Αντίληψη

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ο κύβος του Νέκερ και το βάζο του Ρούμπιν μπορούν να γίνουν αντιληπτά με παραπάνω από έναν τρόπους.

Αντίληψη (perception, Wahrnehmung) καλείται στην ψυχολογία μια σύνθετη και πολύπλοκη λειτουργία τού ψυχοφυσικού οργανισμού, που αυτόματα (μέσω δυναμικής αλληλοσυσχέτισης των μηνυμάτων τής εμπειρίας) μέσα στα αρμόδια εγκεφαλικά κέντρα αναγνωρίζει, ερμηνεύει άμεσα και αποδίδει νόημα ―με τη βοήθεια της νόησης (συλλαμβάνοντας απόψεις, ιδιότητες, ποιότητες ή σχέσεις των αντικειμένων μεταξύ τους), της διανοητικής ανάπτυξης, του συναισθήματος (διαθέσης) και της προηγούμενης εμπειρίας (μάθησης) τού ατόμου― στα αισθητηριακά δεδομένα, δηλ. τα αισθήματα (που προέρχονται είτε από εξωτερικά/περιβαλλοντικά, είτε από οργανικά ή του κεντρικού νευρικού μας συστήματος ερεθίσματα) ανάλογα με το γνωσιακό σχήμα του, οργανώνοντάς τα έτσι σε μια ολότητα ως κάτι το συγκεκριμένο.

Η χρησιμότητα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η αντίληψη, που οπωσδήποτε συνιστά μια βασική πηγή συνειδητής γνώσης (ενημέρωσης) τού κόσμου, απαραίτητη για την παροχή σημάτων αναγκαίων για τον ορθό προσανατολισμό τού ατόμου στο περιβάλλον και απαραίτητη για την παραγωγή αντίστοιχων τρόπων συμπεριφοράς, μπορεί να διαταραχθεί, αλλοιώνοντας την εικόνα τής πραγματικότητας (βλ. ψευδαισθήσεις, ψευδοψευδαισθήσεις, παραισθήσεις), κυρίως σε περιπτώσεις είτε αισθητηριακής (πληροφοριακής) αποστέρησης ή υπερτροφοδότησης (υπερφόρτωσης), είτε βλαβών τού Κεντρικού Νευρικού Συστήματος.

Στη φιλοσοφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Φιλοσοφικά, η αντίληψη διακρίνεται α) στη σύλληψη (conception, Konzeption), δηλ. τη σύνθεση μιας παράστασης ή τον σχηματισμό μιας έννοιας, β) στην κοινή αίσθηση ή αντίληψη (common sense, Gemeinsinn), κατ’ Αριστοτέλη, που συντονίζει ―μέσω τής (κοινής) λογικής (λόγου)― τα ιδιαίτερα αισθήματα κάθε ειδικής αίσθησης, αναφέροντάς τα σε ένα και το αυτό αντικείμενο και παρέχοντάς μας έτσι την ενιαία παράστασή του, γ) στην κοινή αντίληψη με την έννοια κάποιων γενικά παραδεκτών γνωμών μέσα σε ένα δεδομένο χωροχρονικά περιβάλλον, και δ) στην ορθή ή υγιή αντίληψη με την έννοια τής ικανότητας του (κοινού) λόγου να κρίνουμε σωστά (δηλ. με μέτρο), διακρίνοντας το αληθινό από το εσφαλμένο. Πάντως, η αισθησιοκρατική ή εμπειριοκρατική Γνωσιολογία θεωρεί την κατ’ αίσθηση αντίληψη ως την αφετηρία, το θεμέλιο και το κριτήριο κάθε γνώσης.

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Τσιτσίγκος Σ. Κ., «Αντίληψη», Μεγάλη Ορθόδοξη Χριστιανική Εγκυκλοπαίδεια, τ. Β’, Lalande A. *Λεξικόν τής Φιλοσοφίας, εκδ. ΠΑΠΥΡΟΣ, Αθήναι 1955, Θεοδώρου Ε.
  • «Αντίληψις», ΘΗΕ (1963) 869, Μελανίτης Ν. Γ., Η μάθησις κατά τας αρχαίας ελληνικάς, τας μεταγενεστέρας και τας συγχρόνους αντιλήψεις, εν Αθήναις 1970
  • Μαντωνάκης Ι., «Διαταραχές τής Αντίληψης», στο: Γ. Ν. Χριστοδούλου κ.ά., Ψυχιατρική, τ. Α’, σ. 148-155, Αθήνα 2002 (ανατύπωση)
  • Τομασίδης Χ. Χ., Εισαγωγή στην Ψυχολογία, Αθήνα 2002.
  • Παπαδόπουλος Ν. Γ., Λεξικό τής Ψυχολογίας, Αθήνα 2005.
  • Sternberg R. J., Γνωστική Ψυχολογία, εκδ. ΑΤΡΑΠΟΣ, Αθήνα 2007.
  • Τσιτσίγκος Σ. Κ., Θέματα Ψυχολογίας τής Θρησκείας, Θεσσαλονίκη 2007.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]