Μπόχουσλαβ Μαρτίνου

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Μπόχουσλαβ Μάρτινου
Ο Μπόχουσλαβ Μαρτίνου στη Νέα Υόρκη το 1945
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Bohuslav Martinů (Τσεχικά)
Προφορά
Γέννηση8  Δεκεμβρίου 1890[1][2][3]
Πόλιτσκα[4][5][6]
Θάνατος28  Αυγούστου 1959[1][7][2]
Λίσταλ
Τόπος ταφήςGrave of Bohuslav Martinů
ΕθνικότηταΤσέχοι[6]
Χώρα πολιτογράφησηςΗνωμένες Πολιτείες Αμερικής (από 1952)
Κισλεϊθανία (1890–1918)
Τσεχοσλοβακία (από 1918)
ΣπουδέςΚονσερβατόριο της Πράγας
Ιδιότητακλασικός συνθέτης, λιμπρετίστας και συνθέτης[8][9]
ΣύζυγοςCharlotte Martinu
ΓονείςFerdinand Martinů
Όργαναβιολί
Είδος τέχνηςόπερα, συμφωνία, κλασική μουσική και μπαλέτο
Σημαντικά έργαAriane, Concerto for Oboe and Small Orchestra, Les Larmes du couteau, What Men Live By, The Opening of the Wells, Julietta, The Epic of Gilgamesh και The Greek Passion
ΒραβεύσειςΥποτροφία Γκούγκενχαϊμ (1953)[10], Αμερικανικό βραβείο της Ρώμης και Recipient of the Order of Tomáš Garrigue Masaryk, 2nd class (1991)
ΙστοσελίδαΕπίσημος ιστότοπος
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Μπόχουσλαβ Μαρτίνου (Bohuslav Martinů, 8 Δεκεμβρίου 189028 Αυγούστου 1959) ήταν Τσέχος συνθέτης σύγχρονης κλασικής μουσικής με σημαντικό σε όγκο έργο. Συνέθεσε 6 συμφωνίες, 15 όπερες, τη μουσική για 14 μπαλέτα και πολλά έργα μουσικής δωματίου, ορχηστρικά και φωνητικά κομμάτια. Εγκαθιστάμενος στο Παρίσι, εγκατέλειψε τον ρομαντισμό, πειραματίσθηκε με τον εξπρεσιονισμό και τον κονστρουκτιβισμό, και κατέληξε στο νεοκλασικό ύφος όπως αυτό αναπτύχθηκε από τον Στραβίνσκι. Από τα κοντσέρτα του καλύτερα θεωρούνται το «Concerto Grosso» και το «Διπλό κοντσέρτο για δύο ορχήστρες εγχόρδων, πιάνο και τύμπανα», ενώ από τις όπερές του καλύτερες θεωρούνται οι Ιουλιέττα και Το ελληνικόν Πάθος. Ως προς την καινοτόμο ενσωμάτωση της εθνικής μουσικής παραδόσεως της Κεντρικής Ευρώπης στη μουσική του, συγκρίνεται με τους Προκόφιεφ και Μπάρτοκ.

Βιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο πύργος του ναού του Αγίου Ιακώβου στην Πόλιτσκα, όπου έζησε τα παιδικά του χρόνια ο συνθέτης.

Ο Μαρτίνου γεννήθηκε στην κωμόπολη Πόλιτσκα, στο τότε Βασίλειο της Βοημίας. Ο πατέρας του Φερδινάνδος ήταν υποδηματοποιός που εργαζόταν και ως παρατηρητής πυρκαγιών, γι' αυτό η οικογένεια ζούσε στον πύργο του ναού του Αγίου Ιακώβου. Ως μικρός βιολιστής ο Μπόχουσλαβ απέκτησε αρκετή τοπική φήμη, δίνοντας την πρώτη του δημόσια συναυλία στη γενέτειρά του το 1905. Οι συμπολίτες του συγκέντρωσαν αρκετά χρήματα για να σπουδάσει και το 1906 άφησε την επαρχία και άρχισε σπουδές μουσικής στο Ωδείο της Πράγας. Εκεί δεν έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για το πρόγραμμα των μαθημάτων του και τελικώς εγκατέλειψε το ωδείο το 1910. Ο συνθέτης έζησε τα επόμενα χρόνια στην Πόλιτσκα, προσπαθώντας να κερδίσει κάποια θέση στον κόσμο της μουσικής. Συνέθεσε αρκετά έργα τότε, όπως την «Ελεγεία για βιολί και πιάνο» και τα συμφωνικά ποιήματα «Anděl smrti» και «La Mort de Tintagiles». Απέστειλε δείγματα της δουλειάς του στον Γιόζεφ Σουκ, γνωστό Τσέχο συνθέτη της εποχής. Ο Σουκ τον ενεθάρρυνε να επιδιώξει περαιτέρω σπουδές στη σύνθεση. Ο Μαρτίνου πέρασε τις κρατικές εξετάσεις μουσικοδιδασκαλίας και δίδασκε μουσική στην Πόλιτσκα καθ' όλο τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ενώ συνέχιζε να συνθέτει και να μελετά μόνος του. Τότε μελέτησε και τη μουσική της Εκκλησίας της Μοραβίας, που θα επηρέαζε το ύφος της μουσικής του.

Με τη λήξη του πολέμου και την ανεξαρτησία της Τσεχοσλοβακίας ο Μαρτίνου συνέθεσε μία πανηγυρική καντάτα, την Česká rapsodie («Τσεχική Ραψωδία»), που παρουσιάσθηκε το 1919 αποσπώντας μεγάλους επαίνους. Ως βιολιστής γύρισε την Ευρώπη με την Εθνική Θεατρική Ορχήστρα, ενώ το 1920 έγινε πλήρες μέλος της Τσεχικής Φιλαρμονικής Ορχήστρας. Επίσης άρχισε κανονικές σπουδές στη σύνθεση με τον Σουκ. Ωστόσο, το νεωτερικό ύφος του Μαρτίνου, που ενσωμάτωνε στοιχεία ιμπρεσιονισμού και τζαζ, δεν ταίριαζε με τον συντηρητισμό που επικρατούσε στους μουσικούς κύκλους της Πράγας, οπότε ο συνθέτης αποφάσισε να εγκατασταθεί στο Παρίσι. Τα τελευταία του χρόνια στην Πράγα ολοκλήρωσε το πρώτο του κουαρτέτο εγχόρδων και δύο μπαλέτα: τον Ισχυρότερο του κόσμου και την Ιστάρ.

Ο Μαρτίνου εγκαταστάθηκε στο Παρίσι το 1923, με τη βοήθεια μιας μικρής υποτροφίας από το υπουργείο παιδείας της χώρας του. Εκεί αναζήτησε τον Αλμπέρ Ρουσέλ, του οποίου εκτιμούσε το ατομικιστικό ύφος, και άρχισε μία σειρά ανεπίσημων μαθημάτων μαζί του. Ο Ρουσέλ δίδασκε τον Μαρτίνου μέχρι τον θάνατό του το 1937, βοηθώντας τον να εστιάζει και να δομεί τις συνθέσεις του, αντί να του διδάσκει κάποιο συγκεκριμένο στιλ. Κατά τα πρώτα χρόνια του στο Παρίσι ο Μαρτίνου αφομοίωσε αρκετές τάσεις της εποχής του, όπως τη τζαζ, τον νεοκλασικισμό και τον σουρρεαλισμό. Η μουσική των μπαλέτων ήταν το αγαπημένο του μέσον για πειραματισμούς, όπως στα Η εξέγερση (1925), Le Raid Merveilleux (1927), La Revue de Cuisine (1927), and Les Larmes du Couteau (1928).

Ο Μαρτίνου διατηρούσε στενούς δεσμούς με την πατρίδα του, επιστρέφοντας στην Πράγα και στην Πόλιτσκα τα καλοκαίρια και για πρεμιέρες έργων του. Εκτός από τους νεωτερισμούς, συνέχισε να στρέφεται στις βοημικές και μοραβικές του ρίζες για ιδέες στη μουσική του. Το γνωστότερο έργο του εκείνης της περιόδου είναι το μπαλέτο Špalíček (1932–33), που ενσωματώνει τσέχικους λαϊκούς σκοπούς και νανουρίσματα.

Ο Μαρτίνου παίζει βιολί σε ηλικία 6 ή 7 ετών.

Το 1926 ο Μαρτίνου συνάντησε τη Σαρλότ Quennehen (1894–1978), μία Γαλλίδα ράφτρα, και παντρεύτηκαν το 1931. Η Σαρλότ θα ασκούσε σημαντική επίδραση στη ζωή του, ασχολούμενη με πολλά καθημερινά πράγματα και «πεζές» λεπτομέρειες που ο συνθέτης δυσκολευόταν να αντιμετωπίσει[11]. Το 1937 ο Μαρτίνου γνώρισε τη Βιτεσλάβα Καπράλοβα, μία νεαρή Τσέχα συνθέτιδα και μαέστρο που έφθασε στο Παρίσι το φθινόπωρο για να μελετήσει με τον Σαρλ Μυνς στην Ecole normale de musique. Η Καπράλοβα άρχισε να μελετά και με τον Μαρτίνου. Η σχέση τους σύντομα αναπτύχθηκε πέρα από τα όρια των σχέσεων μαθητή και δασκάλου, αλλά το φθινόπωρο του 1939 η Καπράλοβα αποφάσισε να τερματίσει τη σχέση αυτή[12] και παντρεύτηκε τον Jiří Mucha, που τότε έγραφε το λιμπρέτο για το χορωδιακό Λειτουργία εκστρατείας (1939).

Καθώς ο γερμανικός στρατός πλησίαζε το Παρίσι κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Μαρτίνου διέφυγε, γιατί ήταν γνωστές οι σχέσεις του με την τσέχικη αντίσταση. Ο συνθέτης και η Σαρλότ πήγαν πρώτα στο Αιξ-αν-Προβάνς, όπου παρέμειναν επί εξάμηνο, προσπαθώντας να βρουν τρόπο εξόδου από την κατεχόμενη Γαλλία. Βοηθήθηκαν τότε από την τσέχικη καλλιτεχνική κοινότητα, τον Εντμόν Σαρλ Roux και την κόμισσα Λιλύ Παστρέ. Παρά τις συνθήκες, ο συνθέτης βρήκε έμπνευση στο Αιξ και έγραψε αρκετά έργα, όπως τη Sinfonietta giocosa. Η Σαρλότ έγραψε: «Ερωτευθήκαμε το Αιξ: ο απαλός ψίθυρος των συντριβανιών του ηρέμησε τα αισθήματά μας και αργότερα ο Μπόχους εμπνεύσθηκε από αυτά.»[13] Τελικώς, στις 8 Ιανουαρίου 1941, έφυγαν από τη Μασσαλία για τη Μαδρίτη και την Πορτογαλία, φθάνοντας στο τέλος στις ΗΠΑ το 1941 με τη βοήθεια του διπλωμάτη Μίλος Σαφράνεκ, φίλο του Μαρτίνου.

Η ζωή στις ΗΠΑ ήταν δύσκολη για τον Μαρτίνου όπως και για πολλούς άλλους καλλιτέχνες που έφθασαν εκεί υπό τις ίδιες προσφυγικές συνθήκες: έλλειψη γνώσεως της αγγλικής γλώσσας, έλλειψη χρημάτων και ευκαιριών να χρησιμοποιήσει το ταλέντο του. Ωστόσο μετά από αρκετούς μήνες ο Μαρτίνου εγκλιματίσθηκε. Συνέθεσε αρκετά έργα και δίδαξε στο Mannes College of Music στη Νέα Υόρκη (και εκτάκτως στο Γέιλ και στο Berkshire Music Center). Και οι 6 συμφωνίες του δημιουργήθηκαν στις ΗΠΑ, στην ενδεκαετή περίοδο από το 1942 μέχρι το 1953.

Το 1953 ο Μαρτίνου επέστρεψε στην Ευρώπη και εγκαταστάθηκε στη Νίκαια έως το 1955. Το 1956 ανέλαβε μία θέση στην Αμερικανική Ακαδημία στη Ρώμη. Απεβίωσε τρία χρόνια αργότερα σε μία κλινική στο Λίσταλ της Ελβετίας, σε ηλικία 68 ετών. Το 1979 η σορός του μεταφέρθηκε και θάφτηκε στην Πόλιτσκα της τότε Τσεχοσλοβακίας[14].

Αξιοσημείωτοι μαθητές του Μαρτίνου υπήρξαν, μεταξύ άλλων, οι Άλαν Χοουβάνις, Χ. Όουεν Ρηντ, Γιαν Νόβακ, Βιτεσλάβα Καπράλοβα και Μπαρτ Μπάκερακ.

Η μουσική του[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Μπόχουσλαβ Μαρτίνου ήταν παραγωγικότατος συνθέτης: συνέθεσε σχεδόν 400 έργα. Πολλά από αυτά ερμηνεύονται συχνά και έχουν αρκετές διαφορετικές εκτελέσεις στη δισκογραφία, όπως:

Ο Μαρτίνου στη Ν. Υόρκη περί το 1942, ενώ δουλεύει τη 2η συμφωνία του.

Χαρακτηριστικό των ενορχηστρώσεων του Μαρτίνου είναι η σχεδόν παντού παρουσία του πιάνου. Πολλά από τα έργα του για ορχήστρα περιλαμβάνουν μεγάλα μέρη για πιάνο, όπως το μικρό κοντσέρτο του για τσέμπαλο και ορχήστρα δωματίου. Ο μεγάλος όγκος του έργου του από τη δεκαετία του 1930 και μετά κατατάσσονται στο ρεύμα του νεοκλασικισμού, αλλά τα τελευταία έργα του ενσωματώνουν μία χαλαρότερη, πιο αυθόρμητη αίσθηση της φόρμας. Αυτό διακρίνεται ευκολότερα αν ακούσουμε και συγκρίνουμε την 6η συμφωνία του (Fantaisies symphoniques) με τις 5 προηγούμενες.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά, Αγγλικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 27  Απριλίου 2014.
  2. 2,0 2,1 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. data.bnf.fr/ark:/12148/cb138971583. Ανακτήθηκε στις 10  Οκτωβρίου 2015.
  3. «Bohuslav Martinu». (Ολλανδικά) RKDartists. 310700.
  4. «Большая советская энциклопедия» (Ρωσικά) Η Μεγάλη Ρωσική Εγκυκλοπαίδεια. Μόσχα. 1969. Ανακτήθηκε στις 28  Σεπτεμβρίου 2015.
  5. Τσεχική Εθνική Βάση Δεδομένων Καθιερωμένων Όρων. jk01080381. Ανακτήθηκε στις 23  Νοεμβρίου 2019.
  6. 6,0 6,1 «Databáze Vojenského historického archivu» Ανακτήθηκε στις 30  Νοεμβρίου 2020.
  7. «Большая советская энциклопедия» (Ρωσικά) Η Μεγάλη Ρωσική Εγκυκλοπαίδεια. Μόσχα. 1969. Ανακτήθηκε στις 27  Σεπτεμβρίου 2015.
  8. The Fine Art Archive. cs.isabart.org/person/9767. Ανακτήθηκε στις 1  Απριλίου 2021.
  9. «Česká divadelní encyklopedie». Česká divadelní encyklopedie. Martinů,_Bohuslav. Ανακτήθηκε στις 16  Απριλίου 2021.
  10. bohuslav-martinu.
  11. Rybka, σσ. 62–63
  12. The Kapralova Companion, Lanham, MD: Lexington Books, 2011. ISBN 978-0-7391-6723-6 (χαρτόδετο), ISBN 978-0-7391-6724-3 (ηλεκτρονικό βιβλίο).
  13. Charlotte Martinu: My Life with Bohuslav Martinu, Orbis, Πράγα 1978.
  14. Kapusta, Jan (2014). Neuveřitelná kauza Martinů. Arbor vitae. ISBN 978-80-7467-043-5. 

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Beckerman, Michael Brim, Michael Henderson (επιμέλεια): Martinů's Mysterious Accident: Essays in Honor of Michael Henderson, Pendragon Press, Hillsdale, N.Y. 2007, ISBN 978-1-57647-111-1
  • Červinková, Blanka (επιμ.): Bohuslav Martinů, 8.12.1890–28.8.1959: bibliografický katalog, Panton, Πράγα 1990, ISBN 978-80-7039-068-9
  • Halbreich, Harry: Bohuslav Martinů: Werkverzeichnis, Dokumentation und Biographie, Atlantis-Verlag, Ζυρίχη 1968
  • Halbreich, Harry: Bohuslav Martinů: Werkverzeichnis und Biographie. Zweite, revidierte Ausgabe. Schott Music, Mainz 2007. ISBN 978-3-7957-0565-7.
  • Large, Brian: Martinů, Duckworth, Λονδίνο 1975, ISBN 978-0-7156-0770-1
  • Martinů, Charlotta: Můj život s Bohuslavem Martinů, Editio Baerenreiter, Πράγα 2003
  • Mihule, Jaroslav: Bohuslav Martinů: Osud skladatele, Nakladatelství Karolinum Univerzity Karlovy, Πράγα 2002, ISBN 978-80-246-0426-8
  • Rybka, F. James: Bohuslav Martinů: The Compulsion to Compose, Scarecrow Press, Lanham 2011, ISBN 978-0-8108-7761-0
  • Svatos, Thomas D.: «Reasserting the Centrality of Musical Craft: Martinů and His American Diaries», The Musical Times, τόμος 150, νο. 1907 (θέρος 2009), σσ. 55–70
  • Šafránek, Miloš: Bohuslav Martinů: His Life and Works, μετάφρ. Roberta Finlayson-Samsourová, A. Wingate, Λονδίνο 1962

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]