Αλεξάντρ Κέρενσκι

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Αλέξανδρος Κέρενσκι)
Αλεξάντρ Κέρενσκι
Πρωθυπουργός της Ρωσικής Προσωρινής Κυβέρνησης
Περίοδος
20 Ιουλίου 1917 – 8 Νοεμβρίου 1917
ΠροκάτοχοςΓκεόργκι Λβοφ
ΔιάδοχοςΗ θέση καταργήθηκε
Βλαντίμιρ Λένιν (ως πρόεδρος του Συμβουλίου των Λαϊκών Επιτροπών)
Υπουργός Στρατιωτικών και Ναυτικού της Ρωσικής Προσωρινής Κυβέρνησης
Περίοδος
18 Μαΐου 1917 – 14 Σεπτεμβρίου 1917
ΠρωθυπουργόςΓκεόργκι Λβοφ
Ο ίδιος
ΠροκάτοχοςΑλεξάντρ Γκουτσκόφ
ΔιάδοχοςΑλεξάντρ Βερχόφσκι
Υπουργός Δικαιοσύνης της Ρωσικής Προσωρινής Κυβέρνησης
Περίοδος
16 Μαρτίου 1917 – 1 Μαΐου 1917
ΠρωθυπουργόςΓκεόργκι Λβοφ
ΠροκάτοχοςΗ θέση δημιουργήθηκε
Προσωπικά στοιχεία
Γέννηση4 Μαΐου 1881, Σιμπίρσκ, Ρωσική Αυτοκρατορία
Θάνατος11 Ιουνίου 1970 (89 ετών)
Νέα Υόρκη, Η.Π.Α.
ΕθνότηταΡώσος
Πολιτικό κόμμαΤρουντόβικοι
Κόμμα των Σοσιαλεπαναστατών
ΣπουδέςΚρατικό Πανεπιστήμιο της Αγίας Πετρούπολης
ΕπάγγελμαΔικηγόρος
Υπογραφή
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Αλεξάντρ Φιόντοροβιτς Κέρενσκι (Алекса́ндр Фёдорович Ке́ренскийΔΦΑ: [ɐlʲɪˈksandr ˈkʲerʲɪnskʲɪj] 4 Μαΐου 188111 Ιουνίου 1970) ήταν Ρώσος δικηγόρος και πολιτικός κατά τη Ρωσική Επανάσταση του 1917. Υπηρέτησε ως ο δεύτερος πρωθυπουργός της Ρωσικής Προσωρινής Κυβέρνησης από Ιούλιο έως Νοέμβριο 1917. Ήταν ηγέτης των μετριοπαθών σοσιαλιστών της Τρουντοβικής φράξιας του Κόμματος των Σοσιαλεπαναστατών.

Μετά τη Φεβρουαριανή Επανάσταση που εκθρόνισε τον Νικόλαο Β΄, ο Κέρενσκι υπηρέτησε ως Υπουργός Δικαιοσύνης στη μετα-αυτοκρατορική και δημοκρατική Προσωρινή Κυβέρνηση του Γκεόργκι Λβοβ. Τον Μάιο έγινε Υπουργός Πολέμου. Τον Ιούνιο διαδέχτηκε τον Λβοβ ως Πρωθυπουργός. Στις 7 Νοεμβρίου, η κυβέρνησή του ανατράπηκε από τους εργάτες επαναστάτες υπό τον Βλαντιμίρ Λένιν Μπολσεβίκους στην Οκτωβριανή Επανάσταση. Πέρασε το υπόλοιπο της ζωής του αυτοεξόριστος, στο Παρίσι και στη Νέα Υόρκη όπου και απεβίωσε σε ηλικία 89 ετών, αλλά τάφηκε στο Λονδίνο.

Βιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πρώτα χρόνια και ακτιβισμός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Αλέξανδρος Κέρενσκι γεννήθηκε στο Σιμπίρσκ (τώρα Ουλιάνοφσκ) στον ποταμό Βόλγα στις 2 Μαΐου 1881.[1] Ο πατέρας του, Φιόντορ Κέρενσκι, ήταν καθηγητής,[1] και διευθυντής του τοπικού γυμνασίου. Η μητέρα του, Ναντέζντα (το γένος Άντλερ), γεννήθηκε από έναν Ρωσο-Γερμανό Εβραίο,[2] τον Αλέξανδρο Άντλερ, που ήταν επικεφαλής του Τοπογραφικού Γραφείου της Στρατιωτικής Περιοχής του Καζάν, και τη Ναντέζντα (το γένος Καλμίκοβα), κόρη ενός πρώην δουλοπάροικου, που είχε αγοράσει την ελευθερία του πριν καταργηθεί η δουλοπαροικία στη Ρωσία το 1861, επιτρέποντάς του να γίνει ένας πλούσιος έμπορος της Μόσχας.[3][4]

Ο πατέρας του Κέρενσκι ήταν καθηγητής του Βλαδίμηρου Ουλιάνοφ (Λένιν)· μέλη των οικογενειών Κέρενσκι και Ουλιάνοφ ήταν φίλοι. Το 1889, όταν ο Κέρενσκι ήταν οκτώ ετών, η οικογένεια μετακόμισε στην Τασκένδη, όπου ο πατέρας του είχε διοριστεί κεντρικός επιθεωρητής των δημοσίων σχολείων (διευθυντής). Ο Αλέξανδρος αποφοίτησε με άριστα το 1899. Την ίδια χρονιά εισήλθε στο Πανεπιστήμιο της Αγίας Πετρούπολης, όπου σπούδασε Ιστορία και Φιλολογία. Τον επόμενο χρόνο μεταπήδησε στη Νομική και πήρε δίπλωμα το 1904. Τον ίδιο χρόνο παντρεύτηκε την Όλγα Λβόβνα Μπαρανόβσκαγια, κόρη ενός Ρώσου στρατηγού.[5] Ο Κέρενσκι προσχώρησε στο κίνημα των Ναρόντνικων και εργάστηκε ως νομικός σύμβουλος για τα θύματα της Επανάστασης του 1905. Στα τέλη του 1904 φυλακίστηκε λόγω υποψιών ότι ανήκε σε μαχητική ομάδα. Στη συνέχεια κέρδισε φήμη για το έργο του σαν συνήγορος υπεράσπισης σε μια σειρά από πολιτικές δίκες επαναστατών.[6]

Το 1912 ο Κέρενσκι έγινε ευρέως γνωστός όταν επισκέφτηκε τα χρυσωρυχεία στον ποταμό Λένα και δημοσίευσε υλικό για το συμβάν στα Μεταλλεία του Λένα.[7] Τον ίδιο χρόνο ο Κέρενσκι εξελέγη στην Τέταρτη Δούμα ως μέλος των Τρουντόβικων, ενός μετριοπαθούς, μη Μαρξιστικού εργατικού κόμματος που συνεργαζόταν με το Σοσιαλεπαναστατικό Κόμμα και εντάχθηκε σε μια μασονική ομάδα που ένωνε τις αντιμοναρχικές δυνάμεις που αγωνίζονταν για τη δημοκρατική ανανέωση της Ρωσίας.[8][9][10] Ήταν λαμπρός ρήτορας και έμπειρος κοινοβουλευτικός ηγέτης της σοσιαλιστικής αντιπολίτευσης στην κυβέρνηση του τσάρου Νικολάου Β΄.

Ρασπούτιν[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ανταποκρινόμενος στις τσουχτερές δυσαρέσκειες που ακούγονταν κατά του αυτοκρατορικού ευνοούμενου Γκριγκόρι Ρασπούτιν εν μέσω της αποτυχημένης προσπάθειας της Ρωσίας στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Κέρενσκι, στην εναρκτήρια συνεδρίαση της Δούμας στις 2 Νοεμβρίου 1916, αποκάλεσε τους αυτοκρατορικούς υπουργούς “μισθωμένους δολοφόνους” και “δειλούς” και ισχυρίστηκε ότι “καθοδηγούνταν από τον ποταπό Γκρίσκα Ρασπούτιν !”.[11] Ο Μεγάλος Δούκας Νικολάι Μιχαήλοβιτς, ο Πρίγκιπας Λβοβ και ο στρατηγός Μιχαήλ Αλεξέγιεφ προσπάθησαν να πείσουν τον Νικόλαο να στείλει μακριά την Αυτοκράτειρα Αλεξάνδρα Φεοντόροβνα, ακλόνητη υποστηρίκτρια του Ρασπούτιν, είτε στο Ανάκτορο Λιβάντια στη Γιάλτα, είτε στην Αγγλία.[12] Ο Μιχαήλ Ροντζιάνκο, η Ζινάιντα Γιουσούποβα, η Ελισάβετ, αδελφή της Αλεξάνδρας, η Μεγάλη Δούκισσα Βικτώρια και η πεθερά της αυτοκράτειρας Μαρία Φιόντοροβνα, προσπάθησαν επίσης να επηρεάσουν το αυτοκρατορικό ζεύγος,[13] να απομακρύνει τον Ρασπούτιν, από το πόστο επιρροής μέσα στην αυτοκρατορική οικογένεια, χωρίς όμως επιτυχία.[14] Σύμφωνα με τον Κέρενσκι, ο Ρασπούτιν είχε τρομοκρατήσει την Τσαρίνα, απειλώντας να επιστρέψει στο χωριό καταγωγής του.[15] Οι άνθρωποι γύρω από τον Ρασπούτιν (οι γραμματείς του) ενδιαφέρονταν για στρατηγικές πληροφορίες.[16]

Ο Ρασπούτιν δολοφονήθηκε τον Δεκέμβριο του 1916 και τάφηκε στην αυτοκρατορική κατοικία Τσάρσκογιε Σελό. Λίγο μετά τη Φεβρουαριανή Επανάσταση του 1917, μια ομάδα στρατιωτών διατάχθηκαν από τον Κέρενσκι να ξαναθάψουν το πτώμα σε ένα άγνωστο σημείο στην εξοχή. Όμως το φορτηγό χάλασε ή αναγκάστηκε να σταματήσει λόγω του χιονιού στο δρόμο του Λέσνοε, έξω από την Αγία Πετρούπολη.

Η Επανάσταση του Φεβρουαρίου 1917[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Κέρενσκι ως Υπουργός Πολέμου

Όταν ξέσπασε η Φεβρουαριανή Επανάσταση το 1917, ο Κέρενσκι ήταν ένας από τους σημαντικούς της ηγέτες: ήταν μέλος της Προσωρινής Επιτροπής της Κρατικής Δούμας και εξελέγη αντιπρόεδρος του Σοβιέτ της Πετρούπολης. Ταυτόχρονα, έγινε ο πρώτος Υπουργός Δικαιοσύνης στην πρόσφατα συγκροτημένη Προσωρινή Κυβέρνηση. Όταν το Σοβιέτ ενέκρινε ένα ψήφισμα που απαγόρευε στους ηγέτες του να μπουν στην κυβέρνηση, ο Κέρενσκι εκφώνησε έναν συγκλονιστικό λόγο σε μια συνεδρίαση του Σοβιέτ. Αν και η απόφαση ποτέ δεν επισημοποιήθηκε, του δόθηκε ντε φάκτο εξαίρεση και συνέχισε να λειτουργεί και με τις δύο ιδιότητες.

Μετά την πρώτη κυβερνητική κρίση για το μυστικό σημείωμα του Πάβελ Μιλιουκόφ που επαναδέσμευε τη Ρωσία στους αρχικούς της πολεμικούς σκοπούς, στις 2-4 Μαΐου, ο Κέρενσκι έγινε Υπουργός Πολέμου και η κυρίαρχη μορφή στην πρόσφατα σχηματισμένη κυβέρνηση σοσιαλ-φιλελεύθερου συνασπισμού. Στις 10 Μαΐου (Ιουλιανό ημερολόγιο), ο Κέρενσκι ξεκίνησε για το μέτωπο, και επισκέφτηκε τη μια μεραρχία μετά την άλλη, προτρέποντας τους άνδρες να κάνουν το καθήκον τους. Οι ομιλίες του ήταν εντυπωσιακές και πειστικές προς το παρόν, αλλά είχαν μικρή επίδραση διαρκείας. Κάτω από την πίεση των Συμμάχων να συνεχίσει τον πόλεμο, ξεκίνησε αυτό που έγινε γνωστό σαν Επίθεση Κέρενσκι κατά της Αυστρο-Ουγγρικής/Γερμανικής Νότιας Στρατιάς στις 17 Ιουνίου (Ιουλιανό ημερολόγιο). Στην αρχή επιτυχής, η επίθεση σύντομα σταμάτησε και στη συνέχεια υποχώρησε λόγω ισχυρής αντεπίθεσης. Ο Ρωσικός στρατός υπέστη βαριές απώλειες και ήταν φανερό από τα πολλά περιστατικά λιποταξίας, σαμποτάζ, και ανταρσίας ότι ο στρατός δεν ήταν πλέον πρόθυμος να επιτεθεί.

Ο Κέρενσκι τον Μάιο του 1917

Ο Κέρενσκι είχε επικριθεί έντονα από τους στρατιωτικούς για τις φιλελεύθερες πολιτικές του, που περιλάμβαναν απογύμνωση των αξιωματικών από το να διοικούν και δίνοντας αντίθετα τον έλεγχο στις προσκείμενες στην επανάσταση “στρατιωτικές επιτροπές”· την κατάργηση της ποινής του θανάτου· και ανοχή στους διάφορους επαναστάτες αγκιτάτορες, να είναι παρόντες στο μέτωπο. Πολλοί αξιωματικοί κοροϊδεύοντας αναφέρονταν στον Αρχιστράτηγο Κέρενσκι σαν τον “καταφερτζή αρχηγό”.

Στις 2 Ιουλίου 1917, ο πρώτος συνασπισμός κατέρρευσε για το ζήτημα της αυτονομίας της Ουκρανίας. Μετά την εξέγερση των Ημερών του Ιουλίου στην Πετρούπολη και το εκτός νόμου των Μπολσεβίκων, ο Κέρενσκι διαδέχθηκε τον Πρίγκιπα Λβοβ ως Πρωθυπουργός της Ρωσίας. Μετά από το Πραξικόπημα Κορνίλοφ στο τέλος Αυγούστου και την παραίτηση των άλλων υπουργών, διόρισε τον εαυτό του Ανώτατο Αρχιστράτηγο επίσης.

Η επόμενη κίνηση του Κέρενσκι, στις 15 Σεπτεμβρίου, ήταν να ανακηρύξει τη Ρωσία δημοκρατία, που ήταν αντίθετο με την αντίληψη των μη-σοσιαλιστών ότι η Προσωρινή Κυβέρνηση θα έπρεπε να έχει την εξουσία μόνο μέχρι να συνεδριάσει η Συντακτική Συνέλευση για να αποφασίσει τη μορφή διακυβέρνησης της Ρωσίας, αλλά ήταν σύμφωνο με τον από μακρού διακηρυγμένο στόχο του Σοσιαλ-Επαναστατικού Κόμματος.[17] Σχημάτισε ένα πενταμελές Διευθυντήριο, το οποίο αποτελείτο από τον ίδιο, τον Υπουργό Εξωτερικών Μιχαήλ Τερεσένκο, τον Υπουργό Πολέμου Στρατηγό Βερχόφσκι, τον Υπουργό Πολεμικού Στόλου Ναύαρχο Ντμίτρι Βερντερέφσκι και τον Υπουργό Ταχυδρομείων και Τηλεγραφείων [επικοινωνιών] Νικίτιν. Διατήρησε τη θέση του στην τελευταία κυβέρνηση συνασπισμού του Οκτωβρίου του 1917, μέχρι που αυτή ανατράπηκε από τους Μπολσεβίκους.

Ο Κέρενσκι στο γραφείο του

Η μεγαλύτερη πρόκληση για τον Κέρενσκι ήταν ότι ενώ η Ρωσία ήταν εξουθενωμένη μετά από τρία χρόνια πολέμου, η προσωρινή κυβέρνηση ενδιαφερόταν ελάχιστα εκτός από τις συνεχιζόμενες υποχρεώσεις της προς τους Συμμάχους. Η συνεχιζόμενη συμμετοχή της Ρωσίας στον παγκόσμιο πόλεμο δεν ήταν δημοφιλής μεταξύ των κατώτερων και μεσαίων τάξεων και ιδιαίτερα στους στρατιώτες. Όλοι αυτοί είχαν πιστέψει ότι η Ρωσία θα σταματούσε να πολεμάει όταν πήρε την εξουσία η προσωρινή Κυβέρνηση, και τώρα αισθάνονταν εξαπατημένοι. Επιπλέον, ο Βλαδίμηρος Λένιν και το κόμμα των Μπολσεβίκων υπόσχονταν “ειρήνη, γη, και ψωμί” με το κομμουνιστικό σύστημα. Ο στρατός ήταν σε αποσύνθεση λόγω της έλλειψης πειθαρχίας, που ωθούσε στη λιποταξία σε μεγάλους αριθμούς. Μέχρι το φθινόπωρο του 1917, εκτιμάται ότι δύο εκατομμύρια άνδρες είχαν εγκαταλείψει το στρατό ανεπίσημα.

Ο Κέρενσκι και οι άλλοι πολιτικοί αρχηγοί συνέχιζαν τις υποχρεώσεις τους προς τους Συμμάχους της Ρωσίας με τη συνέχιση της συμμετοχής στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, φοβούμενοι ότι η οικονομία, ήδη κάτω από μεγάλη πίεση από την πολεμική προσπάθεια, θα γινόταν όλο και πιο ασταθής εάν κόβονταν οι ζωτικές προμήθειες από τη Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο. Το δίλημμά του αν θα έπρεπε να αποχωρήσουν ήταν μεγάλο, και οι ασυνεπείς και ανέφικτες πολιτικές του Κέρενσκι αποσταθεροποίησαν παραπέρα τον στρατό και τη χώρα γενικότερα.

Επιπλέον, ο Κέρενσκι υιοθέτησε μια πολιτική που απομόνωνε τη δεξιά συντηρητική πτέρυγα, τόσο τη δημοκρατική όσο και την προσανατολισμένη στη μοναρχία. Η φιλοσοφία του “κανείς εχθρός στα αριστερά” δυνάμωσε πολύ τους Μπολσεβίκους και τους έδωσε ένα ελεύθερο χέρι, επιτρέποντάς τους να αναλάβουν το στρατιωτικό σκέλος ή “βογιένκα” των Σοβιέτ της Πετρούπολης και της Μόσχας. Η σύλληψη που διέταξε του Λαβρ Κορνίλοφ και άλλων αξιωματικών τον άφησε χωρίς δυνατούς συμμάχους κατά των Μπολσεβίκων, οι οποίοι κατέληξαν να είναι οι ισχυρότεροι και περισσότερο αποφασισμένοι αντίπαλοι του Κέρενσκι, σε αντίθεση με τη δεξιά, η οποία εξελίχθηκε στο Λευκό κίνημα.

Η Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κατά τη διάρκεια του Πραξικοπήματος Κορνίλοφ, ο Κέρενσκι είχε μοιράσει όπλα στους εργάτες της Πετρούπολης, και μέχρι τον Νοέμβριο οι περισσότεροι από αυτούς τους οπλισμένους εργάτες είχαν πάει με τους Μπολσεβίκους. Στις 6-7 Νοεμβρίου (25-26 Οκτωβρίου) 1917 οι Μπολσεβίκοι άρχισαν τη δεύτερη επανάσταση της χρονιάς. Η κυβέρνηση του Κέρενσκι στην Πετρούπολη σχεδόν δεν είχε καμία υποστήριξη στην πόλη. Μόνο μια μικρή δύναμη, ενός τμήματος από 137 στρατιωτίνες του 2ου λόχου του Πρώτου Τάγματος Γυναικών Πετρούπολης, γνωστού επίσης ως Τάγματος Θανάτου Γυναικών, ήταν πρόθυμες να πολεμήσουν για την κυβέρνηση κατά των Μπολσεβίκων, όταν η διοικητής του τάγματος διέταξε την πλειοψηφία του στρατεύματος πίσω στο στρατόπεδο, αλλά η δύναμη αυτή κατανικήθηκε από τις αριθμητικά υπέρτερες φιλο-Μπολσεβίκικες δυνάμεις και ηττήθηκαν και συνελήφθησαν.[18] Χρειάστηκαν λιγότερο από 20 ώρες πριν οι Μπολσεβίκοι αναλάβουν την κυβέρνηση.

Ο Κέρενσκι διέφυγε από τους Μπολσεβίκους και πήγε στο Πσκοφ, όπου συσπείρωσε κάποια πιστά στρατεύματα σε μια προσπάθεια να ανακαταλάβει την πόλη. Τα στρατεύματά του κατάφεραν να καταλάβουν το Τσάρσκογε Σελό, αλλά ηττήθηκαν την επόμενη ημέρα στο Πούλκοβο. Ο Κέρενσκι μόλις που διέφυγε και πέρασε τις επόμενες λίγες εβδομάδες να κρύβεται πριν φύγει από τη χώρα, το 1918, φτάνοντας τελικά στη Γαλλία. Κατά τον Ρωσικό Εμφύλιο Πόλεμο δεν στήριξε καμιά πλευρά, καθώς αντιτάχθηκε τόσο στο καθεστώς των Μπολσεβίκων, όσο και στο Λευκό Κίνημα.

Η ζωή στην εξορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Κέρενσκι έζησε στο Παρίσι μέχρι το 1940, ασχολούμενος με τις ατελείωτες διασπάσεις και διαμάχες των εξόριστων Ρώσων πολιτικών. Το 1939, ο Κέρενσκι παντρεύτηκε την πρώην Αυστραλιανή δημοσιογράφο Λίντια "Νελ" Τρίτον.[19] Όταν οι Γερμανοί εισέβαλαν στη Γαλλία το 1940, μετανάστευσαν στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η Τρίτον και ο Κέρενσκι παντρεύτηκαν στο Μάρτινς Κρικ της Πενσιλβάνια.

Όταν η σύζυγός του ασθένησε ανίατα το 1945, ταξίδευσε μαζί της στο Μπρίσμπεϊν της Αυστραλίας, και έζησε εκεί με την οικογένειά της. Αυτή υπέστη εγκεφαλικό τον Φεβρουάριο και παρέμεινε μαζί της μέχρι τον θάνατό της στις 10 Απριλίου 1946. Ο Κέρενσκι επέστρεψε στις ΗΠΑ, όπου πέρασε το υπόλοιπο της ζωής του.

Μετά τη Γερμανική εισβολή στη Σοβιετική Ένωση το 1941, ο Κέρενσκι πρόσφερε την υποστήριξή του στον Ιωσήφ Στάλιν.[20]

Ο Κέρενσκι στον Εθνικό Σύλλογο Τύπου το 1938

Ο Κέρενσκι τελικά εγκαταστάθηκε στη Νέα Υόρκη, αλλά πέρασε πολύ από τον χρόνο του στο Ινστιτούτο Χούβερ στο Πανεπιστήμιο Στάνφορντ στην Καλιφόρνια, όπου χρησιμοποίησε αλλά και συνεισέφερε στο τεράστιο αρχείο του Ινστιτούτου για τη Ρωσική ιστορία, και όπου δίδαξε πτυχιακά μαθήματα. Έγραψε και έκανε εκπομπές εκτεταμένα για τη Ρωσική πολιτική και ιστορία. Η τελευταία του δημόσια ομιλία έγινε στο Κολέγιο Καλαμαζού, στο Καλαμαζού του Μίσιγκαν.

Ο Κέρενσκι το 1938

Ο Κέρενσκι πέθανε σε βαθύτατο γήρας, σε ηλικία 89 ετών, στο σπίτι του στη Νέα Υόρκη το 1970, όντας ένας από τους τελευταίους σημαντικούς επιζώντες συμμετέχοντες στα ταραχώδη γεγονότα του 1917[21]. Η τοπική Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία της Νέας Υόρκης αρνήθηκε να κάνει την ταφή του Κέρενσκι, λόγω του τεκτονισμού του και επειδή τον είδε σε μεγάλο βαθμό υπεύθυνο για την υπαγωγή της Ρωσίας στους Μπολσεβίκους. Η Σερβική Ορθόδοξη Εκκλησία επίσης αρνήθηκε την ταφή. Το σώμα του Κέρενσκι πέταξε για Λονδίνο, όπου τάφηκε στο μη-θρησκευτικό κοιμητήριο του Πούτνεϊ Βέιλ.[22]

Οι τάφοι του Αλέξανδρου Κέρενσκι, του γιου και της συζύγου του, στο Νεκροταφείο Πούτνεϊ Βέιλ, Λονδίνο 2014.

Προσωπική ζωή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Κέρενσκι ήταν παντρεμένος με την Όλγα Λβόβνα Μπαρανόβσκαγια και είχαν δύο γιούς, τον Όλεγκ και τον Γλεμπ, οι οποίοι και οι δύο έγιναν μηχανικοί. Ο Κέρενσκι και η Όλγα χώρισαν το 1939 και σύντομα αυτός παντρεύτηκε τη Λύντια Έλεν (Νέλι) Τρίτον (1899-1946).

Έργα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 Michael Duffy (22 Αυγούστου 2009). «Who's Who - Alexander Kerenski». firstworldwar.com. Ανακτήθηκε στις 21 Μαρτίου 2016. 
  2. Александр ВЛАДИМИРОВ (25 Απριλίου 2014). «В мае родиться – всю жизнь маяться?». www.sovsekretno.ru. Ανακτήθηκε στις 21 Μαρτίου 2016. 
  3. «Александр Федорович Керенский». Ανακτήθηκε στις 21 Μαρτίου 2016. 
  4. Encyclopedia of Cyril and Method. 21 Μαρτίου 2016
  5. Bernard Butcher (Ιανουάριος–Φεβρουάριος 2001). «A Doomed Democracy». Stanford Magazine. Ανακτήθηκε στις 21 Μαρτίου 2016. 
  6. Political Figures of Russia, 1917, Biographical Dictionary, Large Russian Encyclopedia, 1993, p. 143.
  7. Michael Melancon (2006). The Lena Goldfields Massacre and the Crisis of the Late Tsarist Stae. Texas A&M University Press. σελ. 112. ISBN 978-1-58544-508-0. 
  8. «Prominent Russians: Aleksandr Kerensky». RT-Russiaredia. Ανακτήθηκε στις 21 Μαρτίου 2016. 
  9. Virgil D. Medlin. «Alexander Fedorovich Kerensky» (PDF). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 4 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 21 Μαρτίου 2016. 
  10. Tatyana Mironova. «Grigori Rasputin: Belied Life - Belied Death». Ανακτήθηκε στις 21 Μαρτίου 2016. 
  11. R.B. Browder & A. Kerensky (1961). The Russian Provisional Government, 1917: Documents, Τόμος 1ος. Stanford University Press. σελ. 16. 
  12. A. Kerensky (1965) Russia and History's turning point, p. 150.
  13. Madame Lili Dern. The Real Tsaritsa. 
  14. R.B. Browder & A. Kerensky (1961). The Russian Provisional Government, 1917: Documents, Τόμος 1ος. Stanford University Press. σελ. 18. 
  15. A. Kerensky (1965) Russia and History's turning point, p. 163.
  16. George Buchanan (1923) My mission to Russia and other diplomatic memories, p. 77. [4]
  17. Party manifesto listed in McCauley, M Octobrists to Bolsheviks: Imperial Russia 1905‐1917 (1984)
  18. Laurie Stoff. «Women Soldiers in Russia's Great War». Russia's Great War & Revolution. Ανακτήθηκε στις 21 Μαρτίου 2016. 
  19. Judith Armstrong (2002). «Tritton, Lydia Ellen (1899–1946)». Australian Dictionary of Biography. Ανακτήθηκε στις 21 Μαρτίου 2016. 
  20. Alexander Kerensky (14 Ιουλίου 1941). «Soviet's Chances». LIFE: 76. https://books.google.gr/books?id=gEwEAAAAMBAJ&printsec=frontcover&redir_esc=y#v=onepage&q&f=false. 
  21. Πεθαίνει ο Κέρενσκι, Ιστορικό Λεύκωμα 1970, σελ. 131, Καθημερινή (1998)
  22. Ian MacFarlaine (21 Ιουνίου 2002). «Alexander Kerensky». Find A Grave. Ανακτήθηκε στις 21 Μαρτίου 2016. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]