Κανγκτσενγιούνγκα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Συντεταγμένες: 27°42′09″N 88°08′54″E / 27.7025°N 88.148333°E / 27.7025; 88.148333

Κανγκτσενγιούνγκα
Χάρτης
Ύψος8.586 μ
ΟροσειράΙμαλάια
ΉπειροςΑσία
ΧώρεςΙνδία, Νεπάλ
ΤύποςΓνευσίτης στη βάση και λευκογρανίτης στην κορυφή
Πρώτη ανάβαση25 Μαΐου 1955 by
Τζο Μπράουν και Τζορτζ Μπαντ
(Πρώτη χειμερινή 11 Ιανουαρίου 1986 Γέζι Κουκούτσκα και Κριστόφ Βιελίτσκι)
Το όρος Κανγκτσεγιούνγκα

Το Κανγκτσενγιούνγκα (Νεπαλικά: कञ्चनजङ्घा Kangchenjunga) βρίσκεται στα ινδονεπαλικά σύνορα στην οροσειρά Ιμαλάια και είναι το τρίτο ψηλότερο βουνό στη Γη μετά το όρος Έβερεστ και το Κ2, με υψόμετρο 8.586 μέτρα[1]. Υψώνεται στα 8.586 μ σε ένα τομέα των Ιμαλαΐων που αποκαλείται Κανγκτσενγιούνγκα Χιμάλ που έχει όριο δυτικά τον ποταμό Ταμούρ και ανατολικά τον ποταμό Τεέστα[2]. Το Κανγκτσενγιούνγκα Χιμάλ βρίσκεται στο ανατολικό Νεπάλ και Σικκίμ, στην Ινδία[3].

Όνομα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το όνομα Κανγκτσενγιούνγκα σημαίνει «οι πέντε θησαυροί του χιονιού», καθώς έχει πέντε κορυφές και λατρευόταν πάντα από τους κατοίκους του Νταρτζίιλινγκ και του Σικκίμ[4].

Γεωγραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μέχρι το 1852 θεωρείτο ότι το Κανγκτσενγιούνγκα ήταν το ψηλότερο βουνό στη Γη, όμως υπολογισμοί από την μεγάλη τριγωνομετρική έρευνα έδειξαν ότι το Έβερεστ ήταν το ψηλότερο βουνό και το Κανγκτσενγιούνγκα ήταν τρίτο. Επίσημα η ανακοίνωση έγινε το 1856 [5]

Αναβάσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι πρώτοι που ανέβηκαν το Κανγκτσενγιούνγκα ήταν οι Τζο Μπράουν και Τζορτζ Μπαντ που έφτασαν στην κορυφή τις 25 Μαΐου 1955 ως μέλη βρετανικής αποστολής. Σταμάτησαν λίγο κάτω από την κορυφή τιμώντας την υπόσχεση που έδωσαν στον μαχαραγιά του Σικκίμ ότι η κορυφή του βουνού θα έμενε απάτητη. Από τότε όλοι οι ορειβάτες που προσέγγισαν την κορυφή ακολούθησαν αυτή την παράδοση[4]. Άλλα μέλη της συγκεκριμένης αποστολής ήταν οι Τζον Άντζελο Τζάκσον και Τομ ΜακΚίνον.[6]

Το 2018 το Κανγκτσενγιούνγκα κατακτήθηκε για πρώτη φορά από δύο Έλληνες, τον Αντώνη Συκάρη και τον Φώτη Θεοχάρη. Ήταν μέλη μίας αποστολής με 42 ορειβάτες, από τους οποίους έφτασαν στην κορυφή οι 17, στις 20 Μαΐου 2018.[7]

Παραπομπές σημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Freshfield, D. W. (1903). Round Kangchenjunga: a narrative of mountain travel and exploration. London: Edward Arnold. 
  2. Carter, H. A. (1985). «Classification of the Himalaya». American Alpine Journal (American Alpine Club) 27 (59): 109–141. http://c498469.r69.cf2.rackcdn.com/1985/109_carter_himalaya_aaj1985.pdf. 
  3. Dhar, O. N. and S. Nandargi (2000). An appraisal of precipitation distribution around the Everest and Kanchenjunga peaks in the Himalayas Weather 55 (7): 223–234
  4. 4,0 4,1 Kapadia, H. (2001). Across Peaks & Passes in Darjeeling & Sikkim. New Delhi: Indus Publishing Company. ISBN 8173871264. 
  5. Gillman, P. (1993). Everest: The Best Writing and Pictures from Seventy Years of Human Endeavour. Boston: Little, Brown and Company. σελ. 208. ISBN 0316904899. 
  6. Perrin, J. (2005). «Obituary: John Jackson. Key climber and trainer of British mountaineers». The Guardian. Ανακτήθηκε στις 31 Οκτωβρίου 2013. 
  7. «Οι πρώτοι Ελληνες που κατέκτησαν τη δυσκολότερη κορυφή των Ιμαλαΐων». Η Καθημερινή. 6/6/2018. http://www.kathimerini.gr/967871/article/epikairothta/ellada/oi-prwtoi-ellhnes-poy-katekthsan-th-dyskoloterh-koryfh-twn-imalaiwn. Ανακτήθηκε στις 8/6/2018. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]