Καμπότζη

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Συντεταγμένες: 12°44′00″N 105°40′00″E / 12.7333°N 105.6667°E / 12.7333; 105.6667

Βασίλειο της Καμπότζης

Preăh Réachéanachâk Kâmpŭchea

Σημαία

Εθνόσημο
Εθνικό σύνθημα:
(Χμερ: Έθνος, Θρησκεία, Βασιλιάς)
Εθνικός ύμνος: Nokoreach (Μεγαλειώδες Βασίλειο)
Τοποθεσία της χώρας στον κόσμο
και μεγαλύτερη πόληΠνομ Πεν
11°33′00″N 104°55′00″E / 11.55°N 104.9167°E / 11.55; 104.9167 (Πνομ Πεν)
Χμερ
Βασιλευομένη Κοινοβουλευτική Δημοκρατία
Νοροντόμ Σιχαμόνι
Χουν Μανέτ
Ανεξαρτησία
Από τη Γαλλία
Ισχύον Σύνταγμα

9 Νοεμβρίου 1953
21 Σεπτεμβρίου 1993
 • Σύνολο
 • % Νερό
 • Σύνορα
Ακτογραμμή

181.040 km2 (90η)
2,5
2.572 km
443 km
Πληθυσμός
 • Εκτίμηση 2023 
 • Απογραφή 2019 
 • Πυκνότητα 

17.091.464[1] (73η) 
15.552.211[2]  
94,4 κατ./km2 (121η) 
ΑΕΠ (ΙΑΔ)
 • Ολικό  (2018)
 • Κατά κεφαλή 

70,242 δισ. $[3] (105η)  
4.322 $[3] (146η) 
ΑΕΠ (ονομαστικό)
 • Ολικό  (2018)
 • Κατά κεφαλή 

24,360 δισ. $[3] (118η)  
1.559 $[3] (149η) 
ΔΑΑ (2021)Μείωση 0,593[4] (146η) – μεσαίος
ΝόμισμαΡιέλ (៛)1 (KHR)
(UTC +7)
Internet TLD.kh
Οδηγούν σταδεξιά
Κωδικός κλήσης+855
1 Τοπικό νόμισμα, τα δολάρια ΗΠΑ είναι ευρέως αποδεκτά

Το Βασίλειο της Καμπότζης, πιο απλά γνωστό ως Καμπότζη είναι χώρα της Νοτιοανατολικής Ασίας με πληθυσμό 17.091.464 κατοίκους[1], σύμφωνα με επίσημη εκτίμηση για το 2023 και πρωτεύουσα την Πνομ Πεν. Η Καμπότζη είναι διάδοχο κράτος της κάποτε πανίσχυρης Αυτοκρατορίας των Χμερ, που κυβερνούσε το μεγαλύτερο μέρος της Ινδοκίνας μεταξύ του 11ου και του 14ου αιώνα. Κατόπιν η χώρα πέρασε διαδοχικά στην κυριαρχία Ταϊλανδών και Βιετναμέζων. Το 1863 έγινε προτεκτοράτο της Γαλλίας, από την οποία κέρδισε την ανεξαρτησία της το 1953. Βρίσκεται στο νότιο τμήμα της Ινδοκίνας στη Νοτιοανατολική Ασία και έχει έκταση 181.035 τ.χλμ.. Συνορεύει με την Ταϊλάνδη στα βορειοδυτικά, με το Λάος στα βόρεια, το Βιετνάμ στα ανατολικά και βρέχεται από τον κόλπο της Ταϊλάνδης στα νοτιοδυτικά. Πρωτεύουσα και μεγαλύτερη πόλη είναι η Πνομ Πεν.

Οι κάτοικοι της Καμπότζης καλούνται συνήθως Καμποτζιανοί ή Χμερ· ο δεύτερος προσδιορισμός αναφέρεται αποκλειστικά σε όσους έχουν Χμερ εθνοτική καταγωγή. Αυτό αφορά τους περισσότερους κατοίκους της χώρας, που είναι Θεραβάντα Βουδιστές, αλλά υπάρχουν και αρκετοί Μουσουλμάνοι Τσαμ, καθώς και Κινέζοι, Βιετναμέζοι και κάποιες φυλές, που ακολουθούν ανιμιστικές θρησκευτικές πεποιθήσεις. Επίσημη γλώσσα του κράτους είναι η Χμερ.

Το κυρίαρχο κράτος της Καμπότζης έχει πάνω από 17 εκατομμύρια κατοίκους.[5] Ο βουδισμός είναι η επίσημη κρατική θρησκεία της Καμπότζης και την ασκεί πάνω από το 97% των κατοίκων.[6] Οι μειονοτικές ομάδες της Καμπότζης είναι οι Βιετναμέζοι, οι Κινέζοι, οι Τσαμ και 30 φυλές που ζουν σε ορεινές περιοχές.[7] Η Καμπότζη έχει τροπικό κλίμα μουσώνων με δύο διακριτές εποχές και αποτελείται από μια κεντρική πλημμυρική πεδιάδα γύρω από τη λίμνη Τονλεσάπ και το Δέλτα του Μεκόνγκ, ενώ το υπόλοιπο τμήμα της Καμπότζης από οροπέδια, ημιορεινές και ορεινές περιοχές. Πρωτεύουσα και μεγαλύτερη πόλη είναι η Πνομ Πεν, η οποία είναι παράλληλα το πολιτικό, οικονομικό και πολιτιστικό κέντρο της Καμπότζης. Το βασίλειο είναι μια εκλεγμένη συνταγματική μοναρχία με μονάρχη τον Νοροντόμ Σιχαμόνι, ο οποίος επιλέγεται από το Βασιλικό Συμβούλιο του Θρόνου ως αρχηγό του κράτους. Ο επικεφαλής της κυβέρνησης λέγεται πρωθυπουργός, ο οποίος πρωθυπουργός επί του παρόντος είναι ο Χουν Σεν, ο μακροβιότερος ηγέτης στη Νοτιοανατολική Ασία ο οποίος δεν είναι μονάρχης, επειδή κυβερνά αδιάκοπα από το 1985.

Η περιοχή που λέγεται Καμπότζη κατοικείται από τους προϊστορικούς χρόνους. Το 802 μ.Χ., ο Τζαγιαβαρμάν Α΄ αυτοανακηρύχθηκε βασιλιάς, ενώνοντας τους αντιμαχόμενους πρίγκιπες του κράτους της Τσένλας σε ένα νέο κράτος το οποίο ονομάστηκε Καμπούτζα.[8] Η πράξη αυτή του Τζαγιαβαρμάν σηματοδότησε την αρχή της αυτοκρατορίας των Χμερ, η οποία άκμασε για περισσότερα από 600 χρόνια. Το ινδοποιημένο βασίλειο διευκόλυνε τη διάδοση του Ινδουισμού και στη συνέχεια του Βουδισμού σε μεγάλο μέρος της Νοτιοανατολικής Ασίας και έχτισε πολλά μεγάλα θρησκευτικά κτίρια στη περιοχή. Το Άνγκορ Βατ είναι το πιο διάσημο από αυτά τα κτίρια και έχει χαρακτηριστεί ως Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς. Τον δέκατο πέμπτο αιώνα, η Καμπότζη άρχισε να παρακμάζει, ενώ οι γείτονές της Βιετνάμ και Ταϊλάνδη έγιναν ισχυρότεροι. Το 1863, η Καμπότζη έγινε προτεκτοράτο της Γαλλίας και αργότερα μέρος της Γαλλικής Ινδοκίνας.

Μετά από μια περίοδο τριετούς ιαπωνικής κατοχής κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, η Καμπότζη ανεξαρτητοποιήθηκε από τη Γαλλία το 1953. Ενώ η Καμπότζη είχε δηλώσει ουδετερότητα στον πόλεμο αυτό, ο πόλεμος του Βιετνάμ επεκτάθηκε στην Καμπότζη το 1965 μέσω των μονοπατιών Χο Τσι Μιν και Σιχανούκ. Το πραξικόπημα του 1970 εγκατέστησε τη φιλοαμερικανική Δημοκρατία των Χμερ, η οποία παρέμεινε στην εξουσία για πέντε χρόνια έως ότου το καθεστώς ανετράπη από τους Ερυθρούς Χμερ το 1975. Οι Ερυθροί Χμερ κυβέρνησαν τη χώρα και διέπραξαν τη γενοκτονία της Καμπότζης από το 1975 έως το 1979, όταν εκδιώχθηκαν από τους Βιετναμέζους με πόλεμο. Η Λαϊκή Δημοκρατία της Καμπουτσέα υπό την κατοχή του Βιετνάμ απετέλεσε την ντε φάκτο κυβέρνηση της χώρας, ενώ οι προσπάθειες ανοικοδόμησης της χώρας υπό τον συντονισμό του Βιετνάμ μετά τη γενοκτονία που αμαυρώθηκαν από την περιορισμένη διεθνή αναγνώριση και τη συνεχιζόμενη σύγκρουση.

Μετά τις συνθήκες ειρήνης του Παρισιού του 1991 οι οποίες οδήγησαν στην επίσημη λήξη του πολέμου με το Βιετνάμ, η Καμπότζη ήταν για ένα έτος υπό τη διοίκηση του ΟΗΕ (1992–93). Ο ΟΗΕ αποχώρησε μετά την οργάνωση εκλογών στις οποίες συμμετείχε πάνω από το 90% των ψηφοφόρων. Το πραξικόπημα του 1997 οδήγησε στην εδραίωση της εξουσίας του Χουν Σεν και του κόμματός του.

Τα Ηνωμένα Έθνη θεωρούν ότι η Καμπότζη είναι υπανάπτυκτη χώρα.[9] Η Καμπότζη είναι μέλος των Ηνωμένων Εθνών, της Ένωσης Χωρών της Νοτιοανατολικής Ασίας, της Περιφερειακής Συνολικής Οικονομικής Σύμπραξης, της Συνόδου Κορυφής της Ανατολικής Ασίας, του Παγκοσμίου Οικονομικού Εμπορίου, του Κινήματος των Αδεσμεύτων και του Διεθνούς Οργανισμούς Γαλλοφωνίας. Αν και συνταγματικά ένα πολυκομματικό κράτος, [10] στο πολιτικό σύστημα κυριαρχεί ένα μόνο πολιτικό κόμμα, το Λαϊκό Κόμμα της Καμπότζης. Ενώ το κατά κεφαλήν εισόδημα στην Καμπότζη είναι χαμηλότερο σε σχέση με τους περισσότερους γείτονές της, η Καμπότζη έχει μια από τις ταχύτερα αναπτυσσόμενες οικονομίες στην Ασία. Η γεωργία είναι ο κυρίαρχος οικονομικός τομέας, με τους τομείς της κλωστοϋφαντουργίας, των κατασκευών, των ενδυμάτων και του τουρισμού να συμβάλλουν σημαντικά στην ανάπτυξη και να οδηγούν την αύξηση των ξένων επενδύσεων και του διεθνούς εμπορίου με την Καμπότζη.[11] Είναι πλούσια σε βιοποικιλότητα και εποχιακά τροπικά δάση, αλλά η Καμπότζη έχει υψηλό ποσοστό αποψίλωσης των δασών και θεωρείται μια από τις πιο ευάλωτες χώρες στην κλιματική αλλαγή. Οι ξένοι παρατηρητές έχουν επισημάνει τη διαφθορά, τη φτώχεια και τα ανθρώπινα δικαιώματα ως μείζονα προβλήματα για την Καμπότζη.

Ετυμολογία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το Βασίλειο της Καμπότζης είναι η επίσημη ονομασία της χώρας. Η ελληνική ονομασία της χώρας, Καμπότζη, είναι εξελληνισμός του γαλλικού ονόματος Cambodge, το οποίο είναι η μεταφορά του ονόματος της Καμπότζης στα χμερ កម្ពុជា (Καμπουτσέα). Ως Καμπουτσία (ή Καμπουτσέα, το Καμπουτσία είναι ορθό) είναι η συντομογραφία του επίσημου ονόματος της χώρας στα Χμερ, ព្រះរាជាណាចក្រកម្ពុជា (Πρέεχ Ριατσιαναατσάκ Καμπουτσία). Η ονομασία της χώρας στα Χμερ, កម្ពុជា (Καμπουτσία), προέρχεται από τη σανσκριτική ονομασία कम्बोजदेश (Καμποτζαντέσα), αποτελούμενη από τις σανσκριτικές λέξεις ντέσα (χώρα, देश) και καμπότζα (कम्बोज), αναφερόμενος στους απογόνους του Κάμπου Σβαγιαμμπούβα (ενός θρυλικού Ινδού σοφού από το αρχαίο ινδικό βασίλειο της Καμπότζας). Ο Καμπότζα ήταν πρόγονος του Καουνντίνγια Α΄ (Χμερ: ព្រះថោថោថ) ενός πολεμιστή ο οποίος ανήκε στη δυναστεία Καμπότζα-Πάλα, η οποία κυβερνούσε την ιστορική περιοχή της Καλίνγκας, η οποία βρίσκεται στις ανατολικές παράκτιες πεδιάδες της Ινδίας. Ο Καουντίνγια ξεκίνησε πόλεμο με τη βασίλισσα Σόμα του Φουνάν, την οποία νίκησε. Η βασίλισσα Σόμα έκανε στον Καμπότζα πρόταση γάμου, την οποία δέχτηκε, δημιουργώντας έτσι το πρώτο αρχαίο βασίλειο των Χμερ.[12] Η χώρα είναι γνωστή με τη σημερινή ονομασία (ή με παρεμφερείς) στους Ευρωπαίους ήδη από το 1524, αφού ο Αντόνιο Πιγκαφέτα (ο Ιταλός εξερευνητής που ακολούθησε τον Φερδινάνδο Μαγγελάνο στον περίπλου του πλανήτη) αναφέρει μια περιοχή γνωστή ως Καμότζια (Camogia) στο βιβλίο του με τίτλο Relazione del primo viaggio intorno al mondo (1524–1525).[13]

Ο μελετητής Ζωρζ Σεντές αναφέρεται σε μια επιγραφή του 10ου αιώνα, η οποία αναφέρεται σε ένα δυναστικό μύθο της Καμπότζης, στον οποίο μύθο ο ερημίτης Κάμπου Σβαγιαμμπούβα και η ουράνια νύμφη Μέρα ενώνονται, παντρεύονται και ιδρύουν την ηλιακή (Κάμπου-Μέρα) βασιλική δυναστεία της Καμπότζης, η οποία ξεκινά να βασιλεύει με τον βασιλιά τον Τσένλα Σρουταβαρμάν και έπειτα τον διαδέχθηκε ο γιος του Σρεσθαβαρμάν. Ο Σεντές υποστηρίζει ότι ο θρύλος του Κάμπου Σβαγιαμμπούβα προέρχεται από τη νότια Ινδία. Ο μύθος αυτός, ο οποίος προέρχεται από μια έκδοση του μύθου της δημιουργίας της δυναστείας Κάντσι Παλάβα.[14][15]

Στην καθομιλουμένη γλώσσα, οι Καμποτζιανοί αποκαλούν τη χώρα τους Σροκ Κχμαέ (ស្រុកខ្មែរ = Χώρα των Χμερ). Χρησιμοποιείται, παράλληλα με αυτή, η κάπως πιο επίσημη ονομασία Πρατέχ Καμπουτσία (ប្រទេសកម្ពុជា = Χώρα της Καμπουτσίας/Καμπότζης). Ο δυτικός κόσμος χρησιμοποιεί συχνότερα την ονομασία Καμπότζη, ενώ ο ανατολικός κόσμος προτιμά τη χρήση της ονομασίας Καμπουτσία.[16][17][18]

Γεωγραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γεωμορφολογικός χάρτης της Καμπότζης
Διοικητικός χάρτης της Καμπότζης

Η Καμπότζη έχει έκταση 181.035 τετραγωνικών χιλιομέτρων και βρίσκεται εξ ολοκλήρου εντός της τροπικής ζώνης, μεταξύ του δέκατου και δέκατου πέμπτου παράλληλου αλλά και μεταξύ του εκατοστού δεύτερου και του εκατοστού όγδοου μεσημβρινού. Συνορεύει με την Ταϊλάνδη στα βόρεια και δυτικά, με το Λάος στα βορειοανατολικά και με το Βιετνάμ στα ανατολικά και νοτιοανατολικά. Έχει μια ακτογραμμή μεγέθους 443 χιλιομέτρων κατά μήκος του Κόλπου της Ταϊλάνδης.[19][20] Η χώρα συνορεύει με την Ταϊλάνδη στα δυτικά και βορειοδυτικά, με το Λάος στα βορειοανατολικά και με το Βιετνάμ στα νότια-νοτιοανατολικά. Νότια βρέχεται από τον κόλπο της Ταϊλάνδης. Η γεωγραφία της χώρας κυριαρχείται από τον ποταμό Μεκόνγκ (που στα Χμερ σημαίνει μεγάλος ποταμός και την Τονλέ Σαπ (λίμνη γλυκού νερού), που είναι και σημαντικός ιχθυοπαραγωγικός πόρος. Το μεγαλύτερο μέρος της χώρας βρίσκεται στο επίπεδο της θάλασσας, κι έτσι κατά την υγρή εποχή η ροή του νερού αντιστρέφεται, και μεταφέρεται από τον Μεκόνγκ πίσω στην Τονλέ Σαπ και τη γύρω πεδιάδα.

Το τοπίο της Καμπότζης χαρακτηρίζεται από μια χαμηλή κεντρική πεδιάδα, που περιβάλλεται από υψίπεδα και χαμηλά βουνά. Παράλληλα περιλαμβάνει το Τονλεσάπ (= Μεγάλη Λίμνη) και τα ανώτερα όρια του δέλτα του ποταμού Μεκόνγκ. Όσο προχωράμε πιο μέσα στην Καμπότζη και φεύγουμε από την κεντρική Καμπότζη, εντοπίζουμε μεταβατικές πεδιάδες, με αραιή δασοκάλυψη και υψώνονται σε υψόμετρα περίπου 200 μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας.

Στα βόρεια, η πεδιάδα της Καμπότζης χαρακτηρίζεται από γκρεμούς. Αυτή η περιοχή γκρεμών από ψαμμίτη σχηματίζει μια λοφώδη έκταση με κατεύθυνση προς το νότο, η οποία έχει μήκος πάνω από 320 χιλιόμετρα από τα δυτικά προς τα ανατολικά. Λόγω των γκρεμών, υπάρχουν περιοχές με απότομες υψομετρικές ανόδους στην Καμπότζη, που φτάνουν τα 180 με 550 μέτρα. Αυτός ο λόφος σηματοδοτεί το νότιο όριο των ορέων Ντανγκρέκ.

Ο ποταμός Μεκόνγκ ρέει με κατεύθυνση προς το νότο, διασχίζοντας την ανατολική Καμπότζη. Ανατολικά του Μεκόνγκ οι μεταβατικές πεδιάδες σιγά σιγά ενώνονται με τα ανατολικά υψίπεδα, μια περιοχή με δασώδη βουνά και ψηλά οροπέδια, που συνεχίζουν και σε εκτάσεις των γειτονικών κρατών Λάος και Βιετνάμ. Στη νοτιοδυτική Καμπότζη, δύο διακριτά οροπέδια, τα όρη Κραβάν και Νταμρέι, σχηματίζουν μια άλλη ορεινή περιοχή η οποία καλύπτει μεγάλο μέρος της χερσαίας έκτασης μεταξύ του Τονλεσάπ και του Κόλπου της Ταϊλάνδης.

Στη νοτιοδυτική Καμπότζη βρίσκεται το όρος Πνομ Αουράλ, το υψηλότερο σημείο στην Καμπότζη, με υψόμετρο 1.813 μέτρων.[21] Η νότια παράκτια περιοχή, που γειτνιάζει με τον Κόλπο της Ταϊλάνδης είναι μια στενή πεδινή λωρίδα, σε μεγάλη έκταση δασώδης και αραιοκατοικημένη. Τα νοτιοδυτικά υψίπεδα την απομονώνουν από την πεδιάδα της κεντρικής Καμπότζης.

Το πιο διακριτό γεωγραφικό χαρακτηριστικό της Καμπότζης είναι η μεταβαλλόμενη έκταση της λίμνης Τονλεσάπ (ή Τονλέ Σαπ). Ενώ στην εποχή της ξηρασίας έχει έκταση περίπου 2.590 τ.χλμ., στην εποχή των βροχών μπορεί να φτάσει και τα 24.605 τ.χλμ. περίπου. Αυτή η πυκνοκατοικημένη πεδιάδα, της οποίας το κύριο προϊόν είναι το ρύζι, είναι η καρδιά της Καμπότζης.[22] Μεγάλο μέρος αυτής της κεντρικής πεδιάδας της Καμπότζης έχει χαρακτηριστεί ως καταφύγιο βιόσφαιρας.[22]

Κλίμα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Χάρτης της Καμπότζης, σύμφωνα με την κλιματική ταξινόμηση Κέππεν.

Το κύριο χαρακτηριστικό του κλίματος της Καμπότζης, όπως και της υπόλοιπης Νοτιοανατολικής Ασίας, είναι οι μουσώνες. Υπάρχουν τόσο οι ξηροί όσο και οι υγροί μουσώνες. Οι πρώτοι πνέουν στην ξηρή εποχή και οι άλλοι στην υγρή εποχή (εποχή των βροχών).

Το εύρος των θερμοκρασιών στην Καμπότζη κυμαίνεται από τους 21 έως τους 35 βαθμούς Κελσίου και την περίοδο Μαΐου-Οκτωβρίου υπάρχει η εποχή των βροχών. Οι νοτιοδυτικοί μουσώνες, που πνέουν στην ενδοχώρα της Καμπότζης φέρνουν ανέμους γεμάτους υγρασία από τον Κόλπο της Ταϊλάνδης και τον Ινδικό Ωκεανό από τον Μάιο έως τον Οκτώβριο. Δηλαδή, αυτούς τους μήνες σημειώνεται ο μεγαλύτερος αριθμός των βροχοπτώσεων. Ο βορειοανατολικός μουσώνας διαμορφώνει την εποχή της ξηρασίας, η οποία διαρκεί από τον Νοέμβριο έως τον Απρίλιο. Η χώρα παρουσιάζει τις μεγαλύτερες ποσότητες βροχοπτώσεων τον Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο, ενώ οι πιο ξηροί μήνες είναι ο Ιανουάριος και ο Φεβρουάριος.

Σύμφωνα με το Διεθνές Κέντρο Αναπτυξιακών Ερευνών και τα Ηνωμένα Έθνη, η Καμπότζη θεωρείται μαζί με τις Φιλιππίνες, η πιο ευάλωτη χώρα της Νοτιοανατολικής Ασίας στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής.[23][24] Σχεδόν όλες οι επαρχίες της Καμπότζης επηρεάζονται από την κλιματική αλλαγή.[25] Οι αγροτικοί παράκτιοι πληθυσμοί είναι οι πιο ευάλωτοι στην κλιματική αλλαγή. Οι ελλείψεις καθαρού νερού, οι πλημμύρες με μεγαλύτερη ένταση και επιπτώσεις, οι κατολισθήσεις λάσπης, η άνοδος της στάθμης της θάλασσας και οι δυνητικά καταστροφικές καταιγίδες προκαλούν ιδιαίτερη ανησυχία, σύμφωνα με τη Συμμαχία για την Κλιματική Αλλαγή της Καμπότζης. Η κλιματική αλλαγή έχει επιδράσει σημαντικά στη στάθμη των υδάτων, την οικολογία και την παραγωγικότητα της Τονλεσάπ τα τελευταία χρόνια, επηρεάζοντας την επισιτιστική ασφάλεια και τη γεωργική απόδοση πολλών Καμποτζιανών.[26][27]

Η Καμπότζη έχει δύο ξεχωριστές εποχές. Η περίοδος των βροχών, η οποία διαρκεί από τον Μάιο έως τον Οκτώβριο, χαρακτηρίζεται από πτώση θερμοκρασιών έως και στους 22 βαθμούς Κελσίου, και γενικά συνοδεύεται από υψηλά ποσοστά υγρασίας. Η περίοδος της ξηρασίας διαρκεί από τον Νοέμβριο έως τον Απρίλιο, όταν οι θερμοκρασίες αυξάνονται ακόμη και κοντά στους 40 βαθμούς Κελσίου τον Απρίλιο. Και στην Ινδία το τέλος της εποχής της ξηρασίας συνοδεύεται από ζέστες. Καταστροφικές πλημμύρες σημειώθηκαν το 2001 και ξανά το 2002. Κάθε χρόνο ένα τμήμα της χώρας πλημμυρίζει κατά την εποχή των βροχών.[28] Κατά τη διάρκεια της εποχής των τυφώνων του Ειρηνικού 2020, η οποία εκτείνεται στην εποχή των βροχών και ιδίως στην περίοδο Ιουλίου-Οκτωβρίου, σημαντικής έκτασης πλημμύρες σημειώθηκαν σε 17 επαρχίες της Καμπότζης.[29]

Βιοποικιλότητα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μακάκοι στο Πνομ Προς, στην επαρχία Καμπόνγκ Τσαμ

Η βιοποικιλότητα της Καμπότζης βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στα εποχικά τροπικά δάση της (τα οποία περιέχουν περίπου 180 καταγεγραμμένα είδη δέντρων) και στα παρόχθια οικοσυστήματα. Επιστημονικά έχει βεβαιωθεί η ύπαρξη 212 ειδών θηλαστικών, 536 ειδών πουλιών, 240 ειδών ερπετών, 850 ειδών ψαριών του γλυκού νερού (στη λίμνη Τονλεσάπ) και 435 είδη θαλάσσιων ψαριών στην Καμπότζη. Μεγάλο μέρος αυτής της βιοποικιλότητας ζει γύρω από τη λίμνη Τονλεσάπ και τη γύρω βιόσφαιρα.[30]

Το καταφύγιο βιόσφαιρας Τονλεσάπ είναι ένα καταφύγιο άγριας φύσης, που περιβάλλει τη λίμνη Τονλεσάπ. Το καταφύγιο αυτό καταλαμβάνει την επικράτεια της λίμνης και εννιά επαρχιών: Καμπόνγκ Θομ, Σιέμ Ρεάπ, Μπαταμπάνγκ, Πουρσάτ, Καμπόνγκ Τσχνάνγκ, Μπαντεάι Μεάντσεαϊ, Παϊλίν, Οντάρ Μεάντσεϊ και Πρεά Βιχεάρ. Το 1997, το καταφύγιο Τονλέ Σαπ ορίστηκε αποθεματικό βιόσφαιρας της Ουνέσκο.[31] Άλλοι βασικοί βιότοποι της Καμπότζης είναι τα αειθαλή και ξηρά δάση των διπτερόκαρπων στην επαρχία Μοντολκίρι και στην επαρχία Ρατανακίρι. Ο βιότοπος των διπτερόκαρπων ανήκει στο καταφύγιο άγριας ζωής Κέο Σέιμα, το καταφύγιο άγριας ζωής Πνομ Πριτς, αλλά και το καταφύγιο άγριας ζωής Σρεπόκ. Το οικοσύστημα των βουνών των Κάρδαμων προστατεύεται από το εθνικό πάρκο Πρεάχ Μονιβόνγκ, το εθνικό πάρκο Μποτούμ-Σακόρ, το καταφύγιο άγριας ζωής Πνομ Αουράλ και το καταφύγιο άγριας ζωής Πνομ Σάμκος.

Το Παγκόσμιο Ταμείο για τη Φύση αναγνωρίζει έξι ξεχωριστές χερσαίες οικοπεριοχές στην Καμπότζη – τα τροπικά δάση των βουνών του Καρδάμου, το ξηρό δάσος της Κεντρικής Ινδοκίνας, το ξηρό αειθαλές δάσος της Νοτιοανατολικής Ινδοκίνας, το τροπικό δάσος της νότιας οροσειράς Αννάμ, το ελώδες δάσος του γλυκού νερού του Τονλέ-Σαπ και το ελώδες δάσος του Τονλεσάπ-Μεκόνγκ.[32]

Περιβάλλον[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Καταρράκτης στο Πνομ Κούλεν

Η Καμπότζη έχει κακές επιδόσεις στον δείκτη περιβαλλοντικής απόδοσης καθώς βρίσκεται στην 146η θέση σε ένα κατάλογο 180 χωρών για το 2016. Οι θέσεις της πάντως βελτιώνονται. Αυτή η επίδοση είναι η τρίτη χειρότερη στην περιοχή της Νοτιοανατολικής Ασίας, ξεπερνώντας μόνο το Λάος και τη Μιανμάρ. Ο Δείκτης Περιβαλλοντικής Απόδοσης ιδρύθηκε το 2001 από το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ ως παγκόσμιο σύστημα μέτρησης της απόδοσης των χωρών στην εφαρμογή των Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης των Ηνωμένων Εθνών.

Οι περιβαλλοντικές περιοχές όπου η Καμπότζη έχει τη χειρότερη επίδοση στον Δείκτη Περιβαλλοντικής Απόδοσης είναι η ποιότητα του αέρα (148η θέση), η διαχείριση των υδάτινων πόρων (140η θέση) και οι επιπτώσεις των περιβαλλοντικών προβλημάτων στην υγεία των κατοίκων (137η θέση), με τους τομείς της υγιεινής, των περιβαλλοντικών επιπτώσεων της αλιείας και της διαχείρισης των δασικών εκτάσεων να δίνουν στην Καμπότζη παρόμοιες θέσεις. Η Καμπότζη έχει μια ασυνήθιστα μεγάλη έκταση προστατευόμενων περιοχών, τόσο στην ξηρά όσο και στη θάλασσα, με τις προστατευόμενες εκτάσεις της χερσαίας Καμπότζης να καλύπτουν περίπου το 20% της χώρας. Αυτό εξασφαλίζει στην Καμπότζη την 61η θέση στο τομέα της βιοποικιλότητας και του ενδιαιτήματος στον ίδιο δείκτη, παρά το γεγονός ότι η αποψίλωση των δασών, η παράνομη υλοτομία, οι παράνομες κατασκευές και η λαθροθηρία επιδεινώνουν σημαντικά την ποιότητα των προστατευόμενων εδαφών και της ίδιας της παρεχόμενης προστασίας και των ενδιαιτημάτων. Αυτό εν μέρει τροφοδοτείται από τις παραχωρήσεις γης από την κυβέρνηση σε ιδιώτες για οικονομική ανάπτυξη και φυτείες, γη η οποία βρίσκεται σε προστατευόμενες περιοχές.[33][34]

Το δάσος Πρέι Λανγκ.

Το ποσοστό αποψίλωσης των δασών στην Καμπότζη είναι ένα από τα υψηλότερα στον κόσμο και συχνά θεωρείται ως το σοβαρότερο περιβαλλοντικό ζήτημα στη χώρα.[34] Το ποσοστό κάλυψης της επικράτειας από εκτάσεις παρθένων δασών στην επικράτεια της Καμπότζης μειώθηκε από 70% το 1969 σε μόλις 3,1% το 2007. Συνολικά, η Καμπότζη έχασε 25.000 τ.χλμ. δασικών εκτάσεων μόνο στη δεκαπενταετία 1990-2005, ενώ οι εκτάσεις πρωτογενούς δάσους κάλυπταν 3.340 τ.χλμ. Το 2007, παρέμεναν λιγότερα από 3.220 τ.χλμ. πρωτογενούς δάσους στην Καμπότζη, με αποτέλεσμα η μελλοντική βιωσιμότητα των δασικών αποθεμάτων της Καμπότζης να απειλείται σοβαρά.[35][36]

Την περίοδο 2010–2015, ο ετήσιος ρυθμός αποψίλωσης των δασών στην Καμπότζη έφτανε το 1,3%, δηλαδή κάθε χρόνο το 1,3% των δασικών εκτάσεων της Καμπότζης κατά μέσο όρο αποψιλωνόταν. Η περιβαλλοντική υποβάθμιση έχει επεκταθεί και στις εκτάσεις των εθνικών πάρκων και καταφυγίων άγριας ζωής και μάλιστα αρκετά, με αποτέλεσμα πολλά απειλούμενα και ενδημικά είδη να απειλούνται πλέον με εξαφάνιση λόγω απώλειας του οικοτόπου τους. Υπάρχουν πολλοί λόγοι, που οδηγούν το σημερινό κύμα αποψίλωσης των δασών στην Καμπότζη (π.χ. ευκαιριακή παράνομη υλοτομία, κοπές μεγάλου αριθμού δασών με στόχο τη δημιουργία μεγάλων κατασκευαστικών έργων στο πρώην δάσος, γεωργικές δραστηριότητες). Το παγκόσμιο ζήτημα της αρπαγής γης είναι ιδιαίτερα εκτεταμένο στην Καμπότζη. Η αποψίλωση των δασών είναι ένα πρόβλημα στο οποίο συμμέτοχοι είναι οι ντόπιοι, οι καμποτζιανές επιχειρήσεις, οι καμποτζιανές αρχές αλλά και πολυεθνικές.[37][38]

Τα σχέδια για την ανάπτυξη εργοστασίων παραγωγής υδροηλεκτρικής ενέργειας στην ευρύτερη υποπεριοχή του Μεκόνγκ, τα οποία προωθεί συγκεκριμένα η κυβέρνηση του Λάος, αποτελούν πραγματικό κίνδυνο για τον εφοδιασμό του Βιετνάμ και της Καμπότζης σε τρόφιμα. Τα φράγματα, που θα ανεγερθούν, για να δημιουργηθούν τα εργοστάσια παραγωγής υδροηλεκτρικής ενέργειας θα θέσουν σε κίνδυνο το πλήθος των αλιευμάτων, που παρέχουν τη συντριπτική πλειοψηφία της πρωτεΐνης, που λαμβάνουν οι κάτοικοι της Καμπότζης. Επίσης μπορεί να απογυμνώσει τον ποταμό Μεκόνγκ, τον οποίο το Βιετνάμ χρειάζεται, για να μπορεί να παράγει τις μεγάλες ποσότητες ρυζιού, που παράγει κάθε χρόνο εκεί, αλλά και αλλού στο Βιετνάμ. Η πλούσια αλιεία, που λαμβάνει χώρα στο Τονλέ Σαπ, τη μεγαλύτερη λίμνη γλυκού νερού στη Νοτιοανατολική Ασία, παρέχει σε μεγάλο βαθμό τις ανάγκες των κατοίκων της φτωχής αυτής ασιατικής χώρας σε πρωτεΐνη. Η λίμνη Τονλεσάπ έχει ένα ασυνήθιστο χαρακτηριστικό: στην εποχή της ξηρασίας χάνει το 90% της έκτασης της και στη συνέχεια όταν η ροή νερού από τον Μεκόνγκ επανέρχεται στην εποχή των βροχών, η έκταση της δεκαπλασιάζεται. «Αυτά τα ψάρια είναι πολύ σημαντικά για τη διαβίωση των Καμποτζιανών, τόσο από οικονομικής απόψεως όσο και από διατροφικής απόψεως», σύμφωνα με τον Γκόρντον Χόλτγκριβ, καθηγητή στο Πανεπιστήμιο της Ουάσιγκτον. Ο Χόλτγκριβ έχει ερευνήσει τους πληθυσμούς των ψαριών του γλυκού νερού, που ζουν στην επικράτεια της Καμπότζης και επισημαίνει ότι κανένα από τα φράγματα, που είτε έχουν χτιστεί ή πρόκειται να κατασκευαστούν στον ποταμό Μεκόνγκ δεν φέρνουν ευεργετικά αποτελέσματα για την αλιεία στη περιοχή.[39]

Στη δεκαετία του 2010, η κυβέρνηση και το εκπαιδευτικό σύστημα της Καμπότζης έχουν αυξήσει τη συνεργασία τους με περιβαλλοντικές ομάδες, τόσο καμποτζιανές όσο και μη.[40][41][42] Η Εθνική Περιβαλλοντική Στρατηγική και Σχέδιο Δράσης για την Καμπότζη επρόκειτο να εφαρμοστεί από τα τέλη του 2016 έως το 2023. Αυτό το νέο σχέδιο-εθνική στρατηγική περιέχει πολλές ιδέες για το πως η Καμπότζη θα μπορούσε να βάλει μπρος μια πράσινη και περιβαλλοντικά βιώσιμη ανάπτυξη για τη χώρα.[43]

Τον Νοέμβριο του 2017, οι ΗΠΑ μείωσαν τη χρηματοδότηση τους στο πρόγραμμα αφαίρεσης των πυρομαχικών, που δεν εξερράγησαν από το έδαφος, συμπεριλαμβανομένων των ναρκών ξηράς και των χημικών όπλων, που είχαν ρίξει στην Καμπότζη και στις γύρω χώρες κατά τη διάρκεια του πολέμου του Βιετνάμ. [44]

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Προϊστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γυαλωμένο λιθόκτιστο αντικείμενο (12ος αιώνας)

Υπάρχουν αραιές ενδείξεις περί ανθρώπινης παρουσίας στη σημερινή Καμπότζη στην εποχή του Πλειστόκαινου. Έχουν βρεθεί εργαλεία φτιαγμένα από χαλαζία και χαλαζίτη σε πεζούλια κατά μήκος του ποταμού Μεκόνγκ, στις επαρχίες Στουνγκ Τρενγκ και Κρατιέ και στην επαρχία Καμπότ, αν και η χρονολόγησή τους είναι αναξιόπιστη.[45] Κάποια λιγοστά διαθέσιμα αρχαιολογικά στοιχεία μαρτυρούν την ύπαρξη κοινοτήτων κυνηγών-τροφοσυλλεκτών που κατοικούσαν στη σημερινή Καμπότζη κατά τη διάρκεια της εποχής του Ολόκαινου: η αρχαιότερη αρχαιολογική ανακάλυψη στην Καμπότζη ανάγεται στο σπήλαιο Λαάνγκ Σπεάν στην επαρχία Μπαταμπάνγκ. Οι ανασκαφές στα κατώτερα στρώματα του σπηλαίου βρήκαν ότι το 6000 π.Χ. υπήρχαν ήδη κάτοικοι στο έδαφος της Καμπότζης.[45][46] Στην ίδια σπηλιά βρέθηκαν τα παλαιότερα γνωστά αντικείμενα κεραμικής που έχουν βρεθεί στην Καμπότζη.[47] Οι πρώτες ενδείξεις ανεπτυγμένου πολιτισμού στην περιοχή τοποθετούνται γύρω στο 1000 π.Χ.

Οι αρχαιολογικού ενδιαφέροντος πληροφορίες που έχουμε για την Καμπότζη από την εποχή του Ολόκαινου μέχρι την Εποχή του Σιδήρου παραμένουν εξίσου περιορισμένες. Στα τέλη της 3ης χιλιετίας π.Χ. άρχισε να λαμβάνει χώρα ένα σημαντικό γεγονός στην ιστορία της Καμπότζης, καθώς άρχισε η αργή αλλά σταδιακή άφιξη των καλλιεργητών ρυζιού στη χώρα από τα βόρεια.[48] Πολύ ενδιαφέρον εύρημα της προϊστορικής εποχής στην Καμπότζη, σύμφωνα με την αρχαιολογική έρευνα, είναι οι «κυκλικές χωματουργικές εργασίες» που ανακαλύφθηκαν στα κόκκινα εδάφη κοντά στο Μεμότ και στα γύρω εδάφη του Βιετνάμ στα τέλη της δεκαετίας του 1950. Η λειτουργία και η ηλικία αυτών των περίεργων χωματουργικών εργασιών που έχουν εντοπιστεί από τους αρχαιολόγους αμφισβητείται, αλλά οι παλαιότερες από αυτές χρονολογούνται από την 2η χιλιετία π.Χ.[49][50]

Ο στρατός των Χμερ πηγαίνει στον πόλεμο εναντίον των Τσαμ (ανάγλυφο από το Μπαγιόν).

Άλλες προϊστορικές τοποθεσίες, των οποίων η ακριβής ημερομηνία ίδρυσης δεν είναι γνωστή, είναι η Σαμρόνγκ Σεν (κοντά σχετικά στην αρχαία πρωτεύουσα των Χμερ, Ουντόνγκ), όπου το 1875 ξεκίνησαν αρχαιολογικές έρευνες[51] και το Φουμ Σνάι, στη βόρεια επαρχία Μπαντεάι Μεάντσεϊ.[52] Μια ανασκαφή που έλαβε χώρα στο Φουμ Σνάι έφερε στο φως την ύπαρξη 21 τάφων με σιδηρένια όπλα και τραύματα στο κρανίο των θανόντων, κάτι που αποδεικνύει την πιθανή ύπαρξη στρατιωτικών συγκρούσεων στην αρχαία Καμπότζη, πιθανώς μεταξύ του Ανγκόρ και άλλων γύρω πόλεων.[48][53][54] Συχνά στο Ρατανακίρι ανευρίσκονται προϊστορικά αντικείμενα κατά τη διάρκεια των εξορύξεων.[45]

Στην Καμπότζη ο σίδηρος αποτελούσε ήδη προϊόν κατεργασίας γύρω στο 500 π.Χ., με στοιχεία που το αποδεικνύουν να προέρχονται από το οροπέδιο Χοράτ στην Ταϊλάνδη. Στην Καμπότζη, έχουν βρεθεί απομεινάρια οικισμών που χρονολογούνται από την Εποχή του Σιδήρου, κάτω από το Μπακσέι Τσαμκρόνγκ και άλλους ναούς της εποχής της αυτοκρατορίας των Χμερ. Έχουν υπάρξει κυκλικές χωματουργίες, όπως τις λένε, στο χώρο της Λοβέα βορειοδυτικά. Οι ταφές, για τις οποίες έχουν βρεθεί πολύ περισσότερα ευρήματα στις αρχαιολογικές ανασκαφές, μαρτυρούν τη βελτίωση της διαθεσιμότητας τροφίμων και του εμπορίου (ακόμα και σε μεγάλες αποστάσεις: τον 4ο αιώνα π.Χ. είχαν ήδη ανοίξει οι εμπορικές σχέσεις της Καμπότζης με την Ινδία) ενώ είχαν αναπτυχθεί κοινωνικές δομές και ένα σύστημα εργασίας.[55]

Μεταξύ των τεχνουργημάτων που χρονολογούνται από την Εποχή του Σιδήρου, οι γυάλινες χάντρες είναι μεταξύ αυτών. Έχουν βρεθεί διάφορα είδη γυάλινων χαντρών σε ολόκληρη την Καμπότζη (π.χ. στο Πουμ Σνάι στα βορειοδυτικά και στο Προχεάρ στα νοτιοανατολικά). Τα ευρήματα στις δύο αυτές περιοχές φανερώνουν ότι ήδη κατά την αρχαιότητα η Καμπότζη διέθετε πόλεις όπου διεξαγόταν εμπόριο ειδών μεταξύ των διαφόρων οικισμών. Για τον 2ο με 4ο αιώνα μ.Χ., οι αρχαιολογικές ανασκαφές έχουν δείξει ότι το κύριο εμπορικό κέντρο της Καμπότζης είχε μεταβληθεί εκείνη την εποχή, ενώ πιθανώς επίσης άλλαξαν οι πολιτικοκοινωνικές συνθήκες στην εποχή.[55]

Μεσαίωνας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κατά τη διάρκεια του 3ου, 4ου και 5ου αιώνα, το ινδοποιημένο πολιτιστικά και γλωσσικά κρατίδιο Φουνάν, αλλά και το διάδοχο του κράτος, Τσένλα, κυριάρχησε στη σημερινή Καμπότζη και το νοτιοδυτικό Βιετνάμ. Για περισσότερα από 2.000 χρόνια, τα κρατικά μορφώματα που αναπτύχθηκαν στην επικράτεια της σημερινής Καμπότζης δέχθηκαν και απορρόφησαν πολιτιστικές επιρροές από την Ινδία, μεταβιβάζοντάς τες σε άλλους πολιτισμούς της Νοτιοανατολικής Ασίας, δηλαδή στα κρατίδια που σήμερα βρίσκονται στις επικράτειες της Ταϊλάνδης και το Λάος.[56] Λίγα άλλα είναι γνωστά για τις προαναφερθείσες κρατικές οντότητες, ωστόσο αναφορές σε αυτές κάνουν τα κινεζικά χρονικά και τα κινεζικά πρακτικά των εμπορικών συναλλαγών. Πιστεύεται ότι στην επικράτεια του βασιλείου του Φουνάν βρίσκεται αυτό το λιμάνι που ο αλεξανδρινός γεωγράφος Κλαύδιος Πτολεμαίος ονομάζει «Κατιγκάρα». Τα κινεζικά χρονικά υποδηλώνουν ότι μετά τον θάνατο του Τζαγιαβαρμάν Α΄ της Τσένλας γύρω στο 681, ακολούθησε αναταραχή που οδήγησε στη διχοτόμηση του βασιλείου σε δύο μικρότερα, ένα που καταλάμβανε τις παράκτιες περιοχές και ένα την ενδοχώρα της Τσένλας. Τα δύο βασίλεια βρίσκονταν υπό μια χαλαρή, αδύναμη διοίκηση από αδύναμους πρίγκιπες που ήταν υπό την κυριαρχία της Ιάβας.

Η Αυτοκρατορία των Χμερ προέκυψε από τα απομεινάρια του κράτους των Τσένλα. Ο Τζαγιαβαρμάν Β΄ (βασίλεψε περίπου από το 790 έως το 835) εδραίωσε την εξουσία του το 802 καθώς ανακήρυξε την ανεξαρτησία του από την Ιάβα και κήρυξε τον εαυτό του ντεβράτζ. Ο Τζαγιαβαρμάν, οι διάδοχοι του αλλά και οι υποστηρικτές του εδραίωσαν τη λατρεία του θεού-βασιλιά. Οι διάδοχοι του Τζαγιαβαρμάν ξεκίνησαν μια σειρά από κατακτήσεις οι οποίες σχημάτισαν μια μεγάλη αυτοκρατορία η οποία κυριάρχησε στην περιοχή από τον 9ο έως τον 15ο αιώνα. [57] Η περιοχή της Καμπότζης ήταν ο πυρήνας της Αυτοκρατορίας των Χμερ, που άκμασε από τον 9ο έως και τον 13ο-14ο αιώνα. Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Τζαγιαβαρμάν Η΄ η αυτοκρατορία των Χμερ δέχτηκε επίθεση από τον μογγολικό στρατό του Κουμπλάι Χαν, ωστόσο, ο βασιλιάς μπόρεσε να εξασφαλίσει την παύση της εκστρατείας και την ειρήνευση της περιοχής αφού κατέβαλε ένα χρηματικό ποσό.[58] Γύρω στον 13ο αιώνα, ιεραπόστολοι που κήρυτταν τον βουδισμό Θεραβάντα με προέλευση από τη Σρι Λάνκα επανέφεραν τον Βουδισμό Θεραβάντα σαν θρησκεία των κατοίκων στη Νοτιοανατολική Ασία. Η Σρι Λάνκα είχε στείλει βουδιστές ιεραποστόλους στην Καμπότζη και τη δεκαετία του 1190.[59][60] Ο Βουδισμός εξαπλώθηκε και τελικά εκτόπισε τον Ινδουισμό και τον βουδισμό Μαχαγιάνα από τη θέση των δύο κύριων θρησκειών των κατοίκων της αυτοκρατορίας των Χμερ. Ωστόσο, το 1295 ήταν το έτος κατά το οποίο ο βουδισμός Θεραβάντα έγινε η θρησκεία του κράτος των Χμερ, όταν ο Ιντραβαρμάν Γ΄ ανέλαβε την εξουσία.

Τον 12ο αιώνα η Αυτοκρατορία των Χμερ ήταν η μεγαλύτερη αυτοκρατορία της Νοτιοανατολικής Ασίας. Το κέντρο ισχύος της αυτοκρατορίας ήταν η πόλη του Άνγκορ. Η αυτοκρατορία των Χμερ άλλαξε μερικές πρωτεύουσες κατά τους σχεδόν εξίμιση αιώνες της ύπαρξης της, πάντως το Άνγκορ ήταν η πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας για αιώνες. Το 2007 μια διεθνής ομάδα ερευνητών, χρησιμοποιώντας δορυφορικές φωτογραφίες και άλλες σύγχρονες τεχνικές, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το Άνγκορ ήταν η μεγαλύτερη πόλη του κόσμου κατά τη διάρκεια της προβιομηχανικής εποχής. Το Άνγκορ καταλάμβανε, στην ακμή του, μια έκταση 2.980 τ.χλμ.[61] Η πόλη του Άνγκορ ίσως να είχε ακόμη και ένα εκατομμύριο κατοίκους.[62] Το Άνγκορ Βατ, ο γνωστότερος και πιο καλοδιατηρημένος θρησκευτικός χώρος στη μεσαιωνική πόλη του Άνγκορ, είναι η καλύτερη υπενθύμιση του γεγονότος ότι κάποτε η Καμπότζη ήταν μια μεγάλη δύναμη στη περιοχή της. Η αυτοκρατορία, αν και τον 14ο αιώνα άρχισε να φανερώνει σημάδια παρακμής, παρέμεινε σημαντική δύναμη στην περιοχή μέχρι την πτώση της τον 15ο αιώνα.

Η Καμπότζη μετά την πτώση της Αυτοκρατορίας των Χμερ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Χάρτης της Ινδοκίνας το 1760

Μετά από μια μακρά σειρά πολέμων με γειτονικά βασίλεια, το Άνγκορ λεηλατήθηκε από το βασίλειο της Αγιουτάγια και το 1432 ο πληθυσμός του το εγκατέλειψε λόγω της κλιματικής αλλαγής και της κατάρρευσης των υλικών υποδομών της πόλης.[63][64] Η κατάρρευση του κράτος των Χμερ ήταν η αρχή μιας περιόδου οικονομικής, κοινωνικής και πολιτιστικής στασιμότητας, όταν οι εσωτερικές υποθέσεις του βασιλείου των Χμερ ήταν όλο και περισσότερο έρμαιο των ισχυρότερων γειτόνων της, καθώς η Αγιουτάγια και άλλες ισχυρές δυνάμεις άρχισαν να επεμβαίνουν στα εσωτερικά του κράτους των Χμερ. Εκείνη την περίοδο, η τάση των Χμερ να χτίζουν μνημεία στις περιοχές που κατοικούσαν είχε εκλείψει. Οι παλαιότερες επίσημες και λαϊκές θρησκείες στην Καμπότζη, συγκεκριμένα ο Βουδισμός Μαχαγιάνα και η ινδουιστική λατρεία του θεού-βασιλιά, είχαν εκλείψει και είχαν αντικατασταθεί από τον βουδισμό Θεραβάντα.

Η αυλή των Χμερ μετέφερε την πρωτεύουσα της στο Λονγκβέκ, όπου το βασίλειο προσπάθησε να ανακτήσει τη δόξα που είχε η παλιά αυτοκρατορία μέσω της εδραίωσης της θέσης του ως κόμβου του θαλάσσιου εμπορίου. Το 1511 έγινε η πρώτη αναφορά της Καμπότζης σε ευρωπαϊκά έγγραφα, συγκεκριμένα από τους Πορτογάλους. Οι πορτογάλοι ταξιδιώτες περιγράφουν το Λονγκβέκ σαν μια πλούσια πόλη με άφθονο εμπόριο με τις γύρω χώρες και το εξωτερικό. Οι συνεχείς πόλεμοι των Χμερ με το βασίλειο της Αγιουτάγιας αλλά και με τους Βιετναμέζους είχαν ως αποτέλεσμα περαιτέρω εδαφικές απώλειες για τους Χμερ. Το 1594 ο βασιλιάς Ναρεσουάν ο Μέγας της Αγιουτάγιας επιτέθηκε στο Λονγκβέκ, λεηλατώντας και κατακτώντας το. Το 1618 οι Χμερ ίδρυσαν μια νέα πρωτεύουσα για το κράτος τους, αυτήν τη σειρά στο Ουντόνγκ, νότια του Λονγκβέκ. Οι μονάρχες όμως κατάφεραν να διατηρήσουν το κράτος τους ζωντανό μόνο μέσω της εναλλαγής των σχέσεων υποτελείας με τους Ταϊλανδέζους (Σιαμέζους) και τους Βιετναμέζους στους επόμενους τρεις αιώνες. Δηλαδή η Καμπότζη μέχρι το τέλος του 19ου αιώνα αποτελούσε πότε υποτελές κράτος των Ταϊλανδέζων, πότε των Βιετναμέζων. Τα διαστήματα όπου οι Καμποτζιανοί είχαν μια κάποια ανεξαρτησία ήταν μικρής διάρκειας.

Οι άνθρωποι που ζούσαν στους λόφους, δηλαδή στις ορεινότερες περιοχές, «υπόκεινταν σε ασταμάτητο κυνηγητό, [απήχθησαν] και μεταφέρθηκαν από [την πατρίδα τους] ως σκλάβοι από τους Σιαμέζους (Ταϊλανδούς), τους Ανναμίτες (Βιετναμέζους) και τους Καμποτζιανούς (των πεδινών περιοχών)».[65][66]

Τον δέκατο ένατο αιώνα, οι ανανεωμένες συγκρούσεις Σιαμέζων-Βιετναμέζων για τον έλεγχο των περιοχών της Καμπότζης οδήγησαν στην προσάρτηση της Καμπότζης στο Βιετνάμ. Στο Βιετνάμ τότε βασίλευε η δυναστεία Νγκουγιέν. Οι Βιετναμέζοι προσάρτησαν την Καμπότζη στη χώρα τους και την έκαναν επαρχία τους. Υποχρέωσαν τους Χμερ να ακολουθήσουν τα βιετναμικά έθιμα. Οι Χμερ εξεγέρθηκαν πολλάκις έναντι των Βιετναμέζων, ενώ απύηθηναν εκκλήσεις στους Ταϊλανδούς ζητώντας βοήθεια. Ο πόλεμος Σιάμ-Βιετνάμ (1841-1845) έληξε με μια συμφωνία, κατά την οποία οι δύο εμπλεκόμενες δυνάμεις συμφώνησαν να θέσουν την Καμπότζη σε καθεστώς κοινής επικυριαρχίας, δηλαδή το Σιάμ και το Βιετνάμ να έχουν από κοινού τον έλεγχο της χώρας. Αργότερα οι Γάλλοι κυριάρχησαν στα πράγματα της Ινδοκίνας. Οι γάλλοι έκαναν την Καμπότζη γαλλικό προτεκτοράτο. Τη συμφωνία που μετέτρεψε την Καμπότζη σε γαλλικό προτεκτοράτο υπέγραψε ο βασιλιάς Νοροντόμ Προμποριράκ.

Εποχή της γαλλικής αποικιοκρατίας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1863, ο βασιλιάς Νοροντόμ, τον οποίο είχε τοποθετήσει το Σιάμ,[67] ζήτησε από τη Γαλλία την προστασία της Καμπότζης από το Σιάμ. Το 1867, ο Ράμα Δ΄ υπέγραψε συνθήκη με τη Γαλλία, παραιτούμενος από κάθε δικαίωμα του στην Καμπότζη. Αντάλλαγμα για αυτήν τη παραχώρηση ήταν η διατήρηση των επαρχιών Μπαταμπάνγκ και Σιέμ Ρεάπ υπό ταϊλανδικό έλεγχο. Αυτές οι δύο επαρχίες εντάχθηκαν στη γαλλική Ινδοκίνα με άλλη συμφωνία. Οι επαρχίες Μπαταμπάνγκ και Σιέμ Ρεάπ εντάχθηκαν στην Καμπότζη με νέα συνθήκη μεταξύ του Σιάμ και της Γαλλίας την οποία συνήψαν οι δύο χώρες το 1907.

Η Καμπότζη ήταν προτεκτοράτο της Γαλλίας από το 1867 έως το 1953. Η Καμπότζη αποτελούσε μέρος, εκείνη την εποχή, της Γαλλικής Ινδοκίνας. Από το 1941 έως το 1945 οι Ιάπωνες κατείχαν την Ινδοκίνα και την Καμπότζη.[68] Μεταξύ των ετών 1874 και 1962, ο πληθυσμός στην επικράτεια της σημερινής Καμπότζης αυξήθηκε από 946.000 σε 5.7 εκατομμύρια κατοίκους.[69] Μετά τον θάνατο του βασιλιά Νοροντόμ το 1904, η Γαλλία παρέμβη στην επιλογή του πρίγκιπα που επρόκειτο να διαδεχθεί τον Νοροντόμ. Έτσι, τον Νοροντόμ διαδέχθηκε ο αδερφός του Σισοουάτ και όχι ο γιος του. Ο θρόνος της Καμπότζης έμεινε κενός με τον θάνατο του Μονιβόνγκ, του γιου του βασιλιά Σισοουάτ. Η εξουσία όμως πέρασε στον Νοροντόμ Σιχανούκ και όχι στον γιο του Μονιβόνγκ, Μονιρέτ, επειδή οι Γάλλοι θεωρούσαν ότι ο Μονιρέτ ήταν υπέρ της ανεξαρτησίας της Καμπότζης. Ο Νοροντόμ Σιχανούκ ήταν εγγονός του Σισοουάτ από την πλευρά της μητέρας του που ήταν κόρη του Σισοουάτ. Οι Γάλλοι πίστευαν ότι μπορούσαν να ελέγξουν τον νεαρό Σιχανούκ πολύ πιο εύκολα απ'ότι τον Μονιρέτ.[68] Πάντως, οι Γάλλοι, απ'ότι φαίνεται, έκαναν λανθασμένη επιλογή βασιλιά, γιατί στις 9 Νοεμβρίου 1953 η Καμπότζη κήρυξε την ανεξαρτησία της από τη Γαλλία. Παράλληλα, ο Σιχανούκ από το 1949 ιδιαίτερα άρχισε να πιέζει ενεργά για την αύξηση της αυτονομίας της Καμπότζης από τη Γαλλία.[68]

Ανεξαρτησία και επέκταση του πολέμου του Βιετνάμ στην Καμπότζη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Καμπότζη έγινε συνταγματική μοναρχία υπό τον βασιλιά Νοροντόμ Σιχανούκ. Όταν η Γαλλική Ινδοκίνα διασπάστηκε και τα συστατικά της προτεκτοράτα έγιναν ανεξάρτητα κράτη, η Καμπότζη έχασε την ελπίδα να ανακτήσει τον έλεγχο του Δέλτα του Μεκόνγκ καθώς το δέλτα του Μεκόνγκ δόθηκε στο Βιετνάμ. Παλαιότερα το δέλτα του Μεκόνγκ αποτελούσε μέρος της αυτοκρατορίας των Χμερ, ενώ το δέλτα του Μεκόνγκ εντάχθηκε στο Βιετνάμ το 1698[70] με τον βασιλιά Τσέι Τσετθά Β΄ να έχει παραχωρήσει στους βιετναμέζους την άδεια να εγκατασταθούν εκεί δεκαετίες πριν.[71] Ακόμη και σήμερα, υπάρχουν κατά καιρούς διπλωματικές εντάσεις για τον έλεγχο του δέλτα του Μεκόνγκ. Σήμερα πάνω από ένα εκατομμύριο Χμερ (Χμερ Κρομ = πεδινοί Χμερ) ζουν στο Βιετνάμ και στο δέλτα του Μεκόνγκ. Οι Ερυθροί Χμερ επιχείρησαν με βίαιο τρόπο να αποκτήσουν τον έλεγχο της περιοχής. Ένας από τους λόγους που το Βιετνάμ εισέβαλε το 1979 στην Καμπότζη για να διώξει τους Ερυθρούς Χμερ ήταν και η προσπάθεια των Ερυθρών Χμερ να αποκτήσουν τον έλεγχο αυτής της βιετναμικής επικράτειας.

Ο Νοροντόμ Σιχανούκ και ο Μάο Τσε Τουνγκ το 1956.

Το 1955, ο Σιχανούκ παραιτήθηκε υπέρ του πατέρα του για να συμμετάσχει στην πολιτική. Μάλιστα εξελέγη και πρωθυπουργός της χώρας, και είναι μια από τις λίγες περιπτώσεις μοναρχών που έγιναν ηγέτες του κράτους τους με άμεση εκλογή. Μετά τον θάνατο του πατέρα του το 1960, ο Σιχανούκ έγινε και πάλι αρχηγός του κράτους, παίρνοντας τον τίτλο του πρίγκιπα. Καθώς ο πόλεμος του Βιετνάμ προχωρούσε, ο Σιχανούκ υιοθέτησε μια πολιτική ουδετερότητας κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Ο Σιχανούκ επέτρεψε στους Βιετναμέζους κομμουνιστές να χρησιμοποιήσουν την Καμπότζη ως καταφύγιο και χώρο ανεφοδιασμού τους με διάφορα πολεμοφόδια για τις επιχειρήσεις τους στο νότιο Βιετνάμ. Πολλοί Καμποτζιανοί θεώρησαν αυτήν τη πολιτική σαν μορφή εθνικής ταπείνωσης. Τον Δεκέμβριο του 1967, ο δημοσιογράφος της Washington Post, Στάνλεϊ Κάρνοου, έγραψε ότι ο Σιχανούκ του είπε προσωπικά ότι αν οι Αμερικάνοι επιθυμούσαν να βομβαρδίσουν τις εγκαταστάσεις που στέγαζαν τα καταφύγια των Βιετναμέζων κομμουνιστών, δεν θα έλεγε όχι, εκτός αν σκοτωθούν Καμποτζιανοί.[72]

Στις 11 Μαρτίου του 1964, εξαγριωμένα πλήθη λεηλάτησαν την πρεσβεία των Η.Π.Α. στην πρωτεύουσα Πνομ Πεν της Καμπότζης, πυρπόλησαν τη σημαία των Ηνωμένων Πολιτειών και στη θέση της ύψωσαν τη σημαία της χώρας τους. Κατά τη διάρκεια τρίωρων ταραχών επιτέθηκαν επίσης εναντίον της βρετανικής πρεσβείας. Το μένος των διαδηλωτών θεωρήθηκε επακόλουθο της δημόσιας παραδοχής, εκ μέρους του πρίγκιπα Νορόντομ Σιχανούκ, του ναυαγίου των προσπαθειών για τη διασφάλιση της ουδετερότητας της Καμπότζης και την οριστική ρύθμιση των συνόρων με το Νότιο Βιετνάμ, λόγω αμερικανικών και βρετανικών αντιρρήσεων. Τα επεισόδια επισφράγησαν την ήδη ορατή από το 1963 επιδείνωση των σχέσεων Ουάσινγκτον-Πνομ Πεν[73]. Αν και επίσημα ουδέτερη κατά τον πόλεμο του Βιετνάμ, η χώρα βομβαρδίστηκε από την αμερικανική αεροπορία και έγινε θέατρο επιχειρήσεων του αμερικανικού στρατού, καθώς η μεθόριός της αποτελούσε καταφύγιο των Βιετκόνγκ.

Το ίδιο μήνυμα μεταφέρθηκε στον απεσταλμένο του Προέδρου των ΗΠΑ, Τσέστερ Μπόουλς, τον Ιανουάριο του 1968 [74] Ωστόσο, ο Σιχανούκ διέψευσε δημοσίως το δικαίωμα των ΗΠΑ να κάνουν αεροπορικές επιδρομές στην Καμπότζη και στις 26 Μαρτίου είπε ότι «αυτές οι εγκληματικές επιθέσεις πρέπει να σταματήσουν αμέσως και οριστικά». Στις 28 Μαρτίου ο Σιχανούκ απύηθυνε το εξής μήνυμα στους εκπροσώπους του τύπου κατά τη διάρκεια μιας συνέντευξης τύπου: Σας απευθύνω την έκκληση να δημοσιοποιήσετε στο εξωτερικό αυτή την πολύ ξεκάθαρη στάση της Καμπότζης—δηλαδή, σε κάθε περίπτωση, θα αντιταχθώ σε όλους τους βομβαρδισμούς στο έδαφος της Καμπότζης με οποιοδήποτε πρόσχημα. Ωστόσο, οι δημόσιες εκκλήσεις του Σιχανούκ αγνοήθηκαν και ο βομβαρδισμός της Καμπότζης από αμερικανικά στρατεύματα συνεχίστηκε.[75] Τα μέλη της κυβέρνησης και του στρατού δυσανασχέτησαν με την προσπάθεια του Σιχανούκ να αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας, αλλά και με την προσπάθεια του, στο τομέα της εξωτερικής πολιτικής, να κρατήσει αποστάσεις από τις ΗΠΑ.

Σύντομος εκδημοκρατισμός (1970–75)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1970, ενώ ο Σιχανούκ βρισκόταν για επίσημη επίσκεψη στο Πεκίνο, εκδιώχθηκε από στρατιωτικό πραξικόπημα υπό την ηγεσία του Πρωθυπουργού Στρατηγού Λον Νολ και του πρίγκιπα Σισοουάτ Σίρικ Ματάκ. Η υποστήριξη των ΗΠΑ στη διεξαγωγή του πραξικοπήματος, ναι μεν φημολογείται, όμως δεν έχει αποδειχθεί.[76] Ωστόσο, μόλις ολοκληρώθηκε το πραξικόπημα, το νέο καθεστώς, το οποίο απαίτησε από τους Βιετναμέζους κομμουνιστές να εγκαταλείψουν άμεσα την Καμπότζη, κέρδισε την πολιτική υποστήριξη των Ηνωμένων Πολιτειών. Οι δυνάμεις του Βορείου Βιετνάμ και των Βιετκόνγκ, σε μια απέλπιδα προσπάθεια να διατηρήσουν τα καταφύγια αλλά και τις γραμμές ανεφοδιασμού τους, άρχισαν αμέσως τις ένοπλες επιθέσεις κατά της κυβέρνησης της Δημοκρατίας των Χμερ. Ο βασιλιάς προέτρεψε τους οπαδούς του να βοηθήσουν στην ανατροπή της κυβέρνησης που προέκυψε από το πραξικόπημα, επισπεύδοντας την έναρξη του εμφυλίου πολέμου στη χώρα.[77]

Ταυτόχρονα, βρισκόταν σε εξέλιξη το αντάρτικο των Ερυθρών Χμερ, με αρχηγό τον Πολ Ποτ, για την κατάληψη της εξουσίας, κάτι που κατάφεραν, εγκαθίδρυσαν ένα τρομοκρατικό καθεστώς, που είχε σαν αποτέλεσμα να χαθούν 2 εκατομμύρια άτομα από λιμό.

Σύντομα οι αντάρτες των Ερυθρών Χμερ άρχισαν να χρησιμοποιούν τον Σιχανούκ για να κερδίσουν πολιτική υποστήριξη. Ωστόσο, από το 1970 έως τις αρχές του 1972, η σύγκρουση που λάμβανε χώρα στην Καμπότζη ήταν σε μεγάλο βαθμό μια σύγκρουση μεταξύ της κυβέρνησης και του στρατού της Καμπότζης και των ενόπλων δυνάμεων του Βόρειου Βιετνάμ. Καθώς επεξέτειναν τον έλεγχο τους πάνω στην επικράτεια της Καμπότζης, οι βιετναμέζοι κομμουνιστές επέβαλαν μια νέα πολιτική διακυβέρνηση στη χώρα, ενώ η διακυβέρνηση της χώρας σταδιακά έπεσε στα χέρια των Ερυθρών Χμερ.[78] Από το 1969 έως το 1973, οι ένοπλες δυνάμεις της Δημοκρατίας του Βιετνάμ και των ΗΠΑ βομβάρδισαν την Καμπότζη σε μια προσπάθεια να διαταράξουν τους Βιετκόνγκ και τους Ερυθρούς Χμερ.

Τα έγγραφα που έφερε στο φως η ιστορική έρευνα στα σοβιετικά αρχεία μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης του 1991 αποκαλύπτουν ότι η απόπειρα του Βορείου Βιετνάμ να εισβάλλει και να καταλάβει την εξουσία στην Καμπότζη το 1970 ξεκίνησε μετά από ρητό αίτημα των Ερυθρών Χμερ. Με το Βόρειο Βιετνάμ διαπραγματεύτηκε τους όρους της εισβολής το δεύτερο χέρι του Πολ Ποτ, Νουόν Τσέα.[79] Οι μονάδες του στρατού του Βορείου Βιετνάμ κατέλαβαν πολλές θέσεις του στρατού της Καμπότζης, ενώ το Κομμουνιστικό Κόμμα της Καμπουτσέας επεξέτεινε τις επιθέσεις μικρής κλίμακας σε γραμμές επικοινωνίας του στρατού της Καμπότζης. Ως απάντηση στην εισβολή του Βορείου Βιετνάμ στην Καμπότζη, ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Ρίτσαρντ Νίξον ανακοίνωσε ότι οι χερσαίες δυνάμεις των ΗΠΑ και του Νοτίου Βιετνάμ είχαν εισέλθει στην Καμπότζη με στόχο να καταστρέψουν τις βάσεις που διατηρούσε ο στρατός του Βορείου Βιετνάμ εκεί (βλέπε Εκστρατεία στην Καμπότζη).[80] Αν και οι δυνάμεις του νότιου Βιετνάμ και των ΗΠΑ κατέσχεσαν ή κατέστρεψαν μια σημαντική ποσότητα εξοπλισμού, ο περιορισμός των δυνάμεων του Βορείου Βιετνάμ στην Καμπότζη αποδείχθηκε άπιαστος στόχος.

Η ηγεσία της Δημοκρατίας των Χμερ ήταν ασταθέστατη. Τρία άτομα, ο Λον Νολ, ο ξάδερφος του Σιχανούκ Σίρικ Ματάκ και ο ηγέτης της Εθνοσυνέλευσης Ιν Ταμ πάλευαν για την εξουσία. Ο Λον Νολ παρέμεινε στην εξουσία εν μέρει επειδή κανένας από τους άλλους δεν ήταν έτοιμος να πάρει τη θέση του. Το 1972 εγκρίθηκε σύνταγμα, εξελέγη κοινοβούλιο και ο Λον Νολ έγινε πρόεδρος. Αλλά η διχόνοια, τα προβλήματα που ανέκυψαν από την προσπάθεια μετατροπής ενός στρατού 30.000 ανδρών σε μια εθνική δύναμη ικανή για μάχες με πάνω από 200.000 άνδρες και η εκτεταμένη διαφθορά αποδυνάμωσαν την πολιτική διοίκηση και τον στρατό της Καμπότζης.

Η κομμουνιστική εξέγερση στο εσωτερικό της Καμπότζης συνέχισε να ενισχύεται, στηριζόμενη με προμήθειες και στρατιωτική υποστήριξη από το Βόρειο Βιετνάμ. Ο Πολ Ποτ και ο Ιένγκ Σαρί εδραίωσαν την κυριαρχία τους έναντι των κομμουνιστών οι οποίοι είχαν λάβει εκπαίδευση στο Βιετνάμ. Πολλοί από αυτούς διώχθηκαν. Ταυτόχρονα, οι δυνάμεις των κομμουνιστών της Καμπότζης έγιναν ισχυρότερες και πιο ανεξάρτητες από τους Βιετναμέζους προστάτες τους. Μέχρι το 1973, το κομμουνιστικό κόμμα της Καμπουτσέας πολεμούσε εναντίον των κυβερνητικών δυνάμεων με ελάχιστη ή καθόλου υποστήριξη από τα βορειοβιετναμέζικα στρατεύματα, ενώ είχαν φτάσει να ελέγχουν σχεδόν το 60% της επικράτειας της Καμπότζης και το 25% του πληθυσμού της. Η κυβέρνηση έκανε τρεις ανεπιτυχείς προσπάθειες να ξεκινήσει διαπραγματεύσεις με τους αντάρτες, αλλά μέχρι το 1974, οι κομμουνιστές είχαν ήδη δημιουργήσει στρατιωτικά τάγματα και μεραρχίες στον στρατό τους. Παράλληλα, ορισμένες από τις μάχιμες δυνάμεις των Βορειοβιετναμέζων που βρίσκονταν στην Καμπότζη είχαν μετακινηθεί στο Νότιο Βιετνάμ. Οι περιοχές που ήταν υπό τον έλεγχο της κυβέρνησης του Λον Νολ ήταν μικροί θύλακες γύρω από τις πόλεις και οι κύριοι δρόμοι. Περισσότεροι από 2 εκατομμύρια πρόσφυγες από τον πόλεμο μετακινήθηκαν στην Πνομ Πεν και σε άλλες πόλεις.

Την Πρωτοχρονιά του 1975, τα κομμουνιστικά στρατεύματα εξαπέλυσαν μια επίθεση εναντίον της κυβέρνησης. Αυτή η επίθεση της 1ης Ιανουαρίου 1975 ήταν η αρχή της σκληρότερης φάσης του καμποτζιανού εμφυλίου: σε 117 ημέρες (οι βιαιότερες ημέρες του πολέμου) η κυβέρνηση της Δημοκρατίας των Χμερ κατέρρευσε. Ταυτόχρονες επιθέσεις γύρω από την περίμετρο της Πνομ Πεν καθήλωσαν τις δυνάμεις της δημοκρατίας των Χμερ, ενώ άλλες μονάδες των καμποτζιανών κομμουνιστών κατέλαβαν βάσεις που έλεγχαν τη ζωτικής σημασίας κατώτερη διαδρομή ανεφοδιασμού του Μεκόνγκ. Μια μεταφορά πυρομαχικών και ρυζιού από αέρος, με αμερικανική χρηματοδότηση, έληξε όταν το Κογκρέσο αρνήθηκε τη παροχή πρόσθετης βοήθειας για την Καμπότζη. Η κυβέρνηση του Λον Νολ στην Πνομ Πεν παραδόθηκε στις 17 Απριλίου 1975, μόλις πέντε ημέρες μετά την έξοδο της αμερικανικής αποστολής από την Καμπότζη.[81]

Καθεστώς των Ερυθρών Χμερ, 1975–1978[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το Μουσείου Γενοκτονίας Τουόλ Σλενγκ περιέχουν χιλιάδες φωτογραφίες των θυμάτων των Ερυθρών Χμερ.
Το Τσέουνγκ Εκ, μαζικός τάφος θυμάτων της γενοκτονίας της Καμπότζης κατά τη διάρκεια της εποχής των Ερυθρών Χμερ.

Οι Ερυθροί Χμερ έφτασαν στην Πνομ Πεν και ανέλαβαν την εξουσία το 1975. Με επικεφαλής τον Πολ Ποτ, μετονόμασαν τη χώρα σε Δημοκρατία της Καμπουτσέας. Το νέο καθεστώς προσπάθησε να αντιγράψει το Μεγάλο Άλμα προς τα εμπρός, εκκένωσε αμέσως τις πόλεις και ανάγκασε ολόκληρο τον πληθυσμό να μετάσχει σε καταναγκαστικά έργα. Προσπάθησαν να ξαναχτίσουν την καμποτζιανή γεωργία σύμφωνα με τα πρότυπα του 11ου αιώνα, απέρριψαν τη δυτική ιατρική και κατέστρεψαν ναούς, βιβλιοθήκες και οτιδήποτε θεωρούνταν δυτικό.

Οι εκτιμήσεις για το πόσοι άνθρωποι σκοτώθηκαν εξαιτίας των πολιτικών των Ερυθρών Χμερ διίστανται: είναι πάντως στο εύρος του ενός με τριών εκατομμυρίων. Το συνηθέστερα αναφερόμενο ποσό θανάτων είναι 2 εκατομμύρια άτομα (περίπου το ένα τέταρτο του πληθυσμού).[82][83][84] Αυτή η εποχή δημιούργησε τον όρο Χωράφια του Θανάτου. Παράλληλα η φυλακή Τουόλ Σλενγκ έγινε διαβόητη λόγω των μαζικών δολοφονιών των κρατουμένων. Εκατοντάδες χιλιάδες Καμποτζιανοί κατέφυγαν στην Ταϊλάνδη. Το καθεστώς στόχευσε δυσανάλογα τις εθνικές μειονότητες. Οι μουσουλμάνοι Τσαμ υπέστησαν σοβαρές εκκαθαρίσεις. Ίσως να σκοτώθηκαν στα 4 χρόνια της κυριαρχίας των Ερυθρών Χμερ και οι μισοί Τσαμ.[85] Ο Πολ Ποτ ήταν αποφασισμένος να διατηρήσει την εξουσία του και να εξασφαλίσει το ξεφόρτωμα κάθε εχθρού ή πιθανής απειλής, και έτσι αύξησε τις βίαιες και επιθετικές ενέργειες εναντίον του λαού του.

Ο αναγκαστικός επαναπατρισμός πολλών Βιετναμέζων το 1970 και οι θάνατοι πολλών κατοίκων στην εποχή των Ερυθρών Χμερ μείωσαν τον Βιετναμέζικο πληθυσμό στην Καμπότζη από 250.000 έως 300.000 άτομα το 1969 σε 56.000 το 1984.[69] Ωστόσο, τα περισσότερα θύματα του καθεστώτος των Ερυθρών Χμερ δεν ήταν μειονότητες αλλά Χμερ. Στο στόχαστρο βρέθηκαν και επαγγελματίες, όπως γιατροί, δικηγόροι και δάσκαλοι. Σύμφωνα με τον Ρόμπερτ Ντ. Καπλάν, «τα γυαλιά οράσεως ήταν τόσο θανατηφόρα όσο το κίτρινο αστέρι (των ναζιστών)», καθώς θεωρούνταν ως ένδειξη υψηλής μόρφωσης.[86]

Κάθε θρησκεία στοχοποιήθηκε από τους Ερυθρούς Χμερ ιδιαίτερα σκληρά. Οτιδήποτε είχε να κάνει με τη θρησκεία υπέστη τόσο άγριες και τόσο τρομακτικές διώξεις. Η συντριπτική πλειοψηφία των ιστορικών αρχιτεκτονικών μνημείων της Καμπότζης, το 95% των βουδιστικών ναών της Καμπότζης, καταστράφηκε ολοσχερώς.[87]

Βιετναμέζικη κατοχή και μετάβαση στην ανεξαρτησία, 1978–1992[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τον Νοέμβριο του 1978, Βιετναμέζικα στρατεύματα εισέβαλαν στην Καμπότζη. Οι Βιετναμέζοι εισέβαλαν σαν απάντηση για τις επιδρομές των Ερυθρών Χμερ στα σύνορα με το Βιετνάμ.[88] Τελικά το Βιετνάμ το 1979 εισέβαλε στη χώρα, για να σταματήσει τις δολοφονίες Βιετναμέζων από το καθεστώς, ξεκινώντας έναν πόλεμο, που κράτησε μέχρι το 1991. Η Λαϊκή Δημοκρατία της Καμπότζης διαδέχθηκε το καθεστώς του Πολ Ποτ. Ήταν ένα φιλοσοβιετικό κράτος υπό την ηγεσία του Λαϊκού Επαναστατικού Κόμματος της Καμπουτσέας. Ήταν ένα κόμμα που δημιούργησαν οι Βιετναμέζοι το 1951. Το παραπάνω κόμμα συστάθηκε από μια ομάδα πρώην μελών του Ερυθρών Χμερ που είχαν εγκαταλείψει την Καμπότζη για να σώσουν τη ζωή τους από τις πολιτικές των Πολ Ποτ και Τα Μοκ.[89] Το κόμμα αυτό ήταν απόλυτα ελεγχόμενο από τον κατοχικό βιετναμέζικο στρατό και ήταν υπό την καθοδήγηση του Βιετναμέζου πρεσβευτή στην Πνομ Πεν. Τα όπλα του νέου (υπό βιετναμικού ελέγχου) καμποτζιανού κράτους προέρχονταν από το Βιετνάμ και τη Σοβιετική Ένωση.[90]

Το 1981 ιδρύθηκε μια εξόριστη κυβέρνηση, η Κυβέρνηση Συνασπισμού της Δημοκρατίας της Καμπότζης (CGDK) από τρεις φατρίες οι οποίες ήταν κατά του βιετναμικού καθεστώτος στην Καμπότζη.[90] Αυτή η εξόριστη κυβέρνηση αποτελούταν από τους Ερυθρούς Χμερ, μια φιλοβασιλική φατρία με επικεφαλής τον Σιχανούκ, και το Λαϊκό Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο των Χμερ. Τα διαπιστευτήριά της εξόριστης αυτής κυβέρνησης αναγνωρίστηκαν από τα Ηνωμένα Έθνη. Ο εκπρόσωπος των Ερυθρών Χμερ στον ΟΗΕ, Θιούν Πρασίτ, διατήρησε τη θέση του, αλλά έπρεπε να εργαστεί σε συνεννόηση με εκπροσώπους των μη κομμουνιστικών κομμάτων της Καμπότζης.[91][92] Η άρνηση του Βιετνάμ να απομακρύνει τα στρατεύματα του από την Καμπότζη οδήγησε στην επιβολή οικονομικών κυρώσεων[93] από τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους.

Οι ειρηνευτικές προσπάθειες ξεκίνησαν στο Παρίσι το 1989. Παράλληλα συστάθηκε ένα νέο κρατικό μόρφωμα, το Κράτος της Καμπότζης, ενώ τον Οκτώβριο του 1991 υπεγράφη ο Συνολικός Διακανονισμός Ειρήνης στο Παρίσι. Ο ΟΗΕ έλαβε εντολή να επιβάλει την εκεχειρία μεταξύ των αντιμαχόμενων στρατοπέδων, να βοηθήσει τους πρόσφυγες και τους εκτοπισμένους, και να συμβάλλει στον αφοπλισμό των δυνάμεων. Τα ΟΗΕ, επίσης, ανέλαβαν τη μετάβαση της Καμπότζης σε ένα ανεξάρτητο κράτος, μέσω της Μεταβατικής Αρχής των Ηνωμένων Εθνών στην Καμπότζη.[94]

Σύγχρονη Καμπότζη (1993–σήμερα)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1993, η μοναρχία αποκαταστάθηκε με τον Νοροντόμ Σιχανούκ να επιστρέφει στη θέση του σαν βασιλιάς. Οι πρώτες μεταπολεμικές εκλογές διεξήχθησαν υπό τον συντονισμό της αποστολής των ΟΗΕ στην Καμπότζη. Οι εκλογές διεξήχθησαν κανονικά. Νίκησε το Ενωμένο Εθνικό Μέτωπο για μια Ανεξάρτητη, Ουδέτερη, Ειρηνική και Συνεργατική Καμπότζη με επικεφαλής τον γιο του Σιχανούκ, Ραμαρίντ, χωρίς να αποκτήσει πλειοψηφία. Τελικά συμφωνήθηκε η διαμόρφωση μιας συγκυβέρνησης ανάμεσα στον Ραναρίντ και τον Χουν Σεν του Λαϊκού Κόμματος της Καμπότζης, αφού το Λαϊκό Κόμμα απείλησε να αποσχίσει μέρος της χώρας αν η εξουσία περνούσε πλήρως στο κόμμα του Ραναρίντ. Η σταθερότητα που δημιουργήθηκε μετά τη συμφωνία του 1993 κλονίστηκε το 1997 από ένα πραξικόπημα υπό την ηγεσία του συμπρωθυπουργού Χουν Σεν, ο οποίος εξεδίωξε τον Ραναρίντ και άλλα κόμματα που εκπροσωπούνταν στην κυβέρνηση και εδραίωσε την εξουσία για το κόμμα του.[95][96] Αφού ο Σεν κατάφερε να σταθεροποιήσει την κυβέρνηση της χώρας, η Καμπότζη έγινε δεκτή στην Ένωση Εθνών της Νοτιοανατολικής Ασίας στις 30 Απριλίου 1999.[97][98] Ο Νοροντόμ Σιχαμονί στέφθηκε βασιλιάς της Καμπότζης το 2004 μετά την παραίτηση του πατέρα του Σιχανούκ.[99]

Στα τέλη της δεκαετίας του 1990 και στις αρχές της δεκαετίας του 2000, οι προσπάθειες ανοικοδόμησης της χώρας συνεχίστηκαν. Παράλληλα υπήρξε μια κάποια σταθερότητα χάρη στην πολυκομματική συνταγματική μοναρχία[100] αν και η διακυβέρνηση του Σεν έχει χαρακτηριστεί από παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων και διαφθορά.[101] Η οικονομία της Καμπότζης αναπτύχθηκε γρήγορα τις δεκαετίες του 2000 και του 2010,[102] και έλαβε μεγάλες ποσότητες επενδύσεων και αναπτυξιακής βοήθειας από την Κίνα ως μέρος της Πρωτοβουλίας μιας ζώνης και ενός δρόμου.[103]

Στην Καμπότζη διεξήχθησαν αντικυβερνητικές διαδηλώσεις υπέρ του αντιπολιτευόμενου Κόμματος Εθνικής Διάσωσης της Καμπότζης μετά τις γενικές εκλογές του 2013.

Ο ΟΗΕ υποστηρίζει ένα δικαστήριο εγκλημάτων πολέμου, το δικαστήριο των Ερυθρών Χμερ. Προσπαθεί να διερευνήσει τα εγκλήματα που διαπράχθηκαν κατά την περίοδο της διακυβέρνησης των Ερυθρών Χμερ αλλά και να φέρει σε δίκη τους ηγέτες τους. Ωστόσο, ο Χουν Σεν έχει αντιταχθεί σε εκτεταμένες δίκες ή έρευνες πρώην αξιωματούχων των Ερυθρών Χμερ.[104] Τον Ιούλιο του 2010, ο Κανγκ Κεκ Ιέου ήταν το πρώτο μέλος των Ερυθρών Χμερ που βρέθηκε ένοχο για εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας στον ρόλο του ως πρώην διοικητής του στρατοπέδου εξόντωσης Σ21. Ο Ιέου καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη.[105][106] Τον Αύγουστο του 2014, το δικαστήριο καταδίκασε τον Χιέου Σαμφάν, τον 83χρονο πρώην αρχηγό του κράτους, και τον Νουόν Τσέα, τον 88χρονο κύριο ιδεολόγο των Ερυθρών Χμερ, σε ισόβια κάθειρξη για εγκλήματα πολέμου για τον ρόλο τους στην τρομοκρατία της χώρας κατά τη δεκαετία του 1970.

Μετά τις γενικές εκλογές της Καμπότζης το 2013, οι ισχυρισμοί που εξέφρασε το Εθνικό Κόμμα Διάσωσης της Καμπότζης περί νοθείας από την κυβέρνηση του Χουν Σεν οδήγησαν σε εκτεταμένες αντικυβερνητικές διαδηλώσεις που συνεχίστηκαν και τον επόμενο χρόνο. Οι διαδηλώσεις έληξαν μετά την καταστολή τους από τις κυβερνητικές δυνάμεις.[107][108]

Το Εθνικό Κόμμα Διάσωσης της Καμπότζης διαλύθηκε πριν από τις γενικές εκλογές της Καμπότζης του 2018. Το κυβερνών Καμποτζιανό Λαϊκό Κόμμα θέσπισε αυστηρότερους περιορισμούς στα μέσα μαζικής ενημέρωσης.[109] Το Καμποτζιανό Λαϊκό Κόμμα κέρδισε όλες τις έδρες Εθνοσυνέλευσης χωρίς σημαντική αντιπολίτευση, ενισχύοντας ουσιαστικά τη μονοκομματική διακυβέρνηση της χώρας.[110][111]

Η παγκόσμια πανδημία του κορονοϊού εξαπλώθηκε στην Καμπότζη στις αρχές του 2020. Παρά την αποτροπή της εξάπλωσης της νόσου για μεγάλο μέρος του 2020 και την παραμονή των επιπέδων των κρουσμάτων σε πολύ χαμηλά νούμερα,[112] το σύστημα υγείας της χώρας τέθηκε υπό πίεση εξαιτίας ενός μεγάλου ξεσπάσματος στις αρχές του 2021, το οποίο προκάλεσε πολλά απαγορευτικά κυκλοφορίας σε τοπικό και εθνικό επίπεδο.[113] Η τουριστική βιομηχανία της χώρας επλήγη σημαντικά λόγω των διεθνών ταξιδιωτικών περιορισμών και έτσι η πανδημία του 2020 επηρέασε και την οικονομία σημαντικά.[114]

Οικονομία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ανάπτυξη του κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Καμπότζης ανά έτος (σε γράφημα)
Διάγραμμα που δείχνει τα κύρια προϊόντα που εξάγει η Καμπότζη (2019)
Μεταβολή της βαθμολογίας της Καμπότζης στον δείκτη ανθρώπινης ανάπτυξης, 1970–2010

Το 2017 το κατά κεφαλήν εισόδημα της Καμπότζης έφτανε τα 4.022 δολάρια σε μονάδες αγοραστικής δύναμης και 1.309 δολάρια σε ονομαστικό κατά κεφαλήν ΑΕΠ. Τα Ηνωμένα Έθνη χαρακτηρίζουν την Καμπότζη ως υπανάπτυκτη χώρα. Τα περισσότερα αγροτικά νοικοκυριά στηρίζουν το εισόδημα τους από τη γεωργία και τους σχετικούς υποτομείς της. Το ρύζι, τα ψάρια, η ξυλεία, τα ενδύματα και το καουτσούκ είναι τα κύρια εξαγώγιμα προϊόντα της Καμπότζης. Το Διεθνές Ινστιτούτο Έρευνας του Ρυζιού έχει εισάγει πάνω από 750 παραδοσιακές ποικιλίες ρυζιού στην Καμπότζη από την αποθήκη σπόρων του στην έδρα του στις Φιλιππίνες.[115] Αυτές οι ποικιλίες συνελέχθησαν τη δεκαετία του 1960.

Η μέση ετήσια αύξηση του ΑΕΠ για την περίοδο 2001–2010 ήταν 7.7% ανά έτος. Έτσι η Καμπότζη καθ'όλη τη δεκαετία του 2000 ήταν μια από τις δέκα ταχύτερα αναπτυσσόμενες χώρες του κόσμου. Ο τουρισμός ήταν η ταχύτερα αναπτυσσόμενη βιομηχανία της Καμπότζης, με τις αφίξεις τουριστών από το εξωτερικό να αυξάνονται από 219.000 το 1997 σε πάνω από 2 εκατομμύρια το 2007. Το 2004, ο πληθωρισμός βρισκόταν στο ποσοστό του 1.7%. Την ίδια χρονιά τα προϊόντα που εξήγαγε η Καμπότζη είχαν αξία 1.6 δισεκατομμυρίων δολαρίων.

Καταστήματα τροφίμων στο Σιέμ Ρεάπ.

Η αξιολόγηση της Παγκόσμιας Τράπεζας για την Καμπότζη είχε τίτλο "Που πήγαν όλοι οι φτωχοί;" (Where have all the poor gone). Στην εκτίμηση της για τη φτώχεια στην Καμπότζη το 2013 η Παγκόσμια Τράπεζα καταλήγει ότι κατά τη διάρκεια της επταετίας από το 2004 έως το 2011, η οικονομική ανάπτυξη της Καμπότζης ήταν τεράστια, μια από τις καλύτερες στον κόσμο. Επιπλέον, η κατανάλωση στα νοικοκυριά αυξήθηκε κατά σχεδόν 40%. Η ανάπτυξη αυτή ήταν με το μέρος των φτωχών. Επίσης η ανισότητα μειώθηκε, ενώ η κατανάλωση από τη φτωχότερη ομάδα του πληθυσμού ενισχύθηκε με γρηγορότερο ρυθμό από αυτό των λιγότερων φτωχών ομάδων του πληθυσμού. Ως αποτέλεσμα, το ποσοστό φτώχειας μειώθηκε από 52.2% σε 20.5% σε μόλις επτά χρόνια, ξεπερνώντας κάθε προσδοκία και ξεπερνώντας κατά πολύ τον στόχο της χώρας για τη μείωση της φτώχειας, όπως είχε δηλωθεί στους Αναπτυξιακούς Στόχους της Χιλιετίας της Καμπότζης. Ωστόσο, η πλειονότητα αυτών των ανθρώπων δεν γλίτωσαν πλήρως από τη φτώχεια: παραμένουν εξαιρετικά ευάλωτοι γιατί μπορεί να επιστρέψουν σε κατάσταση φτώχειας ακόμη και εξαιτίας μικρών σοκ.[116]

Οι δύο δεκαετίες συνεχούς οικονομικής ανάπτυξης που προηγήθηκαν βοήθησαν την Καμπότζη παγκόσμιος ηγέτης στη μείωση της φτώχειας. Η ιστορία επιτυχίας της Καμπότζης σημαίνει ότι η Καμπότζη ξεπέρασε έναν φαύλο εμφύλιο πόλεμο και, σύμφωνα με τον Όμιλο της Παγκόσμιας Τράπεζας, έγινε μια χώρα χαμηλότερου μεσαίου εισοδήματος. Σε ένα κατάλογο 69 χωρών, ο ρυθμός μείωσης της φτώχειας στην Καμπότζη ήταν ο τέταρτος καλύτερος στο κόσμο κατά τη διάρκεια της πενταετίας 2004-2008. Το ποσοστό φτώχειας μειώθηκε σε 10% το 2013. Την περίοδο 2015-2016 οι αναλυτές κατέγραψαν εκτιμήσεις κατά τις οποίες περίμεναν την περαιτέρω μείωση των ποσοστών φτώχειας στον αγροτικό και αστικό πληθυσμό. Ωστόσο, η ανθρώπινη ανάπτυξη, ιδιαίτερα στους τομείς της υγείας και της εκπαίδευσης, παραμένει σημαντική πρόκληση και αναπτυξιακή προτεραιότητα για την Καμπότζη.[117]

Τα κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου που έχουν βρεθεί στην ΑΟΖ και τα εδαφικά ύδατα της Καμπότζης μπορούν να αποδώσουν μεγάλα κέρδη στην Καμπότζη, αλλά παραμένουν σε μεγάλο βαθμό ανεξερεύνητα και ανεκμετάλλευτα, εν μέρει λόγω των εδαφικών διαφορών της χώρας με την Ταϊλάνδη.[118][119]

Ορυζώνας στην επαρχία Σιέμ Ρεάπ.

Η Εθνική Τράπεζα της Καμπότζης είναι η κεντρική τράπεζα του βασιλείου. Η Κεντρική Τράπεζα παρέχει ρυθμιστική εποπτεία στον τραπεζικό τομέα της χώρας και είναι εν μέρει υπεύθυνη για την αύξηση των άμεσων ξένων επενδύσεων στη χώρα. Μεταξύ της τριετίας 2010-2012, ο αριθμός των εποπτευόμενων τραπεζών και ιδρυμάτων μικροχρηματοδότησης της Καμπότζης αυξήθηκε από 31 σε πάνω 70, υπογραμμίζοντας την ανάπτυξη στον τραπεζικό και χρηματοπιστωτικό τομέα της Καμπότζης.

Το 2012, ιδρύθηκε στην Καμπότζη το Γραφείο Πίστωσης της Καμπότζης, το οποίο βρίσκεται υπό άμεση ρυθμιστική εποπτεία από την Εθνική Τράπεζα της Καμπότζης.[120] Το Γραφείο Πίστωσης αυξάνει περαιτέρω τη διαφάνεια και τη σταθερότητα στον τραπεζικό τομέα της Καμπότζης. Χάρη στο Γραφείο Πίστωσης της Καμπότζης, όλες οι καμποτζιανές τράπεζες και οι εταιρείες μικροχρηματοδότησης υποχρεούνται πλέον από τον νόμο να αναφέρουν ακριβή στοιχεία και αριθμητικά στοιχεία σχετικά με την απόδοση των δανείων στη χώρα.

Μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Καμπότζη εξακολουθεί να είναι το γεγονός ότι ο ηλικιωμένος πληθυσμός συχνά δεν έχει φοιτήσει ποτέ σε σχολείο και πολύ συχνά δεν γνωρίζει γραφή και ανάγνωση, ιδιαίτερα στην ύπαιθρο, η οποία υποφέρει από έλλειψη βασικών υποδομών. Ο φόβος μιας μελλοντικής πολιτικής αστάθειας και η διαφθορά εντός της κυβέρνησης αποθαρρύνουν τις ξένες επενδύσεις από το να έρθουν στη χώρα και καθυστερούν την παραλαβή της ξένης βοήθειας, αν και έχει υπάρξει σημαντική βοήθεια από διμερείς και διεθνείς χορηγούς. Οι δωρητές εκτός της Καμπότζης συνεισέφεραν 504 εκατομμύρια δολάρια στην οικονομία της χώρας το 2004,[100] ενώ μόνο η Ασιατική Τράπεζα Ανάπτυξης έχει παράσχει 850 εκατομμύρια δολάρια σε δάνεια, επιχορηγήσεις και τεχνική βοήθεια.[121] Συχνά οι εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην Καμπότζη πρέπει να πληρώσουν μίζες σε πολιτικούς, όταν λαμβάνουν άδειες, π.χ. άδειες οικοδόμησης.[122]

Αγρότες στη συγκομιδή ρυζιού στο Μπαταμπάνγκ.

Η Καμπότζη κατατάχθηκε μεταξύ των χειρότερων μερών στον κόσμο ως προς την οργανωμένη, συνδικαλισμένη εργασία σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Δείκτη Δικαιωμάτων της Διεθνούς Συνομοσπονδίας Συνδικάτων για το 2015, κατατάσσοντας την Καμπότζη στη κατηγορία των χωρών όπου δεν υπάρχει «καμία εγγύηση δικαιωμάτων».[123]

Τον Απρίλιο του 2016 η Εθνοσυνέλευση της Καμπότζης ενέκρινε νόμο για τα συνδικάτα. «Ο νόμος προτάθηκε σε μια περίοδο στην οποία οι εργαζόμενοι πραγματοποιούν συνεχείς διαδηλώσεις σε εργοστάσια και δρόμους ζητώντας αυξήσεις μισθών και βελτιώσεις στις συνθήκες εργασίας τους».[124] Έχουν υπάρξει όμως ανησυχίες σχετικά με το νέο νόμο της Καμπότζης περί συνδικάτων, τις οποίες συμμερίζονται όχι μόνο εργατικές ομάδες και οργανώσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα, αλλά και διεθνείς οργανισμοί γενικότερα. Το Γραφείο της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας για την Ταϊλάνδη, την Καμπότζη και το Λάος, σημείωσε ότι ο νόμος έχει «αρκετά σημεία που προκαλούν ανησυχία αλλά και κενά».[125]

Τα ανεξάρτητα συνδικάτα και οι εργοδότες παραμένουν διχασμένοι σχετικά με τον νέο νόμο, τις διατάξεις και τα οφέλη του. Ο Βαν Σόου Ιένγκ, πρόεδρος της ένωσης κατασκευαστών ενδυμάτων της Καμπότζης, ρώτησε «Πώς μπορεί να επιβιώσει ένα εργοστάσιο όταν υπάρχουν 25 συνδικάτα;», προσθέτοντας ότι «είναι ακατανόητο να περιμένουμε από έναν εργοδότη να διαπραγματευτεί μια συμφωνία για ένα αμφιλεγόμενο θέμα με 25 διαφορετικούς ηγέτες συνδικάτων». Ο Βαν Σόου Ιένγκ δήλωσε ότι ήταν απαραίτητο να δημιουργηθεί ένας νόμος με στόχο να χαλιναγωγηθούν τα συνδικάτα της χώρας. Σύμφωνα με την ένωση κατασκευαστών ενδυμάτων της χώρας, το 2015 υπήρχαν 3.166 συνδικάτα που εκπροσωπούσαν τους πάνω από 500.000 εργάτες που εργάζονταν στα 557 εργοστάσια ενδυμάτων και κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων και σε 58 εργοστάσια υποδημάτων της Καμπότζης. Αυτά τα εργοστάσια, μεταξύ άλλων, εξάγουν πολλά προϊόντα στο εξωτερικό. Αν και η παραγωγή ενδυμάτων είναι η μεγαλύτερη βιομηχανία της Καμπότζης, εκπροσωπώντας το 26,2% του ΑΕΠ της χώρας, ο Ιένγκ δήλωσε ότι χωρίς τον νόμο περί συνδικάτων, οι ξένοι επενδυτές δεν θα έρθουν στην Καμπότζη για επενδύσεις.[126]Ο Ιένγκ επίσης θεωρεί ότι μόνο με τον νόμο περί συνδικάτων οι εργοδότες θα μπορέσουν να επιβιώσουν, ενώ προσέθεσε ότι κάθε χώρα, όχι μόνο η Καμπότζη, έχει νόμο περί συνδικάτων. Όσοι επικρίνουν [τον νόμο] πρέπει να ξεκινήσουν να δραστηριοποιούνται και [τότε] θα καταλάβουν [τα οφέλη του], προσέθεσε.

Κλωστοϋφαντουργία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η βιομηχανία ενδυμάτων αντιπροσωπεύει το μεγαλύτερο μέρος του μεταποιητικού τομέα της Καμπότζης. Το 80% των εξαγωγών της Καμπότζης είναι ενδύματα, έτοιμα και μη. Το 2012, η Καμπότζη εξήγαγε προϊόντα αξίας 4.61 δισεκατομμυρίων δολαρίων, αυξημένες κατά 8% σε σχέση με το 2011. Το πρώτο εξάμηνο του 2013, η βιομηχανία ενδυμάτων ανέφερε εξαγωγές αξίας 1.56 δισεκατομμυρίων δολαρίων.[127] Ο κλάδος της κλωστοϋφαντουργίας απασχολεί 335.400 εργαζόμενους, εκ των οποίων το 91% είναι γυναίκες.

Η Ένωση για Καλύτερα Εργοστάσια στην Καμπότζη (Better Factories Cambodia) δημιουργήθηκε το 2001, προϊόν συνεργασίας μεταξύ της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας των Ηνωμένων Εθνών και της Διεθνούς Εταιρείας Χρηματοδότησης, μέλους του Ομίλου της Παγκόσμιας Τράπεζας. Το πρόγραμμα συνεργάζεται με εργαζομένους, εργοδότες και κυβερνήσεις με στόχο τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας και την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της βιομηχανίας ενδυμάτων.[128] Στις 18 Μαΐου 2018, η Συμβουλευτική Επιτροπή Έργου του Προγράμματος του Διεθνούς Οργανισμού Εργασίας για τη βελτίωση για των συνθηκών στα εργοστάσια συνεδρίασε στην Πνομ Πεν για να παράσχει στοιχεία στο σχέδιο συμπερασμάτων και συστάσεων της ανεξάρτητης ενδιάμεσης αξιολόγησης του προγράμματος για τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας στα εργοστάσια, καθώς και να συζητήσει επιλογές σχετικά με τον τρόπο να ενισχύσει περαιτέρω τη διαφανή πρωτοβουλία υποβολής εκθέσεων του προγράμματος.

Τα μέλη του προγράμματος αυτού συμφώνησαν με τα πορίσματα της αξιολόγησης σχετικά με τον αντίκτυπο που είχε το πρόγραμμα στον τομέα της βιομηχανίας ενδυμάτων της Καμπότζης και στους εργαζόμενους. Συνέβαλε στη διαρκή συνολική ανάπτυξη της βιομηχανίας ενδυμάτων, βελτίωσε τις συνθήκες ζωής για πάνω από μισό εκατομμύριο εργαζομένους στην Καμπότζη αλλά και τη ζωή των οικογενειών τους· διασφάλισε ότι οι εργαζόμενοι θα λαμβάνουν αξιοπρεπείς μισθούς και παροχές κοινωνικής προστασίας, συνέβαλε αποφασιστικά στην εξαφάνιση της παιδικής εργασίας στην Καμπότζη, έκανε τα εργοστάσια ενδυμάτων της Καμπότζης ασφαλέστερα στο σύνολο τους, δημιούργησε «ισότιμους όρους ανταγωνισμού» για την εργασία σε ολόκληρο τον τομέα της ένδυσης, επηρέασε τις επιχειρηματικές πρακτικές μέσω της χρήσης εργοστασιακών δεδομένων για την επισήμανση των περιοχών όπου πρέπει να βελτιωθούν πράγματα και απετέλεσε βασικό μέρος των στρατηγικών διαχείρισης κινδύνου διεθνών εταιρειών/αγοραστών.[129]

Τουρισμός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κάθε χρόνο, σχεδόν 2,6 εκατομμύρια τουρίστες επισκέπτονται το Ανγκόρ Βατ στο Σιέμ Ρεάπ της Καμπότζης.

Η τουριστική βιομηχανία είναι η δεύτερη μεγαλύτερη πηγή σκληρού νομίσματος της χώρας μετά την κλωστοϋφαντουργία. [94] Οι αφίξεις ξένων επισκεπτών το 2018 ξεπέρασαν τα έξι εκατομμύρια, ενώ στις αρχές του 21ου αιώνα ήταν περίπου 600.000 τον χρόνο.[130] Η βιομηχανία του τουρισμού απασχολεί το 26% του εργατικού δυναμικού της χώρας, δηλαδή παρέχει περίπου 2.5 εκατομμύρια θέσεις εργασίας στην Καμπότζη.[131]

Εκτός από την Πνομ Πεν και το Ανγκόρ Βατ, άλλοι τουριστικοί προορισμοί της Καμπότζης είναι το Σιχανουκβίλ στα νοτιοδυτικά, γνωστό για τις παραλίες του, και το Μπαταμπάνγκ στα βορειοδυτικά, δύο δημοφιλείς στάσεις για ταξιδιώτες που ταξιδεύουν με τη χρήση σακίδιου (μπακπάκερς). Οι ταξιδιώτες αυτού του είδους αποτελούν σημαντικό μέρος της τουριστικής κίνησης στη χώρα.[132] Η περιοχή γύρω από το Καμπότ και το Κεπ, συμπεριλαμβανομένου του σταθμού του λόφου Μποκόρ, παρουσιάζουν τουριστικό ενδιαφέρον. Ο τουρισμός από το 1993 και μετά βρίσκεται σε συνεχή άνοδο.[133]

Η Κίνα, το 2018, απετέλεσε τη βασική χώρα προέλευσης ξένων τουριστών στην Καμπότζη. Οι εισπράξεις από τον τουρισμό ξεπέρασαν τα 4.4 δισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ για το 2018, αντιπροσωπεύοντας σχεδόν το 10% του ΑΕΠ της Καμπότζης. Το ιστορικό πάρκο Ανγκόρ Βατ στο Σιέμ Ρεάπ, οι παραλίες του Σιχανουκβίλ, η πρωτεύουσα Πνομ Πεν και τα 150 καζίνο (από 57 το 2014) της Καμπότζης αποτελούν[134] τα κύρια αξιοθέατα για τους ξένους τουρίστες.

Ωστόσο, η φήμη της Καμπότζης ως ασφαλής προορισμός για τους ταξιδιώτες έχει επισκιαστεί από τις κατά καιρούς πολιτικές ταραχές[135][136][137] αλλά και από διάφορες προβεβλημμένες περιπτώσεις σοβαρών εγκλημάτων που διεπράχθησαν από τουρίστες οι οποίοι επισκέφθηκαν την Καμπότζη.[138][139][140]

Η βιομηχανία παραγωγής και πώλησης αναμνηστικών της Καμπότζης απασχολεί πολλούς ανθρώπους στα κύρια σημεία ενδιαφέροντος. Η ποσότητα των αναμνηστικών που παράγει η Καμπότζη δεν επαρκεί για να καλυφθούν οι αυξανόμενες τουριστικές ανάγκες και η πλειοψηφία των αναμνηστικών προϊόντων που πωλούνται στους τουρίστες εισάγονται από την Κίνα, την Ταϊλάνδη και το Βιετνάμ.[141] Μερικά από τα αναμνηστικά προϊόντα που παράγονται στην Καμπότζη περιλαμβάνουν τα παρακάτω:

  • Κράμα (παραδοσιακό κασκόλ)
  • Κεραμικά
  • Σαπούνι, κεριά, μπαχαρικά [142]
  • Ξυλόγλυπτα, βερνίκια, ασημένιες πλάκες.[143]
  • Βαμμένα μπουκάλια που περιέχουν εμποτισμένο κρασί από ρύζι

Γεωργία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η γεωργία είναι η καρδιά της οικονομίας της Καμπότζης. Το 1985 η γεωργία αντιπροσώπευε το 90% του ΑΕΠ και απασχολούσε περίπου το 80% του εργατικού δυναμικού. Το ρύζι είναι το κύριο γεωργικό προϊόν της χώρας. Επίσης, μεταξύ άλλων, η Καμπότζη παράγει αραβόσιτο, μανιόκα, γλυκοπατάτες, φιστίκια, σόγια, σουσάμι, ξερά φασόλια και καουτσούκ. Η κύρια εμπορική καλλιέργεια είναι το καουτσούκ. Στη δεκαετία του 1980 ήταν ένα σημαντικό γεωργικό και εμπορικό προϊόν της χώρας, το δεύτερο πιο κερδοφόρο μετά το ρύζι, και μια από τις λίγες πηγές συναλλάγματος της χώρας.

Μεταφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τμήμα της 4ης εθνικής οδού της Καμπότζης.

Ο εμφύλιος πόλεμος και η μετέπειτα παραμέληση του δικτύου από τις αρχές προκάλεσαν σοβαρές ζημιές στο σύστημα μεταφορών της Καμπότζης. Με τη βοήθεια άλλων χωρών, η Καμπότζη έχει αναβαθμίσει τις κύριες οδικές αρτηρίες. Τις έχει κάνει να συμβαδίζουν με τα διεθνή πρότυπα και η ποιότητα, αλλά και η κατάσταση των περισσότερων εθνικών οδών και κυρίων οδικών αρτηριών έχει βελτιωθεί πάρα πολύ από το 2006. Οι περισσότεροι κεντρικοί δρόμοι είναι πλέον ασφαλτοστρωμένοι. Η οδήγηση γίνεται στα δεξιά.

Η Καμπότζη έχει δύο σιδηροδρομικές γραμμές. Το σιδηροδρομικό δίκτυο της Καμπότζης έχει μέγεθος 612 χιλιομέτρων περίπου. Το πλάτος των γραμμών είναι ένα μέτρο.[144] Οι γραμμές συνδέουν την πρωτεύουσα, το Σιχανουκβίλ και άλλες πόλεις. Τα τρένα συνδέουν την πρωτεύουσα της Καμπότζης με δημοφιλείς τουριστικούς προορισμούς στο νότο. Μετά από 14 χρόνια παύσης, το 2016 επανήλθε σε υπηρεσία η σιδηροδρομική γραμμή Σιχανουκβίλ-Πνομ Πεν, παρέχοντας στους ταξιδιώτες μια πιο ασφαλή επιλογή μεταφοράς σε σχέση με το οδικό δίκτυο.[145] Επίσης, υπάρχουν σιδηροδρομικά δρομολόγια τα οποία καλύπτουν τη γραμμή Πνομ Πεν - Σισοφόν (αν και συχνά τα τρένα φτάνουν μόνο μέχρι το Μπαταμπάνγκ). Το 1987, στην Καμπότζη λειτουργούσε ένα εβδομαδιαίο δρομολόγιο που κάλυπτε τη διαδρομή Πνομ Πεν - Μπαταμπάνγκ. Ένα εγχείρημα αξίας 141 εκατομμυρίων δολαρίων, το οποίο χρηματοδοτήθηκε κυρίως από την Ασιατική Τράπεζα Ανάπτυξης, έχει στόχο να αναζωογονήσει το σιδηροδρομικό δίκτυο της Καμπότζης και να συνδέσει σιδηροδρομικά την Καμπότζη με μεγάλες πόλεις και βιομηχανικά και οικονομικά κέντρα των γύρω χωρών, όπως η Μπανγκόκ (Ταϊλάνδη) και το Χο Τσι Μιν (Βιετνάμ).[144]

Εκτός από την κύρια οδική αρτηρία που συνδέει την Πνομ Πεν με το Σιχανούκβιλ, η ασφαλτόστρωση ενός πρώην χωματόδρομου και η διασύνδεση πέντε μεγάλων περασμάτων ποταμών έχουν οδηγήσει στη δημιουργία μόνιμης οδικής σύνδεσης μεταξύ της πρωτεύουσας και του Κο Κονγκ και ως εκ τούτου υπάρχει πλέον αδιάκοπη οδική πρόσβαση στη γειτονική Ταϊλάνδη και το οδικό της δίκτυο.

Τραίνο με κατεύθυνση το αεροδρόμιο της Πνομ Πεν.

Το ποσοστό τροχαίων ατυχημάτων στην Καμπότζη είναι υψηλό σύμφωνα με το παγκόσμιο μέσο όρο. Το 2004, ο αριθμός των θανάτων από τροχαία ατυχήματα ανά 10.000 οχήματα στην Καμπότζη ήταν δεκαπλάσιος του μέσου όρου των ανεπτυγμένων χωρών, και ο αριθμός των θανάτων από τροχαία ατυχήματα είχε διπλασιαστεί τα προηγούμενα τρία χρόνια.[146]

Οι εκτεταμένες εσωτερικές πλωτές οδοί της Καμπότζης ήταν ιστορικά σημαντικές στο διεθνές εμπόριο. Ο Μεκόνγκ και ο ποταμός Τονλεσάπ, οι πολυάριθμοι παραπόταμοί τους και ο ίδιος ο Τονλεσάπ παρείχαν υδάτινες λεωφόρους μεγάλου μήκους. Υπάρχουν 3.700 χιλιόμετρα πλωτών γραμμών που είναι πλωτές όλο τον χρόνο για πλοία ύψους 0.6 μέτρων και 282 χιλιόμετρα πλωτών γραμμών πλωτές για πλοία ύψους 1.8 μέτρων.[147]

Η Καμπότζη έχει δύο μεγάλα λιμάνια, την Πνομ Πεν και το Σιχανουκβίλ, και πέντε μικρότερα. Η Πνομ Πεν βρίσκεται στη διασταύρωση των ποταμών Μπάσακ, Μεκόνγκ και Τονλεσάπ. Είναι το μόνο παραποτάμιο λιμάνι στην Καμπότζη που μπορεί να δεχθεί πλοία 8.000 τόνων κατά την εποχή των βροχών και πλοία 5.000 τόνων κατά την εποχή της ξηρασίας.

Με την ανάπτυξη της χώρας έχει αυξηθεί η παρουσία των αυτοκινήτων στους δρόμους, αν και οι μοτοσυκλέτες εξακολουθούν να κυριαρχούν στους δρόμους.[148] Τα ποδήλατα-ρίκσο (γνωστά και ως σικλό από τα γαλλικά) ήταν δημοφιλή κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1990, αλλά αντικαθίστανται όλο και περισσότερο από ρεμόρκ (βαγόνια που συνδέονται με μοτοσικλέτες) και εισαγόμενα ινδικά ρίκσο. Τα σικλό έχουν μια ιδιαιτερότητα: ο οδηγός κάθεται πίσω από τον επιβάτη και όχι μπροστά.[149]

Η Καμπότζη έχει τρία εμπορικά αεροδρόμια. Το 2018 χειρίστηκαν 10 εκατομμύρια επιβάτες, το μεγαλύτερο αριθμό που χειρίστηκαν ποτέ.[150] Το διεθνές αεροδρόμιο της Πνομ Πεν είναι το πιο πολυσύχναστο αεροδρόμιο της Καμπότζης. Το διεθνές αεροδρόμιο Σιέμ-Ρεάπ Ανγκόρ είναι το δεύτερο πιο πολυσύχναστο αεροδρόμιο και εξυπηρετεί τις περισσότερες διεθνείς πτήσεις εντός και εκτός Καμπότζης. Το Διεθνές Αεροδρόμιο Σιχανούκ, βρίσκεται στην παραλιακή πόλη Σιχανουκβίλ.

Ενέργεια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Καμπότζη έχει μεγάλες δυνατότητες για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Παρόλο που η χώρα δεν έχει προσελκύσει πολλές διεθνείς επενδύσεις στον τομέα της παραγωγής ενέργειας από ΑΠΕ μέχρι το 2022, η χώρα λειτουργεί ως πρότυπο για τις χώρες της περιοχής στο πως πρέπει να γίνονται πλειστηριασμοί στον τομέα της δημοπράτησης εκτάσεων για την παραγωγή ενέργειας από ΑΠΕ.[151] Για να προσελκύσει περισσότερες επενδύσεις στον τομέα της παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, η κυβέρνηση θα μπορούσε να βελτιώσει το ρυθμιστικό πεδίο για την παραγωγή ενέργειας από ΑΠΕ, να υιοθετήσει σαφείς στόχους, να αναπτύξει ένα αποτελεσματικό ρυθμιστικό πλαίσιο, να βελτιώσει τη δυνατότητα χρηματοδότησης έργων παραγωγής ενέργειας από ΑΠΕ και να διευκολύνει την είσοδο των επενδυτών στην καμποτζιανή αγορά για επενδύσεις.[151] Η Καμπότζη είναι ιδιαίτερα ευάλωτη στις αρνητικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Συνιστάται η Καμπότζη να επικεντρωθεί περισσότερο στην ανάπτυξη υποδομών ΑΠΕ ως μέρος των μέτρων μετριασμού της κλιματικής αλλαγής.[152]

Διακυβέρνηση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Νοροντόμ Σιχαμόνι, βασιλιάς της Καμπότζης

Η εθνική πολιτική στην Καμπότζη διεξάγεται στο πλαίσιο του συντάγματος του έθνους του 1993. Η κυβέρνηση είναι μια συνταγματική μοναρχία, δηλαδή μια κοινοβουλευτική αντιπροσωπευτική δημοκρατία. Ο Πρωθυπουργός της Καμπότζης είναι ο Χουν Σεν από το 1985, ενώ ο Σεν είναι και αρχηγός της κυβέρνησης, ενώ ο βασιλιάς της Καμπότζης (σήμερα Νορόντομ Σιχαμονί) είναι ο αρχηγός κράτους της Καμπότζης. Ο πρωθυπουργός διορίζεται από τον βασιλιά, αφού λάβει τη συμβουλή και την έγκριση από την πλειοψηφία της Εθνοσυνέλευσης. Ο πρωθυπουργός και οι υπουργοί ασκούν την εκτελεστική εξουσία.

Οι νομοθετική εξουσία αποτελούν δικαιοδοσία του κοινοβούλιο της Καμπότζης (សភាតំណាងរាស្ត្រ, σαπεά ταμνάνγκ ρεαστρά), αποτελούμενο από την εθνοσυνέλευση ( រដ្ឋសភា, ροντασαπέα) και μια Άνω Βουλή, τη Γερουσία (ព្រឹទ្ធសភា, πρετοσαπέα). Τα 123 μέλη της Εθνοσυνέλευσης εκλέγονται μέσω του συστήματος της αναλογικής εκπροσώπησης και η θητεία τους, στην καλύτερη περίπτωση, διαρκεί πέντε χρόνια. Η Γερουσία έχει 61 έδρες. Δύο μέλη της γερουσίας διορίζονται από τον βασιλιά, ενώ άλλα δύο διορίζονται από την Εθνοσυνέλευση. Τα υπόλοιπα 57 διορίζονται από τους δημοτικούς συμβούλους των 24 επαρχιών της Καμπότζης. Η θητεία των γερουσιαστών της Καμπότζης διαρκεί έξι χρόνια.[153]

Στις 14 Οκτωβρίου 2004, ο βασιλιάς Νοροντόμ Σιχαμόνι ανέλαβε τη θέση του μονάρχη της Καμπότζης μετά από την απόφαση που έλαβε το εννιαμελές Βασιλικό Συμβούλιο Θρόνου, μέρος μιας διαδικασίας επιλογής του επόμενου μονάρχη της χώρας η οποία τέθηκε γρήγορα σε εφαρμογή μετά την παραίτηση του βασιλιά Νοροντόμ Σιχανούκ μια εβδομάδα πριν. Η επιλογή του Σιχαμόνι επικυρώθηκε με θετική απόφαση του Χουν Σεν και του προέδρου της Εθνοσυνέλευσης Πρίγκιπα Νορόντομ Ραναρίντ (ετεροθαλής αδερφός του βασιλιά και σημερινός επικεφαλής σύμβουλος του βασιλιά), μέλη του συμβουλίου του θρόνου. Ενθρονίστηκε στην Πνομ Πεν στις 29 Οκτωβρίου 2004.

Επίσημα η Καμπότζη αποτελεί, σύμφωνα με το σύνταγμα της, πολυκομματική δημοκρατία. Στην πραγματικότητα η χώρα αποτελεί μονοκομματικό κράτος στο οποίο κυρίαρχο κόμμα είναι το Λαϊκό Κόμμα της Καμπότζης και κυρίαρχος πολιτικός ο πρωθυπουργός Χουν Σεν, έναν πρώην αξιωματούχο των Ερυθρών Χμερ ο οποίος βρίσκεται στην εξουσία από το 1985. Οι ανοιχτές πόρτες σε επενδυτές από το εξωτερικό κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Σεν έχουν συμβάλλει στη δημιουργία ενός δικτύου προστατευόμενων ευνοούμενων του Σεν και της συζύγου του, Μπουν Ράνι.[154] Ο Ντέιβιντ Ρόμπερτς του παρατηρητηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων έχει περιγράφει την καμποτζιανή κυβέρνηση σαν σχετικά αυταρχικό συνασπισμό μέσω μιας επιφανειακής δημοκρατίας.[155]

Ο Χουν Σεν έχει ορκιστεί να παραμείνει στην κυβέρνηση μέχρι να φτάσει την ηλικία των 74 ετών, δηλαδή θα παραμείνει πρωθυπουργός έως το 2026, αν τηρήσει την υπόσχεση του.[156][107] Είναι πρώην μέλος των Ερυθρών Χμερ που αυτομόλησε. Η κυβέρνησή του κατηγορείται τακτικά για την αγνόηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και καταστολή των αντιφρονούντων. Τα αποτελέσματα των εκλογών του 2013 αμφισβητήθηκαν από την αντιπολίτευση, οδηγώντας σε διαδηλώσεις στην πρωτεύουσα. Στην Πνομ Πεν διαδηλωτές τραυματίστηκαν και σκοτώθηκαν, όπου σύμφωνα με πληροφορίες συγκεντρώθηκαν 20.000 διαδηλωτές, με ορισμένους να συγκρούονται με την αστυνομία.[157] Καταγόμενος από αγροτική οικογένεια, ο Χουν Σεν ήταν μόλις 33 ετών όταν ανέλαβε την εξουσία το 1985 και από ορισμένους θεωρείται δικτάτορας που κυβερνά εδώ και πάνω από 30 χρόνια.[158]

Μετά την καταστολή της αντιπολίτευσης και του ελεύθερου Τύπου το 2017, η Καμπότζη περιγράφεται σαν ντε φάκτο μονοκομματικό κράτος.[159][160][161]

Διεθνείς σχέσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο υπουργός Εξωτερικών της Καμπότζης Πρακ Σοκχόν συναντά τον υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ Άντονι Μπλίνκεν στην Ουάσιγκτον (13 Μαΐου 2022).

Οι εξωτερικές σχέσεις της Καμπότζης αποτελούν αρμοδιότητα του Υπουργείου Εξωτερικών με αρμόδιο υπουργό τον Πρακ Σοκχόν. Η Καμπότζη είναι μέλος των Ηνωμένων Εθνών, της Παγκόσμιας Τράπεζας και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Είναι μέλος της Ασιατικής Τράπεζας Ανάπτυξης, της Ένωσης Χωρών της Νοτιοανατολικής Ασίας, και εντάχθηκε στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου το 2004. Το 2005 η Καμπότζη συμμετείχε στην εναρκτήρια Σύνοδο Κορυφής της Ανατολικής Ασίας στη Μαλαισία.

Η Καμπότζη έχει συνάψει διπλωματικές σχέσεις με πολλές χώρες. Στην Καμπότζη υπάρχουν είκοσι πρεσβείες.[162] Πρεσβείες στην Καμπότζη διατηρούν πολλές από τις γειτονικές χώρες της Καμπότζης, αλλά και χώρες που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στη διαπραγμάτευση των συμφωνιών ειρήνης του Παρισιού: οι ΗΠΑ, η Αυστραλία, ο Καναδάς, η Κίνα, η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ), η Ιαπωνία και η Ρωσίας.[163] Ως αποτέλεσμα των σχέσεων της Καμπότζης με διάφορα κράτη του κόσμου, διάφορες φιλανθρωπικές οργανώσεις έχουν βοηθήσει στην Καμπότζη με κοινωνικές, οικονομικές και αστικές ανάγκες των κατοίκων της χώρας. Παράλληλα έχει βοηθήσει στην κατασκευή υποδομών.

Ο πρωθυπουργός Χουν Σεν με τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν σε συνάντηση στη Μόσχα στις 19 Μαΐου 2016.

Ενώ οι βίαιες συγκρούσεις των δεκαετιών του 1970 και του 1980 έχουν πια περάσει οριστικά στην ιστορία, υπάρχουν ακόμα και σήμερα εδαφικές διαμάχες μεταξύ της Καμπότζης και των γειτόνων της. Οι εδαφικές διαμάχες έχουν να κάνουν με αμφισβητούμενα νησιά, με τμήμα του συνόρου της Καμπότζης με το Βιετνάμ αλλά και με τα ακαθόριστα θαλάσσια σύνορα της Καμπότζης. Η Καμπότζη και η Ταϊλάνδη έχουν εδαφικές διαμάχες. Τα στρατεύματα των δύο χωρών έχουν συγκρουστεί για κάποια κομμάτια γης τα οποία βρίσκονται ακριβώς δίπλα στον ναό Πρεά Βιχεάρ, οδηγώντας σε επιδείνωση των σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών. Το μεγαλύτερο μέρος των αμφισβητούμενων εδαφών ανήκει στην Καμπότζη, αλλά ένας συνδυασμός του μη σεβασμού των κανόνων του διεθνούς δικαίου από τη μεριά της Ταϊλάνδης, της παρουσίας των ταϊλανδικών στρατευμάτων στη περιοχή και της έλλειψης πόρων στον καμποτζιανό στρατό για να αντιδράσει έχουν διατηρήσει αμετάβλητη αυτή την εδαφική διαφορά από το 1962 μέχρι σήμερα.[164][165]

Η Καμπότζη και η Κίνα έχουν αναπτύξει ισχυρές διπλωματικές σχέσεις από τη δεκαετία του 2010 και έπειτα. Μια κινεζική εταιρεία, υποστηριζόμενη από σώμα του Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού, κατασκεύασε ένα λιμάνι βαθέων υδάτων στην επαρχία Κο Κονγκ, στον κόλπο της Ταϊλάνδης. Το λιμάνι είναι αρκετά βαθύ ώστε να είναι δυνατή η χρήση του από κρουαζιερόπλοια, πλοία μπαλκ κάριερ ή πολεμικά πλοία. Η διπλωματική υποστήριξη της Καμπότζης στις κινεζικές προσπάθειες να διεκδικήσει αμφισβητούμενες περιοχές στη Θάλασσα της Νότιας Κίνας είναι ανεκτίμητη. Επειδή η Καμπότζη είναι μέλος της Ένωσης Χωρών της Νοτιοανατολικής Ασίας και οι κανόνες της Ένωσης προβλέπουν ότι οι αντιρρήσεις ενός μέλους μπορούν να ανατρέψουν οποιαδήποτε ομαδική πρωτοβουλία, η Καμπότζη είναι χρήσιμη διπλωματικά για την Κίνα, επειδή με τη θέση της στον οργανισμό μπορεί να αποτελέσει αντίβαρο στα έθνη της νοτιοανατολικής Ασίας που έχουν στενότερους δεσμούς με τις Ηνωμένες Πολιτείες (π.χ. Φιλιππίνες).[166]

Στρατός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αξιωματικοί του Βασιλικού Στρατού της Καμπότζης συμμετέχουν σε μια παρέλαση του στρατού.

Ο Βασιλικός Στρατός της Καμπότζης, το Βασιλικό Ναυτικό της Καμπότζης, η Βασιλική Πολεμική Αεροπορία της Καμπότζης και η Βασιλική Χωροφυλακή αποτελούν τα τέσσερα συστατικά των Βασιλικών Ενόπλων Δυνάμεων της Καμπότζης, υπό τη διοίκηση του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας. Το υπουργείο εθνικής άμυνας της Καμπότζης βρίσκεται υπό την προεδρία του Πρωθυπουργού της Καμπότζης. Η Αυτού Μεγαλειότητα Βασιλιάς Νοροντόμ Σιχαμόνι είναι ο Ανώτατος Διοικητής των Βασιλικών Ενόπλων Δυνάμεων της Καμπότζης και ο πρωθυπουργός της χώρας Χουν Σεν κατέχει ουσιαστικά τη θέση του αρχιστράτηγου.

Η εισαγωγή μιας νέας αρχηγικής δομής στον στρατό στις αρχές του 2000 ήταν ένα βασικό προοίμιο των προσπαθειών αναδιοργάνωσης του στρατού της Καμπότζης. Το Υπουργείο Άμυνας έχει σχηματίσει τρία υποταγμένα στο ίδιο γενικά τμήματα του στρατού, τα οποία είναι υπεύθυνα για τα λογιστικά και τα οικονομικά θέματα του στρατού, τις υλικές και τις τεχνικές υπηρεσίες, αλλά τις αμυντικές υπηρεσίες του στρατού. Όλα αυτά τα τμήματα υπάγονται στο Αρχηγείο Ανώτατης Διοίκησης του Καμποτζιανού Στρατού.

Υπουργός Εθνικής Άμυνας είναι ο στρατηγός Τέα Μπαν. Ο Μπαν είναι υπουργός Άμυνας της Καμπότζης από το 1979. Οι Υπουργοί Άμυνας είναι ο Τσάι Σάινγκ Γιουν και ο Πορ Μπουν Σρέου.

Το 2010, οι Βασιλικές Ένοπλες Δυνάμεις της Καμπότζης αποτελούταν από 102.000 άτομα σαν μόνιμο προσωπικό, ενώ τότε υπήρχαν και 200.000 έφεδροι. Η Καμπότζη δαπανά το 3% του εθνικού ΑΕΠ της για τις στρατιωτικές δαπάνες κάθε χρόνο. Η Βασιλική Χωροφυλακή της Καμπότζης έχει πάνω από 7.000 άτομα προσωπικό. Τα καθήκοντα της χωροφυλακής της Καμπότζης περιλαμβάνουν: την παροχή ασφάλειας και δημόσιας ειρήνης, τη διερεύνηση και την πρόληψη του οργανωμένου εγκλήματος, της τρομοκρατίας και άλλων βίαιων ομάδων, την προστασία της κρατικής και ιδιωτικής ιδιοκτησίας· την παροχή βοήθειας σε πολίτες και άλλες δυνάμεις έκτακτης ανάγκης σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης, φυσικής καταστροφής, εμφύλιων αναταραχών και ένοπλων συγκρούσεων.

Ο Χουν Σεν έχει συγκεντρώσει την εξουσία στα χέρια του. Έχει δημιουργήσει μια πραιτωριανή φρουρά που «φαίνεται να συναγωνίζεται τις δυνατότητες των τακτικών στρατιωτικών μονάδων της χώρας». Λέγεται ότι ο Χουν Σεν χρησιμοποιεί την πραιτωριανή φρουρά για να καταστέλει την πολιτική αντιπολίτευση.[167] Η Καμπότζη έχει υπογράψει τη συνθήκη του ΟΗΕ για την Απαγόρευση των Πυρηνικών Όπλων.[168]

Πολιτικός πολιτισμός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Από αριστερά προς τα δεξιά: ο Πρόεδρος της Γερουσίας Σάι Τσχουμ, ο Πρόεδρος της Εθνοσυνέλευσης Χενγκ Σαμρίν και ο Πρωθυπουργός Χουν Σεν, κατά τη διάρκεια των εκδηλώσεων για την Ημέρα της Ανεξαρτησίας στις 9 Νοεμβρίου 2019.

Το Καμποτζιανό Λαϊκό Κόμμα είναι το κυρίαρχο πολιτικό κόμμα στην Καμπότζη. Μετά τις εκλογές του 2018, το Καμποτζιανό Λαϊκό Κόμμα κατέχει όλες τις έδρες στο Καμποτζιανό Κοινοβούλιο εκτός από τέσσερις. Κατέχει τις 125 έδρες της Εθνοσυνέλευσης και τις 58 από τις 62 έδρες στη Γερουσία.

Ο Χουν Σεν και η κυβέρνησή του είναι αμφιλεγόμενοι φορείς πολιτικής εξουσίας στην Καμπότζη. Ο Χουν Σεν ήταν πρώην διοικητής των Ερυθρών Χμερ. Αρχικά τον έβαλαν στη θέση του οι Βιετναμέζοι, και αφού οι Βιετναμέζοι εγκατέλειψαν τη διοίκηση της Καμπότζης και τη χώρα, έχει διατηρήσει τη θέση του ισχυρού άνδρα στην Καμπότζη, καταφεύγοντας ακόμη και στη βία και στην καταστολή όταν κρίνεται απαραίτητο.[169] Το 1997, φοβούμενος την αυξανόμενη εξουσία του συμπρωθυπουργού, πρίγκιπα Νοροντόμ Ραναρίντ, ο Χουν Σεν εξαπέλυσε πραξικόπημα, χρησιμοποιώντας τον στρατό για να εκκαθαρίσει τον Ραναρίντ και τους υποστηρικτές του από την κυβέρνηση. Ο Ραναρίντ εκδιώχθηκε και διέφυγε στο Παρίσι, ενώ άλλοι αντίπαλοι του Χουν Σεν συνελήφθησαν, βασανίστηκαν και ορισμένοι εκτελέστηκαν με συνοπτικές διαδικασίες.[169][170]

Εκτός από την πολιτική καταπίεση, η κυβέρνηση της Καμπότζης έχει κατηγορηθεί για διαφθορά. Έχει προβεί σε πωλήσεις τεράστιων εκτάσεων γης σε ξένους επενδυτές, οδηγώντας στην έξωση χιλιάδων χωρικών από τα σπίτια τους,[171] ενώ έχει κατηγορηθεί ότι λαμβάνει δωροδοκίες με αντάλλαγμα την παραχώρηση δικαιωμάτων εκμετάλλευσης του πετρελαϊκού πλούτου της Καμπότζης και ορυκτών πόρων σε ξένες εταιρείες.[172] Η Καμπότζη είναι σταθερά μια από τις πιο διεφθαρμένες κυβερνήσεις στον κόσμο.[173][174][175] Η Διεθνής Αμνηστία αναγνωρίζει επί του παρόντος ένα κρατούμενο συνείδησης (δηλαδή άτομο που έχει φυλακιστεί για τις πεποιθήσεις του) στη χώρα: την 33χρονη ακτιβίστρια για τα δικαιώματα των αγροτών, Γιορμ Μπόφα.

Δημοσιογράφοι που κάλυπταν μια διαμαρτυρία για τα αμφισβητούμενα εκλογικά αποτελέσματα στην Πνομ Πεν στις 22 Σεπτεμβρίου 2013 αναφέρουν ότι δέχθηκαν εσκεμμένη επίθεση από αστυνομικούς και άνδρες με πολιτικά ρούχα, με σφεντόνες και όπλα κρότου-λάμψης. Η επίθεση εναντίον του προέδρου του Συλλόγου Ξένων Δημοσιογράφων της Καμπότζης, Ρικ Βαλενζουέλα, καταγράφηκε σε βίντεο. Η βία σημειώθηκε εν μέσω πολιτικών εντάσεων καθώς η αντιπολίτευση μποϊκόταρε την τελετή έναρξης της θητείας της νέας Βουλής εκφράζοντας ανησυχίες για εκλογική νοθεία. Επτά δημοσιογράφοι τραυματίστηκαν ελαφρά, ενώ τουλάχιστον δύο διαδηλωτές από την Καμπότζη χτυπήθηκαν από βλήματα σφεντόνας και νοσηλεύτηκαν. [176]

Το 2017, το Ανώτατο Δικαστήριο της Καμπότζης υποχρέωσε σε διάλυση με ψήφισμα του το κύριο αντιπολιτευόμενο κόμμα, το Εθνικό Κόμμα Διάσωσης της Καμπότζης, ανοίγοντας τον δρόμο για την επιστροφή σε ένα ακόμη πιο αυταρχικό πολιτικό σύστημα.[177]

Διαφθορά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το επίπεδο της διαφθοράς στην Καμπότζη είναι ένα από τα υψηλότερα στον κόσμο. Παρά την υιοθέτηση ενός «Νόμου κατά της Διαφθοράς» το 2010, η διαφθορά είναι βαθύτατα εξαπλωμένη σε όλη τη χώρα. Η διαφθορά είναι παρούσα στο δικαστικό σώμα, την αστυνομία και άλλους κρατικούς θεσμούς. Η ευνοιοκρατία, όπου ευνοούνται οι φίλοι και οι προστατευόμενοι των κυβερνητικών αξιωματούχων, αλλά και η ατιμωρησία των πολιτικών, είναι κοινός τόπος. Η έλλειψη σαφούς διάκρισης στο σημερινό πολιτικό σύστημα μεταξύ των δικαστηρίων και της εκτελεστικής εξουσίας οδηγεί επίσης σε βαθιά πολιτικοποίηση του δικαστικού συστήματος.[178]

Η πρόσβαση σε ιατρικές υπηρεσίες, η παραγραφή κλήσεων για παραβάσεις στους δρόμους και η επιδίωξη δίκαιων δικαστικών αποφάσεων αποτελούν μερικά πεδία της καθημερινής ζωής όπου οι Καμποτζιανοί πρέπει να πληρώσουν για να αποκτήσουν αυτά τα πράγματα ή τα βλέπουν στην καθημερινή ζωή. Είναι τρεις πολύ διεφθαρμένοι φορείς του καμποτζιανού κράτους. Οι εταιρείες αντιμετωπίζουν εκτεταμένα γραφειοκρατικά εμπόδια στην προσπάθεια τους να λάβουν άδειες σε διάφορα πράγματα, π.χ. οικοδομικές άδειες, και για να ξεπεράσουν τα εμπόδια, σχεδόν πάντα καταφεύγουν στο να δωροδοκήσουν τους τοπικούς πολιτικούς ή υπευθύνους. Ο νόμος για την καταπολέμηση της διαφθοράς του 2010 δεν παρείχε καμία νομική προστασία στους καταγγέλλοντες και οι πληροφοριοδότες μπορούν να τιμωρηθούν με φυλάκιση διάρκειας έως και έξι μηνών εάν αναφέρουν διαφθορά που η επίσημη έρευνα, συχνά μεροληπτική υπέρ του δωροδόκου, δεν αποδείξει διαφθορά.[178]

Νομικό επάγγελμα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στην Καμπότζη οι πρώτοι δικηγόροι έπιασαν καθήκοντα το 1932. Μέχρι το 1978, λόγω του καθεστώτος των Ερυθρών Χμερ, το νομικό σύστημα της Καμπότζης, οι δικηγόροι αλλά και όλο το νομικό σύστημα της Καμπότζης είχαν αποδεκατιστεί. Σχεδόν όλοι οι δικαστές και δικηγόροι εκτελέστηκαν αφού θεωρήθηκαν «εχθροί της εργατικής τάξης» και μόνο 6–12 επαγγελματίες της νομικής επέζησαν και παρέμειναν στη χώρα.[179] Οι δικηγόροι επανεμφανίστηκαν στα επόμενα χρόνια, ενώ το 1995 ιδρύθηκε ο Δικηγορικός Σύλλογος του Βασιλείου της Καμπότζης.[180][181]

Ανθρώπινα δικαιώματα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο αναπληρωτής αρχηγός της αντιπολίτευσης της Καμπότζης Κεμ Σόχα (στα αριστερά) συνελήφθη τον Σεπτέμβριο του 2017, ενώ ο αρχηγός της αντιπολίτευσης Σαμ Ράινσι (στα δεξιά) ζει εξόριστος από τον Νοέμβριο του 2015

Μια έκθεση του Υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ αναφέρει ότι «δυνάμεις υπό τις εντολές του Χουν Σεν αλλά και το Λαϊκό Κόμμα της Καμπότζης διαπράττουν συχνές και μεγάλης κλίμακας καταχρήσεις, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται εξωδικαστικές δολοφονίες και βασανιστήρια χωρίς τιμωρία».[182] Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Δείκτη Σκλαβιάς του 2016, υπολογίζεται ότι 256.800 άνθρωποι αποτελούν σκλάβοι στη σύγχρονη Καμπότζη (το 1.65% του πληθυσμού).[183]

Οι αναγκαστικές εξώσεις κατοίκων και κατασχέσεις γης από ανώτερους αξιωματούχους, δυνάμεις ασφαλείας και ηγέτες επιχειρήσεων, φίλων και συμμάχων της κυβέρνησης, είναι συνηθισμένο φαινόμενο στην Καμπότζη.[184] Η γη που ανήκε σε εκατοντάδες χιλιάδες Καμποτζιανούς, εδώ και πάνω από δέκα χρόνια, έχει πέσει θύμα κατάσχεσης από την κυβέρνηση με στόχο τον αυτοεμπλουτισμό και τη διατήρηση της εξουσίας διαφόρων ομάδων ειδικών συμφερόντων.[185] Αξιόπιστες μη κυβερνητικές οργανώσεις εκτιμούν ότι «770.000 άνθρωποι έχουν επηρεαστεί αρνητικά από αρπαγές γης, καθώς μια έκταση που ξεπερνά τα τέσσερα εκατομμύρια εκτάρια (σχεδόν 10 εκατομμύρια στρέμματα) γης έχει κατασχεθεί», σύμφωνα με τη Διεθνής Ομοσπονδία για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα με έδρα το Παρίσι.[186]

Στις 14 Μαρτίου 2018, ο εμπειρογνώμονας του ΟΗΕ για την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Καμπότζη «εξέφρασε σοβαρές ανησυχίες σχετικά με τους περιορισμούς που έχουν τεθεί στα μέσα ενημέρωσης, την ελευθερία της έκφρασης και την πολιτική συμμετοχή ενόψει των εθνικών εκλογών τον Ιούλιο».[187] Ορισμένοι επικριτές της κυβέρνησης συνελήφθησαν για φερόμενη διάδοση ψευδών ειδήσεων σχετικά με την πανδημία του κορονοϊού στην Καμπότζη.[188][189]

Διοικητικές διαιρέσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο αυτόνομος δήμος της Πνομ Πεν (ρεάτς τσανί) και οι επαρχίες (χαέτ) της Καμπότζης είναι η πρωτοβάθμια διοικητική μονάδα της Καμπότζης. Η Καμπότζη διαιρείται σε 24 επαρχίες, ενώ επαρχία θεωρείται και ο αυτόνομος δήμος της Πνομ Πεν.

Οι δήμοι και οι επαρχίες είναι οι δευτεροβάθμιες διοικητικές μονάδες της Καμπότζης. Οι επαρχίες υποδιαιρούνται σε 159 περιφέρειες και 26 δήμους. Οι περιφέρειες και οι δήμοι με τη σειρά τους χωρίζονται περαιτέρω σε κοινότητες (χουμ) και συνοικίες (σανγκάτ).

Εκλογές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Δικαίωμα ψήφου στις εκλογές έχουν όσες και όσοι είναι ηλικίας 18 ετών και άνω.[190]

Δημογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ιστορική εξέλιξη πληθυσμού
Έτος Πληθ.   ±%  
1962 5.728.771 —    
1980 6.600.000 +15.2%
1994 9.900.000 +50.0%
1996 10.700.000 +8.1%
1998 11.437.656 +6.9%
2004 12.800.000 +11.9%
2008 13.395.682 +4.7%
2013 14.700.000 +9.7%
2019 15.552.211 +5.8%

Η πρώτη επίσημη απογραφή που πραγματοποιήθηκε στην Καμπότζη διενεργήθηκε από τις αρχές του γαλλικού προτεκτοράτου της Καμπότζης ήταν το 1921. Δεν καταμετρήθηκε όλος ο πληθυσμός μα μόνο όσοι άνδρες ήταν από 20 έως 60 ετών, μιας και ο σκοπός της ήταν να χρησιμεύσει σαν βοηθητικό εργαλείο για τη συλλογή φόρων.[191] Μετά τη διεξαγωγή της δεύτερης απογραφής πληθυσμού της χώρας, το 1962, οι εμφύλιες συγκρούσεις και η αστάθεια που σημάδεψαν για χρόνια την Καμπότζη οδήγησαν σε ένα κενό 36 ετών πριν η χώρα μπορέσει να πραγματοποιήσει νέα απογραφή το 1998.[192]

Επί του παρόντος, το πενήντα τοις εκατό του πληθυσμού της Καμπότζης είναι ηλικίας κάτω των 22 ετών. Με αναλογία 1.040 γυναικών για 1.000 άντρες, η Καμπότζη έχει το μεγαλύτερο ποσοστό γυναικών στο πληθυσμό σε όλες τις χώρες που ανήκουν στην περιοχή του Μεκόνγκ.[193] Μεταξύ του πληθυσμού άνω των 65 ετών που ζει στην Καμπότζη, η αναλογία γυναικών προς άνδρες φτάνει τις 1.6 γυναίκες προς 1 άνδρα.[100]

Το ποσοστό γονιμότητας στην Καμπότζη ήταν 2.5 παιδιά ανά γυναίκα το 2018.[194]Το ποσοστό γονιμότητας στην Καμπότζη ήταν 4 παιδιά ανά γυναίκα το 2000.[195] Οι γυναίκες στις αστικές περιοχές κάνουν 2,2 παιδιά κατά μέσο όρο, ενώ οι γυναίκες που ζουν σε αγροτικές περιοχές κάνουν 3,3 παιδιά κατά μέσο όρο.[195] Το ποσοστό γονιμότητας είναι υψηλότερο στις επαρχίες Μοντολκίρι και Ρατανακίρι, όπου οι γυναίκες κάνουν 4.5 παιδιά κατά μέσο όρο. Στην Πνομ Πεν, κατά μέσο όρο, οι γυναίκες κάνουν 2 παιδιά. Είναι ο χαμηλότερος μέσος όρος σε όλες τις επαρχίες της Καμπότζης.[195] Το προσδόκιμο ζωής στο σύνολο του πληθυσμού, σύμφωνα με εκτιμήσεις του 2019 του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας ήταν 70,1 χρόνια (67,2 χρόνια οι άνδρες και 72,7 οι γυναίκες).[196]

Εθνότητες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Χάρτης των εθνοτήτων της Καμπότζης

Η συντριπτική πλειονότητα του πληθυσμού της Καμπότζης είναι Χμερ (αποτελούν πάνω από το 95% του πληθυσμού). Μιλούν τα χμερ, τη μοναδική επίσημη γλώσσα της χώρας. Ο πληθυσμός της Καμπότζης είναι σε μεγάλο βαθμό ομοιογενής. Στις μειονότητες της Καμπότζης περιλαμβάνονται οι Τσαμ (αποτελούν το 1,2% του πληθυσμού), οι Βιετναμέζοι (αποτελούν το 0,1% του πληθυσμού) και οι Κινέζοι (αποτελούν το 0,1% του πληθυσμού).[100]

Η μεγαλύτερη εθνότητα στην Καμπότζη είναι οι Χμερ. Αποτελούν περίπου το 90% του συνολικού πληθυσμού της Καμπότζης και κατάγονται από την πεδιάδα του Μεκόνγκ στην οποία κατοικούν. Ιστορικά το κέντρο της εγκατάστασης των Χμερ βρίσκονται κοντά στον κάτω ποταμό Μεκόνγκ σε ένα συνεχόμενο διαγώνιο τόξο, στο οποίο συναντώνται οι επικράτειες της Ταϊλάνδης, του Λάος και της Καμπότζης στα βορειοδυτικά, μέχρι τις εκβολές του ποταμού Μεκόνγκ στο νοτιοανατολικό Βιετνάμ.

Οι Βιετναμέζοι είναι η δεύτερη μεγαλύτερη εθνική μειονότητα στην Καμπότζη. Περίπου 16.000 Βιετανμέζοι ζουν στην Καμπότζη, κατά κύριο λόγο στις νοτιοανατολικές επαρχίες κατά μήκος του δέλτα του Μεκόνγκ. Παρόλο που η βιετναμέζικη γλώσσα ανήκει στον κλάδο Μον-Χμερ, δηλαδή στο ίδιο κλάδο των αυστρονησιακών γλωσσών με τα χμερ, υπάρχουν πολύ λίγες πολιτιστικές συνδέσεις μεταξύ των δύο λαών, επειδή οι Χμερ επηρεάστηκαν από τον ινδικό πολιτισμό ενώ οι Βιετναμέζοι έχουν επηρεαστεί, όπως οι Κορεάτες και οι Ιάπωνες, πολύ από τον κινεζικό πολιτισμό και ανήκουν στις αντίστοιχες πολιτιστικές σφαίρες (μάλιστα, οι Βιετναμική γλώσσα έχει γίνει μονοσυλλαβική και τονική λόγω της κινεζικής επιρροής).[197] Οι εντάσεις μεταξύ των Χμερ και των Βιετναμέζων μπορούν να αναχθούν στη λεγόμενη μεταανγκορική εποχή (η οποία διήρκεσε τον 16ο έως τον 19ο αιώνα), κατά τη διάρκεια της οποίας ένα εκκολαπτόμενο Βιετνάμ αλλά και μια ισχυρή Ταϊλάνδη προσπάθησαν να κάνουν την Καμπότζη κτήση τους, αλλά και να γίνουν η κυρίαρχη δύναμη στην Ινδοκίνα.[197]

Η κινεζική κοινότητα της χώρας αποτελεί περίπου το 0,1% του πληθυσμού.[198][199] Οι περισσότεροι Κινέζοι κατάγονται από μετανάστες του 19ου-20ου αιώνα που ήρθαν αναζητώντας εμπορικές ευκαιρίες κατά την εποχή του γαλλικού προτεκτοράτου. Οι περισσότεροι Κινέζοι ζουν σε πόλεις και ασχολούνται κυρίως με το εμπόριο.

Οι αυτόχθονες εθνότητες που ζουν στην ορεινή Καμπότζη είναι γνωστές συλλογικά ως Μοντανιάρ (αποικιακός γαλλικός όρος) ή Χμερ Λέου (= ορεινοί Χμερ, σημερινός όρος). Οι Ορεινοί Χμερ κατάγονται από τα κύματα των ομιλητών γλωσσών Μον-Χμερ που μετανάστευσαν στη χώρα μέσω της νότιας Κίνας αλλά και τους ομιλητές Αυστρονησιακών γλωσσών που μετανάστευσαν από τη νησιωτική Νοτιοανατολική Ασία. Ζώντας απομονωμένες στα υψίπεδα, οι Χμερ Λέου δεν απέκτησαν ινδικές επιρροές στον βαθμό των αδερφών τους, Χμερ Κρομ, και κατά συνέπεια έχουν απομακρυνθεί κάπως πολιτιστικά από τους σύγχρονους Χμερ, ακόμη και μεταξύ τους, τηρώντας πολλά έθιμα και πεποιθήσεις που εφάρμοζαν και οι Χμερ Κρομ πριν έρθουν σε επαφή με τους Ινδούς.

Οι Τσαμ έχουν αυστρονησιακή καταγωγή. Η πατρίδα τους είναι η Τσάμπα, ένα πρώην βασίλειο το οποίο βρίσκεται στην ακτή του κεντρικού και νότιου σημερινού Βιετνάμ και πρώην αντίπαλος της Αυτοκρατορίας των Χμερ. Οι Τσαμ στην Καμπότζη αριθμούν λιγότερο από ένα εκατομμύριο και αρκετοί ζουν σε χωριά στα νοτιοανατολικά της χώρας. Σχεδόν όλοι οι Τσαμ της Καμπότζης και γενικότερα είναι Μουσουλμάνοι, και έτσι διακρίνονται από τους λαούς της γύρω περιοχής.

Θέση της γυναίκας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Καμποτζιανό ζευγάρι το οποίο φορά παραδοσιακές γαμήλιες στολές (Σομπότ, Σμπάι, Τσονγκ Κμπεν).

Οι γυναίκες των Χμερ, σύμφωνα με την παράδοση, αναμένεται να είναι σεμνές, μειλίχιες, να έχουν καλούς τρόπους και να είναι[200] εργατικές,[201] να ενεργούν ως φροντιστές [200] και οικονομικοί ελεγκτές της οικογένειας,[201] να διατηρούν την παρθενία τους μέχρι τον γάμο, να είναι πιστές σύζυγοι[200] και να ενεργούν ως σύμβουλοι των συζύγων τους.[201] Το «ελαφρύ» περπάτημα και η φινέτσα των γυναικών της Καμπότζης, σύμφωνα με περιγραφές, είναι τόσο «ήσυχη [...] με τέτοιες κινήσεις που κάποιος δεν μπορεί να ακούσει τη μεταξωτή φούστα τους να θροΐζει [χάρη σε αυτό]».[201] Ως οικονομικοί ελεγκτές της οικογένειας τους, μπορεί να αναγνωριστεί ότι οι καμποτζιανές γυναίκες έχουν εξουσία πάνω στο νοικοκυριό, σε οικογενειακό επίπεδο.

Γλώσσες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η γλώσσα Χμερ είναι μέλος του κλάδου Μον-Χμερ των Αυστροασιατικών γλωσσών. Τα γαλλικά, κάποτε ήταν η γλώσσα της κυβέρνησης σε όλη τη γαλλική αποικία της Ινδοκίνας, είναι η ξένη γλώσσα που γνωρίζουν πολλοί ηλικιωμένοι Καμποτζιανοί (αλλά και νεότεροι μορφωμένοι Καμποτζιανοί). Ορισμένα σχολεία και πανεπιστήμια που στηρίζει οικονομικά η κυβέρνηση της Γαλλίας διεξάγουν τα μαθήματα τους στα γαλλικά. Υπάρχει επίσης μια γαλλόφωνη εφημερίδα και ορισμένα τηλεοπτικά κανάλια είναι διαθέσιμα στα γαλλικά. Η Καμπότζη είναι μέλος του οργανισμού της Γαλλοφωνίας. Τα καμποτζιανά γαλλικά αποτελούν κατάλοιπο του αποικιακού παρελθόντος της χώρας. Είναι μια διάλεκτος της γαλλικής γλώσσας η οποία ομιλείται στην Καμπότζη και μερικές φορές χρησιμοποιείται για επίσημους σκοπούς ακόμη και στην ίδια την κυβέρνηση, ιδιαίτερα στα δικαστήρια. Από το 1993, παρατηρείται μια αυξανόμενη χρήση της αγγλικής γλώσσας, η οποία έχει αντικαταστήσει τα γαλλικά ως κύρια ξένη γλώσσα. Τα αγγλικά διδάσκονται ευρέως σε πολλά πανεπιστήμια και στην Καμπότζη εκδίδονται αγγλόφωνες εφημερίδες, ενώ οι πινακίδες στους δρόμους είναι στα χμερ και στα αγγλικά.[202] Λόγω αυτής της μετατόπισης, η διπλωματία της Καμπότζης χρησιμοποιεί κυρίως τα αγγλικά. Πλέον τα γραμματόσημα της Καμπότζης είναι γραμμένα στα χμερ και στα αγγλικά (παλιότερα ήταν γραμμένα στα χμερ και στα γαλλικά), ενώ πριν το 2002 το νόμισμα της Καμπότζης περιείχε επιγραφές στα χμερ και τα γαλλικά, ενώ πλέον οι επιγραφές στο νόμισμα της καμπότζης, το ριέλ, είναι στα χμερ και στα αγγλικά.[203]

Η γραφή των Χμερ προέρχεται από το αλφάβητο Παλάβα της Νότιας Ινδίας.

Θρησκεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το Πτσουμ Μπεν, γνωστό και ως "Ημέρα των Προγόνων", είναι μια σημαντική θρησκευτική γιορτή των βουδιστών Χμερ.

Ο βουδισμός Θεραβάντα είναι η επίσημη θρησκεία της Καμπότζης. Την ασκεί πάνω από το 95% των κατοίκων και υπάρχουν 4.392 μοναστηριακοί ναοί στη χώρα.[204] Ο Καμποτζιανός Βουδισμός είναι βαθιά επηρεασμένος από τον Ινδουισμό και τον τοπικό ανιμισμό.

Η στενή αλληλεπίδραση μεταξύ των πνευμάτων και της κοινότητας, η αποτελεσματικότητα των αποτροπαϊκών και ενεργειών και γοητειών που ελκύουν την τύχη, αλλά και η δυνατότητα χειραγώγησης της ζωής ενός ανθρώπου μέσω της επαφής με πνευματικές οντότητες (π.χ. μέσω των πνευμάτων «μπαρομέι») είναι στοιχεία που ο καμποτζιανός βουδισμός τα έχει δανειστεί και ενσωματώσει από τη γηγενή λαϊκή θρησκεία. Ο Ινδουισμός έχει αφήσει λίγες επιρροές στον καμποτζιανό βουδισμό. Το κύριο κατάλοιπο του ινδουισμού στον καμποτζιανό βουδισμό είναι ο ταντρισμός και οι Ινδουιστές θεοί που πλέον έχουν ενταχθεί στον κόσμο των πνευμάτων (π.χ. το σημαντικό πνεύμα νεάκ τα, το οποίο λέγεται Γεάι Μάο, είναι η σύγχρονη μετενσάρκωση της θεάς Κάλι στον καμποτζιανό βουδισμό).

Ο Βουδισμός Μαχαγιάνα είναι η κύρια θρησκεία των Κινέζων και Βιετναμέζων στην Καμπότζη. Στην Καμπότζη ασκούνται και διάφορα στοιχεία που παραπέμπουν σε άλλες θρησκείες, όπως η λατρεία των λαϊκών ηρώων και προγόνων, ενώ επίσης ασκείται στη χώρα ο Κομφουκιανισμός, αλλά και μια μίξη στοιχείων του ταοϊσμού με στοιχεία του κινεζικού βουδισμού.

Το Ισλάμ ακολουθείται περίπου από το 2% του πληθυσμού. Υπάρχουν τρεις ποικιλίες του Ισλάμ που απαντώνται στη χώρα. Οι δύο εξασκούνται από τους Τσαμ και η τρίτη από τους απογόνους των Μαλαίων, οι οποίοι κατοικούν στη χώρα για γενιές συμβάλλοντας στον εξισλαμισμό των Τσαμ. Αναφέρεται ότι το 80% των μουσουλμάνων της Καμπότζης είναι Τσαμ.[205]

Υγεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Καμποτζιανοί φοιτητές ιατρικής παρακολουθούν μια χειρουργική επέμβαση.

Το προσδόκιμο ζωής στην Καμπότζη έφτασε τα 75 χρόνια το 2021,[206] καταγράφοντας μια σημαντική βελτίωση σε σχέση με το 1995, όταν το μέσο προσδόκιμο ζωής έφτανε τα 55 έτη.[207] Η υγειονομική περίθαλψη προσφέρεται από δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς. Σύμφωνα με έρευνες, η εμπιστοσύνη στους παρόχους υγείας είναι βασικός παράγοντας για τη βελτίωση της κοινωνικής επιρροής αλλά και της ζήτησης των υπηρεσιών υγειονομικής περίθαλψης στις αγροτικές περιοχές της Καμπότζης.[208] Η κυβέρνηση σχεδιάζει να αυξήσει την ποιότητα της υγειονομικής περίθαλψης στη χώρα ευαισθητοποιώντας παράλληλα τους κατοίκους για τις αρνητικές συνέπειες που έχουν στην ανθρώπινη υγεία ασθένειες όπως ο ιός ανθρώπινης ανοσοανεπάρκειας, το σύνδρομο επίκτητης ανοσολογικής ανεπάρκειας, η ελονοσία και άλλες ασθένειες.

Το ποσοστό βρεφικής θνησιμότητας της Καμπότζης μειώθηκε από 86 θανάτους ανά 1.000 γεννήσεις το 1998 σε 24 θανάτους ανά 1.000 γεννήσεις το 2018.[209]

Στην επαρχία με τις χειρότερες επιδόσεις σε δείκτες που αφορούν την υγεία του πληθυσμού, την επαρχία Ρατανακίρι, το 22.9% των παιδιών πεθαίνουν πριν από την ηλικία των πέντε ετών.

Η Καμπότζη ήταν κάποτε μια από τις χώρες με τις περισσότερες νάρκες στον κόσμο. Σύμφωνα με ορισμένους υπολογισμούς, οι νάρκες ξηράς που δεν εξερράγησαν έχουν προκαλέσει πάνω από 60.000 θανάτους αμάχων από το 1970, ενώ χιλιάδες άλλοι έχουν ακρωτηριαστεί ή τραυματιστεί.[210] Ο αριθμός των αναφερόμενων θυμάτων από εκρήξεις μη εξερραγμένων ναρκών ξηράς μειώθηκε με απότομο ρυθμό, από 800 θανάτους και τραυματισμούς το 2005 σε 111 θανάτους και τραυματισμούς το 2013 (22 νεκροί και 89 τραυματίες).[211] Οι ενήλικες που επιβιώνουν από τις εκρήξεις μη εξερραγμένων ναρκών συχνά οδηγούν σε ακρωτηριασμό ενός ή περισσότερων άκρων του θύματος. Επειδή οι δομές στήριξης είναι ανύπαρκτες πρέπει να καταφύγουν σε επαιτεία για επιβίωση.[210] Η Καμπότζη αρχικά σχεδίαζε να απαλλαγεί πλήρως από τις νάρκες μέχρι το 2020[212] ωστόσο το σχέδιο αυτό μετατέθηκε για το 2025 το 2020.[213] Όταν η Καμπότζη θα είναι πια ελεύθερη από νάρκες, η κοινωνική και οικονομική κληρονομιά που έχουν αφήσει πίσω οι εκρήξεις μεμονωμένων ναρκών, συμπεριλαμβανομένων των παιδιών που έμειναν ορφανά από τις εκρήξεις που σκότωσαν τουλάχιστον ένα γονέα τους, αλλά και το γεγονός ότι ο ένας στους 290 Καμποτζιανούς έχει υποστεί ακρωτηριασμό λόγω της έκρηξης,[214] αναμένεται να επηρεάσει την Καμπότζη για τα επόμενα χρόνια.

Στην Καμπότζη, μόνο οι νάρκες ξηράς και τα εκρηκτικά πυρομαχικά έχουν προκαλέσει 44.630 τραυματισμούς μεταξύ των ετών 1979 και 2013, σύμφωνα με το Σύστημα Πληροφοριών Θυμάτων Ναρκών/Μη εξερραγμένων πυρομαχικών της Καμπότζης.[215]

Εκπαίδευση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το Υπουργείο Παιδείας, Νεολαίας και Αθλητισμού είναι υπεύθυνο για τη θέσπιση εθνικών πολιτικών και κατευθυντήριων γραμμών για την εκπαίδευση στην Καμπότζη. Το εκπαιδευτικό σύστημα της Καμπότζης είναι σε μεγάλο βαθμό αποκεντρωμένο, με τρία επίπεδα διακυβέρνησης, το κεντρικό, το περιφερειακό και το επαρχιακό, τα οποία είναι υπεύθυνα για τη διαχείριση των εκπαιδευτικών υποθέσεων στην περιοχή δικαιοδοσία τους. Το σύνταγμα της Καμπότζης εγγυάται τη δωρεάν και υποχρεωτική εκπαίδευση για εννέα χρόνια, διασφαλίζοντας το καθολικό δικαίωμα στη βασική ποιοτική εκπαίδευση.

Το Ινστιτούτο Ξένων Γλωσσών του Βασιλικού Πανεπιστημίου της Πνομ Πεν.

Η απογραφή της Καμπότζης του 2019 υπολόγισε ότι το 88,5% του πληθυσμού ήταν εγγράμματοι (το 91,1% των ανδρών και το 86,2% των γυναικών). Οι άνδρες νεαρής ηλικίας (15-24 ετών) έχουν ποσοστό αλφαβητισμού 89% σε σύγκριση με το ποσοστό των γυναικών που φτάνει το 86% στις γυναίκες της ίδιας ηλικίας.[216]

Το εκπαιδευτικό σύστημα στην Καμπότζη συνεχίζει να αντιμετωπίζει πολλές προκλήσεις. Τα τελευταία χρόνια, κατά τη δεκαετία του 2010 και έπειτα, έχουν σημειωθεί αρκετές βελτιώσεις, ιδίως όσον αφορά την εγγραφή των μαθητών στη πρωτοβάθμια εκπαίδευση και στο σχολικό σύστημα γενικότερα, την εισαγωγή προϋπολογισμού βάσει προγραμμάτων και την ανάπτυξη ενός πλαισίου πολιτικής που βοηθά τα άτομα που κατάγονται από μη προνομιούχες κοινωνικές ομάδες να αποκτήσουν πρόσβαση στην εκπαίδευση. Η χώρα έχει επίσης επενδύσει σημαντικά στην επαγγελματική εκπαίδευση, ειδικά στις αγροτικές περιοχές, με στόχο την αντιμετώπιση της φτώχειας και της ανεργίας.[217][218] Δύο από τα πιο αναγνωρισμένα πανεπιστήμια της Καμπότζης βρίσκονται στην Πνομ Πεν.

Παραδοσιακά, την εκπαίδευση στην Καμπότζη προσέφεραν τα βατ (βουδιστικοί ναοί), και επομένως στις παλαιότερες εποχές η εκπαίδευση στην Καμπότζη ήταν ανδρικό προνόμιο.[219] Κατά τη διάρκεια του καθεστώτος των Ερυθρών Χμερ, το εκπαιδευτικό σύστημα επηρεάστηκε πάρα πολύ και μάλιστα αρνητικά. Η εκπαίδευση έχει επηρεαστεί αρνητικά από την προσφυγή πολλών νέων στην παιδική εργασία. Σύμφωνα με μια μελέτη του Τσέγιουνγκ Κιμ, η οποία δημοσιεύτηκε το 2011, τα περισσότερα εργαζόμενα παιδιά στην Καμπότζη είναι εγγεγραμμένα στο σχολείο, αλλά η απασχόλησή τους συνδέεται με καθυστερήσεις στην είσοδο τους στο σχολείο, αρνητικές επιπτώσεις στις επιδόσεις τους και αυξημένα ποσοστά εγκατάλειψης του σχολείου.[220]

Όσον αφορά τις ακαδημαϊκές επιδόσεις των παιδιών που φοιτούσαν στις τάξεις του δημοτικού σχολείου, οι έρευνες έδειξαν ότι οι στάσεις και οι πεποιθήσεις των γονέων παίζουν σημαντικό ρόλο.[221] Συγκεκριμένα, η μελέτη διαπίστωσε ότι όσοι μαθητές είχαν χαμηλότερες επιδόσεις, αυτή η χαμηλή επίδοση στα μαθήματα συνδεόταν με τις μοιρολατρικές πεποιθήσεις που είχαν κάποιοι γονείς (δηλαδή, ότι η ανθρώπινη δύναμη δεν μπορεί να αλλάξει το πεπρωμένο του ανθρώπου). Η μελέτη διαπίστωσε περαιτέρω ότι η «διάρκεια διαμονής» των γονέων στην κοινότητα στην οποία μένουν συνδεόταν με την καλύτερη ακαδημαϊκή επίδοση των παιδιών τους. Συνολικά, η μελέτη επεσήμανε τον ρόλο του κοινωνικού κεφαλαίου στην σχολική επίδοση και την πρόσβαση στην εκπαίδευση στην Καμποτζιανή κοινωνία. Παράλληλα, η μελέτη επεσήμανε τον κεντρικό ρόλο που παίζουν οι συμπεριφορές και απόψεις της οικογένειας.

Εγκληματικότητα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 2017, η Καμπότζη είχε ποσοστό ανθρωποκτονιών που έφτανε τις 2,4 δολοφονίες ανά 100.000 κατοίκους.[222]

Η πορνεία είναι παράνομη στην Καμπότζη, αλλά φαίνεται να είναι διαδεδομένη. Σε μια σειρά συνεντεύξεων του 1993 που αφορούσαν την πορνεία και έγιναν με γυναίκες, τα τρία τέταρτα των ερωτηθέντων δήλωσαν ότι το να είναι κάποια γυναίκα πόρνη ήταν κοινωνικά σωστό και δεν έβρισκαν κάποια ντροπή στο να ασκήσουν αυτό το επάγγελμα.[223] Την ίδια χρονιά, υπολογίστηκε ότι υπήρχαν περίπου 100.000 εργάτριες του σεξ στην Καμπότζη.[223]

Στις 18 Αυγούστου 2019, ο Πρωθυπουργός Χουν Σεν υπέγραψε οδηγία που απαγορεύει στο Υπουργείο Οικονομικών να εκδίδει άδειες λειτουργίας σε πλατφόρμες τυχερών παιχνιδιών στο Διαδίκτυο, ενώ οι φορείς εκμετάλλευσης που κατέχουν επί του παρόντος διαδικτυακές άδειες θα επιτρέπεται να συνεχίσουν να λειτουργούν τις υπηρεσίες τους μόνο μέχρι τη λήξη αυτών των αδειών. Σαν δικαιολογία για την ψήφιση της νέας πολιτικής επισημάνθηκε ότι «ορισμένοι αλλοδαποί έχουν χρησιμοποιήσει αυτήν τη μορφή τζόγου για να εξαπατήσουν θύματα εντός και εκτός της χώρας».[224] Η Καμπότζη είχε εκδώσει περισσότερες από 150 άδειες σε υπηρεσίες διαδικτυακού τζόγου, με στόχο να λειτουργήσουν στην Καμπότζη, πριν από την ανακοίνωση αυτής της νέας πολιτικής.[225]

Πολιτισμός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η ιστορία του Βορβόνγκ και του Σορβόνγκ σε εικονογράφηση του 19ου αιώνα.

Διάφοροι παράγοντες έχουν συμβάλλει στη διαμόρφωση του καμποτζιανού πολιτισμού, όπως ο βουδισμός Θεραβάντα (εθνική θρησκεία της χώρας), ο Ινδουισμός, η γαλλική αποικιοκρατία, ο πολιτισμός του Άνγκορ αλλά και οι επιρροές της σύγχρονης παγκοσμιοποίησης. Το Υπουργείο Πολιτισμού και Καλών Τεχνών της Καμπότζης είναι υπεύθυνο για την προώθηση και την ανάπτυξη του πολιτισμού της Καμπότζης. Ο πολιτισμός της Καμπότζης δεν περιλαμβάνει μόνο τον πολιτισμό της πλειοψηφίας των κατοίκων, οι οποίοι ζουν στις πεδιάδες του νότου και του κέντρου, αλλά και περίπου 20 φυλές με ξεχωριστούς πολιτισμούς οι οποίοι ζουν στις ορεινές περιοχές. Αυτές οι φυλές λέγονται Χμερ Λεού, ενώ ο όρος αυτός επινοήθηκε από τον Νοροντόμ Σιχανούκ, για να ενθαρρύνει την ενότητα μεταξύ των ορεινών και των πεδινών Καμποτζιανών.

Οι Καμποτζιανοί της υπαίθρου φορούν ένα μαντήλι, το κράμα, το οποίο αποτελεί ένα ιδιαίτερο στοιχείο της εθνικής ενδυμασίας της Καμπότζης. Το σαμπεά είναι ένας παραδοσιακός χαιρετισμός των Καμποτζιανών. Είναι επίσης ένας τρόπος, για να δείξει ο Καμποτζιανός τον σεβασμό του στον επισκέπτη. Ο πολιτισμός των Χμερ, όπως αναπτύχθηκε και διαδόθηκε κατά τη διάρκεια της κυριαρχίας των Χμερ στην περιοχή τους υπό την αυτοκρατορία των Χμερ, διαθέτει ξεχωριστά στυλ χορού, αρχιτεκτονικής και γλυπτικής. Η Καμπότζη, το Λάος και η Ταϊλάνδη, κατά τη διάρκεια της ιστορίας τους, έχουν χαρακτηριστεί από μια συνεχή ανταλλαγή ιδεών, εθίμων και πολιτιστικών πρακτικών. Το Ανγκόρ Βατ (= ναός της πόλης, από το άνγκορ που σημαίνει πόλη και το βατ που σημαίνει ναός) είναι το καλύτερα διατηρημένο παράδειγμα της αρχιτεκτονικής των Χμερ. Είναι βασικό μνημείο της αυτοκρατορικής εποχής της Καμπότζης. Από την εποχή της αυτοκρατορίας των Χμερ χρονολογούνται εκατοντάδες άλλοι ναοί που βρίσκονται στη Καμπότζη αλλά και στις γύρω χώρες.

Παραδοσιακά, οι Χμερ έχουν χρησιμοποιήσει τα λεγόμενα φύλλα τρα προκειμένου να καταγράψουν διάφορες πληροφορίες. Δηλαδή, το αντίστοιχο των παπύρων είναι τα φύλλα τρα για τους Καμποτζιανούς. Τα βιβλία που έχουν γραφτεί σε φύλλα τρα περιλαμβάνουν διάφορες ειδολογικές κατηγορίες: θρύλους των Χμερ, θρύλους του βουδισμού Ραμαγιάνα, πληροφορίες για την προέλευση του Βουδισμού αλλά και βιβλία με βουδιστικές προσευχές. Τα φύλλα τρα τοποθετούνται σε ύφασμα, για να προστατευτούν από την υγρασία και τις κλιματολογικές συνθήκες, εξασφαλίζοντας την επιβίωση τους στον χρόνο.[226]

Αγώνες σκαφών κατά τη διάρκεια της γιορτής του Μπον Ομ Τουκ.

Το Μπον Ομ Τουκ (Καμποτζιανή Εορτή Νερού και Σελήνης) είναι ένας ετήσιος διαγωνισμός κωπηλασίας. Είναι η εθνική εορτή της Καμπότζης και πόλος έλξης των τουριστών, εσωτερικών αλλά και ξένων. Το Μπον Ομ Τουκ λαμβάνει χώρα στα τέλη της εποχής των βροχών, χονδρικά δηλαδή στα τέλη του Οκτωβρίου. Η εορτή αυτή λαμβάνει χώρα, όταν ο ποταμός Μεκόνγκ αρχίζει να υποχωρεί και επομένως η έκταση και το μέγεθος του να μειώνεται στα κανονικά του επίπεδα (στην εποχή των μουσώνων, οι ποταμοί στην Καμπότζη, την Ινδία και άλλες χώρες μεγαλώνουν σε πλάτος λόγω των βροχοπτώσεων) επιτρέποντας στον ποταμό Τονλεσάπ να αντιστρέψει τη ροή του. Περίπου το 10% του πληθυσμού της Καμπότζης συμμετέχει ή επισκέπτεται την εκδήλωση κάθε χρόνο. Εκεί παίζει παιχνίδια, ευχαριστεί τη σελήνη, παρακολουθεί ρίψεις πυροτεχνημάτων, συμμετέχει σε δείπνα και παρακολουθεί τον αγώνα κωπηλασίας σε μια ατμόσφαιρα εορτής.[227]

Δημοφιλή αθλήματα στην Καμπότζη είναι το ποδόσφαιρο, το κλώτσημα του σέι (ένα πράγμα το οποίο μοιάζει με τσάντα ποδιού) και το σκάκι. Η Καμποτζιανή Πρωτοχρονιά είναι μια σημαντική αργία για τη χώρα, αλλά και εορτή. Λαμβάνει χώρα γύρω στις 15 Απριλίου. Ο λόγος που λαμβάνει χώρα στον Απρίλιο είναι γιατί η διεξαγωγή του βασίζεται στο κλασικό ινδικό ηλιακό ημερολόγιο αλλά και τον βουδισμό Θεραβάντα. Έτσι και οι γύρω εθνικές πρωτοχρονιές, π.χ. η βεγγαλική ή η βιρμανική, λαμβάνουν χώρα στα μέσα Απρίλη. Γνωστοί καλλιτέχνες της Καμπότζης είναι οι Σιν Σισαμούτ και Ρος Σέρεϊ Σοτεά, αλλά και οι μεταγενέστεροί τους, Πρεάπ Σοβάτ και Σοκούν Νισά, οι οποίοι εισήγαγαν νέα μουσικά είδη στην Καμπότζη.

Κάθε χρόνο, οι Καμποτζιανοί επισκέπτονται παγόδες σε όλη την Καμπότζη, για να τιμήσουν τους προγόνους τους, στην εορτή του Πτσουμ Μπεν (Ημέρα των Προγόνων). Κατά τη διάρκεια της δεκαπενθήμερης Εορτής των Προγόνων, οι άνθρωποι κάνουν προσευχές και προσφέρουν φαγητό στα πνεύματα των νεκρών συγγενών τους. Για τους περισσότερους Καμποτζιανούς, η εορτή των προγόνων είναι μια ευκαιρία να τιμήσουν την τιμή των προγόνων τους, οι οποίοι πέθαναν κατά την περίοδο 1975–1979, όταν και κυβέρνησαν οι Ερυθροί Χμερ.[228]

Κουζίνα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το ρύζι είναι βασική τροφή για τους κατοίκους της Καμπότζης, όπως και σε άλλες χώρες της Νοτιοανατολικής Ασίας. Σημαντικό μέρος της διατροφής των κατοίκων είναι και τα ψάρια, που ψαρεύονται από τους ψαράδες στους ποταμούς Μεκόνγκ και Τονλεσάπ. Η κατανάλωση ψαριών και προϊόντων, που παράγονται με τη χρήση ψαριών ανά κάτοικο το 2000 ήταν 20 κιλά ανά κάτοικο.[229] Μερικά από τα ψάρια, που έχουν οι Καμποτζιανοί μετατρέπονται σε πραχόκ. Το πραχόκ αποτελεί μια μορφή ψαριού το οποίο διατηρείται για μετέπειτα κατανάλωση, ιδίως σε περιόδους όπου η προσφορά ψαριών ήταν λιγότερη στην Καμπότζη.

Η κουζίνα της Καμπότζης περιέχει τροπικά φρούτα, σούπες και νουντλς. Βασικά συστατικά των πιάτων της καμποτζιανής κουζίνας είναι το λάιμ καφίρ, το λεμονόχορτο, το σκόρδο, η σάλτσα ψαριού, η σάλτσα σόγιας, ο ταμάρινδος, το τζίντζερ, η σάλτσα στρειδιών, το γάλα καρύδας και το μαύρο πιπέρι. Γνωστά πιάτα της καμποτζιανής κουζίνας είναι μεταξύ άλλων το νουμ μπαν τσοκ, (នំបញ្ចុក), το ψάρι αμόκ (អាម៉ុកត្រី) και το απίνγκ (អាពីង). Η καμποτζιανή κουζίνα διαθέτει επίσης μια ποικιλία από φαγητά του δρόμου.

Η γαλλική αποικιοκρατία στην Καμπότζη έχει επιδράσει στη διαμόρφωση της σημερινής καμποτζιανής κουζίνας. Ένα από τα πιάτα, που δημιουργήθηκαν με γαλλικές επιρροές είναι το καμποτζιανό κόκκινο κάρυ με κομμένο ψωμί μπαγκέτας. Τα ψημένα κομμάτια μπαγκέτας βυθίζονται στο κάρυ και τρώγονται. Το κόκκινο κάρυ της Καμπότζης τρώγεται επίσης με χυλοπίτες από ρύζι και φιδέ από ρύζι. Πιθανώς το δημοφιλέστερο πιάτο στην Καμπότζη είναι το κούι τεάβ. Το κούι τεάβ είναι μια σούπα ρυζιού η οποία φτιάχνεται από χοιρινό ζωμό με τηγανητό σκόρδο, κρεμμύδια, φρέσκα κρεμμυδάκια. Το κούι τεάβ, πέρα από τα προαναφερθέντα συστατικά, μπορεί να διαθέτει διάφορες επικαλύψεις (π.χ. κεφτεδάκια βοείου κρέατος, γαρίδες, χοιρινό συκώτι ή μαρούλι). Η πιπεριά Καμπότ, η οποία παράγεται στην Καμπότζη, λέγεται ότι είναι η καλύτερη ποικιλία πιπεριάς στον κόσμο. Η πιπεριά Καμπότ χρησιμοποιείται σαν συνοδευτικό σε τοπικά πιάτα με καβούρια, αλλά και σε πιάτα με καλαμάρια, που σερβίρονται από εστιατόρια, που βρίσκονται κοντά στον ποταμό Όου Τροτζάκ Τζετ. Η κουζίνα της Καμπότζης είναι σχετικά άγνωστη στον κόσμο, σε σύγκριση με τη διεθνή απήχηση, που έχουν οι κουζίνες της Ταϊλάνδης και του Βιετνάμ.

Αναψυκτικά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι Καμποτζιανοί πίνουν άφθονο τσάι. Το κέντρο της καλλιέργειας τσαγιού στην Καμπότζη είναι η επαρχία Μοντουλκίρι, αλλά και η περιοχή γύρω από το Κιριρόμ.[230] Το καμποτζιανό τε κρολάπ είναι ένα ισχυρό τσάι, το οποίο φτιάχνεται βάζοντας νερό και μια μάζα από φύλλα τσαγιού σε ένα μικρό ποτήρι. Έπειτα, πέρα από το μικρό ποτήρι, πάνω από το ποτήρι τοποθετείται και ένα πιατάκι. Το μείγμα αναποδογυρίζεται, με στόχο την παραγωγή του τσαγιού. Όταν αποκτήσει μια αρκετά σκοτεινή απόχρωση, το τσάι μεταγγίζεται σε ένα άλλο φλιτζάνι και προστίθεται άφθονη ζάχαρη, αλλά όχι γάλα. Το τσάι με λεμόνι (τε κντάου κροτς τσχμα) είναι άλλη μια παραλλαγή του τσαγιού στην Καμπότζη. Φτιάχνεται από κινέζικο τσάι με κόκκινη σκόνη και χυμό λεμονιού. Είναι εξίσου αναζωογονητικό, είτε το καταναλώσει κάποιος κρύο, είτε ζεστό. Γενικά σερβίρεται μαζί με μια μεγάλη δόση ζάχαρης.[231]

Όσον αφορά τον καφέ, οι κόκκοι καφέ κατά βάση εισάγονται από το Λάος και το Βιετνάμ – αν και ο εγχώριος καφές από την επαρχία Ρατανακίρι και την επαρχία Μοντουλκίρι επαρκεί, για να καλύψει ορισμένες από τις ανάγκες της χώρας και επομένως μπορεί να βρεθεί σε ορισμένα σημεία. Τα φασόλια ψήνονται παραδοσιακά με τη χρήση βουτύρου και ζάχαρης, καθώς και διάφορα άλλα συστατικά (π.χ. ρούμι, χοιρινό λίπος και πολλά άλλα), δίνοντας στο φαγητό μια περίεργη, μερικές φορές ελαφρώς σοκολατένια γεύση.[231]

Η Καμπότζη έχει πολλές βιομηχανίες ζυθοποιίας, κυρίως στην επαρχία Σιχανουκβίλ και το Πνομ Πεν. Υπάρχει επίσης ένας αυξανόμενος αριθμός ζυθοποιείων μικρού μεγέθους με έδρα την Πνομ Πεν και το Σιέμ Ρεάπ.[232][233] Μεταξύ της τετραετίας 2014-2018, ο αριθμός των ζυθοποιιών, που παράγουν χειροποίητη μπύρα αυξήθηκε από δύο σε εννέα. Το 2019 υπήρχαν 12 ζυθοποιίες μικρού μεγέθους στην Καμπότζη.[234]

Το κρασί από ρύζι είναι ένα δημοφιλές αλκοολούχο ποτό. Η ποιότητά του καμποτζιανού κρασιού ποικίλει πάρα πολύ ανάλογα με τον κατασκευαστή και συχνά εμπλουτίζεται με φρούτα ή φαρμακευτικά βότανα.[235] Όταν το ποτό παρασκευάζεται με μουσκεμένα φρούτα ή μπαχαρικά, όπως το λικέρ Σομπάι, ονομάζεται σρα τραμ (εμποτισμένο κρασί). Το σρα τραμ έχει γίνει δημοφιλέστερο τόσο στην Καμπότζη όσο και στο εξωτερικό με την ανάπτυξη του τουρισμού, καθώς έχει πιο "ομαλή" γεύση από το κρασί με ρύζι.[236][237][238]

Αθλητισμός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το ποδόσφαιρο είναι ένα από τα δημοφιλέστερα αθλήματα στην Καμπότζη, αν και το ποδόσφαιρο δεν παίζεται τόσο σε επαγγελματικό επίπεδο όσο στο δυτικό κόσμο λόγω των οικονομικών δυσχερειών της Καμπότζης. Το ποδόσφαιρο εισήχθη στην Καμπότζη από τους Γάλλους αποικιοκράτες και έγινε δημοφιλές στους ντόπιους.[239] Η εθνική ομάδα ποδοσφαίρου της Καμπότζης κατέκτησε την τέταρτη θέση στο Ασιατικό Κύπελλο του 1972, αλλά μετά τον εμφύλιο πόλεμο, που ξέσπασε μετά το 1975, η ανάπτυξη του ποδοσφαίρου και της εθνικής ομάδας στην Καμπότζη έχει επιβραδυνθεί.

Δυτικά αθλήματα όπως η καλαθοσφαίριση, το βόλεϊ, το μποντιμπίλντινγκ, το χόκεϊ επί χόρτου, το ράγκμπι, το γκολφ και το μπέιζμπολ συγκαταλέγονται μεταξύ των αθλημάτων, που γίνονται ολοένα και δημοφιλέστερα στην Καμπότζη. Το βόλεϊ είναι το δημοφιλέστερο άθλημα στη χώρα. Στην Καμπότζη υπάρχουν και ορισμένα αθλήματα, που έχουν αναπτυχθεί εκεί. Αυτά είναι μεταξύ άλλων οι αγώνες κωπηλασίας, οι βουβαλοδρομίες, το Πραντάλ Σερέι, η παραδοσιακή πάλη των Χμερ και το Μποκατόρ. Η Καμπότζη συμμετείχε για πρώτη φορά σε Ολυμπιακούς Αγώνες το 1956, στο άθλημα της ιππασίας. Η Καμπότζη φιλοξένησε τους Αγώνες των Νέων Αναδυόμενων Δυνάμεων του 1966 στην Πνομ Πεν. Οι Αγώνες των Νέων Αναδυόμενων Δυνάμεων ήταν μια εναλλακτική στους Ολυμπιακούς Αγώνες που ανέπτυξε η Ινδονησία, σαν αντίδραση στον αποκλεισμό της από τους Ολυμπιακούς Αγώνες το 1962.

Χορός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο καμποτζιανός χορός μπορεί να χωριστεί σε τρεις κύριες κατηγορίες. Αυτές είναι ο κλασικός χορός των Χμερ, ο λαϊκός χορός και οι κοινωνικού τύπου χοροί. Αμφισβητείται από που προήλθε ο κλασικός χορός των Χμερ. Οι περισσότεροι Καμποτζιανοί (Χμερ) λόγιοι πιστεύουν ότι η προέλευση του κλασσικού χορού των Χμερ ανάγεται στο Άνγκορ, όπως διαπιστώνουν από τις ομοιότητες που έχουν τα χαρακτηριστικά του σημερινού κλασικού χορού των Χμερ και οι τοιχογραφίες σε ναούς του Άνγκορ στο μεσαίωνα. Παράλληλα, άλλοι υποστηρίζουν ότι τα σύγχρονα στυλ χορού των Χμερ έγιναν γνωστά (ή ξαναέγιναν γνωστά) στους Χμερ από τους χορευτές της βασιλικής αυλής της Ταϊλάνδης στον 19ο αιώνα, όταν και η Καμπότζη αποτελούσε τμήμα του Σιάμ (Ταϊλάνδη).

Ο κλασικός χορός των Χμερ είναι μια καλή τέχνη η οποία εδραιώθηκε και αναπτύχθηκε στις αυλές της Καμπότζης. Σήμερα, ο κλασικός χορός των Χμερ χρησιμοποιείται για ψυχαγωγικούς και τελετουργικούς σκοπούς.[240] Οι χοροί εκτελούνται από άριστα εκπαιδευμένους άνδρες και γυναίκες σε δημόσιες περιστάσεις. Οι χοροί χρησιμοποιούνται για να αποτίσουν φόρο τιμής σε κάτι, να κάνουν κάποια επίκληση ή για να αναπαραστήσουν παραδοσιακές ιστορίες και επικά ποιήματα όπως, π.χ. το Ρεαμκέρ. Το Ρεαμκέρ είναι η μερική έκδοση του βουδιστικού έπους Ραμαγιάνα.[241] Ο κλασσικός χορός της Καμπότζης λέγεται και Ρομπάμ Πρεά Ρεάτς Τροάπ (របាំព្រះរាជទ្រព្យ «θέατρο του βασιλικού πλούτου»). Συγχρόνως με αυτό το είδος του χορού παίζεται μουσική, την οποία παίζει ένα σύνολο το οποίο κρατά πιπεράκια. Το σύνολο αυτό συνοδεύεται από μια φωνητική χορωδία.

Ο λαϊκός χορός της Καμπότζης συχνά παίζεται με τη συνοδεία της μουσικής μαχόρι. Γιορτάζει την πολυμορφία της Καμπότζης, σε πολιτιστικό και εθνοτικό επίπεδο. Οι λαϊκοί χοροί προέρχονται από τα χωριά. Οι λαϊκοί χοροί παίζονται κατά κύριο λόγο στα χωριά και παίζονται κατά κύριο λόγο από τους χωρικούς για την ψυχαγωγία των συγχωριανών τους.[242] Οι κινήσεις του λαϊκού χορού των χωριών έχουν λιγότερη εξειδίκευση και λεπτομέρεια. Οι χορευτές φορούν δικά τους ρούχα και όχι απαραίτητα στολές. Τέτοιους χορούς, μεταξύ άλλων, χορεύουν οι αγρότες, οι Τσαμ και οι φυλές στην ορεινή Καμπότζη. Συνήθως έχουν ταχύτερους ρυθμούς και εξέλιξη από τον κλασικό χορό των Χμερ. Οι λαϊκοί χοροί παρουσιάζουν θέματα που απασχολούν τη ζωή του «κοινού ανθρώπου», όπως η αγάπη, η κωμωδία ή η αποτροπή της επίσκεψης των κακών πνευμάτων.[242]

Οι κοινωνικοί χοροί είναι οι χοροί στους οποίους συμμετέχουν οι καλεσμένοι σε συμπόσια, πάρτι ή άλλες άτυπες κοινωνικές συγκεντρώσεις. Οι παραδοσιακοί κοινωνικοί χοροί των Χμερ έχουν ομοιότητες και αναλογίες με τους λεγόμενους κοινωνικούς χορούς άλλων εθνών της Νοτιοανατολικής Ασίας. Μερικοί κοινωνικοί χοροί των Χμερ είναι οι κυκλικοί χοροί Ρομβόνγκ και Ρομκμπάτς. Κοινωνικοί χοροί των Χμερ είναι και οι χοροί Σαραβάν και Λαμ Λεάβ. Σύγχρονοι δυτικοί χοροί, όπως οι Τσατσά, Μπολέρο και Μάντισον, έχουν επίσης επηρεάσει τις χορευτικές παραδόσεις της Καμπότζης.

Βιβλιοθήκες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Εθνική Βιβλιοθήκη της Καμπότζης άνοιξε το 1924. [243] Υπέστη μεγάλες ζημιές και καταστροφές κατά την τετραετία που κυβέρνησαν οι Ερυθροί Χμερ.[244]

Μουσική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Σιν Σισαμούθ, διάσημος καμποτζιανός τραγουδιστής

Η παραδοσιακή καμποτζιανή μουσική ανάγεται χρονικά πολύ πίσω, στην εποχή της αυτοκρατορίας των Χμερ.[245] Βασιλικοί χοροί όπως ο χορός Απσάρα αποτελούν σύμβολα του καμποτζιανού πολιτισμού, όπως και τα σύνολα Μαχόρι που συνοδεύουν τους βασιλικούς χορούς. Το Τσαπέι και το Αγιάι αποτελούν πιο αγροτικές μορφές της καμποτζιανής μουσικής. Το τσαπέι είναι δημοφιλέστερο στους μεγαλύτερους και συνήθως είναι μια σόλο παράσταση ενός άνδρα που κρατά μια καμποτζιανή κιθάρα (τσαπέι) ανάμεσα σε στίχους α καπέλα. Οι στίχοι έχουν συνήθως ηθική ή θρησκευτική θεματολογία.

Το αγιάι μπορεί να παιχτεί σόλο ή από μια δυάδα, δηλαδή από έναν άνδρα και μια γυναίκα και συχνά είναι κωμικού χαρακτήρα. Το καμποτζιανό αγιάι είναι μια μορφή λυρικής ποίησης, συχνά γεμάτη από διπλές εντολές. Μπορεί να εκτελεστεί είτε με την εφαρμογή ενός πρότερα γραμμένου σεναρίου, ή αυτοσχεδιαστικά. Όταν το αγιάι τραγουδιέται από ένα δίδυμο, ο άνδρας και οι γυναίκες εναλλάσσονται στη θέση του ομιλητή, «απαντούν» στον στίχο του άλλου ή θέτουν γρίφους για να τους λύσει ο άλλος, με μικρά διαλείμματα μεταξύ των στίχων που λένε οι δύο συμμετέχοντες, όπου παίζεται ένα μουσικό όργανο. Το Πλενγκ καά (κυριολεκτικά: "μουσική του γάμου") είναι ένα σύνολο παραδοσιακής μουσικής και τραγουδιών των Χμερ. Παίζονται τόσο για ψυχαγωγικούς σκοπούς αλλά και ως συνοδευτικό κομμάτι στις διάφορες τελετουργίες ενός παραδοσιακού καμποτζιανού γάμου, που διαρκεί πάνω από μία μέρα.

Η λαϊκή μουσική της Καμπότζης παίζεται με όργανα δυτικού τύπου ή με ένα μείγμα καμποτζιανής και δυτικής προέλευσης οργάνων. Η χορευτική μουσική συντίθεται σε συγκεκριμένα στυλ για κοινωνικούς χορούς. Η μουσική του Σιν Σισαμούθ, του Ρος Σερεϊσοθεά και του Ρεν Παν (δεκαετίες 1960 και 1970) θεωρείται ως η κλασική ποπ μουσική της Καμπότζης. Κατά τη διάρκεια της Επανάστασης των Ερυθρών Χμερ, πολλοί κλασικοί και δημοφιλείς τραγουδιστές της δεκαετίας του 1960 και του 1970 σκοτώθηκαν από το καθεστώς, ή πέθαναν από την πείνα ή την υπερβολική εργασία, που τους υποχρέωσε να κάνουν το καθεστώς των Ερυθρών Χμερ.[246] Πολλές πρωτότυπες κασέτες με τραγούδια, που γράφτηκαν εκείνη τη περίοδο χάθηκαν ή καταστράφηκαν.

Στη δεκαετία του 1980, ο Κέο Σουράθ, (ένας καμποτζιανός πρόσφυγας ο οποίος επανεγκαταστάθηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες), αλλά και άλλοι Καμποτζιανοί τραγουδιστές, συνέχισαν την κληρονομιά, που άφησαν πίσω οι κλασικοί τραγουδιστές, συχνά δημιουργώντας επανεκτελέσεις των δημοφιλών τραγουδιών τους, αλλά και νέα τραγούδια βασισμένα σε αυτά. Οι δεκαετίες του 1980 και του 1990 ήταν η εποχή της ανόδου του μουσικού είδους του καντρούμ, ένα μουσικό είδος που ανέπτυξαν οι Βόρειοι Χμερ στην Ταϊλάνδη με βάση τα μοντέρνα όργανα.[247]

Το αυστραλιανό συγκρότημα χιπ χοπ Astronomy Class έκανε μερικές ηχογραφήσεις με την Κακ Τσανθί, μια τραγουδίστρια από την Καμπότζη.[248][249]

Το ροκ εν ρολ συγκρότημα Dengue Fever περιλαμβάνει μια Καμποτζιανή τραγουδίστρια. Κατατάσσεται ως συγκρότημα το οποίο ανήκει στο είδος της «παγκόσμιας μουσικής» και συνδυάζει την καμποτζιανή μουσική με τη ροκ δυτικού τύπου.

Επιστήμη και Τεχνολογία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1999 συστάθηκε η Εθνική Επιτροπή Επιστήμης και Τεχνολογίας που εκπροσωπεί 11 υπουργεία. Αν και για τα 33 δημόσια πανεπιστήμια της χώρας υπεύθυνα για τη λειτουργία τους είναι επτά υπουργεία, η πλειονότητα των πανεπιστημίων της Καμπότζης υπάγεται στο Υπουργείο Παιδείας, Νεολαίας και Αθλητισμού.

Το 2010, το Υπουργείο Παιδείας, Νεολαίας και Αθλητισμού ενέκρινε μια νέα Πολιτική για την Ανάπτυξη της Έρευνας στον Εκπαιδευτικό Τομέα. Αυτή η κίνηση με τη δημιουργία αυτής της πολιτικής για την ανάπτυξη της έρευνας στην εκπαίδευση εκπροσωπεί το πρώτο βήμα προς τη δημιουργία μιας εθνικής προσέγγισης για την έρευνα και ανάπτυξη στον τομέα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και την εφαρμογή των προϊόντων της έρευνας για το συμφέρον της ανάπτυξης της χώρας.[250]

Αυτή η πολιτική σχετικά με την προσέγγιση στην έρευνα στα πανεπιστήμια ακολουθήθηκε από το Εθνικό Γενικό Σχέδιο Επιστήμης και Τεχνολογίας της χώρας, ένα νέο σχέδιο το οποίο κάλυπτε την επταετία 2014–2020. Το σχέδιο αυτό ανακοινώθηκε από το Υπουργείο Σχεδιασμού τον Δεκέμβριο του 2014, ως το σημαντικότερο βήμα μιας διετούς διαδικασίας η οποία στηρίχθηκε από τον Οργανισμό Διεθνούς Συνεργασίας της Κορέας, ένα κρατικό οργανισμό της Νότιας Κορέας για τη διεθνή ανάπτυξη. Το σχέδιο προβλέπει τη δημιουργία ενός ιδρύματος που θα ασχολείται με τις επιστήμες και την τεχνολογία, με στόχο να προωθήσει τη βιομηχανία της καινοτομίας στην Καμπότζη, με έμφαση στη γεωργία, τον πρωτογενή τομέα και την πληροφορική.[250] Η Καμπότζη βρισκόταν στην 109η θέση στον Παγκόσμιο Δείκτη Καινοτομίας το 2021. Έπεσε 11 θέσεις σε σχέση με την 98η θέση που κατέγραψε το 2019.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 Επίσημη εκτίμηση πληθυσμού
  2. Απογραφή 2019
  3. 3,0 3,1 3,2 3,3 «Καμπότζη». ΔΝΤ. 
  4. Human Development Report 2021-22: Uncertain Times, Unsettled Lives: Shaping our Future in a Transforming World (PDF). hdr.undp.org. United Nations Development Programme. 22 Σεπτεμβρίου 2022. σελίδες 272–276. ISBN 978-9-211-26451-7. Αρχειοθετήθηκε (PDF) από το πρωτότυπο στις 22 Σεπτεμβρίου 2022. Ανακτήθηκε στις 22 Σεπτεμβρίου 2022. 
  5. CIA World Factbook (PDF). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 26 Ιανουαρίου 2022. Ανακτήθηκε στις 10 Ιουλίου 2022. 
  6. Cambodia.
  7. «Cambodia to celebrate day for indigenous people near Angkor Wat». News.xinhuanet.com. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 25 Αυγούστου 2013. Ανακτήθηκε στις 15 Μαρτίου 2013. 
  8. Chandler, David P. (1992) History of Cambodia.
  9. «UN list of Least Developed Countries». UNCTAD. Ανακτήθηκε στις 4 Νοεμβρίου 2019. 
  10. «CONSTITUTION OF THE KINGDOM OF CAMBODIA». pressocm.gov.kh. Office of the Council of Ministers. 25 Ιανουαρίου 2017. Ανακτήθηκε στις 4 Σεπτεμβρίου 2019. 
  11. «Cambodia to outgrow LDC status by 2020». The Phnom Penh Post. 2011-05-18. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2011-05-21. https://web.archive.org/web/20110521094658/http://www.phnompenhpost.com/index.php/2011051849188/Business/cambodia-to-outgrow-ldc-status-by-2020.html. Ανακτήθηκε στις 2011-06-20. 
  12. Chad, Raymond (2005-04-01). «Regional Geographic Influence on Two Khmer Polities». Salve Regina University, Faculty and Staff: Articles and Papers: 137. http://digitalcommons.salve.edu/cgi/viewcontent.cgi?article=1015&context=fac_staff_pub. Ανακτήθηκε στις 2015-11-01. 
  13. «Relazione del primo viaggio intorno al mondo – Wikisource». it.wikisource.org. 
  14. George Coedès (1968). The Indianized States of South-East Asia. ISBN 9780824803681. Ανακτήθηκε στις 14 Ιανουαρίου 2018. 
  15. Miriam T. Stark (2006). «9 Textualized Places, Pre-Angkorian Khmers and Historicized Archaeology by Miriam T. Stark - Cambodia's Origins and the Khok Thlok Story» (PDF). University of Hawaii. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 23 Σεπτεμβρίου 2015. Ανακτήθηκε στις 14 Ιανουαρίου 2018. 
  16. «kampuchea. (n.d.). Collins English Dictionary – Complete & Unabridged 10th Edition.». kampuchea. (n.d.). Collins English Dictionary – Complete & Unabridged 10th Edition.. http://dictionary.reference.com/browse/kampuchea. Ανακτήθηκε στις 2015-10-31. 
  17. «Cambodia». Ανακτήθηκε στις 31 Οκτωβρίου 2015. 
  18. «On some Cambodian Words». Thai-Yunnan Project Newsletter No. 20., Department of Anthropology, Research School of Pacific Studies Australian National University by Serge Thion. Nectec. Ανακτήθηκε στις 31 Οκτωβρίου 2015. 
  19. «Cambodia». Dictionary.reference.com. Ανακτήθηκε στις 16 Μαρτίου 2013. 
  20. «The World Factbook — Central Intelligence Agency». www.cia.gov (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 10 Ιουλίου 2018. 
  21. «Geography of Cambodia – World Atlas». www.worldatlas.com (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 10 Ιουλίου 2018. 
  22. 22,0 22,1 Hays, Jeffrey. «TONLE SAP | Facts and Details». factsanddetails.com (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 10 Ιουλίου 2018. 
  23. Laurenson, Jack (27 Μαΐου 2015). «Climate Change Hits Coastal Cambodia Hard». Khmer Times. Ανακτήθηκε στις 22 Ιουνίου 2017. 
  24. Reaksmey. «UN Reports: Cambodia At High Risk From Climate Change – Cambodia's Official Climate Change Website». www.camclimate.org.kh. Ανακτήθηκε στις 18 Αυγούστου 2017. 
  25. Overland, Indra et al. (2017) Impact of Climate Change on ASEAN International Affairs: Risk and Opportunity Multiplier, Norwegian Institute of International Affairs (NUPI) and Myanmar Institute of International and Strategic Studies (MISIS).
  26. @NatGeoUK (17 Αυγούστου 2020). «Cambodia's biggest lake is running dry, taking forests and fish with it». National Geographic (στα Αγγλικά). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 26 Σεπτεμβρίου 2020. Ανακτήθηκε στις 10 Δεκεμβρίου 2020. 
  27. Osborne, Zoe (2019-12-16). «Mekong basin's vanishing fish signal tough times ahead in Cambodia» (στα αγγλικά). The Guardian. ISSN 0261-3077. https://www.theguardian.com/environment/2019/dec/16/mekong-basins-vanishing-fish-signal-ill-times-ahead-for-cambodia-aoe. Ανακτήθηκε στις 2020-12-10. 
  28. Nobleman, Marc Tyler (2003). Cambodia. Mankato, Minn: Bridgestone Books. σελ. 7. ISBN 978-0-7368-1370-9. 
  29. Dara, Mech· Leakhena, Khan (14 Οκτωβρίου 2020). «Rising Rivers Flood Schools, Prisons, Over 180,000 Hectares of Farms». VOD. Ανακτήθηκε στις 10 Δεκεμβρίου 2020. 
  30. «Tonle Sap Biosphere Reserve: perspective 2000». Mekong River Commission (MRC). 1 Μαρτίου 2003. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 28 Ιουλίου 2011. 
  31. Complete list of biosphere reserves.
  32. Eric Wikramanayake, Eric Dinerstein, Colby J. Loucks et al. (2002).
  33. «2016 Report | Environmental Performance Index – Development». 11 Φεβρουαρίου 2017. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 11 Φεβρουαρίου 2017. Ανακτήθηκε στις 2 Απριλίου 2018. 
  34. 34,0 34,1 Handley, Erin (2016-02-18). «Kingdom ranks low on global green list». The Phnom Penh Post. http://www.phnompenhpost.com/national/kingdom-ranks-low-global-green-list. Ανακτήθηκε στις 2016-09-06. 
  35. «Logging threatens Cambodian tragedy – UN». Planet Ark. 6 Μαρτίου 2003. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 14 Οκτωβρίου 2013. Ανακτήθηκε στις 27 Ιουνίου 2010. 
  36. Butler, Rhett (15 Αυγούστου 2014). «Cambodia». Mongabay. Ανακτήθηκε στις 6 Σεπτεμβρίου 2016. 
  37. «Cambodia». Chatham House, The Royal Institute of International affairs. 2015. Ανακτήθηκε στις 6 Σεπτεμβρίου 2016. 
  38. «Cambodian Government Authorises Clear-Cutting in National Park». Global Witness. 9 Ιουλίου 2004. Ανακτήθηκε στις 6 Σεπτεμβρίου 2016. 
  39. «Cambodia Sleeps With the Fishes». Foreign Policy. 6 Ιουνίου 2014. Ανακτήθηκε στις 28 Οκτωβρίου 2014. 
  40. LalinDuch (9 Δεκεμβρίου 2015). «Mother Nature's Youthful Ambassadors Get to Work». Khmer Times. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 10 Οκτωβρίου 2017. Ανακτήθηκε στις 6 Σεπτεμβρίου 2016. 
  41. «Cambodia: Environmental groups given chance to address PM Hun Sen at forum». chatham House. 22 Αυγούστου 2016. Ανακτήθηκε στις 6 Σεπτεμβρίου 2016. 
  42. Otsuki, Kei (17 Ιανουαρίου 2012). «Environmental management: Boosting research in Cambodia». United Nations University. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 3 Φεβρουαρίου 2013. Ανακτήθηκε στις 6 Σεπτεμβρίου 2016. 
  43. Cox, Jonathan (2 Νοεμβρίου 2015). «Charting the Next Seven Years of Environmental Policy». Khmer Times. Ανακτήθηκε στις 6 Σεπτεμβρίου 2016. 
  44. Ananth Baliga· Phak Seangly (7 Νοεμβρίου 2017). «US cuts funding to CMAC amid government's war of words with superpower». The Phnom Penh Post. 
  45. 45,0 45,1 45,2 Stark, Miriam (2005). «Pre-Angkorian and Angkorian Cambodia». Στο: Ian Glover. Southeast Asia: from prehistory to history (PDF). Routledge. ISBN 978-0-415-39117-7. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 10 Ιουνίου 2010. Ανακτήθηκε στις 18 Νοεμβρίου 2009. 
  46. Tranet, Michel (20 Οκτωβρίου 2009). «The Second Prehistoric Archaeological Excavation in Laang Spean (2009)». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 1 Ιανουαρίου 2011. Ανακτήθηκε στις 17 Νοεμβρίου 2009. 
  47. «The Oldest Ceramic in Cambodia's Laang Spean (1966–68)». 20 Οκτωβρίου 2009. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 1 Ιανουαρίου 2011. Ανακτήθηκε στις 17 Νοεμβρίου 2009. 
  48. 48,0 48,1 Higham, Charles (Ιανουάριος 2002). The civilization of Angkor. Phoenix. ISBN 978-1-84212-584-7. 
  49. «Research History». Memot Centre for Archaeology. Ανακτήθηκε στις 6 Φεβρουαρίου 2009. 
  50. Albrecht, Gerd; Miriam Noel Haidle; Chhor Sivleng και άλλοι. (2000). «Circular Earthwork Krek 52/62 Recent Research on the Prehistory of Cambodia». Asian Perspectives 39 (1–2). ISSN 0066-8435. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2020-04-22. https://web.archive.org/web/20200422173620/https://muse.jhu.edu/demo/asian_perspectives/v039/39.1albrecht.pdf. Ανακτήθηκε στις 2009-11-15. 
  51. Higham, Charles (1989). The Archaeology of Mainland Southeast Asia. Cambridge University Press. ISBN 978-0-521-27525-5. 
  52. O'Reilly, Dougald J.W.; von den Driesch, Angela; Voeun, Vuthy (2006). «Archaeology and Archaeozoology of Phum Snay: A Late Prehistoric Cemetery in Northwestern Cambodia». Asian Perspectives 45 (2). ISSN 0066-8435. 
  53. Domett, K. M., O'Reilly, D. J. W., & Buckley, H. R. (2011).
  54. Domett, K. M., O'Reilly, D. J. W., & Buckley, H. R. (2011).
  55. 55,0 55,1 Carter, A. K. (2011).
  56. «History of Cambodia». Britannica.com. https://www.britannica.com/EBchecked/topic/90520/Cambodia. Ανακτήθηκε στις 2013-03-16. 
  57. «Khmer Empire Map». Art-and-archaeology.com. Ανακτήθηκε στις 27 Ιουνίου 2010. 
  58. Cœdès, George. (1956) The Making of South East Asia, pp.127–128.
  59. Gyallay-Pap, Peter.
  60. «Windows on Asia». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 21 Μαΐου 2007. 
  61. Evans, D. (2007). «Proceedings of the National Academy of Sciences of the United States of America: A comprehensive archaeological map of the world's largest pre-industrial settlement complex at Angkor, Cambodia». Proceedings of the National Academy of Sciences 104 (36): 14277–14282. doi:10.1073/pnas.0702525104. PMID 17717084. 
  62. «Metropolis: Angkor, the world's first mega-city». The Independent. 15 Αυγούστου 2007. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 5 Ιουνίου 2011. 
  63. Chandler, David P. (1991). The Land and the People of Cambodia. HarperCollins. 
  64. «Scientists dig and fly over Angkor in search of answers to golden city's fall». The Associated Press. 13 Ιουνίου 2004. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 25 Δεκεμβρίου 2004. 
  65. Colquhoun, Archibald Ross (1885).
  66. "Slavery in Nineteenth-Century Northern Thailand (Page 4 of 6)".
  67. Chandler, David P. (1992) History of Cambodia.
  68. 68,0 68,1 68,2 Kamm, Henry (1998). Cambodia: report from a stricken land. New York: Arcade Publishing. σελ. 27. ISBN 1-55970-433-0. 
  69. 69,0 69,1 "Cambodia – Population".
  70. Watson, Noelle (12 Νοεμβρίου 2012). Asia and Oceania: International Dictionary of Historic Places. σελ. 354. ISBN 9781136639791. In 1691, the Vietnamese occupied Prey Nokor, renaming it Gia Dinh; in 1698 they annexed the remainder of the Mekong Delta and created two provinces, Tran Bien and Phien Tran 
  71. Kamm, Henry (1998). Cambodia Report from a Stricken Land. New York: Arcade Publishing. σελ. 23. ISBN 1-55970-507-8. 
  72. Washington Post, 29 Δεκεμβρίου 1967
  73. Οι ΗΠΑ χάνουν το Λάος και την Καμπότζη, Ιστορικό Λεύκωμα 1964, σελ. 106-107, Καθημερινή (1997)
  74. Morris, p. 44, (ISBN 0804730490)
  75. Bombing in Cambodia: Hearings before the Committee on Armed Services, U.S. Senate, 93d Cong., 1st sess., July/August 1973, pp. 158–160, the primary source on the "secret bombings".
  76. Clymer, K. J., The United States and Cambodia, Routledge, 2004, p.22
  77. Norodom Sihanouk (1973). My War with the CIA, The Memoirs of Prince Norodom Sihanouk as related to Wilfred Burchett. Pantheon Books. ISBN 0-394-48543-2. 
  78. Morris, pp. 48–51.
  79. Mosyakov, Dmitry (2004). «The Khmer Rouge and the Vietnamese Communists: A History of Their Relations as Told in the Soviet Archives». Στο: Susan E. Cook. Genocide in Cambodia and Rwanda. Yale Genocide Studies Program Monograph Series No. 1. σελίδες 54 ff. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 9 Μαρτίου 2013. Ανακτήθηκε στις 13 Απριλίου 2015. In April–May 1970, many North Vietnamese forces entered Cambodia in response to the call for help addressed to Vietnam not by Pol Pot, but by his deputy Nuon Chea. Nguyen Co Thach recalls: 'Nuon Chea has asked for help and we have liberated five provinces of Cambodia in ten days.' 
  80. Short, Philip (2004) Pol Pot: Anatomy of a Nightmare, Henry Holt & Co.: New York, p. 204, (ISBN 0805080066).
  81. Short, Philip (2004) Pol Pot: Anatomy of a Nightmare, Henry Holt & Co.: New York, p. 4, (ISBN 0805080066).
  82. Locard, Henri (Μάρτιος 2005). «State Violence in Democratic Kampuchea (1975–1979) and Retribution (1979–2004)». European Review of History 12 (1): 121–143. doi:10.1080/13507480500047811. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2021-10-31. https://web.archive.org/web/20211031164305/http://www.paulbogdanor.com/left/cambodia/locard.pdf. Ανακτήθηκε στις 2022-07-08. 
  83. Kiernan, Ben (2003). «The Demography of Genocide in Southeast Asia: The Death Tolls in Cambodia, 1975–79, and East Timor, 1975–80». Critical Asian Studies 35 (4): 585–597. doi:10.1080/1467271032000147041. https://archive.org/details/sim_critical-asian-studies_2003-12_35_4/page/585. «We may safely conclude, from known pre- and post-genocide population figures and from professional demographic calculations, that the 1975–79 death toll was between 1.671 and 1.871 million people, 21 to 24 percent of Cambodia's 1975 population.». 
  84. Heuveline, Patrick (2001). «The Demographic Analysis of Mortality Crises: The Case of Cambodia, 1970–1979». Forced Migration and Mortality. National Academies Press. σελίδες 102–105. ISBN 978-0-309-07334-9. As best as can now be estimated, over two million Cambodians died during the 1970s because of the political events of the decade, the vast majority of them during the mere four years of the 'Khmer Rouge' regime. This number of deaths is even more staggering when related to the size of the Cambodian population, then less than eight million. ... Subsequent reevaluations of the demographic data situated the death toll for the [civil war] in the order of 300,000 or less. 
  85. Stanton, Gregory H. (22 Φεβρουαρίου 1992). «The Cambodian Genocide and International Law». Yale Law School. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 11 Οκτωβρίου 2008. 
  86. Kaplan, Robert D. (1996). The Ends of the Earth. Vintage. σελ. 406. ISBN 0679751238. 
  87. Kevin Baker (3 Νοεμβρίου 2014). The Worst World Disasters of All Time. σελ. 23. ISBN 978-1-4566-2343-2. 
  88. «A Brief History of the Cambodian Genocide». cambodiangenocide.org. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 18 Ιανουαρίου 2018. Ανακτήθηκε στις 17 Ιανουαρίου 2018. 
  89. Morris, p. 220
  90. 90,0 90,1 Bultmann, Daniel (2015) Inside Cambodian Insurgency.
  91. «Autobiography of Thiounn Prasith – Cambodian Genocide Program – Yale University». Ανακτήθηκε στις 28 Οκτωβρίου 2014. 
  92. Provisional verbatim record of the sixty-ninth meeting.
  93. «Lifting the US embargo against Cambodia». Department of State Dispatch 54. 1992-01-20. http://heinonline.org/HOL/LandingPage?handle=hein.journals/dsptch5&div=58&id=&page=. 
  94. 94,0 94,1 «Country Profile of Cambodia». State.gov. 13 Ιουνίου 2012. Ανακτήθηκε στις 16 Μαρτίου 2013. 
  95. «A coup in Cambodia». The Economist. 7 Δεκεμβρίου 2020. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 7 Δεκεμβρίου 2020. Ανακτήθηκε στις 17 Ιουλίου 2021. 
  96. STATEMENT BY AMBASSADOR THOMAS HAMMARBERG, SPECIAL REPRESENTATIVE OF THE SECRETARY-GENERAL OF THE UNITED NATIONS FOR HUMAN RIGHTS IN CAMBODIA.
  97. Carolyn L. Gates· Mya Than (2001). ASEAN Enlargement: impacts and implications. Institute of Southeast Asian Studies. ISBN 978-981-230-081-2. 
  98. «Statement by the Secretary-General of ASEAN Welcoming the Kingdom of Cambodia as the Tenth Member State of ASEAN: 30 April 1999, ASEAN Secretariat». ASEAN Secretariat. 2008. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 11 Μαΐου 2011. Ανακτήθηκε στις 28 Αυγούστου 2009. 
  99. «In Pictures: King Sihamoni's coronation» (στα αγγλικά). 2004-10-29. http://news.bbc.co.uk/2/hi/in_pictures/3964277.stm. Ανακτήθηκε στις 2021-07-17. 
  100. 100,0 100,1 100,2 100,3 Cambodia.
  101. Strangio, Sebastian (2014). Hun Sen's Cambodia. Yale University Press. ISBN 978-0-300-19072-4. 
  102. Sarath, Sorn. «IMF: Cambodia's economic growth to be highest in Asean». www.phnompenhpost.com (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 17 Ιουλίου 2021. 
  103. «How Chinese money is changing Cambodia». DW (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 17 Ιουλίου 2021. 
  104. Carmichael, Robert. «Cambodian Premier says No More Khmer Rouge Trials». Voanews.com. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 8 Νοεμβρίου 2011. Ανακτήθηκε στις 15 Μαρτίου 2013. 
  105. De Launey, Guy (2010-07-26). «Khmer Rouge Prison Chief Duch Found Guilty». BBC News. https://www.bbc.co.uk/news/world-asia-pacific-10757320. Ανακτήθηκε στις 2013-03-16. 
  106. «Leader of Khmer Rouge torture prison gets life sentence». CNN. 2012-02-03. http://www.cnn.com/2012/02/03/world/asia/cambodia-duch-appeal/index.html. 
  107. 107,0 107,1 Thul, Prak Chan (2013-09-06). «As protest looms, Cambodia's strongman Hun Sen faces restive, tech-savvy youth». Reuters UK. http://uk.reuters.com/article/uk-cambodia-youth-idUKBRE98500G20130906. Ανακτήθηκε στις 2014-02-14. 
  108. Fuller, Thomas (2014-01-05). «Cambodia Steps Up Crackdown on Dissent With Ban on Assembly» (στα αγγλικά). The New York Times. ISSN 0362-4331. https://www.nytimes.com/2014/01/06/world/asia/cambodia-crackdown-on-dissent.html. Ανακτήθηκε στις 2021-07-17. 
  109. «Cambodia's Government Should Stop Silencing Journalists, Media Outlets». Human Rights Watch (στα Αγγλικά). 2 Νοεμβρίου 2020. Ανακτήθηκε στις 16 Απριλίου 2021. 
  110. «Cambodia: Hun Sen re-elected in landslide victory after brutal crackdown». the Guardian (στα Αγγλικά). 29 Ιουλίου 2018. Ανακτήθηκε στις 17 Ιουλίου 2021. 
  111. «Authoritarian rule shedding its populist skin in rural Cambodia». openDemocracy (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 16 Απριλίου 2021. 
  112. «How have Thailand and Cambodia kept Covid cases so low?». the Guardian (στα Αγγλικά). 16 Δεκεμβρίου 2020. Ανακτήθηκε στις 17 Ιουλίου 2021. 
  113. Bopha, Phorn. «COVID variant pushes Cambodia to brink of 'national tragedy'». www.aljazeera.com (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 17 Ιουλίου 2021. 
  114. Hunt, Luke. «Cambodians Reclaim Angkor Wat as Global Lockdowns Continue to Bite». thediplomat.com (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 17 Ιουλίου 2021. 
  115. Rice Today, Απριλιος–Ιούνιος 2007, Vol. 6, No. 2. irri.org
  116. "Where Have All The Poor Gone?
  117. Cambodia is now a lower-middle income economy: What does this mean?
  118. «The struggle between Thailand and Cambodia over oil and gas resources». CLC Asia. 2010-09-17. http://www.clc-asia.com/the-struggle-between-thailand-and-cambodia-over-oil-and-gas-resources-2/. Ανακτήθηκε στις 2013-12-29. 
  119. Gronholt-Pedersen, Jacob (2012-09-26). «Cambodia Aims for Offshore Production Next Year». The Wall Street Journal. https://www.wsj.com/news/articles/SB10000872396390443507204578020023711640726. Ανακτήθηκε στις 2013-12-29. 
  120. «CBC's Mission». Creditbureaucambodia.com. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 13 Ιουνίου 2013. Ανακτήθηκε στις 15 Μαρτίου 2013. 
  121. «A Fact Sheet: Cambodia and Asian Development Bank». Adb.org. 25 Φεβρουαρίου 2013. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Απριλίου 2007. Ανακτήθηκε στις 16 Μαρτίου 2013. 
  122. «Bribes hamper business in Cambodia – Asia-Pacific – Worldbulletin News». World Bulletin. 
  123. Teehan, Sean (16 Ιουνίου 2015). «Kingdom ranked low in labour rights index». 
  124. The Trouble With Cambodia's New Law on Trade Unions.
  125. ILO's statement on Trade Unions law in Cambodia.
  126. Unions and Employers Deeply Divided Over Cambodia's Trade Union Law.
  127. Maierbrugger, Arno (11 Ιουλίου 2013). «Cambodia's textile industry grew 32%». Inside Investor. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2 Οκτωβρίου 2013. Ανακτήθηκε στις 11 Ιουλίου 2013. 
  128. «Better Factories Cambodia Annual Report 2018: An Industry and Compliance Review». betterwork.org. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 8 Οκτωβρίου 2019. Ανακτήθηκε στις 9 Ιουλίου 2022. 
  129. «Statement from the Project Advisory Committee of Better Factories Cambodia on its 47th Meeting – Better Work». betterwork.org. 20 Ιουνίου 2018. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 1 Νοεμβρίου 2018. Ανακτήθηκε στις 9 Ιουλίου 2022. 
  130. «Tourism Statistics Report Year 2018» (PDF). Ministry of Tourism. Ανακτήθηκε στις 1 Αυγούστου 2019. 
  131. «This Is Why Cambodia Is the BEST Place to Visit Post Coronavirus Pandemic!». The Go To Family (στα Αγγλικά). 6 Απριλίου 2021. Ανακτήθηκε στις 8 Απριλίου 2021. 
  132. «Popular Backpacking Destinations in Southeast Asia». Ανακτήθηκε στις 28 Οκτωβρίου 2014. 
  133. «Tourism Statistics Report March 2010» (PDF). cambodia-tourism.org. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 4 Μαρτίου 2011. 
  134. Transnational Organized Crime in Southeast Asia: Evolution, Growth, and Impact, 2019 (PDF). Bangkok: United Nations Office on Drugs and Crime (UNODC). 2019. σελ. 20. 
  135. «Civil Unrest» (στα αγγλικά). The Cambodia Daily. 2016-10-16. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2017-08-11. https://web.archive.org/web/20170811055108/https://www.cambodiadaily.com/archives/civil-unrest-119267/. Ανακτήθηκε στις 2017-06-20. 
  136. Chandran, Nyshka (27 Αυγούστου 2016). «Kem Ley's murder puts Cambodia politics, economy at risk as unrest looms». CNBC. Ανακτήθηκε στις 20 Ιουνίου 2017. 
  137. «Civil Unrest in Phnom Penh, Cambodia – TravelHappy.Me» (στα αγγλικά). TravelHappy.Me. 2013-09-20. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2017-08-11. https://web.archive.org/web/20170811022429/http://www.travelhappy.me/civil-unrest-in-phnom-penh-cambodia/. Ανακτήθηκε στις 2017-06-20. 
  138. Laurenson, Jack. «Embassies Warn of Rise in Coastal Crime». Khmer Times. http://www.khmertimeskh.com/news/15252/embassies-warn-of-rise-in-coastal-crime/. Ανακτήθηκε στις 2017-06-20. 
  139. Laurenson, Jack. «Two Rapes in 3 Days Reveal Resort's Dark Side». Khmer Times. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2017-10-10. https://wayback.archive-it.org/all/20171010224352/http://www.khmertimeskh.com/news/14091/two-rapes-in-3-days-reveal-resort---s-dark-side/. Ανακτήθηκε στις 2017-06-20. 
  140. Laurenson, Jack. «Deaths of Foreigners Shrouded in Mystery». Khmer Times. http://www.khmertimeskh.com/news/12397/deaths-of-foreigners-shrouded-in-mystery/. Ανακτήθηκε στις 2017-06-20. 
  141. «AHA Angkor Handicraft Association». Aha-kh.com. Ανακτήθηκε στις 15 Μαρτίου 2013. 
  142. «Senteur d'Angkor». Senteursdangkor.com. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Μαΐου 2013. Ανακτήθηκε στις 15 Μαρτίου 2013. 
  143. «Artisans d'Angkor». Artisans d'angkor. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 14 Φεβρουαρίου 2020. Ανακτήθηκε στις 1 Αυγούστου 2019. 
  144. 144,0 144,1 «Cambodian railway to be revived by 2013». Railway Gazette International. 2009-12-16. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2011-04-01. https://web.archive.org/web/20110401003014/http://www.railwaygazette.com/nc/news/single-view/view/cambodian-railway-to-be-revived-by-2013.html. 
  145. «Cambodia revives train service between Phnom Penh and Sihanoukville». The Guardian. 5 Ιουνίου 2016. Ανακτήθηκε στις 4 Φεβρουαρίου 2017. 
  146. «Cambodia Road Traffic Accident and Victim Information System» (PDF). WHO. Ανακτήθηκε στις 16 Μαρτίου 2013. 
  147. «Cambodia – Railroads». Country-data.com. Ανακτήθηκε στις 16 Μαρτίου 2013. 
  148. «Picking Up Speed: As Cambodia's Traffic Levels Increase, So Too Does the Road 'Death Toll'». The Cambodia Daily. 9–10 Μαρτίου 2002. 
  149. «Cyclo – Transport in Cambodia». Goseasia.about.com. 9 Απριλίου 2012. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 3 Απριλίου 2013. Ανακτήθηκε στις 16 Μαρτίου 2013. 
  150. «Airports pass 10M passenger mark». The Phnom Penh Post. 2018-12-20. https://www.phnompenhpost.com/business/airports-pass-10m-passenger-mark. 
  151. 151,0 151,1 Vakulchuk, R., Chan, H.Y., Kresnawan, M.R., Merdekawati, M., Overland, I., Sagbakken, H.F., Suryadi, B., Utama, N.A. and Yurnaidi, Z. 2020.
  152. Overland, Indra; Sagbakken, Haakon Fossum; Chan, Hoy-Yen; Merdekawati, Monika; Suryadi, Beni; Utama, Nuki Agya; Vakulchuk, Roman (Δεκέμβριος 2021). «The ASEAN climate and energy paradox». Energy and Climate Change 2: 100019. doi:10.1016/j.egycc.2020.100019. 
  153. «Cambodia 1993 (rev. 2008)». Constitute. Ανακτήθηκε στις 17 Απριλίου 2015. 
  154. Bahree, Megha (24 Σεπτεμβρίου 2014). «In Cambodia, A Close Friendship With The PM Leads To Vast Wealth For One Power Couple». Forbes. Ανακτήθηκε στις 28 Οκτωβρίου 2014. 
  155. David Roberts (29 Απριλίου 2016). Political Transition in Cambodia 1991–99: Power, Elitism and Democracy. Taylor & Francis. ISBN 978-1-136-85054-7. 
  156. NEOU, VANNARIN (2013-05-07). «Hun Sen Reveals Plan to Win 3 More Elections, Retire at Age 74». The Cambodia Daily. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2014-02-22. https://web.archive.org/web/20140222040413/http://www.cambodiadaily.com/elections/hun-sen-reveals-plan-to-win-3-more-elections-retire-at-age-74-22700/. Ανακτήθηκε στις 2014-02-16. 
  157. «Cambodia protest clashes leave one dead, several wounded». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 26 Σεπτεμβρίου 2013. 
  158. «Analysis: Punished at the polls, Cambodia's long-serving PM is smiling again». Reuters. 2013-09-18. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2015-10-18. https://web.archive.org/web/20151018093328/http://www.reuters.com/article/2013/09/18/us-cambodia-hunsen-analysis-idUSBRE98H04K20130918. Ανακτήθηκε στις 2014-10-28. 
  159. «Cambodian Parliament launches era of one-party rule». The Straits Times. 2018-09-05. https://www.straitstimes.com/asia/se-asia/cambodian-parliament-launches-era-of-one-party-rule. Ανακτήθηκε στις 2019-07-15. 
  160. Boyle, David (2018-07-30). «Cambodia Set to Become One Party State». Voice of America (VOA Cambodia). https://www.voacambodia.com/a/cambodia-set-to-become-one-party-state/4505605.html. Ανακτήθηκε στις 2019-07-15. 
  161. Ellis-Petersen, Hannah (2018-06-28). «Cambodian PM now 'fully fledged military dictator', says report». The Guardian. https://www.theguardian.com/world/2018/jun/28/cambodian-pm-hun-sen-fully-fledged-military-dictator-says-report. Ανακτήθηκε στις 2019-07-15. 
  162. Royal Government of Cambodia.«Foreign Embassies». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 12 Φεβρουαρίου 2007. 
  163. Dalpino, Catharin E.· Timberman, David G. (26 Μαρτίου 1998). «Cambodia's Political Future: Issues for U.S. Policy». Asia Society. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 28 Οκτωβρίου 2005. 
  164. «Preah Vihear temple: Disputed land Cambodian, court rules». BBC News. 2013-11-11. https://www.bbc.co.uk/news/world-asia-24897805. Ανακτήθηκε στις 2013-11-11. 
  165. «Judgment: Request for Interpretation of the Judgment of 15 June 1962 in the Case Concerning the Temple of Preah Vihear (Cambodia v. Thailand (PDF). Recorded by L.Tanggahma. The Hague, Netherlands: International Court of Justice. 11 Νοεμβρίου 2013. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 11 Νοεμβρίου 2013. 
  166. James Kynge· Leila Haddou· Michael Peel (8 Σεπτεμβρίου 2016). «FT Investigation: How China bought its way into Cambodia». Financial Times. 
  167. Fuller, Thomas (6 Ιανουαρίου 2014). «Cambodia Steps Up Crackdown on Dissent With Ban on Assembly». 
  168. «Chapter XXVI: Disarmament – No. 9 Treaty on the Prohibition of Nuclear Weapons». United Nations Treaty Collection. 7 Ιουλίου 2017. 
  169. 169,0 169,1 Adams, Brad (31 Μαΐου 2012). «Adams, Brad, 10,000 Days of Hun Sen, International Herald Tribune, reprinted by Human Rights Watch.org». Hrw.org. Ανακτήθηκε στις 15 Μαρτίου 2013. 
  170. «Open letter to Second Prime Minister Hun Sen from Amnesty International». Hartford-hwp.com. 11 Ιουλίου 1997. Ανακτήθηκε στις 15 Μαρτίου 2013. 
  171. Levy, Adrian; Scott-Clark, Cathy (2008-04-26). «Country for Sale». Guardian. https://www.theguardian.com/world/2008/apr/26/cambodia. Ανακτήθηκε στις 2013-03-15. 
  172. «Country for Sale». Global Witness. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 6 Μαρτίου 2013. Ανακτήθηκε στις 16 Μαρτίου 2013. 
  173. «Coverage of Transparency International's Corruption Report by Rasmei Kampuchea Daily carried on Asia News Network, 2 December 2011». Asianewsnet.net. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 10 Αυγούστου 2012. Ανακτήθηκε στις 15 Μαρτίου 2013. CS1 maint: Unfit url (link)
  174. Perrin, C.J. (30 Μαρτίου 2011). «Australia, Singapore: Least Tainted with Corruption—survey». International Business Times. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 3 Απριλίου 2011. 
  175. «Transparency International's latest index». Transparency.org. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 23 Μαΐου 2023. Ανακτήθηκε στις 15 Μαρτίου 2013. 
  176. «Overseas Press Club of Cambodia condemns violent attack on journalists in Phnom Penh». Australia Network News. 2013-09-24. http://www.abc.net.au/news/2013-09-24/an-cambodia-attacks-reax/4978738. Ανακτήθηκε στις 2014-10-28. 
  177. «Guardian report on Hun Sen as strongman». Guardian. 2017-12-03. https://www.theguardian.com/world/2017/dec/03/cambodia-strongman-leader-thousands-stability-ceremony-angkor-hun-sen. 
  178. 178,0 178,1 Retrieved November-14-2015.
  179. «CO-PROSECUTORS' SUBMISSION ON STATUTE OF LIMITATIONS FOR NATIONAL CRIMES» (PDF). 2 Μαΐου 2011. 
  180. Hor Peng, επιμ. (2012). Introduction to CAMBODIAN LAW. Konrad-Adenauer-Stiftung, Cambodia. σελίδες 7–8, 15–16. ISBN 978-99950-982-1-6. 
  181. Kim, Chin; Falt, Jeffrey L. (1996). «LAW OF THE BAR: KINGDOM OF CAMBODIA (STATUTORY UNDERPINNINGS OF THE DEVELOPMENT OF AN INDEPENDENT BAR IN CAMBODIA: CODE OF ETHICS; INTERNAL REGULATIONS)». California Western International Law Journal 27: 2, Art. 5: 357–387. 
  182. World Report 2014: Cambodia Human Right Watch
  183. Bales, Kevin. «Cambodia». The Global Slavery Index 2016. The Minderoo Foundation Pty Ltd. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 14 Μαρτίου 2018. Ανακτήθηκε στις 13 Μαρτίου 2018. 
  184. «Amid land grabs and evictions, Cambodia jails leading activist». Reuters. 2017-02-25. https://www.reuters.com/article/us-cambodia-landactivist/amid-land-grabs-and-evictions-cambodia-jails-leading-activist-idUSKBN164009. 
  185. «Cambodia police arrest women protesting against forced evictions». The Guardian. 2012-02-02. https://www.theguardian.com/world/2012/feb/02/cambodia-forced-evictions-land-grabs. 
  186. «'Ruling Elite' in Cambodia Face ICC Complaint Over Land Grabs». Radio Free Asia. Ανακτήθηκε στις 28 Οκτωβρίου 2014. 
  187. «"Cambodia at a crossroads": UN expert calls on Government to choose path of human rights». Office of the High Commissioner for Human Rights (OHCHR). 2018-03-14. https://www.ohchr.org/EN/NewsEvents/Pages/DisplayNews.aspx?NewsID=22820&LangID=E. 
  188. «Cambodia accused of political clampdown amid coronavirus outbreak». Al Jazeera. 2020-03-24. https://www.aljazeera.com/news/2020/03/cambodia-accused-political-clampdown-coronavirus-outbreak-200324063233803.html. 
  189. «Cambodia: Covid-19 Spurs Bogus 'Fake News' Arrests». Human Rights Watch. 2020-04-29. https://www.hrw.org/news/2020/04/29/cambodia-covid-19-spurs-bogus-fake-news-arrests. 
  190. «Καμπότζη». CIA World Factbook. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 29 Δεκεμβρίου 2010. 
  191. Organization and Administration of the General Population Census of Cambodia, 1998. Phnom Penh, Cambodia: National Institute of Statistics, Ministry of Planning. 2001. σελ. 2. Ανακτήθηκε στις 17 Ιουλίου 2020. 
  192. Huguet, Jerrold R.; Chamratrithirong, Apichat; Rao, Nott Rama; Than, San Sy (Σεπτέμβριος 2000). «Results of the 1998 Population Census in Cambodia». Asia-Pacific Population Journal (United Nations ESCAP) 15 (3): 1. doi:10.18356/b3b0a408-en. https://www.unescap.org/sites/default/files/APPJ-Vol-15-No-3.pdf. Ανακτήθηκε στις 2020-07-01. 
  193. «Sex Ratio». CIA World Factbook. Cia.gov. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 16 Οκτωβρίου 2013. Ανακτήθηκε στις 21 Δεκεμβρίου 2010. 
  194. «Fertility rate, total (births per woman) – Cambodia». World Bank. 2020-06-07. https://data.worldbank.org/indicator/SP.DYN.TFRT.IN?end=2018&locations=KH&start=2018&view=bar. 
  195. 195,0 195,1 195,2 National Institute of Statistics CAMBODIA DEMOGRAPHIC AND HEALTH SURVEY 2010.
  196. Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, Προσδόκιμο ζωής και υγιές προσδόκιμο ζωής, Δεδομένα ανά χώρα
  197. 197,0 197,1 Chandler, David (2000). A History of Cambodia. Westview Press. 
  198. «Birth Rate». CIA – The World Factbook. Cia.gov. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 23 Φεβρουαρίου 2019. Ανακτήθηκε στις 15 Μαρτίου 2013. 
  199. «Ethnic groups statistics – countries compared». Nationmaster. Ανακτήθηκε στις 2 Σεπτεμβρίου 2012. 
  200. 200,0 200,1 200,2 Chey, Elizabeth. «The Status of Khmer Women». www.mekong.net (στα Αγγλικά). 
  201. 201,0 201,1 201,2 201,3 «Women in Cambodian Society». www.seasite.niu.edu. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 7 Ιανουαρίου 2015. Ανακτήθηκε στις 9 Ιουλίου 2022. 
  202. «U.S. helps English program for poor Cambodian students». News.xinhuanet.com. 30 Ιουνίου 2010. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 5 Νοεμβρίου 2013. Ανακτήθηκε στις 16 Μαρτίου 2013. 
  203. Igawa, Koji (2008), «English Language and its Education in Cambodia, a Country in Transition», Shitennōji daigaku kiyō 46: 343–369, https://www.shitennoji.ac.jp/ibu/images/toshokan/kiyo46-20.pdf, ανακτήθηκε στις 2016-12-20 
  204. «Cambodia». State.gov. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 23 Νοεμβρίου 2010. Ανακτήθηκε στις 15 Μαρτίου 2013. 
  205. «Ramadan Ends Friday Evening». Khmer Times. 16 Ιουλίου 2015. 
  206. «Life expectancy increases to 75 years». General Population Census of Cambodia 2019. 28 Ιανουαρίου 2021. Ανακτήθηκε στις 29 Ιανουαρίου 2021. 
  207. «World Development Indicators – Google Public Data Explorer». www.google.com. Ανακτήθηκε στις 21 Μαΐου 2018. 
  208. Ozawa, Sachiko; Damian Walker (2011). «Comparison Of Trust In Public Vs Private Health Care Providers In Rural Cambodia». Health Policy Plan 26 (Suppl 1): i20–i29. doi:10.1093/heapol/czr045. PMID 21729914. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2012-11-11. https://web.archive.org/web/20121111133748/http://www.futurehealthsystems.org/publications/comparison-of-trust-in-public-vs-private-health-care-provide.html. Ανακτήθηκε στις 2012-05-26. 
  209. «Mortality rate, infant (per 1,000 live births) – Cambodia». World Bank. 2020-06-07. https://data.worldbank.org/indicator/SP.DYN.IMRT.IN?end=2018&locations=KH&start=1975&view=chart. 
  210. 210,0 210,1 PBS.org (25 July 2003).
  211. ZSOMBOR, PETER (2014-02-13). «Landmine, Unexploded Ordnance Deaths Drop by Half in 2013». The Cambodia Daily. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2015-07-06. https://web.archive.org/web/20150706225418/https://www.cambodiadaily.com/archives/landmine-unexploded-ordnance-deaths-drop-by-half-in-2013-52085/. Ανακτήθηκε στις 2014-10-23. 
  212. «Landmine Casualties Increase in 2014». KhmerTimes – News Portal Cambodia -. 7 Ιουνίου 2014. Ανακτήθηκε στις 28 Οκτωβρίου 2014. 
  213. «Cambodia Expects to be Landmine-Free Within 5 Years». VOA (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 9 Ιουλίου 2022. 
  214. Coomes, Phil (2014-04-03). «Tackling the hidden weapons left behind». BBC News. BBC. https://www.bbc.com/news/in-pictures-26865946. Ανακτήθηκε στις 2014-10-23. 
  215. Moss, Rebecca (25 Ιουνίου 2015). «Disability survey underscores war legacy». 
  216. «UNICEF – Cambodia – Statistics». Unicef.org. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2 Απριλίου 2013. Ανακτήθηκε στις 16 Μαρτίου 2013. 
  217. «Cambodia on UNESCO-UNEVOC». Ανακτήθηκε στις 28 Οκτωβρίου 2014. 
  218. Cambodia National TVET development Plan −2008 Αρχειοθετήθηκε 2013-10-01 στο Wayback Machine..
  219. The Cambodia Cultural Profile.
  220. Kim, Chae-Young (2011-09-01). «Child labour, education policy and governance in Cambodia» (στα αγγλικά). International Journal of Educational Development 31 (5): 496–504. doi:10.1016/j.ijedudev.2011.03.002. ISSN 0738-0593. 
  221. Eng, S (2013). «Cambodian Early Adolescents' Academic Achievement The Role of Social Capital». The Journal of Early Adolescence 33 (3): 378–403. doi:10.1177/0272431612441069. https://archive.org/details/sim_journal-of-early-adolescence_2013-04_33_3/page/378. 
  222. «UNODC: Global Study on Homicide». unodc.org. 
  223. 223,0 223,1 Barry, Kathleen (1996). The Prostitution of Sexuality. NYU Press. σελ. 137. ISBN 978-0-8147-1277-1. 
  224. Narim, Khuon (18 Αυγούστου 2019). «Online, arcade gambling banned by PM». Khmer Times. Ανακτήθηκε στις 20 Αυγούστου 2019. 
  225. «Cambodia to ban online gambling». iGaming Business (στα Αγγλικά). 19 Αυγούστου 2019. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 20 Αυγούστου 2019. Ανακτήθηκε στις 20 Αυγούστου 2019. 
  226. «A Khmer pagoda stores unique leaf prayer books». english.vietnamnet.vn. 23 Σεπτεμβρίου 2008. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 24 Σεπτεμβρίου 2008. 
  227. «Bonn Om Touk, the Water and Moon Festivals». Government of Cambodia. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 11 Οκτωβρίου 2007. 
  228. «Cambodia's Festival of the Dead: rice offerings and Buddhist chants». Reuters. https://www.reuters.com/article/us-cambodia-festival/cambodias-festival-of-the-dead-rice-offerings-and-buddhist-chants-idUSKCN1M50EK?il=0. Ανακτήθηκε στις 2018-09-25. 
  229. «Coastal and Marine Ecosystems-- Cambodia» (PDF). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 20 Ιουλίου 2004. 
  230. Smits, Johann (2009-10-06). «Khmer brew: exploring the parviflora tea strain» (στα αγγλικά). Phnom Penh Post. http://www.phnompenhpost.com/lifestyle/khmer-brew-exploring-parviflora-tea-strain. Ανακτήθηκε στις 2017-07-20. 
  231. 231,0 231,1 «Food and drink | About Cambodia». Rough Guides (στα Αγγλικά). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 11 Αυγούστου 2017. Ανακτήθηκε στις 20 Ιουλίου 2017. 
  232. Heliot, Rebecca (2015-05-26). «Craft Beer Phnom Penh» (στα αγγλικά). The Phnom Penh Post. http://www.phnompenhpost.com/post-plus/craft-beer-phnom-penh. Ανακτήθηκε στις 2017-07-20. 
  233. «Craft Beer in Cambodia» (στα αγγλικά). AsiaLIFE Cambodia. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2017-08-11. https://web.archive.org/web/20170811011706/https://www.asialifemagazine.com/cambodia/craft-beer-cambodia/. Ανακτήθηκε στις 2017-07-20. 
  234. Pennington, John (2019-05-13). «Brewing up nicely: Cambodia's rapidly growing taste for craft beer». ASEAN Today. https://www.aseantoday.com/2019/05/brewing-up-nicely-cambodias-rapidly-growing-taste-for-craft-beer/. Ανακτήθηκε στις 2019-05-14. 
  235. Mee, Stephanie (2009-07-02). «How rice wine ferments the Cambodian spirit» (στα αγγλικά). The Phnom Penh Post. http://www.phnompenhpost.com/lifestyle/how-rice-wine-ferments-cambodian-spirit. Ανακτήθηκε στις 2017-07-20. 
  236. «Cambodian rice wine» (στα αγγλικά). AsiaLIFE Cambodia. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2017-07-28. https://web.archive.org/web/20170728164547/https://www.asialifemagazine.com/cambodia/cambodian-rice-wine/. Ανακτήθηκε στις 2017-07-20. 
  237. Dunston, Lara (10 Ιουλίου 2014). «Cambodian Rice Wine Revival». Gourmet Traveller (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 20 Ιουλίου 2017. 
  238. Glasser, Miranda (2014-08-01). «Sombai Rice Wine Purveyors Open New Showroom» (στα αγγλικά). Phnom Penh Post. http://www.phnompenhpost.com/siem-reap-insider/sombai-rice-wine-purveyors-open-new-showroom. Ανακτήθηκε στις 2017-07-20. 
  239. «Member Associations – Cambodia». The Official Site of the ASEAN Football Federation. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 26 Ιουνίου 2008. Ανακτήθηκε στις 16 Μαρτίου 2013. 
  240. «UNESCO Culture Sector – Intangible Heritage – 2003 Convention». Unesco.org. Ανακτήθηκε στις 15 Μαρτίου 2013. 
  241. Cravath, Paul (1986). «The Ritual Origins of the Classical Dance Drama of Cambodia». Asian Theatre Journal 3 (2): 179–203. doi:10.2307/1124400. 
  242. 242,0 242,1 Sam, Sam-ang· Sam, Chan Moly (1987). Khmer Folk Dance (PDF) (στα Αγγλικά). Newington, CT: Khmer Studies Institute. ISBN 0-941785-02-5. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 20 Σεπτεμβρίου 2009. 
  243. D'Amicantonio, J. (1997).
  244. Dean, John F. 1990.
  245. «Cambodian History». www.umbc.edu. 
  246. Ringer, Greg (2002). Killing Fields. New York, NY: Charles Scribner's Sons. σελίδες 368–370. 
  247. «Cambodia». National Geographic World Music (στα Αγγλικά). 17 Οκτωβρίου 2002. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 18 Αυγούστου 2012. Ανακτήθηκε στις 16 Μαρτίου 2013. 
  248. Knox, Claire (2013-06-21). «The Show Must Go On Tour». The Phnom Penh Post. http://www.phnompenhpost.com/7days/show-must-go-tour. Ανακτήθηκε στις 2013-07-18. 
  249. Jackson, Will (2014-05-02). «7 Questions with Shannon Kennedy» (στα αγγλικά). The Phnom Penh Post. http://www.phnompenhpost.com/7days/7-questions-shannon-kennedy. Ανακτήθηκε στις 2014-05-12. 
  250. 250,0 250,1 Turpin, Tim; Zhang, Jing A.; Burgos, Bessie M.; Amaradsa, Wasantha (2015). «Southeast Asia and Oceania» (στα αγγλικά). UNESCO Science Report: Towards 2030 (Report). Paris: UNESCO, pp. 698–713. ISBN 978-92-3-100129-1. 

Περαιτέρω ανάγνωση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ψηφιακό αρχείο EPT[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]