Ιστορία των Εβραίων στην Καστοριά

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ο ραβίνος της Καστοριάς Μεναχέμ Γιτζάκ Ζαχαρί. Φωτογραφία του 1904 από τον Λεωνίδα Παπάζογλου.

Η Καστοριά είχε προπολεμικά μια από τις πιο ακμαίες εβραϊκές κοινότητες της Μακεδονίας, μαζί με τη Θεσσαλονίκη, τη Βέροια, την Καβάλα, τη Δράμα, τις Σέρρες και τη Φλώρινα. Η ίδρυση της πρώτης κοινότητας αναφέρεται τον 6ο αιώνα, ενώ η διάλυσή της ολοκληρώθηκε με την δολοφονία των περισσοτέρων μελών της στο στρατόπεδο εξόντωσης του Άουσβιτς ΙΙ (Μπίρκεναου).

Πρώτη παρουσία και ακμή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ζευγάρι αγνώστων Εβραίων από την Καστοριά. Φωτογραφία του 1904, από τον Λεωνίδα Παπάζογλου.

Οι πρώτες γραπτές αναφορές της παρουσίας των Εβραίων στην πόλη της Καστοριάς, αναφέρουν την εγκατάσταση των πρώτων οικογενειών στην περιτειχισμένη πόλη, την εποχή του αυτοκράτορα Ιουστινιανού, δηλαδή κατά τον 6ο αιώνα. Αποτελούσαν κοινότητα Ρωμανιωτών Εβραίων και είχαν ως γλώσσα επικοινωνίας την ρωμανιώτικη διάλεκτο της ελληνικής γλώσσας.

Τον 12ο αιώνα (εποχή Κομνηνών) μαρτυρείται η ύπαρξη μιας ανθούσας ελληνόφωνης κοινότητας Εβραίων.[1] Μετά την άφιξη Σεφαρδιτών εβραίων κυρίως από την Ισπανία κατά την περίοδο της οθωμανικής κυριαρχίας τον 17ο αιώνα, ορισμένοι εγκαταστάθηκαν στην πόλη της Καστοριάς. Επηρέασαν σε σημαντικό βαθμό τον τρόπο ζωής των υπαρχόντων Εβραίων της πόλης, λόγω της καλής οικονομικής κατάστασης και της μόρφωσής τους. Ενίσχυσαν την χρήση της δικής τους γλώσσας, ίδρυσαν τους δικούς τους χώρους λατρείας και ενίσχυσαν τις εμπορικές δραστηριότητες των μελών της κοινότητας.[2][3] Παρά την ενισχυμένη παρουσία των Σεφαριτιδών στις άλλες πόλεις της Μακεδονίας, στην Καστοριά οι Ρωμανιώτες Εβραίοι υπερτερούσαν.[4]

Οι Εβραίοι έμποροι της πόλης, πήγαιναν συχνά σε άλλες γειτονικές πόλεις, όπως στο Μοναστήρι, στην Οχρίδα και στην Κορυτσά για να πουλήσουν τα εμπορεύματά τους, ενώ κάθε Παρασκευή επέστρεφαν στην πόλη για να τα πουλήσουν στην τοπική αγορά. Οι σχέσεις των Εβραίων της πόλης με τους χριστιανούς και τους μουσουλμάνους κατοίκους ήταν αρμονικές κατά την διάρκεια της μακραίωνης ιστορίας της.[5]

Τα προϊόντα που εξήγαγαν οι Καστοριανοί έμποροι στα πρώτα χρόνια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ήταν τα παστά ψάρια από την λίμνη της Καστοριάς και το κρασί.[6] Κατά την ύστερη οθωμανική περίοδο, σε αντίθεση με την Θεσσαλονίκη, όπου οι Εβραίοι έλεγχαν κατά μεγάλο βαθμό το εμπόριο της πόλης, στις υπόλοιπες πόλεις της Μακεδονίας, το ασκούσαν κυρίως οι Έλληνες.[7] οι Εβραίοι κάτοικοι της πόλης, ασχολούνταν εκείνη την περίοδο κυρίως με το εμπόριο, ενώ οι Έλληνες κάτοικοι ασχολούνταν με την επεξεργασία της γούνας και το εμπόριο γουνοφόρων παλτών.[8]

Ο περιηγητής Εβλιγιά Τσελεμπή κατά την επίσκεψή του στην Καστοριά τον 17ο αιώνα, ανέφερε ότι στην πόλη υπερτερούσε το χριστιανικό στοιχείο, ενώ υπήρχαν 16 ελληνικές συνοικίες, τρεις μουσουλμανικές και μια εβραϊκή.[9] Οι σχέσεις των Εβραίων της πόλης με τους χριστιανούς και τους μουσουλμάνους κατοίκους ήταν αρμονικές κατά την διάρκεια της μακραίωνης ιστορίας της κοινότητας στην πόλη.[10] Στην ενδυμασία των Εβραίων ανδρών της Καστοριάς συναντούμε το αντέρι, έναν τύπο ανδρικού χιτώνα που έμοιαζε με φαρδιά πουκαμίσα. Σε αντίθεση, η ενδυμασία αυτή σπάνιζε στους χριστιανικούς πληθυσμούς της επαρχίας του καζά της Καστοριάς.[8]

Κατοχή και αφανισμός της κοινότητας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κατά την διάρκεια της Κατοχής, η περιοχή πέρασε στην δικαιοδοσία της Ιταλίας το 1941. Καθώς βρίσκονταν στην ιταλική ζώνη κατοχής, οι Εβραίοι της Δυτικής Μακεδονίας δεν αντιμετώπισαν τις διώξεις που υπέστησαν οι εβραϊκές κοινότητες των υπολοίπων περιοχών της Ελλάδας που βρίσκονταν υπό γερμανική κατοχή. Αποτελούσαν μια ακμαία κοινότητα που αντιπροσώπευε το 10% των κατοίκων της πόλης και αριθμούσε κατά προσέγγιση 900 άτομα.[11][12]

Μετά την συνθηκολόγηση όμως της Ιταλίας τον Σεπτέμβριο του 1943, η περιοχή περνά στη γερμανική ζώνη κατοχής. Στις 24 Μαρτίου 1944, οι Εβραίοι κάτοικοι της πόλης συγκεντρώθηκαν από τις ναζιστικές δυνάμεις στη συνοικία του Αγίου Αθανασίου της πόλης και μεταφέρονται στη Θεσσαλονίκη, για να οδηγηθούν τελικά σιδηροδρομικώς στο στρατόπεδο εξόντωσης του Άουσβιτς στις 10 με 11 Απριλίου 1944.[13][14] Στις 7 Οκτωβρίου του 1944, σημειώνεται μια ανεπιτυχής εξέγερση στο Άουσβιτς, όπου βρίσκονταν και άλλοι Ελληνοεβραίοι, με την ανατίναξη ενός κρεματορίου.[15] Από αυτούς, μόνο 35 διασώθηκαν του Ολοκαυτώματος με το τέλος του πολέμου. Πάνω από το 96% των μελών της εβραϊκής κοινότητας της πόλης εξοντώθηκε.[13]

Σήμερα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το μνημείο του ολοκαυτώματος της εβραϊκής κοινότητας της Καστοριάς στο Ισραήλ.

Η άλλοτε πολυπληθής εβραϊκή κοινότητα της Καστοριάς, δεν μπόρεσε ποτέ να ανασυσταθεί. Ελάχιστοι από τους παλαιούς Εβραίους κατοίκους της επέστρεψαν, ενώ μεγάλο μέρος της τοπικής κοινωνίας αγνοεί ότι κάποτε σε αυτή την πόλη κατοικούσε μία από τις πιο πολυπληθείς εβραϊκές κοινότητες της Μακεδονίας. Η συναγωγή της συνοικίας της Εβραΐδος γκρεμίστηκε στα μέσα του 20ου αιώνα, ενώ τα μόνα κτίσματα που μαρτυρούν την παρουσία των Εβραίων, είναι οι κατοικίες που διασώθηκαν στις συνοικίες που άλλοτε έμεναν και διατηρούσαν τις επιχειρήσεις τους. Την δεκαετία του 2000, στήθηκε μνημείο στο σημείο που συγκέντρωσαν τους Εβραίους οι Γερμανοί, όπου αναφέρεται το γεγονός της αποστολής των Καστοριανών Εβραίων στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης στις 24 Μαρτίου 1944.[10]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Δρακοπούλου Ευγενία, "Η πόλη της Καστοριάς την εποχή των Κομνηνών", Δελτίον της Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας, 14 (1987-1988), σ. 312.
  2. Ραφαήλ Φρεζής (1999). Ο εβραϊκός τύπος στην Ελλάδα. Εβραϊκή κοινότητα Βόλου. σελ. 54. Ανακτήθηκε στις 15 Δεκεμβρίου 2013. 
  3. "Οί Εβραίοι πού διώχτηκαν άπό τήν Ισπανία κι έγκαταστάθηκαν στά λιμάνια καί τίς πόλεις τής Τουρκίας, έβαλαν στό χέρι ... Πολλοί έγκαταστάθηκαν στήν Άδριανούπολη, στά Σκόπια, στό Μοναστήρι, στίς Σέρρες, στήν Καστοριά, στήν Καβάλα(...)" Μάρκος Γκιόλιας (1972). Ο Κοσμάς ο Αιτωλός και η εποχή του. Τυμφρηστός. σελ. 230. Ανακτήθηκε στις 15 Δεκεμβρίου 2013. 
  4. Νίκος Σταυρουλάκης (3 Μαρτίου 1996). Η εβραϊκή παρουσία στην Ελλάδα. Οι εβραϊκές κοινότητες (Ένθετο, δες χάρτη). Καθημερινή, σελ. 6. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2012-11-13. https://web.archive.org/web/20121113123909/http://wwk.kathimerini.gr/kath/7days/1996/03/03031996.pdf. Ανακτήθηκε στις 15 Δεκεμβρίου 2013. 
  5. Χρονικά. Το συμβούλιο. 2007. σελίδες 23–25. Ανακτήθηκε στις 15 Δεκεμβρίου 2013. 
  6. Ιστορία του Ελληνικού Έθνους:Ο ελληνισμός υπό ξένη κυριαρχία. Τουρκοκρατία. Λατινοκρατία (1453-1669, 1669-1821). 10. Εκδοτική Αθηνών. 1974. σελ. 160. Ανακτήθηκε στις 15 Δεκεμβρίου 2013. 
  7. Ιστορία του Ελληνικού Έθνους:Ο ελληνισμός υπό ξένη κυριαρχία. Τουρκοκρατία. Λατινοκρατία (1453-1669, 1669-1821). 11. Εκδοτική Αθηνών. 1975. σελ. 197. Ανακτήθηκε στις 15 Δεκεμβρίου 2013. 
  8. 8,0 8,1 «Λαογραφία». Ελληνική Λαογραφική Εταιρεία. σελ. 1953. Ανακτήθηκε στις 15 Δεκεμβρίου 2013. 
  9. Βασίλης Δημητριάδης. Η κεντρική και η δυτική Μακεδονία κατά τον Εβλιγιά Τσελεμπή (Σειρά:Μακεδονική Βιβλιοθήκη). 39. Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών. σελ. 41. Ανακτήθηκε στις 15 Δεκεμβρίου 2013. 
  10. 10,0 10,1 Χρονικά. Το συμβούλιο. 2007. σελίδες 23–25. Ανακτήθηκε στις 15 Δεκεμβρίου 2013. 
  11. Χρονικά. Το συμβούλιο. 2007. σελ. 47. Ανακτήθηκε στις 15 Δεκεμβρίου 2013. 
  12. "Στην ιταλική ζώνη ζούσαν κατά προσέγγιση 520 Εβραίοι στα Τρίκαλα, 1.175 στη Λάρισα, 900 στην Καστοριά, 882 στον Βόλο, 150 στην Καρδίτσα, 350 στη Χαλκίδα, 337 στην Πάτρα και το Αγρίνιο, 1.950 στα Ιωάννινα, 250 στην Πρέβεζα (...)" Χρήστος Χ. Χατζηϊωσήφ (1999). Ιστορία της Ελλάδας του 20ού αιώνα: Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος και Εμφύλιος. 3. Βιβλιόραμα. σελ. 97. ISBN 9608087007. Ανακτήθηκε στις 15 Δεκεμβρίου 2013. 
  13. 13,0 13,1 Ραφαήλ Φρεζής (1999). Ο εβραϊκός τύπος στην Ελλάδα. Εβραϊκή κοινότητα Βόλου. σελ. 57. Ανακτήθηκε στις 15 Δεκεμβρίου 2013. 
  14. Μαρσέλ Νατζαρή· Ελένη Ελεγμίτου (1991). Χρονικό 1941-1945. Ίδρυμα ETS ACHAIM. σελ. 78. Ανακτήθηκε στις 15 Δεκεμβρίου 2013. 
  15. Στίς 7 'Οκτωβρίου τοΰ 1944 οί Ζοντερκομμάντο (οί Εβραίοι δηλαδή πού δούλευαν στό κρεματόρια) άνατίναξαν ένα άπό (...) ένώ οί υπόλοιποι άπό πολλές άλλες πόλεις, όπως Κέρκυρα, Καστοριά, Καβάλα, Αλεξανδρούπολη, Γιάννενα, Λάρισα (...) Δήμος Μαυρομάτης (2005). Ο Πολίτης, σελ. 27. http://books.google.ca/books?ei=p3CtUveBH9HbqQG4q4HoCw&hl=el&id=GUgTAQAAMAAJ&dq=%22%CE%B5%CE%B2%CF%81%CE%B1%CE%AF%CE%BF%CE%B9%22+%22%CE%BA%CE%B1%CF%83%CF%84%CE%BF%CF%81%CE%B9%CE%AC%22&focus=searchwithinvolume&q=%22%CE%BA%CE%B1%CF%83%CF%84%CE%BF%CF%81%CE%B9%CE%AC%22. Ανακτήθηκε στις 15 Δεκεμβρίου 2013. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]