Κωνσταντίνος Οικονόμου ο εξ Οικονόμων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Κωνσταντίνος Οικονόμος
ο εξ Οικονόμων
Ο Κωνσταντίνος Οικονόμου στο έργο Βίοι Παράλληλοι του Αναστάσιου Γούδα
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση28 Αυγούστουιουλ. / 8  Σεπτεμβρίου 1780γρηγ.
Τσαριτσάνη Λάρισας
Θάνατος8ιουλ. / 20  Μαρτίου 1857γρηγ.[1]
Αθήνα
Χώρα πολιτογράφησηςΕλλάδα
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςνέα ελληνική γλώσσα[2]
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταφιλόλογος
Οικογένεια
ΤέκναΣοφοκλής Οικονόμος
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΒραβεύσειςΤάγμα της Αγίας Άννης, Α΄ Τάξη
Τάγμα του Αγίου Βλαδίμηρου, 1η τάξη
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Κωνσταντίνος Οικονόμος (και όχι Οικονόμου) ο εξ Οικονόμων (1780-1857) ήταν Έλληνας λόγιος και εκπρόσωπος του Νεοελληνικού διαφωτισμού από την Τσαριτσάνη της Θεσσαλίας. Με την παιδαγωγική, συγγραφική δράση του, καθώς και με την ιδιότητά του ως ιεροκήρυκας σε σημαντικά κέντρα του Ελληνισμού (Θεσσαλονίκη, Σμύρνη, Κωνσταντινούπολη) και στο εξωτερικό (Αγ. Πετρούπολη, Βερολίνο, Βιέννη) όπου τιμήθηκε επανειλημμένα, συνέβαλε στη διαμόρφωση της νεοελληνικής ταυτότητας και την ενίσχυση του κύρους της ελληνικής γλώσσας και κλασσικής Παιδείας στο εξωτερικό.

Βιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Νεανικά χρόνια και σπουδές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γεννήθηκε στην Τσαριτσάνη της Θεσσαλίας το 1780. Οι γονείς του ήταν ο Κυριακός και η Ανθιά. Γράμματα έμαθε από τον πατέρα του, ο οποίος ήταν μορφωμένος και λόγιος πρεσβύτερος της εποχής του, που είχε το αξίωμα του Οικονόμου.[3] Το αξίωμα αυτό είναι εκκλησιαστικό οφίκιο (τιμητικός τίτλος), που ανάγεται στον 4ο μ.Χ. αιώνα κι εξύψωνε τον υπεύθυνο για την οικονομική διαχείριση μιας μητρόπολης. Φέρει χαρακτηριστικό σε σχήμα ρόμβου άμφιο, που κρέμεται από τη ζώνη, μπροστά από το δεξί γόνατο και είναι γνωστό ως επιγονάτιο[4]. Ο πατέρας του Κυριακός τού έμαθε ελληνικά και λατινικά. Το 1792, δωδεκαετής ακόμη, προχειρίζεται σε αναγνώστη και κατά την ημέρα της χειροθεσίας του απαγγέλει εξαιρετικό λόγο από άμβωνος, δείχνοντας από νωρίς ρητορική δεινότητα[4]. Η μεγάλη φιλομάθειά του και το ενδιαφέρον του για τα γράμματα ενθάρρυναν τους γονείς του να τον στείλουν για περαιτέρω μάθηση στην ξακουστή και ακμάζουσα τότε Σχολή στα Αμπελάκια, όπου διδάχτηκε, πέραν των άλλων και τη Γαλλική γλώσσα.[5] Εκεί είχε δάσκαλο και τον πρωτεργάτη του νεοελληνικού Διαφωτισμού, τον κατά τρία χρόνια μεγαλύτερό του Κωνσταντίνο Κούμα[4]. Στα σχολικά χρόνια έγραφε στίχους σε ομηρική γλώσσα και απάγγελε εκ στήθους ραψωδίες του Ομήρου, ενώ μελέτησε αρχαίους Έλληνες και ξένους συγγραφείς[4]. Σε ηλικία 21 χρονών το 1801 χειροτονήθηκε διάκονος, ξεκινάει να περιοδεύει στην υπόλοιπη Θεσσαλία για να κηρύττει και στα εικοσπέντε[6] το 1805 προχειρίστηκε Οικονόμος και ιεροκήρυκας της επισκοπής Ελασσόνος[7]. Το 1802 σε ηλικία 22 ετών νυμφεύεται κι αποκτά δύο παιδία την Ανθία και τον Κυριακό (που αργότερα μετονομάστηκε σε Σοφοκλή)[4]

Δάσκαλος στη Θεσσαλονίκη, τη Σμύρνη και την Πόλη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1806 με αφορμή το επαναστατικό κίνημα του παπά-Ευθύμιου Βλαχάβα, θεωρήθηκε επικίνδυνος από τους Τούρκους και συλλαμβάνεται από τον Αλή Πασά, αλλά ελευθερώνεται μετά την καταβολή τεράστιων χρηματικών λύτρων[7]. Αφέθηκε πάλι ελεύθερος και ακολούθησε το επάγγελμα του διδασκάλου. Πηγαίνει στις Σέρρες στη Μονή Προδρόμου και στη Θεσσαλονίκη[8]. Διορίστηκε από την Μεγάλη Εκκλησία Έξαρχος Θεσσαλονίκης, και επίτροπος του πατρός Γερασίμου, αρχιερέα της πόλης.

Επί δύο χρόνια παρέμεινε στη Θεσσαλονίκη κηρύττοντας αδιάκοπα σε όλα τα σχολεία, στις συναθροίσεις και αλλού. Παράλληλα ασχολήθηκε με τη μελέτη των φιλοσοφικών και μαθηματικών συστημάτων, διαβάζοντας από τα πρωτότυπα γαλλικά συγγράμματα, πιθανώς τη νέα Εγκυκλοπαίδεια των Διαφωτιστών Ντενί Ντιντερό και Ντ'αλαμπέρ.

Το 1809 ακολούθησε την πρόσκληση πολλών, και ερχόμενος στη Σμύρνη ίδρυσε μαζί με τον παλιό του δάσκαλο και φίλο Κωνσταντίνο Κούμα το «φιλολογικό γυμνάσιο», στο οποίο δίδαξε την ελληνική φιλολογία και τη ρητορική[7], από το 1814 ως Σχολάρχης[9]. Δίδασκαν όχι μόνο γλώσσα κι ιστορία αλλά και πιο μοντέρνα μαθήματα όπως αριθμητική, γεωμετρία, γεωγραφία, φυσική, χημεία, λογική και ηθική. Ο Κωνσταντίνος εργαζόταν ακατάπαυστα, συνέγραψε συγγράματα για πολλά μαθήματα, ενθάρρυνε τους μαθητές να λένε τη γνώμη τους κι η επιτυχία της σχολής ήταν τόσο ραγδαία, που το 1811 κιόλας αναγνωρίστηκε ως δημόσιο ίδρυμα.

Τον Ιούνιο του 1819 όμως, ο Οικονόμος αναγκάστηκε μετά την ξαφνική διάλυση της Σχολής να φύγει και να πάει αρχικά στη Μυτιλήνη, και από εκεί στην Κωνσταντινούπολη όπου ο γηραιός Πατριάρχης Γρηγόριος Ε' τον διόρισε «καθολικό ιεροκήρυκα της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας και πασών των ορθοδόξων του ελληνικού γένους εκκλησιών»[10] και έτσι του δίνεται το πατριαρχικό δικαίωμα να φέρει αδαμάντινο σταυρό στο καλυμμαύκι του[4]. Στην Κωνσταντινούπολη μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία.

Στη Ρωσία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Όταν με την έναρξη της επαναστάσης την άνοιξη του 1821 οι Τούρκοι άρχισαν να διώκουν και να κατακρεουργούν αθώους, άοπλους, γέροντες και γυναικόπαιδα, ο Οικονόμος δραπέτευσε από την Κωνσταντινούπολη και ζητώντας άσυλο στο πλοίο του εμπόρου οίνου Γ. Αλεξίου, κρυμμένος μαζί με άλλους 17 Έλληνες ανάμεσα σε βαρέλια κρασί, βγήκε στην Οδησσό. Λίγες μέρες αργότερα μες στον Απρίλιο, έμποροι έφεραν στην ίδια πόλη το πτώμα του απαγχονισμένου από τους Τούρκους Πατριάρχη Γρηγορίου. Ο Κωνσταντίνος εκφώνησε επικήδειο λόγο που συγκλόνισε τους ακροατές και σύντομα καθαρογράφτηκε και μεταφράστηκε στα ρωσικά, κάτι που αύξησε τη φήμη του και στη ρωσική πρωτεύουσα.

Στην Αγ. Πετρούπολη το 1822 όπου κλήθηκε, κέρδισε την εμπιστοσύνη του τσάρου Αλέξανδρου Α' και τιμήθηκε με πολλά αξιώματα χάρη στις θεολογικές, ρητορικές και φιλολογικές γνώσεις του. Ήταν πεπεισμένος ότι η λευτεριά μπορούσε να έρθει μόνο με την υποστήριξη της ομόδοξης Ρωσίας και προς αυτό τον σκοπό αφοσίωσε το έργο του. Εκλέχτηκε σύνεδρος παμψηφεί από τα μέλη της εκκλησιαστικής ακαδημίας της Αγίας Πετρούπολης. Εκλέχτηκε επίσης μέλος της ρωσικής Αυτοκρατορικής Ακαδημίας που τον τίμησε με μεγάλο ρωσικό παρασήμο και ισόβια σύνταξη 7000 ρουβλίων[5]. Εικάζεται ότι γνώρισε τον Ιωάννη Καποδίστρια (μέχρι τις αρχές του 1822 υπουργός Εξωτερικών του τσάρου) και τους πλούσιους Έλληνες εμπόρους αδελφούς Ριζάρη, οι οποίοι το 1841, χρηματοδότησαν την ίδρυση της ομώνυμης θεολογικής σχολής στην Αθήνα. Και ο επόμενος τσάρος Αλέξανδρος Β΄ τον τίμησε με δύο χρυσοποίκιλτες ταμπακέρες μαζί με χαρτοφύλακα, τα οποία πολύ αργότερα δώρισε στο μουσείο Μπενάκη η Μαγδαληνή Φραντζή, δισέγγονη του Οικονόμου[9]. Το 1828 εξέδωσε στην Αγ. Πετρούπολη ένα γλωσσολογικό έργο για να ενισχύσει τους δεσμούς Ρωσίας κι Ελλάδας με τίτλο Περί της συγγένειας των σλαβικών γλωσσών με την ελληνική. Το 1830 εκλέχτηκε επίτιμο μέλος του Πανεπιστημίου της Μόσχας. Το 1832 αποφάσισε να φύγει για στην αγαπημένη του πατρίδα που είχε λευτερωθεί. Πριν από την αναχώρησή του, έλαβε με το διάταγμα της Αγίας Άννας νέες τιμές (μετάλλιο του τάγματος του Κόκκινου Αετού) και του χορηγήθηκε σύνταξη για όλη τη διάρκεια της ζωής του.

Δέχτηκε ένα ακόμα παράσημο από τον Αυτοκράτορα, βασιλιά της Πρωσίας στο Βερολίνο το 1833. Εκλέχτηκε αντεπιστέλλον μέλος της πρωσικής Ακαδημίας Επιστημών, ενώ πέρασε και από τη Ρώμη το 1834. Έγινε δεκτός με τιμές από τον Πάπα Γρηγόριο ΙΣΤ[3],τον οποίο εντυπωσίασε με την ευρυμάθειά του. Ο διάλογος του με επιστήμονες και θεολόγους της Ρωσίας και της Δυτικής Ευρώπης έκανε αυτόν τον ταπεινό ιερέα από τη μικρή Τσαριτσάνη έναν σημαντικό, αξιόλογο πρέσβη και μεσολαβητή της Ορθοδοξίας για τα συμφέροντα της Ελλάδας.

Επιστροφή στην πατρίδα, δράση στην Αθήνα και τελευταία χρόνια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Έφτασε στην Ελλάδα το 1834 με πλοίο από την Ιταλία κι εγκαταστάθηκε αρχικά στο Ναύπλιο και αργότερα στην Αθήνα. Τέθηκε επικεφαλής της συντηρητικής μερίδας της Εκκλησίας της Ελλάδος, η οποία προ ολίγου το 1833 είχε καταστεί αυτοκέφαλος, και αγωνίσθηκε εναντίον κάθε φιλελεύθερης εκδήλωσης στα εκκλησιαστικά πράγματα[5]. Υπερασπίστηκε την αμετακίνητη προσήλωση στους κανόνες της Ορθοδοξίας[5] και κατέκρινε την απόσχιση από το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Απεδιδε την τελευταία σε υπέρμετρη φιλοδοξία και μικρόνοια του κληρικού και θεολόγου Θεόκλητου Φαρμακίδη και της βαυαρικής αντιβασιλείας περί τον βασιλιά Όθωνα. Και στο γλωσσικό ζήτημα, ενώ παλιότερα ήταν οπαδός της κοραϊκής "μέσης οδού", εμφανίστηκε αργότερα οπαδός της αρχαϊκής καθαρεύουσας και αντιτάχθηκε κατηγορηματικά στην πρόταση του Νεόφυτου Βάμβα να μεταφραστεί η Αγία Γραφή στη ζωντανή, ομιλούμενη γλώσσα. Ιδιαίτερα πολέμησε τις απόψεις του Θεόκλητου Φαρμακίδη[5], με την κόντρα να παίρνει προσωπικές διαστάσεις και τους δυο άνδρες να ανταλλάσσουν βαριές κουβέντες χωρίς να συναντηθούν ως το τέλος της ζωής τους. Ο Οικονόμος δεν απέρριπτε την εισαγωγή διδασκαλίας της αρχαίας ελληνικής στη σχολική εκπαίδευση [11]. Κατέκρινε με θάρρος τον Όθωνα και τους υπουργούς του για τις μεταθέσεις μητροπολιτών που δεν τον μνημόνευαν, την τοποθέτηση σε μητροπόλεις ανθρώπων προσκολλημένων στις απόψεις της Αντιβασιλείας, την ερήμωση μοναστηριών, την ανεξέλεγκτη και ελεύθερη διείσδυση ξένων ψευδοϊεραποστόλων και την έλλειψη του Αγίου Μύρου στην Ελλάδα μετά τη διακοπή των σχέσεων με το Πατριαρχείο[4].

Το 1842 εκφώνησε τον επικήδειο λόγο στην εξόδιο ακολουθία του εθνικού ευεργέτη Νικόλαου Ζωσιμά και τον Φλεβάρη του επόμενου έτους 1843 του οπλαρχηγού και ήρωα της Επανάστασης Θεόδωρου Κολοκοτρώνη[4].

Ο Οικονόμος υποστηρίζε με παρρησία ότι μόνο με τη σύμφωνη γνώμη κι ευλογία του Πατριαρχείου, μπορεί να δημιουργηθεί αυτοκέφαλη εκκλησία. Κανένας κοσμικός και καμία πολιτική αρχή δεν είναι δυνατόν να παρεμβαίνει και να προκαλεί διχασμό και σχίσμα ανάμεσα στην ελλαδική εκκλησία και στη μητέρα την Αγία και Μεγάλη του Χριστού Εκκλησία το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Όντως, στις 29 Ιουλίου 1850 με τη δική του διαμεσολάβηση, το Οικουμενικό Πατριαρχείο με Πατριάρχη τον Άνθιμο Δ’, εξέδωσε Συνοδικό Τόμο που καθορίζει το Αυτοκέφαλο της Ελλαδικής Εκκλησίας και συμβίβασε την καταστροφική διαμάχη.[4]

Απεβίωσε στην Αθήνα στις 8 Μαρτίου 1857 σε ηλικία 76 ετών.[11] Διατηρούνταν μέχρι πρόσφατα στο σπίτι του στην οδό Νίκης 52 και Κυδαθηναίων μια εντοιχισμένη πλάκα[9]. Γιος του ήταν ο Σοφοκλής Οικονόμος, ιατροφιλόσοφος που διέσωσε το έργο του[4].

Ετάφη στο προαύλιο της Ιεράς Μονής Πετράκη, αφήνοντας με τη διαθήκη του σεβαστά χρηματικά ποσά στη Θεολογική Σχολή Χάλκης, στην Πανεπιστημιακή βιβλιοθήκη, στο Αμαλίειο ορφανοτροφείο και στο Σχολείο της ιδιαίτερης πατρίδας του Τσαριτσάνης.[5] Ο Δήμος Τσαριτσάνης τον έχει τιμήσει με την ανέγερση προτομής του σε κεντρική πλατεία της πόλης[9].

Έργο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Κωνσταντίνος Οικονόμος υπήρξε πολυγραφότατος και πολυμαθής. Διασώζονται μαρτυρίες για τα εξής έργα του

  • Σχολικά βιβλία: Ρητορική (εκδόθηκε στη Βιέννη το 1813) και Ποίηση (Βιέννη, 1817)
  • Γλωσσολογικά έργα: Περί της συγγένειας των σλαβικών γλωσσών με την ελληνική (3 τόμοι, Αγ. Πετρούπολη, 1828) και Περί της ορθής προφοράς της ελληνικής (Αγ. Πετρούπολη, 1833), κατά των θέσεων του Έρασμου.
  • Θεολογικά: Οι τρες βαθμοί της ιερωσύνης (Ναύπλιο, 1835); Κατάλογος των εκκλησιαστικών ανδρών και Πατριαρχών της Κωνσταντινούπολης (Ναύπλιο, 1837); Οι εβδομήκοντα (4 τόμοι, Αθήνα 1849). Στο τελευταίο έργο όπως και στο Κατά της διάδοσης της Βίβλου στη νεοελληνική προσπαθησε να πείσει, οτι η νέα ελληνική πρέπει να πάρει περισσότερα στοιχεία από την Ελληνιστική Κοινή, τη γλώσσα της Καινής Διαθήκης. Δεν απέρριπτε μάλιστα την εισαγωγή διδασκαλίας της αρχαίας Ελληνικής στο σχολείο. Περίφημοι είναι επίσης οι επικήδειοι λόγοι του(Βερολίνο 1833).
  • Ποίηση: Συνέγραψε μια κωμωδία και μια ελεγεία προς τον ρώσο τσάρο Αλέξανδρο Α' (Αγ. Πετρούπολη, 1825). Τα ''Απαντά" του εκδόθηκαν στην Αθήνα σε τρεις τόμους το 1864–67.

Η ονομασία ο εξ Οικονόμων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Κωνσταντίνος Δημαράς αποδίδει την κατοπινή προσθήκη του μετωνύμιου "Ο εξ Οικονόμων", όπως εμφανίζεται στους τίτλους των βιβλίων του μετά τη μετάβασή του στη Ρωσία- ως προϊόν μίμησης του δυτικού τύπου ευγένειας, του von ή του de[12] για περισσότερο κύρος.

Προς τιμή του ονομάστηκε δρόμος στη Νέα Σμύρνη.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. data.bnf.fr/ark:/12148/cb144432800. Ανακτήθηκε στις 10  Οκτωβρίου 2015.
  2. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. data.bnf.fr/ark:/12148/cb144432800. Ανακτήθηκε στις 10  Οκτωβρίου 2015.
  3. 3,0 3,1 Χρήστος Γιανναράς, Ορθοδοξία και Δύση στη νεώτερη Ελλάδα, εκδ. Δόμος, Αθήνα 1992, σελ.281
  4. 4,00 4,01 4,02 4,03 4,04 4,05 4,06 4,07 4,08 4,09 Παπασάνδας, Θωμάς. «Εισήγηση εκδήλωσης από την Αδελφότητα των εν Αθήναις Τσαριτσανιωτών, Ι. Μονή Πετράκη, 17.3.2019». Διεπιστημονική Εφημερίδα Εκκλησιαστικού Δικαίου - Άρθρο 13. 
  5. 5,0 5,1 5,2 5,3 5,4 5,5 «Δήμος Ελασσόνας - Βιογραφία Κωνσταντίνου Οικονόμου εξ Οικονόμων». 
  6. Κωνσταντίνος Δημαράς, «Κωνσταντίνος Οικονόμος ο εξ Οικονόμων», στο: Κ.Θ.Δημαράς, Σύμμικτα Α' Από την παιδεία στη λογοτεχνία, (επιμ. Αλέξης Πολίτης), Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, Αθήνα, 2000, σελ.159
  7. 7,0 7,1 7,2 Χρήστος Γιανναράς, Ορθοδοξία και Δύση στη νεώτερη Ελλάδα, εκδ. Δόμος, Αθήνα 1992, σελ.282
  8. Κωνσταντίνος Δημαράς, «Κωνσταντίνος Οικονόμος ο εξ Οικονόμων», στο: Κ.Θ.Δημαράς, Σύμμικτα Α' Από την παιδεία στη λογοτεχνία, (επιμ.Αλέξης Πολίτης), Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, Αθήνα, 2000, σελ.160
  9. 9,0 9,1 9,2 9,3 «Γυμνάσιο Τσαριτσάνης - Βιογραφία Κωνσταντίνου Οικονόμου εξ Οικονόμων». 
  10. Χρήστος Γιανναράς, Ορθοδοξία και Δύση στη νεώτερη Ελλάδα, εκδ. Δόμος, Αθήνα 1992, σελ.283
  11. 11,0 11,1 Μπουγας, Ιωαννης Π (2 Οκτωβρίου 2019). «ENOTHTA: Μνημόσυνο Κωνσταντίνου Οικονόμου του εξ Οικονόμων.Εκκλησιαστικές φωτογραφίες του 20ου αιώνος. ανάρτηση 41η». ENOTHTA. Ανακτήθηκε στις 2 Οκτωβρίου 2019. 
  12. Κωνσταντίνος Δημαράς, «Κωνσταντίνος Οικονόμος ο εξ Οικονόμων-Ένα μνημόσυνο », στο: Κ.Θ. Δημαράς, Σύμμικτα Α' Από την παιδεία στη λογοτεχνία, (επιμ.Αλέξης Πολίτης), Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, Αθήνα, 2000, σελ.165

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Ἀναγνωστόπουλος, Βασίλης Δ., «Σχολιάζοντας τὸν πρόλογο τοῦ βιβλίου “Περὶ τῆς γνησίας προφορᾶς τῆς ἑλληνικῆς γλώσσης” τοῦ Κων/νου Οἰκονόμου ἐξ Οἰκονόμων», στό: Πρακτικὰ Πανελληνίου Συνεδρίου, Θεσσαλοὶ Φιλόσοφοι, Λάρισα - Τσαρίτσανη, 1998, σσ. 339-348
  • Ιωαννίδης, Χ., Λόγιοι κληρικοί και Νεοελληνικός Διαφωτισμός: μια κρίσιμη σχέση, μεταπτυχιακή διπλωματική εργασία, Αθήνα: ΕΚΠΑ, τμήμα Ιστορίας & Αρχαιολογίας, 2017. https://pergamos.lib.uoa.gr/uoa/dl/frontend/browse.html?p.id=1327869
  • Παπαδερός Αλέξανδρος, Μετακένωσις. Ελλάδα, Ορθοδοξία, διαφωτισμός κατά τον Κοραή και τον Οικονόμο, μτφρ. Εμμανουήλ Γεωργουδάκης, εκρ. Ακρίτας, 2010