Κώστας Σοφοκλέους

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Κώστας Σοφοκλέους
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση1925[1]
Κονιά
ΘάνατοςΑύγουστος 2010
Χώρα πολιτογράφησηςΚύπρος
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταμαχητής για την ελευθερία[2]
contemporary witness[2]
communist[2]
Πολιτική τοποθέτηση
Πολιτικό κόμμα/ΚίνημαΑνορθωτικό Κόμμα Εργαζόμενου Λαού

Ο Κώστας Σοφοκλέους υπήρξε Έλληνας αγωνιστής από την Κύπρο.

Γεννήθηκε στα Κονιά το 1925, στην οικογένεια του κοινοτάρχη του χωριού, Σοφοκλή Μιχαήλ–Τσίντη. Ήταν εγγονός του πρώτου κοινοτάρχη και ιδρυτή του σχολείου των Κονιών, Μιχαήλ Βοσκού.

Φοίτησε στο Α΄ Γυμνάσιο Πάφου, χωρίς όμως να αποφοιτήσει. Πολύ νωρίς, γύρω στα 16 του, έγινε μέλος του κομμουνιστικού κόμματος, αναπτύσσοντας πλούσια δράση σε όλη την Πάφο. Το 1943 κατατάχθηκε εθελοντής στο κυπριακό σύνταγμα του αγγλικού στρατού και έφυγε για να πολεμήσει τον γερμανο-ιταλικό φασισμό.

Πήρε μέρος σε αρκετές μάχες στην Ιταλία, μεταξύ άλλων στην μάχη της Πρινζιγκέλα, στην Φαένζα και την Μπαλόνια. Αμέσως μετά την απελευθέρωση, πήγε στο Παρίσι και έμεινε σε ξενοδοχείο στην Πλας ντε λα Κονκόρντ, που παραχωρήθηκε στους απελευθερωτές στρατιώτες. Για την δράση του στον πόλεμο και την γενναιότητα του παρασημοφορήθηκε αργότερα.

Από το Παρίσι επιβιβάστηκε σε τρένο, με σκοπό διασχίζοντας την Ευρώπη να φτάσει στην Ελλάδα, στην οποία μαινόταν ο εμφύλιος πόλεμος. Φτάνοντας όμως μετά από πολλές περιπέτειες στην Ουγγαρία, πληροφορήθηκε ότι ο Εμφύλιος τέλειωσε. Έμεινε στην Ουγγαρία και σπούδασε Ιστορία της φιλοσοφίας στο πανεπιστήμιο του Λένινιντιζετ, εργαζόμενος ταυτόχρονα στον συνδικαλιστικό τομέα, όπου έγινε γνωστός για τις περίφημες επιστολές του προς την ηγεσία του κυβερνώντος κόμματος, περιγράφοντας τα προβλήματα των εργαζομένων.

Το 1955 του δόθηκε η δυνατότητα να γυρίσει στην Κύπρο. Στο λιμάνι ερευνήθηκε από την αγγλική αστυνομία και επιτόπου του έκαψαν τα βιβλία και το πτυχίο του. Από τότε βρισκόταν υπό παρακολούθηση τόσο από τους Άγγλους, όσο και από τους Κύπριους ακροδεξιούς. Μέχρι και το 1974 είχε φάκελο στην αστυνομία τόσο για την πολιτική του δράση, όσο και για την προσωπική του ζωή.

Από τις πρώτες μέρες της επιστροφής του, επανασυνδέθηκε με το κομμουνιστικό κόμμα και ανέλαβε επαρχιακός γραμματέας, αρχίζοντας ταυτόχρονα τη δράση του ενάντια στους Άγγλους. Το 1957 συνελήφθη στη διάρκεια μεταφοράς προκηρύξεων, τις οποίες έγραφε ο ίδιος βγάζοντας αντίγραφα στον πολυγράφο που έκρυβε σπίτι του. Φυλακίστηκε με την κατηγορία της υποκίνησης προς εξέγερση ενάντια στην αποικιοκρατία. Μετά από φυλάκιση του στα κρατητήρια της Πάφου, όπου βασανίστηκε άγρια, γιατί δεν ήθελε να προδώσει τους συντρόφους του, μεταφέρθηκε στη Λευκωσία.

Αναμένοντας την δίκη του, ο πολυγράφος κρύφτηκε από την αρραβωνιαστικιά του, Αγγέλα, σε παλιό ξεραμένο νερόλακκο, όπου έριχναν σκουπίδια και ψοφίμια. Αργότερα, για να αθωωθεί και να αφεθεί ελεύθερος, γιατί κινδύνευε η ζωή του, η Αγγέλα ανέβασε τον πολυγράφο και τύπωσε προκηρύξεις που ρίχτηκαν σε κεντρικά σημεία της πόλης. Με την βοήθεια λοιπόν της συντρόφου του αφέθηκε ελεύθερος και συνέχισε την πατριωτική του δράση.

Με την ίδρυση της Κυπριακής Δημοκρατίας, έγινε ένα από τα βασικά στελέχη του ΑΚΕΛ και αγωνίστηκε για να γίνει από κόμμα λίγων ανθρώπων σε κόμμα χιλιάδων. Παρά την έντονη προσκόλληση του στα αριστερά ιδεώδη και την πολύ σημαντική δράση του για την ανάπτυξη του ΑΚΕΛ, ακόμα και στις μέρες των ακραίων εκδηλώσεων εθνικού διχασμού, χαρακτηριζόταν πάντα από μια πλατιά αντίληψη των ανθρωπίνων ελευθεριών, τόσο των κοινωνικών όσο και των ατομικών και γι’ αυτό τον λόγο ερχόταν πολλές φορές σε αντίθεση με την ηγεσία του κόμματος.

Το 1974 στις 15 Ιουλίου, βρίσκεται πρώτος στην λίστα εξόντωσης των πραξικοπηματιών, τρεις από τους οποίους πήγαν έξω από το σπίτι του νωρίς το πρωί πυροβολώντας και φωνάζοντας. Ο ίδιος και η σύζυγός του έλειπαν και στο σπίτι ήταν μόνο οι τρεις του κόρες. Οι πραξικοπηματίες έφυγαν, αφού προκάλεσαν μόνο υλικές ζημιές.

Με τα χρόνια, οι πεποιθήσεις του και οι απόψεις του για διαφανείς και αμερόληπτες διαδικασίες, στις οποίες πρέπει να είναι ουσιαστική η ανάμιξη όλων των μελών του κόμματος, τον έφεραν σε ανοιχτή ρήξη με την ηγεσία του ΑΚΕΛ. Έτσι το 1990 έφυγε από το κόμμα. Σαν μέλος της Κ.Ε. του ΑΚΕΛ και μορφωτικός υπεύθυνος, έδωσε την ευκαιρία σε πολλούς Παφίτες να σπουδάσουν με υποτροφίες σε σοσιαλιστικές χώρες, ενώ δεν ήταν λίγοι εκείνοι που χάρη στην παρέμβαση του νοσηλεύτηκαν δωρεάν σε κλινικές του εξωτερικού.

Βαθύς γνώστης της σύγχρονης ιστορίας της Κύπρου, όπου είχε και ο ίδιος συμβολή, έγραφε καθημερινά για πάρα πολλά χρόνια άρθρα και μελέτες στις εφημερίδες: «Φιλελεύθερος», «Πολίτης», «Αλήθεια», «Σημερινή», «Χαραυγή» και τοπικές.

Αποκορύφωμα του συγγραφικού του έργου είναι το δίτευχο βιβλίο του "Πάλη για την Ελευθερία", που έχει χαρακτηριστεί από πολιτικούς και πανεπιστημιακούς κύκλους σαν ένα σπάνια ειλικρινές ιστορικό βιβλίο με πολύπλευρη πρωτογενή έρευνα. Για την προσφορά του στους αγώνες της πατρίδας, τιμήθηκε με πολλά μετάλλια και τίτλους από την Κυπριακή Δημοκρατία, τον Παγκύπριο Σύνδεσμο πολεμιστών Β΄ Παγκοσμίου πολέμου, την 7η ταξιαρχία πεζικού, τον Σύνδεσμο εφέδρων Καταδρομέων και τον Δήμο Πάφου.

Τον Αύγουστο του 2010 απεβίωσε ύστερα από σύντομη ασθένεια.

Πηγές-Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]