Οι Περιπέτειες του Πινόκιο

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Οι Περιπέτειες του Πινόκιο
Το εξώφυλλο του πρωτότυπου βιβλίου (1883)
ΣυγγραφέαςΚάρλο Κολόντι
ΕικονογράφοςEnrico Mazzanti
Attilio Mussino[1]
Carlo Chiostri
ΤίτλοςLe Avventure di Pinocchio
ΥπότιτλοςStoria di un burattino[2]
ΓλώσσαΙταλικά
Ημερομηνία δημιουργίας7  Ιουλίου 1881
Ημερομηνία δημοσίευσης1883
ΧαρακτήρεςΠινόκιο, The Terrible Dogfish, The Coachman, Candlewick, The Fairy with Turquoise Hair, The Fox and the Cat, Mangiafuoco, Talking Cricket, κύριος Τζεπέτο και The Green Fisherman
ΤόποςΤοσκάνη
LC ClassOL1527356W[3]
LΤ ID33943
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Οι Περιπέτειες του Πινόκιο: Η Ιστορία μίας Μαριονέτας (ιταλικά: Le Avventure di Pinocchio: Storia di un Burattino‎‎) είναι μυθιστόρημα παιδικής λογοτεχνίας του Ιταλού συγγραφέα Κάρλο Κολόντι, καλλιτεχνικό ψευδώνυμο του Κάρλο Λορεντσίνι, γραμμένο στην Φλωρεντία. Αρχικά, το πρώτο μισό του έργου ήταν μέρος μίας σειράς από το 1881 έως το 1883, και αργότερα ολοκληρώθηκε ως βιβλίο για παιδιά τον Φεβρουάριο του 1883. Πρόκειται για τις άτακτες περιπέτειες του Πινόκιο, μίας ζωντανής μαριονέτας, και τον φτωχό του πατέρα, έναν ξυλογλύπτη ονομαζόμενο Τζεπέτο. Θεωρείται κλασσικό παιδικής λογοτεχνίας και έχει γεννήσει πολλά παράγωγα έργα τέχνης, όπως την ομώνυμη ταινία κινουμένων σχεδίων της Disney το 1940, καθώς και κοινότοπες ιδέες όπως η μεγάλη μύτη του ψεύτη.

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι περιπέτειες του Πινόκιο είναι μία ιστορία που περιέχει αρκετά τεχνάσματα παραμυθιών όπως ζωντανές μαριονέτες, γρύλλους που μιλάνε, αγόρια που μεταμορφώνονται σε γαϊδούρια, νεράιδες και άλλα. Όμως ο κόσμος του Πινόκιο δεν είναι ένας παραδοσιακός κόσμος παραμυθιού, καθώς περιέχει στοιχεία σκληρής πραγματικότητας όπως η ανάγκη για τροφή, στέγη και άλλες βασικές πτυχές της καθημερινής ζωής. Είναι γεγονός ότι το σκηνικό της ιστορίας είναι η ρεαλιστική Τοσκάνη (περιοχή της Ιταλίας). Ήταν μία μοναδική, για την εποχή του έργου, συγχώνευση λογοτεχνικών ειδών. Η ιταλική γλώσσα της ιστορίας διανθίζεται με στοιχεία φλωρεντινής διαλέκτου, όπως το φλωρεντινό όνομα του πρωταγωνιστή.

Αρχικά ο Κολόντι δεν είχε πρόθεση την παιδική λογοτεχνία - το τέλος του μυθιστορήματος δεν ήταν αίσιο και αλληγορικά αντιμετώπιζε σοβαρά θέματα. Στην αυθεντική σειριακή εκδοχή, ο Πινόκιο βρίσκει φρικτό θάνατο - κρεμασμένος για τα αναρίθμητα λάθη του στο τέλος του Κεφαλαίου 15 - ενώ ο πατέρας του πεθαίνει αβοήθητος στην φυλακή. Λόγω αιτήματος του εκδότη του, ο Κολόντι πρόσθεσε τα κεφάλαια 16-36, στα οποία η Νεράιδα με τα Γαλάζια Μαλλιά, διασώζει τον Πινόκιο και τελικά τον μεταμορφώνει σε πραγματικό αγόρι, όταν αποκτά μία βαθύτερη επίγνωση του εαυτού του, κάνοντας έτσι την ιστορία κατάλληλη για παιδιά. Στο δεύτερο μισό του βιβλίου, η μητρική φιγούρα της Γαλάζιας Νεράιδας είναι ο κυρίαρχος χαρακτήρας, έναντι της πατρικής φιγούρας του Τζεπέτο στο πρώτο μέρος.

Η παιδική λογοτεχνία ήταν μία νέα ιδέα την εποχή του Κολόντι, μία καινοτομία του 19ου αιώνα. Έτσι, σε περιεχόμενο και τύπο ήταν καινούργιο και σύγχρονο, ανοίγοντας το δρόμο σε πολλούς συγγραφείς του επόμενου αιώνα. Ο Κολόντι, ο οποίος πέθανε το 1890, ήταν αναγνωρισμένος, κατά τη διάρκεια της ζωής του, ως ταλαντούχος συγγραφέας και κοινωνικός σχολιαστής, αλλά η φήμη του άρχισε να μεγαλώνει μετά την μετάφραση του Πινόκιο στα αγγλικά, για πρώτη φορά το 1892, και συγκεκριμένα με την ευρέως αναγνωσμένη έκδοση Everyman’s Library το 1911. Η δημοτικότητα της ιστορίας ενισχύθηκε από τον ισχυρό φιλόσοφο-κριτικό Μπενεντέτο Κρότσε (ιταλικά: Benedetto Croce), ο οποίος θαύμασε πολύ την ιστορία επιμένοντας: «...πρέπει να το διαβάσει όποιος θέλει να θεωρεί τον εαυτό του καλλιεργημένο άνθρωπο».

Πλοκή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Τσεπέτο φτιάχνει τον Πινόκιο, εικονογράφηση του Κάρλο Κιόστρι

Ο Τζεπέτο ήταν ένας ξυλογλύπτης που ζούσε μόνος χωρίς παιδί. Έτσι αποφάσισε να δημιουργήσει μία μαριονέτα για να τον συντροφεύει στα γεράματα και σκέφτηκε να την ονομάσει Πινόκιο σαν πραγματικό αγόρι. Καθώς άρχισε να σκαλίζει το ξύλο, αυτό άρχισε να γελάει μαζί του προς έκπληξη του γέρου άντρα. Όταν ο Τζεπέτο ολοκλήρωνε το έργο του, η μαριονέτα τον κλώτσησε και το έσκασε. Ενώ ο Πινόκιο έτρεχε στον δρόμο, ένας αστυνομικός τον έπιασε για να τον σωφρονίσει. Αλλά περαστικοί πληροφόρησαν τον αστυνομικό ότι η μαριονέτα ανήκε στον γερο-Τζεπέτο. Έτσι ο αστυνόμος συνέλαβε τον γέρο αντί τον Πινόκιο.

Αργότερα ο Πινόκιο δυσαρεστημένος έπρεπε να μείνει μόνος στο σπίτι. Όταν πλάγιασε στο κρεβάτι του ένας γρύλος που μιλούσε τον συμβούλεψε να ακούει τον πατέρα του, για να μην τον βρούνε συμφορές και το μετανιώσει, αλλά ο Πινόκιο τον αγνόησε. Ύστερα πείνασε και προσπάθησε να φάει ένα αuγό το οποίο εκκολάφτηκε και το πουλάκι πέταξε μακριά. Τότε ο Πινόκιο κοιμήθηκε δίπλα στη φωτιά και όταν ο Τζεπέτο γύρισε σπίτι είδε τα πόδια του Πινόκιο να καίγονται. Τάισε αχλάδια τον Πινόκιο ο οποίος διαμαρτυρόταν πως δεν του άρεσαν τα φλούδια, ζητώντας από τον γέρο πατέρα του να τα καθαρίσει. Ο Τζεπέτο του είπε πως θα του έφτιαχνε καινούργια πόδια και ρούχα για να πάει στο σχολείο σαν πραγματικό αγόρι, ενώ χρειάστηκε να πουλήσει το πανωφόρι του (ήταν τόσο φτωχός) για να του αγοράσει αλφαβητάρι.

Καθοδόν για το σχολείο, ο Πινόκιο άκουσε ωραία μουσική που ερχόταν από ένα κουκλοθέατρο. Πήγε να το παρακολουθήσει, πουλώντας το αλφαβητάρι του, και τελικά κατάφερε να γίνει μέλος της παράστασης εκνευρίζοντας τον θιασάρχη, ο οποίος αργότερα συγκινήθηκε με τις ιστορίες του Πινόκιο και τον άφησε ελεύθερο δίνοντάς του πέντε χρυσά νομίσματα. Ξεκινώντας για το σπίτι, ένας γάτος και μία αλεπού τον προσέγγισαν για να του κλέψουν τα νομίσματα, αλλά αυτός τα έκρυψε κάτω από τη γλώσσα του. Έτσι τον κρέμασαν σε μία βελανιδιά, για να περάσουν την επόμενη μέρα να του πάρουν τα νομίσματα από το στόμα. Για καλή του τύχη διασώθηκε από την Γαλάζια Νεράιδα που ζούσε εκεί κοντά. Όταν η νεράιδα τον ρώτησε για τα νομίσματα αυτός είπε ότι τα έχασε και τότε η μύτη του άρχισε να μεγαλώνει. Η νεράιδα του είπε γελώντας: «Να τι παθαίνεις όταν λες ψέματα!». Τότε ο Πινόκιο ζήτησε βοήθεια από τη νεράιδα για να γίνει πραγματικό παιδί και υποσχέθηκε να συνετιστεί και να γίνει υπάκουο παιδί.

Φεύγοντας από την νεράιδα συνάντησε και πάλι τον γάτο και την αλεπού που τον έπεισαν να φυτέψει τα νομίσματά του στην "κουτοχώρα" για να πολλαπλασιαστούν, και έτσι του τα έκλεψαν. Όταν έφτασε στην Τρελόπολη είπε το περιστατικό σε έναν αστυνομικό ο οποίος τον συνέλαβε. Στο μεταξύ ο γερο-Τζεπέτο βγήκε στα ανοιχτά της θάλασσας να ψάξει για τον γιο του αλλά η βάρκα του βυθίστηκε στην καταιγίδα. Στην φυλακή το μόνο φαγητό για τους κρατουμένους ήτανε φλούδες αχλαδιών και έτσι ο Πινόκιο αποφάσισε να αλλάξει, μελετώντας το αλφάβητο. Όμως, στο κελί του συνάντησε ένα άτακτο παιδί τον Φυτίλη, με τον οποίο γίνανε φίλοι. Όταν βγήκαν από τη φυλακή, καθώς διασκέδαζαν πολύ, μετατράπηκαν σε γαϊδούρια.

Έπειτα, ενώ δούλευε ως γαϊδούρι, σε ένα τσίρκο στην Παιχνιδούπολη, ο Πινόκιο έσπασε το πόδι του και έτσι τον πέταξαν στην θάλασσα. Όταν έπεσε στο νερό μετατράπηκε σε μαριονέτα ξανά και τον κατάπιε μια φάλαινα. Στην κοιλιά της έκπληκτος είδε σε μια γωνιά τον γέρο πατέρα του να κλαίει. Λυτρωμένος πια έτρεξε στον γερο-Τζεπέτο και αγκαλιάστηκαν συγκινημένοι, ενώ ο Πινόκιο του έλεγε πόσο είχε μετανιώσει για όλα τα λάθη του. Ύστερα βρέθηκαν στην θάλασσα και ένα ψάρι τους πήγε στην ακτή. Η Γαλάζια Νεράιδα που είχε παρακολουθήσει τις εξελίξεις, μετέτρεψε τον Πινόκιο σε πραγματικό αγόρι και έζησε ευτυχισμένος με τον πατέρα του.

Χαρακτήρες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Ο Πινόκιο (ιταλικά: Pinocchio): άτακτη μαριονέτα που κερδίζει σοφία μέσω των περιπετειών που τον οδηγούν να γίνει πραγματικός άνθρωπος ως επιβράβευση για τις καλές του πράξεις.
  • Ο Μαστροτζεπέτο (ιταλ.: Mastro Geppetto): ηλικιωμένος, εξαθλιωμένος ξυλογλύπτης και δημιουργός (κατά συνέπεια πατέρας) του Πινόκιο. Φέρει μία κίτρινη περούκα με αποτέλεσμα να τον κοροϊδεύουνε τα παιδιά της γειτονιάς, πράγμα που τον ενοχλεί πάρα πολύ.
  • Ο Μαστροτζιλιέτσα (ιταλ.: Mastro Gillieca): ηλικιωμένος ξυλουργός ο οποίος βρίσκει τον κορμό που τελικά γίνεται ο Πινόκιο. Σχεδίαζε αρχικά να το κάνει πόδι τραπεζιού ώσπου αυτό φώναξε: «Πρόσεχε, σε παρακαλώ!». Τα παιδιά της γειτονιάς τον αποκαλούν "Κερασομύτη" εξαιτίας της κόκκινης μύτης του.
  • Ο γρύλλος (ιταλ.: il grillo parlante): ένας γρύλλος που μιλάει και τον οποίο ο Πινόκιο σκοτώνει ενώ προσπαθούσε να τον συμβουλεύσει. Ο γρύλλος επιστρέφει αργότερα ως φάντασμα συνεχίζοντας να δίνει συμβουλές στον Πινόκιο.
  • Ο θιασάρχης Φωτιάς (ιταλ.: Mangiafuoco, δηλ.: αυτός που τρώει φωτιά): ένας πλούσιος θιασάρχης του κουκλοθέατρου "Η Μεγάλη Μαριονέτα". Έχει κόκκινα μάτια και μαύρη γενειάδα που φθάνει έως το πάτωμα και το στόμα του «μεγάλο σαν φούρνος, με δόντια σαν κίτρινους κυνόδοντες». Παρά την εμφάνισή του, όμως, ο τρομερός θιασάρχης δεν είναι κακός.
  • Ο αρλεκίνος (ιταλ.: arlecchino), ο πυγμάχος (ιταλ.: pulcinella) και η σινιόρα Ροσάουρα (ιταλ.: signora Rosaura): μαριονέτες του κουκλοθέατρου που αγκαλιάζουν τον Πινόκιο σαν αδερφό τους.
  • Η αλεπού και ο γάτος (ιταλ.: la volpe ed il gatto): άπληστα ζώα που προσποιούνται να είναι κουτσός και τυφλός αντίστοιχα. Οδηγούν τον Πινόκιο να παραστρατήσει, τον κλέβουν και προσπαθούν να τον κρεμάσουν.
  • Ο πανδοχέας (ιταλ.: l’ oste): συνεργάζεται με την αλεπού και τον γάτο και με διάφορα κόλπα στήνουν ενέδρα στον Πινόκιο.
  • Η Γαλάζια Νεράιδα (ιταλ.: la Fata dai Capelli Turchini): η Γαλάζια Νεράιδα είναι το πνεύμα του δάσους που διασώζει τον Πινόκιο υιοθετώντας τον αρχικά ως αδερφό της και έπειτα ως γιό της.
  • Η κουκουβάγια και το κοράκι (ιταλ.: la civetta ed la cornacchia): δύο διάσημοι γιατροί που διαγιγνώσκουν τον Πινόκιο.
  • Ο δικαστής (ιταλ.: il giudice): ο δικαστής-γορίλλας της Τρελόπολης.
  • Το ερπετό (ιταλ.: il serpente): ένα τεράστιο φίδι με ουρά που καπνίζει.
  • Ο αγρότης (ιταλ.: il contadino): τα κοτόπουλα του οποίου μαστίζονται από επιθέσεις αλεπούδων.
  • Η γιγάντια φάλαινα (ιταλ.: il terrible pescecane): έχει μήκος ενός μιλίου και καταπίνει αρχικά τον Τζεπέτο και έπειτα τον Πινόκιο.
  • Ο πράσινος ψαράς (ιταλ.: il pescatore verde): ένας πράσινος δράκος που πιάνει τον Πινόκιο στα δίχτυα του και προσπαθεί να τον φάει.
  • Ο Ρομέος (ιταλ.: Romeo): ο καλύτερος φίλος του Πινόκιο και ταραχοποιός. Είναι ψηλός και λεπτός και γι’ αυτό τον αποκαλούν 0"Φυτίλη" (ιταλ.: Lucignolo)
  • Ο αμαξάς/ο μικρόσωμος (ιταλ.: il conduttiere/l’ omino): ο ιδιοκτήτης της Παιχνιδούπολης.
  • Ο διευθυντής (ιταλ.: il direttore): ο σκηνοθέτης ενός τσίρκου.
  • Το αφεντικό (ιταλ.: il padrone): προσπαθεί να πείσει τον Πινόκιο να κρυφτεί μέσα σε ένα τύμπανο.
  • Ο τόνος (ιταλ.: il tonno): ένα ψάρι που είχε καταπωθεί από την φάλαινα και βοήθησε τον Τζεπέτο και τον Πινόκιο να φθάσουν στην ακτή.
  • Ο Τζιάντζιο (ιταλ.: Giangio): ο αγρότης που αγοράζει τον Ρομέο για γαϊδούρι.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Antonio Faeti.
  2. Ανακτήθηκε στις 30  Σεπτεμβρίου 2019.
  3. «Pinocchio by Carlo Collodi | Open Library». Ανακτήθηκε στις 24  Αυγούστου 2023.