Μεσόστεγο

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Μεσόστεγο ή μεσόδομος ονομάζεται η κεντρική (ενδιάμεση) υπερκατασκευή[1] ενός πλοίου και βρίσκεται μεταξύ του προστέγου και του επιστέγου. Λέγεται και γέφυρα, επειδή σ΄ αυτόν συνήθως βρίσκεται η γέφυρα του πλοίου.

Και οι τρεις παραπάνω υπερκατασκευές ήταν εμφανείς στα παλαιότερα φορτηγά πλοία. Τα σύγχρονα δεξαμενόπλοια φέρουν συνήθως μόνο επίστεγο όπου βρίσκεται και η «γέφυρα» του πλοίου, σε αντίθεση με τα φορτηγιδοφόρα, τα ναυαγοσωστικά και μεγάλα αλιευτικά που φέρουν μόνο πρόστεγο.

Τα πολεμικά πλοία επιφανείας όπως και τα υποβρύχια φέρουν κυρίως μεσόστεγο, που επίσημα ονομάζεται μεσόδομος, τα πολεμικά πετρελαιοφόρα μεσόστεγο και επίστεγο ενώ τα αρματαγωγά μόνο επίστεγο.

Τέλος στα σύγχρονα υπερωκεάνια, κρουαζιερόπλοια και επιβατηγά πλοία, τα οποία παρουσιάζουν ενιαία υπερκατασκευή από την πλώρη μέχρι την πρύμνη, δεν υφίστανται τέτοιες διακρίσεις υπερκατασκευών.

Σημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Υπερκατασκευή ονομάζεται οποιοσδήποτε υπέρ του κυρίου καταστρώματος μόνιμα κλειστός χώρος και που εκτείνεται από πλευρά εις πλευρά.

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]