Ιλαρά

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ιλαρά
Ο ιός της ιλαράς
Ειδικότηταλοιμωξιολογία
Συμπτώματαπυρετός[1], βήχας[1], καταρροή της μύτης[1], maculopapular rash[1], αδενοπάθεια[1], ανορεξία[1], διάρροια[1], Koplik's spots, επιπεφυκίτιδα και Stimson's triad
Ταξινόμηση
ICD-10B05
ICD-9055
DiseasesDB7890
MedlinePlus001569
eMedicinederm/259 emerg/389 ped/1388
MeSHD008457

Η Ιλαρά είναι ιογενής λοίμωξη του αναπνευστικού συστήματος που προκαλείται από τον παραμυξοϊό του γένους morbillivirus. Ο ιός έχει μορφή σφαιρική, περιβάλλεται από κάψα και το γενετικό του υλικό είναι μονόκλωνο RNA. Τα συμπτώματα περιλαμβάνουν πυρετό, βήχα, καταρροή, κοκκίνισμα των ματιών και γενικά, ένα κηλιδοβλατιδώδες, ερυθηματώδες εξάνθημα. Συχνές επιπλοκές περιλαμβάνουν διάρροιες, φλεγμονή του μέσου ωτός και πνευμονία. Προκαλούνται εν μέρει λόγω της ανοσοκαταστολής που προκαλεί η ιλαρά. Λιγότερες συχνές επιπλοκές περιλαμβάνουν τις επιληψία, τύφλωση και φλεγμονή του εγκεφάλου. Η θνητότητα στις ΗΠΑ υπολογίζεται σε 0,2%, αλλά σε καθεστώς υποσιτισμού μπορεί να ξεπεράσει το 10%.

Η ιλαρά μεταδίδεται με την αναπνοή (σε επαφή με υγρά από τη μύτη και το στόμα ενός μολυσμένου ατόμου, είτε άμεσα είτε μέσω του αέρα), και είναι εξαιρετικά μεταδοτική - το 90% των ανθρώπων που δεν έχουν ανοσία και μοιράζονται τον ίδιο χώρο με ένα μολυσμένο πρόσωπο θα νοσήσουν. Η ασυμπτωματική περίοδος επώασης ξεκινά 9-12 ημέρες μετά την αρχική έκθεση[2] στον ιό και η νόσηση διαρκεί 2-4 ημέρες πριν, μέχρι δύο 2-5 ημέρες μετά την εμφάνιση του εξανθήματος (δηλαδή 4-9 ημέρες συνολικά).[3] Δεν υπάρχει εξειδικευμένη θεραπεία, αν και η υποστηρικτική φροντίδα μπορεί να βελτιώσει την έκβαση. Το εμβόλιο έναντι της ιλαράς είναι πολύ αποτελεσματικό και εξαιρετικά ασφαλές και συνήθως χορηγείται σε συνδυασμό με άλλα εμβόλια. Μείωσε κατά 80% τους θανάτους από ιλαρά την περίοδο 2000-2017.[4]

Στα αγγλικά είναι γνωστή με τον όρο "measles", με εναλλακτικό όνομα για την ιλαρά στις αγγλόφωνες χώρες το "rubeola", το οποίο μερικές φορές συγχέεται με τον όρο "rubella" που στα αγγλικά αφορά την ερυθρά. Οι δυο ασθένειες είναι τελείως διαφορετικές.[5][6]

Συμπτώματα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ασθενής προσβεβλημένος με Ιλαρά.
Ασθενής με παρουσία κατά την τρίτη μέρα πριν από την έναρξη των συμπτωμάτων «σημείων Κόπλικ", ενδεικτικό της έναρξης της ιλαράς.

Τα κλασικά συμπτώματα της ιλαράς περιλαμβάνουν τετραήμερο πυρετό, βήχα, καταρροή και επιπεφυκίτιδα (κόκκινα μάτια). Ο πυρετός μπορεί να φθάσει έως και 40 °C (104 °F). Η ύπαρξη κηλίδων Κόπλικ μέσα στο στόμα είναι παθογνωμονική (διαγνωστική) για την ιλαρά, αλλά συχνά δεν φαίνονται, επειδή είναι παροδικές και μπορεί να εξαφανιστούν εντός ημέρας από την εμφάνισή τους.

Το χαρακτηριστικό εξάνθημα της ιλαράς περιγράφεται ως ένα γενικευμένο, κηλιδοβλατιδώδες, ερυθηματώδες εξάνθημα που εμφανίζεται αρκετές ημέρες αφότου ξεκινήσει ο πυρετός. Πρωτοεμφανίζεται στο κεφάλι, πριν εξαπλωθεί για να καλύψει το μεγαλύτερο μέρος του σώματος, προκαλώντας συχνά κνησμό. Το εξάνθημα της ιλαράς εμφανίζεται 2-4 ημέρες μετά την εμφάνιση των συμπτωμάτων και παραμένει μέχρι και οκτώ ημέρες, αλλάζοντας χρώμα από κόκκινο σε σκούρο καφέ προτού εξαφανιστεί.[7]

Ο χρόνος που χρειάζεται για να εκδηλώσει την αρρώστια (χρόνος επώασης) ένα παιδί που ήρθε σε επαφή με τον ιό είναι περίπου 12 μέρες.

Επιπλοκές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι επιπλοκές της ιλαράς είναι σχετικά κοινές και κυμαίνονται από σχετικά ήπιες όπως διάρροια, έως πιο σημαντικές όπως πνευμονία, φλεγμονή του μέσου ωτός και εγκεφαλίτιδα (σπανιότερα, υποξεία σκληρυντική πανεγκεφαλίτιδα), έλκος του κερατοειδούς - πράγμα που οδηγεί στη δημιουργία ουλών πάνω του. Οι επιπλοκές είναι συνήθως πιο σοβαρές σε ενήλικες που προσβάλλονται από τον ιό.

Μεταξύ των ετών 1987 και 2000, το ποσοστό θνησιμότητας στις Ηνωμένες Πολιτείες ήταν τρεις θάνατοι που οφείλονται σε ιλαρά ανά 1000 περιπτώσεις, δηλαδή 0,3%.[8] Σε υπανάπτυκτες χώρες με υψηλά ποσοστά υποσιτισμού και κακής υγειονομικής περίθαλψης, τα ποσοστά θνησιμότητας ανέρχονται στο 28%.[8] Σε ανοσοκατεσταλμένους ασθενείς (π.χ. άτομα που πάσχουν από AIDS), το ποσοστό θνησιμότητας είναι περίπου 30%.[9]

Αίτια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η ιλαρά προκαλείται από τον ιό της ιλαράς, έναν περιβαλλόμενο από κάψα ιό, που περιέχει μονόκλωνο RNA σαν γενετικό υλικό, που ανήκει στο γένος των μορβιλιοϊών (morbillivirus) της οικογένειας των παραμυξοϊών. Οι άνθρωποι είναι οι φυσικοί φορείς του ιού· δεν έχει αναφερθεί προσβολή ζώου απ' αυτόν. Αυτός ο ιδιαίτερα μεταδοτικός ιός μεταδίδεται με τον βήχα και το φτάρνισμα, μέσω στενής προσωπικής επαφής ή άμεσης επαφής με εκκρίσεις.

Παράγοντες κινδύνου για λοίμωξη από τον ιό της ιλαράς:

  • Παιδιά με ανοσοανεπάρκεια που οφείλεται στον ιό HIV του AIDS, λευχαιμία, αλκυλιωτικούς παράγοντες ή θεραπεία με κορτικοστεροειδή, ανεξάρτητα από την κατάσταση εμβολιασμού
  • Ταξίδι σε περιοχές όπου ενδημεί η ιλαρά ή επαφή με ταξιδιώτες σε ενδημικές περιοχές
  • Βρέφη που χάνουν την παθητική ανοσία (γάλα της μητέρας) πριν αρχίσει η ενεργητική ανοσία (φυσική λοίμωξη ή εμβολιασμός)

Παράγοντες κινδύνου για βαριά ιλαρά:

Διάγνωση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η κλινική διάγνωση της ιλαράς απαιτεί ιστορικό πυρετού τουλάχιστον τριών ημερών, με ένα τουλάχιστον από τα τρία: βήχα, καταρροή, επιπεφυκίτιδα. Η παρατήρηση κηλίδων Κόπλικ είναι επίσης διαγνωστικό της ιλαράς.

Εναλλακτικά, εργαστηριακή διάγνωση της ιλαράς μπορεί να γίνει με τη θετική επιβεβαίωση αντισωμάτων IgM για την ιλαρά ή με απομόνωση του RNA του ιού της ιλαράς από αναπνευστικά δείγματα. Σε ασθενείς στους οποίους η φλεβοπαρακέντηση δεν είναι δυνατή, μπορεί να ληφθεί σάλιο για δοκιμές IgM εξειδικευμένων για την ιλαρά. Επαφή με άλλους ασθενείς που είναι γνωστό ότι έχουν ιλαρά προσθέτει ισχυρά επιδημιολογικά στοιχεία για τη διάγνωση. Η επαφή με μολυσμένο άτομο με οποιονδήποτε τρόπο, συμπεριλαμβανομένης της σεξουαλικής επαφής, του σάλιου, ή της βλέννας μπορούν να προκαλέσουν λοίμωξη.

Είδος δοκιμής Μέθοδος Σκοπός
Ορολογικές ELISA IgM έναντι ιού ιλαράς. Μέθοδος διαπιστευμένη κατά EN ISO 15189 Διάγνωση, επιβεβαίωση
Μοριακή ανίχνευση ιού Taqman Real-time RT-PCR (γονίδιο Ν) Διάγνωση, επιβεβαίωση
Απομόνωση ιού Κυτταροκαλλιέργεια σε κυτταρική σειρά Vero/SLAM Διάγνωση, πολλαπλασιασμός ιού προ του προσδιορισμού γονοτύπου
Τυποποίηση ιών PCR για προσδιορισμό αλληλουχίας του 450 καρβοξυ-τελικού άκρου της νουκλεοπρωτείνης Ν και γενετική αλληλούχηση Προσδιορισμός γονοτύπου, μοριακή επιδημιολογία, διαχωρισμός άγριων στελεχών από στελέχη εμβολίου[11]

Πρόληψη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στατιστικά του εμβολιασμού για ιλαρά ανά τον κόσμο
Περιστατικά που παρατηρήθηκαν στις ΗΠΑ πριν και μετά την καθιέρωση του εμβολιασμού
Περιστατικά που παρατηρήθηκαν στην Αγγλία και την Ουαλία πριν και μετά την καθιέρωση του εμβολιασμού, η κάλυψη δεν ήταν αρκετά διαδεδομένη ώστε η ανοσία αγέλης να αποτρέψει μαζικά ξεσπάσματα μέχρι την καθιέρωση του εμβολίου MMR που εισήχθη το 1988.

Στις ανεπτυγμένες χώρες, τα περισσότερα παιδιά εμβολιάζονται κατά της ιλαράς από την ηλικία των 18 μηνών, συνήθως με το τριπλό εμβόλιο ιλαράς, παρωτίτιδας και ερυθράς (εμβόλιο MMR). Ο εμβολιασμός γενικά δεν πραγματοποιείται νωρίτερα από αυτή την ηλικία γιατί τα παιδιά μικρότερα των 18 μηνών διατηρούν συνήθως ανοσοσφαιρίνες (αντισώματα) κατά της ασθένειας, που μεταδίδονται από τη μητέρα κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Μια δεύτερη δόση του εμβολίου δίνεται συνήθως σε παιδιά ηλικίας μεταξύ τεσσάρων και πέντε ετών, για να αυξήσει το ποσοστό της ανοσίας. Τα ποσοστά εμβολιασμού είναι αρκετά υψηλά και επιτυγχάνεται ανοσία αγέλης, γεγονός που καθιστά την ιλαρά μια σχετικά σπάνια ασθένεια. Ακόμη και ένα κρούσμα σε κοιτώνες κολεγίου ή κάτι παρόμοιο συχνά αντιμετωπίζεται με τοπικό πρόγραμμα εμβολιασμού, σε περίπτωση που κάποιος από τους ανθρώπους που εκτέθηκαν στη νόσο δεν έχει ήδη ανοσοποιηθεί.

Σε αναπτυσσόμενες χώρες όπου η ιλαρά είναι ιδιαίτερα ενδημική, οι γιατροί του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας συστήνουν τη χορήγηση δύο δόσεων του εμβολίου, μια στους έξι και μια στους εννέα μήνες ζωής. Το εμβόλιο πρέπει να χορηγείται είτε το παιδί είναι φορέας του AIDS, είτε όχι.[12] Είναι λιγότερο αποτελεσματικό σε βρέφη-ασθενείς με HIV-λοίμωξη, αλλά όπως και να έχει, ο κίνδυνος των ανεπιθύμητων παρενεργειών είναι χαμηλός. Στα προγράμματα εμβολιασμού κατά της ιλαράς συχνά παρέχονται και άλλα πράγματα χρήσιμα για την υγεία των παιδιών, όπως κουνουπιέρες για την προστασία από την ελονοσία, αντιπαρασιτικά φάρμακα και συμπληρώματα βιταμίνης Α. Έτσι, αυτά συμβάλλουν και στη μείωση των παιδικών θανάτων από άλλα αίτια.[13]

Μη εμβολιασμένοι πληθυσμοί κινδυνεύουν σημαντικά από την ασθένεια. Τα χαμηλά ποσοστά εμβολιασμού στη βόρεια Νιγηρία μειώθηκαν περαιτέρω στις αρχές της δεκαετίας του 2000, όταν ριζοσπάστες κήρυκες προώθησαν μια φήμη ότι η πολιομυελίτιδα ήταν μια δυτική συνωμοσία για αποστείρωση των μουσουλμάνων, πράγμα που μπορούσε ευκολότερα να τους οδηγήσει σε μόλυνση από τον ιό HIV. Ο αριθμός των περιπτώσεων της ιλαράς αυξήθηκε σημαντικά, και εκατοντάδες παιδιά έχασαν τη ζωή τους.[14]

Σε ένα άρθρο του 1998 στο Βρετανικό ιατρικό περιοδικό The Lancet παρουσιάστηκαν θεωρίες σύνδεσης μεταξύ του εμβολίου MMR και του αυτισμού[15] Αργότερα, έρευνα από τον δημοσιογράφο Μπράιαν Ντιρ (en) της εφημερίδας Sunday Times αποκάλυψε πως ο επικεφαλής συγγραφέας του άρθρου, Άντριου Γουέικφιλντ, εξυπηρετούσε συμφέροντα και είχε παραβεί ηθικούς κώδικες.[16] Το περιοδικό The Lancet αργότερα ανακάλεσε, και ο Γουέικφιλντ κρίθηκε ένοχος από το Γενικό Ιατρικό Συμβούλιο για σοβαρό επαγγελματικό παράπτωμα τον Μάιο του 2010. Διαγράφτηκε από το ιατρικό μητρώο, πράγμα που σημαίνει ότι δεν μπορούσε πλέον να ασκήσει το ιατρικό επάγγελμα στο Ηνωμένο Βασίλειο.[17] Η έρευνά του ανακηρύχθηκε δόλια το 2011 από το περιοδικό The Lancet.[18] Έτσι, τα επιστημονικά στοιχεία δεν υποστηρίζουν την υπόθεση ότι το MMR παίζει ρόλο στην πρόκληση αυτισμού.[19]

Τον Ιανουάριο του 2010, μια μελέτη παιδιών από την Πολωνία επιβεβαίωσε πως ο εμβολιασμός με το εμβόλιο MMR δεν αποτελούσε παράγοντα κινδύνου για την ανάπτυξη αυτισμού. Στην πραγματικότητα, οι εμβολιασμένοι ασθενείς είχαν ελαφρώς μειωμένο κίνδυνο να παρουσιάσουν αυτισμό, παρόλο που ο μηχανισμός δράσης αυτής της ασθένειας είναι άγνωστος και το αποτέλεσμα της παραπάνω έρευνας μπορεί να ήταν τυχαίο.[20] Η μελέτη του MMR σε σχέση με τον αυτισμό οδήγησε σε μειωμένη χρήση του εμβολίου και έτσι οι περιπτώσεις ιλαράς αυξήθηκαν δραματικά: το 2007 παρουσιάστηκαν 971 περιπτώσεις στην Αγγλία και την Ουαλία (η μεγαλύτερη άνοδος που παρουσιάστηκε ποτέ σε περιστατικά ιλαράς, δεδομένου ότι άρχισαν να τηρούνται αρχεία το 1995),[21] ενώ το 2005 το ξέσπασμα ιλαράς στην Ιντιάνα (πολιτεία των ΗΠΑ) αποδόθηκε σε παιδιά των οποίων οι γονείς αρνήθηκαν τον εμβολιασμό.[22]

Μέτρα πρόληψης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Σε εμφάνιση κλινικής εικόνας ιλαράς επικοινωνούμε με την αρμόδια διεύθυνση υγείας και δηλώνουμε το κρούσμα.
  • Απομόνωση του ασθενούς κατά την περίοδο μεταδοτικότητας του, δηλαδή για διάστημα πέντε ημερών μετά την εμφάνιση του εξανθήματος. Τήρηση μέτρων ατομικής προστασίας για νοσήματα αερογενώς μεταδιδόμενα. Αλλά επίνοσα άτομα δεν θα πρέπει να εισέρχονται στο χώρο που παρευρέθηκε ύποπτο κρούσμα ιλαράς τουλάχιστον για 2 ώρες μετά την αποχώρηση του κρούσματος.
  • Προσπάθεια για εργαστηριακή επιβεβαίωση της διάγνωσης της ιλαράς και αποστολή τον δειγμάτων στο κέντρο αναφοράς ιλαράς.
  • Διερεύνηση σύνδεσης με άλλο κρούσμα με σκοπό τον εντοπισμό της πηγής μόλυνσης του ασθενούς.
  • Αναζήτηση άλλων πιθανών κρουσμάτων στο ευρύτερο περιβάλλον του ασθενούς.
  • Αναζήτηση όλων τον επίνοσων επαφών του κρούσματος, δηλαδή όλων των ατόμων που ήρθαν σε επαφή ή μοιραστήκαν τον ίδιο χώρο με το κρούσμα κατά την περίοδο μεταδοτικότητας του που δεν έχουν επαρκή τεκμηρίωση ανοσίας στην ιλαρά. Αναζήτηση επαφών στο οικογενειακό, εργασιακό, σχολικό, κοινωνικό περιβάλλον, καθώς και υγειονομικό προσωπικό και τους άλλους ασθενείς των μονάδων υγείας. Έλεγχος της εμβολιαστικής κατάσταση των ανώτερων επαφών.
  • Ενεργητική ανοσοπροφύλαξη επίνοσων επαφών σε διάστημα <7 2 ωρών από την επαφή με τον ασθενή, εφόσον φυσικά δεν υπάρχουν αντενδείξεις εμβολιασμού. Ο εμβολιασμός τον επίνοσων ατόμων εντός του ανώτερου χρονικού διαστήματος μπορεί να προλάβει την μόλυνση ή να μειώσει την βαρύτητα της ασθενείας.
  • Εντοπισμός επαφών υψηλού κινδύνου (βρέφη, έγκυες, ανοσοκατασταλμένοι) και παραπομπή στις υπηρεσίες υγείας ή στον ιατρό τους για περαιτέρω αντιμετώπιση.
  • Σύσταση στις επίνοσες επαφές να αποφεύγουν επαφές με αλλά επίνοσα άτομα υψηλού κίνδυνου για σοβαρή νόσηση από ιλαρά για 21 ημέρες μετά την τελευταία επαφή τους με τον ασθενή.
  • Ενημέρωση επίνοσων επαφών σχετικά με τον κίνδυνο λοίμωξης και σύσταση να είναι σε εγρήγορση για ύποπτα συμπτώματα για 21 ημέρες μετά την τελευταία επαφή με τον ασθενή. Σύσταση για άμεση ιατρική εκτίμηση σε περίπτωση ύποπτων συμπτωμάτων (όπου είναι δυνατό, καλό είναι τα άτομα με ύποπτα συμπτώματα να εξετάζονται στο σπίτι τους, παρά σε μονάδες υγείας όπου πιθανά υπάρχουν ευπαθή άτομα).
  • Υπενθυμίζεται ότι το ιατρονοσηλευτικό προσωπικό θα πρέπει να έχει τεκμηριωμένη ανοσία στην ιλαρά. Σε αντίθετη περίπτωση συνίσταται εμβολιασμός των επίνοσων ατόμων (εφόσον δεν υπάρχουν αντενδείξεις).

Επιπρόσθετα, συνιστάται να γίνεται σε κάθε ευκαιρία έλεγχος της εμβολιαστικής κατάστασης των παιδιών, εφήβων και νέων ενήλικων και ολοκλήρωση του εμβολιασμού όπου χρειάζεται.[23]

Θεραπεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Δεν υπάρχει ειδική θεραπεία για την ιλαρά. Οι περισσότεροι ασθενείς με ελαφράς μορφής ιλαρά θα αναρρώσουν με ανάπαυση και υποστηρικτική αγωγή. Είναι, ωστόσο, σημαντικό να αναζητείται ιατρική συμβουλή αν ο ασθενής χειροτερεύει, καθώς μπορεί να υπάρξουν επιπλοκές.

Μερικοί ασθενείς αναπτύσσουν πνευμονία ως αποτέλεσμα της ιλαράς. Άλλες επιπλοκές περιλαμβάνουν ωτίτιδες, βρογχίτιδα και εγκεφαλίτιδα.[24] Η οξεία εγκεφαλίτιδα της ιλαράς έχει ποσοστό θνησιμότητας της τάξης του 15%. Αν και δεν υπάρχει ειδική θεραπεία για την εγκεφαλίτιδα της ιλαράς, τα αντιβιοτικά είναι απαραίτητα για την βακτηριακή πνευμονία, ιγμορίτιδα ή βρογχίτιδα που μπορεί να ακολουθήσουν την ιλαρά.

Όλες οι άλλες θεραπείες αντιμετωπίζουν τα συμπτώματα με ιβουπροφαίνη ή παρακεταμόλη, για να μειώσει τον πυρετό και τον πόνο και, εφόσον απαιτείται, ταχείας δράσης βρογχοδιασταλτικό για το βήχα. Όσον αφορά την ασπιρίνη, μερικές έρευνες έχουν δείξει συσχετισμό μεταξύ της λήψης ασπιρίνης από παιδιά και της ανάπτυξης του συνδρόμου Reye.[25] Ωστόσο, άλλες έρευνες έχουν δείξει πως η ασπιρίνη μπορεί να μην είναι το μόνο φάρμακο που συνδέεται με τη νόσο αυτή (μάλιστα έχουν εμπλακεί και διάφορα αντιεμετικά)[26] καθιστώντας έτσι τη σύνδεση μεταξύ της χρήσης ασπιρίνης σε παιδιά και την ανάπτυξη του συνδρόμου Reye μικρή, αν όχι ανύπαρκτη.[25][27] Παρ 'όλα αυτά, οι περισσότερες υγειονομικές αρχές εξακολουθούν να είναι επιφυλακτικές κατά τη χρήση της ασπιρίνης για οποιουδήποτε είδους πυρετό σε παιδιά κάτω των 16.[28][29][30]

Έχει ερευνηθεί επίσης η χρήση της βιταμίνης Α στη θεραπεία. Μετά από συστηματική παρακολούθηση της χρήσης της δεν διαπιστώθηκε σημαντική μείωση της συνολικής θνησιμότητας, παρατηρήθηκε όμως μείωση της θνησιμότητας στα παιδιά ηλικίας κάτω των δύο ετών.[31][32][33]

Πρόγνωση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ενώ η συντριπτική πλειοψηφία των ασθενών επιβιώνουν από την ιλαρά, επιπλοκές συμβαίνουν αρκετά συχνά, και μπορεί να περιλαμβάνουν βρογχίτιδα και πανεγκεφαλίτιδα η οποία είναι δυνητικά θανατηφόρα. Επίσης, ακόμη και αν ο ασθενής δεν κινδυνεύει να πεθάνει ή να εμφανίσει σοβαρές επιπτώσεις από την ιλαρά, μπορεί να μεταδώσει την ασθένεια σε ανοσοκατασταλμένους ασθενείς, για τους οποίους ο κίνδυνος θανάτου είναι πολύ υψηλότερος, εξαιτίας επιπλοκών όπως η γιγαντοκυτταρική πνευμονία. Η οξεία εγκεφαλίτιδα της ιλαράς είναι μια άλλη πιθανή επίπτωση της μόλυνσης από ιό της ιλαράς. Εμφανίζεται συνήθως δύο ημέρες έως μία εβδομάδα μετά την εμφάνιση του εξανθήματος της ιλαράς, και ξεκινά με πολύ υψηλό πυρετό, έντονο πονοκέφαλο και σπασμούς. Ο ασθενής μπορεί να έρθει σε κωματώδη κατάσταση κι έτσι να προκληθεί βλάβη του εγκεφάλου ή να επέλθει ο θάνατος.[34]

Επιδημιολογία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αναπηρία-προσαρμοζόμενος έτος ζωής για Ιλαρά ανά 100,000 κατοίκους το 2002.
  no data
  ≤ 10
  10–25
  25–50
  50–75
  75–100
  100–250
  250–500
  500–750
  750–1000
  1000–1500
  1500–2000
  ≥ 2000

Η θνησιμότητα στις αναπτυγμένες χώρες είναι ~ 1 / 1000. Στην υποσαχάρια Αφρική, η θνησιμότητα είναι 10%. Σε περιπτώσεις με επιπλοκές, το ποσοστό μπορεί να ανέλθει σε 20-30%. Κατά μέσο όρο, ~ 450 παιδιά πεθαίνουν κάθε μέρα από ιλαρά.

Ακόμη και σε χώρες όπου έχει εισαχθεί ο εμβολιασμός, τα ποσοστά μπορεί να παραμείνουν σε υψηλά επίπεδα. Στην Ιρλανδία, ο εμβολιασμός εισήχθη το 1985. Ο αριθμός των περιστατικών ιλαράς ήταν 99.903 κατά το έτος αυτό. Μέσα σε δύο χρόνια, ο αριθμός των κρουσμάτων μειώθηκε σε 201, αλλά η μείωση αυτή δεν ήταν σταθερή: οι αριθμοί ασθενών το 1989, 1993 και 2000 ήταν 1.248, 4.328 και 1.603, αντίστοιχα. Το παράδειγμα αυτής της χώρας καταδεικνύει την ανάγκη τα ποσοστά εμβολιασμού να ξεπερνούν το 95% για την πρόληψη της εξάπλωσης της ιλαράς.

Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, η ιλαρά είναι μια από τις κύριες αιτίες της παιδικής θνησιμότητας που προλαμβάνονται με εμβολιασμό. Παγκοσμίως, το ποσοστό θνησιμότητας έχει μειωθεί σημαντικά από μια εκστρατεία εμβολιασμού κατά της ιλαράς στην οποία συμμετέχουν: ο Αμερικανικός Ερυθρός Σταυρός, το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων των ΗΠΑ (CDC), τα Ηνωμένα Έθνη, η UNICEF και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ/WHO). Σε παγκόσμιο επίπεδο, η ιλαρά μειώθηκε κατά 60% - από περίπου 873.000 θανάτους το 1999 σε 345.000 το 2005.[13] Οι εκτιμήσεις για το 2008 δείχνουν πως οι θάνατοι μειώθηκαν περαιτέρω σε 164.000 σε παγκόσμιο επίπεδο, με 77% των θανάτων από ιλαρά να παραμένουν το 2008 εντός της Νοτιοανατολικής Ασίας.[35]

Πέντε από τις έξι περιοχές του Π.Ο.Υ έχουν θέσει στόχους για την εξάλειψη της ιλαράς και κατά την 63η Παγκόσμια Συνέλευση Υγείας το Μάιο του 2010, οι εκπρόσωποι συμφώνησαν σαν παγκόσμιο στόχο τη μείωση κατά 95% της θνησιμότητας από ιλαρά μέχρι το 2015 από το επίπεδο που σημειώθηκε το 2000, καθώς και την κίνηση προς την ενδεχόμενη εξάλειψη της νόσου. Εντούτοις, καμία συγκεκριμένη ημερομηνία-στόχος για την εξάλειψη της νόσου δεν έχει ακόμα συμφωνηθεί μέχρι τον Μάιο του 2010.[36][37]

Εξέλιξη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο ιός της ιλαράς εξελίχθηκε από τον κάποτε διαδεδομένο ιό της πανώλης των βοοειδών, κατά πάσα πιθανότητα τον 11ο και 12ο αιώνα.[38] Η πρώτη πιθανή προέλευση αποδίδεται στα πλαίσια του έβδομου αιώνα· για αυτή την πρωιμότερη προέλευση υπάρχουν κάποιες γλωσσικές αποδείξεις.[39][40] Το σημερινό στέλεχος εξελίχθηκε στις αρχές του 20ου αιώνα - πιθανότατα μεταξύ 1908 και 1943.[41]

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Πανούκλα του Αντωνίνου, που διήρκεσε από το 165 έως το 180 μ.Χ., επίσης γνωστή ως πανούκλα του Γαληνού, ο οποίος και την περιέγραψε, ήταν κατά πάσα πιθανότητα αιτία της ευλογιάς ή της ιλαράς. Η ασθένεια σκότωσε περίπου το ένα τρίτο του πληθυσμού σε ορισμένες περιοχές, και αποδεκάτισε τον ρωμαϊκό στρατό.[42] Οι εκτιμήσεις για τη χρονική στιγμή της εξέλιξης της ιλαράς φαίνεται να υποδηλώνουν πως ο λοιμός ήταν κάτι άλλο και όχι ιλαρά. Η πρώτη επιστημονική περιγραφή της ιλαράς και η διάκρισή της από την ευλογιά και την ανεμοβλογιά αποδίδεται στον Πέρση γιατρό, Ζακαρίγια Αρ-Ραζί (860-932),που ήταν γνωστός στη Δύση ως Ραζής (Rhazes), ο οποίος εξέδωσε "Το βιβλίο της Ευλογιάς και Ιλαράς" (στα αραβικά:. Kitab fi al-jadari WA-al-hasbah) [43] Λαμβάνοντας υπόψη τα όσα είναι σήμερα γνωστά για την εξέλιξη της ιλαράς, αυτή η έκδοση ήταν εξαιρετικά καινοτόμη.

Η ιλαρά είναι μια ενδημική ασθένεια, που σημαίνει ότι είναι συνεχώς παρούσα σε μια κοινότητα, και πολλοί άνθρωποι ανοσοποιούνται ενάντια σ' αυτήν. Σε πληθυσμούς που δεν εκτίθενται σε ιλαρά, η ξαφνική έκθεσή τους στον ιό μπορεί να είναι καταστροφική. Το 1529, μία επιδημία ιλαράς στην Κούβα σκότωσε τα δύο τρίτα των κατοίκων που είχαν επιζήσει προηγουμένως ευλογιά. Δύο χρόνια αργότερα, η ιλαρά ήταν υπεύθυνη για το θάνατο του μισού πληθυσμού της Ονδούρας, και είχε ρημάξει το Μεξικό, την Κεντρική Αμερική και τον πολιτισμό των Ίνκας.[44]

Στα τελευταία 150 χρόνια, έχει υπολογιστεί ότι η ιλαρά έχει σκοτώσει περίπου 200 εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο.[45] Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1850, η ιλαρά σκότωσε το ένα πέμπτο των κατοίκων της Χαβάης.[46] Το 1875, η ιλαρά σκότωσε πάνω από 40.000 κατοίκους των Φίτζι, περίπου το ένα τρίτο του πληθυσμού.[47] Τον 19ο αιώνα, η ασθένεια αποδεκάτισε τον πληθυσμό των νησιών Ανταμάν.[48] Το 1954, ο ιός που προκαλεί την ασθένεια απομονώθηκε από ένα εντεκάχρονο αγόρι από τις Ηνωμένες Πολιτείες, τον Ντέιβιντ Έντμονστο, και μεταφέρθηκε σε ιστοκαλλιέργεια εμβρύου όρνιθας.[49] Μέχρι σήμερα έχουν εντοπιστεί 21 στελέχη του ιού της ιλαράς.[50] Όταν εργαζόταν στην φαρμακευτική εταιρία Merck, ο Μόρις Χίλμαν ανέπτυξε το πρώτο επιτυχημένο εμβόλιο.[51] Άδεια εμβολιασμού για την πρόληψη της ασθένειας άρχισε να διατίθεται το 1963.

Πρόσφατα ξεσπάσματα της ασθένειας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Από τις αρχές του Σεπτεμβρίου του 2009, στο Γιοχάνεσμπουργκ έχουν αναφερθεί περίπου 48 περιπτώσεις ιλαράς. Λίγο μετά το ξέσπασμα, η κυβέρνηση διέταξε όλα τα παιδιά να εμβολιαστούν. Τα προγράμματα εμβολιασμού στη συνέχεια ξεκίνησαν σε όλα τα σχολεία, και οι γονείς των μικρών παιδιών, ειδοποιήθηκαν πως πρέπει να τα έχουν στείλει για εμβολιασμό.[52] Πολλοί άνθρωποι ήταν αρνητικοί στο να γίνει ο εμβολιασμός, καθώς πίστευαν ότι δεν είναι ασφαλής και αποτελεσματικός. Το Υπουργείο Υγείας διαβεβαίωσε το κοινό ότι το πρόγραμμά τους ήταν όντως ασφαλές. Προβληματισμός προέκυψε ως προς το εάν χρησιμοποιούνταν ή όχι νέες βελόνες.[53] Μέχρι τα μέσα Οκτωβρίου, υπήρχαν τουλάχιστον 940 καταγεγραμμένες περιπτώσεις και τέσσερις θάνατοι.[54]

Στις 19 Φλεβάρη 2009, 505 κρούσματα ιλαράς αναφέρθηκαν σε δώδεκα επαρχίες στο βόρειο Βιετνάμ, με την πόλη Ανόι να αριθμεί 160 περιπτώσεις.[55] Ένα υψηλό ποσοστό των επιπλοκών, όπως μηνιγγίτιδα και εγκεφαλίτιδα, έχει απασχολήσει τους εργαζόμενους στον τομέα της υγείας,[56] και τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων των ΗΠΑ συστήνουν σε όλους τους ταξιδιώτες να εμβολιαστούν κατά της ιλαράς.[57]

Την 1η Απριλίου 2009, η νόσος ξέσπασε σε δύο σχολεία στη Βόρεια Ουαλία, τα John Bright και Ysgol Ffordd Dyffryn. Στα δυο αυτά σχολεία ξέσπασε η νόσος, αλλά γίνονται προσπάθειες επιβεβαίωσης ότι όλοι οι μαθητές έχουν κάνει πλέον το εμβόλιο της ιλαράς.

Το 2007, μια μεγάλη επιδημία στην Ιαπωνία οδήγησε μια σειρά από πανεπιστήμια και άλλα ιδρύματα να κλείσουν, σε μια προσπάθεια για τον περιορισμό της νόσου.[58][59]

Περίπου 1.000 κρούσματα της νόσου αναφέρθηκαν στο Ισραήλ μεταξύ Αυγούστου 2007 και Μαΐου 2008 (σε αντίθεση με μερικές μόνο δεκάδες περιπτώσεις, το προηγούμενο έτος). Πολλά παιδιά σε υπερ-ορθόδοξες εβραϊκές κοινότητες επλήγησαν λόγω της χαμηλής κάλυψης εμβολιασμού.[60][61] Από το 2008, η ασθένεια είναι ενδημική στο Ηνωμένο Βασίλειο, με 1.217 περιπτώσεις να έχουν διαγνωστεί το 2008,[62] και επιδημίες έχουν αναφερθεί στην Αυστρία, την Ιταλία και την Ελβετία.[63]

Το Μάρτιο του 2010, οι Φιλιππίνες κήρυξαν επιδημία, πράγμα που οφείλεται στις συνεχώς αυξανόμενες περιπτώσεις ιλαράς.

Σύμφωνα με έρευνα που δημοσιεύθηκε το Μάιο του 2011, πάνω από 17.000 περιπτώσεις ιλαράς έχουν αναφερθεί στη Γαλλία, μεταξύ Ιανουαρίου 2008 και Απριλίου 2011, συμπεριλαμβανομένων 2 θανάτων το 2010 και 6 θανάτων το 2011.[64] Πάνω από 7.500 από αυτές τις περιπτώσεις παρατηρήθηκαν στους τρεις πρώτους μήνες του 2011, ενώ η Ισπανία, η Τουρκία, η ΠΓΔΜ, και το Βέλγιο περιλαμβάνονται στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες στις οποίες αναφέρονται περαιτέρω μικρότερα ξεσπάσματα της νόσου.[65] Το ξέσπασμα της νόσου στη Γαλλία συνδέεται ειδικά με το ξέσπασμα στο Κεμπέκ το 2011, όπου 327 περιπτώσεις είχαν αναφερθεί από την 1η Ιανουαρίου έως την 1η Ιουνίου του 2011,[66] και τα Ευρωπαϊκά ξεσπάσματα γενικά έχουν επίσης κατηγορηθεί για την εμφάνιση περαιτέρω μικρών ξεσπασμάτων στις ΗΠΑ, όπου 40 ξεχωριστές εισαγωγές από την Ευρώπη είχαν αναφερθεί μεταξύ 1ης Ιανουαρίου και 20ής Μαΐου.[67]

Από τον Ιούλιο του 2011, 1.145 παιδιά έχουν χάσει τη ζωή τους από τις 115.600 περιπτώσεις στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, η οποία μάχεται επίσης τα θανατηφόρα κρούσματα της χολέρας και της πολιομυελίτιδας.[68]

Τον Αύγουστο του 2011, κατά τη διάρκεια ενός ξεσπάσματος της νόσου στη Νέα Ζηλανδία παρουσιάστηκαν 94 επιβεβαιωμένα κρούσματα στο Ώκλαντ και μόνο.[69]

Αμερική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αυτόχθονα κρούσματα ιλαράς δηλώθηκε ότι έχουν εξαλειφθεί στη Βόρεια, Κεντρική και Νότια Αμερική· η τελευταία ενδημική περίπτωση στην περιοχή αναφέρθηκε στις 12 Νοεμβρίου 2002, με μόνο τη βόρεια Αργεντινή και την αγροτική περιφέρεια του Καναδά - ιδιαίτερα στις επαρχίες Οντάριο, Κεμπέκ και Αλμπέρτα - να έχουν μικρή ενδημική διάσταση.[70] Τα κρούσματα εξακολουθούν να σημειώνονται, ωστόσο, ύστερα από τις εισαγωγές ιών της ιλαράς από άλλες περιοχές του κόσμου. Τον Ιούνιο του 2006, εκδηλώθηκε κρούσμα στη Βοστώνη το οποίο ήταν αποτέλεσμα μόλυνσης ενός κατοίκου στην Ινδία,[71] και τον Οκτώβριο του 2007 ένα κορίτσι του Μίσιγκαν, που είχε εμβολιαστεί μετέφερε τη νόσο στη Σουηδία.[72]

Μεταξύ 1ης Ιανουαρίου και 25ης Απριλίου 2008, συνολικά 64 επιβεβαιωμένα κρούσματα ιλαράς είχαν αναφερθεί στις Ηνωμένες Πολιτείες από τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων των ΗΠΑ (CDC),[73][74] που είναι η μεγαλύτερη συχνότητα που είχε καταγραφεί μέχρι τότε για κάθε έτος από το 2001. Από τις 64 περιπτώσεις, 54 σχετίζονταν με την εισαγωγή της ιλαράς από άλλες χώρες στις Ηνωμένες Πολιτείες, και 63 από τους 64 ασθενείς δεν είχαν ή δεν ήταν γνωστό αν είχαν εμβολιασθεί.[75]

Μέχρι τις 9 Ιουλίου του 2008, συνολικά 127 περιπτώσεις αναφέρθηκαν σε 15 κράτη (συμπεριλαμβανομένων 22 στην Αριζόνα),[76] καθιστώντας την τον μεγαλύτερο ξέσπασμα των ΗΠΑ από το 1997 (όταν αναφέρθηκαν 138 περιπτώσεις).[77] Οι περισσότερες από τις περιπτώσεις αναφέρονται σε άτομα που είχαν προσβληθεί από τη νόσο εκτός των Ηνωμένων Πολιτειών και έπληξαν άτομα που δεν είχαν εμβολιασθεί.

Μέχρι τις 30 Ιουλίου 2008, ο αριθμός των κρουσμάτων είχε αυξηθεί σε 131. Από αυτά, περίπου τα μισά αφορούσαν παιδιά των οποίων οι γονείς απέρριψαν τον εμβολιασμό. Τα 131 περιστατικά συνέβησαν σε επτά διαφορετικές εστίες. Δεν υπήρξαν θάνατοι ενώ 15 ασθενείς νοσηλεύτηκαν. Έντεκα από τις περιπτώσεις είχαν λάβει τουλάχιστον μία δόση του εμβολίου ιλαράς. 122 περιπτώσεις αφορούσαν παιδιά που είχαν εμβολιαστεί ή των οποίων η κατάσταση εμβολιασμού ήταν άγνωστη. Μερικές από αυτές αφορούσαν παιδιά των οποίων η ηλικία ήταν μικρότερη απ' αυτήν για την οποία συνιστάται το εμβόλιο, αλλά σε 63 περιπτώσεις οι εμβολιασμοί δεν έγιναν αποδεκτοί για θρησκευτικούς ή φιλοσοφικούς λόγους.

Στις 24 Μαΐου του 2011 δημοσιεύθηκε έρευνα από το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC) που ανέφερε 118 περιπτώσεις ιλαράς στις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι 118 υποθέσεις σημειώθηκαν σε 23 πολιτείες και στην πόλη της Νέας Υόρκης μεταξύ της 1ης Ιανουαρίου και της 20ής Μαΐου. Από τις 118 περιπτώσεις, 105 (89%) σχετίστηκαν με περιπτώσεις εξωτερικού ενώ 105 (89%) από τους 118 ασθενείς δεν είχαν εμβολιαστεί.[78] Στις 29 Σεπτεμβρίου του 2011 το Υπουργείο Υγείας του Εκουαδόρ ανακοίνωσε την εμφάνιση ξεσπάσματος, με 42 περιπτώσεις ιλαράς να καταγράφονται μέσα σε μερικές γειτονικές κοινότητες των κεντρικών Άνδεων στην επαρχία Τουγκουράουα. Δεν αναφέρθηκαν περαιτέρω θάνατοι από την ημερομηνία αυτή. Σύμφωνα με την κυβέρνηση του Ισημερινού, το υπεύθυνο ιικό στέλεχος φάνηκε να συνδέεται με αυτό των Αφρικανικών ξεσπασμάτων. Η κυβέρνηση ανακοίνωσε επίσης ότι είχε ξεκινήσει μια μαζική εκστρατεία εμβολιασμού για την πρόληψη της περαιτέρω εξάπλωσης της ασθένειας.

Επιπλέον Εικόνες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2 1,3 1,4 1,5 1,6 «Oxford Handbook of Paediatrics» (Αγγλικά) 2013. σελ. 706. ISBN-13 978-0-19-960830-0.
  2. C. Broy et al (2009). «A RE-emerging Infection?». Southern Medical Journal 102 (3): 299–300. https://archive.org/details/sim_southern-medical-journal_2009-03_102_3/page/299. 
  3. «Measles». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 6 Ιουλίου 2010. Ανακτήθηκε στις 29 Νοεμβρίου 2011. 
  4. «Measles». www.who.int (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 5 Αυγούστου 2021. 
  5. «Merriam-webster:Rubeola». Ανακτήθηκε στις 20 Σεπτεμβρίου 2009. 
  6. JA O'Connor (Ιανουάριος 1972). «Measles, morbilli, rubeola, rubella». Pediatrics 49 (1): 150–151. PMID 5059301. http://pediatrics.aappublications.org/cgi/content/abstract/49/1/150-a. 
  7. NHS UK: Symptoms of measles. Last reviewed: 26/01/2010
  8. 8,0 8,1 Robert T. Perry; Neal A. Halsey (2004-05-01). «The Clinical Significance of Measles: A Review». The Journal of Infectious Diseases 189 (S1): S4–16. doi:10.1086/377712. PMID 15106083. http://www.journals.uchicago.edu/doi/full/10.1086/377712. [νεκρός σύνδεσμος]
  9. MG Sension; TC Quinn; LE Markowitz; MJ Linnan και άλλοι. (1988). «Measles in hospitalized African children with human immunodeficiency virus». American journal of diseases of children (1960) 142 (12): 1271–1272. PMID 3195521. 
  10. Medscape: Medscape Access
  11. Ελληνικό Ινστιτούτο Παστέρ
  12. RF Helfand; D Witte; A Fowlkes και άλλοι. (2008). «Evaluation of the immune response to a 2-dose measles vaccination schedule administered at 6 and 9 months of age to HIV-infected and HIV-uninfected children in Malawi». J Infect Dis 198 (10): 1457–65. doi:10.1086/592756. PMID 18828743. 
  13. 13,0 13,1 «UNICEF Joint Press Release». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Φεβρουαρίου 2015. Ανακτήθηκε στις 29 Νοεμβρίου 2011. 
  14. «Measles kills more than 500 children so far in 2005». IRIN. 2005-03-21. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2007-09-29. https://web.archive.org/web/20070929111510/http://www.irinnews.org/Report.aspx?ReportId=53506. Ανακτήθηκε στις 2007-08-13. 
  15. A Wakefield; S Murch; A Anthony και άλλοι. (1998). «Ileal-lymphoid-nodular hyperplasia, non-specific colitis, and pervasive developmental disorder in children». Lancet 351 (9103): 637–41. doi:10.1016/S0140-6736(97)11096-0. PMID 9500320. http://briandeer.com/mmr/lancet-paper.htm. 
  16. Deer B (2004-02-22). «Revealed: MMR research scandal». The Sunday Times (London). http://www.timesonline.co.uk/tol/news/uk/health/article1027603.ece. 
    Deer B (2007). «The Lancet scandal». BrianDeer.com. 
    Deer B (2007). «The Wakefield factor». BrianDeer.com. 
    Berger A (2004). «Dispatches. MMR: What They Didn't Tell You». BMJ 329 (7477): 1293. doi:10.1136/bmj.329.7477.1293. http://www.bmj.com/cgi/content/full/329/7477/1293. 
    Deer B (2009-02-08). «MMR doctor Andrew Wakefield fixed data on autism». Sunday Times (London). http://www.timesonline.co.uk/tol/life_and_style/health/article5683671.ece. 
  17. Nick Triggle (2010-05-24). «MMR doctor struck off register». BBC Online. http://news.bbc.co.uk/1/hi/health/8695267.stm. Ανακτήθηκε στις 2010-05-24. 
  18. F Godlee; J Smith; Η Marcovitch (2011). «Wakefield's article linking MMR vaccine and autism was fraudulent». BMJ 342: c7452. doi:10.1136/bmj.c7452. http://www.bmj.com/content/342/bmj.c7452.full. 
  19. Michael Rutter (2005). «Incidence of autism spectrum disorders: changes over time and their meaning». Acta Paediatr 94 (1): 2–15. doi:10.1111/j.1651-2227.2005.tb01779.x. PMID 15858952. 
  20. «Reuters.com». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2 Αυγούστου 2009. Ανακτήθηκε στις 29 Νοεμβρίου 2011. 
  21. Ingrid Torjesen (2008-04-17). «Disease: a warning from history». Health Serv J: 22–24. PMID 18533314. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2012-06-03. https://web.archive.org/web/20120603084132/http://www.hsj.co.uk/disease-a-warning-from-history/991409.article. 
  22. A Parker A; W Staggs; G Dayan G και άλλοι. (2006). «Implications of a 2005 measles outbreak in Indiana for sustained elimination of measles in the United States». N Engl J Med 355 (5): 447–455. doi:10.1056/NEJMoa060775. PMID 16885548. 
  23. 1. Mason WH. Measles. In: Kliegman RM Behrman RE, Jenson HB, Stanton BF eds. Nelson textbook of pediatrics. 18th ed. Philadelphia: Saunders Elsevier. 2007
  24. «Complications of Measles». Centers for Disease Control and Prevention (CDC). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 3 Ιανουαρίου 2015. 
  25. 25,0 25,1 Karen Starko; George Ray; Lee Dominguez; Warren Stronberg; Dora Woodall (1980-12-06). «Reye's Syndrome and Salicylate Use». Pediatrics 66 (6): 859–864. PMID 7454476. http://pediatrics.aappublications.org/cgi/content/abstract/66/6/859. Ανακτήθηκε στις 2011-03-17. «It is postulated that salicylate [taken by school-age children], operating in a dose-dependent manner, possibly potentiated by fever, represents a primary causative agent of Reye's syndrome.». 
  26. Maria Casteels-Van Daele; Christel Van Geet; Carine Wouters; Ephrem Eggermont (Απρίλιος 2000). «Reye syndrome revisited: a descriptive term covering a group of heterogeneous disorders». European Journal of Pediatrics 159 (9): 641–648. doi:10.1007/PL00008399. PMID 11014461. http://www.springerlink.com/content/kb0pe634bymrn2ur/. Ανακτήθηκε στις 2011-03-17. «Reye syndrome is a non-specific descriptive term covering a group of heterogeneous disorders. Moreover, not only the use of acetylsalicylic acid but also of antiemetics is statistically significant in Reye syndrome cases. Both facts weaken the validity of the epidemiological surveys suggesting a link with acetylsalicylic acid.». [νεκρός σύνδεσμος]
  27. Karsten Shror (2007). «Aspirin and Reye Syndrome: A Review of the Evidence». Journal of Pediatric Drugs 9 (3): 195–204. doi:10.2165/00148581-200709030-00008. PMID 17523700. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2011-06-29. https://web.archive.org/web/20110629193955/http://www.ingentaconnect.com/content/adis/ped/2007/00000009/00000003/art00008. Ανακτήθηκε στις 2011-03-17. «The suggestion of a defined cause-effect relationship between aspirin intake and Reye syndrome in children is not supported by sufficient facts. Clearly, no drug treatment is without side effects. Thus, a balanced view of whether treatment with a certain drug is justified in terms of the benefit/risk ratio is always necessary. Aspirin is no exception.». 
  28. Sarah Macdonald (2002). «Aspirin use to be banned in under 16 year olds». British Medical Journal 325 (7371): 988. doi:10.1136/bmj.325.7371.988/c. PMID 12411346. «Professor Alasdair Breckenridge, said, "There are plenty of analgesic products containing paracetamol and ibuprofen for this age group not associated with Reye's syndrome. There is simply no need to expose those under 16 to the risk—however small."». 
  29. «Aspirin and Reye's Syndrome». MHRA. Οκτώβριος 2003. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 19 Μαρτίου 2012. Ανακτήθηκε στις 17 Μαρτίου 2011. 
  30. «Surgeon General's advisory on the use of salicylates and Reye syndrome». MMWR Morb. Mortal. Wkly. Rep. 31 (22): 289–290. Ιούνιος 1982. PMID 6810083. http://www.cdc.gov/mmwr/preview/mmwrhtml/00001108.htm. 
  31. Y Huiming; W Chaomin; M Meng (2005). Huiming Yang, επιμ. «Vitamin A for treating measles in children». Cochrane Database Syst Rev (4): CD001479. doi:10.1002/14651858.CD001479.pub3. PMID 16235283. 
  32. D'Souza RM, D'Souza R (2002). «Vitamin A for treating measles in children». Cochrane Database Syst Rev (1): CD001479. doi:10.1002/14651858.CD001479. PMID 11869601. 
  33. D'Souza RM, D'Souza R (Απρίλιος 2002). «Vitamin A for preventing secondary infections in children with measles—a systematic review». J. Trop. Pediatr. 48 (2): 72–77. doi:10.1093/tropej/48.2.72. PMID 12022432. http://tropej.oxfordjournals.org/cgi/pmidlookup?view=long&pmid=12022432. 
  34. Πρότυπο:MerckManual
  35. WHO Weekly Epidemiology Record, 4th December 2009 WHO.int
  36. «Sixty-third World Health Assembly Agenda provisional agenda item 11.15 Global eradication of measles» (PDF). Ανακτήθηκε στις 2 Ιουνίου 2010. 
  37. «Sixty-third World Health Assembly notes from day four». Ανακτήθηκε στις 2 Ιουνίου 2010. 
  38. Y Furuse; A Suzuki; Η Oshitani (2010). «Origin of measles virus: divergence from rinderpest virus between the 11th and 12th centuries». Virol. J. 7: 52. doi:10.1186/1743-422X-7-52. PMID 20202190. 
  39. DE Griffin (2007). «Measles Virus». Στο: Malcolm A. Martin· David M. Knipe· Bernard N. Fields· Peter M. Howley· Diane Griffin· Robert Lamb. Fields' virology (5η έκδοση). Philadelphia: Wolters Kluwer Health/Lippincott Williams & Wilkins. ISBN 0-7817-6060-7. 
  40. McNeil W. Plagues and Peoples. New York: Anchor Press/Doubleday. 1976
  41. LW Pomeroy; ON Bjørnstad; EC Holmes (Φεβρουάριος 2008). «The evolutionary and epidemiological dynamics of the paramyxoviridae». J. Mol. Evol. 66 (2): 98–106. doi:10.1007/s00239-007-9040-x. PMID 18217182. 
  42. Plague in the Ancient World
  43. Arun D. Singh; Harminder S. Dua; Ahmad Muneer Otri (2008). «Abu Bakr Razi». British Journal of Ophthalmology (BMJ Group) 92: 1324. 
  44. «FAQ». Mariner.org. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 8 Φεβρουαρίου 2007. Ανακτήθηκε στις 15 Οκτωβρίου 2006. 
  45. William H. McNeill (2005). «Bird Flu: A virus of our own hatching». Plagues and Peoples. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 16 Αυγούστου 2019. Ανακτήθηκε στις 17 Οκτωβρίου 2019. Their bugs are worse than their bite 
  46. «Migration and Disease». Digital History. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 1 Ιανουαρίου 2009. 
  47. «Fiji School of Medicine». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 20 Οκτωβρίου 2014. Ανακτήθηκε στις 29 Νοεμβρίου 2011. 
  48. «Measles hits rare Andaman tribe». BBC News. 16 Μαΐου 2006. 
  49. «Live attenuated measles vaccine». EPI Newsl 2 (1): 6. 1980. PMID 12314356. 
  50. Rima BK; Earle JA; Yeo RP και άλλοι. (1995). «Temporal and geographical distribution of measles virus genotypes». J. Gen. Virol. 76 (5): 1173–1180. doi:10.1099/0022-1317-76-5-1173. PMID 7730801. http://vir.sgmjournals.org/cgi/pmidlookup?view=long&pmid=7730801. [νεκρός σύνδεσμος]
  51. Offit PA (2007). Vaccinated: One Man's Quest to Defeat the World's Deadliest Diseases. Washington, DC: Smithsonian. ISBN 0-06-122796-X. 
  52. «Measles Outbreak In Joburg». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 6 Ιανουαρίου 2010. Ανακτήθηκε στις 29 Νοεμβρίου 2011. 
  53. «Childhood Vaccinations Peak In 2009, But Uneven Distribution Persists». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 9 Αυγούστου 2010. Ανακτήθηκε στις 29 Νοεμβρίου 2011. 
  54. «Measles Vaccination 'safe'». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 27 Οκτωβρίου 2009. Ανακτήθηκε στις 29 Νοεμβρίου 2011. 
  55. «Measles spreads to 12 provinces». Look At Vietnam. 20 Φεβρουαρίου 2009. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 1 Νοεμβρίου 2012. Ανακτήθηκε στις 29 Νοεμβρίου 2011. 
  56. «Measles outbreak hits North Vietnam». Saigon Gia Phong. 4 Φεβρουαρίου 2009. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 24 Σεπτεμβρίου 2015. Ανακτήθηκε στις 29 Νοεμβρίου 2011. 
  57. «AmCham Vietnam | Public Notice: Measles immunization recommendation». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 3 Δεκεμβρίου 2012. Ανακτήθηκε στις 29 Νοεμβρίου 2011. 
  58. «The Public Health Agency of Canada Travel Advisory». Ανακτήθηκε στις 2 Μαΐου 2008. 
  59. Norrie, Justin (2007-05-27). «Japanese measles epidemic brings campuses to standstill». The Sydney Morning Herald. http://www.smh.com.au/news/world/japanese-measles-epidemic-brings-campuses-to-standstill/2007/05/27/1180205052602.html. Ανακτήθηκε στις 2008-07-10. 
  60. C. Stein-Zamir; G. Zentner; N. Abramson; H. Shoob; Y. Aboudy; L. Shulman; E. Mendelson (Φεβρουάριος 2008). «Measles outbreaks affecting children in Jewish ultra-orthodox communities in Jerusalem». Epidemiology and Infection 136 (2): 207–214. doi:10.1017/S095026880700845X. PMID 17433131. PMC 2870804. https://archive.org/details/sim_epidemiology-and-infection_2008-02_136_2/page/207. 
  61. Rotem, Tamar (2007-08-11). «Current measles outbreak hit ultra-Orthodox the hardest». Haaretz. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2008-10-07. https://web.archive.org/web/20081007050347/http://www.haaretz.com/hasen/spages/921836.html. Ανακτήθηκε στις 2008-07-10. 
  62. Batty, David (2009-09-01). «Record number of measles cases sparks fear of epidemic». London: guardian.co.uk. http://www.guardian.co.uk/society/2009/jan/09/measles-record-numbers. Ανακτήθηκε στις 2009-01-15. 
  63. Eurosurveillance - View Article
  64. «Epidémie de rougeole en France. Actualisation des données au 20 mai 2011» (PDF). Département des maladies infectieuses. Institut de veille sanitaire. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 10 Αυγούστου 2011. Ανακτήθηκε στις 29 Νοεμβρίου 2011. 
  65. «Epidemiological Brief» (PDF). World Health Organization. Μάιος 2011. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 24 Σεπτεμβρίου 2015. Ανακτήθηκε στις 17 Οκτωβρίου 2019. 
  66. «Portrait épidémiologique de l'éclosion de rougeole - Rougeole - Ministère de la Santé et des Services sociaux (MSSS)». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2 Ιανουαρίου 2015. Ανακτήθηκε στις 29 Νοεμβρίου 2011. 
  67. «Measles: United States, January–May 20, 2011». MMWR Morb. Mortal. Wkly. Rep. 60 (20): 666–668. Μάιος 2011. PMID 21617634. http://www.cdc.gov/mmwr/preview/mmwrhtml/mm6020a7.htm. 
  68. «Measles kills 1 000+ kids in DRC | News24». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 18 Ιανουαρίου 2012. Ανακτήθηκε στις 29 Νοεμβρίου 2011. 
  69. «Measles outbreaks spread». Stuff.co.nz. 2011-08-01. http://www.stuff.co.nz/national/health/5370669/Measles-outbreaks-spread. Ανακτήθηκε στις 2011-10-22. 
  70. North York: Measles outbreak may bring new strategy[νεκρός σύνδεσμος], May 2008
  71. Smith, Stephen (2006-06-10). «Measles outbreak shows a global threat - The Boston Globe». http://www.boston.com/yourlife/health/diseases/articles/2006/06/10/measles_outbreak_shows_a_global_threat/. Ανακτήθηκε στις 2007-12-05. 
  72. Jesse, David (2007-10-04). «Measles outbreak may have spread». The Ann Arbor News. http://blog.mlive.com/study_hall/2007/10/measles_outbreak_may_have_spre.html. Ανακτήθηκε στις 2008-07-10. 
  73. «Measles—United States, January 1–April 25, 2008». MMWR Morb. Mortal. Wkly. Rep. 57 (18): 494–498. Μάιος 2008. PMID 18463608. http://www.cdc.gov/mmwr/preview/mmwrhtml/mm5718a5.htm. 
  74. «JS Online: Measles outbreak brewing, city health officials say». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 7 Οκτωβρίου 2008. Ανακτήθηκε στις 29 Νοεμβρίου 2011. 
  75. «cdc.gov MeaslesUpdate». Ανακτήθηκε στις 2 Μαΐου 2008. 
  76. Rotstein, Arthur (2008-07-09). «Response curtailed measles outbreak». Associated Press. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2009-07-31. https://web.archive.org/web/20090731114640/http://www.tucsoncitizen.com/daily/local/90471.php. Ανακτήθηκε στις 2008-07-10. 
  77. Dunham, Will (2008-07-09). «Measles outbreak hits 127 people in 15 states». Reuters. http://www.reuters.com/article/newsOne/idUSN0943743120080709. Ανακτήθηκε στις 2008-07-10. 
  78. Roos, Robert (2011-05-24). «US measles surge this year is biggest since 1996». CIDRAP News. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2013-05-06. https://web.archive.org/web/20130506201616/http://www.cidrap.umn.edu/cidrap/content/other/news/may2411measles.html. Ανακτήθηκε στις 2011-11-29. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]