Ακτινίδιο

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ακτινίδιο

Συστηματική ταξινόμηση
Σύστημα: κατά CRONQUIST, 1981
Βασίλειο: Φυτά (Plantae)
Συνομοταξία: Αγγειόσπερμα (Magnoliophyta)
Ομοταξία: Δικοτυλήδονα (Magnoliopsida)
Υφομοταξία: Ροδίδες (Rosidae)
Τάξη: Ερεικώδη (Ericales)
Οικογένεια: Ακτινιδιοειδή (Actinidiaceae)
Γένος: Ακτινίδιον (Actinidia)
L.
Είδη

Δείτε κείμενο

Το ακτινίδιο (ή αλλιώς κίουι) είναι γένος φυτών. Ανήκει στην οικογένεια των Ακτινιδιοειδών και προέρχεται από την Ασία.

Γενικά χαρακτηριστικά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο καρπός του ακτινιδίου, εξωτερικά χρώματος καφέ και πράσινος στο εσωτερικό.
Καρπός ακτινίδιου σε τομή. Τυπική ράγα με λεπτό, υμενώδες εξωκάρπιο, παχύ σαρκώδες μεσοκάρπιο και πολλά μικρά σπέρματα.

Το ακτινίδιο είναι θάμνος με άνθη χρώματος κόκκινου ή λευκού. Τα φύλλα του έχουν ωοειδές σχήμα και στο κάτω μέρος τους έχουν χνούδι. Ο καρπός του είναι ράγα και είναι εδώδιμος, με γλυκόξινη γεύση. Το εξωτερικό του μέρος είναι χρώματος καφέ και το εσωτερικό είναι χυμώδες, με πράσινο χρώμα και μικρά σποράκια, χρώματος μαύρου.

Καταγωγή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Κίνα θεωρείται επικρατέστερη πατρίδα του ακτινιδίου, από τα αρχαία χρόνια. Το συναντάμε και σε περιοχές της Σιβηρίας, της Ιαπωνίας, της Κορέας και της Μαλαισίας. Το γνωστότερο είδος που καλλιεργείται στην Ελλάδα ονομάζεται Ακτινίδιον το σινικό (Actinidia chinensis). Το φυτό ήταν αυτοφυές στην Κίνα και ταξίδεψε μετά το 19ο αιώνα στη Βρετανία και το 1906 στη Νέα Ζηλανδία. Η ονομασία του όμως κίουι (Kiwi) προέρχεται από το ομώνυμο πτηνό, το οποίο είναι εθνικό σύμβολο της Νέας Ζηλανδίας, όπου ζει αποκλειστικά. Την ονομασία αυτή την πήρε το ακτινίδιο από το φυτοκόμο Hayward Wright (1873-1959), ο οποίος πειραματίστηκε με τα φυτά και κατόρθωσε να δημιουργήσει την ποικιλία που είναι γνωστή σήμερα. Με τη σημερινή μορφή του, το ακτινίδιο καλλιεργείται από το 1950, συγκεκριμένα το είδος Ακτινίδιο το νόστιμο (Actinidia deliciosa) [1].

Καλλιέργεια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Καλλιέργεια ακτινιδίων

Το φυτό ευδοκιμεί σε γόνιμα και υγρά εδάφη. Η σπορά του φυτού γίνεται κατά την άνοιξη και η συγκομιδή στα μέσα Οκτωβρίου. Σήμερα το ακτινίδιο καλλιεργείται και στην Ευρώπη (Γαλλία, Ιταλία). Το ακτινίδιο, για να ευδοκιμήσει χρειάζεται περιοχές με ήπιο χειμώνα και θερμό και υγρό καλοκαίρι. Για το λόγο αυτό, στον ελληνικό χώρο καλλιεργείται στην Πιερία, όπου έχει κατοχυρωθεί με ονομασία προέλευσης (ΠΓΕ) από το 2002[2], στην περιοχή του ποταμού Σπερχειού στη Φθιώτιδα όπου έχει κατοχυρωθεί με προστατευόμενη ονομασία προέλευσης (ΠΟΠ) αλλά και στην Πέλλα, την Ημαθία, το Μεσολόγγι, τα Χανιά, το Ρέθυμνο, την Άρτα και την Πρέβεζα. Η Ελληνική ονομασία 'ακτινίδιο' εδώθηκε από τον Καστοριάνο γεωπόνο Τάσο Μίχο (1929-2023), ο οποίος είπε: "Αν το κόψεις στη μέση, φαίνεται ένα σχήμα μίας ρόδας ποδηλάτου και οι ακτίνες της". Το χωριό Σβορώνος Πιερίας ήταν ο πρώτος τόπος στην Ελλάδα που ο Τάσος Μίχος φύτεψε 10 δεντρύλια.

Θρεπτική αξία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο καρπός του ακτινιδίου είναι πλούσιος σε κάλιο, μαγνήσιο, φώσφορο, φυτικές ίνες και ιχνοστοιχεία. Επίσης, διαθέτει περισσότερη βιταμίνη C σε σχέση με οποιοδήποτε άλλο φρούτο. Η ύπαρξη πολλών βιταμινών καθιστά το ακτινίδιο ως το καλύτερο μέσο για την άμυνα κατά των μικροβίων. Επίσης, απομακρύνει τον κίνδυνο θρομβώσεων στο κυκλοφορικό σύστημα και διασφαλίζει τη σωστή πέψη και την εύρυθμη λειτουργία του εντέρου. Τέλος, συντελεί στη βελτίωση της όρασης, λόγω του αντιοξειδωτικού λουτεΐνη που περιέχει.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. «Ακτινίδιο». Fragrantica. Ανακτήθηκε στις 10 Ιουνίου 2013. [νεκρός σύνδεσμος]
  2. «Ελευθεροτυπία». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 26 Σεπτεμβρίου 2007. Ανακτήθηκε στις 7 Αυγούστου 2006. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]