Εθνική Ένωσις Ελλάς

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Εθνική Ένωσις «Ελλάς»
ΗγέτηςΓεώργιος Κοσμίδης
Ίδρυση1927 (Δημιουργία οργάνωσης)
1941 (Κατοχική ανασύσταση)
Διάλυση1936 (από το καθεστώς 4ης Αυγούστου)
1944
ΈδραΠανταζίδου 8, Θεσ/νίκη (1927)
Τσιμισκή 57,Θεσ/νίκη (1941)
ΕφημερίδαΔράσις
Μέλη7.000 (1931)
ΙδεολογίαΑλυτρωτισμός
Αντικομμουνισμός
Εθνικοσοσιαλισμός
Ελληνικός Εθνικισμός
Πολιτικό φάσμαΑκροδεξιά
Σύνθημα«Έλληνες Εξοντώστε Εβραίους»[1]
Σημαία κόμματος

Η Εθνική Ένωσις «Ελλάς» ή Ένωσις Ελλήνων Εθνικιστών[2] -περισσότερο γνωστή με τα αρχικά της, ΕΕΕ ή Τρία Έψιλον[3]- ήταν φασιστική[α] και αντισημιτική οργάνωση που έδρασε στην Ελλάδα την περίοδο του Μεσοπολέμου και της κατοχής.

Ιδρύθηκε το 1927 στη Θεσσαλονίκη από μικρασιάτες πρόσφυγες ως προσφυγικό αλληλοβοηθητικό σωματείο, αλλά σύντομα εξελίχθηκε σε φασιστική οργάνωση. Πρόεδρος της οργάνωσης ανέλαβε το 1929, μετά τη προσωρινή θητεία του Αλεξάνδρου Ουσταπασίδη, ο τουρκόφωνος έμπορος Γεώργιος Κοσμίδης. Έχοντας την στήριξη βενιζελικών πολιτικών, είχε αντισημιτική και αντικομμουνιστική δράση, η οποία κορυφώθηκε τον Ιούνιο του 1931, με το μοναδικό αντισημιτικό πογκρόμ στη μεσοπολεμική Ελλάδα, το πογκρόμ του Κάμπελ. Το 1933, αποτέλεσε το έτος ακμής της με την οργάνωση και εκτέλεση της «προς Αθήναις πορείας», μια πορεία στα πρότυπα εκείνης των μελανοχιτώνων του Μουσολίνι προς τη Ρώμη.Ύστερα δημιουργήθηκε αντίστοιχο πολιτικό κόμμα, το οποίο συμμετείχε στις αυτοδιοικητικές εκλογές του 1934 και τις βουλευτικές του 1936, χωρίς επιτυχία.Έχοντας φθίνουσα πορεία από το 1934 και μετά λόγω ενδοπαραταξιακών συγκρούσεων, τελικά διαλύθηκε από το καθεστώς της 4ης Αυγούστου.

Ανασυστάθηκε το 1941 με την κατάληψη της Θεσσαλονίκης, την ηγεσία της οποίας ανέλαβε ο Γεώργιος Πούλος. Μετά τη δολοφονία του ηγετικού στελέχους της, Βασίλη Σκανδάλη, το 1944 από την ΟΠΛΑ, η ΕΕΕ αποδυναμώθηκε σημαντικά. Την ίδια περίοδο, ορισμένα στελέχη της αποχώρησαν μαζί με τις κατοχικές δυνάμεις για να υπερασπιστούν τα τελευταία απομεινάρια της Ναζιστικής Γερμανίας.

Ίδρυση και δομή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ιδρύθηκε στη Θεσσαλονίκη τον Ιανουάριο του 1927 από εμπόρους, μικρασιάτες πρόσφυγες που αντιμετώπιζαν τον εβραϊκό ανταγωνισμό.[4] Συστάθηκε ως προσφυγικό αλληλοβοηθητικό σωματείο, έχοντας αποκλειστικά οικονομικούς στόχους όπως την αλληλοστήριξη, τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου και την εύρεση εργασίας σε πρόσφυγες.[5] Προσωρινός πρόεδρος ανέλαβε ο Αλέξανδρος Ουσταπασίδης ενώ το 1929 ύστερα από εκλογές πρόεδρος της οργάνωσης έγινε ο τουρκόφωνος έμπορος ρούχων Γεώργιος Κοσμίδης.[6] Γενικός γραμματέας της ήταν ο τραπεζικός Δημήτριος Χαριτόπουλος, ενώ τη δράση της προπαγάνδιζε, η φιλοβενιζελική εφημερίδα «Μακεδονία», με κύριους συνεισφέροντες τον αρχισυντάκτη της, Νίκο Φαρδή, και βοηθούς του.[7]

Την 1η Δεκεμβρίου του ίδιου έτους, ύστερα από έκτακτη γενική συνέλευση της ΕΕΕ, τροποποιήθηκε το καταστατικό της και έθετε ως στόχο εκτός από την οικονομική ενίσχυση, την εξύψωση του εθνικού φρονήματος και του πατριωτισμού στο κοινωνικό σύνολο, μέσα από την αντίδραση με νόμιμα μέσα απέναντι στους εχθρούς που υπέσκαπταν την πατρίδα τη θρησκεία και την οικογένεια.[8] Η οργάνωση κατηγορούσε την εβραϊκή κοινότητα πως τα μέλη της ήταν φανατικοί κομμουνιστές, τα οποία πλούτιζαν εις βάρος των Ελλήνων ενώ παράλληλα, τους αντιμετώπιζε και ως συμμάχους των Οθωμανών.[9] Ως εκ τούτου θεωρούσε πως έπρεπε -τουλάχιστον- να διωχθούν από τη χώρα.[10]

Μέλη της επιτρέπονταν να γίνουν μόνο ενήλικες Χριστιανοί πολίτες, Έλληνες το γένος.[11] Γνωστά ως «τριεψιλίτες» ή «χαλυβδόκρανοι», φορούσαν στολή που αποτελούνταν από κίτρινα πουκάμισα και μαύρες μπότες με χαλύβδινα βρετανικά κράνη, αμφίεση όπου είχε επιλεχθεί για να τονίζεται η Βυζαντινοελληνική προέλευση.[12] Παρότι η ΕΕΕ ισχυριζόταν πως αποτελούσε μια υπερκομματική οργάνωση, τα μέλη της ήταν κατά κύριο λόγο βενιζελικοί· παράλληλα, έχαιρε της στήριξης πολιτικών του Βενιζελικού χώρου όπως ο Στυλιανός Γονατάς, και ο Λεωνίδας Ιασωνίδης.[13]

Δράση την περίοδο του Μεσοπολέμου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο πρόεδρος της ΕΕΕ, Γεώργιος Κοσμίδης.

Αρχική δράση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αρχικά, η οργάνωση δεν είχε μαζικότητα, και αποτελούσε μια περιθωριακή πολιτική δύναμη.[14] Το γεγονός αυτό μεταβλήθηκε μέσα από μαζικές επιδείξεις δύναμης και εξορμήσεις στην επαρχία, ενισχυμένες τόσο από την οικονομική κρίση όσο και από τις αντιθέσεις στο ντόπιο και στο εβραϊκό στοιχείο, καθιστώντας την με αυτό τον τρόπο, εξαιρετικά δημοφιλής στους Θεσσαλονικείς.[15] Η δράση της περιελάμβανε την αναγραφή αντιεβραϊκών συνθημάτων σε τοίχους, και την επίθεση σε καφενεία, βιβλιοπωλεία και κινηματογράφους όπου σύχναζαν αριστεροί.[16] Στο πλαίσιο του αντικομμουνισμού, οι τοπικές αρχές στη βόρεια Ελλάδα ανέχονταν αν δε συνεργάζονταν με την ΕΕΕ, ενώ φημολογούνταν ότι η αστυνομία και ο στρατός έδειχναν απροθυμία στη δίωξή τους.[17] Σε συνεργασία με την «Μακεδονία», η οποία υποδαύλιζε το μίσος μέσω κειμένων της και πραγματοποιούσε ανοιχτά καλέσματα για την άσκηση βίας σε βάρος μελών της εβραϊκής κοινότητας, η ΕΕΕ εξαπέλυσε αντισημιτικού χαρακτήρα εκστρατεία[10] η οποία κορυφώθηκε το 1931 με το πογκρόμ του Κάμπελ.[18] Μετά το πογκρόμ, η οργάνωση γιγαντώθηκε και μετρούσε 7.000 μέλη, στη συντριπτική τους πλειοψηφία πρόσφυγες -από τα οποία τα 3.000 βρίσκονταν στη Θεσσαλονίκη- και 27 παραρτήματα,ορισμένα από τα οποία βρίσκονταν και σε παροικίες των Ελλήνων του εξωτερικού όπως η Λωζάνη και η Νέα Υόρκη.[19]

Πορεία στην Αθήνα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αντιφασιστική γελοιογραφία ενάντια στην κάθοδο της ΕΕΕ.(Ριζοσπάστης, 25.6.1933)
Παρέλαση χαλυβδόκρανων στη Θεσσαλονίκη, 25 Μαρτίου 1932

Στις 18 Ιουνίου του 1933, η ΕΕΕ ξεκίνησε την οργάνωση της «προς Αθήναις πορείας», μία πορεία 3.000 Χαλυβδόκρανων, στα πρότυπα της «πορείας προς τη Ρώμη», στην οποία οι αστοί πολιτικοί επιφύλαξαν θερμή υποδοχή.[20] Το βράδυ της 24ης προς 25ης Ιουνίου, μέλη του ΚΚΕ είχαν παραταχθεί κατά μήκος της σιδηροδρομικής γραμμής ενώ παράλληλα λιθοβολούσαν τα βαγόνια που είχαν σταθμεύσει στον σιδηροδρομικό σταθμό της Λάρισας,προκειμένου να αναβάλουν την πορεία της οργάνωσης.[21] Η πλειοψηφία των εφημερίδων εκείνης της περιόδου, αποδοκίμασε τις ενέργειες του ΚΚΕ, ενώ, παράλληλα τάχθηκε υπέρ της ΕΕΕ.[21] Η πορεία, έλαβε χώρα στις 25 Ιουνίου και ολοκληρώθηκε με την κατάθεση στεφάνων στο μνημείο του αγνώστου στρατιώτη.[22] Στη κατάθεση στεφάνων, παραβρέθηκαν πολιτικοί όπως ο Ράλλης και ο Γονατάς, ενώ μία διμοιρία ευζώνων απέδιδε τιμές.[22] Η κάθοδος της ΕΕΕ στην Αθήνα αποτέλεσε το σπουδαιότερο και πιο επιτυχημένο σημείο στη δράση της, αλλά παράλληλα επισήμανε και τη σταδιακή αποδυνάμωση της καθώς σταδιακά διασπάστηκε, λόγω ενδοπαραταξιακών συγκρούσεων.[23]

Σταδιακή αποδυνάμωση και διάλυση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ύστερα από το κίνημα του Νικολάου Πλαστήρα, η οργάνωση δημιούργησε και πολιτικό κόμμα υπό την ονομασία «Εθνικοσοσιαλιστικόν Κόμμα-Εθνική Ένωσις Ελλάς».[24] Παρότι προσχώρησε σε αυτό ο Κοσμίδης και ορισμένοι φιλοβενιζελικοί οπαδοί του, δεν μπόρεσε να αποκτήσει μαζικότητα καθώς οι περισσότεροι πρόσφυγες δεν ήθελαν να αποκοπούν από το βενιζελικό χώρο και να υιοθετήσουν τον εθνικοσοσιαλισμό.[24] Το κόμμα έλαβε μέρος στις δημοτικές εκλογές της Θεσσαλονίκης τον Φεβρουάριο του 1934 κατεβάζοντας ως υποψήφιο δήμαρχο τον Κωσταντίνο Βορτσέλα, ο οποίος έλαβε 2,4% των ψήφων.[25] Παρόμοια ήταν και η επίδοση του κόμματος στις βουλευτικές εκλογές του 1936, όπου ο υποψήφιος του κόμματος Κλεομένης Παπανικολάου, έλαβε μόλις 0.04%.[26] Την περίοδο 1935-36 η ΕΕΕ ήταν σχεδόν ανενεργή, αναπτύσσοντας ελάχιστες πολιτικές δράσεις, το σωματείο αυτοδιαλύθηκε το 1935 ενώ το κόμμα διαλύθηκε από τη δικτατορία του Μεταξά.[27] Τα μέλη της την περίοδο 1936-1940 μπήκαν στις μεταξικές οργανώσεις, θεωρώντας πως το νέο καθεστώς εξέφραζε τα ιδεώδη της οργάνωσης,[28] ενώ τα γραφεία της στη Θεσσαλονίκη πέρασαν στην κατοχή της ΕΟΝ.[29]

Δράση την περίοδο της κατοχής[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εικόνα λάβαρου από τα γραφεία της Εθνικής Ένωσις «Ελλάς», φέρων την γερμανική ονομασία «Nationale und Sozialistische Partei Griechenlands» (μτφ. «Εθνικόν και σοσιαλιστικόν κόμμα Ελλάδας»), με απώτερο σκοπό την εύνοια των Γερμανών Ναζί κατακτητών.

Επανασύσταση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Λίγες ημέρες μετά την κατάληψη της Θεσσαλονίκης, στις 12 Μαΐου 1941 η εφημερίδα «Νέα Ευρώπη» ανακοίνωσε την επανασύσταση της ΕΕΕ υπό την ονομασία «Εθνικον και σοσιαλιστικόν Κόμμα», στο οποίο είχαν προσχωρήσει και πρώην φαλαγγίτες της ΕΟΝ.[30] Η οργάνωση δραστηριοποιήθηκε αμέσως με προκηρύξεις και ανακοινώσεις στις εφημερίδες, ενώ έξω από τα γραφεία της είχε αναρτήσει σημαία με τον βυζαντινό δικέφαλο αετό.[31] Ο στρατιωτικός Γεώργιος Πούλος χρησιμοποίησε την ΕΕΕ και παρουσιάστηκε ως αρχηγός της προκειμένου να έρθει σε επαφή με τους Γερμανούς, κίνηση που έφερε αντιδράσεις τόσο από τις ελληνικές όσο και από τις γερμανικές αρχές, καθώς θεωρούσαν ότι οι κινήσεις του θα δίχαζαν τον ελληνικό πληθυσμό και ανησυχούσαν για το αντίκτυπο αυτών των κινήσεων.[32] Στις 26 Μαΐου το γερμανικό Φρουραρχείο Θεσσαλονίκης απέστειλε έγγραφο στον Γενικό Διοικητή Μακεδονίας προκειμένου να διακοπεί η λειτουργία της οργάνωσης, ενώ 5 μέρες αργότερα η Αστυνομία Θεσσαλονίκης αιτήθηκε τη διακοπή δημοσίευσης ανακοινώσεων της οργάνωσης από την «Νέα Ευρώπη» όπως και έγινε.[33]

Δράση επί κατοχής[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το καλοκαίρι του 1941, έγιναν οι πρώτες συλλήψεις αριστερών ύστερα από υπόδειξη του Πούλου και άλλων στελεχών της ΕΕΕ, ενώ παράδωσε στις κατοχικές αρχές ονομαστικό κατάλογο με τους Μασόνους της Θεσσαλονίκης.[34] Οι συγκεκριμένες κινήσεις, οδήγησαν στην εκδήλωση έντονης αντίδρασης απέναντι του.[35] Συγκεκριμένα, στις 31 Αυγούστου του 1941, στελέχη της τοπικής οργάνωσης του ΚΚΕ, επιτέθηκαν στα γραφεία του Πούλου και προσπάθησαν να τα πυρπολήσουν, κίνηση που δε στέφθηκε με επιτυχία καθώς έγιναν αντιληπτοί από τον φύλακα των γραφείων, Θάνο Αναστασιάδη τον οποίο και εκτέλεσαν.[36] Ύστερα από τέσσερις ημέρες, ο Μιχάλης Mαντούβαλος, αστυνομικός διευθυντής, σε έκθεση του σχετικά με την απόπειρα εμπρησμού ανέφερε πως η οργάνωση ήταν «σφόδρα αντιπαθής εις άπαντας τους Έλληνας».[37]

Οι γερμανικές αρχές αντέδρασαν εκ νέου και απαγόρεψαν τη συνέχιση λειτουργίας του κόμματος.[38] Στις 6 Οκτωβρίου 1941 το πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης διέταξε τη διάλυση της ΕΕΕ.[39] Μετά το κλείσιμο του κόμματος, ο Πούλος συνέχιζε να δρα ως πληροφοριοδότης των Γερμανων, ενώ από το 1943 και μετά απομακρύνθηκε από το κόμμα.[40]

Εκτέλεση Σκανδάλη και οριστική διάλυση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Καταλυτικό ρόλο στην αποδυνάμωση της οργάνωσης, διετέλεσε η εκτέλεση του υπεύθυνου της ΕΕΕ Πειραιά, Βασίλη Σκανδάλη, στη λαχαναγορά του Ρέντη από την ΟΠΛΑ τον Αύγουστο του 1944.[41] Η συγκεκριμένη ενέργεια τρομοκράτησε τα μέλη της οργάνωσης, καθώς συνέβη εντός των γραφείων της, τα οποία περιφρουρούνταν από ένοπλα μέλη της Οργάνωσης «Χ».[41] Κατά τα τέλη της κατοχικής περιόδου, ορισμένα μέλη της οργάνωσης αποχώρησαν μαζί με τα γερμανικά στρατεύματα, «προκειμένου να δώσουν στα τελευταία οχυρά του Ράιχ την ύστατη μάχη».[41]


Σημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Mavrogordatos 1983, σελ. 255:«[...] η φασιστική η πρωτοφασιστική «Εθνική Ένωσις Ελλάς»».


Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Δορδανάς 2006, σελ. 117
  2. Πριόβολος 2018, σελ. 243.
  3. Mavrogordatos 1983, σελ. 255· Molho 2003, σελ. 44.
  4. Mavrogordatos 1983, σελ. 255· Τσιρώνης 2010, σελίδες 183-85.
  5. Τσιρώνης 2010, σελ. 185-87.
  6. Τσιρώνης 2010, σελ. 188.
  7. Molho 2003, σελ. 44· Μαζάουερ 2006, σελίδες 483-5.
  8. Τσιρώνης 2010, σελ. 189.
  9. Molho 2003, σελ. 44· Μαζάουερ 2006, σελ. 487.
  10. 10,0 10,1 Molho 2003, σελ. 44.
  11. Τσιρώνης 2010, σελ. 187.
  12. Χονδροματίδης 2017, σελ. 25.
  13. Μαζάουερ 2006, σελ. 486-87.
  14. Χονδροματίδης 2017, σελ. 26· Μαζάουερ 2006, σελ. 487.
  15. Χονδροματίδης 2017, σελ. 26.
  16. Μαζάουερ 2006, σελ. 487.
  17. Mavrogordatos 1983, σελίδες 258-9· Μαζάουερ 2006, σελ. 487.
  18. Δορδανάς 2006, σελ. 117.
  19. Τσιρώνης 2010, σελ. 196.
  20. Τσιρώνης 2010, σελ. 198· Χονδροματίδης 2017, σελίδες 34-6.
  21. 21,0 21,1 Χονδροματίδης 2017, σελ. 35-8.
  22. 22,0 22,1 Χονδροματίδης 2017, σελ. 36.
  23. Τσιρώνης 2010, σελίδες 198-99· Μαζάουερ 2006, σελ. 487.
  24. 24,0 24,1 Τσιρώνης 2010, σελ. 199.
  25. Τσιρώνης 2010, σελ. 199-200.
  26. Χονδροματίδης 2017, σελ. 45· Αλεξόπουλος 1977, σελ. 42.
  27. Τσιρώνης 2010, σελ. 201· Μαζάουερ 2006, σελ. 490· Molho 2003, σελίδες 45-6· Χονδροματίδης 2017, σελ. 45· Δορδανάς 2006, σελ. 118.
  28. Χονδροματίδης 2017, σελ. 46.
  29. Δορδανάς 2006, σελ. 118.
  30. Δορδανάς 2006, σελ. 51-2,119.
  31. Δορδανάς 2006, σελ. 52.
  32. Δορδανάς 2006, σελ. 51-2, 120.
  33. Δορδανάς 2006, σελ. 52-3.
  34. Δορδανάς 2006, σελ. 121.
  35. Δορδανάς 2006, σελ. 120.
  36. Δορδανάς 2006, σελ. 121-2.
  37. Δορδανάς 2006, σελ. 122-3.
  38. Δορδανάς 2006, σελ. 123.
  39. Δορδανάς 2006, σελ. 56.
  40. Δορδανάς 2006, σελ. 124-25.
  41. 41,0 41,1 41,2 Χονδροματίδης 2017, σελ. 190.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ξενόγλωσσες πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ελληνόγλωσσες πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Αλεξόπουλος, Αναστάσιος, επιμ. (1977). Μητρώον Γερουσιαστών και Βουλευτών (PDF). Αθήνα: Βουλή των Ελλήνων. 
  • Δορδανάς, Στράτος (2006). Έλληνες εναντίον Ελλήνων: Ο κόσμος των Ταγμάτων Ασφαλείας στην κατοχική Θεσσαλονίκη. Αθήνα: Επίκεντρο. ISBN 960-6647-31-5. 
  • Μαζάουερ, Μάρκ (2006) [2004]. Θεσσαλονίκη, Πόλη των Φαντασμάτων: Χριστιανοί, Μουσουλμάνοι και Εβραίοι 1430-1950. Αθήνα: Αλεξάνδρεια. ISBN 960-221-354-X. 
  • Πριόβολος, Γιάννης (2018). Εθνικιστική "αντίδραση" και Τάγματα Ασφαλείας. Αθήνα: Πατάκη. ISBN 978-960-16-7561-9. 
  • Τσιρώνης, Θεοδόσης (2010). «Πρόσφυγες σε εθνικιστικές οργανώσεις στη Θεσσαλονίκη του μεσοπολέμου». Στο: Ιωαννίδου, Ελένη. Η μεταμόρφωση της Θεσσαλονίκης: Η εγκατάσταση των προσφύγων στην πόλη(1920-1940). Θεσσαλονίκη: Επίκεντρο. σελίδες 179–206. ISBN 978-960-458-214-3. 
  • Χονδροματίδης, Ιάκωβος (2017). Η μαύρη σκιά στην Ελλάδα. Εθνικοσοσιαλιστικές και φασιστικές οργανώσεις στην Ελλάδα του μεσοπολέμου και της κατοχής 1923-1945. Αθήνα: Γνώμων Εκδοτική. ISBN 978-618-5018-67-2. 

Περαιτέρω ανάγνωση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • (Αγγλικά) Kallis, Aristotle A. (2006). «The Jewish Community of Salonica under Siege: The Antisemitic Violence of the Summer of 1931». Holocaust and Genocide Studies 20 (1): 34-56.