Λειτουργική γλωσσολογία

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Ο όρος Λειτουργική γλωσσολογία αναφέρεται στις γλωσσολογικές μεθόδους που συσχετίζονται κατά βάση με την λειτουργία της γλώσσας – δηλαδή, τι ακριβώς κάνει η γλώσσα, και πως το κάνει σε ένα δεδομένο πλαίσιο. Αυτές οι μέθοδοι διαφοροποιούνται από τις πιο τυπικές προσεγγίσεις που ασχολούνται πρωτίστως με πιο τυπικές δομές, όπως τα φωνήματα ή οι προτάσεις. Η λειτουργική γλωσσολογία εστιάζει στην παραγωγή γραμματικών, συντακτικών και κειμενικών δομών από τους τρόπους με τους οποίους χρησιμοποιείται η γλώσσα.

Πολλοί λειτουργικοί γλωσσολόγοι βασίζουν τις έρευνες τους είτε στον Βρετανό γλωσσολόγο Τζον Ρούπερτ Φερθ, είτε στην Γλωσσολογική Σχολή της Πράγας των αρχών του 20ου αιώνα, είτε και στους δύο.

Η πολυτροπικότητα είναι ένας όρος της λειτουργικής γλωσσολογίας που προήλθε από την Συστημική-λειτουργική γλωσσολογία, την αξιόλογη έρευνα του Αυστραλού γλωσσολόγου Μάικλ Χάλιντεϋ, ο οποίος βασίστηκε με την σειρά του στην έρευνα του Φερθ. Η συστημική-λειτουργική γλωσσολογία είναι μία θεωρία της γλώσσας, η οποία έχει ως επίκεντρό της την λειτουργία της γλώσσας και αιτιολογεί την συντακτική δομή της γλώσσας[1].

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]