Ελένη Παπαδάκη

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ελένη Παπαδάκη
Η Ελένη Παπαδάκη σε παράσταση το 1931
Γέννηση4  Νοεμβρίου 1903
Αθήνα
Θάνατος21 Δεκεμβρίου 1944 (41 ετών)
Αθήνα
Συνθήκες θανάτουανθρωποκτονία
Χώρα πολιτογράφησηςΕλλάδα
ΣπουδέςΓερμανική Σχολή Αθηνών
Ιδιότηταηθοποιός
Υπογραφή
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Η Ελένη Παπαδάκη (4 Νοεμβρίου 1903[1][α] – 21 Δεκεμβρίου 1944) ήταν επιφανής Ελληνίδα ηθοποιός του πρώτου μισού του 20ού αιώνα.

Κατά την περίοδο της Κατοχής, στοχοποιήθηκε από σύσσωμο τον αντιστασιακό τύπο τόσο για σχέσεις με στελέχη του ναζιστικού κατοχικού στρατού, όσο για τoν προσωπικό δεσμό της με τον κατοχικό πρωθυπουργό Ιωάννη Ράλλη.[2] Επικρίθηκε, μεταξύ άλλων, για την αρνητική της στάση σε απεργία των συναδέλφων της και για τη δράση της ενάντια σε μισθολογικές αυξήσεις ετέρων ηθοποιών, ούτως ώστε να διατηρηθεί η μισθολογική απόσταση που τη χώριζε από εκείνους ως πρωταγωνίστρια.[3] Μετά την Απελευθέρωση διαγράφηκε από το Σωματείο Ελλήνων Ηθοποιών (ΣΕΗ), κατηγορούμενη για δωσιλογισμό.

Το βράδυ της 21ης Δεκεμβρίου 1944, συνελήφθη από μέλη της Εθνικής Πολιτοφυλακής (ΕΠ) κατά την διάρκεια των Δεκεμβριανών. Μετά από σύντομο ανταρτοδικείο στο Γαλάτσι, καταδικάστηκε σε θάνατο και εκτελέστηκε. Η εκτέλεση της αμαύρωσε την εικόνα του ΕΑΜ στον αθηναϊκό λαό και μετέπειτα καταδικάστηκε από τον γενικό γραμματέα του ΚΚΕ, Νίκο Ζαχαριάδη. Παράλληλα, εργαλειοποιήθηκε από την αντιεαμική παράταξη, προβαλλόμενη ως χαρακτηριστικό δείγμα της εαμικής βίας.

Η δολοφονία της αποδίδεται από μερίδα ιστορικών στην αντεκδίκηση των ΕΑΜικών μαζών στο πλαίσιο των Δεκεμβριανών επεισοδίων, ενώ άλλοι ιστορικοί αναφέρουν πως, εκτός της προσωπικής της σχέσης με τον δωσίλογο πρωθυπουργό, καθοριστικό ρόλο για την εκτέλεσή της έπαιξαν οι επαγγελματικές αντιζηλίες. Η ζωή της Παπαδάκη έχει αποτελέσει αντικείμενο καλλιτεχνικής πραγμάτευσης στη λογοτεχνία, το θέατρο και την τηλεόραση. Η δημόσια μνήμη της αναμοχλεύει έως και σήμερα αντιπαραθέσεις.

Νεανικά χρόνια και εκπαίδευση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γεννήθηκε στις 4 Νοεμβρίου 1903, με καταγωγή από εύπορη αστική οικογένεια της Αθήνας.[1] Ο πατέρας της, Νικόλαος Παπαδάκης, γεννημένος στο Φανάρι της Κωνσταντινούπολης και εκπαιδευμένος στη Ροβέρτειο Σχολή, ήταν τμηματάρχης της Ιονικής Τράπεζας.[4] Η μητέρα της, Αικατερίνη, είχε ανώτερη μόρφωση και μουσική παιδεία· ήταν κόρη του Κωνσταντινουπολίτη φιλολόγου Στυλιανού Κωνσταντινίδη, καθηγητή καλλιτεχνολογίας και αισθητικής στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο και λατινικής φιλολογίας στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών.[4] Η οικογένεια είχε ένα ακόμα παιδί, τον Μιχάλη, δύο έτη μικρότερο της Ελένης, και διέμενε σε νεοκλασική κατοικία της οδού Ιπποκράτους 70β.[4]

Αποφοίτησε από το Γυμνάσιο Κρίκου και παρακολούθησε εσπερινά μαθήματα στη Γερμανική Σχολή Αθηνών, εντρυφώντας στη γερμανική γλώσσα.[5] Έμαθε γαλλικά κατ' οίκον και στο Γαλλικό Ινστιτούτο, ενώ αργότερα διδάχθηκε αγγλικά και ιταλικά.[5] Έπειτα, παρακολούθησε μαθήματα στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, διδασκόμενη, περαιτέρω, την αρχαία ελληνική λογοτεχνία από τον συγγραφέα Νικόλαο Ποριώτη.[5]

Η καλλιτεχνική της εκπαίδευση ξεκίνησε στο παράρτημα του Ελληνικού Ωδείου στην οδό Φειδίου 3, όπου έλαβε μαθήματα πιάνου και φωνητικής.[6] Το 1924, έχοντας μόλις αναρρώσει από οξεία νόσηση με πλευρίτιδα που την απέκοψε από τις μουσικές τις σπουδές, αποφάσισε να στραφεί προς το θέατρο και ξεκίνησε να παρακολουθεί τα μαθήματα και τις παραστάσεις της Δραματικής Σχολής του Ελληνικού Ωδείου.[7] Η Λέλα Παπαδάκη, όπως αποκαλούταν τότε, πραγματοποίησε την πρώτη της θεατρική εμφάνιση στις 6 Απριλίου 1924 με τον μικρό ρόλο της «κυρίας φον Χάλδορφ» σε μαθητική παραγωγή του έργου Μακρινή πριγκίπισσα του γερμανού θεατρικού συγγραφέα Χέρμαν Σούντερμαν.[7] Ακολούθησαν αρκετές ακόμα μαθητικές παραστάσεις στο πλαίσιο της φοίτησής της στη Δραματική Σχολή.[8]

Στο προπαρασκευαστικό αυτό πλαίσιο, στις 10 Ιανουαρίου 1925 η Παπαδάκη εμφανίστηκε στον ρόλο της «Αγγέλας Παπαστάμου» στο έργο Πειρασμός του Γρηγορίου Ξενόπουλου, το οποίο ανέβασε με τον θίασο «Θέατρον Ελληνικού Ωδείου» ο σκηνοθέτης Σπύρος Μελάς.[9] Ακολούθως, στις 22 Φεβρουαρίου συμμετείχε στο έργο Έτσι είναι, αν έτσι νομίζετε του Λουίτζι Πιραντέλλο ως «Κυρία Σιρέλλι», σε μια παραγωγή με σκηνογράφο τον Περικλή Βυζάντιο.[9] Στις 21 Μαρτίου, η ανερχόμενη ηθοποιός ανέλαβε τον ρόλο της Ηρωδιάδας στη Σαλώμη του Όσκαρ Ουάιλντ· στους σημαντικούς συντελεστές που συγκέντρωνε, σταδιακά, στις παραστάσεις του ο Σπύρος Μελάς, προστέθηκε για εκείνην την παραγωγή ο ενδυματολόγος Αντώνης Φωκάς.[9] Η παράσταση σημείωσε ιδιαίτερη επιτυχία και στις θετικές κριτικές που έλαβε περιλαμβανόταν μία του Γρηγορίου Ξενόπουλου, που χαρακτήρισε την Παπαδάκη «θησαυρό», εκτιμώντας ότι ήταν «πρωταγωνίστρια όσο και η Σαλώμη», παρότι ερμήνευε δεύτερο ρόλο.[9] Μάλιστα, εξέφρασε την άποψη ότι «πάντα όταν παίζει η Παπαδάκη είναι πρωταγωνίστρια», ενώ αργότερα γνωμοδότησε ότι εύκολα θα μπορούσε να καταστεί «μία από τας πρωταγωνιστρίας του Εθνικού μας Θεάτρου».[10]

Επαγγελματική σταδιοδρομία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Σαλώμη υπήρξε έναυσμα για την ίδρυση του ασύνδετου με κάποιο ωδείο θεατρικού οργανισμού «Θέατρο Τέχνης» από τον Σπύρο Μελά.[11] Η Παπαδάκη ήταν από τις πρώτες ηθοποιούς που υπέγραψαν επαγγελματικό συμβόλαιο με τον θίασο, γεγονός που επέφερε αναταραχή στην οικογένειά της, για τα μέλη της οποίας το επάγγελμα του ηθοποιού είχε αρνητικές ηθικές συνδηλώσεις.[11] Παρά ταύτα, η Παπαδάκη βρήκε την απαραίτητη ηθική υποστήριξη για τα πρώτα της καλλιτεχνικά βήματα και στις 28 Μαΐου 1925 εμφανίστηκε ως Ισμήνη στην τραγωδία Επτά επί Θήβας του Αισχύλου· η παράσταση αυτή, πρώτη της επαγγελματική παρουσία, έλαβε κατά κύριο λόγο θετικές κριτικές.[12] Ακολούθησε ο ρόλος της «Ρίμκε βαν Έυντεν» στο έργο Ο χρόνος είναι όνειρο του Ανρί Ρενέ Λενορμάν, με την ερμηνεία της να λαμβάνει την θετική γνώμη του κριτικού Φώτου Πολίτη που αποφάνθηκε ότι η Παπαδάκη «έπαιξε περίφημα, όπως σπάνια παίζουν Ελληνίδες ηθοποιοί […], εχρωμάτισε καλά, ζωηρά και έδωσε παλμό και ψυχή στο παίξιμό της».[12]

Έξι πρόσωπα ζητούν συγγραφέα (1925)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τον Ιούνιο του 1925 η Παπαδάκη ερμήνευσε έναν ρόλο-ορόσημο για τη σταδιοδρομία της, αυτόν της «Προγονής» από το έργο Έξι πρόσωπα ζητούν συγγραφέα του Λουίτζι Πιραντέλλο, που ανέβασε το «Θέατρο Τέχνης» του Μελά.[12] Επρόκειτο για μεγάλη προσωπική της επιτυχία, χάρη στην οποία η ηθοποιός εντάχθηκε στους κορυφαίους ερμηνευτές των έργων του Πιραντέλο στην Ελλάδα.[13] Ο ίδιος ο Μελάς ανέφερε για την ερμηνεία της:[13]

Το μεγάλο της δραματικό τάλαντο φανερωνότανε σ' όλη τη δύναμη και τον πλούτο του. Η πρεμιέρα δικαίωσε τις προσδοκίες μου. Και η κριτική την ύψωσε όσο κανένα καινούριο γυναικείο ταλέντο. Αυτό το έργο την καθιέρωσε δραματική πρωταγωνίστρια. Και το αναγνώριζε και το ανέφερε πάντα με συγκίνηση σ' όλες τις συνεντεύξεις που έδωσε σαν ηθοποιός της Εθνικής μας Σκηνής έπειτα, μεγάλη και δοξασμένη.

Ανάμεσα στους θεατές της παράστασης βρισκόταν και η συγγραφέας και δημοσιογράφος Έλλη Αλεξίου, που περιέγραψε ότι η Παπαδάκη ήταν «ένα πλάσμα μαυροφορεμένο, αλλόκοτο, λες και ερχόταν από έναν άλλο πλανήτη», που «μόλις εμφανίστηκε, γέμισε η σκηνή φως. Σβήσανε όλα τα άλλα πρόσωπα. Η μαγεία απλώθηκε παντού».[13] Ο δημοσιογράφος και μετέπειτα διευθυντής του Βασιλικού (Εθνικού) Θεάτρου, Κωστής Μπαστιάς, ανέφερε ότι η Παπαδάκη «εδίδαξεν ένα ρόλον με εκπληκτικήν και ασυνήθιστον μαεστρίαν» και ότι «ανεξαιρέτως όλοι, [...] ομολογούσαν με κάποιαν αληθινήν συγκίνησιν [...] ότι η σκηνή απέκτησε μίαν μεγάλην ηθοποιόν, [...] που έρχεται να πληρώσει ένα μεγάλο κενό που έχει αρχίσει να διαγράφεται εις τον ορίζοντα του μέλλοντος. [...] Αι μία ή δύο αδιαφιλονίκητοι γυναικείαι σημεριναί αξίαι της σκηνής εύρον αξιώτερον διάδοχον».[13]

Συνεργασίες με την Κυβέλη και τον Αιμίλιο Βεάκη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η επιτυχία της στο Έξι πρόσωπα αναζητούν συγγραφέα, απέφερε στην Παπαδάκη μια πρόταση για συνεργασία από την κορυφαία ηθοποιό της εποχής και προσωπικό της ίνδαλμα, Κυβέλη Αδριανού· τον Νοέμβριο του 1925, η ανερχόμενη ηθοποιός εμφανίστηκε στο πλευρό της Κυβέλης ως «Λουκιανή Μπωρέλ» στο κωμικό έργο Η εξαδέλφη μου από τη Βαρσοβία του Λουί Βερνέιγ.[14] Στο πλαίσιο της ανοδικής αυτής πορείας, το 1926 η Παπαδάκη συνέπραξε με τον ηθοποιό και μετέπειτα συνάδελφό της σε πλήθος παραγωγών, Αιμίλιο Βεάκη, συμπρωταγωνιστώντας μαζί του στο έργο Ο Τριμπούνος του Πωλ Μπουρζέ.[14]

Ο ιστορικός του θεάτρου Γιάννης Σιδέρης περιέγραψε αυτές τις συνεργασίες ως ενδεικτικές της επιθυμίας «των [θεατρικών] επιχειρηματιών [...] να παρουσιάσουν στο κοινό τους νέους ηθοποιούς, μόλις ξεπροβάλλουν». Για τον Σιδέρη, οι κριτικές λογαριάζονταν ως «μια πνευματική επικύρωση». Οι προσλήψεις όμως που πραγματοποιούσαν οι επιχειρηματίες ήταν «η πρακτική επιβεβαίωση, όχι απλώς της κριτικής, αλλά και της εκφρασμένης ήδη για το[ν] νέο ηθοποιό γνώμης».[14]

Περίοδος 1926 – 1927[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ως το φθινόπωρο του 1926 η Παπαδάκη συμμετείχε σε πλήθος παραστάσεων με τον θίασο «Οι Νέοι» που διηύθυνε η ηθοποιός Ελένη Χαλκούση.[15] Ο θίασος απαρτιζόταν από ανερχόμενους ηθοποιούς και είχε ως κεντρικό πρόταγμα την αναβάθμιση του νεοελληνικού θεάτρου, εντούτοις οι κριτικές που συγκέντρωσαν οι παραστάσεις του δεν ήταν θετικές, ενώ τα οικονομικά προβλήματα που αντιμετώπισε κλιμακώθηκαν σε χρεοκοπία και οι ηθοποιοί του έχασαν τους μισθούς τους παρότι είχαν συνάψει επαγγελματικά συμβόλαια.[15] Ειδικότερα η Παπαδάκη προσέφυγε στη δικαιοσύνη και η θιασάρχισσα υποχρεώθηκε να της καταβάλει τους μισθούς που της χρωστούσε· οι σχέσεις τους διαρρήχθηκαν και οι δυο τους δεν συνεργάστηκαν ποτέ έκτοτε.[16]

Τον Οκτώβριο του 1926 η ηθοποιός συνέπραξε με τον Κώστα Μουσούρη και τον πρώτο δάσκαλό της, Νίκο Παπαγεωργίου, ερμηνεύοντας τον ρόλο της «Ελένης» στο έργο Αγάπη του Πολ Ζεραλντί που ανέβηκε στο θέατρο της Κυβέλης.[17] Δύο μήνες μετά ανέλαβε τον ρόλο του «Δελφίνου» από το έργο Λουδοβίκος ΙΑ΄ του Καζιμίρ Ντελαβίν στο πλάι του Εδμόνδου Φυρστ.[17] Ακολούθησαν δύο συνεργασίες το 1927, σε έκτακτες τιμητικές παραστάσεις για τους ηθοποιούς Νικόλαο Παρασκευά και Νίκο Δενδραμή.[18]

Τον Μάιο του 1927, η Παπαδάκη επισκέφτηκε τους Δελφούς, όπου παρακολούθησε τις Δελφικές Εορτές που είχαν οργανώσει ο ποιητής Άγγελος Σικελιανός και η σύζυγός του, Έυα Πάλμερ-Σικελιανού.[19] Κατά τον βιογράφο της, Πολύβιο Μαρσάν, η τραγωδία Προμηθέας του Αισχύλου που παρακολούθησε εκεί υπήρξε το έναυσμα για τη διεκδίκηση κάποιου πρωταγωνιστικού ρόλου αρχαίας τραγωδίας.[19] Στους Δελφούς η ηθοποιός γνωρίστηκε με την Πάλμερ και τον Σικελιανό, που σύντομα έγιναν θαυμαστές της τέχνης της.[19]

Το καλοκαίρι του ίδιου έτους, εντάχθηκε στον θίασο Αγγέλου και Αλεξάνδρας Δημαρά, που απαρτιζόταν, μεταξύ άλλων, από τον Νίκο Παπαγεωργίου, τη Σαπφώ Αλκαίου, τον Αντώνη Γιαννίδη και τον Άγγελο Χρυσομάλη.[20] Κατά την κριτικό θεάτρου Ελένη Ουράνη, γνωστή με το ψευδώνυμο «Άλκης Θρύλος», η «συνολική καλλιτεχνική εντύπωση» από τις εμφανίσεις τους αμαυρωνόταν από την επιμονή του ζεύγους των θιασαρχών «να είναι πάντοτε πρωταγωνισταί»· για την Παπαδάκη, η Ουράνη έκανε μια «λεπτομερειακή» παρατήρηση τονίζοντας το ενδιαφέρον της για «το ταλέντο της [...] που σε άπειρες σκηνές [...] δίνει μια βαθύτατη αισθητική ικανοποίηση».[20]

Εκείνη την περίοδο, η ηθοποιός επανήλθε στη σπουδή της ωδικής, με καθηγητές τον Άλεκ Σκούφη και τον Κίμωνα Τριανταφύλλου, αδελφό του Αττίκ,[6] εμφανιζόμενη από καιρού εις καιρόν σε μαθητικές συναυλίες του Ελληνικού και του Εθνικού Ωδείου.[20]

Διετία 1928 – 1930[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τον Ιανουάριο του 1928 η Παπαδάκη εμφανίστηκε στο μονόπρακτο έργο των Κωστή Βελμύρα και Νίκου Χάγερ-Μπουφίδη, Παραμονή Πρωτοχρονιάς, στο Εθνικό Θέατρο.[21] Τον Μάιο του ίδιου έτους, εντάχθηκε στον θίασο «Ένωσις Ηθοποιών» του Νικολάου και της Μερόπης Ροζάν.[22] Έναν μήνα αργότερα, ανέλαβε τον ρόλο της «Λίγειας» στο θεατρικό έργο του Παντελή Χορν Γυναίκα θάλασσα.[22] Η παράσταση συγκέντρωσε αρνητικές κριτικές, ως επί το πλείστον· ο Φώτος Πολίτης ειδικότερα εξέφρασε την θέση ότι «οι πολλοί έπαινοι την εζημίωσαν», συμπληρώνοντας ότι «το κακό θα καταντήσει αγιάτρευτο, αν εξακολουθεί να φαντάζεται, όπως της γράφουν πολλοί, ότι θ' αναπληρώσει κάποτε τη Μαρίκα [Κοτοπούλη] ή την Κυβέλη [Ανδριανού]».[23]

Εκείνη την περίοδο, εξαπλώθηκε στην Ελλάδα επιδημία δάγκειου πυρετού, με αποτέλεσμα το κλείσιμο των θεάτρων· με την επανέναρξη της λειτουργίας τους από το τέλος του 1928 και ως τα μέσα του 1929, η Παπαδάκη συνεργάστηκε εκ νέου με τον θίασο Αγγέλου και Αλεξάνδρας Δημαρά,[24] ωστόσο καμμία παράστασή τους δεν σημείωσε ιδιαίτερη επιτυχία.[25] Τον Απρίλιο του 1929 επανήλθε στο τραγούδι, ερμηνεύοντας τρεις συνθέσεις του Σπύρου Σαμαρά σε ειδική εκδήλωση στη «Λέσχη Καλλιτεχνών» στην οδό Ακαδημίας αφιερωμένη στο έργο του συνθέτη.[25] Τον ακόλουθο μήνα εμφανίστηκε σε μια μαθητική συναυλία της τάξης του Κίμωνα Τριανταφύλλου στο θέατρο «Κεντρικόν», τραγουδώντας τη Χαμπανέρα από την όπερα Κάρμεν του Μπιζέ και μία Σερενάδα του Σπύρου Σαμαρά· κατά τον μουσικοκριτικό Ιωάννη Ψαρούδα η «εκφραστική και θερμή φωνή της» συγκίνησε το κοινό, ενώ, κατά απαίτησή του, η Παπαδάκη τραγούδησε τη Σερενάδα του Σαμαρά για δεύτερη φορά.[26]

Από τον Ιούνιο ως τον Οκτώβριο του 1929, η ηθοποιός συμμετείχε σε παραστάσεις 40 θεατρικών έργων συνολικά,[27] με το θίασο Περικλή Γαβριηλίδη, Νίκου Δενδραμή και Νίκου Παρασκευά,[28] που είχε εγκατασταθεί στη Θεσσαλονίκη· οι ερμηνείες της εκεί έλαβαν θετική ανταπόκριση από το κοινό και τους κριτικούς θεάτρου.[27] Το 1930, ο θίασος περιόδευσε στα Τρίκαλα και τον Βόλο, όπου, μεταξύ άλλων, η Παπαδάκη πρωταγωνίστησε στα έργα Όταν οι γυναίκες αγαπούν των Αλεξάντρ Μπισσόν και Φλόρενς Μπάρκλεϋ και Η κυρία με τας καμελίας του Αλεξάνδρου Δουμά, «δύο μεγάλες επιτυχίες της», κατά τον Μαρσάν.[29] Μάλιστα, μετά το τέλος της περιοδείας της, η ηθοποιός ταξίδεψε στο Παρίσι, όπου αναζήτησε στοιχεία για τη ζωή της γυναίκας που αποτέλεσε τη θεματική βάση του έργου του Δουμά, ούτως ώστε να αντλήσει έμπνευση για τον ρόλο.[30]

Εμφανίσεις με το Εθνικό Θέατρο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά την ίδρυση του Εθνικού Θεάτρου τον Μάιο του 1930, η Παπαδάκη προσλήφθηκε ως πρωταγωνίστρια και ως την εκτέλεση της έπαιξε τους ρόλους:[31]

  • Έλλα Ρεντχάιμ, δίδυμη αδερφή της κυρίας Μπόρκμαν στο έργο: Γιάννης Γαβριήλ Μπόρκμαν (1933)
  • Δυσδαιμόνα, στο έργο: Οθέλλος (1933)
  • Ορνέλλα στο έργο : Η κόρη του Γιόριου (1933)
  • Λαίδη Ανναμπέλλα Μπάιρον στο έργο: Λόρδος Βύρων (1934)
  • Ναταλία Νικολάγιεβνα (Νατάσα), στο έργο: Ταπεινοί και καταφρονεμένοι (1934)
  • Ζελφά, στο έργο: Ιούδας (1934)
  • Βασίλισσα στο έργο: Δον Κάρλος, Ινφάντης της Ισπανίας (1934)
  • Αυγή στο έργο: Ο Ρήγας - Να ζη το Μεσολόγγι (1935)
  • Ερσίλια Ντρέι στο έργο: Να ντύσουμε τους γυμνούς (1935)
  • Ίγγριτ στο έργο: Πέερ Γκυντ (1935)
  • Κλυταιμνήστρα στο έργο: Ηλέκτρα (1936)
  • Μπετίνα Κλάουζεν, θυγατέρα του Ματία στο έργο: Πριν απ' το ηλιοβασίλεμα (1936)
  • Αγγέλα Παπαστάμου, στο έργο: Ο πειρασμός (1936)
  • Πριγκήπισσα Τουραντώ, κόρη του Αλτούμ στο έργο: Η πριγκήπισσα Τουραντώ (1937)
  • Κλυταιμνήστρα στο έργο: Ηλέκτρα (1937)
  • Λαίδη Γουίντερμηρ στο έργο: Η βεντάλια της λαίδης Γουίντερμηρ (1937)
  • Μανταλένια, στο έργο: Οι πανουργίες του Σκαπέν-Οι ψευτοσπουδαίες (1938)
  • Ναταλία της Οράγγης στο έργο: Ο πρίγκηπας του Χόμπουργκ (1938)
  • Πριμαντόνα στο έργο: Ζακυνθινή σερενάτα (1938)
  • Κλυταιμνήστρα στο έργο: Ηλέκτρα (1938)
  • Ρεγάνη, θυγατέρα του Ληρ στο έργο: Βασιλεύς Ληρ (1938)
  • Λαίδη Τσίλτερν στο έργο: Ο ιδανικός σύζυγος (1938)
  • Λαίδη Τηζλ στο έργο: Σχολείο κακογλωσσιάς (1939)
  • Μαρία στο έργο: Το κοντσέρτο (1939)
  • Κυρία Σειρήνα στο έργο: Τα δημιουργηθέντα συμφέροντα (1939)
  • Δωροθέα, κόρη του από τον πρώτο γάμο στο έργο: Δωροθέα Άγγερμαν (1940)
  • Δούκισσα του Μάλμπορω στο έργο: Ένα ποτήρι νερό (1940)
  • Αντιγόνη στο έργο: Αντιγόνη (1940)
  • Πόρσια στο έργο: Ο έμπορος της Βενετιάς (1940)
  • Ιφιγένεια στο έργο: Ιφιγένεια εν Ταύροις (1941)
  • Σελιμένη στο έργο: Ο μισάνθρωπος (1943)
  • Εκάβη στο έργο: Εκάβη (1943)

Αξιοσημείωτες ήταν και οι εμφανίσεις της ως Κλυταιμνήστρα στην Ηλέκτρα στο Ωδείο Ηρώδου του Αττικού το 1936 και στην Επίδαυρο το 1938, με σκηνοθέτη τον Δημήτρη Ροντήρη.

Ενέργειες την περίοδο της Κατοχής[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σχέσεις με τον Ιωάννη Ράλλη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το τελευταίο έτος της κατοχής, ο δωσίλογος πρωθυπουργός Ιωάννης Ράλλης, της παρείχε απλόχερα δώρα και προστασία καθώς ήταν ερωτευμένος μαζί της παρά την 25ετη ηλικιακή τους διαφορά.[32] Η σχέση μεταξύ του Ράλλη και της Παπαδάκη, έκανε εντύπωση στο λαό της Αθήνας και ως εκ τούτου δέχθηκε σφοδρή κριτική από τον αντιστασιακό τύπο.[33]

Σύμφωνα με τον ιστορικό Αντρέ Γερολυμάτο, ο Ράλλης ήταν φίλος της οικογένειας Παπαδάκη, και σαφώς ερωτευμένος με την διακεκριμένη ηθοποιό, ωστόσο δεν υπήρξε ερωτική σχέση μεταξύ των δυο.[34]

Κινήσεις της σε βάρος συναδέλφων ηθοποιών[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Από το 1942 δραστηριοποιήθηκε προκειμένου να μην λάβουν μισθολογικές αυξήσεις οι άλλοι ηθοποιοί του Εθνικού Θεάτρου, καθώς η ίδια δεν επιθυμούσε να μειωθεί η μισθολογική απόσταση που τη χώριζε από αυτούς, ως πρωταγωνίστρια[3]. Ως μέσο αντίστασης συνάδελφοί της αποφάσισαν να σαμποτάρουν την τελευταία εμφάνισή της, την Εκάβη του Ευριπίδη (1943-1944), με τεχνητές λιποθυμίες των μελών του χορού κατά την ώρα της παράστασης.[3]

Απεργία και εκτέλεση εργαζομένης του Εθνικού Θεάτρου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τον Μάρτιο του 1944 οι εργαζόμενοι του Εθνικού Θεάτρου απέργησαν για βιοτικούς λόγους ζητώντας αύξηση των μισθών. Η κυβέρνηση Ράλλη απάντησε με απολύσεις, τις οποίες εκ των υστέρων αναγκάστηκε να αποσύρει. Βάσει της φημολογούμενης σχέσης της Παπαδάκη με τον Ράλλη, αλλά και της βελτίωσης των όρων του συμβολαίου της, οι αντιθέσεις οξύνθηκαν.[35] Επιπλέον, ο διευθυντής του Εθνικού θεάτρου Θεόδωρος Συναδινός, προειδοποίησε την Παπαδάκη «για τη συμπεριφορά της απέναντι στους συναδέλφους της και [τ]ο ρόλ[ο] που έπαιζε δίπλα στον Ι. Ράλλη».[2]

Τελικά τον Αύγουστο τρεις εργαζόμενες κατέληξαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης στη Γερμανία ενώ η Βάσω Αργυριάδου, προϊσταμένη του ραφείου, εκτελέστηκε από τις κατοχικές δυνάμεις επειδή αρνήθηκε να καταδώσει τους δύο γιους της.[36]

Στο πρώτο μνημόσυνο της εκτελεσθείσας Βάσως Αργυριάδου, παραμονές της Απελευθέρωσης, εκφωνήθηκε λόγος στον οποίο φωτογραφιζόταν ευκρινώς η Παπαδάκη και η άρνησή της για τη διάσωση της Αργυριάδου : «... υπήρχαν μέσα στο Εθνικό Θέατρο πρόσωπα ισχυρά και από το καλλιτεχνικό προσωπικό και το διοικητικό, που θα μπορούσαν μ’ ένα τους νεύμα να σ’ ελευθερώσουν, μια που δεν είχες κανένα επιβαρυντικό παρά μόνο την αγάπη για τα παιδιά σου. Όμως αυτό το βρήκαν έγκλημα και σ’ επιτροπή που παρουσιάστηκε στον ισχυρότερο του Θεάτρου, έδωσαν τούτη την απάντηση: “Αφού δεν μαρτυράει τα παιδιά της...”».[37]

Η άρνηση της Παπαδάκη για τη διάσωση της Αργυριάδου προκάλεσε την οργή των αντιστασιακών γιών της, οι οποίοι συνέβαλαν και αυτοί στη σύλληψή της στα Δεκεμβριανά.[38]

Διαγραφή από το ΣΕΗ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά την Απελευθέρωση, στις 20 Οκτωβρίου 1944, η Παπαδάκη διαγράφηκε μαζί με άλλους εφτά ηθοποιούς από το ΣΕΗ κατόπιν πρότασης του προέδρου του σωματείου, Σπύρου Πατρίκιου, καθώς κρίθηκαν ως δωσίλογοι.[39] Οι διαγραφές επικυρώθηκαν από δύο γενικές συνελεύσεις του σωματείου, στις 15 και στις 20 Νοεμβρίου αντίστοιχα.[39] Στη δεύτερη συνέλευση, η διαγραφή έγινε σε πλήρη ομοφωνία, με τους συνέδρους να φωνάζουν «θάνατος στην πουτάνα».[32]

Εκτέλεση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η εκτέλεση στην ΟΥΛΕΝ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κατά την διάρκεια των Δεκεμβριανών, συνελήφθη στις 21 Δεκεμβρίου 1944 από μέλη της πολιτοφυλακής Γαλατσίου-Πατησίων, υπό τον ηγεσία του φοιτητή Ιατρικής Κώστα Μπιλιράκη στο σπίτι του γραμματέα του ΕΑΜ Θεάτρου Δημήτρη Μυράτ, όπου είχε καταφύγει.[40] Τα μεσάνυχτα, τη μετέφεραν στο Γαλάτσι για ανάκριση, κοντά στα διυλιστήρια της ΟΥΛΕΝ και επανειλημμένα της απευθύνονταν ως «κυρία Ράλλη» ενώ την χαστούκισαν όταν αρνήθηκε ότι είχε σχέση με τον κατοχικό πρωθυπουργό.[40] Την μετέφεραν σε ένα σπίτι το οποίο λειτουργούσε ως χώρος κρατούμενων και πέρασε από σύντομο ανταρτοδικείο μαζί με άλλους εφτά εθνοφύλακες.[41] Αρχικά ο καπετάνιος «Ορέστης» την προόριζε ως όμηρο του ΕΛΑΣ, αλλά μόλις έμαθε την ταυτότητά της την καταδίκασε σε θάνατο.[41]

Ύστερα, τη μετέφεραν στα διυλιστήρια και της ζήτησαν να αφαιρέσει όλα τα ρούχα της.[41] Όταν η Παπαδάκη αντιστάθηκε, την τράβηξαν και τη μετέφεραν σε έναν ανοιχτό λάκκο, και ο πολιτοφύλακας Βλάσης Μακαρωνάς, την εκτέλεσε.[42]

Αίτια της εκτέλεσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο ιστορικός Ιάσονας Χανδρινός αναφέρει ότι πρόσωπα όπως η Ελένη Παπαδάκη «αποτελούσαν προφανή στόχο ενός κόσμου που είχε υποφέρει από την κατοχική τρομοκρατία, τις εκτελέσεις, την πείνα και τα μπλόκα και καθοδηγούνταν πλέον από ένα αυθεντικό ταξικό μίσος, στοιχείο που πολλές φορές ξεπέρασε και τις κομματικές επιλογές».[43]

Αντιθέτως, ο ιστορικός Παναγιώτης Δελής αναφέρει ότι η διαφαινόμενη ήττα του ΕΑΜ οδήγησε, μεταξύ άλλων, στην αδιάκριτη δολοφονία πολλών ατόμων που δεν είχαν συμμετοχή σε πράξεις εναντίον του και ως παράδειγμα φέρνει την Ελένη Παπαδάκη που δολοφονήθηκε από «φανατικούς της Εθνικής Πολιτοφυλακής».[44] Στο ίδιο μήκος κύματος, ο ιστορικός Αντρέ Γερολυμάτος αναφέρει πως η δολοφονία της ήταν αποτέλεσμα σκευωρίας από αριστερές συναδέλφους της Παπαδάκη, οι οποίες ζήλευαν την επαγγελματική της επιτυχία και ενοχοποιήθηκε αδίκως παρά το γεγονός ότι εκμεταλλεύτηκε της επαφές της με τους Γερμανούς για να διασώσει εκατοντάδες αντιστασιακούς.[45]

Επακόλουθα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά από δύο ημέρες έγινε μεγαλοπρεπής κηδεία, στην οποία ο θάνατος της Παπαδάκη θρηνήθηκε ως εθνική απώλεια.

Παράλληλα η οικογένεια της υπέβαλε μήνυση εναντίον των ηθοποιών που στήριξαν το ΕΑΜ. Επιπρόσθετα έγινε ένοπλη επίθεση εναντίον του πρόεδρου του Σωματείου των ηθοποιών, Σπύρου Πατρίκιου, το 1945. Ο γενικός γραμματέας του ΚΚΕ Νίκος Ζαχαριάδης, στην 12η Ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής του κόμματος αναγνώρισε ως «υπερβασία» την εκτέλεση της Παπαδάκη και την καταδίκασε, ενώ για την ελληνική αλλά και την βρετανική κοινή γνώμη η εκτέλεση αυτή, μαζί με άλλες, έπαιξε σημαντικό ρόλο στη μεταστροφή της εναντίον του ΕΑΜ,[46] γεγονός το οποίο εκμεταλλεύτηκε η Δεξιά.[39] Η σορός της «κακοποιήθηκε εκ των υστέρων, ώστε να υπάρξει µεγαλύτερο πολιτικό κέρδος», ενώ κατά τη διάρκεια των επόμενων χρόνων, η φωτογραφία του πτώματος κυκλοφορούσε στον δεξιό τύπο, κατά τις επετείους των Δεκεμβριανών.[47]

Υστεροφημία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Προτομή της Παπαδάκη στο Θέατρο Απόλλων (Ερμούπολη)

Διαχείριση της μνήμης της από το Εθνικό Θέατρο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

To Μάιο του 1945 το Συμβούλιο του Εθνικού Θεάτρου, υπό την προεδρεία του Γιώργου Θεοτοκά, απέρριψε ως «πρόωρη» τη πρόταση για τοποθέτηση πλάκας στη μνήμη της Παπαδάκη στο χώρο του θεάτρου.[48]

Τον Οκτώβριο του 2019 ο Δημήτρης Λιγνάδης ως διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου έδωσε το όνομα της Παπαδάκη στο ισόγειο αίθουσας του «Ρεξ».[49] Η πράξη αυτή συνάντησε αντιδράσεις από το Σωματείο Ελλήνων Ηθοποιών που ζήτησαν την ανάκληση της απόφασης.[50]

Μνημόνευση στη λογοτεχνία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1964 ο Γιώργος Θεοτοκάς έγραψε το βιβλίο «Ασθενείς και οδοιπόροι», όπου η πρωταγωνίστρια έχει πολλές ομοιότητες με τη ζωή της Παπαδάκη.[51] Ο Πολύβιος Μαρσάν έγραψε τη βιογραφία της «Ελένη Παπαδάκη - Μια φωτεινή θεατρική πορεία με απροσδόκητο τέλος», το 2001.[52] Το 2002 η ΕΡΤ προέβαλε τη σειρά «Ασθενείς και οδοιπόροι», που μετέφερε στην τηλεόραση το μυθιστόρημα του Θεοτοκά, με την Καρυοφυλλιά Καραμπέτη στον πρωταγωνιστικό ρόλο της Θεανώς Γαλάτη, που παρουσιάζει ομοιότητες με την Παπαδάκη.[53]

Ο Μάνος Ελευθερίου, το 2006, έγραψε το μυθιστόρημα «Η γυναίκα που πέθανε δύο φορές» βασισμένο στη ζωή της Παπαδάκη. Ο Φώτης Κόντογλου συγκλονισμένος από την εκτέλεση φιλοτεχνεί το έργο του ¨Αγία Ελένη" και ο Σπύρος Βασιλείου αφιέρωσε ένα έργο του στη μνήμη της ηθοποιού.[54] Το Εθνικό Θέατρο ανέβασε την παράσταση «Για την Ελένη», το 2016, με πρωταγωνίστρια τη Μαρία Κίτσου.[55]

Σημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Σε ορισμένες δημοσιογραφικές, κυρίως, πηγές ως ημερομηνία γέννησής της αναφέρεται η 4η Νοεμβρίου 1908· εντούτοις στη βιογραφία του Πολυβίου Μαρσάν αναδεικνύεται η 4η Νοεμβρίου 1903 ως η πλέον τεκμηριωμένη ημερομηνία γέννησης.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 Μαρσάν 2001, σελ. 43· Έξαρχος 1996, σελίδες 371-72· Ρούβας & Σταθακόπουλος 2005, σελ. 41.
  2. 2,0 2,1 Κωστόπουλος 2016, σελ. 125.
  3. 3,0 3,1 3,2 Μαρσάν 2001, σελίδες 261-267· Παπαθανασίου 1996, σελίδες 48-49.
  4. 4,0 4,1 4,2 Μαρσάν 2001, σελ. 42.
  5. 5,0 5,1 5,2 Μαρσάν 2001, σελ. 44.
  6. 6,0 6,1 Μαρσάν 2001, σελ. 45.
  7. 7,0 7,1 Μαρσάν 2001, σελ. 47.
  8. Μαρσάν 2001, σελ. 48-9.
  9. 9,0 9,1 9,2 9,3 Μαρσάν 2001, σελ. 50.
  10. Μαρσάν 2001, σελ. 51.
  11. 11,0 11,1 Μαρσάν 2001, σελ. 53.
  12. 12,0 12,1 12,2 Μαρσάν 2001, σελ. 54.
  13. 13,0 13,1 13,2 13,3 Μαρσάν 2001, σελ. 57.
  14. 14,0 14,1 14,2 Μαρσάν 2001, σελ. 59.
  15. 15,0 15,1 Μαρσάν 2001, σελ. 62.
  16. Μαρσάν 2001, σελ. 63.
  17. 17,0 17,1 Μαρσάν 2001, σελ. 64.
  18. Μαρσάν 2001, σελ. 64-65.
  19. 19,0 19,1 19,2 Μαρσάν 2001, σελ. 65.
  20. 20,0 20,1 20,2 Μαρσάν 2001, σελ. 66.
  21. Μαρσάν 2001, σελ. 66-7.
  22. 22,0 22,1 Μαρσάν 2001, σελ. 68.
  23. Μαρσάν 2001, σελ. 68-9.
  24. Μαρσάν 2001, σελ. 71.
  25. 25,0 25,1 Μαρσάν 2001, σελ. 72.
  26. Μαρσάν 2001, σελ. 73.
  27. 27,0 27,1 Μαρσάν 2001, σελ. 76.
  28. Μαρσάν 2001, σελ. 75.
  29. Μαρσάν 2001, σελ. 76-7.
  30. Μαρσάν 2001, σελ. 78.
  31. «Αρχείο του Εθνικού Θεάτρου - Πρόσωπα». www.nt-archive.gr. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 20 Μαρτίου 2013. Ανακτήθηκε στις 23 Οκτωβρίου 2019. 
  32. 32,0 32,1 Gerolymatos 2016, σελ. 159.
  33. Gerolymatos 2016, σελ. 160.
  34. Gerolymatos 2016, σελ. 159-60.
  35. Ιστορία της Ελλάδας του 20ού αιώνα, Η Θεατρική σκηνή, 1941-1953 Δηώ Καγγελάρη Τόμος Γ', Μέρος Β' Κατοχή - Αντίσταση, 2007, εκδόσεις Βιβλιόραμα σελ 342.
  36. Ιστορία της Ελλάδας του 20ού αιώνα, Η Θεατρική σκηνή, 1941-1953 Δηώ Καγγελάρη Τόμος Γ', Μέρος Β' Κατοχή - Αντίσταση, 2007, εκδόσεις Βιβλιόραμα σελ 342.
  37. Μαρσάν 2001, σελ. 322.
  38. Gerolymatos 2017, σελ. 161.
  39. 39,0 39,1 39,2 Σταματοπούλου 2017, σελ. 20.
  40. 40,0 40,1 Gerolymatos 2016, σελ. 161.
  41. 41,0 41,1 41,2 Gerolymatos 2016, σελ. 162.
  42. Gerolymatos 2016, σελ. 163.
  43. Χανδρινός 2015.
  44. Delis 2017, σελ. 233.
  45. Gerolymatos 2016, σελ. 159-61.
  46. Χαραλαμπίδης 2014, σελ. 305.
  47. Σταματοπούλου 2017, σελ. 20 υπ.61.
  48. Antonelaki 2019, σελ. 292,294.
  49. Χατζηαντωνίου 2019.
  50. Κανελλόπουλος 2019.
  51. Ανυφαντάκης, Ιάκωβος. «Οι τρεις ταφές της Ελένης Παπαδάκη - The Books' Journal». booksjournal.gr. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 26 Σεπτεμβρίου 2020. Ανακτήθηκε στις 20 Οκτωβρίου 2019. 
  52. εφημερίδα Καθημερινή, ΑΡΧΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ 03.04.2003 Πολύβιος Μαρσάν, ένας εραστής της τέχνης και της επιστήμης, ανακτήθηκε στις 5/2/2017
  53. «ERTFLIX: Αφιέρωμα στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο μέσα από ταινίες, σειρές και ντοκιμαντέρ». Γραφείο Τύπου ΕΡΤ. 26-10-2022. Ανακτήθηκε στις 06-01-2024.  Ελέγξτε τις τιμές ημερομηνίας στο: |accessdate=, |date= (βοήθεια)
  54. «ΠΟΛΥΒΙΟΣ ΜΑΡΣΑΝ - Ελένη Παπαδάκη Μια φωτεινή Θεατρική πορεία με απροσδόκητο τέλος - Ο Φώτης Κόντογλου και ο Σπύρος Βασιλείου αφιερώνουν δύο έργα τους στην Ελένη Παπαδάκη». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 26 Δεκεμβρίου 2022. 
  55. «Για την Ελένη». αθηνόραμα. Ανακτήθηκε στις 20 Οκτωβρίου 2019. [νεκρός σύνδεσμος]

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ελληνόγλωσσες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εκδόσεις

Δημοσιεύσεις

Ξενόγλωσσες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εκδόσεις

Δημοσιεύσεις

Περαιτέρω βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]