Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος (Ελληνικά)
Γέννηση1815[1][2][3]
Κωνσταντινούπολη
Θάνατος14  Απριλίου 1891[1]
Αθήνα[4]
ΥπηκοότηταΒασίλειο της Ελλάδας και Οθωμανική Αυτοκρατορία
ΤέκναΔημήτριος Παπαρρηγόπουλος
Επιστημονική σταδιοδρομία
Ερευνητικός τομέαςΕλληνική ιστορία
Αξίωμακοσμήτορας (1872, 1873)
Ιδιότηταδιδάσκων πανεπιστημίου, ιστορικός, δημοσιογράφος, κριτικός λογοτεχνίας και συγγραφέας
Ακαδημαϊκός τίτλοςδιδακτορικό δίπλωμα
Υπογραφή

Ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος (Κωνσταντινούπολη, 1815Αθήνα, 14 Απριλίου 1891) ήταν Έλληνας ιστορικός που χαρακτηρίζεται από τους σύγχρονους ιστορικούς ως ο «πατέρας» της ελληνικής ιστοριογραφίας. Είναι ο θεμελιωτής της αντίληψης της ιστορικής συνέχειας της Ελλάδας από την αρχαιότητα έως σήμερα, αφού καθιέρωσε στην διδασκαλία του στο Πανεπιστήμιο Αθηνών την τριμερή διαίρεση της ελληνικής ιστορίας (αρχαία, μεσαιωνική και νέα) και επιδίωξε να αναιρέσει τις κυρίαρχες εκείνη την εποχή απόψεις ότι η Βυζαντινή αυτοκρατορία ήταν περίοδος παρακμής και εκφυλισμού, που δεν αναγνωριζόταν ως τμήμα της ελληνικής ιστορίας. Πιστεύεται ότι έθεσε τις βάσεις για τη διαμόρφωση της εθνικής ταυτότητας της νεοελληνικής κοινωνίας.[5]

Βιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Νεανικά χρόνια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος γεννήθηκε το 1815 στην Κωνσταντινούπολη και ήταν γιος του Δημητρίου Παπαρρηγόπουλου, τραπεζίτη από τη Βυτίνα και προκρίτου της ελληνικής κοινότητας της Κωνσταντινούπολης, και της Ταρσίας Νικοκλή.[6] Με την έκρηξη της επανάστασης του 1821 οι Τούρκοι θανάτωσαν τον πατέρα του, τον αδερφό του Μιχαήλ, τον θείο του Ιωάννη Παπαρρηγόπουλο και τον γαμπρό του πατέρα του, Δημήτριο Σκαναβή)[7], ενώ δήμευσαν και ολόκληρη την περιουσία του. Ύστερα από αυτά τα τραγικά γεγονότα η μητέρα του, Ταρσία Νικοκλή, κατέφυγε στην Οδησσό μαζί με τα οκτώ παιδιά της.[8] Εκεί ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος σπούδασε ως υπότροφος του Τσάρου στο γαλλικό Λύκειο «Ρισελιέ» μέχρι το 1830, οπότε η οικογένειά του εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα και συγκεκριμένα στο Ναύπλιο.[9] Ο ίδιος παρακολουθούσε μαθήματα στην κεντρική σχολή της Αίγινας με δάσκαλο τον Γεώργιο Γεννάδιο, αλλά τελικά δεν κατάφερε να αποφοιτήσει. Παρ' όλο που γνώριζε αρκετές ξένες γλώσσες (γαλλικά, γερμανικά και ρωσικά) και μελετούσε πολύ, δεν ολοκλήρωσε ποτέ καμία βαθμίδα της εκπαίδευσης, γεγονός που έγινε αιτία να μη διοριστεί στο Πανεπιστήμιο.[10] Βαθύτερη αιτία του αποκλεισμού του ήταν ότι ήταν "ετερόχθων", δηλ. από επαρχίες που δε συμπεριλήφθηκαν στο νεοπαγές ελληνικό κράτος. Ο στρατηγός Μακρυγιάννης είχε υπερασπιστεί με νύχια και με δόντια τον διορισμό στο Δημόσιο αποκλειστικά των αυτοχθόνων, μόνον όσων προέρχονταν δηλαδή από τις απελευθερωμένες περιοχές. «Αν δεν φάγομεν εμείς ας πάει κατά διαβόλου η ελευθερία» φέρεται να είπε σε συνεδρίαση της εθνοσυνέλευσης[11].

Επαγγελματική σταδιοδρομία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1833 διορίσθηκε υπάλληλος στο υπουργείο Δικαιοσύνης, φθάνοντας στο βαθμό του διευθυντή.[12] Το 1845 απολύθηκε από το υπουργείο σύμφωνα με το ψήφισμα της Α΄ Εθνικής Συνέλευσης σχετικά με τους ετερόχθονες. Το ίδιο έτος διορίστηκε καθηγητής ιστορίας στο Γυμνάσιο των Αθηνών, ύστερα από την δυσμενή μετάθεση του Γ. Γ. Παππαδόπουλου, με τον οποίο είχε στο παρελθόν δημόσιες διαφωνίες για ιστορικά θέματα. Το 1848 απορρίφθηκε η αίτησή του για να προσληφθεί ως υφηγητής της Αρχαίας Ιστορίας στο πανεπιστήμιο, λόγω έλλειψης πανεπιστημιακού πτυχίου και διδακτορικού.[13] Το πανεπιστήμιο του Μονάχου τον ανακήρυξε διδάκτορα in absentia, στις 10 Δεκεμβρίου του 1849 όταν ο Παπαρρηγόπουλος υπέγραψε ένα υπόμνημα, γραμμένο στα λατινικά, προς τη Φιλοσοφική Σχολή του Μονάχου, και ο Κωνσταντίνος Σχινάς το διαβίβασε στις 19 Ιανουαρίου του 1850. Στις 22 του ίδιου του μήνα του παρείχε το σχετικό δίπλωμα.[14] Τον Μάρτιο του 1850 υποβάλλεται στη διαδικασία του δοκιμαστικού μαθήματος στη Νομική Σχολή χωρίς όμως να διορισθεί σε αυτή.[15] Έγινε καθηγητής της Ιστορίας στη Φιλοσοφική Σχολή, στη θέση του Κωνσταντίνου Σχινά, όπου θα δίδασκε «την από των αρχαιοτέρων μέχρι των σημερινών χρόνων τύχην του ελληνικού έθνους». Ορίστηκε έκτακτος καθηγητής στις 6 Μαρτίου 1851.[16] Στις 17 Φεβρουαρίου του 1856 προήχθη σε τακτικό καθηγητή.[17] Το ακαδημαϊκό έτος 1861-1862 διετέλεσε κοσμήτορας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών.[18] Το 1870 και 1871 διεκδίκησε την πρυτανεία χωρίς επιτυχία, τελικά όμως το 1872 κατάφερε να εκλεγεί πρύτανης.[19][20] Το 1875 ορίστηκε επίτιμος καθηγητής του πανεπιστημίου της Οδησσού, ενώ το 1881 εξελέγη μέλος της Ακαδημίας της Σερβίας.[21] Μέχρι το 1864 συμμετείχε κάθε χρόνο στην κριτική επιτροπή των Ποιητικών Διαγωνισμών του Πανεπιστημίου Αθηνών και τις χρονιές 1858 και 1859 συνέταξε και την εισηγητική έκθεση της επιτροπής.[22] Κατά τα τελευταία χρόνια της ζωής του εξελέγη επίτιμος πρόεδρος του φιλολογικού συλλόγου «Παρνασσός».[23] Το 1869 ίδρυσε μαζί με πληθώρα άλλων λογίων τον «Σύλλογο προς Διάδοσιν των Ελληνικών Γραμμάτων». Τιμήθηκε για το έργο του από τη βασιλική οικογένεια της Ελλάδας, ενώ υπήρξε και δάσκαλος των βασιλοπαίδων.[24]

Δημοσιογραφική σταδιοδρομία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ξεκίνησε να ασχολείται με τη δημοσιογραφία το 1833, αρθρογραφώντας στην εφημερίδα «Τριπτόλεμος» του Ναυπλίου[25]. Στα επόμενα χρόνια ο Παπαρρηγόπουλος έγινε εκδότης, για μικρό χρονικό διάστημα, σε δύο εφημερίδες, τις «Εθνική» (1847)[26], εφημερίδα φιλική προς τον Ιωάννη Κωλέττη και «Έλλην» (1858-1860), δική του εφημερίδα με πολιτικό και φιλολογικό περιεχόμενο, η οποία υποστήριζε την πολιτική του Όθωνα. Εκεί δημοσίευσε και την μελέτη του σχετικά με τον Γεώργιο Καραϊσκάκη. Ήταν συνιδρυτής και από το 1853 διευθυντής της γαλλόφωνης εφημερίδας « Spectateur de l'Orient », που ενημέρωνε τους ξένους για τα ελληνικά ζητήματα.[27] Από το 1856 έως το 1858 ο Παπαρρηγόπουλος ήταν ανταποκριτής στην Αθήνα της ελληνικής εφημερίδας της Τεργέστης «Ημέρα» του Ιωάννη Σκυλίτση.[28]

Η σοβαρότερη παρουσία του Κωνσταντίνου Παπαρρηγόπουλου στον δημοσιογραφικό στίβο είναι η συνεργασία του με το φιλολογικό περιοδικό Πανδώρα (από την άνοιξη του 1850)[29], το οποίο θεωρείται ως το σπουδαιότερο ελληνικό φύλλο του ΙΘ΄ αιώνα. Συνιδρυτές και εκδότες του περιοδικού ήταν οι Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος, Αλέξανδρος Ρίζος Ραγκαβής και Νικόλαος Δραγούμης. Στο περιοδικό ο Παπαρρηγόπουλος ασχολιόταν κυρίως με ιστοριογραφικά θέματα και με βιβλιοκριτικές. Επίσης παρουσίαζε πολλές φορές διάφορες μελέτες του με θέμα την ιστορία. Τα κείμενά του στην Πανδώρα υπολογίζονται ότι είναι περίπου 50, αλλά είναι δύσκολο να προσδιοριστεί με ακρίβεια ο αριθμός τους, αφού άφηνε πολλά ανυπόγραφα. Η ουσιαστική του συνεργασία με το περιοδικό τέλειωσε το 1861, όταν και σταμάτησε να γράφει κείμενα. Παρ' όλα αυτά περιστασιακά[30] έγραφε στο περιοδικό, ενώ συμμετείχε ενεργά, με δικές του δημοσιεύσεις, στην έκδοση των αθηναϊκών περιοδικών: «Παρνασσός», «Εστία» κ.ά.

Οικογένεια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1841 νυμφεύθηκε τη Μαρία Αφθονίδη, κόρη του Γεωργίου Αφθονίδη, αξιωματούχου του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Μαζί της απέκτησε τρία παιδιά: τον Δημήτριο (1843), ποιητή και θεατρικό συγγραφέα, την Αγλαΐα (1849) και την Ελένη (1854).[31] Ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος είχε την ατυχία να βιώσει τον θάνατο του γιου του, Δημητρίου (1873), καθώς και τον θάνατο της κόρης του, Ελένης και της γυναίκας του (1890), αλλά και του αδελφού του, του Πέτρου, (1891).

Απεβίωσε στις 14 Απριλίου/26 Απριλίου 1891 στην Αθήνα.[32]

Επιστημονικό έργο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1843 πρωτοεμφανίστηκε με μια διατριβή «Περὶ τῆς ἐποικήσεως σλαβικῶν τινῶν φυλῶν εἰς τὴν Πελοπόννησον»[33][34], καταδεικνύοντας τα λάθη της θεωρίας του Φαλμεράυερ, ενώ δύο χρόνια νωρίτερα (1841) είχε μεταφράσει το έργο « Le Centaure » του M. De Guerin, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Ευρωπαϊκός Ερανιστής».[25] Το 1844 δημοσιεύει μια πραγματεία σχετικά με την άλωση της Κορίνθου από τους Ρωμαίους, «Το τελευταίον έτος της ελληνικής ελευθερίας»[34], ενώ το 1846 συντάσσει ένα «Επίτομον Λεξικόν της γαλλικής γλώσσης» και συνεργάζεται στη σύνταξη μιας γαλλικής μεθόδου.[35] Το 1849 δημοσίευσε το «Εγχειρίδιον Γενικής Ιστορίας» προορισμένο για μαθητές Γυμνασίου.[36] Το 1853 εξέδωσε την πρώτη, σύντομη, μορφή του έργου του «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους από των αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι των νεοτέρων». Το 1860 ξεκίνησε η έκδοση της «Ιστορίας του Ελληνικού Έθνους»,[37] έργου που τον καθιέρωσε στον επιστημονικό χώρο. Το συγκεκριμένο έργο ήταν χωρισμένο σε 3 τόμους των 15 βιβλίων και η έκδοσή του τέλειωσε το 1876. Μαθητής του ήταν και ο ιστορικός, και μετέπειτα πρωθυπουργός, Σπυρίδων Λάμπρος, καθώς και ο Παύλος Καρολίδης.[24]

Ο «μεσαιωνικός ελληνισμός»[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος συνέδεσε ιστορικά την αρχαιότητα με τη νεότερη Ελλάδα μέσω του Βυζαντίου. Τις ίδιες απόψεις είχε υποστηρίξει νωρίτερα ο ιστορικός Σπυρίδων Ζαμπέλιος, στην εισαγωγή του στον τόμο της έκδοσης των δημοτικών τραγουδιών, το 1852, καθώς επίσης και ο Βρετανός Τζορτζ Φίνλεϊ τo 1851 στο "History of Greece, from its Conquest by the Crusaders to its Conquest by the Turks" και ο Γερμανός Γιόχαν Βίλχελμ Τσινκάιζεν.[38] Ήταν από τους πρώτους εκφραστές της Μεγάλης Ιδέας.[39] Σύμφωνα με τον Παπαρρηγόπουλο, ο ελληνισμός δεν έσβησε ολοκληρωτικά με την ήττα των Ελλήνων από τους Ρωμαίους το 146 π.Χ., αλλά συνέχισε να υπάρχει και μάλιστα κατόρθωσε να αναγεννηθεί με τη σύσταση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, η οποία δεν ήταν εκφυλισμένο υπόλειμμα του Ανατολικού Ρωμαϊκού κράτους, αλλά αποτελούσε την αναβίωση του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού. Ως εναρκτήριο σημείο του Νέου Ελληνισμού προσδιόρισε το 1204, δηλαδή την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Φράγκους της Δ΄ Σταυροφορίας. Διαφώνησε με τον ιστορικό Γιάκομπ Φίλιπ Φαλμεράυερ, ο οποίος στο έργο του «Ιστορία της χερσονήσου του Μωρέως κατά τον μεσαίωνα» (1830 και 1836) υποστήριζε ότι ο ελληνικός πληθυσμός είχε εξαφανιστεί τον 6ο αι. μ.Χ., ύστερα από την κάθοδο σλαβικών φύλων, επομένως οι νεότεροι Έλληνες δεν είχαν καμία φυλετική συγγένεια με τους αρχαίους.[40]

Επίσης, ο Παπαρρηγόπουλος ήταν ο πρώτος που μελέτησε αναλυτικά την περίοδο της βασιλείας των Ισαύρων, καθώς και ο πρώτος που αναγνώρισε θετικά στοιχεία στις μεταρρυθμίσεις τους. Κατέκρινε πολλά ιστορικά πρόσωπα για την φιλοτουρκική τους στάση, όπως τον Ιωάννη ΣΤ΄ Καντακουζηνό, ενώ δεν δίστασε να χαρακτηρίσει τον Γεώργιο Γεμιστό Πλήθωνα ως τον «Έλληνα σοσιαλιστή της ιε΄ εκατονταετηρίδος». Ο κύριος λόγος για τον οποίο απέδιδε μεγάλη σημασία στην Βυζαντινή Αυτοκρατορία ήταν το γεγονός ότι πίστευε πως αποτελούσε τον συνδετικό κρίκο μεταξύ του αρχαίου και του νέου ελληνισμού, καθώς η απόδειξη της ενότητας του ελληνικού έθνους ήταν βασική επιδίωξη του Παπαρρηγόπουλου. Για τον Παπαρρηγόπουλο «(...) Ἑλληνικόν ἔθνος ὀνομάζονται ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, ὅσοι ὁμιλοῦσι τὴν Ἑλληνικὴν γλῶσσαν, ὡς ίδίαν αὐτῶν γλώσσαν.»[41] Ένας επιπλέον λόγος για τον οποίο ο Παπαρρηγόπουλος θεωρούσε σημαντικό το Βυζάντιο ήταν και η επίτευξη της πολιτικής ενότητας των Ελλήνων, που απουσίαζε από την αρχαία Ελλάδα. Στις απόψεις του Παπαρρηγόπουλου για την εθνική ενότητα αναγνωρίζεται η επίδραση της Μεγάλης Ιδέας, αλλά και της διδασκαλίας του καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών Κωνσταντίνο Σχινά, με τον οποίο ο Παπαρρηγόπουλος είχε στενή σχέση.

Τα βόρεια σύνορα της Ελλάδας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος ήταν αυτός που ενέπνευσε τον Χαρίλαο Τρικούπη, μέσω του Στέφανου Δραγούμη, στο να κινηθεί βόρεια, αντιμετωπίζοντας τον σλαβικό κίνδυνο και παραμερίζοντας το Κρητικό Ζήτημα. Οι σχέσεις του εξάλλου με τον Χαρίλαο Τρικούπη ήταν θετικές, μιας και αυτός τον είχε στείλει στην Κωνσταντινούπολη το 1882 για να διευθετήσει εκκλησιαστικά θέματα για την προσαρτημένη γη της Θεσσαλίας.[24]

Ο Παπαρρηγόπουλος υπήρξε επιτελικό στέλεχος της εξωτερικής πολιτικής του ελληνικού κράτους και διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στη μετατόπιση των απώτατων ορίων των ελληνικών εδαφικών διεκδικήσεων από τον Όλυμπο, το Μέτσοβο και τα Κεραύνια όρη προς τον Αίμο, το Σκάρδο και τις εκβολές του Σκούμπιν.[42] Στους πέντε τόμους και στον Επίλογο της Ιστορίας του, ο οποίος εκδόθηκε το 1876 και μεταφράστηκε στα γαλλικά μεσούσης της κρίσης του Ανατολικού ζητήματος, ο Παπαρρηγόπουλος άρθρωσε ένα σχήμα διάκρισης των ιστορικών «ελληνικών χωρών» σε τρεις ζώνες, από τις οποίες η βορειότερη, ανάμεσα στο Δούναβη και τον Αίμο, ήταν εκσλαβισμένη, στην ευρισκόμενη νοτίως του Ολύμπου και των Κεραυνίων επικρατούσε πλήρως η ελληνική γλώσσα και φυλή, ενώ στην ενδιάμεση ζώνη, στη Μακεδονία, δηλαδή, και τη Θράκη, υπήρχε ισορροπία ελληνικής και βουλγαρικής γλώσσας, αλλά ο ελληνισμός ήταν ο «ηθικός κύριος».[43] Την περίοδο των διαπραγματεύσεων για την προσάρτηση της Ηπειροθεσσαλίας το 1879, ο Παπαρρηγόπουλος υποστήριξε ως προτιμότερη την παράταση της οθωμανικής κυριαρχίας αντί της άρσης του σχίσματος της Βουλγαρικής Εξαρχίας, που κατά τον ίδιο θα σήμαινε την παραχώρηση του μισού της ενδιάμεσης ζώνης στη Βουλγαρία.[44]

Η έκταση χρήσης της ελληνικής ως γλώσσας του εμπορίου στη νότια και τη μεσαία ζώνη της Μακεδονίας σε ελληνικό εθνογραφικό χάρτη του 1899.

Την περίοδο αυτή έγινε γενικά αποδεκτή ως βόρειο όριο των διεκδικούμενων χωρών η νοητή γραμμή Αχρίδας-Στρώμνιτσας-Νευροκοπίου προκειμένου να οργανωθούν περισσότερο αποτελεσματικά οι ελληνικές διεκδικήσεις.[45] Σε απόρρητο υπόμνημά του προς τον ΥπΕξ Αλέξανδρο Κοντοσταύλο το 1884, απαντώντας στο ερώτημα ποια είναι τα όρια του τμήματος της Μακεδονίας που θα μπορούσε αποτελεσματικά να διεκδικήσει η Ελλάδα, ο Παπαρρηγόπουλος, χρησιμοποιώντας ως κριτήρια την ομιλούμενη γλώσσα και γεωπολιτικούς παράγοντες, διέκρινε τη Μακεδονία σε τρεις παράλληλες ζώνες: τη βόρεια, που θεωρούσε εντελώς ξένη προς τον ελληνισμό, την «αναμφισβήτως» ελληνική νότια (ως τη γραμμή Καστοριάς-Σερρών), και τη μεσαία, όπου δεν ομιλούνταν σχεδόν πουθενά η ελληνική ως μητρική και την οποία περιοχή διεκδικούσαν οι Έλληνες και οι Βούλγαροι.[46] Ο Παπαρρηγόπουλος υποστήριξε ότι οι ελληνικές διεκδικήσεις έπρεπε να περιοριστούν στη νότια και τη μεσαία ζώνη, η οποία θα έπρεπε οπωσδήποτε να περιλαμβάνει τα Βιτώλια, τη Γευγελή, τη Στρώμνιτσα και το Μελένικο, αν και, όπως διευκρίνισε με υπόμνημά του τον επόμενο χρόνο, δε νόμιζε πως η διάκριση αυτή είχε ιστορική βάση ή πως θα μπορούσε βάσιμα να υποστηριχθεί διεθνώς ότι η Μακεδονία περιορίζεται στις δύο αυτές ζώνες.[47] Η στρατηγική αυτή διεκδίκησης της νότιας και της μεσαίας ζώνης της Μακεδονίας που πρότεινε ο Παπαρρηγόπουλος, ως προϋπόθεση ελληνικής οικονομικής και στρατιωτικής ισχύος και σύνδεσης με τη Θράκη και την Κωνσταντινούπολη, έγινε αποδεκτή, αρχικά από τον Τρικούπη το 1885, και υιοθετήθηκε ως εθνική επιταγή έως τους Βαλκανικούς πολέμους.[48]

Επικριτές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Όταν ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος δημοσιοποίησε την πρώτη μορφή της Ιστορίας του Ελληνικού Έθνους, το 1853, στους περισσότερους λογίους επικρατούσε η άποψη ότι η Βυζαντινή Αυτοκρατορία ήταν ένα εκφυλισμένο κράτος, στο οποίο κυριαρχούσε η θρησκοληψία και η δεισιδαιμονία.[49] Μια άλλη μερίδα ιστορικών, με κύριο εκπρόσωπο τον Κ. Τσοποτό, θεωρούσαν ότι οι ελληνικές κοινότητες ήταν προϊόν του οθωμανικού φορολογικού συστήματος και ότι δεν υπήρχε κανένας συνδετικός κρίκος ανάμεσα στις κοινότητες του Βυζαντίου και της Νεότερης Ελλάδας.

Μεγάλη μερίδα λογίων της εποχής κατέκρινε την προσπάθεια του Παπαρρηγόπουλου να «ενσφηνώσει» το Βυζάντιο, το οποίο θεωρούσαν θρησκόληπτο, ανάμεσα στην αρχαία και τη νεότερη Ελλάδα. Για παράδειγμα, ο Στέφανος Κουμανούδης το 1853, λίγους μήνες μετά την έκδοση της μονότομης «Ιστορίας του Ελληνικού Έθνους», σε δημοσίευμά του στράφηκε εναντίον όσων εξέφρασαν απόψεις για την σημασία του Βυζαντίου, αναφερόμενος στον Παπαρρηγόπουλο, τον Ζαμπέλιο και τον Σκαρλάτο Βυζάντιο.[50] Ο Κουμανούδης μάλιστα χρησιμοποιούσε τον όρο «Ζαμπελιοπαπαρρηγοπούλειος σχολή» όταν αναφερόταν επικριτικά στις απόψεις του. Το 1856 ο Δημήτριος Μαυροφρύδης, σε άρθρο του στην εφημερίδα Αθηνά έγραφε: «η περί ενότητος των Ελλήνων μονομανία του [Παπαρρηγόπουλου] έφθασεν εις το μη περαιτέρω» και χαρακτήριζε τις ιδέες του «φαντασιοκοπήματα».[51] Συχνά είχε επιστημονικές διαφωνίες και με τον Κωνσταντίνο Σάθα. Κατηγορήθηκε από πολλούς ως σλαβόφιλος,[52] ενώ εναντίον του εκφράστηκαν και προσωπικές επιθέσεις με αφορμή μη επιστημονικά ζητήματα, όπως ότι επιβουλευόταν την πανεπιστημιακή περιουσία (σε ανώνυμο φυλλάδιο του 1871, που αποκαλύφθηκε ότι ήταν κείμενο του Γεωργίου Μιστριώτη, με αφορμή την υποψηφιότητά του για την πρυτανεία),[53] ότι εξασφάλιζε κρατική χρηματοδότηση για να εκφράζει φιλοκυβερνητική πολιτική στην εφημερίδα «Ο Έλλην» και ότι είχε πολιτικές βλέψεις.[54]

Πολλές από τις επικρίσεις έγιναν από τοπικιστικό πνεύμα: ο Μαργαρίτης Δήμιτσας διορθώνει στα 1874, στοιχεία σχετικά με τη Μακεδονία. Ο Θεόδωρος Δηλιγιάννης το 1876 διατυπώνει παρατηρήσεις σχετικά με τον Μωριά, ενώ ο Π. Βεργώτης επισημαίνει ελλείψεις της Ιστορίας του Παπαρρηγόπουλου σχετικά με τα Επτάνησα. Ο Παύλος Καρολίδης, δυσφορεί, το 1888, για την αυστηρή κριτική του ιστοριογράφου περί των αρχαίων Μικρασιατών. Ο Νικόλαος Δραγούμης, επίσης, διαφώνησε με τα στοιχεία που παρέθετε σχετικά με την ένωση των Επτανήσων με το Ελληνικό κράτος.[55]

Συγγραφικό έργο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα σημαντικότερα από τα έργα του είναι τα εξής[56]:

  • Περί τῆς ἐποικίσεως σλαβικῶν τινῶν φυλῶν εἰς τήν Πελοπόννησον (1843)
  • Τό τελευταῖο ἔτος της ὲλληνικῆς ἐλευθερίας (1844)
  • Στοιχεία γενικής ιστορίας κατά το σύστημα του Γάλλου Λευί (1845)
  • Ἑγχειρίδιον τῆς γενικῆς ἱστορίας (1849-52)
  • Ἑγχειρίδιον: Ἱστορία τοῦ Ἐλληνικοῦ Ἒθνους (1853)
  • Περί της αρχής και της διαμορφώσεως των φυλών του αρχαίου Ελληνικού Έθνους (1855)
  • Ἱστορικαί πραγματεῖαι (1858)
  • Ἱστορία τοῦ Ἐλληνικοῦ Ἒθνους (1860-72) και Επίλογος (1877)
  • Ὁ μεσαιωνικός ὲλληνισμός καί ἡ στάσις τοῦ Νίκα, κατά τόν κ. Παῦλον Καλλιγᾶ (1868)
  • Histoire de la civilisation hellénique (1878)
  • L'Église orthodoxe d'Orient. Réponse à notre époque (1879)
  • Επιστολιμαία ιστορήματα (για τις ελληνικές κοινότητες του εξωτερικού) στο περιοδικό "Εστία"
  • Ὁ στρατάρχης Γεώργιος Καραϊσκάκης καἰ ἄλλα ἱστορικά ἕργα (1889)
  • Τα διδακτικώτερα πορίσματα της ιστορίας του Ελληνικού Έθνους (1899)

Παραπομπές και σημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. data.bnf.fr/ark:/12148/cb14524787s. Ανακτήθηκε στις 10  Οκτωβρίου 2015.
  2. Faceted Application of Subject Terminology. 194588. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  3. LIBRIS. 344454. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  4. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά, Αγγλικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 31  Δεκεμβρίου 2014.
  5. Πολίτης, Α. (1998). Ρομαντικά χρόνια. Ιδεολογίες και νοοτροπίες στην Ελλάδα του 1830-1880. Αθήνα: ΕΜΝΕ-Μνήμων. σελ. 39 & 47. 
  6. Δημαράς, Κωνσταντίνος Θ. (1986). Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος. Αθήνα: εκδ. ΜΙΕΤ. σελ. 109. 
  7. Δημαράς, 1986, σελ. 110
  8. Τα οκτώ παιδιά ήταν οι Σκαρλάτος, Νικόλαος, Πέτρος, Λουκία, Ζωή, Ραλλού, Ελένη και Ευφροσύνη. Δημαράς, 1986, σελ. 109-110
  9. Δημαράς, 1986, σελ. 111
  10. Δημαράς, 1986, σελ. 111, «ούτε Πανεπιστημίου, ούτε Γυμνασίου, ούτε Ελληνικού σχολείου, ούτε αλληλοδιδακτικού»
  11. «Υπάρχει Ελληνικό Εθνος, του Τάκη Θεοδωρόπουλου | Kathimerini». www.kathimerini.gr. Ανακτήθηκε στις 9 Ιουνίου 2019. 
  12. Δημαράς, 1986, σελ. 114, 116-117, Παρίσταται στη δίκη του Κολοκοτρώνη με σκοπό να συντάσσει στα γαλλικά, για λογαριασμό του Υπουργείου τα Πρακτικά της δίκης.
  13. Δημαράς, 1986, σελ. 137
  14. Δημαράς, 1986, σελ. 138
  15. Δημαράς, 1986, σελ. 138-139
  16. Δημαράς, 1986, σελ. 140
  17. Δημαράς, 1986, σελ. 455
  18. «ΕΚΠΑ: Κοσμητεία Φιλοσοφικής Σχολής - Ιστορικά Στοιχεία». www.deanphil.uoa.gr. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 11 Σεπτεμβρίου 2016. Ανακτήθηκε στις 16 Οκτωβρίου 2016. 
  19. Δημαράς, 1986, σελ. 257
  20. «Πρυτάνεις Πανεπιστημίου Αθηνών». Επετηρίδα Πανεπιστημιακών Ετών 2012-2013 (Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών): σ. 25. 2015. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2016-04-13. https://web.archive.org/web/20160413084414/http://www.uoa.gr/fileadmin/user_upload/PDF-files/organa/Epethrida_2014.pdf. Ανακτήθηκε στις 16-10-2016. 
  21. Δημαράς, 1986, σελ. 329
  22. Δημαράς, 1986, σελ. 193
  23. «Το γραφείο του προέδρου του Φιλολογικού Συλλόγου Παρνασσού». lsparnas.gr. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 3 Αυγούστου 2016. Ανακτήθηκε στις 16 Οκτωβρίου 2016. 
  24. 24,0 24,1 24,2 «Παπαρηγόπουλος Κ. - Βιογραφικό σημείωμα». www.dimos-pylou-nestoros.gr. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 7 Μαρτίου 2012. Ανακτήθηκε στις 16 Οκτωβρίου 2016. 
  25. 25,0 25,1 Δημαράς, 1986, σελ. 118
  26. Δημαράς, 1986, σελ. 125-127
  27. Δημαράς, 1986, σελ. 176-177
  28. Δημαράς, 1986, σελ. 197-198
  29. Δημαράς, 1986, σελ. 139
  30. Τις περιόδους 1862-1865 και 1867-1872 απουσίαζε εντελώς από την έκδοση του περιοδικού, με εξαίρεση μια βιβλιοκριτική του το 1870.[εκκρεμεί παραπομπή]
  31. Δημαράς, 1986, σελ. 118
  32. Δημαράς, 1986, σελ. 414
  33. Παπαρρηγόπουλος, Κωνσταντίνος (1843). Περί της εποικήσεως Σλαβικών τινών φυλών εις την Πελοπόννησον. Εν Αθήναις: Εκ του Τυπογραφείου Εμ. Αντωνιάδου. 
  34. 34,0 34,1 Δημαράς, 1986, σελ. 120
  35. Δημαράς, 1986, σελ. 118-119
  36. Δημαράς, 1986, σελ. 129
  37. Η «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους» του Κ. Παπαρρηγόπουλου δεν πρέπει να συγχέεται με το μεταγενέστερο ομώνυμο πολύτομο έργο της Εκδοτικής Αθηνών
  38. Δημαράς, 1986, σελ. 99 κ. εξ
  39. Σκανδαλίδης, Κώστας (2012). Οι Έλληνες: Τετράδια Πατριδογνωσίας. Αθήνα: Εκδόσεις Καστανιώτη. ISBN 9789600354768. 
  40. Μελάς, Κώστας (1 Απριλίου 2013). Μικρά μαθήματα για την ελληνική οικονομία: Ιδιομορφίες - Ο δρόμος προς το Μνημόνιο - Η ύβρις και η νέμεσις. Αθήνα: Πατάκης. ISBN 9789601649559. 
  41. Παπαρρηγόπουλος, Κωνσταντίνος (1870). Ἱστορία τοῦ Ἑλληνικοῦ ἔθνους. Αθήνα: χ.ε. σελ. 33. 
  42. Καράβας 2004, σελ. 152
  43. Καράβας 2004, σελίδες 152-160
  44. Καράβας 2004, σελίδες 161-163
  45. Καράβας 2004, σελίδες 163-164
  46. Καράβας 2004, σελίδες 164-165
  47. Καράβας 2004, σελίδες 165-167. Για το υπόμνημα αυτό, βλ. Ο ΙΟΣ (24-2-2001). «Ο Παπαρρηγόπουλος απαντά στον κ. Παπαθεμελή». Ελευθεροτυπία. http://www.iospress.gr/mikro2001/mikro20010224.htm. Ανακτήθηκε στις 28-11-2019. 
  48. Καράβας 2004, σελίδες 165-167
  49. Δημαράς, Κωνσταντίνος Θ. (1994). «Η ιδεολογική υποδομή του νεοελληνικού κράτους». Στο: Ηλιού, Φίλιππος. Ελληνικός Ρωμαντισμός. Αθήνα: εκδ. Ερμής. σελ. 376. 
  50. Το 1851 ο Βυζάντιος σε έκδοση βιβλίου του για την ιστορία της Κωνσταντινούπολης διατύπωνε την άποψη ότι η η βυζαντινή ιστορία είναι αναπόσπαστο τμήμα της ελληνικής ιστορίας[εκκρεμεί παραπομπή]
  51. Δημαράς 1994, σελ. 366
  52. Δημαράς, Κωνσταντίνος Θ. (1970). «Εισαγωγή». Προλεγόμενα. Αθήνα: Βιβλιοπωλείον της Εστίας. σελ. 27. 
  53. Δημαράς, Κωνσταντίνος (1980). «Η ανάσχεση του Διαφωτισμού και ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος». Νεοελληνικός Διαφωτισμός. Αθήνα: εκδ. Ερμής. σελ. 409. 
  54. Δημαράς 1970, σ. 26
  55. Δημαράς, 1986, σελ. 319-322
  56. Trencsenyi, Balazs· Kopecek, Michal (2006). National Romanticism: The Formation of National Movements: Discourses of Collective Identity in Central and Southeast Europe 1770–1945. Budapest: Central European University Press. σελ. 73. ISBN 9789637326608. 

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Κ. Θ. Δημαράς: Κωνταντίνος Παπαρρηγόπουλος, εκδ. ΜΙΕΤ, Αθήνα, 1986
  • Καράβας, Σπύρος (2004). «Ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος και οι εθνικές διεκδικήσεις (1877-1885)». Στο: Πασχάλης Μ. Κιτρομηλίδης - Τριαντάφυλλος Ε. Σκλαβενίτης. Ιστοριογραφία της νεότερης και σύγχρονης Ελλάδας 1833-2002. Πρακτικά του Δ΄ Διεθνούς Συνεδρίου Iστορίας. Αθήνα: ΚΝΕ-ΕΙΕ. σελίδες 149–169. 
  • Αλέξης Πολίτης: Ρομαντικά χρόνια. Ιδεολογίες και νοοτροπίες στην Ελλάδα του 1830-1880, ΕΜΝΕ-Μνήμων, Αθήνα, 1998

Διαβάστε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Παπαρρηγόπουλος, Κωνσταντίνος Δ.: Ιστορία του ελληνικού έθνους: Από αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι σήμερα / Κ. Παπαρρηγόπουλου, Π. Καρολίδη, Γ. Αναστασιάδη, Ν. Μουτσόπουλου., 2η έκδ., εκδόσεις Αλέξανδρος, Αθήνα 2001 (15 τόμοι), ISBN 960-8092-13-2
  • Κουμπουρλής Ιωάννης: «Εννοιολογικές πολυσημίες και πολιτικό πρόταγμα: ένα παράδειγμα από τον Κ. Παπαρρηγόπουλο», Τα Ιστορικά, τόμος 15ος, τχ. 28-29 (Ιούνιος-Δεκέμβριος 1998), σσ. 31-58
  • Πελεκίδου- Νυσταζοπούλου, Μαρία: «Οι βυζαντινὲς ιστορικὲς σπουδὲς στην Ἑλλάδα. Απὸ τον Σπυρίδωνα Ζαμπέλιο στον Διονύσιο Ζακυθηνό», Μνήμη Δ. Α. Ζακυθηνού, Βυζαντινά Σύμμεικτα, τομ. 9B΄ (1994), σσ. 153-176
  • Σταματόπουλος Δημήτριος Α.: Το Βυζάντιο μετά το Έθνος: το πρόβλημα της συνέχειας στις Βαλκανικές ιστοριογραφίες, εκδ. «Αλεξάνδρεια», Αθήνα 2009
  • Φωτιάδης Ε.: «Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος-Βιογραφικά», στο Νεοελληνική Ιστοριογραφία, τομ.Β΄ <Βασική Βιβλιοθήκη 38>, εκδ. Αετός, Αθήναι, χ.χ., σσ. 7-14
  • Μιχαηλάρης Παναγιώτης: «Μια σύγκριση ανάμεσα στις δύο εκδόσεις της Ιστορίας του Κων. Παπαρρηγόπουλου», Ο Ερανιστής, τόμ. 9 (1971), σσ. 73-78
  • Αφιέρωμα στον Κωνσταντίνο Παπαρρηγόπουλο: 100 χρόνια από το θάνατό του Αρχειοθετήθηκε 2022-04-04 στο Wayback Machine., Νέα Εστία, τόμ .130, τχ.1546

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]