Λιούις Κάρολ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Λιούις Κάρρολ
Ο Λιούις Κάρρολ το 1863
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Lewis Carroll (Αγγλικά)
Γέννηση
Αιτία θανάτουπνευμονία[1]
Συνθήκες θανάτουφυσικά αίτια[1]
Τόπος ταφήςMount Cemetery[2]
ΚατοικίαΑγγλία
ΨευδώνυμοLewis Carroll
ΘρησκείαΑγγλικανική Εκκλησία
Εκπαίδευση και γλώσσες
Μητρική γλώσσαΒρετανικά αγγλικά
Ομιλούμενες γλώσσεςΒρετανικά αγγλικά
Αγγλικά[3][4]
ΕκπαίδευσηMaster of Arts
ΣπουδέςΚράιστ Τσερτς
Σχολείο του Ράγκμπι[1]
Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης[5]
Richmond School[1]
Πληροφορίες ασχολίας
ΕργοδότηςΠανεπιστήμιο της Οξφόρδης
Αξιοσημείωτο έργοΟι Περιπέτειες της Αλίκης στη Χώρα των Θαυμάτων
Μες στον καθρέφτη και τι βρήκε η Αλίκη εκεί
Jabberwocky
The Walrus and the Carpenter
Phantasmagoria
The Hunting of the Snark
Rhyme? and Reason?
A Tangled Tale
Sylvie and Bruno
The Nursery "Alice"
What the Tortoise Said to Achilles
Περίοδος ακμής1852[6] - 1898[6]
Οικογένεια
ΓονείςΤσαρλς Ντόγκσον[7] και Frances Jane Lutwidge[7]
ΑδέλφιαCaroline Hume Dodgson[7]
Louisa Fletcher Dodgson[7]
Elizabeth Lucy Dodgson[7]
Wilfred Longley Dodgson[7]
Frances Jane Dodgson[7]
Skeffington Hume Dodgson[7]
Edwin H. Dodgson[7]
Henrietta Harrington Dodgson[7]
Mary Charlotte Dodgson[7]
Margaret Anne Ashley Dodgson[7]
ΣυγγενείςCharles Dodgson (προπάππος)
Υπογραφή
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Τσαρλς Λάτγουϊτζ Ντότζσον (Charles Lutwidge Dodgson, 27 Ιανουαρίου 1832 – 14 Ιανουαρίου 1898), περισσότερο γνωστός με το καλλιτεχνικό του ψευδώνυμο Λιούις Κάρρολ (Lewis Carroll), ήταν Άγγλος συγγραφέας, μαθηματικός, φωτογράφος και κληρικός. Ανάμεσα στα πιο δημοφιλή λογοτεχνικά έργα του είναι Οι Περιπέτειες της Αλίκης στη Χώρα των Θαυμάτων και τα ποιήματα Το Κυνήγι του Φιρχαρία (The Hunting of the Snark) και Jabberwocky.

Οικογένεια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η οικογένεια του ήταν Βορειοαγγλικής καταγωγής, ιδιαίτερα συντηρητική, διατηρώντας παραδοσιακά ισχυρούς δεσμούς με την Αγγλικανική Εκκλησία. Η πλειοψηφία των προγόνων του, προέρχονταν από την μεσαία ή ανώτερη τάξη, καταλαμβάνοντας συχνά θέσεις στην εκκλησία και στο στρατό. Ο προπάππους του υπήρξε επίσκοπος, ενώ ο παππούς του ήταν αρχηγός του στρατού, όταν πέθανε το 1803 εν ώρα μάχης. Ο πατέρας του είχε ιδιαίτερη κλίση στα μαθηματικά, ωστόσο απέρριψε το ενδεχόμενο να ακολουθήσει μία ακαδημαϊκή σταδιοδρομία, επιλέγοντας το ρόλο του εφημέριου. Υπήρξε ενεργό μέλος της Αγγλικανικής εκκλησίας και ένθερμος υποστηρικτής του Τζον Χένρυ Νιούμαν, ο οποίος ηγήθηκε του κινήματος της Οξφόρδης, διαδραματίζοντας σημαντικό ρόλο στην επιστροφή της Εκκλησίας της Αγγλίας στον καθολικισμό. Το 1827, παντρεύτηκε την πρώτη του ξαδέλφη, Φράνσες Τζέην Λάτγουϊτζ, με την οποία απέκτησε συνολικά έντεκα παιδιά, επτά κόρες και τέσσερις γιους, μεταξύ αυτών και ο Τσαρλς.

Νεανικά χρόνια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Κάρρολ γεννήθηκε και έζησε τα πρώτα του παιδικά χρόνια στο Ντέρσμπρυ της Βόρειας Αγγλίας ενώ σε ηλικία έντεκα ετών, ακολούθησε την οικογένειά του στο χωριό Κροφτ-ον-Τριζ, όπου μετακόμισε. Οι πρώτες του σπουδές περιλάμβαναν μαθήματα κατ' οίκον, αλλά στα δώδεκά του χρόνια, οι γονείς του τον έστειλαν σε ιδιωτικό σχολείο, στη γειτονική περιοχή του Ρίτσμοντ. Τον αμέσως επόμενο χρόνο, μεταφέρθηκε στο Rugby School, ένα από τα παλαιότερα δημόσια σχολεία του Ηνωμένου Βασιλείου. Οι επιδόσεις του υπήρξαν εξαιρετικές, ωστόσο ο ίδιος σημείωσε αργότερα για την περίοδο της φοίτησής του, "δεν μπορώ να πω πως αναπολώ τη ζωή μου στο δημόσιο σχολείο με κάποια αίσθηση ευχαρίστησης".[8]

Τον Ιανουάριο του 1851 εγκαταστάθηκε στην Οξφόρδη, όπου φοίτησε στο κολέγιο Christ Church, στο οποίο είχε σπουδάσει παλαιότερα και ο πατέρας του. Λίγες μόλις ημέρες αργότερα του ανακοινώθηκε ο θάνατος της μητέρας του, πιθανόν από μηνιγγίτιδα ή καρδιακή προσβολή. Οι ακαδημαϊκές του επιδόσεις υπήρξαν υψηλές, ειδικότερα στα μαθηματικά, εξασφαλίζοντάς του υποτροφίες και άλλες διακρίσεις. Τον Οκτώβριο του 1855 έγινε λέκτορας του κολεγίου στα μαθηματικά, θέση που θα διατηρούσε μέχρι το 1881. Του χορηγήθηκε υποτροφία (studentship) από το Christ Church, την οποία διατήρησε φροντίζοντας να ακολουθήσει τα θρησκευτικά ήθη που επέβαλε το κολέγιο, μεταξύ αυτών και την υπόσχεση να παραμείνει άγαμος. Στις 22 Δεκεμβρίου του 1862, χρίστηκε διάκονος της Εκκλησίας της Αγγλίας, ωστόσο δεν ανελίχθηκε στην εκκλησιαστική ιεραρχία, όπως αναμενόταν. Δεν είναι γνωστοί οι λόγοι για τους οποίους αρνήθηκε μία τέτοια εξέλιξη, κάτι που υπό φυσιολογικές συνθήκες θα οδηγούσε στην αποβολή του από το κολέγιο, αν ο τότε πρύτανης, Χένρυ Λίντελ, δεν επέτρεπε στον Ντότζσον να παραμείνει, παραβιάζοντας ανεξήγητα τους κανόνες του κολεγίου. Μία από τις ερμηνείες που έχουν διατυπωθεί, προκειμένου να εξηγηθεί η στάση του Ντότζσον, είναι πως διαπνεόταν εκείνη την περίοδο από συναισθήματα ενοχής και αμαρτίας, όπως ο ίδιος εκφράζει μέσα στα ημερολόγιά του, αν και δεν είναι σαφείς οι λόγοι που τον οδηγούσαν σε τέτοιου είδους σκέψεις. Είναι πιθανό να υπήρξε διστακτικός και λόγω γενικότερων αμφιβολιών του απέναντι στην ίδια την Αγγλικανική Εκκλησία. Ο πρώτος του βιογράφος, Στιούαρτ Ντότζσον Κόλλινγκγουντ, αποδίδει εν μέρει την απόφασή του στον τραυλισμό του, που θα τον δυσκόλευε να κηρύττει, αν και όπως ο ίδιος σημειώνει, δεν ήταν λίγες οι φορές που κήρυττε ανεπίσημα.

Με την ιδιότητα του μαθηματικού, ο Ντότζσον δημοσίευσε αρκετά βιβλία, ως επί το πλείστον εγχειρίδια, όπως τα A syllabus of plane algebraical geometry (1860), Two Books of Euclid (1860), The Formulae of Plane Trigonometry (1861), Condensation of Determinants (1866), Elementary Treatise on Determinants (1867), Examples in Arithmetic (1874), Euclid and his modern rivals (1879), Curiosa Mathematica, Part I: A New Theory of Parallels (1888) και Curiosa Mathematica, Part II: Pillow Problems thought out during Sleepless Nights (1893). Κανένα από τα έργα αυτά δεν διήρκεσε στο χρόνο, ούτε είχε σημαντική συμβολή στα μαθηματικά, αλλά το βιβλίο Euclid and his modern rivals στο οποίο υπερασπίζεται τη χρήση των Στοιχείων του Ευκλείδη για τη διδασκαλία της γεωμετρίας, παρουσιάζει ιστορικό ενδιαφέρον, ενώ είναι γραμμένο σε μορφή θεατρικού έργου, περιγράφοντας την εμφάνιση του φαντάσματος του Ευκλείδη μπροστά στους σύγχρονους μαθηματικούς.

Καλλιτεχνικό έργο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Λογοτεχνία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ήδη από νεαρή ηλικία, ο Κάρρολ έγραφε ποιήματα και διηγήματα, τα οποία δημοσίευε σε λογοτεχνικά περιοδικά με σχετική επιτυχία. Το 1854, ξεκίνησε να συνεισφέρει ως συντάκτης, στο περιοδικό The Comic Tunes, δημοσιεύοντας ποιήματα, κυρίως σατιρικού ύφους. Λίγο αργότερα, γράφοντας στο περιοδικό The Train, χρησιμοποίησε για πρώτη φόρα λογοτεχνικό ψευδώνυμο, για τη δημοσίευση του ποιήματος Solitude. Αρχικά, πρότεινε στον εκδότη του περιοδικού, Έντμουντ Γέητς, το όνομα Dares, προερχόμενο από το Daresbury (Ντέρσμπρυ) που αποτελούσε τον τόπο γέννησης του. Ο Γέητς δεν αποδέκτηκε το ψευδώνυμο αυτό και ο Ντότζσον του πρότεινε τέσσερα εναλλακτικά ονόματα, εκ των οποίων τελικά, ο Γέητς επέλεξε το Λιούις Κάρρολ (Lewis Caroll).[9] Δημοσίευσε έργα του και σε μικρότερα περιοδικά όπως τα Whitby Gazette και Oxford Critic.

To 1856, ο Κάρρολ γνωρίστηκε με τον νέο πρύτανη του κολεγίου του, τον Χένρυ Λίντελ, ο οποίος εγκαταστάθηκε στο Chist Church με την οικογένειά του, αποτελούμενη από τη σύζυγό του και τρεις κόρες, μεταξύ αυτών και η Άλις Λίντελ. Ο Κάρρολ συνδέθηκε στενά με την οικογένεια και ειδικότερα με τη μητέρα και τα τρία παιδιά. Το 1862, κατά τη διάρκεια μίας εκδρομής, προκειμένου να διασκεδάσει τα παιδιά, ο Κάρρολ τους διηγήθηκε μία ιστορία που θα αποτελούσε τη βάση για την μετέπειτα συγγραφή του πιο δημοφιλούς λογοτεχνικού του έργου. Όταν η Άλις Λίντελ ζήτησε από τον Κάρρολ να καταγράψει την ιστορία αυτή, εκείνος της παρουσίασε αργότερα, το Νοέμβριο του 1864, ένα χειρόγραφο με τον τίτλο Alice's Adventures Under Ground (Οι περιπέτειες της Αλίκης κάτω από τη γη). Νωρίτερα, είχε παρουσιάσει το ημιτελές χειρόγραφο στους αδελφούς Μακμίλλαν, του ομώνυμου εκδοτικού οίκου, από τους οποίους είχε γίνει θερμά δεκτό. Το έργο εκδόθηκε τελικά το 1865 με τον τίτλο Alice's Adventures in Wonderland (Οι περιπέτειες της Αλίκης στη Χώρα των Θαυμάτων), με εικονογράφηση του Σερ Τζον Τέννιελ, και είχε σημαντική εμπορική απήχηση, προσδίδοντας μεγάλη φήμη στον Λιούις Κάρρολ. Θεωρείται εν γένει πως ο χαρακτήρας της Αλίκης είναι βασισμένος στην Άλις Λίντελ, ωστόσο ο ίδιος ο Κάρρολ, αργότερα διέψευσε πως η ηρωίδα του βιβλίου στηρίζεται σε κάποιο υπαρκτό πρόσωπο.[10]

Τα Χριστούγεννα του 1871, δημοσιεύτηκε η συνέχεια του βιβλίου (Through the Looking-Glass, and What Alice Found There) ενώ το 1876 εκδόθηκε το τελευταίο σημαντικό του έργο, Το Κυνήγι του Φιρχαρία (The Hunting of the Snark), ένα ποίημα με έντονα στοιχεία φαντασίας, όπως και η Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων. Το τελευταίο του μυθιστόρημα, Silvie and Bruno, δημοσιεύτηκε σε δύο τόμους, το 1889 και 1893 αντίστοιχα, χωρίς να τύχει θερμής υποδοχής.

Η Άλις Λίντελ (φωτογραφία του Λιούις Κάρρολ).

Φωτογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σημαντικό μέρος της καλλιτεχνικής ζωής του Λιούις Κάρρολ, περιλαμβάνει η ενασχόλησή του με την φωτογραφία, με την οποία ήρθε για πρώτη φορά σε επαφή, περίπου το 1851, σε σχετική έκθεση στο Λονδίνο. Το 1856, απέκτησε την πρώτη του φωτογραφική μηχανή, κατασκευασμένη από την εταιρεία του Τόμας Όττουιλ και ξεκίνησε να ασχολείται ερασιτεχνικά με τη λήψη φωτογραφιών. Δάσκαλός του στην εκμάθηση της τεχνικής της φωτογραφίας, υπήρξε ο φίλος του, Ρέτζιναλντ Σάουθυ. Το 1863 νοίκιασε ένα φωτογραφικό στούντιο, όπου συγκέντρωσε το σύνολο του φωτογραφικού εξοπλισμού του, ενώ πέντε χρόνια αργότερα εξασφάλισε άδεια για την δημιουργία ενός ανάλογου χώρου μέσα στο κτίριο του Κολλεγίου Christ Church.

Εκτιμάται πως σε διάστημα 24 ετών, δημιούργησε συνολικά περίπου τρεις χιλιάδες φωτογραφίες, εκ των οποίων διασώζονται σήμερα λιγότερες από χίλιες και οι περισσότερες από αυτές είναι προσωπογραφίες. Αντικείμενο έντονου σχολιασμού έχουν γίνει ορισμένες φωτογραφίες του Κάρρολ, που απεικονίζουν γυμνά νεαρά κορίτσια, αν και πιθανότατα τέτοιου είδους φωτογραφήσεις ήταν συνήθεις για την εποχή εκείνη, ενώ παράλληλα έγιναν και με τη συναίνεση των γονέων τους. Το 1858 συμμετείχε σε έκθεση φωτογραφίας, στο Λονδίνο, χρηματοδοτούμενη από την Φωτογραφική Ένωση Λονδίνου (Photographic Society of London). Το φωτογραφικό του έργο διακόπηκε ξαφνικά τον Αύγουστο του 1880. Σήμερα θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους φωτογράφους της εποχής του, ο οποίος κατάφερε να διαμορφώσει ένα προσωπικό ύφος στις φωτογραφίες του, ασκώντας παράλληλα επίδραση σε μεταγενέστερους μοντέρνους φωτογράφους.

Τελευταία χρόνια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παρά την επιτυχία του ως συγγραφέας, μετά την έκδοση της Αλίκης στη Χώρα των Θαυμάτων, ο Κάρρολ συνέχισε να διδάσκει στο κολέγιο του Christ Church, όπου και διέμενε, μέχρι το 1881. Τότε εγκατέλειψε τη διδασκαλία των μαθηματικών και τα επόμενα χρόνια αφοσιώθηκε αποκλειστικά στο συγγραφικό του έργο. Το 1869, απέκτησε ένα σπίτι στο Γκίλντφορντ, όπου έζησε μέχρι το τέλος της ζωής του, μαζί με έξι αδελφές του. Απεβίωσε στις 14 Ιανουαρίου του 1898 από πνευμονία.

Αμφιλεγόμενα σημεία της βιογραφίας του[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ημερολόγια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Κάρρολ άφησε ένα πολύ σημαντικό αριθμό επιστολών καθώς και ημερολογιακές καταγραφές, στις οποίες παρουσίαζε αναλυτικά τις δραστηριότητες του. Συνολικά υπήρχαν δεκατρείς τόμοι προσωπικών ημερολογίων, τέσσερις εκ των οποίων αγνοούνται σήμερα. Ο πρώτος τόμος ξεκινά πριν τον Οκτώβριο του 1853 ενώ η τελευταία καταγραφή σημειώνεται το Δεκέμβριο του 1897. Μετά το θάνατο του, οι χειρόγραφες σημειώσεις του παρέμειναν στην οικογένεια Ντότζσον, ενώ τα ημερολόγιά του πωλήθηκαν στην Βρετανική Βιβλιοθήκη το 1969, όταν και ανακαλύφθηκε πως ήταν ελλιπή. Ο πρώτος βιογράφος του και ανιψιός του, Στιούαρτ Ντότζσον Κόλλινγκγουντ, υπήρξε ο μοναδικός που είχε πρόσβαση σε όλο το ημερολογιακό υλικό του, προκειμένου να ολοκληρώσει την πρώτη βιογραφία του, η οποία εκδόθηκε το 1898. Σε κάποια χρονική στιγμή μέχρι το 1932, χρονιά των εκατό χρόνων από τη γέννηση του Κάρρολ κατά την οποία αναβίωσε ένα έντονο ενδιαφέρον για το συγγραφέα, τέσσερις τόμοι ημερολογίων εξαφανίστηκαν καθώς και δέκα μεμονωμένες σελίδες από τους υπόλοιπους εννέα.

Επισήμως, οι τόμοι αυτοί χάθηκαν από αμέλεια, ωστόσο έχει αναπτυχθεί έντονη φημολογία περί σκόπιμης απόκρυψής τους από μέλη της οικογένειας του Κάρρολ, προκειμένου να προστατευθεί η υπόληψή του ή να μην δημοσιοποιηθούν συγκεκριμένες πτυχές της ζωής του. Άγνωστο παραμένει επίσης αν οι μεμονωμένες σελίδες που απουσιάζουν από τους υπόλοιπους εννέα τόμους των ημερολογίων, έχουν αφαιρεθεί από τον ίδιο τον Κάρρολ ή κάποιον συγγενή του. Τόσο οι χαμένοι τόμοι, όσο και οι σελίδες που έχουν αφαιρεθεί, καλύπτουν χρονικά την περίοδο 1853-1862, ενώ μία από τις σελίδες, έχει αφαιρεθεί από τις καταγραφές του Κάρρολ για τον Ιούνιο του 1863. Το χαμένο υλικό, περιγράφει συνολικά μία περίοδο πέντε χρόνων από τη ζωή του συγγραφέα, για την οποία έχουν γίνει πολλές υποθέσεις, χωρίς όμως να στηρίζονται σε επαρκή αποδεικτικά στοιχεία. Εκτός από τα ημερολόγια, εκτιμάται ότι συνολικά το 80% του προσωπικού αρχείου του Κάρρολ, που περιείχε εκτός από πληθώρα επιστολών και αρκετές φωτογραφίες, έχει χαθεί ή καταστραφεί.

Παιδοφιλία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κατά τη διάρκεια της ζωής του, ο Λιούις Κάρρολ είχε αρκετές "παιδικές φίλες" (child-friends, όπως ο ίδιος τις αποκαλούσε), νεαρά κορίτσια που βρίσκονταν στην προεφηβική περίοδο, ενώ παρουσιάζεται ως δεδομένη η αγάπη του και η προσήλωσή του στα παιδιά. Το γεγονός αυτό, έχει συχνά ερμηνευτεί από αρκετούς σύγχρονους βιογράφους του ως δείγμα παιδοφιλίας, σε πλατωνικό ωστόσο επίπεδο.[11] Προς υποστήριξη αυτής της ερμηνείας, προβάλλονται ρομαντικές και θερμές επιστολές του προς "παιδικές φίλες" καθώς και φωτογραφίες του - ορισμένες από αυτές γυμνές - που απεικονίζουν νεαρά κορίτσια. Σύμφωνα με τον βιογράφο του Κάρρολ, Μόρτον Ν. Κόεν, "δεν μπορούμε να γνωρίζουμε σε ποιον βαθμό, οι σεξουαλικές ορμές του Ντότζσον βρίσκονται πίσω από την προτίμησή του να ζωγραφίζει και να φωτογραφίζει γυμνά παιδιά. Εκείνος υποστήριζε πως η προτίμηση αυτή ήταν καθαρά αισθητική. Ωστόσο, με δεδομένη την συναισθηματική του προσήλωση στα παιδιά καθώς και την εκτίμησή του απέναντι στις αισθητικές τους φόρμες, ο ισχυρισμός του ότι το ενδιαφέρον του ήταν αυστηρά καλλιτεχνικό, είναι αφελής".[12] Ο Κόεν, καθώς και άλλοι βιογράφοι, έχουν επίσης ισχυριστεί πως ο Κάρρολ είναι πιθανό να ζήτησε σε γάμο την εντεκάχρονη Άλις Λίντελ, αν και κάτι τέτοιο δεν έχει αποδειχθεί ούτε υποστηρίζεται από τα διαθέσιμα ημερολόγιά του. Οι απόψεις περί ενδεχόμενης παιδοφιλίας του Κάρρολ συνδέονται συχνά με τα χαμένα ημερολόγιά του, και προβάλλονται ως μία πιθανή εξήγησή τους, θεωρώντας δηλαδή πως αυτά περιέχουν αναφορές στην "ιδιαιτερότητα" του.

Πρόσφατες μελέτες της Κάρολαιν Λητς, επιδιώκουν να ανατρέψουν αυτή τη διαδεδομένη αντίληψη για τον Κάρρολ.[13] Η συγγραφέας υποστηρίζει πως η δεδομένη αγάπη του για τις παιδικές του φίλες έχει τονιστεί υπερβολικά, χωρίς να υπάρχουν επαρκείς ενδείξεις για ενδεχόμενη παιδοφιλία, ενώ χαρακτηρίζει πολλές από τις παγιωμένες απόψεις γύρω από την προσωπικότητά του ως "μύθο" που έχει διατηρηθεί στο πέρασμα των χρόνων από την πλειοψηφία των βιογράφων του. Έπειτα από μελέτη των ημερολογίων του Κάρρολ, καταλήγει στο συμπέρασμα πως πολλές από τις αποκαλούμενες παιδικές του φίλες ήταν στην πραγματικότητα μεγαλύτερης ηλικίας, ενώ τονίζει και τις σχέσεις του με ενήλικες γυναίκες. Η αμφισβήτηση των υποθέσεων περί παιδοφιλίας του Κάρρολ, στηρίζεται επίσης στο επιχείρημα πως τέτοιου είδους σύγχρονες ερμηνείες, δεν λαμβάνουν υπόψη τις ιδιαίτερες αντιλήψεις, σε ζητήματα αισθητικής και ηθικής, που ίσχυαν κατά τη Βικτωριανή εποχή.

Εργογραφία (ενδεικτικά)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

—μτφ. Ελένη Κεκροπούλου (εκδ. "Λιβάνης-Μύθος", 1997)
—μτφ. Μάνος Κοντολέων (εκδ. "Άγκυρα", 2007)
—μτφ. Σωτήρης Κακίσης (εκδόσεις Ύψιλον, 1979)
—μτφ. Παυλίνα Παμπούδη (εκδόσεις Νεφέλη, 1991)
  • 1876: The Hunting of the Snark (Το Κυνήγι του Φιρχαρία)
—μτφ. Διονύσης Γιαννάτος (εκδ. Ύψιλον, 1993)
  • 1877: Memoria Technica (Αγχίνους μνήμη)
  • 1879: Euclid and his Modern Rivals (Ο Ευκλείδης και σύγχρονοι αντίπαλοί του), βιβλίο για τη γεωμετρία, γραμμένο σε μορφή θεατρικού έργου.
  • 1879 Doublets
  • 1885: A Tangled Tale (Μια μπερδεμένη ιστορία), σειρά διηγημάτων με αινίγματα.
  • 1886: The Game of Logic (Το παιχνίδι της λογικής), έργο για τα μαθηματικά
  • 1888: Curiosa Mathematica Part I - New Theory of Parallels (Μαθηματικά παράδοξα Α΄ - Νέα θεωρία των παραλλήλων)
  • 1889-1893: Sylvie and Bruno, μυθιστόρημα
  • 1890: Eight or Nine Wise Words about Letter Writing (Οκτώ ή εννιά σοφές λέξεις για το γράψιμο επιστολών)
  • 1893: Curiosa Mathematica Part II - Pillow Problems (Μαθηματικά παράδοξα Β΄ - Προβλήματα του μαξιλαριού)
  • 1893: What the Tortoise Said to Achilles (Τί είπε η χελώνα στον Αχιλλέα), διάλογος για το «Παράδοξο του Ζήνωνος».
    • Στα ελληνικά έχει εκδοθεί το βιβλίο Γράμματα στα κοριτσάκια και φωτογραφίες (The letters of Lewis Carroll) που περιλαμβάνει τα κείμενα «Γράμματα του διαφθορέα» του Jean Cattegno καθώς και τη μελέτη του Brassai, «Ο Lewis Carroll φωτογράφος». (μτφ. Τζένη Μαστοράκη, εκδόσεις Άγρα, 1982)

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2 1,3 «Oxford Dictionary of National Biography» (Αγγλικά) Oxford University Press. Οξφόρδη. 2004. 7749. Ανακτήθηκε στις 19  Μαΐου 2022.
  2. 2,0 2,1 (Αγγλικά) Find A Grave. Ανακτήθηκε στις 23  Μαρτίου 2024.
  3. CONOR.SI. 148835.
  4. «ПроДетЛит» (Ρωσικά) 17  Σεπτεμβρίου 2019.
  5. (Αγγλικά) Mathematics Genealogy Project.
  6. 6,0 6,1 6,2 (Ολλανδικά) RKDartists. rkd.nl/explore/artists/23435. Ανακτήθηκε στις 9  Σεπτεμβρίου 2022.
  7. 7,00 7,01 7,02 7,03 7,04 7,05 7,06 7,07 7,08 7,09 7,10 7,11 7,12 7,13 «Kindred Britain»
  8. Stuart Dodgson Collingwood, The Life and Letters of Lewis Carroll, London, T. Fisher Unwin, 1898
  9. Τα τέσσερα ψευδώνυμα που πρότεινε ο Ντότζσον ήταν Edgar Cuthwellis, Edgar U. C. Westhill, Louis Carroll και Lewis Carroll. Το όνομα Lewis προέρχεται από την αγγλική απόδοση του Ludovicus, που με τη σειρά του είναι η λατινική απόδοση του Lutwidge, ενώ το επώνυμο Carroll είναι επίσης η αγγλική απόδοση του λατινικού Carolus που αντιστοιχεί στο πραγματικό του όνομα.
  10. Morton N. Cohen (ed.), The Letters of Lewis Carroll, London, Macmillan, 1979
  11. «"Η Αλίκη στη Χώρα τον Θαυμάτων". Ο συγγραφέας κατηγορήθηκε για παιδεραστία, εξαιτίας της σχέσης με το κορίτσι, που τον ενέπνευσε να γράψει το βιβλίο - ΜΗΧΑΝΗ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ». ΜΗΧΑΝΗ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ. 2014-07-31. http://www.mixanitouxronou.gr/i-aliki-sti-chora-ton-thavmaton-o-singrafeas-katigorithike-gia-pederastia-exetias-tis-schesis-me-to-koritsi-pou-ton-enepnefse-na-grapsi-to-vivlio/. Ανακτήθηκε στις 2017-11-19. 
  12. Morton N. Cohen, Lewis Carroll: a Biography, London, Macmillan, 1995
  13. Karoline Leach, In the Shadow of the Dreamchild, London, Peter Owen, 1999

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Derek Hudson, Lewis Carroll: an Illustrated Biography, London, Constable, 1976 ISBN 0-517-53078-3
  • Stuart Dodgson Collingwood, The Life and Letters of Lewis Carroll, London, T. Fisher Unwin, 1898
  • Stephanie Lovett Stoffel, Lewis Carroll and Alice, London, Thames and Hudson, 1997 ISBN 0-500-30075-5
  • Morton N. Cohen, Lewis Carroll: a Biography, London, Macmillan, 1995 ISBN 0-333-62926-4
  • Karoline Leach, In the Shadow of the Dreamchild, London, Peter Owen, 1999 ISBN 0-7206-1044-3
  • Lewis Carroll (ed. Edward Wakeling), The Diaries of Lewis Carroll, vol. 1-8, London, The Lewis Carroll Society, 1993

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Επίσημες ιστοσελίδες

Λογοτεχνία

Φωτογραφία

Γενικές πληροφορίες