Κνήμη

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Τα οστά της κνήμης

Η κνήμη είναι το μεγαλύτερο και πιο εσωτερικό οστό του κάτω άκρου κάτω από το γόνατο και αυτό που μεταφέρει το βάρος του σώματος. Είναι το δεύτερο μεγαλύτερο οστό του ανθρώπου. Είναι το μόνο οστό της κνήμης που συμμετέχει στην άρθρωση του γονάτου.[1] Το άνω μέρος της κνήμης είναι πλατύ και έχει δύο κονδύλους. Οι πάνω επιφάνειες των κονδύλων είναι αρθρικές. Κάτω από τους κονδύλους βρίσκεται το κνημιαίο όγκωμα ή κύρτωμα. Η διάφυση της κνήμης είναι τριγωνική. Η έξω επιφάνειά της ενώνεται με την περόνη μέσω του μεσόστεου υμένα. Το κάτω άκρο της κνήμης έχει μια οστέινη προεξοχή, το έσω σφυρό.

Περιγραφή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η κνήμη είναι ένα μακρύ οστό. Το άνω μέρος της είναι πλατύ στο εγκάρσιο επίπεδο για να δέχεται το βάρος του σώματος και αποτελείται από τον έσω και έξω κόνδυλο. Οι κνημιαίοι κόνδυλοι είναι δύο χοντροί οριζόντιοι οστέινοι δίσκοι.[2] Ο έσω κόνδυλος είναι μεγαλύτερος από τον έξω και χωρίζεται με αυτό με το μεσοκονδύλιο ή μεσογλήνιο έπαρμα. Ο έσω κόνδυλος έχει μια ωοειδή αρθρική επιφάνεια, η οποία αρθρώνεται με το έσω μηριαίο κόνδυλο του μηριαίου οστού. Η αρθρική επιφάνεια του έξω κονδύλου είναι σφαιρική και αρθρώνεται με τον έξω μηριαίο κόνδυλο. Οι δύο αυτές επιφάνειες είναι κοίλες. Τα εξωτερικά χείλη των δυο αρθρικών επιφανειών έρχονται σε επαφή με τους μηνίσκους της άρθρωσης του γονάτου. Ο έξω κόνδυλος έχει επίσης κάτω από την περιφέρειά του μια αρθρική επιφάνεια για την άρθρωση με τη περόνη. Στο μεσοκονδύλιο έπαρμα έχει προσφυτικές επιφάνειες για τους χιαστούς συνδέσμους και τους μηνίσκους.[3] Το κνημιαίο όγκωμα βρίσκεται στη πρόσθια επιφάνεια της κνήμης και είναι το σημείο κατάφυσης του επιγονατιδικού σύνδεσμου, ο οποίος αποτελεί τη συνέχεια του τένοντα του τετρακέφαλου μετά την επιγονατίδα. Η επιφάνεια πάνω από το κνημιαίο όγκωμα είναι τραχιά και διάτρητη για τη δίοδο αιμοφόρων αγγείων.[4]

Η διάφυση της κνήμης είναι τριγωνική και έχει τρεις επιφάνειες και τρία χείλη. Το πρόσθιο χείλος είναι οξύ και αποτελεί τη συνέχεια του κνημιαίου ογκώματος.[4] Το μεσόστεο χείλος είναι μια μικρή προεξοχή προς τα έξω, όπου καταφύεται ο μεσόστεος υμένας, ο οποίος ενώνει την κνήμη με την περόνη.[5] Το έσω χείλος είναι δυσδιάκριτο προς τα πάνω, και στο μέσο της διάφυσης γίνεται οξύ. Η έσω επιφάνεια είναι πλατιά και ομαλή και είναι ψηλαφητή σε όλο το μήκος της.[4] Στη κορυφή της βρίσκεται ο χήνειος πόδας, η κοινή κατάφυση του ραπτικού, του ισχνού και του ημιτενοντώδη μυ.[4] Οι άλλες δύο επιφάνειες είναι η οπίσθια, η οποία έχει μια τραχιά γραμμή, την υποκνημίδια γραμμή, και η έξω. Η διάφυση της κνήμης πλαταίνει προς τα κάτω.[5]

Το κάτω μέρος είναι πλατύ για να στηρίξει το βάρος του σώματος στη ποδοκνημική άρθρωση. Το κάτω μέρος της κνήμης έχει μια οστέινη προεξοχή, το έσω σφυρό. Το ανώτερο τμήμα του είναι μέρος της διάφυσης της κνήμης ενώ το κάτω συνδέεται με τη πτέρνα, ένα από τα οστά του ταρσού. Η άρθρωση κνήμης και αστραγάλου αποτελεί μεγάλο μέρος της ποδοκνημικής άρθρωσης. Επίσης, η έξω επιφάνεια του κάτω μέρους της κνήμης έχει μια εντομή, τη περονιαία εντομή, στην οποία καθηλώνεται η περόνη.[5]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Drake 2007, σελ. 515.
  2. Drake 2007, σελ. 515-516.
  3. Drake 2007, σελ. 516.
  4. 4,0 4,1 4,2 4,3 Drake 2007, σελ. 517.
  5. 5,0 5,1 5,2 Drake 2007, σελ. 543.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Drake, R.L.· Vogl, W.· Mitchell, A.W.M. (2007). Ανατομία Gray’s. Αθήνα: Εκδόσεις Πασχαλίδης. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]