Γιόχαν Γιόακιμ Κβαντς

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Γιόχαν Γιόακιμ Κβαντς
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Johann Joachim Quantz (Γερμανικά)
Γέννηση30  Ιανουαρίου 1697[1][2][3]
Όμπερσέντεν[4]
Θάνατος12  Ιουλίου 1773[1][2][3]
Πότσδαμ[5]
Τόπος ταφήςΠότσδαμ
Χώρα πολιτογράφησηςΓερμανία
Βασίλειο της Πρωσίας
Ιδιότητασυνθέτης, μουσικολόγος, θεωρητικός της μουσικής, οργανοποιός, φλαουτίστας, ομποΐστας[6], τρομπετίστας[7] και καθηγητής μουσικής
Κίνημαμπαρόκ μουσική
Όργαναwestern concert flute και όμποε
Είδος τέχνηςμπαρόκ μουσική
Καλλιτεχνικά ρεύματαμπαρόκ μουσική
ΙστοσελίδαΕπίσημος ιστότοπος
Υπογραφή
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Γιόχαν Γιόακιμ Κβαντς (Johann Joachim Quantz, 30 Ιανουαρίου 1697 - 12 Ιουλίου 1773) ήταν Γερμανός φλαουτίστας, συνθέτης, μουσικοπαιδαγωγός και συγγραφέας ενός εγχειριδίου σχετικά με το παίξιμο του φλάουτου.

Συνέθεσε πολλά έργα για φλάουτο και έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση του Στυλ γκαλάν, καθώς είχε επιρροές τόσο από το ιταλικό Μπαρόκ, όσο και από το γαλλικό και το αγγλικό, παρόλο που ο ίδιος ήταν Γερμανός. Όταν ο Φρειδερίκος Β΄ έγινε αυτοκράτορας της Πρωσίας, τον προσέλαβε ως μουσικό της αυλής, προκειμένου ο Κβαντς να διδάσκει φλάουτο στον ίδιο, αλλά και να συνθέτει κομμάτια για αυτόν[8].

Βιογραφικό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Κβαντς γεννήθηκε στις 30 Ιανουαρίου 1697 στο Όμπερσέντεν (Oberscheden) και πέθανε στις 12 Ιουλίου 1773 στο Πότσδαμ της Γερμανίας. Ο πρώτος του δάσκαλος στη μουσική ήταν ο θείος του. Συνέχισε τα μαθήματα μουσικής με τον διάδοχο και γαμπρό του θείου του J.A. Fleischhack, τον οποίο συνόδευε στα ταξίδια του τελευταίου. Για να βελτιώσει τις μουσικές του γνώσεις και δεξιότητες, πέρασε ένα μεγάλο μέρος του 1717 στην Βιέννη, όπου σπούδασε αντίστιξη με τον Γιαν Ντισμάς Ζελένκα (J.D. Zelenka). Εγκαίρως όμως (το 1719) κατάλαβε ότι ως ομποΐστας είχε λίγες ευκαιρίες και γι' αυτό αποφάσισε να επιλέξει το φλάουτο ως κύριο όργανο. Είχε βεβαίως την τύχη να έχει ως δάσκαλο τον φημισμένο γάλλο φλαουτίστα P.G. Buffardin. Ο ίδιος ο Κβαντς θεωρεί τον J.G. Pisendel, εκπρόσωπο του ονομαζόμενου "μικτού στυλ", ως τον άνθρωπο ο οποίος άσκησε πάνω του την μεγαλύτερη επιρροή και επηρέασε αποφασιστικά την μουσική του ανάπτυξη ως συνθέτη και εκτελεστή.

Το ενδιαφέρον του Κβαντς για τη σύνθεση έργων για φλάουτο μεγάλωνε με τον καιρό, καθώς δεχόταν ερεθίσματα από μερικά ιταλικά και γαλλικά έργα, τα οποία παίζονταν εκείνη την εποχή στη Δρέσδη. Ο Κβαντς ταξίδεψε στην Ιταλία, τη Γαλλία και την Αγγλία, από όπου δέχτηκε πολλές επιρροές.

Το 1728 ο Κβαντς επισκέφθηκε μαζί με πολλούς άλλους μουσικούς το Βερολίνο. Εκεί έκανε μεγάλη εντύπωση στον πρίγκηπα (ακόμη) Φρειδερίκο και από τότε πήγαινε δυο φορές τον χρόνο στο Βερολίνο, για να διδάσκει στον πρίγκηπα φλάουτο. Ο Φρειδερίκος έγινε το 1740 αυτοκράτωρ της Πρωσσίας και λίγο μετά (το 1741) ο Quantz μετακόμισε στο Potsdam. Η θέση του ως δασκάλου του αυτοκράτορα και το γενικό μουσικό και πολιτιστικό κλίμα του Βερολίνου και του Πότσδαμ τού έδωσαν την δυνατότητα να συνθέσει πολλά έργα. Ήταν εξάλλου υποχρεωμένος να γράφει συνθέσεις για τον αυτοκράτορα, μεταξύ άλλων π.χ. για τις βραδινές συναυλίες. Ταυτόχρονα είχε μόνον αυτός το προνόμιο να εκφράζεται, να κρίνει και ακόμα να κατακρίνει τις εκτελέσεις του Φρειδερίκου. Για τον λόγο αυτόν, το όνομα του Κβαντς συνδέθηκε στενά με το όνομα του Φρειδερίκου του Μεγάλου[9].

Επιρροές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εκείνο που ασφαλώς επηρέασε σημαντικά το μουσικό ύφος και την ποιότητα των έργων του είναι το γεγονός ότι ο Κβαντς πέρασε αρκετό καιρό εκτός Γερμανίας και έτσι είχε την ευκαιρία να γνωρίσει μουσικούς και έργα διαφορετικών στυλ και από διαφορετικά μέρη της Ευρώπης. Ο Κβαντς έλαβε μαθήματα αντίστιξης από τον Ζελένκα στην Βιέννη, φλάουτου με τον P.G. Buffardin και σύνθεσης με τον J. G. Pisendel και με τον Φραντσέσκο Γκασπαρίνι στη Ρώμη. Εκτός αυτού ταξίδεψε πολύ στην Ευρώπη και έτσι γνώρισε πολλούς συνθέτες και ερμηνευτές και μελέτησε ή άκουσε τα έργα τους. Αν λοιπόν θέλει κανείς να εξετάσει την προέλευση και τις επιρροές του στυλ του Κβαντς, πρέπει να ερευνήσει προς διάφορες κατευθύνσεις.

Ο Κβαντς επηρεάστηκε ιδιαίτερα από τον Βιβάλντι, γεγονός το οποίο διαπιστώνει κανείς εύκολα στα κοντσέρτα για φλάουτο και ειδικά στην διάταξη των μερών τους, στην θεματική και στην δομή των έργων του. Ωστόσο, όπως γράφει και ο ίδιος, είναι εκπρόσωπος του "Stil Galant", ενός μικτού μουσικού στυλ.

Στο τρίτο μέρος του βιβλίου του Versuch einer Anweisung die Flöte traversière zu spielen ο Κβαντς περιγράφει συγκεκριμένα και με λεπτομέρειες τα χαρακτηριστικά του ιταλικού, του γαλλικού και του γερμανικού στυλ και εκφράζει την πεποίθησή του ότι η γερμανική μουσική ενσωματώνει τα καλύτερα στοιχεία όλων αυτών των ευρωπαϊκών στυλ και ότι γι' αυτόν τον λόγο αποτελεί την καλύτερη ευρωπαϊκή μουσική. Καθώς έδρασε για μεγάλο διάστημα στο Πότσδαμ και συνδιαμόρφωσε τη μουσική σκηνή της πόλης, ο Κβαντς θεωρείται επίσης εκπρόσωπος της "Σχολής του Βερολίνου" μαζί με τους Κ.Φ.Ε. Μπαχ, Graun και Benda [10].

Ύφος των συνθέσεων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τρίο σονάτες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αν θέλει κανείς να αναλύσει τα στυλιστικά χαρακτηριστικά των συνθέσεων του Κβαντς, θα πρέπει πρώτα απ' όλα να μελετήσει τις τρίο σονάτες. Πρόκειται για 45 έργα, τα οποία παρουσιάζονται γενικά σε δύο βασικές μορφές: 1. Η τετραμερής μορφή με την ακολουθία των μερών αργά-γρήγορα-αργά-γρήγορα. Αυτή η μορφή προέρχεται από τη sonata da chiesa («εκκλησιαστική σονάτα»), φαίνεται όμως ότι περιέχει στοιχεία και από τη sonata da camera («σονάτα δωματίου» [κατ' ουσίαν «κοσμική»]), εξαιτίας της συχνής χρήσης των χορευτικών ρυθμών. 2. Μία μικρότερη ομάδα αποτελείται από έργα, τα οποία είναι γραμμένα στην μορφή των τριμερών κοντσέρτων (γρήγορα-αργά-γρήγορα).

  • Τονικότητες: Οι εν λόγω σονάτες περιέχουν μία μετατροπία σε μείζονα ή ελάσσονα τονικότητα στο τρίτο μέρος ενός τετραμερούς έργου σε ελάσσονα τονικότητα και στην σχετική ελάσσονα για ένα έργο σε μείζονα τονικότητα.
  • Ρυθμός: Ως επί το πλείστον τα δύο πρώτα μέρη είναι σε δίσημο και τα δύο τελευταία σε τρίσημο μέτρο.

Σε ότι αφορά την υφή, στις δύο υψηλότερες φωνές ο συνδυασμός που προτιμάται στα χειρόγραφα είναι φλάουτο και βιολί ή δύο φλάουτα. Άλλα όργανα που παίζουν μαζί με το φλάουτο είναι: το φλάουτο με ράμφος (ένα), το όμποε (ένα), όμποε ντ' αμόρε (ένα) και η βιόλα ντ' αμόρε (δύο, με εναλλακτικά μέρη βιολιού).

Σόλο σονάτες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο αριθμός των μερών, το τέμπο και η αρμονία είναι σε μεγάλο βαθμό όμοια με αυτά που συναντά κανείς στις τρίο σονάτες. Οι σόλο σονάτες φέρουν τα στυλιστικά χαρακτηριστικά που έχουν οι ιταλικές σονάτες του ύστερου μπαρόκ[11].

Σόλο κοντσέρτα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Κβαντς διακρίνει στο βιβλίο του Versuch κλπ. δύο είδη κοντσέρτων. Το πρώτο είδος είναι το concerto grosso («μείζων κοντσέρτο») και το δεύτερο το «κοντσέρτο δωματίου» (Kammerkonzert) ή, όπως λέγεται σήμερα, το «σόλο κοντσέρτο»[12].

Τα περισσότερα σόλο κοντσέρτα του Κβαντς είναι γραμμένα για ένα ή δύο φλάουτα, συνήθως με ένα κουαρτέτο εγχόρδων, κοντραμπάσο και τσέμπαλο για συνοδεία (βλ. και συνεχές βάσιμο)[13]. Στα περισσότερα κοντσέρτα του ο Κβαντς χρησιμοποιεί την τριμερή μορφή γρήγορα-αργά-γρήγορα[14]. Σύμφωνα με τις υποδείξεις του Κβαντς, τα τρία μέρη δεν επιτρέπεται να είναι γραμμένα στον ίδιο ρυθμό. Το πρώτο μέρος είναι συνήθως γραμμένο σε 4/4. Σχεδόν πάντα το δεύτερο μέρος περιέχει τον μικρότερο ενώ το τελευταίο μέρος τον μεγαλύτερο αριθμό μέτρων[15]. Τα περισσότερα κοντσέρτα του Κβαντς είναι γραμμένα σε ρε μείζονα. Σ' αυτό έπαιξε ρόλο το γεγονός ότι ο τόνος κατασκευής του φλάουτου ήταν η νότα ρε[16].

Εργογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι περισσότερες συνθέσεις του Κβαντς έχουν γραφεί για το φλάουτο. Συνολικά ο Κβαντς συνέθεσε περίπου 300 κοντσέρτα για φλάουτο, πάνω από 40 τρίο σονάτες, σχεδόν 200 σόλο σονάτες και πολλά άλλα έργα[17]. Τα περισσότερα έργα του βρίσκονται στις βιβλιοθήκες του Βερολίνου και της Δρέσδης[11].


Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά, Αγγλικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 9  Απριλίου 2014.
  2. 2,0 2,1 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. data.bnf.fr/ark:/12148/cb14785622r. Ανακτήθηκε στις 10  Οκτωβρίου 2015.
  3. 3,0 3,1 (Αγγλικά) SNAC. w65t3tfj. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  4. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά, Αγγλικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 10  Δεκεμβρίου 2014.
  5. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά, Αγγλικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 30  Δεκεμβρίου 2014.
  6. Ανακτήθηκε στις 24  Ιουνίου 2019.
  7. Ανακτήθηκε στις 24  Ιουνίου 2019.
  8. (Καψάλη, 2002)
  9. (Standley, 2001, 1797-1801)
  10. (Standley, 2001, 658-659, πρβλ. Finscher, 1962, 1801-1806)
  11. 11,0 11,1 (Reilly, 1971)
  12. (Quantz, 1752/1983, 294)
  13. (Reilly, 1971, 20)
  14. (Brink, 1995, 85, 121)
  15. (ό.π., 129)
  16. (ό.π., 122)
  17. (Brink, 1995, 18)

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Augsbach, H. (1997). Systematisch- Thematisches Verzeichnis der musikalischen Werke von Johann Joachim Quantz. Stuttgart, Carus-Verlag
  • Brink, Meike ten (1995). Die Flötenkonzerte von Johann Joachim Quantz. Untersuchungen zu ihrer Überlieferung und Form. Teil 1, Hildesheim, OLMS
  • Finscher, L. (επιμ.) (1962). Die Musik in Geschichte und Gegenwart. Τόμος 10, „Quantz, Johann Joachim“. Kassel, Bärenreiter
  • Καψάλη, Σ. (2002). "Ο Johann Joachim Quantz ως συνθέτης". Στο Μουσικοτροπίες, τεύχος 40-41, τόμος 1-2, σσ. 26-30
  • Quantz, J.J. (1752). Versuch einer Anweisung die Flöte traversière zu spielen. Berlin. Ανατύπωση: 1983, Kassel, Bärenreiter
  • Reilly, E.R. (1971). Quantz and his „Versuch“. Three Studies. Philadelphia, American Musicological Society
  • Schmitz, H.-P. (1987). Quantz heute. Der „Versuch einer Anweisung die Flöte traversière zu spielen“ als Lehrbuch für unser Musizieren. Kassel, Bärenreiter
  • Standley, S. (επιμ.) (2001). The New Grove Dictionary of Music and Musicians. Τόμος 20, “Quantz, Johann Joachim“. London, Macmillan

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]