού κόμματος.

Υπήρξε στενός φίλος, συνεργάτης, βασικός χρηματοδότης και κουμπάρος του Γεωργίου Παπανδρέου, ο οποίος τον είχε παντρέψει με τη χήρα του μεγαλοβιομήχανου Ιωάννη Φιξ.[1] Ωστόσο, η σύγκρουσή του με τον Ανδρέα Παπανδρέου για τον έλεγχο των Ενόπλων Δυνάμεων [εκκρεμεί παραπομπή] και η ταύτισή του με τα ανάκτορα κατά τα Ιουλιανά συνέβαλλαν στην πτώση της κυβέρνησης της Ενώσεως Κέντρου και στο ξεκίνημα της ανώμαλης περιόδου που οδήγησε στην επιβολή της χούντας των συνταγματαρχών.[1] Μεταπολιτευτικά υπήρξε ηγέτης ακροδεξιού φιλοχουντικού κόμματος.

Η ζωή του[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οικογένεια - καταγωγή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γεννήθηκε το 1901 στην Άρτα και ήταν γόνος ιστορικής οικογένειας της περιοχής, με συμμετοχή στην Επανάσταση του 1821. Ο γενάρχης της οικογένειας, Νικόλαος Γαρουφαλιάς, είχε μυηθεί στην Φιλική Εταιρεία και είχε πολεμήσει εναντίον των Τούρκων στο Πέτα, το Κομπότι και την Πλάκα. Παππούς του Πέτρου Γαρουφαλιά ήταν ο Πέτρος Ε. Γαρουφαλιάς, βουλευτής, πατέρας του ο Ευάγγελος Γαρουφαλιάς, βουλευτής και δήμαρχος Άρτας, και θείοι του ο Δημήτριος Γαρουφαλιάς και ο Αντώνιος Γαρουφαλιάς, επίσης βουλευτές.

Πολιτική πορεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Γαρουφαλιάς αποφοίτησε από τη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και πραγματοποίησε μεταπτυχιακές σπουδές στο Βερολίνο και στο Παρίσι (Οικονομικά και Εμπορικό Δίκαιο).[1]

Με την επιστροφή του στην Ελλάδα ασχολήθηκε με την πολιτική και το 1927, σε ηλικία 26 ετών, ανέλαβε γενικός γραμματέας του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας, θέση που διατήρησε για ένα χρόνο. Στις εκλογές του 1932 εκλέχθηκε βουλευτής στην τότε περιφέρεια ΆρταςΠρέβεζας, με το Αγροτικόν Κόμμα Ελλάδος. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής διέφυγε στη Μέση Ανατολή.

Το 1944, με την Απελευθέρωση, ο Γαρουφαλιάς γύρισε στην Ελλάδα ακολουθώντας τον φίλο του πρωθυπουργό Γεώργιο Παπανδρέου. Ο Παπανδρέου τον διόρισε υπουργό Τύπου και Πληροφοριών, θέση που διατήρησε μέχρι το 1945.[1]

Στις εκλογές του 1946 εκλέχθηκε βουλευτής Άρτας με το Δημοκρατικόν Σοσιαλιστικόν Κόμμα του Γεωργίου Παπανδρέου, όπως και στις εκλογές του 1950.

Από τον Απρίλιο του 1950 μέχρι τον Σεπτέμβριο του 1951, στις κεντρώες κυβερνήσεις συνασπισμού (κυβερνήσεις Πλαστήρα - Βενιζέλου), στις οποίες ο Γεώργιος Παπανδρέου μετείχε ως αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης, ο Γαρουφαλιάς ανέλαβε κατά σειρά υπουργός Δημοσίας Τάξεως, υπουργός Εσωτερικών και υφυπουργός Συντονισμού, πάντοτε με υπόδειξη Παπανδρέου.

Επανεκλέχθηκε βουλευτής Άρτας το 1958 (ανεξάρτητος) και το 1961, 1963 και 1964 (Ένωσις Κέντρου).

Υπουργός Εθνικής Αμύνης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το Νοέμβριο του 1963 ο Γεώργιος Παπανδρέου επέστρεψε στην πρωθυπουργία, και με τις δεύτερες εκλογές του Φεβρουαρίου 1964, απέκτησε ευρεία κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Ο Γαρουφαλιάς ανέλαβε το κρίσιμο Υπουργείο Εθνικής Αμύνης, και αρχικά η επιλογή του χαρακτηρίστηκε ως άκρως επιτυχής, καθώς από τη μία ήταν φίλος, κουμπάρος και χρηματοδότης του Γεωργίου Παπανδρέου, ενώ από την άλλη είχε και την εμπιστοσύνη του συμμαχικού παράγοντα και των ανακτόρων. Κατά τη διάρκεια της θητείας του στο Πεντάγωνο, απέστειλε την ελληνική μεραρχία στην Κύπρο για να προστατεύσει τα ελληνικά συμφέροντα στο νησί, πλεονέκτημα που χάθηκε όταν η χούντα, μετά από μια σειρά λανθασμένων χειρισμών, υποχρεώθηκε από Τούρκους και Αμερικανούς να την αποσύρει.

Ο Ανδρέας Παπανδρέου δεν εμπιστευόταν τον Γαρουφαλιά, και είχε διατάξει την ΚΥΠ, στην οποία είχε τοποθετήσει δικούς του ανθρώπους, όπως ο λοχαγός Θεοφάνης Τόμπρας, να του παρακολουθεί τα τηλέφωνα. Ο Γαρουφαλιάς τελικά το έμαθε, αλλά με μεγάλη καθυστέρηση, (την άνοιξη του 1965).[2] Το 1965, με το ξέσπασμα της υπόθεσης ΑΣΠΙΔΑ, ο Γαρουφαλιάς πήρε το μέρος των ανακτόρων και αρνήθηκε να παραιτηθεί, γεγονός που συνέβαλλε τα μέγιστα στην όξυνση του πολιτικού κλίματος και στην βασιλική εκτροπή του πολιτεύματος που ακολούθησε.[1]

Χούντα, μεταπολίτευση και το τέλος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στο κίνημα του Ναυτικού ο Γαρουφαλιάς φέρεται να συμμετείχε στο σκέλος της οικονομικής κάλυψής του. Μετά την κατάρρευση της δικτατορίας συμμετείχε στην πρώτη πολιτική σύσκεψη υπό τον Φαίδωνα Γκιζίκη. Στη μεταπολίτευση ίδρυσε το πολιτικό κόμμα Εθνική Δημοκρατική Ένωσις, το οποίο συγκέντρωσε τους υποστηρικτές της χούντας και διάφορους ακροδεξιούς. Συμμετείχε στις πρώτες μεταδικτατορικές εκλογές του Νοεμβρίου του 1974 λαμβάνοντας ποσοστό 1,08% χωρίς να καταφέρει να κερδίσει κοινοβουλευτική έδρα.

Απεβίωσε στην Αθήνα το Σεπτέμβριο του 1984, σε ηλικία 83 ετών, και κηδεύτηκε σε στενό οικογενειακό κύκλο. Ήταν νυμφευμένος με την Μαριάνθη, χήρα του μεγαλοβιομήχανου Ιωάννη Φιξ, με κουμπάρο στον γάμο τον Γεώργιο Παπανδρέου. Κατοικούσε στην οδό Ηρώδου Αττικού, δίπλα στο Προεδρικό Μέγαρο, ενώ το γραφείο του βρισκόταν στο Κολωνάκι, στην οδό Ομήρου.

Σχέσεις με Γεώργιο Παπανδρέου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Γαρουφαλιάς αποτελούσε έναν από τους βασικούς και σταθερούς χρηματοδότες του Γεωργίου Παπανδρέου. Μάλιστα, το 1944, με δικά του έξοδα εξέδωσε την ημερήσια πρωινή εφημερίδα «Η Ελλάς», ως επίσημο κυβερνητικό όργανο. Ο Γαρουφαλιάς επίσης αναλάμβανε διάφορες δαπάνες του Παπανδρέου, όπως ενοικίαση πολιτικών γραφείων, εκτύπωση και διανομή προεκλογικού υλικού κτλ. Επίσης, πλήρωνε για τις εκδηλώσεις του Γεωργίου Παπανδρέου στο διάσημο ζαχαροπλαστείο της Κηφισιάς «Βάρσος» τις δεκαετίες του 1950 και του 1960.

Ο Μιχάλης Παπακωνσταντίνου (που διατέλεσε υφυπουργός Εθνικής Αμύνης με προϊστάμενο υπουργό τον Γαρυφαλιά, αλλά έμεινε πιστός στον Παπανδρέου στα Ιουλιανά) αναφέρει στα απομνημονεύματά του ότι ο Γεώργιος Παπανδρέου εκτιμούσε ιδιαίτερα τον Γαρουφαλιά γιατί του είχε μείνει πιστός και τον χρηματοδοτούσε στα δύσκολα χρόνια της δεκαετίας του 1950, όταν οι περισσότεροι πολιτικοί παρατηρητές πίστευαν ότι ο Παπανδρέου είχε «τελειώσει» πολιτικά και πάρα πολλοί κεντρώοι, πρώην συνεργάτες του Παπανδρέου, έσπευδαν να ενταχθούν στην κυβερνώσα δεξιά Εθνική Ριζοσπαστική Ένωση.[3] Μάλιστα ο Παπανδρέου συμπεριελάμβανε τον Γαρουφαλιά σ' αυτούς που αποκαλούσε «φίλους του μονίππου» (δηλαδή τόσοι λίγοι που χωρούσαν σε ένα μόνιππο -άμαξα που σέρνεται από ένα άλογο).[3] Κατά τον Παπακωνσταντίνου, η προδοσία του Γαρουφαλιά -ο οποίος είχε μείνει πιστός στον Παπανδρέου σε δύσκολα χρόνια- οφειλόταν στην προσδοκία ότι θα μπορούσε να γίνει ο ίδιος πρωθυπουργός, την οποία πάντως δεν εμφάνιζε στην αρχή, αλλά από τις αρχές του 1965 του την καλλιέργησαν έντονα τα Ανάκτορα, και ο ίδιος παρασύρθηκε από την φιλοδοξία του, με καταστρεπτικά αποτελέσματα.[3]

Ισχυρισμοί για το Κυπριακό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Γαρουφαλιάς διαδραμάτισε αποφασιστικό ρόλο σε μία από τις κρισιμότερες φάσεις του Κυπριακού. Σε σειρά εξιστορήσεών του στην δεξιά εφημερίδα «Ακρόπολις» το 1966 και στο τελευταίο βιβλίο του («Ελλάς και Κύπρος: Τραγικά σφάλματα, ευκαιρίες που χάθηκαν, 19 Φεβρουαρίου 1964 - 15 Ιουλίου 1965»), το οποίο εκδόθηκε το 1982, δύο χρόνια πριν από τον θάνατό του και ενώ στην εξουσία βρισκόταν ήδη ο Ανδρέας Παπανδρέου, ο Γαρουφαλιάς κατηγόρησε ως υπεύθυνους για την ματαίωση της Ένωσης της Κύπρου με την Ελλάδα τον Ανδρέα Παπανδρέου και τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο, ενώ διεκδίκησε την πατρότητα του σχεδίου για την αποστολή της μεραρχίας στην Κύπρο.[4] Επίσης κατηγόρησε τον Μακάριο ότι σε περίπτωση Ένωσης Κύπρου - Ελλάδας απαιτούσε να γίνει Αντιβασιλέας της Ελλάδας.[5] Τέλος, ισχυρίστηκε ότι ενώ ο Γεώργιος Παπανδρέου του είχε δώσει εντολή να αποστείλει στην Κύπρο 1.000 με 2.000 άνδρες, ο ίδιος έστειλε 10.000 και όταν τον Ιούνιο του 1964 οι τουρκικές εφημερίδες και ο διεθνής Τύπος έγραψαν για 5.000-6.000 στρατό που εστάλη στην Κύπρο κατά παράβαση των Συμφωνιών Ζυρίχης-Λονδίνου, είπε στον Παπανδρέου «Κύριε Πρόεδρε, δεν είναι 4.000, είναι 10.000, με δύναμη πυρός σώματος στρατού».[6]

Οι ισχυρισμοί του Γαρουφαλιά αποκρούστηκαν οργισμένα από τον Ανδρέα Παπανδρέου, ο οποίος στο δικό του βιβλίο («Η Δημοκρατία στο Απόσπασμα», το οποίο εκδόθηκε επί χούντας στο εξωτερικό και στην Ελλάδα κυκλοφόρησε μεταπολιτευτικά) ανέφερε ότι η αποστολή της μεραρχίας υπήρξε αποτέλεσμα συλλογικής δουλειάς του Γεωργίου Παπανδρέου, του Μακαρίου και του ίδιου του Ανδρέα Παπανδρέου με τους στρατιωτικούς συμβούλους τους, και ότι ο Γαρουφαλιάς δεν είχε κάποιο ιδιαίτερο ρόλο, αλλά απλά εκτελούσε εντολές, χωρίς μάλιστα να καλείται στις πιο σημαντικές συσκέψεις.[7] Επιπλέον, ο Ανδρέας Παπανδρέου υποστήριξε ότι οι άνδρες που στάλθηκαν στην Κύπρο πλησίαζαν τους 20.000 και ότι η αποστολή και ανάπτυξή τους ελέγχονταν στενά από τον πατέρα του και τον ίδιο.[7]

Τον Γαρουφαλιά επίσης διέψευσε απόλυτα και κατηγορηματικά ο Μιχάλης Παπακωνσταντίνου, υφυπουργός του στο Υπουργείο Εθνικής Αμύνης και μεταπολιτευτικά υπουργός της Νέας Δημοκρατίας. Κατά τον Παπακωνσταντίνου, ο Γεώργιος Παπανδρέου ήταν αυτός που είχε την ιδέα της αποστολής της μεραρχίας στην Κύπρο και επέβλεπε συνεχώς την εφαρμογή του σχεδίου, με ενδελεχή ενημέρωση-αξιολόγηση δύο φορές την ημέρα.[8] Η μεραρχία ουσιαστικά εξασφάλισε στον Παπανδρέου τον πολιτικο-στρατιωτικό έλεγχο της Κύπρου, αλλά το μεγάλο λάθος ήταν ο ορισμός του Γρίβα ως διοικητή, ο οποίος -κατά τον Παπακωνσταντίνου- ξεκίνησε αμέσως να συνωμοτεί και να υπονομεύει τους πάντες.[9]

Συγγραφικό έργο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στο συγγραφικό του έργο περιλαμβάνονται:

  • Σοσιαλισμός και επιστήμη στην Ελλάδα (1945)
  • Πύρρος - Βασιλεύς της Ηπείρου (1946)
  • Ολυμπιάς, πριγκήπισσα των Μολοσσών, βασίλισσα της Μακεδονίας
  • Ο ΑΣΠΙΔΑ και η πολιτική κρίσις του Ιουλίου του 1965 (1981)
  • Ελλάς και Κύπρος: Τραγικά σφάλματα, ευκαιρίες που χάθηκαν, 19 Φεβρουαρίου 1964 - 15 Ιουλίου 1965 (1982)

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2 1,3 1,4 Τα Νέα, 18 Σεπτεμβρίου 1984
  2. Πέτρος Γαρουφαλιάς, Ελλάς και Κύπρος: Τραγικά σφάλματα, ευκαιρίες που χάθηκαν, 19 Φεβρουαρίου 1964 - 15 Ιουλίου 1965, 1982, σελίδα 106
  3. 3,0 3,1 3,2 Μιχάλης Παπακωνσταντίνου, Η Ταραγμένη Εξαετία (1961-1967), Τόμος Α΄, σελίδες 26-27, Εκδόσεις Προσκήνιο, 1997
  4. Κώστας Ιορδανίδης, Ελλάδα - Κύπρος: πως δεν έγινε η Ένωση, Η Καθημερινή, Κυριακή 18 Φεβρουαρίου 1996
  5. Η «αντιμακαριακή» λογοτεχνία της Κύπρου[νεκρός σύνδεσμος]
  6. ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ «ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΒΕΖΑΝΗΣ - ΣΚΕΨΕΙΣ ΚΑΙ ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ» ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ
  7. 7,0 7,1 Andreas Papandreou, Democracy at Gunpoint: The Greek Front, σελίδες 100-101, London: Andre Deutsch, 1971
  8. Μιχάλης Παπακωνσταντίνου, Η Ταραγμένη Εξαετία (1961-1967), Τόμος Α΄, σελίδες 197-209, Εκδόσεις Προσκήνιο, 1997
  9. Μιχάλης Παπακωνσταντίνου, Η Ταραγμένη Εξαετία (1961-1967), Τόμος Α΄, σελίδες 197-209, Εκδόσεις Προσκήνιο, 1997