Μακεδονική αυτοκρατορία

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Μακεδονική Αυτοκρατορία)
Μακεδονική Αυτοκρατορία

 

 

338 π.Χ. – 323 π.Χ.


Έμβλημα

Τοποθεσία {{{κοινό_όνομα}}}
Η Μακεδονική Αυτοκρατορία στην υδρόγειο
Πρωτεύουσα Πέλλα
Γλώσσες Αρχαία Ελληνικά, Ελληνιστική κοινή, Αττική διάλεκτος
Θρησκεία αρχαία ελληνική θρησκεία
Πολίτευμα Μοναρχία
Αλέξανδρος ο Μέγας
Ιστορική εποχή Ελληνιστική περίοδος
 -  Μάχη της Χαιρώνειας 338 π.Χ.
 -  Μάχη του Γρανικού 334 π.Χ.
 -  Μάχη της Ισσού 333 π.Χ.
 -  Μάχη των Γαυγαμήλων 331 π.Χ.
 -  Μάχη του Υδάσπη 326 π.Χ.
 -  Συμφωνία της Βαβυλώνας 323 π.Χ.
Νόμισμα Τετράδραχμο
Σήμερα Ελλάδα
Αλβανία
Βόρεια Μακεδονία
Βουλγαρία
Τουρκία
Συρία
Ιράν
Ισραήλ
Αίγυπτος
Κράτος της Παλαιστίνης
Ιορδανία
Λίβανος
Κουβέιτ
Αίγυπτος
Ιράκ
Τουρκμενιστάν
Ουζμπεκιστάν
Αφγανιστάν
Πακιστάν
Κιργιστάν
Ινδία
Κίνα

Η Μακεδονική Αυτοκρατορία ή Ελληνιστική Αυτοκρατορία ήταν η ενοποιημένη περιοχή υπό το Βασίλειο της Μακεδονίας μετά τις κατακτήσεις του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Κατά τη μεγαλύτερη έκταση της, περιελάμβανε τις περιοχές από τα ανατολικά παράλια της Αδριατικής έως τη βορειοδυτική Ινδία. Η επέκταση του βασιλείου ξεκίνησε από το 338 π.Χ μετά τη μάχη της Χαιρώνειας και τη μετέπειτα συμμαχία των ελληνικών πόλεων-κρατών (πλην Λακεδαιμονίων) και διαλύθηκε το 305 π.Χ κατά τους πολέμους των Διαδόχων με την οριστική διάσπασή της σε τέσσερις ηγεμονίες: Βασίλειο της Μακεδονίας υπό τον Κάσσανδρο, Βασίλειο της Θράκης του Λυσίμαχου, Βασίλειο της Συρίας του Σέλευκου και Βασίλειο της Αιγύπτου του Πτολεμαίου.

Πρόλογος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Φίλιππος Β' είχε καταφέρει να επεκτείνει το Βασίλειο της Μακεδονίας στη σφαίρα των νότιων Βαλκανίων και αργότερα ξεκίνησε την επέκταση προς τον νότιο ελληνικό χώρο. Αφού κατάφερε να υποτάξει την περιοχή της Θεσσαλίας και συμμάχησε με το Βασίλειο της Ηπείρου, έστρεψε το βλέμμα του στις πόλεις-κράτη του νότου.

Ο Φίλιππος ξεκίνησε με όλο του τον στρατό και το ιππικό από την Πέλλα, προς τον ελληνικό νότο. Με την είδηση ότι ο Φίλιππος πέρασε τις Θερμοπύλες, 30.000 Αθηναίοι και 5.000 Θηβαίοι ενωμένοι παρατάχθηκαν στη Χαιρώνεια.

Παρά την υπεροχή των αντίπαλων δυνάμεων της Αθήνας και της Θήβας, το Βασίλειο της Μακεδονίας υπερίσχυσε και νίκησε στη μάχη της Χαιρώνειας με την εφαρμογή της τακτικής της λοξής φάλαγγας. Επίσης στη μάχη διακρίθηκε και ο 19χρονος διάδοχος Αλέξανδρος που με την αρχηγία και τις εντολές του η Μακεδονία νίκησε. Τυπικά το Βασίλειο της Μακεδονίας μετατράπηκε σε αυτοκρατορία. Μετά την ήττα των αντίπαλων δυνάμεων ο Φίλιππος κατέλαβε τη Θήβα, την Αθήνα, την Κόρινθο, την περιοχή της Ηλείας και κομμάτια της Πελοποννήσου, καθώς ο αθηναϊκός στόλος μετατράπηκε σε μακεδονικός και κατέλαβε τις νησιωτικές πόλεις του Αιγαίου και του Ιονίου. Η προέλαση στην ξηρά σταμάτησε στα περίχωρα της Σπάρτης και η νησιωτική στη Κρήτη.

Επόμενος στόχος του Φιλίππου ήταν η κατάλυση και η κατάκτηση των περιοχών του περσικού κράτους. Για τον λόγο αυτό, ο Φίλιππος συγκάλεσε συνέδριο στην Κόρινθο το 337 π.Χ όπου όλοι οι Έλληνες (πλην της ελεύθερης Σπάρτης και Κρήτης) η ελληνική εκστρατεία στο περσικό κράτος. Η εκστρατεία αυτή έλαβε καθυστέρηση αφού τον επόμενο χρόνο ο Φίλιππος δολοφονήθηκε.

Κατάκτηση της Περσίας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αναλυτικός χάρτης των πόλεων της αυτοκρατορίας

Ο Μέγας Αλέξανδρος, διάδοχος του Φιλίππου, ήταν μαθητής του Αριστοτέλη και άξιος αρχηγός. Μετά τον θάνατο του πατέρα του συγκαλεί το Δεύτερο Συμβούλιο της Κορίνθου και με απόφαση όλων των Ελλήνων (πλην Σπάρτης και Κρήτης) και αναγορεύεται "στρατηγός αυτοκράτορας" των Ελλήνων. Αφού κατάφερε να ενώσει πλέον σε ένα κράτος και μόνο όλους τους Έλληνες, ο Αλέξανδρος ξεκινάει την οργάνωση της εκστρατείας κατά της Περσίας. Ο αντίπαλος του στο περσικό κράτος, ήταν ο Δαρείος Γ΄ ο Κοδομανός ο οποίος ξεκινά τη δική του αναδιοργάνωση προκειμένου το περσικό κράτος να ανακάμψει από την ασθένεια που είχε από τους συνεχείς ελληνοπερσικούς πολέμους.

Ο Αλέξανδρος γνωρίζοντας ότι ο Δαρείος ήθελε να ξαναγίνει η Περσία ισχυρό κράτος, ξεκινάει νωρίτερα την εκστρατεία του, το 335 π.Χ, διασχίζοντας τη Θράκη και περνώντας τον Ελλήσποντο με μέτρια στρατιωτική δύναμη (μόλις 30.000 στρατιώτες και 5.000 ιππείς δηλ. 35.000 άντρες στη ξηρά) και επίσης μέτρια ναυτική δύναμη (μόλις 150 πλοία μονάχα όλα από την Αθήνα).

Περσία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κύρια λήμματα: Μάχη του Γρανικού, Πολιορκία της Μιλήτου, Πολιορκία της Αλικαρνασσού, Μάχη της Ισσού, Πολιορκία της Τύρου και Μάχη των Γαυγαμήλων

Ο Αλέξανδρος οδήγησε τον στρατό του στον Γρανικό ποταμό, όπου περίμεναν για να δώσουν μάχη οι περσικές δυνάμεις οδηγούμενες από τους τοπικούς σατράπες και τον Μέμνονα τον Ρόδιο. Η μάχη του Γρανικού, που έγινε τον Μάιο του 334 π.Χ. ανέδειξε νικητή τον Αλέξανδρο. Ο ίδιος ο Αλέξανδρος κινδύνευσε αλλά οι Πέρσες αιφνιδιάστηκαν από το μακεδονικό ιππικό που διέσχισε τον ποταμό και τράπηκαν σε φυγή. Οι απώλειες των Μακεδόνων ήταν μόνο 110 άνδρες, ενώ ανάμεσα στους Πέρσες νεκρούς υπήρξαν και πολλοί ηγεμόνες τους. Η ήττα των Περσών άνοιξε τον δρόμο στον Αλέξανδρο για την κατάκτηση όλης της Μικράς Ασίας. Οι Σάρδεις και η Έφεσος παραδόθηκαν. Η Μίλητος και η Αλικαρνασσός αντιστάθηκαν αλλά τελικά κατακτήθηκαν μετά από πολιορκία. Πάνω από τριάντα πόλεις της Λυκίας παραδόθηκαν, ενώ κατακτήθηκε και η Παμφυλία. Διαμέσου των υψιπέδων της Πισιδίας και της Φρυγίας, ο Αλέξανδρος έφτασε στο Γόρδιο, όπου έλυσε τον γόρδιο δεσμό. Σύμφωνα με τον τότε θρύλο, όποιος έκανε κάτι τέτοιο θα κατακτούσε ολόκληρη την Ασία. Πέρασε το χειμώνα παρακολουθώντας τις κινήσεις των Περσών και ετοιμάζοντας τις δυνάμεις του για νέα εξόρμηση. Στις ιωνικές πόλεις που κατέκτησε, κατάργησε τα ολιγαρχικά και τυραννικά πολιτεύματα που είχαν επιβάλει οι Πέρσες και εγκατέστησε δημοκρατίες, καταργώντας παράλληλα τη βαριά φορολογία.

Την άνοιξη του 333 π.Χ. ο Μακεδόνας βασιλιάς κατέλαβε την Καππαδοκία, και προωθήθηκε προς τις Κιλίκιες Πύλες. Για να εξασφαλίσει την κυριαρχία στη θάλασσα ξεκίνησε πορεία προς τη Φοινίκη όπου ήταν η βάση του ναυτικού των Περσών. Ο Δαρείος συγκέντρωσε τεράστιες δυνάμεις στη Βαβυλώνα, με διοικητή τον ίδιο, και κινήθηκε προς την Κιλικία εναντίον του Αλεξάνδρου. Ο Αλέξανδρος διέβη τις Κιλίκιες Πύλες για να συναντήσει τον Δαρείο, ο οποίος όμως κατάφερε να φέρει τον στρατό του στα νώτα του Αλεξάνδρου. Η μάχη δόθηκε στην αμμώδη πεδιάδα της Ισσού. Ο Αλέξανδρος κατόρθωσε να ανοίξει ρήγμα στην παράταξη του περσικού στρατού, και το ιππικό του με επικεφαλής τον ίδιο πραγματοποίησε πλευρική επίθεση και βρέθηκε στα νώτα του Δαρείου. Σε ανάμνηση της νίκης του, ο Μέγας Αλέξανδρος ίδρυσε την Αλεξάνδρεια της Ισσού, τη Νικόπολη (στο εσωτερικό), καθώς και τα οχυρά Ημαθία και Βοττιαίο δήμο και την κρήνη Ολυμπιάδα

Μετά τη νίκη του στην Ισσό, η προέλαση συνεχίστηκε με κατάληψη της Άραδου, Βύβλου και Σιδώνας. Τα φοινικικά, ροδιακά και κυπριακά πλοία μπήκαν πλέον υπό τις διαταγές του Αλέξανδρου, και έτσι εξασφάλισε τα νώτα του και τον έλεγχο όλης της ανατολικής Μεσογείου. Το καλοκαίρι του 332 π.Χ. κατάφερε με πολλή δυσκολία και επτά μήνες πολιορκίας την κατάληψη της Τύρου. Ο Αλέξανδρος φέρθηκε με πρωτοφανή σκληρότητα προς τους κατοίκους της πόλης.

Παλαιστίνη και Αίγυπτος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στη συνέχεια, υπέταξε την Παλαιστίνη χωρίς προβλήματα, και τη Γάζα μετά από πολιορκία. Συνέχισε την κατάκτησή του προς την Αίγυπτο όπου έγινε δεκτός ως ελευθερωτής. Πριν από την αναχώρησή του από την Αίγυπτο ίδρυσε στο Δέλτα του Νείλου μια νέα πόλη που ονόμασε Αλεξάνδρεια, και η οποία έγινε σπουδαίο εμπορικό και πολιτιστικό κέντρο της Μεσογείου.

Ανατολικές σατραπείες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αφού περίμενε ενισχύσεις από τη Μακεδονία, απέλυσε τους πιο καταπονημένους στρατιώτες και επέστρεψε στη Φοινίκη για να κατευθυνθεί προς τον Ευφράτη, όπου ο Δαρείος συγκέντρωνε στρατό από τις ανατολικές επαρχίες. Λέγεται ότι κατέστειλε μια επανάσταση των Σαμαρειτών που έκαψαν ζωντανό τον στρατηγό του Ανδρόμαχο. Η επανάσταση κατεστάλη, η Σαμάρεια κατέστη ελληνική πόλη, ενώ νέες πόλεις ιδρύθηκαν για να διασφαλιστεί η περιοχή της Κοίλης Συρίας: η Πέλλα, το Δίον, η Πιερία, τα Γάδαρα και τα Γέρασα. Όταν διέβη τον ποταμό Ευφράτη ίδρυσε το Νικηφόριον και κατά την πορεία του στη βόρεια Μεσοποταμία, επανίδρυσε την παλαιά Ορχόη σε Έδεσσα και όπως πιστεύεται την πόλη Δάρας. Πέρασε τον ποταμό Τίγρη, και έφτασε στο οροπέδιο των Γαυγαμήλων, περίπου 90 χλμ. από τα Άρβηλα. Εκεί νίκησε για άλλη μια φορά τον περσικό στρατό στην ομώνυμη μάχη των Γαυγαμήλων, διαλύοντας όλα τα υπολείμματα των περσικών δυνάμεων. Σε ανάμνηση της μεγαλειώδους νίκης του ίδρυσε μια νέα Αλεξάνδρεια. Ο Δαρείος διέφυγε προς τη Μηδία, και ο Αλέξανδρος προέλασε προς τα Σούσα και από εκεί προς την Περσέπολη όπου και βρήκε τον αυτοκρατορικό θησαυρό, αποτελούμενο από περίπου 180.000 τάλαντα σε χρυσό και ασήμι. Η ανακάλυψη αυτού του θησαυρού τον βοήθησε να ξεπεράσει τα οικονομικά προβλήματα που μεγάλωναν κατά τη διάρκεια της εκστρατείας. Στην Περσέπολη κατέλυσε για λίγους μήνες. Στις 30 Ιανουαρίου του 330 π.Χ., όμως, πυρπόλησε την Περσέπολη μετά από μεθύσι.

Στη συνέχεια προχώρησε προς τη Μηδία όπου βρίσκονταν τα Εκβάτανα (σημερινό Χαμαντάν), αναζητώντας τον Δαρείο. Καταλαμβάνοντας τα Εκβάτανα περιήλθαν στα χέρια του και όλες οι εξουσίες στην Περσική Αυτοκρατορία. Σε αυτό το σημείο, ο σκοπός της εκστρατείας είχε ουσιαστικά τελειώσει. Αλλά ο Αλέξανδρος συνέχισε την πορεία του.

Μαθαίνοντας ότι ο σατράπης της Βακτρίας Βήσσος συνέλαβε τον Δαρείο και ανέλαβε ο ίδιος την εξουσία, συνέχισε τον δρόμο του και διέλυσε τους στασιαστές οι οποίοι στη φυγή τους είχαν δολοφονήσει τον Δαρείο. Ο Αλέξανδρος έστειλε το σώμα του Δαρείου για να ταφεί με βασιλικές τιμές και τα τοπικά έθιμα στην Περσέπολη. Με τον θάνατο του μεγάλου βασιλιά ο Αλέξανδρος προβλήθηκε ως νόμιμος διάδοχος της δυναστείας των Αχαιμενιδών.

Η εκστρατεία του στις ανατολικές σατραπείες ξεκίνησε με την εκκαθάριση της Υρκανίας όπου, στα όρη των Ταπούρων, είχαν καταφύγει και οι Έλληνες μισθοφόροι του Δαρείου με αρχηγό τον Ναβαρζάνη. Μετά από την υποταγή της Υρκανίας διέσχισε την Παρθία και στην πόλη Σούσια της Αρίας, ο σατράπης Σατιβαρζάνης δήλωσε υποταγή, διατηρώντας το αξίωμά του. Μετά την αναχώρησή του Αλέξανδρου όμως για τη Βακτρία, όπου ο Βήσσος συγκέντρωνε στρατεύματα, ο Σατιβαρζάνης σκότωσε τη φρουρά που είχε αφήσει ο Αλέξανδρος και συγκέντρωσε στρατό για να βοηθήσει τον Βήσσο. Ο Αλέξανδρος επέστρεψε αλλά ο Σατιβαρζάνης διέφυγε με 2.000 ιππείς. Στη θέση του διορίστηκε ο Αρσάκης. Αφού ίδρυσε μια νέα πόλη, την Αλεξάνδρεια των Αρείων, κατέφυγε στη Φράδα της Δραγγιανής για να χειμάσει.

Το χειμώνα του 330 π.Χ. έφτασε στον Ινδικό Καύκασο όπου ίδρυσε άλλη μια Αλεξάνδρεια. Ο Βήσσος έφυγε μακριά, περνώντας τον ποταμό Ώξο καίγοντας τα πλοία του μετά τη διέλευση και εγκαταστάθηκε στα Ναύτακα της Σογδιανής. Ο Αλέξανδρος τον ακολούθησε στη Σογδιανή και έστειλε τον Πτολεμαίο εναντίον του, ο οποίος τον συνέλαβε και τον οδήγησε στον Αλέξανδρο. Ο Βήσσος εκτελέστηκε και ο Αλέξανδρος προχώρησε προς την πρωτεύουσα της Σογδιανής, Σαμαρκάνδη, καθώς και στο Τασκέντ, που σήμερα είναι οι δύο σημαντικότερες πόλεις του Ουζμπεκιστάν. Ακολούθως έφθασε στον ποταμό Ιαξάρτη όπου ίδρυσε τη μακρινότερη απ' όλες τις Αλεξάνδρειες, την Αλεξάνδρεια την Εσχάτη, σε μια περιοχή που σήμερα λέγεται Χοτζέντ (στο σημερινό Τατζικιστάν). Κατόπιν πέρασε παράπλευρα από την παγωμένη κορυφογραμμή των Ιμαλαΐων και γύρισε στο Κυμπέρ και στις Ινδίες.

Αρχαία Ινδία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κύρια λήμματα: Πολιορκία της Αόρνου Πέτρας, Μάχη του Υδάσπη και Πολιορκία των Μαλλών

Ο Αλέξανδρος, την άνοιξη του 327 π.Χ. ξεκίνησε για την κατάκτηση της ινδικής χερσονήσου. Άφησε τον Αμύντα[χρειάζεται αποσαφήνιση] στη Βακτρία, και περνώντας από την Αλεξάνδρεια έφτασε στον ποταμό Κωφήνα όπου διαίρεσε τον στρατό του. Έστειλε τον Ηφαιστίωνα με τον Περδίκκα να προετοιμάσουν την προέλασή του μέχρι τον Ινδό ποταμό, και ο ίδιος από διαφορετική πορεία έφτασε την άνοιξη του 326 π.Χ. στον Ινδό τον οποίο διέβηκε μέσω της γέφυρας που είχε ετοιμάσει ο Ηφαιστίωνας και πολλών μικρών πλοίων. Συνέχισε την πορεία του προς τον ποταμό Υδάσπη, όπου ο Ινδός βασιλιάς Πώρος περίμενε από την απέναντι πλευρά με συγκεντρωμένο στρατό ώστε να τον εμποδίσει να περάσει. Ο Αλέξανδρος έστειλε στρατιώτες να μεταφέρουν αποσυναρμολογημένα τα πλοία που είχαν χρησιμοποιηθεί στη διάβαση του Ινδού, και με την υπόλοιπη δύναμη και ενισχυμένος από 5.000 Ινδούς συνέχισε για τον Υδάσπη.

Στις όχθες του Υδάσπη ίδρυσε δύο πόλεις, τη Νίκαια και τη Βουκεφάλα (προς τιμή του αλόγου του που πέθανε εκεί). Αφήνοντας τον Κρατερό να επιβλέπει το χτίσιμο των πόλεων, συνέχισε την πορεία του και μετά από μια νίκη στα Σάγγαλα, σταμάτησε μπροστά στον ποταμό Ύφαση. Επιθυμία του Αλέξανδρου ήταν να συνεχίσει περνώντας τον ποταμό και την έρημο που εκτεινόταν μετά από αυτόν, συνάντησε όμως την έντονη αντίδραση του στρατού του. Οι κουρασμένοι σωματικά και ψυχικά στρατιώτες του συγκεντρώθηκαν στο στρατόπεδο και φώναζαν ότι δεν ήθελαν να συνεχίσουν. Τελικά ο Αλέξανδρος αποφάσισε να επιστρέψει. Μετά από τελετές διαίρεσε σε τμήματα τον στρατό του και επέστρεψε στη Νίκαια και τη Βουκεφάλα, και λαμβάνοντας ενισχύσεις από την Ελλάδα στράφηκε προς τον νότο. Ναυπήγησε στόλο και πλέοντας τους ποταμούς Υδάσπη και Ινδό, με τμήματα του στρατού του στην αριστερή και δεξιά όχθη, έφθασε σε ένα σημείο όπου έδωσε φονική μάχη με τους Μαλλούς όταν και τραυματίστηκε από βέλος στο στήθος. Τελικά έφτασε στην πόλη Πατιάλα την οποία οχύρωσε και ανοικοδόμησε.

Θάνατος και διάλυση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Αλέξανδρος επέστρεψε στη Βαβυλώνα και άρχισε να οργανώνει τον περίπλου της Αραβίας και την εξερεύνηση των ακτών της Βόρειας Αφρικής. Λίγο πριν την αναχώρηση για την Αραβία, στις 2 προς 3 Ιουνίου 323 π.Χ. συμμετείχε σε συμπόσιο έπειτα από το οποίο εκδήλωσε πυρετό, που διήρκεσε και τις επόμενες ημέρες αναγκάζοντάς τον να μεταθέσει την ημερομηνία αναχώρησης. Μετά από μια σύντομη βελτίωση της υγείας του κατέρρευσε ξανά, χωρίς να μπορεί να περπατήσει ή να μιλήσει. Η φήμη ότι είχε ήδη πεθάνει ανάγκασε τους στρατηγούς του να επιτρέψουν σε όλους τους στρατιώτες του να περάσουν από τον κρεβάτι του για να τον χαιρετίσουν. Μετά από δύο ημέρες πέθανε, στις 13 Ιουνίου 323 π.Χ. Λίγο πριν πεθάνει ρωτήθηκε σε ποιόν αφήνει τη βασιλεία του και απάντησε «τῷ κρατίστῳ», δηλαδή «στον δυνατότερο». Σύμφωνα με έναν θρύλο, μουμιοποιήθηκε και θάφτηκε σε γυάλινο φέρετρο γεμάτο μέλι.

Διάδοχος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Αλέξανδρος πέθανε χωρίς να κηρύξει διάδοχο. Ο γιος του Αλέξανδρος Δ΄ είχε μόλις γεννηθεί και ο ετεροθαλής αδερφός του Φίλιππος Αρριδαίος δεν είχε τα απαραίτητα προσόντα. Οπότε όλοι οι στρατηγοί του Μ. Αλέξανδρου ξεκίνησαν μια διαμάχη μεταξύ τους για το ποιος θα γίνει διάδοχος του θρόνου.

Διάλυση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η διαμάχη ήταν άγρια με αποτέλεσμα να διασπαστεί η αυτοκρατορία του Αλέξανδρου σε τέσσερα κράτη: στην περιοχή της Ευρώπης (συγκεκριμένα της βόρειας Ελλάδας) επανασυστάθηκε το Βασίλειο της Μακεδονίας, στη Μικρά Ασία ιδρύθηκε το Βασίλειο της Θράκης (που διαλύθηκε και στη θέση του ιδρύθηκε το Βασίλειο της Περγάμου), στις περισσότερες περιοχές της Συρίας, της Μεσοποταμίας και της Περσίας ιδρύθηκε το Βασίλειο των Σελευκιδών και στην Αίγυπτο και την Παλαιστίνη το Βασίλειο των Πτολεμαίων.