Αλιείς μαργαριταριών

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Αλιείς μαργαριταριών
ΤίτλοςLes pêcheurs de perles[1]
ΓλώσσαΓαλλικά
Ημερομηνία δημιουργίας1863[1]
Ημερομηνία δημοσίευσης1863
Μορφήόπερα
ΧαρακτήρεςNadir[2][3], Leïla[2][3], Zurga[2][3] και Nourabad[2][3]
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Αλιείς μαργαριταριών (πρωτότυπος τίτλος στα γαλλικά Les pêcheurs de perles, αρχικός τίτλος Leïla) είναι ο τίτλος τρίπρακτης όπερας του Ζωρζ Μπιζέ, βασισμένη σε λιμπρέτο των Μισέλ Καρέ και Εζέν Κορμόν. Ο Μπιζέ συνέθεσε την όπερα με ταχείς ρυθμούς το καλοκαίρι του 1863 και εκτελέστηκε για πρώτη φορά στο Λυρικό Θέατρο (Théâtre Lyrique) του Παρισιού, στις 30 Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους. Αποτελεί τη δημοφιλέστερη όπερα του Μπιζέ μετά την Κάρμεν.

Έτυχε θερμής υποδοχής από το κοινό και παίχθηκε 18 φορές μέχρι το φθινόπωρο του 1863, ωστόσο επικρίθηκε από τον τύπο της εποχής, ο οποίος αντιμετώπισε το έργο του Μπιζέ με επιφύλαξη. Μετά την επιτυχία της Κάρμεν, η όπερα άρχισε να παίζεται σε πόλεις εκτός της Γαλλίας, ενώ μία εκτέλεσή της στην ιταλική γλώσσα παρουσιάστηκε στο Παρίσι το 1889. Περίπου τριάντα χρόνια μετά την πρεμιέρα της, άρχισε να αναγνωρίζεται η σπουδαιότητα του έργου, ενώ σήμερα αποτελεί ένα από τα πιο δημοφιλή έργα ρεπερτορίου.

Η υπόθεση εκτυλίσσεται σε μια εξωτική νήσο του Ινδικού Ωκεανού (Κεϋλάνη) στα αρχαία χρόνια, όπου αναπτύσσεται έντονα η αλιεία μαργαριταριών. Το έργο αυτό, αν και το έκρινε ο ίδιος ο συνθέτης πολύ αυστηρά, εντούτοις αποδείχθηκε να υπερέχει των άλλων έργων γαλλικής όπερας της ίδιας περιόδου, περιέχοντας κάποια στοιχεία από την όπερα Κάρμεν. Αν και ο Μπιζέ συνέθεσε την όπερα σε νεαρή ηλικία, χαρακτηρίζεται ως ώριμο έργο με μελωδικά και ρυθμικά χαρίσματα. Ως σημαντικότερα μέρη της όπερας αναφέρονται συχνά η άρια για τενόρο Je crois entendre encore και το μελωδικό ντουέτο τενόρου-βαρύτονου Au fond du temple saint.

Στην Ελλάδα, η όπερα εκτελέστηκε για πρώτη φορά από την Εθνική Λυρική Σκηνή την 1 Απριλίου 1974.

Τα πρόσωπα του έργου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Ζούργκα, ο επικεφαλής των ψαράδων (βαρύτονος)
  • Ναδίρ, ένας ψαράς (τενόρος)
  • Λεϊλά, η ιέρεια του Βράχμα (σοπράνο)
  • Νουραμπάντ, ο αρχιερέας του Βράχμα (μπάσος)
  • Χορωδία: Ψαράδες, παρθένες, ιερείς και ιέρειες του Βράχμα

Η υπόθεση του έργου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Χρόνος: Αρχαίοι χρόνοι

Πράξη Α΄[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Από αριστερά στα δεξιά: Τζουζέπε Ντε Λούκα (Ζούργκα), Φρίντα Χέμπελ (Λεϊλά) και Ενρίκο Καρούζο (Ναδίρ) στην παραγωγή της Μητροπολιτικής Όπερας το 1916

Η σκηνή απεικονίζει μια έρημη παραλία, με τα ερείπια ενός ινδουιστικού ναού στο βάθος. Μια χορωδία από ψαράδες μαργαριταριών τραγουδά για τις επικίνδυνες εργασίες που είναι προς καθοδόν ("Sur la grève en feu") και εκτελούν τελετουργικούς χορούς για να διώξουν μακριά τα κακά πνεύματα. Στη συνέχεια εκλέγουν έναν από τους πολλούς, τον Ζούργκα, ως αρχηγό τους, ή «βασιλιά». Ο Ναδίρ έρχεται και ο Ζούργκα τον χαιρετίζει ως φίλο που έχει χαθεί από καιρό. Αφού μένουν μόνοι, αναπολούν το παρελθόν τους στην πόλη Κάντι, όπου η φιλία τους σχεδόν καταστράφηκε εξαιτίας της αμοιβαίας αγάπης τους για μια νεαρή ιέρεια την οποία δεν είχαν καν κοιτάξει, παρά μόνο με μια κλεφτή ματιά. Ο καθένας τους είχε απαρνηθεί την αγάπη του για αυτήν την ξένη και είχε ορκιστεί να παραμείνουν πιστοί ο ένας στον άλλον. Τώρα, επανενωμένοι, βεβαιώνουν για άλλη μια φορά ότι θα είναι πιστοί μέχρι θανάτου ("Au fond du temple saint").

Μια βάρκα εισέρχεται στην παραλία και μέσα βρίσκεται η καλυμμένη Λεϊλά, η παρθένα ιέρεια της οποίας οι προσευχές απαιτούνται για να διασφαλιστεί η ασφάλεια των ψαράδων. Αν και ο Ναδίρ και ο Ζούργκα δεν την αναγνωρίζουν, είναι στην πραγματικότητα η γυναίκα από την Κάντι με την οποία και οι δύο ήταν ερωτευμένοι. Καθώς ο Ζούργκα εξηγεί τα καθήκοντά της, αυτή αναγνωρίζει τον Ναδίρ, αλλά δεν λέει τίποτα και λίγο αργότερα οδηγείται στον ναό από τον αρχιερέα Νουραμπάντ. Ο Ζούργκα και οι ψαράδες κατεβαίνουν στη θάλασσα αφήνοντας μόνο του τον Ναδίρ, ο οποίος σε έναν προβληματικό μονόλογο πριν κοιμηθεί, θυμάται πώς, στην Κάντι, είχε αθετήσει τους όρκους του στον Ζούργκα και κυνήγησε την αγάπη του για την καλυμμένη γυναίκα ("Je crois entender encore"). Μόνη στο ναό, η Λεϊλά προσεύχεται και τραγουδά και ο Ναδίρ ξυπνά και, αναγνωρίζοντας τη φωνή του πολυπόθητου εραστή του, την εντοπίζει στον ναό. Αυτή βγάζει για λίγο το πέπλο της και αφού αυτός την βλέπει και καταλαβαίνει ότι είναι αυτή, το ζευγάρι δηλώνει το ανανεωμένο πάθος του. Στην παραλία, οι ψαράδες την παρακαλούν να συνεχίσει να τους προστατεύει, αλλά εκείνη λέει στον Ναδίρ ότι θα τραγουδήσει μόνο για εκείνον ("O Dieu Brahma").

Πράξη Β΄[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σκηνή από την Πράξη Β΄ από την παραγωγή του 1916 στην Μητροπολιτική Όπερα

Στο ναό με τον Νουραμπάντ, η Λεϊλά εκφράζει φόβο μήπως μείνει μόνη της, αλλά ο αρχιερέας την προτρέπει να είναι γενναία και να εκπληρώσει τους όρκους της στον Βράχμα με τον πόνο του ίδιου του θανάτου της. Του λέει για το θάρρος που επέδειξε κάποτε όταν, ως παιδί, είχε κρύψει έναν δραπέτη από τους εχθρούς του και αρνήθηκε να τον εγκαταλείψει ακόμα και όταν απειλούνταν με θάνατο ("J'étais encore enfant") και αυτός την είχε ανταμείψει με ένα κολιέ που της ζήτησε να φοράει πάντα. Είχε κρατήσει αυτή την υπόσχεση, όπως θα έκανε και τους όρκους της. Κατά την αναχώρηση του ιερέα, η Λεϊλά σκέφτεται ήσυχα τις παλιές στιγμές που εκείνη και ο Ναδίρ συναντιόντουσαν μαζί κρυφά ("Comme autrefois dans la nuit sombre"). Μετά μπαίνει ο Ναδίρ και στον φόβο της για τις απειλές του Νουραμπάντ η Λεϊλά τον παρακαλεί να φύγει, αλλά εκείνος παραμένει και οι δυο τους δηλώνουν τον έρωτά τους σε ένα παθιασμένο ντουέτο ("Léïla! Léïla!...Dieu puissant, le voilà!"). Αυτός φεύγει, υποσχόμενος να επιστρέψει το επόμενο βράδυ, αλλά αιχμαλωτίζεται από τους ψαράδες και τον φέρνουν πίσω στο ναό. Ο Ζούργκα, ως αρχηγός των ψαράδων, στην αρχή αντιστέκεται στις εκκλήσεις των ψαράδων για την εκτέλεση του Ναδίρ και υποστηρίζει το έλεος. Ωστόσο, αφού ο Νουραμπάντ αφαιρεί το πέπλο της Λεϊλά, ο Ζούργκα την αναγνωρίζει ως την πρώην αγάπη του και κατακλυζόμενος από ζήλια και οργή, διατάζει τον θάνατο του Ναδίρ και της Λεϊλά. Μια σφοδρή καταιγίδα ξεσπά, καθώς οι ψαράδες ενώνονται τραγουδώντας έναν ύμνο στον Βράχμα ("Brahma divin Brahma!").

Πράξη Γ΄[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Γάλλος τραγουδιστής της όπερας Maurice Renaud στον ρόλο του Ζούργκα

Στη σκηνή του στην παραλία, ο Ζούργκα σημειώνει ότι η καταιγίδα έχει υποχωρήσει, όπως και η οργή του όμως τώρα νιώθει τύψεις για το θυμό του προς τον Ναδίρ ("L'orage s'est calmé"). Η Λεϊλά φέρνεται μέσα και ο Ζούργκα μαγεύεται από την ομορφιά της καθώς ακούει τις εκκλήσεις της για τη ζωή του Ναδίρ, αλλά η ζήλια του αναζωπυρώνεται. Της εξομολογείται τον έρωτά του, αλλά αρνείται το έλεος («Je suis jaloux»). Έπειτα ο αρχιερέας και μερικοί από τους ψαράδες μπαίνουν για να αναφέρουν ότι η νεκρική πυρά είναι έτοιμη. Καθώς η Λεϊλά απομακρύνεται, ο Ζούργκα την παρατηρεί να δίνει σε έναν από τους ψαράδες το κολιέ της, ζητώντας να το επιστρέψει στη μητέρα της και με μια κραυγή, ορμάει έξω μετά την ομάδα και αρπάζει το κολιέ.

Έξω από το ναό, ο Ναδίρ περιμένει δίπλα στην νεκρική πυρά καθώς το πλήθος, τραγουδώντας και χορεύοντας, προσδοκά την αυγή και την επερχόμενη διπλή εκτέλεση ("Dès que le soleil"). Μαζί του είναι η Λεϊλά και το ζευγάρι τραγουδά για το πώς οι ψυχές τους σύντομα θα ενωθούν στον παράδεισο. Μια λάμψη εμφανίζεται στον ουρανό και ο Ζούργκα ορμάει για να αναφέρει ότι ο καταυλισμός των ψαράδων φλέγεται. Καθώς οι άντρες σπεύδουν να σώσουν τα σπίτια τους, ο Ζούργκα ελευθερώνει τη Λεϊλά και τον Ναδίρ και αφού επιστρέφει το κολιέ σε αυτήν της αποκαλύπτει ότι είναι ο άντρας που έσωσε όταν ήταν παιδί. Αναγνωρίζει τώρα ότι η αγάπη του για εκείνη είναι μάταιη και λέει σε εκείνη και τον Ναδίρ να φύγουν. Καθώς το ζευγάρι αναχωρεί, τραγουδώντας τη ζωή της αγάπης που τους περιμένει, ο Ζούργκα μένει μόνος να περιμένει την επιστροφή των ψαράδων ("Plus de crainte...Rêves d'amour, adieu!").

(Στην αναθεωρημένη εκδοχή του τέλους που εισήχθη μετά την αναβίωση της όπερας το 1886, ο Νουραμπάντ γίνεται μάρτυρας της απελευθέρωσης των κρατουμένων από τον Ζούργκα και τον καταγγέλλει στους ψαράδες, ένας από τους οποίους μαχαιρώνει τον Ζούργκα μέχρι θανάτου ως τον ήχο των τελευταίων νοτών του αποχαιρετιστήριου τραγουδιού της Λεϊλά και του Ναδίρ. Σε κάποιες παραλλαγές ο Ζούργκα συναντά τον θάνατό του με άλλους τρόπους και το σώμα του παραδίδεται στην πυρά.)

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 Ιστορικό Αρχείο Ρικόρντι. 2371. Ανακτήθηκε στις 20  Οκτωβρίου 2021.
  2. 2,0 2,1 2,2 2,3 Ανακτήθηκε στις 25  Απριλίου 2019.
  3. 3,0 3,1 3,2 3,3 Ανακτήθηκε στις 9  Μαΐου 2019.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Charles Osborne: The Opera Lover's Companion, Yale University Press, 2007
  • Hugh Macdonald: "Pêcheurs de perles, Les." The New Grove Dictionary of Opera. Ed. Stanley Sadie