Νήφων Α΄

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Νήφων Α΄
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση13ος αιώνας
Βέροια
Χώρα πολιτογράφησηςΒυζαντινή Αυτοκρατορία
ΘρησκείαΑνατολικός Ορθόδοξος Χριστιανισμός
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταιερέας
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΑξίωμαΟικουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως

Ο Νήφων διετέλεσε Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως από το 1310 ως το 1314.

Βίος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Νήφων γεννήθηκε στη Βέροια[1] και είχε μέτρια μόρφωση. Δεν γνωρίζουμε λεπτομέρειες σχετικά με το κοσμικό του όνομα, την οικογένειά του, τον χρόνο παραμονής του στη γενέθλια πόλη του. Ίσως έζησε για κάποιο χρονικό διάστημα στη Θεσσαλονίκη. Άγνωστο πότε ενδύθηκε το μοναχικό σχήμα και εγκαταβίωσε στο Άγιον Όρος. Το 1294 απαντά σε πράξη του Πρώτου του Αγίου Όρους, Ιωαννίκιου ως ηγούμενος της Μεγίστης Λαύρας[2].

Μητροπολίτης Κυζίκου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξελέγη Αρχιεπίσκοπος Προικοννήσου και πρέπει να προήχθη σε Μητροπολίτη Κυζίκου στα τελευταία χρόνια της πατριαρχίας του Ιωάννη ΙΒ', αφού σε αφιερωτήριο έγγραφο της Μονής Μεγίστης Λαύρας (17 Αυγούστου 1304) εμφανίζεται άλλο πρόσωπο ως ηγούμενος. Στην περίοδο της αρχιερατείας του μερίμνησε ιδιαίτερα για τους πρόσφυγες από τη μικρασιατική ενδοχώρα που κατέφευγαν στην Κύζικο[3]. Επειδή εκποίησε όμως τα εκκλησιαστικά σκεύη για να χρηματοδοτήσει την περίθαλψη των προσφύγων, κατηγορήθηκε για ιεροσυλία. Ο Πατριάρχης Αθανάσιος ζήτησε από τον αυτοκράτορα Ανδρόνικο Β' την άμεση εξέταση του θέματος. Όμως ο αυτοκράτορας καθυστερούσε την έρευνα και αυτό ίσως ήταν αποτέλεσμα την επιθυμίας του να δει τον Νήφωνα Πατριάρχη. Από την άλλη, ο Αθανάσιος πίεζε για τη διερεύνηση της υπόθεσης από τον φόβο μήπως κατηγορηθεί από τους Αρσενίτες για συγκάλυψη. Τελικά ο αυτοκράτορας προώθησε τον Νήφωνα στον Πατριαρχικό θρόνο[4].

Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στις 9 Μαΐου 1310 ο από Κυζίκου Νήφων εξελέγη Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, αποτελώντας προσωπική επιλογή του αυτοκράτορα[4]. Ως Πατριάρχης, συνδιαλλέχτηκε με τους Αρσενίτες και τον Σεπτέμβριο του 1310 ανήγγειλε εορταστικά την επιστροφή τους στην Εκκλησία[5].

Ο πολυτελής βίος του όμως, η φιλαργυρία του[1], η αγάπη του για τα άλογα, την πολυτελή ενδυμασία, το καλό φαγητό, καθώς και η χρησιμοποίηση χρημάτων των γυναικείων μονών για την ανέγερση κτηρίων προκάλεσε σκανδαλισμό[6]. Η πατριαρχική θητεία του έληξε στις 11 Απριλίου 1314[7], με την κατηγορία της σιμωνίας[8]. Κατόπιν αποσύρθηκε στην μονή Περιβλέπτου, όπου έζησε[1].

Η προσωπικότητά του[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Νήφων ήταν κοσμικός και υπερλεπτολόγος άνθρωπος, που ήταν γνωστός ως πολύ καλός και διακριτικός διοικητής. Την ικανότητά του αυτή απέδειξε όταν κατάφερε να συνδιαλλαγεί σχεδόν αμέσως με τους Αρσενίτες[5].

Για τον λόγιο Νικηφόρο Γρηγορά ήταν αδαής και αγράμματος[α], έμπλεος φθόνου, μοχθηρίας, κοσμικής υπερηφάνειας και φιλαργυρίας. Οι χαρακτηρισμοί αυτοί δεν είναι σε όλα τους αξιόπιστοι, αν και ο ίδιος του αναγνωρίζει την ικανότητά του στη διαχείριση των κοσμικών ζητημάτων. Επίσης αλληλογραφούσε με τον επί του κανικλείου Νικηφόρο Χούμνο, τον επίσκοπο Ταυρίδος Γεώργιο-Γρηγόριο Χιονιάδη και πιθανότατα με τον Κωνσταντίνο Ακροπολίτη. Όλα αυτά δεν τεκμηριώνουν τα σχόλια του Γρηγορά περί αγραμματοσύνης του Νήφωνα[10].

Είχε αναλάβει και διεκπεραιώσει ικανοποιητικά για λογαριασμό του Δημοσίου την απογραφή και φορολόγηση της επαρχίας του. Επίσης ως Πατριάρχης είχε την επιτροπήν και διοίκησιν ...των γυναικείων πραγμάτων και κτημάτων ...του τε Περτζέ καλουμένου και Κραταιού. Προστάτης της καλλιτεχνικής δημιουργίας σχετίζεται με τη ίδρυση διαφόρων ναών και μοναστηριακών ιδρυμάτων, όπως της μικρής μονής Περιβλέπτου στην Κωνσταντινούπολη και των Αγίων Αποστόλων Θεσσαλονίκης[11].

Ο θάνατός του[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αν και κάποιο ιστορικοί τοποθετούν την ημερομηνία θανάτου του στις 3 Σεπτεμβρίου 1328[7], μάλλον παραμένει άγνωστη, αλλά θα πρέπει να τοποθετηθεί χρονικά μετά το 1333, αφού τότε ήταν ακόμα εν ζωή σύμφωνα με τη μαρτυρία του Sanudo[12].

Νήφων ή Νίφων;[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τη γραφή Νίφων με ι εντοπίζουμε σε βυζαντινές επιγραφικές μαρτυρίες στο παλαιολόγειο μνημείο των Αγίων Αποστόλων Θεσσαλονίκης, όπου αναφέρεται ως κτήτορας του ναού, αλλά και οι Νικηφόρος Γρηγοράς, Νικηφόρος Χούμνος, Ιωάννης Καντακουζηνός. Αντίθετα οι Γεώργιος Φραντζής το γράφει με η[13].

Υποσημειώσεις και παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Υποσημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. ἤν δὲ ὁ ἀνὴρ πάντη μὲν ἀδαὴς τῆς ἔξω παιδείας, οὐχ ὡς τὰ πολλὰ δὲ, καὶ τῆς θειοτέρας, ὡς μηδ’οἰκείᾳ χειρὶ τὰ τῶν γραμμάτων στοιχεῖα γράφειν εἰδώς[9]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2 Μανουήλ Γεδεών, σελ. 412.
  2. Αγορίτσας 2007-2009, σελ. 234.
  3. Παχυμέρης, Γεώργιος (2000). Συγγραφικαὶ Ἱστορίαι. Παρίσι: Α. Failler. σελίδες ΧΙ.9:IV, σ. 427. Ανακτήθηκε στις 26 Ιουνίου 2022. 
  4. 4,0 4,1 Αγορίτσας 2007-2009, σελ. 236.
  5. 5,0 5,1 Runciman 2005, σελ. 147.
  6. Αγορίτσας 2007-2009, σελ. 239.
  7. 7,0 7,1 Χαραλαμπίδης 1998, σελ. 283.
  8. Runciman 2005, σελ. 148.
  9. Preiser-Kapeller 2008, σελ. XXIII-XXIV.
  10. Αγορίτσας 2007-2009, σελ. 237-239.
  11. Χαραλαμπίδης 1998, σελ. 283, 285.
  12. Αγορίτσας 2007-2009, σελ. 262.
  13. Χαραλαμπίδης 1998, σελ. 283-284.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]


τίτλοι της Ορθόδοξης Εκκλησίας
Προκάτοχος
Μεθόδιος
Μητροπολίτης Κυζίκου
1302/4;-1310
Διάδοχος
Αθανάσιος (;)
Προκάτοχος
Αθανάσιος Α΄
Οικουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως
1310-1314
Διάδοχος
Ιωάννης ΙΓ΄