Ζαν Μπατίστ Λαμάρκ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Jean-Baptiste Pierre Antoine de Monet, Chevalier de la Marck
Πορτραίτο του Ζαν Μπατίστ Λαμάρκ
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση1 Αυγούστου 1744 (1744-08-01)
Μπαζεντέν, Πικαρδία, Γαλλία
Θάνατος18 Δεκεμβρίου 1829 (85 ετών)
Παρίσι, Γαλλία
Αιτία θανάτουheart attack
Τόπος ταφήςΚοιμητήριο του Μονπαρνάς
ΕθνικότηταΓαλλική
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΑγγλικά[1]
Γαλλικά[2]
Πληροφορίες ασχολίας
ΙδιότηταΦυσιοδίφης
ΕργοδότηςΕθνικό Μουσείο Φυσικής Ιστορίας στο Παρίσι
Αξιοσημείωτο έργοΕξέλιξη, Κληρονομικότητα επίκτητων χαρακτηριστικών
Οικογένεια
ΑδέλφιαPhilippe François de Monet de Lamarck
Στρατιωτική σταδιοδρομία
Βαθμός/στρατόςΥπολοχαγός/Γρεναδιέρος
Πόλεμοι/μάχεςΕπταετής Πόλεμος
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Ζαν Μπατίστ Πιέρ Αντουάν ντε Μονέ, Σεβαλιέ ντε λα Μαρκ (Jean-Baptiste Pierre Antoine de Monet, Chevalier de la Marck, Μπαζεντέν, 1 Αυγούστου 1744 - Παρίσι, 18 Δεκεμβρίου 1829), συχνά γνωστός απλώς ως Λαμάρκ, ήταν Γάλλος φυσιοδίφης, ακαδημαϊκός και υποστηρικτής της ιδέας ότι η εξέλιξη συμβαίνει και διεξάγεται σύμφωνα με φυσικούς νόμους.

Ο Λαμάρκ πολέμησε στον Επταετή Πόλεμο με την Πρωσία, και τιμήθηκε για την ανδρεία του στο πεδίο της μάχης.[3] Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στο Μονακό, ενδιαφέρθηκε για τη φυσική ιστορία και αποφάσισε να σπουδάσει ιατρική.[4] Αποσύρθηκε από τον στρατό αφού τραυματίστηκε το 1766 και συνέχισε τις ιατρικές σπουδές του.[4]

Ο Λαμάρκ ανέπτυξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον στη βοτανική, και αργότερα, μετά τη δημοσίευση του τρίτομου έργου του, Flora française, έγινε μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας Επιστημών το 1779. Άρχισε να ασχολείται με τον Jardin des Plantes (Κήπος των Φυτών) και διορίστηκε στην Έδρα της Βοτανικής το 1788. Όταν ιδρύθηκε το Muséum national d'Histoire naturelle (Εθνικό μουσείο φυσικής ιστορίας) το 1793, ο Λαμάρκ διορίστηκε καθηγητής ζωολογίας. Το 1801, δημοσίευσε το Système des animaux sans vertèbres, ένα μείζον έργο στην ταξινόμηση των ασπόνδυλων, όρο τον οποίο εφηύρε ο ίδιος. Σε μία δημοσίευση του 1802, έγινε ένας από τους πρώτους που χρησιμοποίησαν τον όρο βιολογία με τη σύγχρονη σημασία του.[5][6] Ο Λαμάρκ συνέχισε το έργο του στη βιολογία των ασπόνδυλων ως αυθεντία.

Στη σύγχρονη εποχή, ο Λαμάρκ μνημονεύεται κυρίως για τη θεωρία της κληρονομικότητας των επίκτητων χαρακτηριστικών, αποκαλούμενη και μαλακή κληρονομικότητα ή Λαμαρκισμός. Ωστόσο, η ιδέα του για τη μαλακή κληρονομικότητα ήταν ίσως απήχηση της λαϊκής σοφίας της εποχής, αποδεκτή από πολλούς φυσιοδίφες. Η συνεισφορά του Λαμάρκ στην εξελικτική θεωρία συνίσταται από την πρώτη πραγματικά συνεκτική θεωρία εξέλιξης, στην οποία μια αλχημιστική περιπλεκτική δύναμη οδηγεί τους οργανισμούς στην κλίμακα της πολυπλοκότητας, και μία άλλη περιβαλλοντική δύναμη τους προσαρμόζει στα τοπικά περιβάλλοντά τους μέσω της χρήσης ή παύσης της χρήσης χαρακτηριστικών, διαφοροποιώντας τους από άλλους οργανισμούς.[7]

Βιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Λαμάρκ γεννήθηκε στην Μπαζεντέν (Bazentin) της Πικαρδίας, στη βόρεια Γαλλία,[4] ως το ενδέκατο παιδί μιας πτωχευμένης αριστοκρατικής οικογένειας.[8] Τα αρσενικά μέλη της οικογένειας Λαμάρκ υπηρετούσαν παραδοσιακά στον γαλλικό στρατό. Ο μεγαλύτερος αδελφός του Λαμάρκ σκοτώθηκε στη μάχη, στην πολιορκία του Bergen-op-Zoom, και δύο ακόμα αδέρφια του ήταν σε υπηρεσία όταν ο Λαμάρκ ήταν 13 χρονών. Ακολουθώντας την επιθυμία του πατέρα του εγγράφηκε σε κολέγιο Ιησουϊτών στην Αμιένη στα τέλη της δεκαετίας του 1750.[4] Μετά τον θάνατο του πατέρα του το 1760, ο Λαμάρκ αγόρασε ένα άλογο, και ταξίδεψε ώστε να καταταχθεί στον γαλλικό στρατό, ο οποίος βρίσκονταν στη Γερμανία εκείνη την εποχή. Ο Λαμάρκ επέδειξε μεγάλο ψυχικό σθένος στο πεδίο της μάχης του Επταετούς Πολέμου με την Πρωσία, και προτάθηκε για υπολοχαγός.[4] Ο λόχος του αφέθηκε έκθετος σε άμεσα εχθρικά πυρά πυροβολικού, και γρήγορα αποδεκατίστηκε μένοντας με δεκατέσσερις άνδρες χωρίς αξιωματικούς. Ένας από τους άνδρες πρότεινε ο δεκαεπτάχρονος Λαμάρκ να αναλάβει τη διοίκηση και να δώσει διαταγή για υποχώρηση, αλλά παρά το ότι ο Λαμάρκ δέχτηκε να αναλάβει τη διοίκηση, επέμεινε να παραμείνουν στις θέσεις τους μέχρι να δεχτούν ενισχύσεις. Όταν ο συνταγματάρχης τους προσέγγισε τα υπολείμματα του λόχου τους, εντυπωσιάστηκε τόσο από την ανδρεία και την αφοσίωση του Λαμάρκ, ώστε τον προήγαγε σε αξιωματικό επί τόπου. Ωστόσο όταν ένας από τους συντρόφους του αστειευόμενος τον σήκωσε από το κεφάλι, υπέστη φλεγμονή στους λεμφαδένες του λαιμού και στάλθηκε στο Παρίσι για θεραπεία.[4] Μετά από μία πολύπλοκη εγχείρηση, συνέχισε τη θεραπεία του για ένα χρόνο.[9] Του απονεμήθηκε ο βαθμός του αξιωματικού και εγκαταστάθηκε στο Μονακό. Εκεί γνώρισε το έργο βοτανικής του James Francis Chomel, Traité des plantes usuelles.[4]

Γκραβούρα του Λαμάρκ σε ηλικία 35 ετών.

Με μειωμένη σύνταξη μόλις 400 φράγκων τον χρόνο, ο Λαμάρκ αποφάσισε να βρει επάγγελμα. Αποπειράθηκε να σπουδάσει ιατρική, δουλεύοντας ταυτόχρονα σε τράπεζα.[4] Σπούδασε ιατρική για τέσσερα χρόνια αλλά τα παράτησε πειθόμενος από τον μεγαλύτερο αδερφό του. Ενδιαφέρονταν για τη βοτανική, ειδικά μετά την επίσκεψή του στον Jardin du Roi, και έγινε μαθητής του Μπερνάρ ντε Ζουσιέ (Bernard de Jussieu), ενός σημαντικού Γάλλου φυσιοδίφη.[4] Ο Λαμάρκ έμεινε δέκα χρόνια με τον Jussieu μελετώντας τη γαλλική χλωρίδα. Μετά τις σπουδές του, το 1778, δημοσίευσε κάποιες από τις παρατηρήσεις του και αποτελέσματα σε ένα τρίτομο έργο υπό τον τίτλο Flora française (Γαλλική πανίδα). Το έργο του Λαμάρκ είχε τον σεβασμό πολλών λογίων και τον κατέστησε σημαντικό στη γαλλική επιστήμη. Στις 8 Αυγούστου του 1778 παντρεύτηκε τη Marie Anne Rosalie Delaporte.[10] Ο Ζωρζ-Λουί Λεκλέρ ντε Μπυφόν, ένας από τους κορυφαίους Γάλλους επιστήμονες της εποχής, καθοδήγησε τον Λαμάρκ και τον βοήθησε να γίνει μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας Επιστημών το 1779 καθώς και να διοριστεί βασιλικός βοτανολόγος το 1781, θέση, χάρη στην οποία ταξίδεψε σε ξένους κήπους και μουσεία.[11] Ο πρώτος γιος του Λαμάρκ, ο Αντρέ, γεννήθηκε στις 22 Απριλίου 1781 και βαπτίστηκε από τον συνάδελφο του,Αντρέ Τουίν.(André Thouin).

Κληρονομιά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Άγαλμα του Λαμάρκ από τον Léon Fagel στον Κήπο των Φυτών (Jardin des Plantes), Παρίσι.

Ο Λαμάρκ κατασκεύασε το πρώτο θεωρητικό πλαίσιο οργανικής εξέλιξης. Ενώ η θεωρία του εν γένει απορρίφθηκε όσο ακόμα ζούσε,[12] ο Στίβεν Υζέι Γκουλντ (Stephen Jay Gould) ισχυρίζεται ότι ο Λαμάρκ ήταν ο «κύριος εξελικτικός θεωρητικός», καθώς οι ιδέες του και ο τρόπος με τον οποίο δόμησε τη θεωρία του έθεσαν τις βάσεις για τον μετέπειτα τρόπο σκέψης στην εξελικτική βιολογία μέχρι σήμερα.[13]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. data.bnf.fr/ark:/12148/cb120006510. Ανακτήθηκε στις 10  Οκτωβρίου 2015.
  2. CONOR.SI. 158577507.
  3. Damkaer, David M. (2002). The Copepodologist's Cabinet: A biographical and bibliographical bistory. Philadelphia: American Philosophical Society. σελίδες 117. ISBN 0-87169-240-6. 
  4. 4,0 4,1 4,2 4,3 4,4 4,5 4,6 4,7 4,8 Packard, Alpheus Spring (1901). Lamarck, the founder of Evolution: his life and work with translations of his writings on organic evolution. New York: Longmans, Green. 
  5. Coleman, William L. (1977). Biology in the Nineteenth Century: problems of form, function, and transformation. Cambridge: Cambridge University Press. σελίδες 1–2. ISBN 0-521-29293-X. 
  6. Ο όρος «βιολογία» χρησιμοποιήθηκε ανεξάρτητα και από τον Καρλ Φρίντριχ Μπούρνταχ (το 1800) και τον Γκότφριντ Ράινχολντ Τρεβιράνους (Biologie oder Philosophie der lebenden Natur, 1802).
  7. Gould, Stephen Jay (2002). The Structure of Evolutionary Theory. Harvard: Belknap Harvard. σελίδες 187. ISBN 0-674-00613-5. 
  8. Ο τίτλος ευγενείας του ήταν Σεβαλιέ (Chevalier) ο οποίος είναι ο αντίστοιχος γαλλικός τίτλος για τον ιππότη.
  9. Cuvier, Georges (January 1836). «Elegy of Lamarck». Edinburgh New Philosophical Journal 20: 1–22. http://www.victorianweb.org/science/science_texts/cuvier/cuvier_on_lamarck.htm. Ανακτήθηκε στις 2007-07-09. 
  10. Mantoy, Bernard (1968). Lamarck. Paris: Seghers. σελ. 19. 
  11. Packard (1901), σσ. 20-21.
  12. Richard W. Burkhardt. «Lamarck, Jean-Baptiste». Encyclopædia Britannica Online. Ανακτήθηκε στις 29 Νοεμβρίου 2009. 
  13. Gould (2002), pp. 170-197.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]