Λευκοκέφαλος θαλασσαετός

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Λευκοκέφαλος θαλασσαετός
Ένας ενήλικος λευκοκέφαλος θαλασσαετός στην Νήσο Κόντιακ της Αλάσκας τον Ιούλιο του 2010.
Ένας ενήλικος λευκοκέφαλος θαλασσαετός στην Νήσο Κόντιακ της Αλάσκας τον Ιούλιο του 2010.
Κατάσταση διατήρησης

Ελαχίστης Ανησυχίας (IUCN 3.1) [1]
Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Ζώα
Συνομοταξία: Χορδωτά
Ομοταξία: Πτηνά
Τάξη: Αετόμορφα
Οικογένεια: Αετίδες
Γένος: Αλιάετος
Είδος: H. leucocephalus
Διώνυμο
Haliaeetus leucocephalus (Αλιάετος ο λευκοκέφαλος)

Κατανομή του λευκοκέφαλου θαλασσαετού
  Περιοχή αναπαραγωγής
  Καλοκαιρινός επισκέπτης σε οερίοδο αναπαραγωγής
  Χειμερινός επισκέπτης
  Στην μετανάστευση μόνο
Αστερίσκος: τυχαίες καταγραφές
Υποείδη

H. l. leucocephalus – Νότιος λευκοκέφαλος θαλασσαετός
H. l. washingtoniensis – Βόρειος λευκοκέφαλος θαλασσαετός

Συνώνυμα

Falco leucocephalus

Haliaeetus leucocephalus

Ο λευκοκέφαλος θαλασσαετός ή αμερικανικός θαλασσαετός ή φαλακρός αετός (Αλιάετος ο λευκοκέφαλος) είναι ένα αρπακτικό πτηνό που απαντά στην Βόρειο Αμερική. Η επιστημονική του ονομασία είναι Haliaeetus leucocephalus και περιλαμβάνει 2 υποείδη.

Ονοματολογία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο λευκοκέφαλος θαλασσαετός τοποθετείται στο γένος Haliaeetus (θαλασσαετοί) το οποίο παίρνει και τις κοινές και τις ειδικές επιστημονικές ονομασίες του από την χαρακτηριστική εμφάνιση του κεφαλιού των ενηλίκων. Bald (=φαλακρός) στην αγγλική ονομασία παράγεται από την λέξη piebald (=ψαρής, παρδαλός), και αναφέρεται στο λευκό κεφάλι και στα λευκά φτρερά της ουράς και στην αντίθεσή τους με το πιο σκούρο σώμα. Η επιστημονική ονομασία προέρχεται από το νεολατινικό Haliaeetus για τον "θαλασσαετό" (από το αρχαίο ελληνικό ἁλιάετος ή ἁλιαίετος), και leucocephalus, λατινοποιημένο αρχαιοελληνικό λευκοκέφαλος από το λευκὸς και κεφαλὴ.

Συστηματική ταξινόμηση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο λευκοκέφαλος θαλασσαετός ήταν ένα από τα πολλά είδη που περιγράφηκαν αρχικώς από τον Λινναίο στο έργο του Systema Naturae, με την ονομασία Falco leucocephalus. Ο λευκοκέφαλος θαλασσαετός σχηματίζει ζεύγος ειδών με τον ευρασιατικό θαλασσαετό. Αυτό το ζεύγος ειδών αποτελείται από ένα λευκοκέφαλο και ένα μαυροκέφαλο είδος περίπου ίσου μεγέθους· ο θαλασσαετός επίσης έχει συνολικά λίγι πιο ανοικτό καστανό φτέρωμα σώματος. τα δύο είδη καλύπτουν την ίδια οικοθέση στις αντίστοιχες ζώνες τους. Το ζευγάρι απέκλινε από άλλους θαλασσαετούς στην αρχή του Πρώιμου Μειόκαινου (περί τα 10 μεγαέτη πριν) το αργότερο, αλλά πιθανώς ήδη από το Πρώιμο/Μέσο Ολιγόκαινο, 28 μεγαέτη πριν, αν το αρχαιότερο απολίθωμα είναι σωστά τοποθετημένο σε αυτό το γένος. Τα δύο είδη πιθανώς απέκλιναν στον βόρειο Ειρηνικό, καθώς ο θαλασσαετός εξαπλώθηκε προς τα δυτικά στην Ευρασία και ο λευκοκέφαλος θαλασσαετός εξαπλώθηκε προς τα ανατολικά στην Βόρειο Αμερική.

Γεωγραφική εξάπλωση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η φυσική ζώνη του λευκοκέφαλου θαλασσαετού καλύπτει το μεγαλύτερο μέρος της βορείου Αμερικής, περιλαμβάνοντας το μεγαλύτερο μέρος του Καναδά, όλες τις ηπειρωτικές Ηνωμένες Πολιτείες και το βόρειο Μεξικό. Είναι ο μόνος θαλασσαετός ενδημικός στην Βόρειο Αμερική. Κατοικώντας ποικίλα ενδιαιτήματα από τα μπαγιού της Λουιζιάνας στην Έρημο Σονόρα και τα ανατολικά φυλλοβόλα δάση του Κεμπέκ και της Νέας Αγγλίας, τα βόρεια πουλιά είναι μεταναστευτικά, ενώ τα νότια πουλιά είναι μόνιμοι κάτοικοι, που παραμένουν στην περιοχή αναπαραγωγής ολοχρονίς. Στον ελάχιστο πληθυσμό, στη δεκαετία του 1950, ήταν σε μεγάλο βαθμό περιορισμένοι στην Αλάσκα, στις Αλεούτιες Νήσους, στον βόρειο και σανατολικό Καναδά και την Φλόριντα. Σήμερα, είναι πολύ πιο κοινοί (σχεδόν φθάνοντας τους κορυφάιους προαποικιακούς αριθμούς στην Βόρεια Αμερική) και φωλιάζουν σε κάθε ηπειρωτική πολιτεία και επαρχία στις Ηνωμένες Πολιτείες και τον Καναδά.

Οι λευκοκέφαλοι θαλασσαετοί συγκεντρώνονται επίσης σε ορισμένες περιοχές στον χειμώνα. Από τον Νοέμβριο μνέχρι τον Φεβρουάριο, μία με δύο χιλιάδες πουλιά διαχειμάζουν στο Σκούαμις, Βρετανική Κολομβία, περίπου στα μισά του δρόμου μεταξύ του Βανκούβερ και του Γουίστλερ. Τα πουλιά κυρίως συναθροίζονται κατά μήκος των Ποταμών Σκουάμις και Τσέκεμους, προσελκυμένοι από την ωοτοκία των σολομών στην περιοχή.[2]

Αρ. Υποείδος Γεωγραφική εξάπλωση Σημειώσεις
1 H. l. leucocephalus

(Λινναίος, 1766)

Νότιες Ηνωμένες Πολιτείες και στην Κάτω Καλιφόρνια. Διαχωρίζεται από το H. l. washingtoniensis περίπου σε γεωγραφικό πλάτος 38° Β, ή απλά στο γεωγραφικό πλάτος του Σαν Φρανσίσκο
2 H. l. washingtoniensis

(Ωντυμπόν, 1827)

Βόρειες Ηνωμένες Πολιτείες, στον Καναδά και στην Αλάσκα. Συνώνυμο H. l. alascanus Τάουνσεντ, 1897, το βόρειο υποείδος, είναι μεγαλύτερο από το νότιο leucocephalus. Αυτό το υποείδος φτάνει πολύ πιο νότια από το γεωγραφικό πλάτος 38° Β στην Ατλαντική Ακτή, όπου απαντώνται στην περιοχή του Ακρωτηρίου Χαττέρας

(πηγές:[3],[4])

Βιότοπος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο λευκοκέφαλος θαλασσαετός ζει γενικά κοντά σε περιοχές με νερό, όπως ακτές, ποτάμια, βάλτους και μεγάλες λίμνες, και σε υψόμετρο μέχρι 2000 μ. από την επιφάνεια της θάλασσας.[5]

Μορφολογία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Νεαρό άτομο κουρνιάζει

Το πτέρωμα ενός ενηλίκου λευκοκεφάλου θαλασσαετού είναι ομαλά βαθύ καστανό με λευκό κεφάλι και ουρά. Η ουρά είναι μέτριου μήκους και ελαφρώς σφηνοειδής. Τα αρσενικά και τα θηλυκά είναι πανομοιότυπα στον χρωματισμό του πτερώματος, αλλά ο φυλετικός διμορφισμός είναι έκδηλος στο είδος, στο ότι τα θηλυκά είναι 25% μεγαλύτερα από τα αρσενικά. Το ράμφος, τα πόδια και οι ίριδες είναι ζωηρά κίτρινα. Τα πόδια είναι άτριχα και τα δάκτυλα είναι κοντά και ισχηρότατα με μεγάλα νύχια. Το εξαιρετικά ανεπτυγμένο νύχι του πισινού δακτύλου χρησιμοποιείται για να ξεσχίζει τις ζωτικές περιοχές της λείας ενώ κρατιέται ακίνητη από τα μπροστινά δάκτυλα. Το ράμφος είναι μεγάλο και γαμψό, με κίτρινο όνυχα.. Ο ενήλικος λευκοκέφαλος θαλασσαετός είναι αναμφισβήτητος ζώνη διαβιώσεώς του. Ο στενά συγγενικός αφρικανικός ψαραετός (H. vocifer) (μακριά έξω από την ζώνη του λευκοκεφάλου θαλασσαετού) έχει επίσης καστανό σώμα, λαευκό κεφάλι και ουρά, αλλά διαφέρει από αυτόν στο ότι έχει λευκό στήθος και μάυρη άκρη στο ράμφος.

Το πτέρωμα των ανωρίμων είναι βαθύ καστανό επιστρωμένο με ακατάστατες λευκές λωρίδες μέχρι το πέμπτο (σπάνια το τέταρτο, πολυ σπάνια το τρίτο) έτος, οπότε φτάνει σε σεξουαλική ωριμότητα. Οι ανώριμοι λευκοκέφαλοι θαλασσαετοί διακρίνονται από τον χρυσαετό (Aquila chrysaetos), το μόνο άλλο πολύ μεγάλο, που δεν ανήκει στους γύπες τη Βορείου Αμερικής, στο ότι ο πρώτος έχει μεγαλύτερο, πιο προεξέχον κεφάλι με μεγαλύτερο ράμφος, πιο ευθεία αιχμέςίπεδες (όχι ελαφρώς σηκωμένες) και με μεγαλύτερη δυσκαμψία στο χτύπημα των φτερούγων και φτερά τα οποία δεν καλύπτουν εντελώς τα πόδια. Όταν φαίνεται καλά, ο χρυσαετός είναι χαρακτηριστικός στο πτέρωμα με πιο συνεχές θερμό καστανό ρώμα από έναν ανώριμο λευκοκέαλο θαλασσαετό, με μία κοκκινωπή-χρυσή βούλα στον σβέρκο του και (στα ανώριμα πτηνά) ένα πολύ αντιθετικό σύνολο λευκών τετραγώνων στο φτερό. Ένα άλλο χαρακτηριστικό του ανωρίμου λευκοκέφαλου θαλασσαετού που τον διακρίνει από το ώριμο πτηνό είναι το μαύρο, κίτρινο στην άκρη ράμφος· ο ώριμος αετός έχει εξ ολοκλήρου κίτρινο ράμφος.

Ο λευκοκέφαλος θαλασσαετός έχει μερικές φορές θεωρηθεί το μεγαλύτερο γνήσιο αρπακτικό (αετόμορφο) πτηνό στην Βόρειο Αμερική. Το μόνο μεγαλύτερο είδος αρπακτικού πτηνού της Βόρειας Αμερικής είναι ο κόνδορας της Καλιφόρνιας (Gymnogyps californianus), ένας γύπας του Νέου Κόσμου ο οποίος πιθανόν να μη συνδέεται ταξονομικώς με τους γνήσιους αετίδες. Ωστόσο, ο χρυσαετός, με μέσο βάρος 4,18 χιλιόγραμμα στην αμερικανική του φυλή (A. c. canadensis), είναι μόνο 455 γραμμάρια ελαφρύτερος στην μέση μάζα σώματος. Επιπλέον, τα στενά ξαδέλφια του λευκοκέφαλου θαλασσαετού, ο θαλασσαετός, με σχετικά μεγαλύτερες πτέρυγες αλλά μικρότερη ουρά και ο συνολικά μεγαλύτερος θαλασσαετός του Στέλερ (H. pelagicus), ίσως, σπάνια απομακρύνονται στην παράκτια Αλάσκα από την Ασία.

Βιομετρικά στοιχεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Μήκος σώματος:(64-) 70-90 (-102)
εκατοστά
  • Άνοιγμα πτερύγων: (168-) 180 έως 230 (-244) εκατοστά
  • Μήκος ουράς: 23 έως 37 εκατοστά
  • Μήκος ταρσού: 8 έως 11 εκατοστά
  • Μήκος ράμφους: 3 έως 7,5 εκατοστά (από την χάσμη μέχρι την άκρη του ράμφους είναι 7-9 εκατοστά)
  • Βάρος: (2,3-) 3 έως 6,3 (-7,5) κιλά (στα ♀ ο μέσος όρος βάρους είναι 5,6 κιλά ενώ στα ♂ είναι 4,1 κιλά)

Φωνή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πορτρέτο λευκοκέφαλου θαλασσαετού

Το κάλεσμα αποτελείται από αδύνατα στακκάτο, τιτιβιστά σφυρίγματα, κληκ κικ ικ ικ ικ, κάτι παρόμοιο στον ρυθμό καλέσματος ενός γλάρου. τα καλέσματα των νεαρών πουλιών τείνουν να είναι πιο τραχιά και διαπερστικά από αυτά των ενηλίκων.

Αναπαραγωγή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η σεξουαλική ωριμότητα του λευκοκέφαλου θαλασσαετού επιτυγχάνεται στην ηλικία των τεσσάρων με πέντε ετών. Όταν θέλουν να ζευγαρώσουν, επιδεικνύουν τις ικανότητές τους κάνοντας εντυπωσιακές ακροβατικές πτήσεις.

Πιστεύεται πως ο λευκοκέφαλος θαλασσαετός είναι μονογαμικό πτηνό και ζευγαρώνει δια βίου. Το ζευγάρι χτίζει μια τεράστια φωλιά από κλαδιά πάνω από το έδαφος, όπου προσφέρει κατοικία σε ένα ζευγάρι αυγών κάθε χρόνο.

  • Η φωλιά τους εξελίσσεται σε μια από τις μεγαλύτερες φωλιές πτηνών με το πέρασμα των χρόνων καθώς κάθε χρόνο προσθέτουν νέο υλικό φωλεοποίησης.  Έχει καταγραφεί μια φωλιά διαστάσεων 6,1 μέτρων ύψος, 2,6 μέτρα διάμετρο[6] και 1 τόνο βάρος (οι συνηθείς διαστάσεις είναι μέχρι 4 μ. βάθος και 2,5 μέτρα πλάτος[7])

Το θηλυκό γεννά 1 με 3 αυγά, όπου το πρώτο το γεννά 5 με 10 μέρες μετά το ζευγάρωμα, και τα επωάζει για 35 μέρες[8]. Τα νεαρά άτομα διανύουν μεγάλες αποστάσεις πετώντας. Στη Φλόριντα, νεαρά πουλιά έχουν εντοπιστεί στο Μίσιγκαν, και στην Καλιφόρνια αετοί έχουν ταξιδέψει σε όλη τη διαδρομή για την Αλάσκα[9].

Προσδόκιμο ζωής[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο λευκοκέφαλος θαλασσαετός ζει 15-20 χρόνια σε γενική ανάλυση, έως 38 χρόνια στη φύση, ενώ ζουν λίγο περισσότερο σε αιχμαλωσία.[10]

Απειλές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στο παρελθόν, το είδος υπέστη δραματική πτώση λόγω του έντονου κυνηγιού, των δηλητηριάσεων (κυρίως από τη χρήση του DDT και των σκαγιών) την ηλεκτροπληξία από ηλεκτροφόρα σύρματα[11] και την καταστροφή των βιότοπων, συνδυασμό με την απώλεια των μεγάλων κοπαδιών των βισώνων, μια εποχικά σημαντική πηγή τροφής.

Κατάσταση πληθυσμού[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στον ύστερο 20ο αιώνα ήταν στο χείλος εκρριζώσεως από τις ηπειρωτικές Ηνωμένες Πολιτείες. Οι πληθυσμοί ανέκαμψαν και το είδος αφαιρέθηκαν από τον κατάλογο κινδυνευόντων ειδών της ομοσπονδιακής κυβερνήσεως των Η.Π.Α. στις 12 Ιουλίου του 1995 και μεταφέρθηκε στον κατάλογο των απειλουμένων ειδών. Αφαιρέθηκε από τον Κατάλογο της Κινδυνεύουσας και Απειλούμενης Άγριας ζωής στις Κατώτερες 48 Πολιτείες στις 28 Ιουνίου 2007.

Αυτό το είδος έχει υποστεί μια μεγάλη και στατιστικά σημαντική αύξηση σε σχέση με τα τελευταία 40 χρόνια στη Βόρεια Αμερική (779% αύξηση πάνω από 40 χρόνια, που αντιστοιχεί σε αύξηση 72,2% ανά δεκαετία[1].

Κουλτούρα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στην ινδιάνικη παράδοση, ο λευκοκέφαλος θαλασσαετός θεωρείται ιερός. Φτέρωμά του αλλά και μέλη του (νύχια, πόδια και οστά της φτερούγας) χρησιμοποιούνται σε παραδοσιακές τελετουργίες για πρόσδωση δύναμης και σοφίας.

Από το 1782 αποτελεί εθνικό σύμβολο των Η.Π.Α.[7], καθώς εμφανίζεται και στη Σφραγίδα του.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 BirdLife International (2012). «Haliaeetus leucocephalus». IUCN Red List of Threatened Species. Version 2013.2. International Union for Conservation of Nature. Ανακτήθηκε στις 26 Νοεμβρίου 2013. 
  2. Hope Rutledge. «Where to View Bald Eagles». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 11 Νοεμβρίου 2020. Ανακτήθηκε στις 20 Αυγούστου 2007. 
  3. del Hoyo, J., Elliott, A., & Sargatal, J., eds. (1994). Handbook of the Birds of the World Vol. 2. Lynx Edicions, Barcelona ISBN 84-87334-15-6.
  4. Brown, N. L. «Bald Eagle Haliaeetus leucocephalus». Endangered Species Recovery Program. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 12 Σεπτεμβρίου 2006. Ανακτήθηκε στις 20 Αυγούστου 2007. 
  5. Ferguson-Lees, J.; Christie, D. (2001). Raptors of the World. London: Christopher Helm. pp. 717–19. ISBN 978-0-7136-8026-3.
  6. Ferguson-Lees, J.; Christie, D. (2001). Raptors of the World. London: Christopher Helm. pp. 717–19. ISBN 978-0-7136-8026-3.
  7. 7,0 7,1 «Λευκοκέφαλος θαλασσαετός - Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Μετεώρων». Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Μετεώρων & Μουσείο Μανιταριών. 2015-03-19. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2017-10-30. https://web.archive.org/web/20171030204221/http://meteoramuseum.gr/blog/%CE%BB%CE%B5%CF%85%CE%BA%CE%BF%CE%BA%CE%AD%CF%86%CE%B1%CE%BB%CE%BF%CF%82-%CE%B8%CE%B1%CE%BB%CE%B1%CF%83%CF%83%CE%B1%CE%B5%CF%84%CF%8C%CF%82/. Ανακτήθηκε στις 2016-10-12. 
  8. «Basic Facts About Bald Eagles». Defenders of Wildlife. 2012-02-15. http://www.defenders.org/bald-eagle/basic-facts. Ανακτήθηκε στις 2016-10-12. 
  9. «Bald Eagle | National Geographic». 2010-04-11. http://www.nationalgeographic.com/animals/birds/b/bald-eagle/. Ανακτήθηκε στις 2016-10-12. 
  10. Maestrelli, John R. (March 1975). "Breeding Bald Eagles in Captivity". The Wilson Bulletin. 87 (I): 45–53.
  11. Ferguson-Lees, J.; Christie, D. (2001). Raptors of the World. London: Christopher Helm. pp. 717–19. ISBN 978-0-7136-8026-3.