Αμαζόνες

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Αμαζόνες
Αμαζόνα
ΟνομασίαΑμαζόνες
Commons page Σχετικά πολυμέσα
δεδομένα

Οι Αμαζόνες ήταν φυλετική ομάδα κυνηγών και πολεμιστών της Ευρασίας που ανήκαν στην ομάδα νομαδικών φυλών που οι Έλληνες ονόμαζαν γενικά Σκύθες. Αποτέλεσαν έμπνευση για τη δημιουργία του μύθου των Αμαζόνων, ενός μυθικού λαού που αποτελούνταν αποκλειστικά από πολεμίστριες γυναίκες.

Χαρακτηριστικά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα βασικά χαρακτηριστικά αυτής της φυλετικής ομάδας ήταν ότι είχε κατά βάση πολεμική κοινωνική οργάνωση και ότι οι γυναίκες απολάμβαναν μεγάλο βαθμό ελευθερίας και ισότητας. Αυτό το τελευταίο χαρακτηριστικό εντυπωσίασε τόσο πολύ τους Έλληνες που δημιούργησαν τον μύθο των Αμαζόνων σύμφωνα με τον οποίον ο λαός αυτός αποτελούνταν αποκλειστικά από γυναίκες που ζούσαν χωρίς άντρες και ήταν άρτια εκπαιδευμένες στρατιωτικά ενώ ζούσαν νομαδικά και αγαπούσαν πολύ τα άλογα και το κυνήγι. Σύμφωνα με τον μύθο, οι πολεμίστριες Αμαζόνες κατάγονταν από τον θεό του πολέμου Άρη και τη νύμφη Αρμονία, ή κατά άλλη εκδοχή τη θεά Άρτεμη ή την Αθηνά. Η Άρτεμις, θεά του κυνηγιού, της ελεύθερης ζωής στη φύση και της άρνησης του γάμου, ήταν η θεότητα που λάτρευαν κατά κύριο λόγο και προς τιμήν της χόρευαν πυρρίχιους πολεμικούς χορούς. Λάτρευαν επίσης και τη θεά Κυβέλη στην οποία θυσίαζαν άλογα.

Ο Πλάτωνας στην Πολιτεία χρησιμοποίησε το παράδειγμα των μυθικών Αμαζόνων ως επιχείρημα για τη συμμετοχή των γυναικών στον στρατό ενώ ο Αριστοφάνης εμπνεύστηκε από αυτές για να γράψει τη Λυσιστράτη και τις Εκκλησιάζουσες.

Οι μυθολογικές Αμαζόνες γοήτευσαν όχι μόνο τους αρχαίους Έλληνες, που δημιούργησαν πολλά έργα τέχνης και ιστορίες σχετικά με αυτές, αλλά και ολόκληρο τον δυτικό κόσμο που συνέχισε να ασχολείται και να εμπνέεται από αυτές μέχρι και τις ημέρες μας. Σήμερα όταν μιλάμε για Αμαζόνες εννοούμε συνήθως τις μυθολογικές γυναίκες πολεμίστριες της ελληνικής φαντασίας.

Λαός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η αρχαιότερη γραπτή αναφορά του ονόματος Αμαζόνες γίνεται στην Ιλιάδα όπου ο Όμηρος μιλάει για «Αμαζόνες αντιάνειραι».[1] Ο πληθυντικός θεωρείται ότι δεν υποδήλωνε απαραίτητα γυναίκες, αλλά έναν ολόκληρο λαό, όπως για παράδειγμα οι Μυρμιδόνες, οι Τρώες, οι Έλληνες ή οι Πέρσες. Οι αρχαίοι Έλληνες, όταν ήθελαν να υποδηλώσουν ομάδες γυναικών δεν χρησιμοποιούσαν την κατάληξη –ες, αλλά συνήθως την κατάληξη –αι, π.χ. «νύμφαι» ή «Τρωοίαι» (γυναίκες της Τροίας). Οι λαοί αυτοί που ονομάζονταν «Αμαζόνες» από τον Όμηρο, χαρακτηρίζονταν από το ότι συμπεριλάμβαναν στον στρατό τους γυναίκες.[2] Αυτό το χαρακτηριστικό έκανε τόσο μεγάλη εντύπωση στους Έλληνες που από κάποιο σημείο και μετά αγνόησαν τα πάντα εκτός από αυτές τις τρομερές γυναίκες και κατέληξαν να θεωρούν τις Αμαζόνες ως γένος αποκλειστικά γυναικών ενώ γενικά οι νομαδικοί λαοί της Ευρασίας πήραν το όνομα Σκύθες.[1][3]

Το επίθετο «αντιάνειραι», που πολλοί το έχουν ερμηνεύσει ως «δολοφόνοι των αντρών» ή «εκείνες που μισούν τους άντρες» ή «αντίθετες προς τους άντρες», επειδή είναι διατυπωμένο στο θηλυκό γένος, για ορισμένους είναι η απόδειξη ότι οι Αμαζόνες ήταν αποκλειστικά γυναίκες. Όμως η πρόθεση «αντί» δεν υποδήλωνε την εποχή του Ομήρου αντίθεση όπως σήμερα, αλλά ομοιότητα και συγγένεια. Οι «αντιάνειραι» δεν ήταν γυναίκες αντίθετες προς τους άντρες αλλά ίσες ή ταιριαστές με εκείνους. Χαρακτηριστικό είναι ότι Αντιάνειρα ονομάζεται και μία βασίλισσα των Αμαζόνων και το όνομά της δεν δηλώνει αντίθεση ή μίσος για τους άντρες, αλλά ότι οι πολεμικές της ικανότητες ήταν ίσες με εκείνες ενός άντρα.[4] Αντίθετα, οι θεές Αθηνά και Άρτεμις, που δεν δίσταζαν να σκοτώσουν όποιον άνδρα θεωρούσαν ότι άξιζε τέτοια τύχη, ονομάζονταν συχνά «ανδροκτόναι» και όχι «αντιάνειραι». Το γεγονός ότι το επίθετο «αντιάνειραι» είναι θηλυκού γένους δεν σημαίνει ότι οι Αμαζόνες ήταν όλες γυναίκες, αλλά επειδή το πιο εντυπωσιακό και χαρακτηριστικό στοιχείο αυτού του λαού ήταν οι πολεμίστριες γυναίκες, το επίθετο χρησιμοποιείται για να μιλήσει συγκεκριμένα για αυτές. Το ίδιο κάνουμε και στα νέα ελληνικά αν προσπαθήσουμε να το διατυπώσουμε με τον ίδιο τρόπο: Οι (άντρες και γυναίκες) Αμαζόνες στους οποίους οι γυναίκες είναι ισότιμες (θηλυκό γένος) με τους άντρες.[1]

Σταδιακά και με το πέρασμα του χρόνου οι Έλληνες άρχισαν να θεωρούν ότι οι Αμαζόνες αποτελούνταν αποκλειστικά από γυναίκες και δημιούργησαν μία σειρά από μύθους γύρω από αυτόν τον υποτιθέμενο αποκλειστικά γυναικείο λαό.

Όρος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Συνάντηση του Μ. Αλέξανδρου με τη βασίλισσα των Αμαζόνων
Συνάντηση του Μεγάλου Αλεξάνδρου με τη βασίλισσα των Αμαζόνων.

Η προέλευση του ονόματος Αμαζόνες δεν είναι σαφής και χάνεται στο παρελθόν. Δεν είναι γνωστό αν η λέξη είναι καθαρά ελληνική ή πρόκειται για εξελληνισμένη λέξη που προέρχεται από την Ευρασία, τον τόπο καταγωγής των Αμαζόνων.

Σύμφωνα με την πιο διαδεδομένη εκδοχή, το όνομα «Αμαζόνες» προέρχεται από το στερητικό άλφα και τη λέξη μαζός που σημαίνει μαστός, επειδή σύμφωνα με μια θεωρία ακρωτηρίαζαν ή συνέθλιβαν το δεξί στήθος τους για να διευκολύνουν το χειρισμό του τόξου. Αυτό βέβαια δεν μπορεί να είναι αλήθεια γιατί οι μαστοί δεν εμποδίζουν με κανέναν τρόπο την αποτελεσματική χρήση του τόξου. Άλλωστε οι Αμαζόνες ήταν ένα από τα αγαπημένα θέματα των Ελλήνων καλλιτεχνών και τις έχουν απεικονίσει αμέτρητες φορές, αλλά ποτέ δεν τις έχουν εμφανίσει με έναν μαστό. Αν δεχτούμε ως πιθανά σωστή αυτή την ερμηνεία τότε η αφαίρεση του μαστού ήταν απλά μια ποιητική εφεύρεση για να υποδηλωθεί ότι οι Αμαζόνες, που μάχονταν και ζούσαν σαν άνδρες, δεν ήταν απόλυτα γυναίκες, αλλά κατά κάποιον τρόπο ήταν «μισοί άνδρες».[1][3][5] Παρά το γεγονός ότι αυτή η εξήγηση είναι η λιγότερο πιθανή είναι ταυτόχρονα και εκείνη που επαναλαμβάνεται πιο συχνά λόγω της μυθολογίας που δημιουργεί γύρω από τις Αμαζόνες ως σκληρές πολεμίστριες.

Μία άλλη ερμηνεία είναι εκείνη του a – maza, δηλαδή «χωρίς σιτηρά» γιατί οι νομαδικοί λαοί από τους οποίους προέρχονταν οι Αμαζόνες δεν έτρωγαν σιτηρά, αλλά τρέφονταν κυρίως με κρέας και γάλα αλόγου.[1]

Μία τρίτη ερμηνεία είναι εκείνη του ama – zonai, που σημαίνει «εκείνες που φοράνε ζώνες». Φυσικά δεν πρόκειται για απλές ζώνες αλλά για «ζωστήρες», ένα συγκεκριμένο κομμάτι πολεμικής εξάρτυσης που φορούσαν και οι Έλληνες. Με αυτό το όνομα υποδηλώνονταν το γεγονός ότι οι γυναίκες αυτές φορούσαν πλήρη πολεμική εξάρτυση και υπογραμμίζεται η πολεμική τους διάσταση.[1][3][6] Άλλωστε ένας από τους άθλους του Ηρακλή ήταν να αποκτήσει τη ζώνη της αμαζόνας βασίλισσας Ιππολύτης. Αν επρόκειτο απλά για μία γυναικεία ζώνη θα ήταν δύσκολο να θεωρηθεί «άθλος» η απόκτησή της.

Υπάρχουν κι άλλες ερμηνείες από τα αρχαία περσικά, τα εβραϊκά, τα μογγολικά, τα γοτθικά, τα σανσκριτικά, τα αρμενικά, τα φοινικικά, και τα σλαβικά. Ανάμεσα τους υπάρχουν οι εξής: Απρόσιτη, χωρίς άνδρα, έντιμη, που ζουν μαζί, μόνο γυναίκες, πολεμίστρια, νέα, ισχυρή, πεσούσα γυναίκα, εξαίρετη γυναίκα, παρθένα, παιδί της θεάς Σελήνης, μητέρα αρχόντισσα, ανδροπρεπής γυναίκα. Καμία ερμηνεία όμως δεν έχει αποδειχθεί μέχρι σήμερα.

Καταγωγή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αρχαίο ρωμαϊκό μωσαϊκό που απεικονίζει μια έφιππη αμαζόνα.

Σύμφωνα με τη σύγχρονη έρευνα, οι νομαδικές φυλές από τις οποίες εμπνεύστηκαν οι αρχαίοι Έλληνες για να δημιουργήσουν τον μύθο των Αμαζόνων ζούσαν στην ευρύτερη περιοχή που εκείνοι ονόμαζαν Σκυθία.[1][3] Η Σκυθία των αρχαίων Ελλήνων ήταν μια σχετικά απροσδιόριστη και αχανής περιοχή που εκτείνονταν από τη Θράκη, την Ιλλυρία και τη Μαύρη Θάλασσα, συμπεριλάμβανε τις στέπες της Ευρασίας και κατέληγε μέχρι την Κίνα. Όλοι ο νομαδικοί λαοί που ζούσαν εκεί ονομάζονταν συλλογικά από τους Έλληνες, Σκύθες. Οι Πέρσες τους αποκαλούσαν Σάκα και οι Κινέζοι Ζιόνγκνου ή Γιουέζι ή Ζιανμπέι.[1] Δεν είναι τυχαίο που οι Αμαζόνες δεν εμφανίζονται μόνο σε ελληνικούς μύθους αλλά και στους μύθους των λαών που ζούσαν σε αυτές τις περιοχές. Σύμφωνα με τον Ισοκράτη η Αθήνα είχε τρεις μεγάλους εχθρούς: τους Θράκες, τους Πέρσες και τους «Σκύθες που ηγούνται από τις Αμαζόνες». Ο Διόδωρος ο Σικελός συνδέει επίσης τις Αμαζόνες με τους Σάκα-Σκύθες και αναφέρει την ιστορία της Ζαρίνα που ηγήθηκε του πολέμου των Σκυθών ενάντια στους εχθρούς τους η οποία, όπως λέει ο ίδιος, δεν ήταν σε καμία περίπτωση εξαίρεση.[1]

Σύμφωνα με τους αρχαίους Έλληνες οι μυθολογικές Αμαζόνες είχαν πολλές καταγωγές. Ο Όμηρος στην Ιλιάδα τις τοποθετεί στη Φρυγία και τη Λυκία ενώ ο Ευριπίδης στον Πόντο. Ο Αισχύλος στο έργο του Προμηθέας Δεσμώτης προέβλεψε ότι οι Αμαζόνες τελικά θα εγκαθίσταντο στην πόλη του Ευξείνου Πόντου, Θεμίσκυρα, που βρισκόταν κοντά στον ποταμό Θερμόδοντα. Σύμφωνα με τον Διόδωρο τον Σικελιώτη η αμαζόνα Πυθόδορις, μία γυναίκα «εξαιρετικής ευφυΐας, δύναμης και πολεμικής ικανότητας», εκπαίδευσε μία ομάδα γυναικών και υποδούλωσε μία μεγάλη περιοχή στην Εύξεινο Πόντο όπου και ίδρυσε τα Θεμίσκυρα. Υπό την ηγεσία αυτής της «μεγαλόψυχης ηγεμόνισσας που ήταν πολύ αγαπητή στους υπηκόους της, τα νεαρά κορίτσια εκπαιδεύονταν στο κυνήγι και έκαναν πολεμικές ασκήσεις κάθε μέρα».[1]

Οι Αμαζόνες, σύμφωνα με τους Έλληνες, έκαναν πολλές επιδρομές στις γειτονικές χώρες αλλά και μακρύτερα, κτίζοντας ταυτόχρονα και καινούριες πόλεις. Η Έφεσος για παράδειγμα, που φιλοξενούσε τον ναό της Άρτεμης, της προστάτιδας των Αμαζόνων, θεωρείται ότι ήταν αμαζονική πόλη. Το ίδιο και η Κολχίδα. Στα μετέπειτα χρόνια οι Έλληνες πήγαν να ψάξουν το βασίλειό τους, αλλά δεν το βρήκαν στη συγκεκριμένη περιοχή, γεγονός που επιβεβαιώνει ότι οι Αμαζόνες ήταν κατά βάση νομαδικός λαός και μετακινούνταν συνεχώς. Ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι κατέφυγαν σε βορειότερες περιοχές (στο βόρειο Καύκασο) μετά την ήττα τους από τον Ηρακλή, ο οποίος σε έναν άθλο του έπρεπε να κλέψει τη ζώνη της βασίλισσας των Αμαζόνων, Ιππολύτης. Ο Στράβωνας αναφέρει ως τόπος καταγωγής τους τον Πόντο, την Κολχίδα και τον Καύκασο. Γενικά πάντως, βασίλεια των Αμαζόνων θεωρούνταν ότι υπήρχαν σε πολλές περιοχές του κόσμου, ακόμα και νοτιότερα, π.χ. στη Λιβύη.

Αν και η ακριβής τοποθεσία της υποτιθέμενης πατρίδας των Αμαζόνων ήταν ασαφής ακόμα και για τους αρχαίους Έλληνες το σημαντικό είναι ότι πάντα θεωρούνταν "εκτός του πολιτισμένου κόσμου" στον οποίο κατοικούσαν οι Έλληνες.[7]

Γλώσσα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα περισσότερα ονόματα Αμαζόνων που γνωρίζουμε σήμερα είναι ελληνικά, αλλά αυτό οφείλεται στο ότι αυτές οι γυναίκες έγιναν γνωστές από ελληνικούς μύθους και τα ονόματά τους ή έχουν εξελληνιστεί ή έχουν εφευρεθεί από τους Έλληνες. Πολλές Αμαζόνες όμως έχουν ονόματα που δεν μπορούν να ερμηνευθούν ως ελληνικά αλλά προέρχονται από τις ιρανικές γλώσσες ή τις γλώσσες του Καυκάσου, δηλαδή τις γλώσσες που μιλούσαν οι Σκύθες. Είναι λογικό να υποθέσουμε ότι οι Αμαζόνες μιλούσαν «σκυθικά», δηλαδή όλο αυτό το συνονθύλευμα γλωσσών της Ευρασίας. Σήμερα Ρωμαίικα μιλούν μόνο μερικές χιλιάδες άνθρωποι που ζουν στα βουνά της Μαύρης Θάλασσας οι περισσότεροι από τους οποίους είναι ηλικιωμένες γυναίκες.[1] Παρόλα αυτά, διάφορες άλλες θεωρίες, μία εκ των οποίων χρησιμοποίησε και στο βιβλίο του ο Στίβεν Πρέσσφιλντ Οι τελευταίες Αμαζόνες, θεωρούν ότι οι αμαζόνες μιλούσαν πελασγικά.

Κοινωνία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αμαζόνα με παντελόνι και ασπίδα, αττικό αλάβαστρο, περίπου 470 π.Χ., Βρετανικό Μουσείο

Οι Αμαζόνες ως μυθολογικός λαός αποκλειστικά γυναικών πολεμιστών θεωρούνταν ότι ζούσαν σε κοινωνίες που υπογράμμιζαν τον αντισυμβατικό τρόπο ζωής τους και συχνά οι θεωρίες σχετικά με τις κοινωνίες τους και τις σχέσεις τους με τους άντρες έφταναν σε σημείο υπερβολής. Ορισμένοι θεωρούσαν ότι στην πατρίδα των Αμαζόνων άνδρες δεν επιτρέπονταν καθόλου. Ο Ηρόδοτος («Ιστορίαι» ββλ. ΙV) περιγράφει τις Αμαζόνες σαν έθνος γυναικών ανελέητο και διαστροφικό. Οι γυναίκες έμεναν μόνες από πεποίθεση και συνευρίσκονταν με άντρες από γειτονικές φυλές μόνο για να τεκνοποιήσουν μία φορά το χρόνο σαν τα ζώα. Κατά την παράδοση οι Γαργαρείς συνευρίσκονταν κάθε άνοιξη με τις Αμαζόνες, που κατοικούσαν σε κοντινή περιοχή, «τεκνοποιίας χάριν, αφανώς τε και εν σκότει ο τυχών τη τυχούση» (Στράβων, ΙΑ΄ 504). Τα παιδιά που γεννιούνταν από τις συναντήσεις αυτές, αν ήταν κορίτσια τα κρατούσαν οι Αμαζόνες, ενώ αν ήταν αγόρια τα έδιναν στους Γαργαρείς. Αποκαλούνταν «παρθένες ατρόμητες στη μάχη», γεγονός που οδήγησε ορισμένους να θεωρήσουν ότι δεν είχαν καθόλου σεξουαλικές σχέσεις με άντρες,[6] αλλά στην αρχαιότητα «παρθένος» δεν θεωρούνταν μία άπειρη σεξουαλικά γυναίκα, αλλά κάθε σεξουαλικά ενεργή γυναίκα που δεν είχε παντρευτεί.[1] Ως πηγή της πεποίθησης ότι οι Αμαζόνες δεν είχαν σεξουαλικές σχέσεις με άνδρες ήταν ίσως το γεγονός ότι σε πολλές νομαδικές φυλές της Ευρασίας οι γυναίκες δεν επιτρεπόταν να παντρευτούν παρά μόνο εφόσον αποδείκνυαν την αξία τους στο πεδίο της μάχης. Κάποιες μάλιστα επέλεγαν να μην παντρευτούν ποτέ. Συνηθισμένο επίσης ήταν για έναν άντρα που ήθελε να παντρευτεί μία γυναίκα να πρέπει να τη νικήσει πρώτα στην πάλη, κάτι που δεν ήταν καθόλου εύκολο δεδομένης της στρατιωτικής εκπαίδευσης των γυναικών. Για παράδειγμα, οι Μογγόλοι μιλούν για τις θρυλικές παλαίστριές τους, όπως ήταν η Χουτουλούν, που δεν ηττήθηκε από κανένα.[3]

Από αυτή την «παρθενική» ζωή των Αμαζόνων προέκυψε και η πεποίθηση ότι ήταν ομοφυλόφιλες,[1][6] Αυτή όμως η θεώρηση είναι μια όχι αποδεδειγμένη εξήγηση του 20ού αιώνα.[8] Κανένας αρχαίος συγγραφέας δεν υπονόησε κάτι τέτοιο, ούτε καν οι Ρωμαίοι που δεν δίστασαν ποτέ να αναφερθούν εκτενώς σε ομοερωτικες σεξουαλικές προτιμήσεις αντρών και γυναικών. Μόνο τρεις Αμαζόνες, η Αλκίππη, η Σινώπη και η Ωρείθυια, είχαν ορκιστεί αιώνια αγνότητα και γι΄αυτόν τον λόγο θεωρούνταν εξαιρέσεις.[1]

Προκειμένου να εξηγήσουν το πώς αναπαράγονταν ένα αμιγώς γυναικείο έθνος όπως θεωρούσαν ότι ήταν οι Αμαζόνες, οι αρχαίοι Έλληνες έδιναν διάφορες εξηγήσεις. Κάποιοι έλεγαν ότι δύο μήνες την άνοιξη πήγαιναν και έμεναν με έναν γειτονικό αρσενικό λαό, τους Γαργαρείς, που κατοικούσαν στον Καύκασο. Από τα παιδιά που γεννιούνταν, κρατούσαν μόνο τα θηλυκά. Τα αρσενικά ή τα σκότωναν, σύμφωνα με την εκδοχή κάποιων, ή τα έστελναν στους πατέρες τους. Για την προστασία του κράτους τους ήταν όλες τους εξασκημένες στη χρήση τόξου και ξίφους, και θεωρούνταν μάλιστα ισάξιες με πολεμιστές άνδρες, για το θάρρος τους και την ικανότητά τους. Σε άλλα κράτη, ίσως και να επέτρεπαν την παρουσία ανδρών, αλλά δεν τους επέτρεπαν να έχουν σημαντικές θέσεις.

Στην πραγματικότητα οι νομαδικές φυλές της Σκυθίας ήταν οργανωμένες αρκετά διαφορετικά. Οι Σκύθες ζούσαν κυριολεκτικά από τα άλογα τα οποία χρησιμοποιούσαν ως υποζύγια και πολεμικά άτια αλλά και ως κύρια πηγή τροφής καθώς παρείχαν κρέας και γάλα. Η χρήση του αλόγου στον πόλεμο λειτούργησε ως «εξισορροπητής» των ικανοτήτων των αντρών και των γυναικών που μπορούσαν να συμμετέχουν στον πόλεμο χωρίς να χρειάζεται να πολεμούν σώμα με σώμα με τον εχθρό. Αντίθετα πολεμούσαν εξ αποστάσεως με τόξα και με γρήγορες επιθέσεις με τα άλογα. Με αυτόν τον τρόπο οι γυναίκες μπορούσαν να είναι εξίσου γρήγορες και θανατηφόρες με τους άντρες. Σύμφωνα με τους αρχαιολόγους μία στις τρεις ή τέσσερις γυναίκες ήταν ενεργή πολεμίστρια που πέθαινε στο πεδίο της μάχης και θαβόταν με τα όπλα της.[1] Πάντως, ανεξάρτητα από το αν οι σκληρές συνθήκες ζωής αυτών των φυλών εξανάγκαζαν τις γυναίκες να ζουν «σαν άντρες», πουθενά δεν προκύπτει ότι μισούσαν τους άνδρες ή ότι τους μάχονταν αναίτια. Αντίθετα αυτές οι κοινωνίες χαρακτηρίζονταν από μεγάλο βαθμό ισότητας και αμοιβαίας συνεργασίας ανάμεσα στα φύλα και οι γυναίκες δεν χρειάζονταν να εγκαταλείψουν τη μητρότητα, το σεξ, τη συντροφικοτητα ή τη θηλυκότητά τους.[1][9]

Η λεπτομέρεια ότι σκότωναν τα αρσενικά παιδιά τους ή εναλλακτικά ότι τα έστελναν να μεγαλώσουν με τον πατέρα τους ίσως να προέκυψε από τη συνήθεια των Σκυθών να στέλνουν από μικρά τα αγόρια να μεγαλώσουν σε άλλες οικογένειες ως μία μορφή «αρραβώνα». Για τις νομαδικές αυτές φυλές που αντιμετώπιζαν έντονα τον κίνδυνο της ενδογαμίας, αυτή η τακτική εξασφάλιζε την τεκνοποιία με μέλη διαφορετικών φυλών. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι Μογγόλοι (που κατάγονται από τις νομαδικές φυλές που συλλογικά ονομάστηκαν Σκύθες) εφαρμόζουν μέχρι και σήμερα αυτήν την πρακτική της μεταστέγασης των αγοριών λόγω «αρραβώνα».[8] Ακόμα και ο Τζένγκις Χαν «αρραβωνιάστηκε» με αυτόν τον τρόπο. Οι φυλές των Σκυθών βρίσκονταν συνεχώς σε κίνηση και σε πόλεμο με αποτέλεσμα η ζωή τους να είναι εξαιρετικά δύσκολη. Αυτό είχε σαν συνέπεια να χρειάζεται να εκμεταλλευθούν για την επιβίωσή τους κάθε μέλος της φυλής. Τόσο τα κορίτσια όσο και τα αγόρια εκπαιδεύονταν ως πολεμιστές από μικρά και ντύνονταν με τα ίδια ρούχα ενώ γίνονταν εξαίρετοι ιππείς και τοξότες. Οι γυναίκες και οι άντρες ήταν υποχρεωμένοι να κυνηγούν και να μάχονται με αντίπαλες φυλές προκειμένου να εξασφαλίσουν πολύτιμη γη για τα κοπάδια τους. Συχνά μία γυναίκα μόνη έπρεπε να υπερασπιστεί το κοπάδι της και την περιουσία της οικογένειάς της καθώς οι άντρες κάποιες φορές βρίσκονταν μακριά ενώ δεν ήταν ασυνήθιστο ένα κορίτσι να προκαλεί ένα αγόρι σε αγώνα ιππασίας η τοξοβολίας.[1] Οι Σκύθες δεν είχαν την πολυτέλεια να διακρίνουν τα μέλη των κοινοτήτων τους με βάση το φύλο αν ήθελαν να επιβιώσουν. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα οι γυναίκες συχνά να καταλαμβάνουν αξιώματα όπως στρατηγοί ή αρχηγοί φυλών. Ακόμα και σήμερα στο Καζακστάν συχνά ηγέτες των φυλών ορίζονται γυναίκες που ονομάζονται «μητέρες της φυλής».[1] Οι αρχαίοι Έλληνες όμως αναφέρθηκαν σε μία κοινωνία όπου είτε οι άντρες δεν περιέχονται καθόλου σε αυτήν, είτε ότι αποκλείονται εντελώς από τα αξιώματα. Η φαντασία και ο φόβος των Ελλήνων για αυτές τις επικίνδυνες γυναίκες τους οδήγησε να φανταστούν ακόμα και ότι σκότωναν τους άντρες και τα αρσενικά παιδιά. Πουθενά όμως δεν υπάρχουν ιστορικά ή αρχαιολογικά στοιχεία για κάποια φυλή ή φυλές που εφάρμοζαν κάτι τέτοιο.

Τέχνη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Άγαλμα αμαζόνας στο Ανάκτορο Πέτερχοφ στην Αγία Πετρούπολη.

Το θέμα των Αμαζόνων έχει ιδιαίτερη θέση στην αρχαία ελληνική εικονογράφηση, αλλά και στην ελληνική λογοτεχνία από τους αρχαιότατους χρόνους (π.χ. Ιλιάδα), μέχρι σήμερα. Οι Αμαζόνες κατά καιρούς έχουν θεωρηθεί από αρνητικά πρότυπα για τις Ελληνίδες γυναίκες, τερατώδεις φιγούρες ξένων πολιτισμών, απειλή για την πατριαρχική ελληνική κοινωνία και τον αντρισμό των Ελλήνων αντρών, αρνητικό παράδειγμα γυναικείας επανάστασης ενάντια στην αντρική καταπίεση, σύμβολα αχαλίνωτης και ζωώδους σεξουαλικής φύσης, κατώτεροι βάρβαροι, έως και αντεστραμμένη απεικόνιση του ελληνικού πολιτισμού.[5] Όμως η γοητεία και η έλξη που άσκησαν στους Έλληνες δεν επέτρεψαν ποτέ να παρουσιαστούν με τον ίδιο τερατώδη τρόπο που παρουσιάστηκαν άλλες θηλυκές μυθολογικές φιγούρες όπως οι Ερινύες, η Μέδουσα, η Σκύλλα και η Χάρυβδη. Αντίθετα οι Αμαζόνες ήταν πάντα όμορφες, αθλητικές και σεξουαλικά ελκυστικές γυναίκες που προκαλούσαν τον θαυμασμό, τη λαγνεία αλλά και τον σεβασμό των Ελλήνων ακόμα και όταν μάχονταν εναντίον τους, ακόμα και όταν απειλούσαν την ίδια την Ακρόπολη των Αθηνών. Ο Αχιλλέας για παράδειγμα σκοτώνει στην Τροία τη βασίλισσα των Αμαζόνων Πενθεσίλεια μόνο και μόνο για την ερωτευτεί μόλις την αντικρύσει από κοντά και σκοτώνει επιτόπου τον Θερσίτη που τολμά να την ειρωνευτεί. Στις περισσότερες ελληνικές ιστορίες, όπως είναι αναμενόμενο, οι Έλληνες ήρωες στο τέλος νικούν τις Αμαζόνες, αλλά όχι πριν να προηγηθεί ένας αγώνας επί ίσοις όροις, γεγονός που κάνει τη νίκη των Ελλήνων ακόμα πιο σημαντική. Στα διάφορα αγγεία οι σκηνές μάχης που απεικονίζονται είναι συχνά αμφίρροπες. Οι Αμαζόνες εμφανίζονται να νικούν ή να είναι έτοιμες να αντεπιτεθούν και στο χώμα συνήθως βρίσκονται περισσότεροι νεκροί ή τραυματισμένοι Έλληνες από ότι Αμαζόνες. Αντίθετα από τους Πέρσες που συχνά απεικονίζονται να τρέχουν μακριά τρομαγμένοι, οι Αμαζόνες πάντα εμφανίζονται να τρέχουν αποφασιστικά προς το μέρος του εχθρού. Κάθε βασίλισσα των Αμαζόνων έχει τη δική της μυθική βιογραφία που αποκαλύπτει το πόσο σημαντική προσωπικότητα θεωρούνταν ενώ γενικά οι Αμαζόνες συνήθως πεθαίνουν νέες στο πεδίο της μάχης, ένας θάνατος που θεωρούνταν ταιριαστός σε έναν ήρωα, και έτσι μετατρέπονται στο αντίστοιχο και ισότιμο του Έλληνα ήρωα.

Χαρακτηριστικό είναι επίσης ότι οι Αμαζόνες στην τέχνη δεν εμφανίζονται μόνο ως άγριες και ατρόμητες πολεμίστριες αλλά συχνά απεικονίζονται σε πιο τρυφερές και ανθρώπινες στιγμές όπως να κάνουν μπάνιο, να περιποιούνται τα άλογά τους ή να θρηνούν για τις νεκρές συντρόφισσές τους. Οι Έλληνες δεν αντιμετώπισαν τις Αμαζόνες ως άλλο ένα είδος απειλητικού και βάρβαρου «ξένου», αλλά σαν μία αναπόληση μίας ιδεατής κατάστασης στην οποία θα έρχονταν αντιμέτωποι με γυναίκες ισάξιες και, ως συνέπεια αυτής τους της ενεργητικής τους φύσης, έντονα σεξουαλικά επιθυμητές.

Το γεγονός ότι οι Αμαζόνες ήταν σεξουαλικά φορτισμένες φιγούρες διαφαίνεται τόσο από τις πολυάριθμες ιστορίες στις οποίες υπάρχει περισσότερος έρωτας παρά πόλεμος αλλά και στο ότι στην τέχνη απεικονίζονται σε χαριτωμένες στάσεις με τα ρούχα τους να κολλάνε αισθησιακά στο σώμα τους. Όταν ο Ηρακλής πήγε να πάρει τη ζώνη της Ιππολύτης ως μέρος των άθλων του, η συνάντηση με τη γοητευτική βασίλισσα των Αμαζόνων δεν ήταν πολεμική αλλά ερωτική. Οι αυθόρμητη αντίδραση των δύο ηρώων ήταν να ερωτευθούν ο ένας τον άλλον, όχι να επιτεθούν. Επίσης, πολλά πορνογραφικά έργα της ρωμαϊκής περιόδου απεικονίζουν Αμαζόνες.[1]

Όμως οι Αμαζόνες προφανώς ήταν σύμβολα σεξουαλικότητας και για τις γυναίκες γιατί κοσμούν και γυναικεία αντικείμενα, όπως κοσμηματοθήκες και μπουκάλια για άρωμα. Σε ένα αγγείο για μύρο μάλιστα απεικονίζεται ένας νέος σε στάση φλερτ απέναντι σε μία Αμαζόνα και υπάρχει η επιγραφή «ο παις καλός», δηλαδή ο νεαρός είναι όμορφος. Έχουν βρεθεί ακόμα και κούκλες που έχουν τη μορφή Αμαζόνας.[1] Οι Αμαζόνες ήταν και για τις Ελληνίδες πρότυπα αξιοθαύμαστων γυναικών από τα παιδικά τους χρόνια.

Μύθοι και ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μαρμάρινο γλυπτό που απεικονίζει μάχη μεταξύ Αμαζόνων και Ελλήνων πολεμιστών.

Οι αρχαίοι Έλληνες και Ρωμαίοι ήταν βέβαιοι ότι οι Αμαζόνες ήταν πραγματικές (αν και πολλές από τις ιστορίες που έλεγαν για αυτές δεν ήταν). Από τη δεκαετία του ΄90 και έπειτα οι αρχαιολόγοι άρχισαν να ανακαλύπτουν μία σειρά από τάφους στις περιοχές της Μογγολίας, του Καζακστάν και της νότιας Ρωσίας που περιείχαν αποδείξεις ότι οι θρυλικές Αμαζόνες υπήρχαν πραγματικά.[8] Αυτό συμφωνεί και με το γεγονός ότι οι Αμαζόνες αρχικά για τους αρχαίους Έλληνες ήταν ένας λαός που αποτελούνταν από γυναίκες και άντρες και σε πολλές απεικονίσεις «αμαζονομαχιών» εμφανίζονται και άντρες να πολεμούν μαζί με τις γυναίκες. Σταδιακά όμως, η ιδέα αδάμαστων και τρομερών γυναικών πολεμιστριών ήταν τόσο γοητευτική για τους Έλληνες που άρχισαν να θεωρούν τις Αμαζόνες αποκλειστικά φυλή γυναικών και σταδιακά δημιούργησαν μια ολόκληρη μυθολογία γύρω από το όνομά τους.

Στη μυθολογία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ίσως η πιο γνωστή Ελληνίδα Αμαζόνα ήταν η Αταλάντη που ήταν δεινή κυνηγός, δρομέας και παλαιστής (όπως η Χουτουλούν των Μογγόλων) και ενέπνευσε πολλούς μύθους αλλά και πολλά έργα τέχνης. Επίσης, ο Ηρακλής, ως μέρος των «άθλων» του, ανέλαβε να κλέψει τη ζώνη της βασίλισσας των Αμαζόνων, Ιππολύτης. Κατά τη διάρκεια αυτής της εκστρατείας, ο Θησέας, που συνόδευε τον Ηρακλή, έκλεψε μία Αμαζόνα, την Αντιόπη. Αυτό το τελευταίο γεγονός προκάλεσε την επίθεση των Αμαζόνων στην Αθήνα. Η λεγόμενη «Αμαζονομαχία» που ακολούθησε αποτελεί έναν από τους βασικούς ιδρυτικούς μύθους της Αθήνας και της κλασσικής ελληνικής αρχαιότητας. Τόσο σημαντική τη θεωρούσαν οι Αθηναίοι που την απεικόνισαν και στη μία πλευρά της Ακρόπολης.  

Οι Αμαζόνες πήραν επίσης μέρος στον Τρωικό Πόλεμο. Για να βοηθήσουν τον Πρίαμο, έστειλαν μια ομάδα τους υπό τις εντολές της βασίλισσάς τους, Πενθεσίλειας, αλλά ηττήθηκαν από τον Αχιλλέα.

Αυτές είναι οι πιο γνωστές μυθολογικές ιστορίες σχετικά με τις Αμαζόνες αν και υπάρχουν πολλές περισσότερες και είναι αδύνατον να αναφερθούν όλες.

Αναφορές στην Ιλιάδα του Ομήρου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

[Ἰλιάς Ζ',186] καὶ γὰρ ἐγὼν ἐπίκουρος ἐὼν μετὰ τοῖσιν ἐλέχθην

ἤματι τῷ ὅτε τ᾽ ἦλθον Ἀμαζόνες ἀντιάνειραι·
190 ἀλλ᾽ οὐδ᾽ οἳ τόσοι ἦσαν ὅσοι ἑλίκωπες Ἀχαιοί.»
Δεύτερον αὖτ᾽ Ὀδυσῆα ἰδὼν ἐρέειν᾽ ὁ γεραιός

' [10]

[Ιλιας Ζ,186] ότι βοηθός τους έφθασα κι εγώ να πολεμήσω,

όταν αυτοί τες ίσανδρες κτυπούσαν Αμαζόνες·
190αλλ᾽ ήσαν ολιγότεροι των Αχαιών εκείνοι».
Είδε κατόπι ο Πρίαμος τον Οδυσσέα κι είπε:


[Ἰλιάς Γ',189] καρτίστην δὴ τήν γε μάχην φάτο δύμεναι ἀνδρῶν.

τὸ τρίτον αὖ κατέπεφνεν Ἀμαζόνας ἀντιανείρας.
τῷ δ᾽ ἄρ᾽ ἀνερχομένῳ πυκινὸν δόλον ἄλλον ὕφαινε·
κρίνας ἐκ Λυκίης εὐρείης φῶτας ἀρίστους
εἷσε λόχον· τοὶ δ᾽ οὔ τι πάλιν οἶκόνδε νέοντο·

' [11]

[Ιλιας Γ',189] κι εις μάχην τόσον τρομερήν δεν είχεν έμπει ακόμη·

τρίτον τες ανδρικότατες εφόνευσε Αμαζόνες.
Και ως γύριζεν, επιβουλήν του πλέκει εκείνος άλλην·
καρτέρι σταίνει διαλεκτών ανδρών απ᾽ την Λυκίαν,
αλλ᾽ απ΄ αυτούς δεν γύρισε κανείς εις την πατρίδα·

Στην ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αμαζόνα που ετοιμάζεται για μάχη. Έργο του Pierre-Eugene-Emile Hebert (1860).

Η υπόθεση ότι οι Αμαζόνες ήταν υπαρκτά πρόσωπα και ήταν γυναίκες σκυθικών φυλών στηρίζεται και από αρχαιολογικά ευρήματα. Σε πολλές περιοχές που στην αρχαιότητα θεωρούνταν σκυθικό έδαφος, όπως η Ουκρανία, η Ρωσία, η Γεωργία, το Καζακστάν, το Αφγανιστάν, ο Πόντος, η Μογγολία, ο Δνείπερος ποταμός και η βόρεια Θράκη, έχουν βρεθεί πολυάριθμοι τάφοι πολεμιστών από τους οποίους το 30% - 40% είναι γυναικείοι. Ακόμα και στην έρημο Τάκλα Μακάν, στη βόρεια Κίνα, έχουν βρεθεί τάφοι γυναικών πολεμιστριών που ταιριάζουν στο προφίλ των Αμαζόνων.[1][3][12]

Τάφοι γυναικών πολεμιστριών έχουν βρεθεί επίσης και στη Βεργίνα και τα όπλα που βρέθηκαν σε αυτούς δεν είναι μακεδονικά αλλά σκυθικά και ιλλυρικά. Οι ιστορικοί εικάζουν ότι, επειδή οι τάφοι αυτοί είναι πολυτελείς, περιέχουν τα οστά συγγενών του Μεγάλου Αλεξάνδρου και του πατέρα του, του Φίλιππου Β΄. Ο Φίλιππος είναι γνωστός για την προτίμησή του στις δυναμικές και πολεμικά εκπαιδευμένες γυναίκες καθώς δύο από τις συζύγους του, η Μήδα και η Αυδάτη ήταν πριγκίπισσες πολεμίστριες, η πρώτη από τη Θράκη και η δεύτερη από την Ιλλυρία. Η μισαδελφή του μεγάλου Αλεξάνδρου επίσης, η Κυνάνη, που ήταν κόρη του Φιλίππου και της Αυδάτης, γαλουχήθηκε από τη μητέρα της με τα σκυθικά πρότυπα και έμεινε γνωστή για τις πολεμικές της ικανότητες ενώ έγινε και εκείνη σημαντική στρατηγός όπως και ο Αλέξανδρος και πολέμησε στο πλευρό του πατέρα της στην Ιλλυρία. Η ανιψιά επίσης του Αλεξάνδρου, η κόρη της Κύνας, που αρχικά πήρε το σκυθικό όνομα Ανταία αλλά αργότερα το άλλαξε σε Ευρυδίκη για να μη θεωρείται ξένη από τους Μακεδόνες, γαλουχήθηκε και αυτή με πολεμικό τρόπο από τη μητέρα της και έγινε και εκείνη στρατηγός. Εικάζεται ότι κάποιες από αυτές τις γυναίκες, που είχαν καταγωγή από τα εδάφη των Αμαζόνων και ήταν γαλουχημένες με αμαζονικά πρότυπα, είναι θαμμένες σε αυτούς τους τάφους στη Βεργίνα.[1] Η Αμαζόνα βασίλισσα Θάληστρις συνάντησε τον Μέγα Αλέξανδρο κατά τη διάρκεια της εκστρατείας του στην Ασία με σκοπό να αποκτήσει το παιδί του.[13] Το 327 π.Χ. επίσης ο Μέγας Αλέξανδρος συνάντησε, αυτή τη φορά στο πεδίο της μάχης, την Αμαζόνα Κλεόφη.[1]

Το 2004 μάλιστα, προς μεγάλη έκπληξη των αρχαιολόγων, ανακαλύφθηκε στη Μεγάλη Βρετανία ένας ομαδικός τάφος 120 υψηλόβαθμων πολεμιστών, ανάμεσα στους οποίους ήταν και δύο γυναίκες, που είχαν αποτεφρωθεί τιμητικά μαζί με τα όπλα τους και τα άλογά τους. Εκείνο που προκάλεσε την έκπληξη δεν ήταν τόσο το γεγονός ότι οι πολεμιστές ήταν γυναίκες όσο ότι τα αντικείμενά τους και τα όπλα τους προέρχονταν από τη σαρματιανή περιοχή του Δούναβη, την αρχαία Θράκη και Ιλλυρία, την πατρίδα των Αμαζόνων. Ο αυτοκράτορας Μάρκος Αυρήλιος είχε χρησιμοποιήσει πολλές φορές στρατιώτες από τη φυλή των Σαρματών αλλά θεωρούνταν ότι ήταν αποκλειστικά άντρες. Με την ανακάλυψη αυτού του τάφου αποδείχθηκε ότι συμμετείχαν και γυναίκες, οι οποίες μάλιστα ήταν και υψηλόβαθμες στη στρατιωτική ιεραρχία και προέρχονταν από την πατρίδα των Αμαζόνων.[1]

Το γεγονός ότι οι Ρωμαίοι θεωρούσαν ότι οι γυναίκες αυτές ήταν Αμαζόνες και όχι απλά γυναίκες πολεμίστριες διαφαίνεται και από το γεγονός ότι όταν συνάντησαν γυναίκες στο στρατό των γερμανικών φυλών δεν έσπευσαν να τις αποκαλέσουν Αμαζόνες καθώς δεν προέρχονταν από εδάφη Αμαζόνων όμως, προσπαθώντας να εξηγήσουν την πολεμική τους δεινότητα, κατέληξαν στο ότι οι Γότθοι προφανώς θα πρέπει να κατάγονταν από τις Αμαζόνες.[1] Αυτό αποδεικνύει ότι οι Ρωμαίοι γνώριζαν πολύ καλά τη διαφορά ανάμεσα στις μυθολογικές Αμαζόνες και στους Αμαζόνες ως ιστορικό λαό. Για εκείνους, όπως και για τους αρχαίους Έλληνες, οι Αμαζόνες ήταν υπαρκτά πρόσωπα.

Όμως γυναίκες πολεμίστριες από τα εδάφη των Αμαζόνων, που οι ιστορικοί της εποχής αποκαλούν ξεκάθαρα «αμαζόνες», συνάντησαν στη ζωή τους και πολλά άλλα ιστορικά πρόσωπα. Ο Ηρόδοτος, ο Στράβωνας και ο Ιουστινιανός περιγράφουν τη μοιραία συνάντηση του Πέρση βασιλιά Κύρου με τη σκύθισσα βασίλισσα Τόμυρις τον 6ο αι. π.Χ. που κατέληξε με τον αποκεφαλισμό του Κύρου. Η βασίλισσα Αρτεμισία Α΄ επίσης, η μοναδική γυναίκα ναύαρχος του Ξέρξη, που συμμετείχε και στη ναυμαχία της Σαλαμίνας, θεωρούνταν Αμαζόνα από τους Έλληνες όπως επίσης και η Αρτεμισία Β΄ που κατέκτησε τη Ρόδο και έχτισε Μαυσωλείο που κοσμούν σκηνές με Αμαζόνες. Η Ιλλυρή βασίλισσα Τεύτα, τα πειρατικά πλοία της οποίας έσπερναν τον τρόμο στους Ρωμαίους τον 3ο αι. π.Χ. θεωρούνταν επίσης Αμαζόνα όπως και η τελευταία σύζυγος του Μιθριδάτη, η Υψικράτεια, που τον βοήθησε στη μάχη του ενάντια στους Ρωμαίους.[1]

Στις διηγήσεις άλλων λαών[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι Αμαζόνες δεν εμφανίζονται όμως μόνο στις διηγήσεις των Ελλήνων, αλλά και στις παραδόσεις πολλών άλλων λαών.[9] Στις διηγήσεις των λαών της Ευρασίας υπάρχουν πολλές ιστορίες με γυναίκες πολεμίστριες που ορισμένες φορές μοιάζουν σε ύποπτο βαθμό με διάφορους ελληνικούς αμαζονικούς μύθους, αλλά εκεί που ο ελληνικός μύθος τελειώνει με τη νίκη του Έλληνα ήρωα, η ίδια ιστορία, ειπωμένη από την πλευρά των ασιατικών λαών, τελειώνει συχνά εντελώς διαφορετικά. Οι γυναίκες αυτές δεν πολεμούν χωρίς άντρες αλλά είτε μόνες είτε στο πλευρό των αντρών και, αν και αντιμετωπίζουν τεράστιες δυσκολίες, στο τέλος νικούν. Για παράδειγμα, σε μια αναστροφή του μύθου του Αχιλλέα και της Πενθεσίλειας, η Αμεζάν (το όνομα της οποίας μοιάζει υπερβολικά πολύ με το όνομα αμαζόνα) σκοτώνει κατά λάθος τον εραστή της και θρηνεί. Η Πάρτου Πάτιμα των Λακς, μία σκυθική φυλή της Αλβανίας, που υπερασπίζει τη φυλή της από μία άλλη γυναίκα, την Τιμούρ, (που σημαίνει «σίδερο»), η Σεμίραμις των Αρμενίων, πριγκίπισσα Μπάνου Τσίτσακ, η Σιρίν των Αζερμπαϊτζανών, η Νουσάμπα που συνάντησε τον Μεγάλο Αλέξανδρο (Ισκαντάρ) όπως και η βασίλισσα Θάληστρη, η ιστορία της οποίας λέγεται από τους λαούς της Ασίας από τη δική της πλευρά, η Τιργαταώ της Μαιωτίας και η Αμάγη των Ροξολάνων αλλά και οι ιστορίες των ανώνυμων γυναικείων φυλών της Ασίας που διηγούνται οι λαοί του Καυκάσου και τις αποκαλούν Έμετς ή Εμαζούν, είναι παραδείγματα αμαζονικών ιστοριών από την πλευρά των λαών που Έλληνες αποκαλούσαν «Σκύθες». Αυτές οι ιστορίες μοιάζουν υπερβολικά πολύ με τις αμαζονικές ιστορίες του Ηρόδοτου, γεγονός που μας κάνει να αναρωτηθούμε αν ο τελευταίος τις άκουσε πρώτη φορά στα ταξίδια τους και τις μετέφερε έπειτα παραλλαγμένες στην ελληνική κοινωνία. Επίσης η μεσαιωνική βασίλισσα της Γεωργίας Ταμάρ που αντιστάθηκε στον Ταμερλάνο, αποκαλείται από τους Γεωργιανούς «Αμαζόνα». Οι Γεωργιανοί μιλούν για τη βασίλισσα Σπαρέθρα που, αντίθετα με την Τόμυρις, έγινε σύμμαχός του Κύρου.[1]

Στη βόρεια Αφρική μιλάνε για τη βασίλισσα Σέρποτ που καταγόταν από τη «γη των γυναικών» που βρισκόταν στην περιοχή Χορ, που ήταν η αιγυπτιακή λέξη για την Ασσυρία ή Συρία. Επίσης μία σειρά από γυναίκες πολεμίστριες από τη Νουβία και την Αραβία όπως η Φερετίμη από την Κυρήνη που νίκησε τους Πέρσες, η Σανακντακέτο της Μερόης που ήταν μεγάλη στρατηγός, η μονόφθαλμη Αμανιρένας και η Αμανικασέτο που απώθησαν τους Ρωμαίους, οι βασίλισσες Ζαμπίμπι και Σαμσί που επαναστάτησαν ενάντια στον βασιλιά Τίγκλαθ, αλλά και η μεικτής καταγωγής αραμαϊκο-αιγυπτιακο-αραβική βασίλισσα Μπατ Ζαμπάι, γνωστή και ως Ζηνοβία, και πολλές άλλες λιγότερο γνωστές γυναίκες πολεμίστριες αναφέρονται στην ιστορία και την παράδοση αυτών των λαών ως αντίστοιχα των Αμαζόνων των Ελλήνων που προέρχονταν από διάφορες «περιοχές γυναικών» ή ζούσαν σε αποκλειστικά γυναικείες κοινωνίες.[1]

Οι Κινέζοι επίσης, που ήρθαν συχνά σε επαφή με τις πολεμικές νομαδικές φυλές της Ευρασίας και τις πολεμοχαρείς γυναίκες τους, έχουν φυσικά και εκείνοι μία σειρά από ιστορίες σχετικά με αμαζονικές γυναίκες που πολεμούσαν σαν άντρες και ζούσαν σε αποκλειστικά γυναικείες κοινωνίες ή σε κοινωνίες όπου κυριαρχούσαν οι γυναίκες.[6][2] Κάποιες από αυτές ήταν η Παρθένος του Γιου που εκτός από πολεμίστρια ήταν και εφευρέτρια διάφορων μεταλλουργικών τεχνικών για την παραγωγή πιο αποτελεσματικών όπλων και η Φου Χάο που θεωρείται εθνική ηρωίδα από τους Κινέζους. Επιπρόσθετα οι Κινέζοι αναγνώριζαν δύο γεωγραφικές περιοχές ως «περιοχές γυναικών» όπου οι γυναίκες κατείχαν την εξουσία. Η μία ήταν στη βόρεια Ινδία και το Θιβέτ που ονόμαζαν Στρι Ράγια και η άλλη βρίσκονταν περίπου στα ανατολικά σύνορα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας που ονόμαζαν Φου Λιν.[1] Ειδικά αυτό το τελευταίο ίσως να αντικατοπτρίζει την επιρροή που είχαν δεχτεί από τους ελληνικούς μύθους για τις Αμαζόνες. Σε αυτές τις περιοχές οι Κινέζοι πίστευαν είτε ότι δεν υπάρχουν άντρες είτε ότι δεν ξεχωρίζουν από τις γυναίκες και ότι οι τελευταίες αποκτούν παιδιά με μαγικό τρόπο από τον άνεμο ή το νερό. Όταν υπάρχουν άντρες εφαρμόζουν το λεγόμενο «ζούο χουν», την πολυανδρία, κάτι που μοιάζει πολύ με τα σκυθικά έθιμα, δεν έχουν τη λέξη «πατέρας» αλλά τα παιδιά παίρνουν το όνομα της μητέρας τους και μεγαλώνουν μαζί της.[1][6] 

Στα μετέπειτα χρόνια και στη σημερινή εποχή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παρόλο που οι αρχαίοι λαοί θεωρούσαν τις Αμαζόνες υπαρκτά πρόσωπα, σταδιακά αυτό ξεχάστηκε, και άρχισαν να θεωρούνται εξολοκλήρου μυθολογικά πρόσωπα. Αν και γυναίκες πολεμίστριες εξακολούθησαν να υπάρχουν, δεν αποκαλούνταν πια Αμαζόνες. Μόνο προς τα τέλη του 20ου αιώνα οι αρχαιολογικές ανασκαφές έφεραν στην επιφάνεια αρκετά στοιχεία ώστε να αρχίσει να αποκαθίσταται η ιστορική αλήθεια του λαού.[1][3][12] Σήμερα, «αμαζόνες» αποκαλούνται στην Ελλάδα μεταφορικά οι γυναίκες που χαρακτηρίζονται από δυναμισμό και ελεύθερο πνεύμα.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,00 1,01 1,02 1,03 1,04 1,05 1,06 1,07 1,08 1,09 1,10 1,11 1,12 1,13 1,14 1,15 1,16 1,17 1,18 1,19 1,20 1,21 1,22 1,23 1,24 1,25 1,26 1,27 1,28 1,29 1,30 Mayor, Adrienne (2014). The Amazons : lives and legends of warrior women across the ancient world. Princeton: Princeton University Press. ISBN 0691170274. 919479482. 
  2. 2,0 2,1 Eller, Cynthia (2011). Gentlemen and Amazons : the Myth of Matriarchal Prehistory. Berkeley: University of California Press. ISBN 0520948556. 756484686. 
  3. 3,0 3,1 3,2 3,3 3,4 3,5 3,6 Man, John (2017). Amazons: The Real Warrior Women of the Ancient World. London: Bantam Press. ISBN 1473541751. 1003999239. 
  4. «Αντιάνειρα - Ygeiaonline.gr». http://www.ygeiaonline.gr/component/k2/item/7597-antianeira. Ανακτήθηκε στις 2017-11-30. 
  5. 5,0 5,1 DuBois, Page (1991) [1982]. Centaurs and amazons : women and the pre-history of the great chain of being (1η έκδοση). Ann Arbor: University of Michigan Press. ISBN 0472081535. 558421433. 
  6. 6,0 6,1 6,2 6,3 6,4 Josine, Blok (1995). The early Amazons : modern and ancient perspectives on a persistent myth. Leiden: E.J. Brill. ISBN 9004100776. 31243025. 
  7. E., Salisbury, Joyce (2001). Encyclopedia of women in the ancient world. Santa Barbara, Calif.: ABC-CLIO. ISBN 1576070921. 45661619. 
  8. 8,0 8,1 8,2 iefimerida.gr (2014-10-30). «Οι αληθινές Αμαζόνες: Οι πολεμίστριες με τα τατουάζ που έτρεμαν οι αρχαίοι ήρωες». iefimerida.gr. http://www.iefimerida.gr/news/176104/%CE%BF%CE%B9-%CE%B1%CE%BB%CE%B7%CE%B8%CE%B9%CE%BD%CE%AD%CF%82-%CE%B1%CE%BC%CE%B1%CE%B6%CF%8C%CE%BD%CE%B5%CF%82-%CE%BF%CE%B9-%CF%80%CE%BF%CE%BB%CE%B5%CE%BC%CE%AF%CF%83%CF%84%CF%81%CE%B9%CE%B5%CF%82-%CE%BC%CE%B5-%CF%84%CE%B1-%CF%84%CE%B1%CF%84%CE%BF%CF%85%CE%AC%CE%B6-%CF%80%CE%BF%CF%85-%CE%AD%CF%84%CF%81%CE%B5%CE%BC%CE%B1%CE%BD-%CE%BF%CE%B9-%CE%B1%CF%81%CF%87%CE%B1%CE%AF%CE%BF%CE%B9-%CE%AE%CF%81%CF%89%CE%B5%CF%82. Ανακτήθηκε στις 2017-11-30. 
  9. 9,0 9,1 «Ποιες ήταν στην πραγματικότητα οι Αμαζόνες; Το CNN αποκαλύπτει τις αλήθειες γύρω από τον μύθο». Woman TOC. 2016-01-16. http://www.womantoc.gr/life/article/poies-itan-stin-pragmatikotita-oi-amazones. Ανακτήθηκε στις 2017-11-30. 
  10. από τη Βικιθήκη - Ἰλιάς Ζ'
  11. από τη Βικιθήκη - Ἰλιάς Ζ'
  12. 12,0 12,1 Pöllauer, Gerhard (2010). The lost history of the Amazons : recent research findings on the legendary women nation. ISBN 1446193055. 1011502683. 
  13. «Οι 13 μέρες και νύχτες του Μ. Αλέξανδρου με τη βασίλισσα των Αμαζόνων. Ο μύθος της ερωτικής συνάντησης προκειμένου η Θάληστρις να γεννήσει το παιδί του - ΜΗΧΑΝΗ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ». ΜΗΧΑΝΗ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ. 2014-10-21. http://www.mixanitouxronou.gr/i-13-meres-ke-nichtes-tou-m-alexandrou-me-tin-vasilissa-ton-amazonon-o-mithos-tis-erotikis-sinantisis-prokimenou-i-thalistris-na-gennisi-to-pedi-tou/. Ανακτήθηκε στις 2017-11-30. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]