Μάχη του Πέτα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Μάχη του Πέτα
Ελληνική Επανάσταση του 1821
Η μάχη του Πέτα.
Λεπτομέρεια από τον πίνακα του Παναγιώτη Ζωγράφου καθ'υπόδειξη του Ι. Μακρυγιάννη.
ΧρονολογίαΤρίτη 4 Ιουλίου 1822
ΤόποςΠέτα της Άρτας
ΈκβασηΝίκη Οθωμανών
Αντιμαχόμενοι
Ηγετικά πρόσωπα
Δυνάμεις
2.000-3.000
9.000-10.000
Απώλειες
600, καταστροφή του Σώματος Επτανησίων και Φιλελλήνων
1.000

Η μάχη του Πέτα ήταν μία από τις μάχες του απελευθερωτικού αγώνα των Ελλήνων του 1821. Έλαβε χώρα κατά το δεύτερο έτος της επανάστασης, στις 4 Ιουλίου του 1822, στο χωριό Πέτα, 5 χιλιόμετρα ανατολικά της Άρτας.[1] Εμπλεκόμενες πλευρές ήταν ο Οθωμανικός Στρατός συνεπικουρούμενος από σώματα ατάκτων μισθοφόρων Τουρκαλβανών και οι Έλληνες αγωνιστές συνεπικουρούμενοι από το Τάγμα των Φιλελλήνων. Η έκβαση της μάχης ήταν η ολέθρια ήττα Φιλελλήνων και Ελλήνων, και οι συνέπειές της υπήρξαν ιδιαίτερα δυσάρεστες για τους Σουλιώτες και για τη συνέχιση του απελευθερωτικού αγώνα στην Ήπειρο.[2][3]

Ιστορικό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά τη θανάτωση του Αλή Πασά από εκτελεστικό απόσπασμα του Χουρσίτ Πασά, κατ΄ εντολή του Σουλτάνου Μαχμούτ Β' στις 24 Ιανουαρίου 1822, και τη διάλυση του Πασαλικίου των Ιωαννίνων που επακολούθησε, η κατάσταση των Σουλιωτών άρχισε να επιδεινώνεται. Η δε συμφωνία του Πέτα (1821) που αφορούσε συμμαχία των Τουρκαλβανών με τους Σουλιώτες είχε πάψει να υφίσταται μετά από ραδιουργίες του Αλβανού πασά Ομέρ Βρυώνη. Υπό τις συνεχείς πιέσεις του Μεγάλου Βεζίρη Χαλέτ Εφέντη για διάλυση κάθε επαναστατικής εστίας, ο Χουρσίτ Πασάς αναγκάζεται, παρά τις επανειλημμένες προσπάθειες συμβιβασμού, να βαδίσει εναντίον των Σουλιωτών με 14.000 πεζούς άνδρες και αρκετό ιππικό, συνάπτοντας σφοδρές μάχες. Οι Σουλιώτες εφαρμόζοντας μια επιδέξια ελαστική άμυνα, ακολουθώντας τακτική σύμπτυξης προκειμένου να κερδίσουν χρόνο, αποσύρθηκαν στο Σούλι. Οργάνωσαν την αντίστασή τους στα εξωτερικά οχυρά του Σουλίου, τον Αβαρίκο, την Κιάφα, και τα Χόικα, αποτρέποντας κάθε προσπάθεια κατάληψής τους. Ο Χουρσίτ αποσύρθηκε στη Λάρισα, αναθέτοντας τη συνέχιση των επιχειρήσεων στον Ομέρ Βρυώνη.[4]

Στο μεταξύ, αναλαμβάνοντας ως νέος πασάς της Ηπείρου, ο Ρεσίτ Πασάς Κιουταχής, θέλοντας να δώσει ένα τέλος στις επαναστατικές δράσεις στη περιοχή ενέτεινε την πολιορκία του Σουλίου. Υπό την πίεση της συνεχούς πολιορκίας οι Σουλιώτες αναγκάστηκαν να ζητήσουν τη βοήθεια του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου και του Μάρκου Μπότσαρη.

Κινήσεις πριν τη μάχη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος, πρόεδρος του Εκτελεστικού, «ήρχισε τον ανταγωνισμό προς τον Δ. Υψηλάντη, τον οποίον ήθελε να υπερτερήση και ως στρατιωτικόν».[5] Στις 9 Ιουνίου, ο Μαυροκορδάτος έφτασε στο Κομπότι με 3.000 άνδρες, ανάμεσά τους και το σύνταγμα του τακτικού στρατού με 560 άνδρες, οι 93 από αυτούς Φιλέλληνες. Στις 10 Ιουνίου, οι Τούρκοι βγήκαν από την Άρτα, αλλά η ελληνική πλευρά τούς αναχαίτισε. Ξεχώρισε για την ανδρεία του ο Γερμανός στρατηγός Νόρμαν.[6]

Ο στρατάρχης Μαυροκορδάτος έστειλε τον Μάρκο Μπότσαρη με 1.200 άνδρες προς βοήθεια των Σουλιωτών. Από τους υπόλοιπους, 1.500, χωρίς τον Μαυροκορδάτο, προχώρησαν προς την Άρτα, καταλαμβάνοντας το χωριό Πέτα. Ο Ομέρ Βρυώνης συνάντησε το ολιγάριθμο στράτευμα του Μάρκου Μπότσαρη στην Πλάκα, στις 29 Ιουνίου, όπου δόθηκε η Μάχη της Πλάκας. Οι Οθωμανοί υπερίσχυσαν και ο Μπότσαρης οπισθοχώρησε στο Πέτα έχοντας χάσει 100 άνδρες.

Ένα άλλο λάθος που έκρινε την τύχη της μάχης, ήταν η στάση των Ευρωπαίων απέναντι στον τρόπο πολέμου με τους Τούρκους. Οι Έλληνες οπλαρχηγοί συμβούλεψαν τους Φιλέλληνες να κάνουν ταμπούρια (οχυρώματα) και αυτοί απάντησαν πως «έχουν τα στήθη τους για ταμπούρια και πως ξέρουν και αυτοί να πολεμούν»[7]. Έτσι πολλοί οπλαρχηγοί αποχώρησαν από το Πέτα, όπως ο Γεώργιος Καραϊσκάκης και ο Γενναίος Κολοκοτρώνης.

Η μάχη του Πέτα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σχεδιάγραμμα της μάχης του Πέτα.

Τη νύχτα της Δευτέρας 3η προς 4η Ιουλίου 1822 μία δύναμη αποτελούμενη από περίπου 8.000 Οθωμανούς στρατιώτες και επικεφαλής τους πασάδες Ισμαήλ Πλιάσα και Μεχμέτ Ρεσίτ Κιουταχή βγήκε από την Άρτα. Το Πέτα βρίσκεται σε μια κορυφογραμμή από βορρά προς νότο με απότομες πλαγιές που βλέπουν προς την Άρτα. Στα αριστερά τοποθετήθηκαν οι Φιλέλληνες και πιο δεξιά το πυροβολικό τους, στη συνέχεια το σώμα των Επτανησίων με τον Σπύρο Πανά και στο δεξιό άκρο πάνω σε ένα λόφο ο Γώγος Μπακόλας με τους πολεμιστές του. Σε άλλη κορυφογραμμή πιο πίσω και ως εφεδρείες τοποθετήθηκαν τα άτακτα σώματα των Μπότσαρη, Βαρνακιώτη, Βλαχόπουλου, Γάτσου, Δημοτσέλιου, Ίσκου και άλλων οπλαρχηγών που όμως συνολικά η δύναμή τους δεν ξεπερνούσε τους 2.000 μαχητές.[2]

Η μάχη άρχισε από τα χαράματα και κράτησε έως το απόγευμα. Η πορεία της μάχης ευνοούσε την ελληνική πλευρά, όμως στο ύψωμα που κατείχε ο Μπακόλας φάνηκαν ξαφνικά περίπου 80 Τούρκοι σημαιοφόροι. Οι Έλληνες ερμήνευσαν αυτό το περιστατικό ως προδοσία του Μπακόλα και οπισθοχώρησαν, και καθώς άργησε η διαταγή της οπισθοχώρησης οι Φιλέλληνες που έμειναν στη μάχη περικυκλώθηκαν από τους εχθρούς. Οι 11 Πολωνοί Φιλέλληνες με αρχηγό τους τον Μιρζέφσκι οχυρώθηκαν στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου στο κέντρο του Πέτα όπου βρήκαν τραγικό θάνατο.[8] Από το Τάγμα των Φιλελλήνων (Ιταλοί, Γάλλοι, Βέλγοι, Ολλανδοί, Πολωνοί, Ούγγροι, Δανοί, Σουηδοί, Ελβετοί, Γερμανοί) 67 ή 68[9] σκοτώθηκαν, ανάμεσά τους και ο διοικητής του τακτικού στρατεύματος Ιταλός συνταγματάρχης Πιέτρο Ταρέλλα, όπως και ο διοικητής της διλοχίας 120 φιλελλήνων αξιωματικών, Ιταλός συνταγματάρχης Αντρέα Ντάνια[10]. Ηρωϊκό θάνατο βρήκε και ο Γάλλος λοχαγός Μονιάκ, παλεύοντας μόνος και κυκλωμένος από τον εχθρό, ενώ ο βαριά πληγωμένος Γερμανός στρατηγός Νόρμαν είπε στον Μαυροκορδάτο: «πρίγκηπα, όλα τα χάσαμε, εκτός από την τιμή».[11] Μόλις και μετά βίας 25-30 φιλέλληνες έχοντας επικεφαλής τον Βέλγο λοχαγό Ανναί και τον Γερμανό λοχαγό Χέλμαν κατάφεραν να ανοίξουν δρόμο με τα σπαθιά τους και να διασπάσουν έτσι τον κλοιό, συνεπικουρούμενοι από μία επέμβαση του Μπακόλα και των ανδρών του[12], έτσι ώστε πέτυχαν τελικά να διασωθούν καταφεύγοντας μέσω μίας ορεινής αφύλακτης διάβασης στα παρακείμενα υψώματα. Διασωθείς ήταν και ο υποδιοικητής των φιλελλήνων, Ιταλός αντισυνταγματάρχης Γκουμπερνάτι. Οικτρή ήταν η τύχη όσων πιάστηκαν αιχμάλωτοι καθώς υποχρεώθηκαν από τους Τούρκους να μεταφέρουν τα κομμένα κεφάλια των νεκρών συναγωνιστών τους στην Άρτα. Εκεί ύστερα από σκληρότατα βασανιστήρια αποκεφαλίστηκαν άπαντες πλην ενός[13].

Απόηχος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι απώλειες της ελληνικής πλευράς στο Πέτα ήταν πολύ βαρύτερες σε σχέση με κάθε άλλη μάχη κατά τα τρία πρώτα χρόνια της επανάστασης. Οι Φιλέλληνες αξιωματικοί θέλησαν να αποδώσουν την ήττα τους στη φυγή των άτακτων ελληνικών ομάδων από το πεδίο της μάχης, κάτι που επέτρεψε στη τουρκική πλευρά να περικυκλώσει το Σύνταγμα Ταρέλλα και το Τάγμα των Φιλελλήνων, τις δύο τακτικές μονάδες που είχαν παραμείνει παρατεταγμένες στις θέσεις τους. Το κύριο όμως αίτιο της ήττας ήταν ο συνδυασμός δύο τακτικά ασυμβίβαστων στρατευμάτων σε μια ενιαία διάταξη μάχης, δηλαδή οι άτακτες ελληνικές μονάδες από τη μια και το Σύνταγμα Ταρέλλα (120 ανδρών) και το Τάγμα των Φιλελλήνων από την άλλη.[14]

Μετά τη μάχη ο Μπότσαρης με τα απομεινάρια του εκστρατευτικού σώματος υποχώρησε στο Μεσολόγγι μαζί με τον Μαυροκορδάτο εγκαταλείποντας τους Σουλιώτες. Ο Μπακόλας όταν πληροφορήθηκε τις κατηγορίες εναντίον του συναντήθηκε με τον Μαυροκορδάτο ο οποίος τον θεώρησε αθώο. Εξάλλου και το δικαστήριο που έγινε αμέσως μετά αθώωσε τον Μπακόλα από την κατηγορία της προδοσίας[15]. Ο Μπακόλας όμως αδυνατώντας να υποστεί την περιφρόνηση από τον κύκλο του απομονώθηκε για ένα διάστημα και τελικά έλαβε την απόφαση να συμβιβαστεί με τους Τούρκους και να τους υπηρετήσει έως το τέλος της ζωής του. Αυτή του η ενέργεια ενίσχυσε την εντύπωση που είχε δημιουργηθεί την ημέρα της μάχης.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. «Δημοτική ενότητα Πέτα». 
  2. 2,0 2,1 «Η μάχη του Πέτα». 
  3. «Η ολέθρια μάχη του Πέτα που έβαλε σε κίνδυνο της επανάσταση. Ήταν απόφαση του Μαυροκορδάτου που θέλησε να γίνει στρατηγός...». 
  4. Ibid
  5. [Κόκκινος,ε.α.,τ.Γ,σ.88]
  6. Ibid
  7. Γεώργιος Γκορέζης, "Αγώνες για τη δόξα του Σουλίου", εφημερίδα "Εθνική Ηχώ", φύλλο Ιουνίου 2020, σελ. 12: την ανωτέρω φράση φέρεται να έδωσε ως απάντηση στην προτροπή του Έλληνα οπλαρχηγού Γώγου, ο επικεφαλής του τακτικού ελληνικού συντάγματος, Ιταλός φιλέλληνας συνταγματάρχης Ταρέλλα
  8. Αρχείο Ιωάννη Κώτση. Επιμέλεια δασκάλου Παναγιώτη Ι.Κώτση
  9. David Brewer, "1821-1833, η Φλόγα της Ελευθερίας", Κεφάλαιο 15: "Οι Φιλέλληνες εν δράσει", σελ. 210-213, 215
  10. Εφημερίδα "Εθνική Ηχώ", φύλο Ιουνίου 2020, σελ. 12, "Αγώνες για τη δόξα του Σουλίου"
  11. Δ. Φωτιάδης, Ιστορία του 21, Μέλισσα, Τ. Β, σ. 212-215
  12. David Brewer, ο. πρ., σελ. 215
  13. "Η μάχη του Πέτα: Η πιο βαριά ελληνική ήττα κατά την Επανάσταση του 1821" Ανακτήθηκε στις 30/7/2020
  14. Χαράλαμπος Παπασωτηρίου, Ο αγώνας για την ελληνική ανεξαρτησία. Πολιτική και στρατηγική των Ελλήνων και της οθωμανικής αυτοκρατορίας 1821-1832, εκδ.Ι. Σιδέρης, Αθήνα, 1996, σελ. 160 Όπως παρατηρεί ο Παπασωτηρίου, οι Ευρωπαϊκοί στρατοί της εποχής είχαν σαν τακτική τους την απόλυτη εναρμόνιση των κινήσεών τους και την πυκνή διάταξη της παράταξής τους, αντίθετα τα παραδοσιακά στρατεύματα (μέσα στα οποία ήταν και των Ελλήνων της Επανάστασης) ήταν η άτακτη ορμή προς τον εχθρό και η υποχώρηση. Αυτές οι δύο τακτικές συγκρούστηκαν εντός της Ελληνικής παράταξης στη μάχη του Πέτα. Την πρώτη ασκούσαν τα ξένα Φιλελληνικά σώματα που συμμετείχαν στη μάχη, τη δεύτερη οι Έλληνες άτακτοι. Για μια διεξοδικότερη ανάλυση των δύο στρατιωτικών στρατηγικών βλ. στο ίδιο: σελ.150-158.
  15. "Η μάχη του Πέτα" Ανακτήθηκε στις 30/7/2020

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]