Γιόζεφ φον Άιχεντορφ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Γιόζεφ φον Άιχεντορφ
ΌνομαΓιόζεφ φον Άιχεντορφ
Γέννηση10 Μαρτίου 1788
Κάστρο Λούμποβιτς, Ράτιμπορ, Άνω Σιλεσία, Πρωσσία (σημερινή Πολωνία)
Θάνατος26 Νοεμβρίου 1857 (69 ετών)
Νάισσε, Άνω Σιλεσία, Πρωσσία (σημερινή Πολωνία)
Επάγγελμα/
ιδιότητες
συγγραφέας[1], ποιητής-νομικός, μεταφραστής, θεατρικός συγγραφέας, ημερολογιογράφος και μυθιστοριογράφος
ΕθνικότηταΓερμανός
ΥπηκοότηταΒασίλειο της Πρωσίας
Σχολές φοίτησηςΠανεπιστήμιο Μαρτίνου Λούθηρου του Χάλλε-Βιτεμβέργης, Πανεπιστήμιο της Βιέννης, Πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης και Catholic Secondary School of St. Matthias in Wrocław
Σύζυγος(οι)Αλοΐζια φον Άιχεντορφ (7  Απριλίου 1815, 3  Δεκεμβρίου 1855)
ΤέκναHermann Eichendorff, Therese von Eichendorff Besserer-Dahlfinger και Rudolf von Eichendorff
Commons page Πολυμέσα σχετικά με τoν συγγραφέα

Ο Γιόζεφ φον Άιχεντορφ (γερμανικά: Joseph Karl Benedikt Freiherr (Baron) von Eichendorff, Κάστρο Λούμποβιτς (Lubowitz), Ράτιμπορ, Άνω Σιλεσία, 10 Μαρτίου 1788 - Νάισσε, Άνω Σιλεσία 26 Νοεμβρίου 1857) ήταν Γερμανός ποιητής και μυθιστοριογράφος του γερμανικού ρομαντισμού.

Βιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μνημείο του Άιχεντορφ, Προύντνικ

Καταγόταν από καθολική αριστοκρατική οικογένεια. Μετά από ειδυλλιακά παιδικά χρόνια[2] που πέρασε στον οικογενειακό πύργο Λούμποβιτς, λόγω οικογενειακών οικονομικών δυσχερειών αναγκάστηκε να φοιτήσει μαζί με τον αδελφό του στο καθολικό γυμνάσιο του Μπρεσλάου (1801-5) και στη συνέχεια σπούδασε νομικά στη Χάλλε (1805-6) και στη Χαϊδελβέργη (1807-8). Μαζί με τον αδελφό του, το 1805 έκανε ένα οδοιπορικό ταξίδι 17 ημερών μέσω των ορέων Χαρτς ως το Αμβούργο και το Λύμπεκ και 3 χρόνια αργότερα ταξίδεψε στη Βιέννη και στο Παρίσι. Την εποχή που φοιτούσε στη Χαϊδελβέργη δημοσίευσε τα πρώτα του ποιήματα. Από το 1813 μέχρι το 1815 πολέμησε ως εθελοντής κατά του Ναπολέοντα και ύστερα διορίστηκε σε διάφορες κρατικές υπηρεσίες, στο Ντάντσιχ, στο Κένιγκσμπεργκ και μετά το 1831 στο Βερολίνο[3]. Το 1815 παντρεύτηκε την Αλοϊσια Άννα Βικτόρια φον Λάριχ από την οποία απέκτησε 5 παιδιά. Το 1818 έχασε τον πατέρα του και το 1822 τη μητέρα του και μαζί με αυτήν χάθηκε οριστικά ό,τι είχε απομείνει από την οικογενειακή κτηματική περιουσία στην Άνω Σιλεσία[2]. Το 1844 παραιτήθηκε από την υπηρεσία του και αφιερώθηκε στο συγγραφικό του έργο.

Μοναρχικός και καθολικός, ήταν λάτρης της Βιέννης και οπαδός της αυστριακής αυτοκρατορικής εξουσίας στη Γερμανία (τουλάχιστον).

Παρά τις παραπάνω ιδεολογικές του θέσεις, το σπουδαιότερο έργο του, η νουβέλα Από τη ζωή ενός ακαμάτη, μιλά για τον γιο ενός μυλωνά που εγκαταλείπει το σπίτι του, εργάζεται σαν κηπουρός στον πύργο ενός δούκα, ερωτεύεται την όμορφη κυρά του πύργου και φεύγει απελπισμένος από το ανέφικτο του στόχου του. Ταξιδεύει στην Ιταλία, επιστρέφει όμως και μαθαίνει ότι η κοπέλα ήταν κι αυτή παιδί του λαού, ψυχοκόρη απλώς του δούκα, κι ότι τίποτα δεν στέκεται εμπόδιο στην ένωσή τους. Η ρομαντική θεώρηση της φύσης εκφράζεται σε πολλά έργα του αλλά κυρίως σε αυτή τη νουβέλα του, η οποία έχει θεωρηθεί ως η πεμπτουσία του γερμανικού ρομαντισμού. Ονομάσθηκε «ο τελευταίος ιππότης της ρομαντικής σχολής» και στα ποιήματά του εκφράζει βαθιά θρησκευτικά συναισθήματα και μυστικισμό, λατρεία προς τις ομορφιές της φύσης και έντονη αναζήτηση της χαράς της ζωής[4].

Από το 1837 είχε αρχίσει να γοητεύεται από την ισπανική λογοτεχνία και κυρίως από το έργο του Πέδρο Καλντερόν δε λα Μπάρκα, του οποίου δημοσίευσε μεταφράσεις από το 1845 μέχρι το 1853. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του ασχολήθηκε με τη συγγραφή δοκιμίων λογοτεχνίας. Το 1853 τιμήθηκε στο Μόναχο με το παράσημο του αυτοκράτορα Μαξιμιλιανού για την επιστήμη και την τέχνη[2]. Τα τραγούδια του και οι μπαλάντες του διακρίνονται για τη χάρη, την απλότητα, το ρυθμό και τη τη λεπτότητα των ιδεών[4]. Πολλά από τα ποιήματά του («περίφημα, μικρά κοσμήματα» κατά τον Τόμας Μαν) μελοποιήθηκαν από Γερμανούς συνθέτες, όπως ο Ρόμπερτ Σούμαν, ο Φέλιξ Μέντελσον και ο Ρίχαρντ Στράους[3].

Επιλογή έργων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Oberschlesische Märchen und Sagen (Παραμύθια και θρύλοι της Άνω Σιλεσίας, 1808-10)
  • Das Marmorbild (Το μαρμάρινο άγαλμα, 1819, νουβέλα)
  • Aus dem Leben eines Taugenichts (Από τη ζωή ενός ακαμάτη, 1826, νουβέλα) - ελλην. μετάφραση Norgard Pechermeyer-Michaelides (Αλεξάνδρεια)[5] ISBN 960221045-1
  • Dichter und ihre Gesellen (Οι ποιητές και οι σύντροφοί τους, 1833)
  • Das Schloß Dürande (Ο πύργος Ντουράντε, 1937, νουβέλα)
  • Auch ich war in Arkadien (Ήμουν κι εγώ στην Αρκαδία [Et in Arcadia ego], 1834 ή 1838)
  • Mondnacht (Νύχτα με φεγγάρι, 1837, ποίηση)
  • Eldorado (1841, ποίηση)
  • Stimmen der Nacht (Φωνές της νύχτας, 1841, ποίηση)

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. «Library of the World's Best Literature». Library of the World's Best Literature. 1897.
  2. 2,0 2,1 2,2 Γιόζεφ φον Άιχεντορφ (1992). «Επίμετρο του Norgard Pechermeyer-Michaelides». Από τη ζωή ενός Ακαμάτη. Αθήνα: ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ. σελίδες 149–158. ISBN 960221045-1. 
  3. 3,0 3,1 «Joseph, baron von Eichendorff». Encyclopaedia Britannica. Ανακτήθηκε στις 13 Οκτωβρίου 2018. 
  4. 4,0 4,1 «Ιωσήφ Άιχεντορφ». Νέα Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια Χάρη Πάτση. Αθήνα: Οργανισμός εγκυκλοπαιδικών εκδόσεων. σελίδες 167 3ος τόμος. 
  5. «Από τη ζωή ενός ακαμάτη». Ανακτήθηκε στις 1 Ιανουαρίου 2024. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]