Απλόρρινοι

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Απλόρρινοι[1]
Κοινή Σκίουρος Μαϊμού (Saimiri sciureus - Σαϊμιρί το σκιουρίσιο)
Κοινή Σκίουρος Μαϊμού (Saimiri sciureus - Σαϊμιρί το σκιουρίσιο)
Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Ζώα
Συνομοταξία: Χορδωτά
Υποσυνομοταξία: Σπονδυλωτά
Ομοταξία: Θηλαστικά
Τάξη: Πρωτεύοντα
Υποτάξη: Απλόρρινοι (Haplorrhini)
Pocock, 1918
Οικογένειες

Καλλιτριχίδες (Callitrichidae)
Κηβίδες (Cebidae)
Αοτίδες (Aotidae)
Πιθηκιίδες (Pitheciidae)
Ατελίδες (Atelidae)
Κερκοπιθηκίδες (Cercopithecidae)
Υλοβατίδες (Hylobatidae)
Ανθρωπίδες (Hominidae)

Απλόρρινοι (υποτάξη: Haplorrhini) ονομάζεται ο βιολογικός κλάδος που περιλαμβάνει τους (προσιμιίδες) τάρσιους και όλες τις σιμιίδες. Οι σιμιίδες αποτελούνται από τους κατάρρινους (κερκοπιθηκοειδή και πίθηκοι, στους οποίους συγκαταλέγονται και οι άνθρωποι) και τους πλατύρρινους (μαϊμούδες Νέου Κόσμου).

Οι απλόρρινοι γενικά παρουσιάζουν λιγότερα πρωτόγονα χαρακτηριστικά συγκριτικά με τους στρεψίρρινους, την άλλη υπόταξη των πρωτευόντων από την οποία διαχωρίστηκαν 63 εκατομμύρια χρόνια πριν. Οι απλόρρινοι, συμπεριλαμβανομένων των τάρσιων, έχουν χάσει τους ενζυμικούς μηχανισμούς που παράγουν τη βιταμίνη C, ενώ οι στρεψίριννοι προσιμιίδες, όπως και οι περισσότερες τάξεις των Θηλαστικών, έχουν διατηρήσει αυτή τη λειτουργία και τη δυνατότητα παραγωγής βιταμίνης C.[2] Το άνω χείλος των απλόρρινων, το οποίο αντικατέστησε το αρχαίο ρινάριο (rhinarium) που εντοπίζεται ακόμα στους στρεψίρρινους, δεν συνδέεται άμεσα με τη μύτη τους ή τα ούλα τους, γεγονός που δίνει τη δυνατότητα στο πρόσωπο τους να πάρει πολλές διαφορετικές εκφράσεις. Το μέγεθος του εγκεφάλου τους αναλογικά με το μέγεθος του σώματος τους είναι πολύ μεγαλύτερο απ' ό,τι στους στρεψίρρινους, και η κυρίαρχη αίσθηση τους είναι η όραση. Τα περισσότερα είδη είναι ημερόβια (με εξαίρεση τους νυκτόβιους τάρσιους και τις νυχτερινές μαϊμούδες). Τα χέρια και τα πόδια τους είναι καλά προσαρμοσμένα κυρίως για την κίνηση, όπως τα αγκιστρωτά χέρια των γιββώνων και των ουρακοτάγκων, ή τα ανθρώπινα ιδιαίτερα προσαρμοσμένα πόδια για την δίποδη κίνηση.

Οι σιμιίδες έχουν μονο-θάλαμες μήτρες. Οι τάρσιοι έχουν έχουν δικέρατες μήτρες όπως οι στρεψίρρινοι. Τα περισσότερα είδη γεννούν συνήθως ένα μικρό, αν και οι μαρμοζέτες και οι ταμαρίνοι γεννούν πιο συχνά δίδυμα ή τρίδυμα. Παρά τις παρόμοιες περιόδους κύησης, τα νεογέννητα των απλόρρινων είναι σχετικά μεγαλύτερα από αυτά των στρεψίρρινων, και έχουν μεγαλύτερο χρόνο εξάρτησης από της μητέρες τους. Η διαφορά σε μέγεθος και χρόνο εξάρτηση οφείλεται πιθανότατα στην αρκετά πολύπλοκη συμπεριφορά τους.

Ταξινομία και εξέλιξη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι Απλόρρινοι και ο κλάδος Στρεψίρρινοι, διαχωρίστηκαν 63 εκατομμύρια χρόνια πριν. Περίπου 5 εκατομμύρια χρόνια αργότερα (58 εκατομμύρια χρόνια πριν), ένα αρκετά μικρό εξελικτικό διάστημα, η ανθυποτάξη Ταρσιόμορφα, η μόνη σωζόμενη οικογένεια των οποίων είναι αυτή των τάρσιων (Ταρσιίδες), διαχωρίστηκε από τους άλλους απλόρρινους. Αυτό εξηγεί πως γίνεται οι προσιμιίδες ταρσίοι να έχουν χαρακτηριστικά που θα μπορούσε κάποιος να τις κατατάξει στους στρεψίρρινους.

Ο άλλος κλάδος, τα Σιμιόμορφα, διαιρέθηκαν σε δύο μικροτάξεις: τους Πλατύρρινους (μαϊμούδες Νέου Κόσμου) και τους Κατάρρινους (κερκοπιθηκοειδή (μαϊμούδες Παλαιού Κόσμου) και πίθηκοι). Οι πλατύρρινοι διαχωρίστηκαν από την πορεία των κατάρρινων περίπου 40 εκατομμύρια χρόνια πριν, και στη συνέχεια οι πίθηκοι διαχωρίστηκαν από τα κερκοπιθηκοειδή περίπου 25 εκατομμύρια χρόνια πριν.

Όσο αφορά τις θυγατρικές προγονικές ομάδες του σύγχρονου ανθρώπου, οι άνθρωποι και οι αφανισμένες δίποδες ανθρωπίδες, (συμπεριλαμβανομένων των αυστραλοπιθηκίνων, του Kenyanthropus platyops και μερικών άλλων) -ταξινομούνται μαζί στο φύλο Ανθρωπίνοι. Οι Ανθρωπίνες μαζί με τους πιθήκους που περπατάνε στηριζόμενοι στις αρθρώσεις των δακτύλων αποτελούν τους μεγάλους πιθήκους, ή αλλιώς την οικογένεια Ανθρωπίδες, και μοιράζονται συγκεκριμένα χαρακτηριστικά ενδεικτικά αυτού του κλάδου. Παρομοίως, όλοι οι πίθηκοι, ανεξάρτητα από το μέγεθος τους, αφανισμένοι ή σωζόμενοι, (συμπεριλαμβανομένων των ανθρώπων), μοιράζονται όλα τα καθοριστικά βιολογικά χαρακτηριστικά των Απλόρρινων γενικότερα, και των Κατάρρινων συγκεκριμένα, και είναι επίσης μέλη αυτών των κλάδων.

Η λίστα που ακολουθεί δείχνει τις οικογένειες των Απλόρρινων και τη θέση τους μέσα στην τάξη Πρωτεύοντα:[1][3]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 Groves, C. (2005). Wilson, D. E.· Reeder, D. M., επιμ. Mammal Species of the World (3η έκδοση). Baltimore: Johns Hopkins University Press. σελίδες 127–184. ISBN 0-8018-8221-4. OCLC 62265494. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 28 Μαΐου 2013. Ανακτήθηκε στις 22 Δεκεμβρίου 2010. 
  2. Pollock, J. I.; Mullin, R. J. (1987). «Vitamin C biosynthesis in prosimians: Evidence for the anthropoid affinity of Tarsius». American Journal of Physical Anthropology 73 (1): 65–70. doi:10.1002/ajpa.1330730106. PMID 3113259. 
  3. Rylands AB· Mittermeier RA (2009). «The Diversity of the New World Primates (Platyrrhini)». Στο: Garber PA· Estrada A· Bicca-Marques JC· Heymann EW· Strier KB. South American Primates: Comparative Perspectives in the Study of Behavior, Ecology, and Conservation. Springer. ISBN 978-0-387-78704-6. 

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]