Γιάννης Βάζος

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Γιάννης Βάζος

Ο Γιάννης Βάζος με τη φανέλα του Ολυμπιακού
Προσωπικές πληροφορίες
Ημερ. γέννησηςφθινόπωρο 1914 [1]
Τόπος γέννησηςΣμύρνη, Τουρκία
Ημερ. θανάτου6 Νοεμβρίου 1991
Τόπος θανάτουΠειραιάς, Ελλάδα
ΘέσηΕπιθετικός
Ομάδες νέων
1929-1931Απόλλων Δραπετσώνας
Επαγγελματική καριέρα*
ΠερίοδοςΟμάδαΣυμμ.(Γκ.)
1931ΑΕΚ Πειραιώς0(0)
1931-1949Ολυμπιακός Πειραιώς148(170)
Εθνική ομάδα
ΠερίοδοςΟμάδαΣυμμ.(Γκ.)
1932-1948Ελλάδα14(4)
Προπονητική καριέρα
ΠερίοδοςΟμάδα
1955-56Ανόρθωση
1959-60Ανόρθωση
* Οι συμμετοχές και τα γκολ στις προηγούμενες ομάδες υπολογίζονται μόνο για τα εγχώρια πρωταθλήματα.
† Συμμετοχές (Γκολ).

Ο Γιάννης Βάζος (Σμύρνη, φθινόπωρο 1914 – Πειραιάς, 6 Νοεμβρίου 1991) ήταν Έλληνας διεθνής ποδοσφαιριστής του Ολυμπιακού Πειραιώς. Η σταδιοδρομία του εκτάθηκε τόσο πριν, όσο και μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και συνέπεσε με του Κώστα Χούμη του γείτονα Εθνικού, ατυχώς για την εθνική Ελλάδας δεδομένου ότι θεωρήθηκαν οι κορυφαίοι κεντρικοί επιθετικοί της χώρας προπολεμικά. Με ενεργητικό 450 τερμάτων σε 364 επίσημους και φιλικούς αγώνες τους, αποτελεί για τους ερυθρόλευκους το δεύτερο σκόρερ όλων των εποχών, θέση που αναμένεται να διατηρήσει σε μόνιμη βάση στην ιστορία του συλλόγου.[2] [3]

Βιογραφικά στοιχεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γεννήθηκε στη Σμύρνη το φθινόπωρο του 1914[1] σε οικογένεια με σχετική οικονομική άνεση. Ο πατέρας του Ζαχαρίας (από τα Βουρλά) ήταν έμπορος ζώων και διατηρούσε κρεοπωλείο, ενώ η μητέρα του Στέλλα εξαιτίας ασθένειας κατά την εγκυμοσύνη, είχε δύσκολο τοκετό με συνέπεια να κινδυνέψει η δική της ζωή και του νεογέννητου, το οποίο απέκτησε νευρολογικό πρόβλημα στα κάτω άκρα. Ακριβώς σε αυτό οφειλόταν η ελαφρά, αλλά εμφανής ιδιαιτερότητα του Βάζου στο τρέξιμο, με τους φιλάθλους να πιστεύουν ότι διαθέτει κοντύτερο το "καλό" δεξί του πόδι, μία φήμη που πάντως δεν έχει διαψευσθεί. Υπήρξε το μεσαίο από 7 αδέλφια και συγκεκριμένα τα μεγαλύτερα Ευαγγελία, Γεωργία, Βασίλη και τα νεότερα Στέλιο, Χρήστο, Κατίνα.

Το Δημοτικό Στάδιο Δραπετσώνας που φέρει το όνομα του Γιάννη Βάζου.

Η οικογένεια στη Μικρασιατική καταστροφή εγκατέλειψε τη Σμύρνη με ναυλωμένη βάρκα, ενώ κατά τη διαφυγή τους αποφεύχθηκε εντελώς τυχαία ένα δεύτερο περιστατικό που θα είχε μοιραία κατάληξη για τον 8χρονο, τότε, Γιάννη. Αντίθετα με άλλους πρόσφυγες, είχαν μόλις ένα πρώτο σύντομο σταθμό στην παλαιά Ελλάδα (πιθανώς τη Χίο) και γρήγορα εγκαταστάθηκαν μόνιμα στη Δραπετσώνα του Πειραιά, όπου ο πατέρας ασχολήθηκε τώρα με τη λιανική -μόνο- πώληση κρέατος. Ο Βάζος, παρότι ο αρχικός σχεδιασμός στη Σμύρνη προέβλεπε σπουδές και ελεύθερη επιλογή επαγγέλματος, παρακολούθησε έως την Ε' δημοτικού και από 11 ετών εργάστηκε στο κατάστημα − όπως άλλωστε και ο δύο χρόνια μικρότερος Στέλιος, με τον οποίο τους συνέδεε μία ιδιαίτερα στενή σχέση. Εκείνη την εποχή ήρθε σε πρώτη επαφή με το ποδόσφαιρο.

Το δεύτερο εξάμηνο του 1933 παντρεύτηκε τη Ροδή, επίσης Μικρασιάτισσα, κατόπιν γνωριμίας μερικών μηνών και παρά την πατρική διαφωνία για το νεαρό της ηλικίας τους. Στα 19 έγινε πατέρας στη Στέλλα, ενώ περίπου μία δεκαετία αργότερα ακολούθησε ο Ιορδάνης.[4] Ενδιάμεσα είχε στρατευτεί την περίοδο 1937 με 1939 στο Α' Σύνταγμα Στρατού, όπου οργάνωσε ισχυρή ποδοσφαιρική ομάδα με τη στήριξη του αντισυνταγματάρχη Αγησίλαου Σινιώρη. Κατά την κήρυξη του Ελληνοϊταλικού πολέμου παρουσιάστηκε στο Βόλο, προωθήθηκε στο Τομόρι και υπό τις διαταγές του ίδιου πήρε μέρος σε επιχειρήσεις της Ταξιαρχίας Ελιγμών.

Εξαιτίας της έλλειψης τροφίμων, με την έναρξη της Κατοχής μετέτρεψε το κρεοπωλείο σε κατάστημα ποτών, αλλά σύντομα συνελήφθη επειδή διακινήθηκαν εκεί κάποια απαγορευμένα είδη. Ο ίδιος αρνήθηκε πρότερη γνωριμία του με τους υπαίτιους, το Στρατοδικείο όμως της οδού Σίνα 8 τον καταδίκασε σε θάνατο, ποινή που δύσκολα μειώθηκε σε 5ετή κράτηση. Από τον Ιούλιο του 1941 παρέμεινε φυλακισμένος επί ένα χρόνο και 12 ημέρες, με μεγάλο διάστημα στο στρατόπεδο καταναγκαστικών έργων του Τατοΐου, του δόθηκε δε χάρη στα πλαίσια πανηγυρισμού των κατοχικών δυνάμεων για κάποια επιτυχία τους στο πολεμικό μέτωπο. Το σπίτι του, εξ άλλου, είχε σχεδόν καταστραφεί ολοσχερώς από το γερμανικό βομβαρδισμό του λιμένος Πειραιώς την 7η Απριλίου 1941 και η οικογένεια Γιάννη Βάζου φιλοξενήθηκε στο πατρικό του, μέχρι την αγορά νέου στην Κοκκινιά (σήμερα Νίκαια).[5] Σε αυτό διέμεινε για μακρά περίοδο της μεταγενέστερης ζωής του.

Απεβίωσε στις 6 Νοεμβρίου 1991 στον Πειραιά.

Ποδοσφαιρική σταδιοδρομία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Με το ποδόσφαιρο άρχισε να ασχολείται όταν σταμάτησε το σχολείο στα 11 και εργάστηκε για την οικογενειακή επιχείρηση. Διακρίθηκε άμεσα και “οι φίλοι του τούλεγαν να γραφτεί σε μια ομάδα, μα ο Γιάννης ήταν ακόμη μικρός — μόλις 13 χρονών — και ο πατέρας του δεν έβλεπε με καλό μάτι την μπάλλα.”

Απόλλων Δραπετσώνας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ενάντια στην οικογενειακή αντίδραση, το 1929 εντάχθηκε 15ετής στο ανεπίσημο σωματείο Απόλλων της συνοικίας του, με συμπαίκτες τους μετέπειτα γνωστούς Ρούσσο, Βουβουδάκη και Χατζησάββα.[6] Γρήγορα καθιερώθηκε στη θέση του δεξιού μεσοκυνηγού (ντεμί επιθετικού) ή μέσα δεξιά στην τότε διάταξη 2-3-5, ενώ καθοριστικό για τη συνέχιση της παρουσίας του στο άθλημα στάθηκε ένα τυχαίο -επίσης- γεγονός με τον πατέρα του. Αυτός σε μία προσπάθεια εντοπισμού του επανειλημμένως ασυνεπή επαγγελματικά γιου, βρέθηκε για πρώτη φορά σε ποδοσφαιρική αλάνα, γνωρίζοντας την αποθέωση και πλήθος συγχαρητηρίων όταν δήλωσε οργισμένος πως είναι ο γονιός του Βάζου που τον αναζητεί, αλλά και παρατηρώντας "σοβαρούς κυρίους" να παθιάζονται ως θεατές με το άγνωστο στον ίδιον παιχνίδι. Εκείνο το βράδυ υποχρέωσε το νεαρό να του εξηγήσει τους λόγους ενασχόλησής του με αυτό, όπως και τους κανονισμούς, με τη συζήτηση να ολοκληρώνεται περίπου ως εξής: “Είμαι σύμφωνος να παίζεις όσο θέλεις, θέλω όμως να γίνεις άσσος. Θέλω να είμαι περήφανος για σένα.” Έκτοτε μετατράπηκε σε ένθερμο φίλαθλο,[εκκρεμεί παραπομπή] στη δε συνέχεια θεώρησε χρέος να συνδράμει τα υποτυπώδη διοικητικά του σωματείου με το χρόνο και το περιορισμένο του εισόδημα.

ΑΕΚ Πειραιώς[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ορισμένες πηγές αναφέρουν ότι το 1931 αγωνίστηκε για την ΑΕΚ Πειραιώς, με τη βιογραφία του έκδοσης το Δεκέμβριο του 1947 (ως ενεργού ακόμη αθλητή) να μην περιέχει σχετική αναφορά. Είναι ενδεχόμενο να πήρε το συγκεκριμένο διάστημα μέρος σε φιλικές -μόνο- συναντήσεις της γειτονικής ΑΕΚ, δεδομένου ότι η μετακίνησή του στον Ολυμπιακό συμφωνήθηκε στη διάρκεια του ημιχρόνου ενός τέτοιου αγώνα.[εκκρεμεί παραπομπή]

Ολυμπιακός Πειραιώς[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πρώτες εμφανίσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Την άνοιξη του 1931 αποδέχθηκε αμέσως την πρόταση για ένταξη στους ερυθρόλευκους, από το σύμβουλο και ανιχνευτή ταλέντων Γιώργο Αλεκάκη (παλαιό αμυντικό τους) που “τούκαμε εντύπωσι ο δυναμισμός του, η εξυπνάδα του, το πείσμα και η πονηράδα του”. Άρχισε προπονήσεις με τη β' ομάδα, επειδή όμως το δελτίο του στον Απόλλωνα βρισκόταν σε ισχύ, δεν απέκτησε δικαίωμα συμμετοχής σε επίσημες αναμετρήσεις παρά μόνον από τη νέα περίοδο.[7] Την ερχόμενη, 1932-33, υπήρξε τόσο ο φυσικός διάδοχος για τη θέση του βασικού κεντρικού επιθετικού, με το Γιώργο Ανδριανόπουλο να έχει αποσυρθεί από το καλοκαίρι του 1931 (στα 28 ώστε να αφοσιωθεί σε δικηγορία και πολιτική), όσο και ο τυπικός, όταν ο ίδιος ο θρυλικός Ποδάρας του είχε ήδη απονείμει το σχετικό "τίτλο" έπειτα την εξαιρετική πρώτη του εμφάνιση με την α' ομάδα. Αυτή είχε πραγματοποιηθεί από τις 20 Σεπτεμβρίου 1931 στην παρθενική συνάντηση του Ολυμπιακού για το κύπελλο Ελλάδας, μία νίκη 4-1 επί του Ατρόμητου Αθηνών (ακόμη στην οδό Αχαρνών), με το Βάζο να πετυχαίνει τα 3 τέρματα αν και χρησιμοποιήθηκε ως κεντρικός μέσος (σέντερ χαφ, θέση που χωρίς τα οργανωτικά της καθήκοντα μετεξελίχθηκε σε εκείνη του πρώτου, ιστορικά, κεντρικού αμυντικού).

Πολύ σύντομα επιλέχθηκε εκ νέου για τα φιλικά του γηπέδου ΠΑΟ με τον Απόλλωνα Αθηνών (3-3, δικά του τα 2) και την αυστριακή Βάκερ (0-2), όπου πλέον του ανατέθηκε ο ρόλος του σέντερ φορ. Έχει ειπωθεί ότι πριν τον πρώτο αγώνα, ο μόλις 17χρονος ζήτησε και έλαβε την "ψήφο εμπιστοσύνης" των συμπαικτών του, ώστε από τη νευραλγική αυτή θέση να “οδηγήσει την ενδεκάδα” σύμφωνα με έκφραση της εποχής. Ενδεικτική τέλος για την προσοχή που έτυχε ο καινούργιος θεσμός του Κυπέλλου, αλλά και τη γενικότερη νοοτροπία στο τότε ελληνικό ποδόσφαιρο, είναι η θεώρηση των Πειραιωτών υπευθύνων ότι ο νεαρός δοκιμάζεται για πρώτη φορά με την α' ομάδα κατά τα δύο φιλικά -εμπρός στο αθηναϊκό φίλαθλο κοινό- και όχι με τον Ατρόμητο -στο Ποδηλατοδρόμιο-, ο οποίος αποτελούσε αφενός υπολογίσιμο σύνολο και αφετέρου αντίπαλο στα πλαίσια μίας επίσημης διοργάνωσης.[8]

Η "θρυλική τριπλέτα"[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Την ίδια περίοδο 1931-32 (για δύο συνεχείς και τρεις συνολικά), εφαρμόστηκε επίσης το πείραμα της προπολεμικής Εθνικής κατηγορίας, με τον Ολυμπιακό να έχει εξασφαλίσει τη συμμετοχή του λόγω παρουσίας στο προηγούμενο Πανελλήνιο πρωτάθλημα (κατάκτηση) και να μην μετέχει στο χαμηλής δυναμικότητας τοπικό πειραϊκό, το οποίο προσφερόταν για προώθηση παικτών από τη β' ομάδα. Συνέπεια ήταν ο Βάζος να μην λάβει ευκαιρίες στη νέα διοργάνωση, που εξελίχθηκε απογοητευτικά για το σύλλογο με τον περιορισμό στην 5η θέση από τις 8 της βαθμολογίας και μόνο μέσω διαβάθμισης με την Άμυνα Κοκκινιάς να αποφεύγει τον υποβιβασμό στην Α' τοπική κατηγορία ΕΠΣ Πειραιώς. Το τέλος της περιόδου έφερε και αυτό στην καριέρα Βασίλη και Ντίνου Ανδριανόπουλου, οπότε σε συνδυασμό με την πριν έτους αποχώρηση του Γιώργου,[9] τα τρία αδέλφια αναπληρώθηκαν αντίστοιχα από τον μέσα δεξιά Χριστόφορο Ράγγο, τον μέσα αριστερά Θεολόγο Συμεωνίδη (επανακάμψαντα από και διεθνή ήδη με την Άμυνα) και τον Βάζο.

Οι συγκεκριμένοι ποδοσφαιριστές, τελείως διαφορετικών προσόντων και παιχνιδιού, γρήγορα συγκρότησαν μία επιθετική τριάδα με μέγιστη συνεισφορά στην κατάκτηση 5 Πανελλήνιων πρωταθλημάτων τα ερχόμενα 6 χρόνια και μετείχε αυτούσια το 1933 σε δύο αγώνες της Εθνικής ομάδας για το Βαλκανικό κύπελλο Εθνών του Βουκουρεστίου.[10] Αντίθετα με ότι πιστεύεται εκ των υστέρων, η "θρυλική τριπλέτα" η οποία κατέστησε δημοφιλή τον Ολυμπιακό στην Ελλάδα, πρόκειται περί των Ράγγου-Βάζου-Συμεωνίδη και όχι η προγενέστερη Βασίλη-Γιώργου-Ντίνου.[11] Πιθανές αιτίες, η εξάπλωση στο μεταξύ του ποδοσφαιρικού ενδιαφέροντος σε ολόκληρη τη χώρα και η επανειλημμένη στέψη τους ως εθνικών πρωταθλητών (έστω Αθηνών-Πειραιώς-Θεσσαλονίκης μόνο) στη νεοπαγή διοργάνωση της ΕΠΟ, ενώ κοινό σημείο αναφοράς των δύο τριάδων αποτελεί, βέβαια, η τροφοδότησή τους από τον αριστερό ακραίο επιθετικό και νεότερο Ανδριανόπουλο, το Λεωνίδα.

Ο Βάζος ανάμεσά τους (σημ. σε Ράγγο και Συμεωνίδη), με τα στραβά και κοντά ποδάρια του, ήταν το αντίθετο και των δύο. Οδηγός της επιθέσεως με τα όλα του. Η πονηράδα του έχει μείνει παροιμιώδης. Οι ελιγμοί —χρησιμοποιούσε πολύ το σώμα— ζάλιζαν τους αντιπάλους. Ήταν ο φόβος και ο τρόμος των γκολκήπερ. Το σύνθημα: «Πάντα εμπρός». Μ' αυτό χυμούσε σαν σίφουνας και με τον δυναμισμό, την τόλμη και την εξυπνάδα του βρισκόταν κατάφατσα με τον τερματοφύλακα. Έβγαινε ίσως πολλές φορές οφ-σάιτ, μα αυτό δεν είχε σημασία. «Ο προορισμός του κυνηγού είναι να βάζη γκολ. Το οφ-σάιτ ας το δη ο διαιτητής», έλεγε. Μα και το μοίρασμα της μπαλλιάς στους συναδέλφους του ήταν τέλειο. Κατηύθυνε την επίθεση, ίδιος, σωστός μαέστρος.[11]

Σύνοψη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Βάζος αγωνίστηκε με τον Ολυμπιακό επί 18ετία και εγκατέλειψε την ενεργό δράση στα 35. Η παρουσία του πάντως δεν υπήρξε αδιάλειπτη, με τουλάχιστον μία φορά μετά την Απελευθέρωση να αποφασίζει την οριστική αποχώρηση και να επανέρχεται εξαιτίας έλλειψης ισάξιου αντικαταστάτη. Απουσίασε κατά την πρώτη μεταπολεμική αγωνιστική περίοδο 1945-46, πριν επιστρέψει για τις επόμενες τρεις (πιθανώς σε μη σταθερή βάση) και αναδειχθεί εκ νέου αρχισκόρερ στο πρωτάθλημα Ελλάδας (4η φορά), κατακτήσει δύο επιπλέον τίτλους πρωταθλητή και τον μοναδικό του ως κυπελλούχος (με χατ τρικ στον τελικό), χριστεί δε για 14η και τελευταία φορά διεθνής το 1948, ξανά έπειτα από 12 χρόνια![12] Στις 26 Ιουνίου 1949 και την εκτός έδρας ήττα 3-2 από τον Παναθηναϊκό για το πρωτάθλημα,[13] πραγματοποίησε -χωρίς να πετύχει κάποιο τέρμα- την καταληκτική εμφάνιση της ποδοσφαιρικής του σταδιοδρομίας σε επίσημο επίπεδο.[14]

Μετείχε σε 11 από τις 13 τελικές ή/και προκριματικές φάσεις Πανελλήνιου πρωταθλήματος ή Εθνικής κατηγορίας που οι ερυθρόλευκοι αγωνίστηκαν επί των ημερών του,[15] με εξαίρεση την παρθενική περίοδο 1931-32 στο σύλλογο και την πρώτη μεταπολεμική 1945-46.[16] Σε 7 περιπτώσεις συνέβαλε στην κατάληψη της κορυφής (1933, 1934, 1936, 1937, 1938, 1947, 1948), σε 8 της αντίστοιχης του πρωταθλήματος Πειραιώς και το 1947 στην πρώτη κατάκτηση κυπέλλου Ελλάδας από τον Ολυμπιακό.[17] Ο ίδιος ο Βάζος αναδείχθηκε 4 φορές αρχισκόρερ στο ελληνικό πρωτάθλημα (1933, 1936 με ακόμη τρεις, 1937, 1947), μία δεύτερος (1938) και 2 φορές πρώτος νοτίου ομίλου (1934, 1939 με Μαρόπουλο).

Συμμετοχές-τέρματα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σύμφωνα με το Χρήστο Αρβανίτη, συλλέκτη στατιστικών στοιχείων του ποδοσφαιρικού Ολυμπιακού, έχουν ως εξής:[18]

Αγώνες συμμετοχές τέρματα σουτ κεφαλιά φάουλ
τελικής φάσης Πανελλήνιου
πρωταθλήματος
045 045 39 3 3
προκριματικών 041 034
Σύνολο 086 079
πρωταθλήματος ΕΠΣ Πειραιώς 062 091
τελικών κυπέλλου Ελλάδας 001 003 03
έως ημιτελικών 007 006 05 01
Σύνολο 008 009
σύνολο επίσημων 156 179
Κατοχικών διοργανώσεων (π.χ 1943) 011 012
εγχώριων φιλικών 163 202
διεθνών φιλικών 034 056
ακυρωθέντες πρωταθλήματος Ελλάδας 0001 01
ΓΕΝΙΚΟ ΣΥΝΟΛΟ
σε Ολυμπιακό (18ετής θητεία 1931-1949)
364 450

πρόκειται για το 1-0 στον αγώνα ΟΣΦΠ-ΠΑΟ 2-1 για το Πανελλήνιο πρωτάθλημα 1932-33, ο οποίος ακυρώθηκε εξαιτίας διακοπής (η συμμετοχή προσμετράται κανονικά σε αυτές τελικής φάσης)

Κατέχει τη διάκριση του δεύτερου ερυθρόλευκου σκόρερ όλων των εποχών και λαμβάνοντας υπόψη τις επικρατούσες σήμερα συνθήκες στο άθλημα (επίτευξη λιγότερων τερμάτων, συχνότερες μεταγραφές), είναι βέβαιο πως θα παραμένει για όλη την ιστορία του συλλόγου.[3]

Μικτή Πειραιώς[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μόνιμο στέλεχος της μικτής Πειραιώς σε όλη την καριέρα του.

Εθνική Ελλάδας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στην εθνική Ελλάδας αγωνίστηκε 14 φορές και σημείωσε 4 τέρματα.

Προπονητική καριέρα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Την περίοδο 1955-56 διετέλεσε προπονητής της Ανόρθωσης Αμμοχώστου.[19][20][21] Το καλοκαίρι του 1956 η βρετανική διοίκηση της Κύπρου αρνήθηκε να ανανεώσει την άδεια παραμονής του και τον απέλασε.[19][22][21] Επέστρεψε στην Ανόρθωση την περίοδο 1959-1960. Την περίοδο εκείνη η Ανόρθωση κατέκτησε το πρωτάθλημα.[23][24] Ο Γιάννης Βάζος επέστρεψε στην Ελλάδα λίγο πριν την ολοκλήρωση του πρωταθλήματος λόγω προσωπικών δυσκολιών.[20]

Τίτλοι - διακρίσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ως ποδοσφαιριστής του Ολυμπιακού Πειραιώς

1933, 1934, 1936, 1937, 1938, 1947 και 1948
1947, όπου στο 5-0 επί του Ηρακλή πέτυχε το δεύτερο χατ τρικ στην ιστορία των τελικών του θεσμού (5ος μόλις παίκτης σε 76 αγώνες έως και το 2014)
1934, 1937, 1938, 1940, 1946, 1947, 1948 και 1949
  • 4 φορές αρχισκόρερ Πανελλήνιου πρωταθλήματος:
1933 (6 τέρματα), 1936 (12, με άλλους τρεις), 1937 (4 τέρματα) και 1947 (12 τέρματα)
  • 2 φορές αρχισκόρερ νοτίου ομίλου Πανελλήνιου πρωταθλήματος:
1934 (10 τέρματα) και 1939 (18, από κοινού με Μαρόπουλο)
  • δεύτερος σκόρερ όλων των εποχών για το σύλλογο, με 450 τέρματα σε 364 επίσημες και φιλικές αναμετρήσεις.[3]
- Εγώ τον αγαπώ, εγώ τον αγαπώ

τον πράσινο τον Πα...[25] τον Πανα-θη-να-ϊκό.
- Και για πε... και για πες μας πού τον βάζεις;
- Μες τα δί... μες τα δίχτυα εγώ τον βάζω,

γεια σου παι...γεια σου παικταρά[25] μου Βάζο

Σύνθημα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Βάζος αποτέλεσε τον πρώτο ποδοσφαιριστή έπειτα τους αδελφούς Ανδριανόπουλου ή Ανδριανοπουλαίους (ίσως και τον αμυντικό Φίλιππο Κουράντη), ο οποίος πρωταγωνίστησε σε σύνθημα της ερυθρόλευκης κερκίδας. Έχει καταγραφεί χαρακτηριστικά το εξής προπολεμικό:


Παραπομπές - σημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 "Η ζωή του Γιάννη Βάζου", Πάνος Μακρίδης-Σπύρος Καραθανάσης, έκδοση Αθλητικής Βιβλιοθήκης εφημερ. «ΑΘΛΗΤΙΚΗ ΗΧΩ», Αθήνα 1947, σελ. 3
  2. Άκης Στρατόπουλος (10 Αυγούστου 2015). «90 χρόνια Θρύλοι: Βάζος και Συμεωνίδης». www. sdna.gr. 
  3. 3,0 3,1 3,2 πρώτος ο Γιώργος Σιδέρης με 493 σε 519 εμφανίσεις
    ["Η ιστορία του Ολυμπιακού, με πλήρη στοιχεία 1925-2000 • 75 χρόνια θρύλου", Στάθης Αρβανίτης, Εκδόσ. Καστανιώτη, Αθήνα 2000, ISBN 960-0329-45-1, σελ. 34-37]
  4. η βιογραφία του τον Ιανουάριο 1947 αναφέρει δύο παιδιά, όντας όμως νεότατος τότε, ενδεχομένως να υπήρξαν μεταγενέστερα και άλλα
  5. στη βιογραφία του δεν γίνεται λόγος για τον τρόπο εξασφάλισης των πόρων εν μέσω Κατοχής, παρά μόνον ότι “Η κατάστασις όμως τότε ήταν τραγική στην Ελλάδα και ο Βάζος σαν νοικοκύρης και οικογενειάρχης, κοίταξε πώς να τα βολέψει καλύτερα έτσι που να κρατηθεί στη ζωή.” (σελ. 31)
  6. οι δύο τελευταίοι πρόκειται μάλλον για τα μελλοντικά στελέχη του Απόλλωνα Αθ., με τον Ανδρέα Χατζησάββα στους κορυφαίους σκόρερς Νοτίου ομίλου των Πανελλήνιων πρωταθλημάτων 1932-33, 1934-35 και μία φορά διεθνή το 1933, ως δεξιός ακραίος κυνηγός με κεντρικό τον Βάζο (Βουλγαρία-Ελλάδα 2-0)
  7. «Μες τα δίχτυα τον βάζω γεια σου παικταρά μου Βάζο». www. sdna.gr. 
  8. μάλλον δεν είναι τυχαία η αναστολή διεξαγωγής του Κυπέλλου από τη μεθεπόμενη χρονιά και έως το 1938
  9. ο μεγαλύτερος Γιάννης είχε εγκαταλείψει από το 1929
  10. Γιουκοσλαβία-Ελλάδα 5-3 και Ρουμανία-Ελλάδα 1-0
  11. 11,0 11,1 σύμφωνα τουλάχιστον με την πρώτη καταγραφή της ιστορίας του συλλόγου: "Αυτός είναι ο Ολυμπιακός • Η ένδοξη ιστορία του δημοφιλούς συλλόγου", Πάνος Μακρίδης - Ευάγγελος Φουντουκίδης, έκδοση εφημερ. «ΑΘΛΗΤΙΚΗ ΗΧΩ», Αθήνα 1957, σελ. 32
  12. Γιάννης Βάζος, βάση δεδομένων εθνικών ομάδων Ευρώπης eu-football.info
  13. "Αυτός είναι ο Ολυμπιακός", ό.π, σελ. 75
  14. άγνωστο εάν αργότερα μετείχε σε κάποιο φιλικό (δεν λαμβάνονται υπόψη οι συναντήσεις παλαιμάχων), με τον επίσημο Ολυμπιακό να μην προβαίνει πάντως σε αγώνα προς τιμήν του
  15. "Η ιστορία του Ολυμπιακού", ό.π, σελ. 259
  16. σε αμφότερες, συμπτωματικά, οι ερυθρόλευκοι μακριά από τις πρώτες θέσεις και πρωταθλητής ο Άρης
  17. 17,0 17,1 17,2 17,3 "Η ιστορία του Ολυμπιακού", ό.π, σελ. 23
  18. "Η ιστορία του Ολυμπιακού", ό.π, σελ. 35, 37, 71, 80, 259, 335 και 346
  19. 19,0 19,1 Μελετίου 2011, σελ. 277
  20. 20,0 20,1 Μελετίου 2011, σελ. 276
  21. 21,0 21,1 «Σαν σήμερα: Τα σημαντικότερα αθλητικά γεγονότα». 7 Ιανουαρίου 2018. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2 Αυγούστου 2022. Ανακτήθηκε στις 2 Αυγούστου 2022. 
  22. «Οι απελάσεις των Ελλαδιτών καθηγητών στα χρόνια της ΕΟΚΑ». 2 Απριλίου 2022. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2 Αυγούστου 2022. Ανακτήθηκε στις 2 Αυγούστου 2022. 
  23. «Οι προπονητές-πρωταθλητές». 23 Ιουλίου 2017. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 31 Ιουλίου 2022. Ανακτήθηκε στις 31 Ιουλίου 2022. 
  24. «Οι κυρίαρχοι του κυπριακού θρόνου». 8 Μαΐου 2016. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2 Αυγούστου 2022. Ανακτήθηκε στις 2 Αυγούστου 2022. 
  25. 25,0 25,1 και σε λιγότερο κόσμια εκδοχή σύμφωνα με το "Οι Κόκκινοι Βαρκάρηδες", Θανάσης Σκρουμπέλος, Εκδόσεις Τόπος, Αθήνα 2011, ISBN 960-6863-66-2, σελ. 10

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • "Η ζωή του Γιάννη Βάζου", Πάνος Μακρίδης-Σπύρος Καραθανάσης, έκδοση Αθλητικής Βιβλιοθήκης εφημερ. «ΑΘΛΗΤΙΚΗ ΗΧΩ», Αθήνα 1947
  • "Η ιστορία του Ολυμπιακού", Γιώργος Αλεξανδρής-Ηλίας Λέκκας, Εκδόσεις Γ.Χ Αλεξανδρή, Αθήνα 1996
  • "Θρύλος, πορεία μέσα στο χρόνο", συλλογικό έργο, Εκδόσεις Ηλιοτρόπιο, Αθήνα 1997, ISBN 960-3420-49-2
  • "Χρυσός θρύλος, η ένδοξη ιστορία του Ολυμπιακού • 1925-1997, 72 χρόνια δόξας", Ηλίας Λέκκας, Εκδόσεις Art Press, Αθήνα 1997
  • "Εθνική Ελλάδος • Πορεία μέσα στο χρόνο", Βαγγ. Μελέκογλου-Άγγ. Μενδρινός-Θοδ. Νταβέλος, Εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα 1995, ISBN 960-0210-82-9
  • "Ολυμπιακός • Ένα αρχείο, μία ιστορία", Βασίλης Α. Καρδάσης, Εκδόσεις Μίλητος, Αθήνα 1998, ISBN 960-8460-09-3
  • "Όλα για το ποδόσφαιρο • Αλμανάκ '91", συλλογικό έργο (δ/νση Ανδρέας Μπόμης), έκδοση περιοδ. «ΕΙΚΟΝΕΣ», Αθήνα 1991
  • Καρδάσης, Βασίλης Α. (2005). 80 χρόνια, 80 μορφές. Αθήνα: Εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα. ISBN 960-4420-21-6. 

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Μελετίου, Γιώργος (2011). Κυπριακό ποδόσφαιρο 1900-1960. Λευκωσία: Power Publishing. σελ. 276-277. ISBN 978-9963-688-87-6. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]