Ιπποφαές

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ιπποφαές
Κοινός θάμνος Ιπποφαούς στην Ολλανδία
Κοινός θάμνος Ιπποφαούς στην Ολλανδία
Συστηματική ταξινόμηση
Σύστημα: κατά CRONQUIST, 1981
Βασίλειο: Φυτά (Plantae)
Συνομοταξία: Αγγειόσπερμα (Magnoliophyta)
Ομοταξία: Δικοτυλήδονα (Magnoliopsida)
Υφομοταξία: Ροδίδες (Rosidae)
Τάξη: Πρωτεώδη (Proteales)
Οικογένεια: Ελαιαγνοειδή (Elaeagnaceae)
Γένος: Hippophae L.
6 Είδη & 12 Υποείδη

Ιπποφαές το ιτεόφυλλον (Hippophae salicifolia) D. Don
Ιπποφαές το ραμνοειδές (Hippophae rhamnoides  L.
υποείδ. το καρπάθικο (subsp. carpatica Rousi)
υποείδ. το καυκασικό (subsp.caucasica Rousi)
subsp. fluviatilis van Soest
υποείδ. το μογγολικό (subsp.mongolica Rousi)
υποείδ. το ραμνοειδές (subsp.rhamnoides)
υποείδ. το σινικό (subsp.sinensis Rousi)
υποείδ. το τουρκεστανικό (subsp.turkestanica Rousi)
υποείδ. του Γιανγκτσέ (subsp.yunnanensis Rousi)
Ιπποφαές το γονιόκαρπον (Hippophae goniocarpa) (Lian) X.L. Chen & K. Sun
υποείδ. του Λιτάνγκ (subsp. litangensis Lian & X.L. Chen)
υποείδ. το γονιόκαρπον (subsp. goniocarpa Lian)
Ιπποφαές του Γιανγκτσέ (Hippophae gyantsensis) (Rousi) Lian
Ιπποφαές το νευρόκαρπον (Hippophae neurocarpa) S.W. Liu & T.N. He
υποείδ. το αστερωτοτριχωτό (subsp. stellatopilosa Lian & X.L. Chen)
υποείδ. το νευρόκαρπον (subsp.neurocarpa S.W. Liu & T.N. He)
Ιπποφαές το θιβετιανό (Hippophae tibetana) Schlecht (Bartish et al. 2002)

Το Ιπποφαές (Hippophae L.) είναι φυλλοβόλος θάμνος που ανήκει στην οικογένεια των Ελαιαγνοειδών. Η κοινή ονομασία στα αγγλικά sea-buckthorn, γράφεται με ενωτικό (-) για να μην συγχέεται με το buckthorn, που αποτελεί κοινή ονομασία του φυτού ράμνος (λευκαγκαθιά) (Rhamnus, οικογένεια Ραμνοειδή (Rhamnaceae). Επίσης, απαντάται και με τις ακόλουθες κοινές ονομασίες στην αγγλική γλώσσα "sea buckthorn", seabuckthorn, sallow thorn, sandthorn or seaberry.[1] (Γερμανικά: Sanddorn, Ιταλικά: Olivella spinosa, Γαλλικά: Argousier, Ισπανικά: Espino falso)

Ονομασία - Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αν και στη σύγχρονη Ελλάδα το ιπποφαές (αρχ. ιππόφαος, ιππόφεως, ιπποφανής) χρησιμοποιείται τα τελευταία χρόνια, στην αρχαιότητα η χρήση του ήταν πολύ διαδεδομένη. Σχετικές αναφορές υπάρχουν σε κείμενα του Θεόφραστου, μαθητή του Αριστοτέλη, αλλά κυρίως του Διοσκουρίδη, του πατέρα της Φαρμακολογίας. Η ονομασία στα λατινικά του γένους Hippophae προέρχεται από τις λέξεις ίππος<ίππ(ο)- (άλογο) + -φαές, ουδ. του -φαής<φάος (φως, λάμψη), άρα σημαίνει φωτεινό, λαμπερό άλογο.

Περιγραφή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Υπάρχουν 6 είδη και 12 υποείδη αυτόχθονα σε μια ευρεία περιοχή της Ευρώπης και της Ασίας, συμπεριλαμβανομένης της περιοχής Λαντάκ (Ladakh, Ινδία), όπου χρησιμοποιείται για παραγωγή χυμού. Πάνω από το 90% ή περίπου 1,5 εκατομμύρια εκτάρια των παγκόσμιων πηγών του Ιπποφαούς, εντοπίζονται στην Κίνα, όπου γίνεται η εκμετάλλευσή του με σκοπό τον έλεγχο των απωλειών νερού και της διάβρωσης του εδάφους.[2] Ο θάμνος φθάνει σε ύψος 0,5–6 m, σπάνια έως τα 10 m στην κεντρική Ασία και συνήθως αναπτύσσεται σε ξηρές και αμμώδεις περιοχές. Είναι ανθεκτικό σε αλατούχες συνθήκες είτε δια του αέρα είτε δια του εδάφους, αλλά έχει μεγάλη απαίτηση σε πλούσια ηλιοφάνεια για την καλή ανάπτυξή του και δεν ανέχεται σκιερές συνθήκες δίπλα σε μεγαλύτερα δέντρα.

Φύλλωμα και καρποί κοινού Ιπποφαούς

Το κοινό είδος Ιπποφαές το ραμνοειδές (Hippophae rhamnoides) είναι μακράν το πιο διαδεδομένο, με ένα ευρύ φάσμα εξάπλωσης από τις Ατλαντικές ακτές της Ευρώπης έως τη βορειοδυτική Κίνα. Στη δυτική Ευρώπη, είναι σε μεγάλο βαθμό περιορισμένο σε παράκτιες περιοχές, όπου τα αλατούχα υδροσταγονίδια της θάλασσας εμποδίζουν άλλα μεγαλύτερα φυτά να το ανταγωνιστούν, ενώ στην κεντρική Ασία είναι πιο διαδεδομένο σε ξηρές ημι-ερημώδεις περιοχές, όπου άλλα φυτά δε μπορούν να επιβιώσουν σε ξηρές συνθήκες· επίσης εμφανίζεται στην κεντρική Ευρώπη και Ασία ως υπο-αλπικός θάμνος πάνω από τη δενδρογραμμή στα βουνά και σε άλλες ηλιόλουστες περιοχές όπως οι όχθες των ποταμών.

Το κοινό ιπποφαές έχει πυκνά, σκληρά και πολύ ακανθώδη κλαδιά. Τα φύλλα είναι ανοιχτόχρωμα αργυροπράσινα, λογχοειδή, μήκους 3–8 cm και πλάτους λιγότερο από 7 mm. Είναι δίοικο φυτό, με ξεχωριστά αρσενικά και θηλυκά φυτά. Το αρσενικό παράγει καφέ άνθη, τα οποία παράγουν γύρη προς γονιμοποίηση με τη βοήθεια του αέρα (ανεμόφιλο ή ανεμόγαμο φυτό).

Καρποί και φύλλα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα θηλυκά φυτά παράγουν πορτοκαλοκίτρινους σαρκώδεις καρπούς με διάμετρο 6–9 mm, μαλακούς, χυμώδεις και πλούσιους σε έλαια. Οι καρποί αποτελούν μια σημαντική πηγή τροφής κατά τη χειμερινή περίοδο για τα πτηνά, κυρίως για τις κεδρότσιχλες.

Τα φύλλα τρώγονται από τις προνύμφες του παράκτιου είδους μικρο-πεταλούδας Eupithecia fraxinata, αλλά από προνύμφες και άλλων λεπιδόπτερων, συμπεριλαμβανομένων των ειδών Euproctis chrysorrhoea, Cosmia trapezina, Pavonia pavonia, Erannis defoliaria, Coleophora elaeagnisella.

Ιπποφαές το ραμνοειδές

Το είδος Ιπποφαές το ιτεόφυλλον (Hippophae salicifolia) (αγγλ. willow-leaved sea-buckthorn) περιορίζεται στην περιοχή των Ιμαλαΐων, νότια του κοινού ιπποφαούς, αναπτύσσεται σε μεγάλο υψόμετρο σε ξηρές κοιλάδες· διαφέρει από το H. rhamnoides σε φάρδος (10 mm), πρασινότερα (λιγότερο αργυρόχρωμα) φύλλα και κίτρινους καρπούς. Μια άγρια παραλλαγή του φυτού απαντάται στη ίδια περιοχή, αλλά σε ακόμα μεγαλύτερο υψόμετρο στην αλπική ζώνη. Είναι χαμηλός θάμνος που δε μεγαλώνει περισσότερο από 1 m σε ύψος κι έχει μικρά φύλλα μήκους 1–3 cm.

Καλλιέργεια - Κηποτεχνία - Χρήσεις - Υγεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Συγκομιδή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η συγκομιδή είναι δύσκολη εξαιτίας της πυκνής ακανθώδους διάταξης μεταξύ των καρπών σε κάθε κλαδί. Κοινή τεχνική συγκομιδής αποτελεί η απόσπαση ολόκληρου του κλαδιού, αν και αυτό αποβαίνει καταστροφικό για το θάμνο και μειώνει τις μελλοντικές συγκομιδές. Αν ένα κλαδί αφαιρεθεί με αυτήν τη μέθοδο και βρίσκεται κοντά σε θερμοκρασία κατάψυξης, διευκολύνεται κατά πολύ η συλλογή των καρπών. Τα κλαδιά που αποσπώνται, καταψύχονται σε −32°C, στη συνέχεια ανακινούνται ή τρίβονται για την απομάκρυνση των καρπών.

Ο εργάτης έπειτα κοπανά τους καρπούς για να απομακρύνει έως και το 95% των φύλλων και άλλων υπολειμμάτων. Αυτό έχει ως συνέπεια το ελαφρώς μαλάκωμα των καρπών επιφανειακά, καθώς η εργασία λαμβάνει χώρα σε θερμοκρασία περιβάλλοντος (~ 20°C). Στη συνέχεια, οι καρποί ή ο πολτός των καρπών αποθηκεύονται στην κατάψυξη.

Η πιο αποτελεσματική μέθοδος συγκομιδής των καρπών, χωρίς να τραυματιστούν τα κλαδιά, είναι να γίνει χρήση δονητικού μηχανήματος συλλογής καρπού. Ο μηχανικός τρόπος συγκομιδής αφήνει έως και 50% στο χωράφι και οι καρποί μπορούν να συγκομίζονται κάθε δύο χρόνια. Με αυτά τα σχετικά σύγχρονα μηχανικά μέσα μπορούμε να πάρουμε μόνο περίπου το 25% της παραγωγής που θα μπορούσε να συγκομιστεί.

Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, οι φυτοκόμοι της Ρωσίας και της Ανατολικής Γερμανίας δημιούργησαν νέες ποικιλίες με μεγαλύτερη θρεπτική αξία, ογκωδέστερoυς καρπούς, τροποποίηση της περιόδου ωρίμασης και κλαδιά για εύκολη συγκομιδή. Κατά τη διάρκεια των τελευταίων 20 ετών, έχουν αναπτυχθεί πειραματικές καλλιέργειες στις Η.Π.Α., στη Νεβάδα, στην Αριζόνα, καθώς και σε διάφορες επαρχίες του Καναδά.[3]

Αρχιτεκτονική τοπίου - Κηποτεχνία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το ιπποφαές ωστόσο αποτελεί δημοφιλή επιλογή ως καλλωπιστικός θάμνος για την κηποτεχνία, καθώς και για τη δημιουργία προστατευτικών φρακτών, ενώ σε διάφορα μέρη του κόσμου αξιοποιείται λόγω του πλούσιου και δυνατού ριζικού συστήματός του για προστασία από τον αέρα και για τη σταθεροποίηση του εδάφους σε όχθες ποταμών και σε απότομες πλαγιές. Έχει ιδιαίτερη αξία για τα βορειότερα κλίματα, λόγω των κηποτεχνικών του ιδιοτήτων, καθώς οι ζωηρόχρωμες συστάδες των καρπών του διατηρούνται κατά τη διάρκεια του χειμώνα.[4] Τα κλαδιά μπορούν να χρησιμοποιηθούν από τους ανθοκόμους ως διακοσμητικά στοιχεία. Το φυτό αποτελεί περιφερειακή χλωρίδα της Φινλανδικής περιοχής Satakunta.

Διατροφική αξία - Υγεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι καρποί του ιπποφαούς είναι εδώδιμοι και θρεπτικοί, αν και πολύ όξινοι (στυπτικοί) και ελαιώδεις, δυσάρεστοι αν φαγωθούν ωμοί, εκτός κι αν "υπερ-ωριμάσουν" (παγώσουν ώστε να μειωθεί η στυπτικότητα) και/ή αν αναμειχθούν με γλυκύτερο χυμό από μήλο, σταφύλι κλπ.

Όταν οι καρποί πολτοποιηθούν, ο χυμός που προκύπτει διαχωρίζεται σε τρία στρώματα: πάνω-πάνω ένα λεπτό, πορτοκαλί καϊμάκι, στη μέση, ένα στρώμα που περιέχει τα χαρακτηριστικά για το ιπποφαές, υψηλής συγκέντρωσης κεκορεσμένα και πολυακόρεστα λιπαρά οξέα και το κατώτερο στρώμα που είναι ίζημα και χυμός.[5][6] Τα δύο ανώτερα στρώματα περιέχουν λίπη που χρησιμοποιούνται για καλλυντικούς σκοπούς, όπως κρέμες και αλοιφές, ενώ το κατώτερο στρώμα μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως εδώδιμο προϊόν, όπως το σιρόπι.[5]

Οι θρεπτικές ουσίες και τα φυτοχημικά συστατικά των καρπών του ιπποφαούς έχουν θετική επίδραση έναντι των φλεγμονών, του καρκίνου[2] ή άλλων ασθενειών,[7] αν και ακόμα δεν έχει αποδειχθεί κανένα όφελος για τους ανθρώπους από κλινικές μελέτες.

Το ιπποφαές περιέχει περισσότερα από 190 φυτοθρεπτικά συστατικά, δηλαδή ουσίες που μειώνουν τον κίνδυνο εμφάνισης καρδιακών παθήσεων, διαβήτη και ορισμένων μορφών καρκίνου.[8]

Ο καρπός έχει υψηλή περιεκτικότητα σε βιταμίνη C — 114 έως 1550 mg ανά 100 gr[2][6] με μέση περιεκτικότητα (695 mg ανά 100 gr) περίπου 15 φορές περισσότερη από το πορτοκάλι (45 mg ανά 100 grams)[9] — που κατατάσσει το ιπποφαές στις πιο πλούσιες πηγές, από τα φυτά, σε βιταμίνη C. Ο καρπός ωστόσο είναι πλούσιος σε καροτενοειδή, βιταμίνη E, αμινοξέα, μέταλλα, β-σιτοστερόλη και πολυφαινολικά οξέα.[2][6][10]

Το ιπποφαές περιέχει ω-3, ω-6, ω-9 και το σπάνιο ω-7. Το παλμιτελαϊκό οξύ (ω-7) είναι ιδιαίτερα σημαντικό, διότι μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο του διαβήτη τύπου II, να εμποδίσει το σχηματισμό της αθηρωματικής πλάκας, να αυξήσει την HDL-χοληστερόλη και να μειώσει ένα δείκτη φλεγμονής που ονομάζεται C-αντιδρώσα πρωτεΐνη (CRP), η οποία συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο για καρδιακή προσβολή και εγκεφαλικό επεισόδιο.[8]

Στα φύλλα του φυτού έχει αποδειχθεί εργαστηριακά ότι περιέχονται μεγάλες ποσότητες ασβεστίου, μαγνησίου, καλίου, β-καροτίνη, φλαβονοειδή, λυκοπένιο, πολυφαινόλες και βιταμίνη Ε, που γενικά καταπολεμούν τις ελεύθερες ρίζες. Τα αντιοξειδωτικά και τα φλαβονοειδή μπορούν να μειώσουν την χοληστερόλη ύστερα από μελέτες που έχουν πραγματοποιηθεί. Ακόμη το λυκοπένιο αν προστεθεί στην καθημερινή μας διατροφή, έχει αποδεδειχθεί ότι μειώνει τις πιθανότητες για εμφάνιση καρκίνου του προστάτη, του στομάχου και του εντέρου. Επίσης τα φύλλα του ιπποφαούς έχουν κάτι ακόμα που δεν περιέχεται στον καρπό και αυτό είναι πρωτεΐνη σε ποσοστό 24%.

Επίσης τα αποξηραμένα φύλλα του ιπποφαoύς είναι πλούσια σε πολυακόρεστα λιπαρά, εδώδιμες ίνες, πρωτεΐνες, μέταλλα, ιχνοστοιχεία και υδατάνθρακες. Αναλυτικά τα 100gr αποξηραμένων φύλλων ιπποφαούς περιέχουν: Λιπαρά, κορεσμένα 2,9g/100g, μονοακόρεστα 0,8g/100g, πολυακόρεστα 6,1g/100g. Υδατάνθρακες 26g/100gr. Εδώδιμες ίνες 34g/100g. Πρωτεΐνες 16g/100g.[εκκρεμεί παραπομπή]

Καταναλωτικά προϊόντα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο καρπός του ιπποφαούς μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε πίτες, μαρμελάδες, λοσιόν και λικέρ.[2] Ο χυμός ή ο πολτός έχει άλλες δυνατότητες εφαρμογής στα τρόφιμα και στα ποτά.[2] Για παράδειγμα, στη Φινλανδία χρησιμοποιείται ως θρεπτικό συστατικό στις παιδικές τροφές.[εκκρεμεί παραπομπή] Τα φρουτοποτά ήταν ανάμεσα στα πρώτα προϊόντα με ιπποφαές που παράχθηκαν στην Κίνα. Χυμός που βασίζεται κυρίως στο ιπποφαές είναι πολύ δημοφιλής στη Γερμανία και στις Σκανδιναβικές χώρες. Προσφέρει ένα θρεπτικό ποτό, πλούσιο σε βιταμίνη C και σε καροτενοειδή. Η σπεσιαλιτέ μπίρα Tyrnilambic Baie d'Argousier παράγεται στο ζυθοποιείο του Cantillon στις Βρυξέλλες σε αποκλειστικότητα για τη Φινλανδική αγορά.[11]

Για το ιππικό που αντιμετωπίζει εξαιρετικά χαμηλές θερμοκρασίες (βλ.Siachen), ο Οργανισμός Έρευνας και Ανάπτυξης Αμυντικής Τεχνολογίας στην Ινδία ίδρυσε ένα εργοστάσιο στη Λεχ Leh για να παρασκευάσει ένα πολυ-βιταμινούχο ποτό από βότανα βασισμένο στο χυμό του ιπποφαούς.[12]

Τα έλαια από τους σπόρους και τον πολτό έχουν θρεπτικές ιδιότητες που διαφέρουν ανάλογα με τη διαδικασία επεξεργασίας.[2][13] Τα έλαια του ιπποφαούς χρησιμοποιούνται ως πηγή συστατικών σε διάφορα καλλυντικά και σε συμπληρώματα διατροφής.[2]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. «Plant profile for Hippophae rhamnoides L. seaberry». Natural Resources Conservation Service. United States Department of Agriculture. Ανακτήθηκε στις 8 Οκτωβρίου 2007. 
  2. 2,0 2,1 2,2 2,3 2,4 2,5 2,6 2,7 Subhuti Dharmananda. «Sea buckthorn». Πόρτλαντ, Όρεγκον: Institute of Traditional Medicine. Ανακτήθηκε στις 18 Ιανουαρίου 2017. 
  3. W.R. Schroeder· Y. Yao (1995). Sea-buckthorn: A promising multi-purpose crop for Saskatchewan. (Supplementary report [Prairie Farm Rehabilitation Administration, Shelterbelt Centre, 95-2]. Σασκάτσουαν. OCLC 45525578. 
  4. Barbara Kam· Nora Bryan (2003). The Prairie Winterscape: Creative Gardening for the Forgotten Season. Markham, Ontario: Fifth House. σελίδες 108–110. ISBN 9781894856089. 
  5. 5,0 5,1 Dalija Seglina κ.άλ. (2006). «The effect of processing on the composition of sea buckthorn juice». Journal of Fruit and Ornamental Plant Research 14: 257-263. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2008-05-28. https://web.archive.org/web/20080528115820/http://www.insad.pl/files/journal_pdf/Suppl_2_2006/Suppl_2_full_26_2006.pdf. Ανακτήθηκε στις 2017-01-18. 
  6. 6,0 6,1 6,2 Alam Zeb (2004). «Chemical and nutritional constituents of sea buckthorn juice». Pakistan Journal of Nutrition 3.2: 99-106. doi:10.3923/pjn.2004.99.106. http://citeseerx.ist.psu.edu/viewdoc/download?doi=10.1.1.489.1284&rep=rep1&type=pdf. Ανακτήθηκε στις 2017-01-18. 
  7. Alam Zeb (2004). «Important therapeutic uses of sea buckthorn (Hippophae): a review». Journal of Biological Sciences 4.5: 687–693. doi:10.3923/jbs.2004.687.693. https://www.researchgate.net/publication/46030658_Important_Therapeutic_Uses_of_Sea_Buckthorn_Hippophae_A_Review. Ανακτήθηκε στις 2017-01-18. 
  8. 8,0 8,1 «Το ιπποφαές και οι ευεργετικές ιδιότητές του». mydiatrofi.gr. 30 Οκτωβρίου 2014. Ανακτήθηκε στις 18 Ιανουαρίου 2017. 
  9. «Food Composition Databases». United States Department of Agriculture. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 3 Μαρτίου 2015. 
  10. Heikki Kallio; Baoru Yang; Pekka Peippo (2002). «Effects of different origins and harvesting time on vitamin C, tocopherols, and tocotrien.ols in sea buckthorn (Hippophaë rhamnoides) berries». Journal of Agricultural and Food Chemistry 50.21: 6136–6142. doi:10.1021/jf020421v. PMID 12358492. http://pubs.acs.org/doi/abs/10.1021/jf020421v. Ανακτήθηκε στις 2017-01-18. 
  11. «Cantillon Tyrnilambic Baie d'Argousier». Rate a Beer. Ανακτήθηκε στις 18 Ιανουαρίου 2017. 
  12. V. Singh; R.K. Gupta (2004). «Seminar on Sea buckthorn. A resource for environment, Health and Economy». Directorate of Life Sciences (Νέο Δελχί). 
  13. S. Cenkowski κ.άλ. (2006). [www.csbe-scgab.ca/docs/journal/48/c0508.pdf «Quality of extracted sea buckthorn seed and pulp oil»]. Canadian Biosystems Engineering 48.3: 9–16. www.csbe-scgab.ca/docs/journal/48/c0508.pdf. Ανακτήθηκε στις 2017-01-18. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]